Ας ακολουθήσουμε ένα μουσικό μονοπάτι.
Πριν δυο εβδομάδες, στις 30 Ιουνίου, ο Steven Wilson κυκλοφόρησε στο Youtube το τραγούδι το οποίο ο ίδιος περίμενε ότι θα δίχαζε τους φανατικούς φίλους του όσο καμιά άλλη δημιουργία του μέχρι τώρα. Όπως και έγινε, και γίνεται. Να σημειώσω ότι περιμένουμε βίντεο κλιπ α λα Bollywood για το συγκεκριμένο τραγούδι.
Αν ο Στίβεν στα 25 χρόνια καριέρας του έχει αποδώσει τον φόρο τιμής που έπρεπε και με το παραπάνω στους καλλιτέχνες της progressive rock που τον ενέπνευσαν στα νιάτα του με τη μουσική του, μέχρι τώρα δεν είχε κάνει το ίδιο με άλλους μουσικούς που τον χάραξαν, όπως οι Abba, οι ELO, ο David Bowie ή o Prince. Ο θάνατος των δύο τελευταίων τον ενέπνευσαν και να παίξει στην τελευταία του περιοδεία covers τραγουδιών τους, στα οποία οδήγουν και τα λινκ που έχω παραθέσει. Όντως – το ρεφραίν του Permanating είναι ακριβώς σαν το Mamma Mia!
Τώρα θέλω πολύ να δω το musical το οποίο έσπασε ταμεία με μανάδες και θείες πριν καμιά δεκαετία κι εγώ σνόμπαρα γιατί ήμουν 19 και οι Abba ήταν η μουσική των μανάδων και των θειών («θειών»; Αλήθεια, ποια είναι η γενική της λέξης “θείες” και πώς μπορεί να διαχωριστεί από τη γενική της λέξης “θείοι”; Των θείων – των θείων… Το αφήνω πριν φτάσω σε κάποιον επικίνδυνο ατέρμονο βρόγχο)
Συζητώντας τους Abba, θυμήθηκα έναν δίσκο της μάνας μου (από την συλλογή της που ποτέ δεν παύει να με εκπλήσει) τον οποίο τυχαία διάλεξα μια μέρα που είχα πάει σε ένα πάρτυ βινυλιών στο Divino τον περασμένο Απρίλιο, ο οποίος είναι το The Visitors. Δεν τον ακούσαμε ποτέ σε εκείνο το πάρτι, μάλιστα τον είχα ξεχάσει μέσα στο πόρτ μπαγκάζ του αυτοκινήτου οπότε έζησε τον καύσωνα του Ιουνίου και του Ιουλίου, και έλιωσε, σε σημείο που αποφάσισα ότι δεν θα κατάφερνα να τον ακούσω ποτέ στην «αναλογική» του μορφή. Αυτή η απώλεια μου κίνησε την περιέργεια να μάθω τι ήταν αυτό που πέθανε στα χέρια μου, κι έτσι τον έβαλα μια μέρα για soundtrack στο Youtube ενώ δούλευα. Το αυτόματο αλγοριθμικό ποτάμι του Youtube με πήγε από εκεί στο Knowing Me Knowing You και στο SOS, το οποίο μου έγινε και ο μικρός ακουστοσκώληξ (earworm) της ημέρας.
Κάποιοι γνωστοί μουσικοί της εποχής, όπως ο John Lennon ή ο Peter Townshend των The Who, έκαναν βαρυσήμαντες δηλώσεις για αυτό το τραγούδι, όπως έμαθα διαβάζοντας για άλλη μια φορά τα σχόλια στο Youtube. Θα σας αφήσω να κάνετε τη δική σας σχετική έρευνα, αν θέλετε…
Ο Steven Wilson λοιπόν ήθελε για πολλά χρόνια να γράψει ποπ μουσική ισάξια, τουλάχιστον σε επίπεδο μουσικής περιπλοκότητας, με τις μεγάλες επιτυχίες των Abba όπως το Dancing Queen, το Knowing Me Knowing You ή το SOS.
Εδώ λοιπόν είναι το κλειδί της υπόθεσης: ο Στιβάκος περιγράφει το Permanating ως «Abba ή ELO αν την παραγωγή είχαν αναλάβει οι… Daft Punk».
Daft Punk. Μάλιστα! Κι εδώ πάμε στο δεύτερο σκέλος αυτής της περιήγησης.
