Push on, pack in and move out

July 10th

I’m sitting on the floor aboard European Express, one of the worst ships of the line that connect Athens with Mytilini. Very few seats, the lounge has some weird round tables that are useless and it’s almost entirely made of huge spaces with lights too bright. Never mind. I’m travelling to Mytilini with a mission.

Get the hell out of there as quickly as possible.

The past few months I’ve been preparing, mentally and practically, for the next big thing in my life. That is my Erasmus. I’d been dreaming of doing it for many years now but this year was my last and best chance since I’m also moving out of the place I’ve called home for the past five years.

So I did pursue it. I sent out requests, I got denied, I meddled with bureaucracy and had my share of incredible stories anyone going through this brutal procedure no doubt have as well. My big thanks to the Aegean University International Office who helped a lot along the way while also tolerating my sluggish ways with filling in applications, agreements, doing this sort of paperwork thing.

In just 14 days now, in the early hours of July 26th, I’m flying to Denmark and I’m going to be living there for the next six months. More specifically I’ll be studying at the department of Information and Media Studies in Aarhus, the second largest city in Denmark. The first few weeks of August I’ll be doing a language and culture course and September will see the beginning of my three courses! I’m so very excited about all the things I’m going to experience and learn there, the different cultures I’ll witness and sink my teeth into, the trips I’m going to make, the sights I will behold, the parts of me I will create and explore all at the same time.

But here I sit, comfortably numb from it all. When changes come creeping closer I never find myself ready to deal with them and flow along as I typically do. In fact, the closer they come, the less active I become. I find myself getting lazier and lazier (and I’m not THAT lazy under normal circumstances) instead of taking advantage of my countdown. I hate it when I do that but it’s very strong with me, for some reason. It’s something I’ve come to call προθανάτιος μηδενισμός in Greek, something you’d call pre-mortem nihilism in English if you’d want to sound especially obnoxious (it sounds obnoxious in Greek too but sometimes the minimum common denominator is not fit for the very truest of verbal expressivenesss). There, I did it again.

That is part of the reason I haven’t written anything about all this until now, the reason I’ve been writing less on here in general. Another reason is that I was afraid of writing this in particular because it is, inevitably, a sort of farewell post. If I’m not good –nay, if I get really nervous, anxious about– at something, it is farewells. Is anyone…?

It’s a farewell post to the five years that changed me from deep inside. The place that was chiefly the background for this change and my coming of age. It has been the equivalent of discovering the New World for myselves. It is a chunk of spacetime, the kind that burns itself into our memories really close to our scent centres, wherne I can say I had the most fun and significant experiences till now. Of course, I met lots of good people during this period some of whom became my friends, others something more, yet others something less. With certain people (I wouldn’t be able to point them all out yet) “Mytilini was the first chapter”. For most, as it happens, it’s also going to be the last chapter. I’m not sure how I feel about that — at least for now.

Now my mission, as stated above, is to push on, pack in and move out of Mytilini in the minimum number of days in order to buy some time to see friends, family and everyone that, if I won’t be seeing for over six months, I’ll miss (in case they don’t visit me in Denmark, of course ~^,) Truth is, I’m not really feeling it. Maybe that’s the reason I’m comfortably numb. It’s the difference between having played a new game for ten minutes and having only read the manual: knowing something and knowing about something…

Who knows? Maybe the empty boxes and the sight of things lying around as they do when a change of residence commands it will kick my ass into (emotional) action. It’s just as possible I’ll only realise the gravity of the impending change when I’m already in Athens, Denmark or somewhere else…


Great, obscure Danish ’70s prog. This, along with The Wall and Calling All Dawns, is the soundtrack of my last days here… Thanks Villy for sending me this.

4 days later

After four days of more lazying around and finally “accepting” what lay ahead I did what had to be done. The empty card boxes I gathered from around town I filled with my stuff. Most of it anyway; I’m leaving a lot of things behind, such as cutlery and kitchenware, dead cockroaches and all of my furniture. If I had the time I would have tried to sell it but it seems its destiny is to stay here waiting for the next resident of 1, Lavyrinthou St.

The moving company came this morning and picked everything up to take it to Athens.

After I’m done writing this, I’m packing my remaining stuff, shutting the windows, locking the door and leaving. I never locked the door.

Life after Mytilini:

So it begins…

Goodbye...

