Ο ΚΛΑΡΙΝΟΒΙΟΣ ΤΑΞΙΤΖΗΣ

Πριν λίγες εβδομάδες, ήμουν με το ποδήλατο μου, κάνοντας τη συνηθισμένη μου διαδρομή Καλλιθέα – Νέα Σμύρνη.

Ήμουν στο σημείο που είναι το φανάρι για να στρίψεις είτε δεξιά για Συγγρού, να πας ευθεία κάτω από τη Συγγρού ή να πας αριστερά προς το αστυνομικό τμήμα. Ξεκαβαλίκεψα το ποδήλατο δίπλα στο άγαλμα του Χρυσόστομου Σμύρνης, εκεί που τώρα είναι συντριβάνια που σχεδίασε κάποιος που βάζω στοίχημα ότι ήταν φαν του μπουγελώματος μικρός.

Εκεί πιο δίπλα ήταν σταματημένο ένα ταξί. Δεν είχε αλάρμ. Ο ταξιτζής είχε ανεβασμένο το παράθυρο του οδηγού. Δεν θυμάμαι την εμφάνιση του, μόνο ότι τα μαλλιά του γκριζάριζαν, ότι μπορεί να είχε μουστάκι, ότι στο στόμα του είχε ένα κλαρινέτο και ότι τα δάχτυλα του έπαιζαν μια μελωδία η οποία πνιγόταν από τον ήχο των συντριβανιών, της κίνησης και του ανεβασμένου παραθύρου.

Καθώς είχα ξεκαβαλικέψει, πρόλαβε να δει τη ματιά μου και το βάδισμα μου που σιγοστάθηκαν πάνω του. Με κοίταξε όσο χρειαζόταν για να επιβεβαιώσει ότι ήταν ο στόχος μιας φιλοπερίεργης ματιάς και κατέβασε το κλαρινέτο από το στόμα του. Μου χαμογέλασε μόνο με τα μάγουλα του, χωρίς τα μάτια του. Αμήχανα. Ένοχα.

Κοίταξα μπροστά μου κι έφυγα γρήγορα, θέλοντας κι εγώ να ξεφύγω από αυτή τη μικροσκοπική, στιγμιαία δίνη ντροπής που είχε δημιουργηθεί γύρω μας.

Αν μπορούσα να γυρίσω τον χρόνο πίσω, κι αν υποθέσω ότι η ισχυρή δύναμη της χρονοκαπηλείας θα μου έδινε και την ακόμα ισχυρότερη υπερδύναμη να μπορώ να είμαι ο ιδανικός αυθεντικός μου εαυτός σε κάθε περίσταση, θα σταμάταγα, θα ανταπέδιδα το χαμόγελο και θα του έκανα νεύμα να συνεχίσει.

Αν μπορούσα να είμαι κάποιος διαφορετικός αυθεντικός εαυτός με άλλα χρώματα, θα του χτύπαγα το παράθυρο και θα του έλεγα:

«Γιατί σταματήσατε; Παίξτε! Γιατί σταματήσατε; Γιατί ντρέπεστε; Αυτή τη στιγμή κάνετε κάτι ιερό: ζείτε το τώρα. Αφήνετε την αυθεντική σας δημιουργική πλευρά να εκφραστεί. Αφήνετε το αποτύπωμα σας στην πραγματικότητα. Εκπέμπετε χαρά, δεν κλείνετε το διακόπτη στη ζωή, δεν σκοτώνετε τον εαυτό σας για να χώρεσετε όπως-όπως στο καλωπισμένο και φτιαγμένο με καλογυαλισμένο πανάκριβο ξύλο φέρετρο της οργανωμένης κοινωνίας και της συλλογικής συνείδησης. Μην σταματάτε για εμένα – ποιος είμαι εγώ; Αν ενοχληθώ, μπορώ αισίως να πάω να γαμηθώ. Γιατί να σας ενδιαφέρει η γνώμη κάποιου που βρίσκει ενοχλητική τη θέα ενός ταξιτζή που παίζει κλαρινέτο μυστικά;

«Εντάξει, το ξέρω, έχω κι εγώ πράγματα για τα οποία ντρέπομαι, κάποιες πτυχές του εαυτού μου υπό διαφορετικές συνθήκες θα έλεγα ότι κρύβω επιμελώς, αλλά στην πραγματικότητα είναι τέτοια η ντροπή που το κρύψιμο είναι σχεδόν τελείως ασυνείδητο: σαν ένα μόνιμο ρούφηγμα κοιλιάς.

«Μακάρι όμως να ήμουν αρκετά σοφός ώστε να μπορώ να δω ότι τα πιο πολλά πράγματα για τα οποία ντρέπομαι είναι αυτά τα οποία που μου δίνουν την περισσότερη χαρά. Και αυτά τα κομμάτια του εαυτού μου που μοιράζονται αυτή τη χαρά με τον κόσμο; Ε, αυτά είναι και αυτά για τα οποία ντρέπομαι περισσότερο. Σαν να επιμένω να ρουφάω την κοιλιά μου ακόμα και όταν είμαι ομιλητής στο Διεθνές Συνέδριο Απελευθέρωσης του Σώματος, και στο ακροατήριο όλοι περιμένουν να τους δώσω το έναυσμα, την έμπνευση για να σταματήσουν να ρουφάνε την κοιλιά τους και να νιώσουν την χαλάρωση που κλέβουν από τον εαυτό τους. Δεν είναι θλιβερό;

«Γι’ αυτό, σας παρακαλώ, συνεχίστε. Γιατί ένας κόσμος με έναν κλαρινόβιο ταξιτζή είναι ομορφότερος από έναν χωρίς τον κλαρινόβιο ταξιτζή.»

Leave a Reply