Από τα αγαπημένα μου κομμάτια τους (το πρωτοάκουσα στο Interstella 5555, που είναι το Discovery [2001] με επένδυση βίντεο σε άνιμε. Ψάχτε το).
Δεν θυμάμαι πώς μου έκατσε και το έβαλα να το ακούσω, αλλά με το που τελείωσε, πέρασε στο Superheroes (όπως είναι και στον δίσκο), άλλο κορυφαίο κομμάτι.
Διαβάζοντας τα σχόλια – αλήθεια, το όλο ποστ θα μπορούσε απλά να λέγεται ΣΧΟΛΙΑ ΣΤΟ YOUTUBE, για τα οποία τόσα έχουν γραφτεί, κι όμως παραμένουν πηγή έμπνευσης και έρευνας – ανακάλυψα ότι αυτό το Superheroes ΣΑΜΠΛΑΡΕΙ το εξής disco τραγούδι του 1979:
Κι από εκεί -πείτε με χαζό- συνειδητοποίησα εμβρόντητος ότι οι μεγαλύτερες επιτυχίες των Daft Punk χρησιμοποιούν samples άγνωστων κομματιών της χρυσής εποχής της ντίσκο. Κάποιοι δημιουργικοί τύποι μάλιστα τα έκαναν λίστα.
Η παραπάνω λίστα είναι, για μένα, ένα διαμάντι και ιερό δισκοπότηρο της μουσικής των τελευταίων 50 χρόνων και, αν θέλετε, είναι φωτεινό παράδειγμα της έννοιας του μεταμοντερνισμού στη μουσική γενικότερα. Όχι μόνο δείχνει πώς μουσική από 15 και 20 χρόνια πριν χρησιμοποιεί δημιουργικά κομμάτια που κυκλοφόραν 40 χρόνια πριν και ήταν άγνωστη (φαντάζομαι;) εκείνη την εποχή στο ευρύ κοινό – αυτή η playlist θα ήταν απλά ΤΕΛΕΙΑ για πάρτυ ακόμα και στο σήμερα – ή μάλλον ειδικά σήμερα, που το sampling, το remix και το πάντρεμα ειδών είναι συνώνυμο με το κύριο ρεύμα της μουσικής. Κι εδώ; Όλα τα ριφάκια και οι μελωδίες είναι γνώριμες από τα κομμάτια των Daft Punk, οπότε τελικά είναι σαν να αντιστρέφεται η διαδικασία, και αντί να κάνουν sampling οι Daft Punk, να χρησιμοποιούν οι πρωτότυποι καλλιτέχνες samples των Daft Punk στα 100% ’70s κομμάτια τους! Να με θυμηθείτε, όλο και κάποια μέρα θα το χρησιμοποιήσω για πάρτυ και χορό, όπως του αξίζει. Μπορείτε να ακούσετε και το εξής βίντο, The Sampling of Daft Punk, για μια πιο εις βάθος ματιά – ή την αντίστοιχη λέξη για την αίσθηση της ακοής – σε αυτό που έχει καταφέρει ατό το εμβληματικό ντούο.
Αλλά δεν σταματάμε εκεί.
Το 2013 οι Daft Punk κυκλοφόρησαν το Random Access Memories, το οποίο στην αρχή μου φάνηκε μάλλον αδιάφορο και υπερεκτιμημένο. Το Get Lucky πάντα μου ακουγόταν σαν “Μexican monkey”, χάρης σε αυτό το αστείο κλιπάκι βέβαια…
Πάνω όμως σε αυτή την αναζήτηση έπεσα και στο Giorgio by Moroder. Δεν ήξερα ποιος ήταν ο κύριος, και ανακάλυψα ότι είναι αυτός που έγραψε τα παρακάτω. Ακούστε το. Σας το υπογράφω – τα ξέρετε αυτά τα κομμάτια, και θα εκπλαγείτε.
Οι Daft Punk με το Random Access Memories ξεπέρασαν την έννοια του tribute, και έφεραν το πνεύμα της ποιοτικής disco στη δεκαετία μας με το δικό τους χαρακτηριστικό ύφος. Τώρα καταλαβαίνω τη σύλληψη τους, και αν μου άρεσαν μια, δυο φορές πριν αυτές τις ανακαλύψεις μου, τώρα μου αρέσουν τουλάχιστον πέντε φορές περισσότερο – up to 11 και βάλε.