 

ΕΝΟΙΚΙΑΖΕΤΑΙ
Empty Cases

The Kitty Incident

The Kitty Incident

Είχα πάει στην Αθήνα πριν κανένα δεκαήμερο (πήγα και στο Σύνταγμα, 4 νύχτες… και δυο φορές γύρισα με τα πόδια από Σύνταγμα στην Νέα Σμύρνη, αλλά αυτά είναι για άλλες γραφολογίες. Για να δούμε τι θα συμβεί αύριο) για να κάνω τα τελευταία χαρτιά του Εράσμους (ΚΑΙ γι’αυτό σύντομα θα γράψω τα απαραίτητα! Δεν είναι αστείες εξελίξεις αυτές…) Με το που γύρισα Μυτιλήνη, το απόγευμα της ίδιας μέρας, βλέπω την Δέσποινα. Μου λέει πως ο Mordread κάποια στιγμή είχε ακούσει νιαουρίσματα μέσα από το σπίτι μου. «Αποκλείεται!», λέω εγώ χωρίς να δώσω στην όλη ιδέα μια δεύτερη σκέψη.

Δεν φαίνεται σωστό να μην δώσω ένα κάποιο υπόβαθρο στην ιστορία, το ποια νιαουρίσματα θα μποούσαν να ήταν αυτά. Η Τιγρέ, βετεράνος αιλουροειδές τσέπης της Οδού Λαβυρίνθου πλέον (αφού όλες οι υπόλοιπες σιγά-σιγά ανακάλυψαν αυτόν τον υπέροχο κρυμμένο κήπο και αποφάσισαν να περάσουν το υπόλοιπο της ζωής τους εκεί) γέννησε για άλλη μια φορά μέσα στην Άνοιξη. 5 υπέροχα γατάκια σύχναζαν σε αυτό το μέρος έξω από την τουαλέτα μου που είναι κάτι σαν ταρατσούλα, κάτι σαν εσωτερική «αυλή» (με την πολύ χαλαρή έννοια της λέξης). Τα έβλεπα κάθε μέρα να παίζουν και να χαίρονται και μου έφτιαχναν την διάθεση όπως μόνο τα γατάκια μπορούν. Έχουν αυτή την επίδραση πάνω μας, σε μας τους δίποδους. Η Τιγρέ, όποτε ένιωθε πως χρειαζόταν, έδειχνε πως δεν θα σήκωνε μαλακίες αν πήγαινα να πλησιάσω τα παιδιά της. Τι κι αν έρχεται κάθε μέρα και με επισκέπτεται, είτε επειδή πεινάει είτε επειδή θέλει παρέα; Να, τώρα κάθεται έξω από το περβάζι ενώ τα γράφω αυτά.

Τέλος πάντων. Την επόμενη μέρα, κάτι μύριζε ψοφίμι μέσα στο σπίτι, γύρω από την κουζίνα. Δεν μπορούσα να καταλάβω τι μπορούσε να είναι… Κανένα ποντίκι; Καμια κατσαρίδα; ΟΚ, έχω δει μερικές μεγάλες κατσαρίδες τα χρόνια μου εδώ στην Μυτιλήνη αλλά ποτέ δεν είναι αργά για ένα εντυπωσιακό φινάλε. Καθαρίζω τον νεροχύτη, τίποτα: η μυρωδιά πότε εμφανίζεται, πότε εξαφανίζεται. Αποφασίζω ότι είναι ιδέα μου και επιστρέφω στον υπολογιστή μου (από τον Φεβρουάριο είναι αποκλειστικά το λάπτοπ : ακόμα βαριέμαι να πάω τον Cuberick για διάγνωση… το τέρας!) όμως η μύτη είναι μύτη και αυτά που πιάνει δεν μπορούν να σου φύγουν από το μυαλό. Συνεχίζω να μυρίζω ψοφίμι, γυρίζω στην κουζίνα, απομονώνω την μυρωδιά από την μεριά του φουρνού. Και τότε συνέβη.

Είδα πορτοκαλί γούνα να πετάγεται από τις πάνω σχισμές του απορροφητήρα. Κάπως έτσι.

Τα πρώτα κλάσματα μου φάνηκε το θέαμα αυτό φυσιολογικό, κάτι όχι πέρα από τα αναμενόμενα. Σίγουρα όμως δεν μου πήρε πολύ περισσότερο για να καταλάβω τι ήταν αυτό που είδα: δεν ήταν κάποιου είδους φόδρα που εκείνα τα λίγα κλάσματα φαινόταν λογικό να διαθέτουν στο εσωτερικό τους απορροφητήρες. Σοκαρισμένος έφυγα όπως-όπως από την κουζίνα, φωνάζοντας FUCK! FUCK! FUCK!

Είχα ένα νεκρό γατάκι μέσα στον απορροφητήρα της κουζίνας μου.