Οπότε, ποιο είναι το κοινό μεταξύ Daft Punk και Abba; Εκτός από το ότι ο κύριος Wilson τους τρέφει αδυναμία, είναι ότι η φήμη τους, ή η ποπ πλευρά τους, ξεπέρασε την τέχνη τους. Οι Daft Punk έγιναν οι δημιουργοί του One More Time και του Mexican Monkey Get Lucky, οι Abba έχουν εξισωθεί σε μεγάλο βαθμό με το Dancing Queen… αλλά πίσω από αυτά τα συγκροτήματα ανακαλύπτω ότι υπήρχαν μουσικοί με πνεύμα το οποίο όμως δεν είναι καθόλου ευραίως γνωστο σήμερα.
Αναρωτιέμαι πώς να νιώθουν οι μεγάλοι καλλιτέχνες οι οποίοι κάνουν το μπαμ, και το μπαμ συνεχίζει να μεγαλώνει, και μεγαλώνει τόσο που υπερκαλύπτει τους ίδιους. Και οι Abba και οι Daft Punk είναι πολύ διάσημοι σήμερα, αλλά πόσοι μουσικοί τους έχουν έχουν άραγε σε υψηλή εκτίμηση; Καταλήγουν να είναι τόσο υπερβολικά διάσημοι, που μένουν πιο πολύ σαν φιγούρες της ποπ κουλτούρας, παρά σαν καλλιτέχνες.
Ο Ran Prieur είχε πει κάποτε ότι όποιος καταλαβαίνει στ’ αλήθεια τι σημαίνει το να είσαι διάσημος δεν θέλει να γίνει ποτέ διάσημος. Κατά τύχη, μπορώ να σας πω ότι ξεκίνησα να διαβάζω το πρώτο βιβλίο του A Song of Ice and Fire, το A Game of Thrones, και διάβασα σήμερα κάπου ότι ο συγγραφέας του, ο George R.R. Martin, απλά έχει ξεπεράσει τη σειρά στο μυαλό του και θα ήθελε πολύ απλά να κάνει κάτι άλλο με τη ζωή του. Όμως είναι τόσο διάσημο το έργο του και τόσο μεγάλες οι απαιτήσεις του κοινού από τον ίδιο, που είναι εγκλωβισμένος.
Μπορεί βέβαια να κάνω και λάθος, και όλοι οι διάσημοι καλλιτέχνες να γελάνε μέσα στις βίλες τους και στις πισίνες τους γεμάτες σαμπάνια. Αμφιβάλλω βέβαια, γιατί η διασημότητα και τα χρήματα δεν είναι ακριβείς δείκτες ευτυχίας. Και τελικά, δεν είναι όλοι οι διάσημοι και πλούσιοι «το ίδιο» – παραμένουν άνθρωποι με ξεχωριστές προσωπικότητες, ανάγκες και φιλοδοξίες στη ζωή τους, ακριβώς όπως και οι φτωχοί. Σίγουρα κάποιοι θα είναι λιγότερο ικανοποιημένοι με τη ζωή τους απ’ ότι άλλοι, αλλά μας αρέσει να σκεφτόμαστε ότι οι πλούσιοι δεν είναι ευτυχισμένοι και ότι τα λεφτά δεν φέρνουν την ευτυχία. Αν το πείτε όμως αυτό σε κάποιον ανικανοποίητο φτωχό, δεν αποκλείεται να λάβετε και κάποια προσβεβλημένη ή πληγωμένη αντίδραση – θα είναι ακριβώς όπως το να πείτε σε κάποιον δυστυχισμένο φραγκάτο ότι τα λεφτά είναι το παν: γιατί τότε θα είναι σαν να τους λέτε στα μούτρα τους ότι κάτι κάνουν πολύ λάθος με τη ζωή τους.
Ο Steven Wilson κυκλοφορεί τον επόμενο μήνα τον καινούργιο του δίσκο, το To the Bone. Δεν ξέρω τι θα ήθελα περισσότερο: να γίνει η μεγάλη του επιτυχία και να συνεχίσει μια καριέρα πιο “progressive pop”, ή να είναι και αυτή η κυκλοφορία μια μικρή απογοήτευση που θα του επιτρέψει να συνεχίσει να πειραματίζεται. Ο ίδιος λέει ότι είναι καλλιτέχνης, όχι ψυχαγωγός, και γι’αυτό του αρέσει να παίζει με τις προσδοκίες και τις απαιτήσεις των φανατικών θαυμαστών του.
Θα ήταν αστείο όμως μια μέρα να θυμούνται τον Steven για τα ποπάκια του και κανείς να μην ξέρει ότι έπαιζε για 25 χρόνια progressive.