Από την στιγμή της συνειδητοποίησης, οι μυρωδιές της σαπίλας και της αποσύνθεσης ξεκάθαρα δεν ήταν πια απλά δημιουργήματα της φαντασίας μου: εκείνη την στιγμή πήρα χαμπάρι τις μύγες οι οποίες πέταγαν λαίμαργα μέσα στην κουζίνα. Το βουητό τους έγινε εκκωφαντικό μέσα στην ησυχία της συνειδητοποίησης του τι είχε λάβει χώρα σε αυτή την κουζίνα, όσο έλειπα στην Αθήνα…

Το γατάκι προφανώς έπεσε μέσα στον σωλήνα που καταλήγει από τον απορροφητήρα στην ταράτσα, μέσα σε ένα από τα παιχνίδια του (έλεος κι αυτό, πώς τα κατάφερε;) Μου φαινόταν μια λογική, αν και απαίσια εξήγηση… δεν ήθελα να σκέφτομαι πώς πέρασε τις τελευταίες του ώρες, αν και ο Mordread, άθελα του, μου έδωσε πρόωρα — ή πολύ, πολύ αργά — μια ιδέα.

Ήταν ο πρώτος στον οποία είπα για το τι συνέβη, και σύντομα διένυσε τα 30 μέτρα που χωρίζουν τα σπίτια μας και ήρθε να δει και μόνος του. Τα πράγματα ήταν σκούρα. Το γατάκι ήταν μέσα στον απορροφητήρα όμως δεν ξέραμε πώς να το βγάλουμε από εκεί μέσα. Ή μάλλον, φοβόμασταν να προσπαθήσουμε… Κι αν κάναμε μια λάθος κίνηση καθώς βγάζαμε την σχάρα με το φίλτρο και έπεφτε φαρδύ πλατύ ένα γατάκι, σε άγνωστη κατάσταση, μαζί με ζουμιά, σκουλήκια και αέρια αποσύνθεσης μπροστά μας, πάνω στα μάτια της κουζίνας; Και οι δύο μας τρέμαμε με αυτή την ιδέα… Το γατάκι δεν μπορούσαμε να το δούμε καλά, παρα μόνο την γούνα της ράχης του η οποία πεταγόταν από τις σχισμές. Δεν είχαμε ιδέα πώς θα ήταν στην εμφάνιση όντας ήδη 3-4 μέρες νεκρό.

Σύντομα ήρθε και η Δέσποινα, και όλοι μαζί προσπαθούσαμε να σκεφτούμε τι να κάνουμε. Πήραμε τηλέφωνο δύο απολυμαντές/εξολοθρευτές, μας είπαν πως δεν ήταν δουλειά τους αυτό που τους ζητάγαμε. Έβλεπα που πήγαινε η δουλειά και αποφάσισα να πάρω την κατάσταση στα χέρια μου, τρομάρα μου (κυριολεκτικά). Γάντια, χλωρίνη, μαντίλια και μπλούζες ως αυτοσχέδιες αντιασφυξιογόνες μάσκες… και βουρ. Ο Μόρντρεντ μάζεψε κι εκείνος το κουράγιο του και μπήκαμε μαζί.

Δεν μπορούσα να καταλάβω πώς να ανήξουμε τον απορροφητήρα και να βγάλουμε την σχάρα, όμως ο Μόρντρεντ το βρήκε και την βγάλαμε. Ούτε έπεσε γατί με σκουλήκια, ούτε τίποτα: ήταν πιο βαθιά απ’όσο περιμέναμε. Η κατάσταση ήταν τώρα ξεκάθαρη, έπρεπε να έρθει ηλεκτρολόγος για να αποσυναρμολογήσει τον απορροφητήρα.

Κάλεσα τον ίδιο ηλεκτρολόγο ο οποίος μου τον είχε τοποθετήσει, όταν είχα μετακομίσει τον Σεπτέμβριο. Πήρα τηλέφωνο τον Στρατή, ευτυχώς εμφανίστηκε σύντομα και έκανε τα δικά του. Αποσύνδεσε τον απορροφητήρα και τον βγάλαμε έξω. Ήταν τόσο βαθιά το γατί που έπρεπε να αφαιρέσει το καπάκι για να βγει. Το έκανε και έβγαλε το πτώμα. Η κατάσταση του δεν ήταν τόσο άθλια, όμως και πάλι το θέαμα ήταν ανατριχιαστικό… Ο ηλεκτρολόγος τότε άρχισε να μας δίνει διαταγές: φέρε σακούλα, μάζεψε το, φέρε χαρτί, σκούπισε εκεί κτλ. Έτσι και κάναμε… Μάζεψα το πτώμα και το πέταξα στα σκουπίδια (δεν υπήρχε χρόνος ούτε διάθεση για κάτι λίγο πιο σεβάσμιο…), καθαρίσαμε τον απορροφητήρα όσο μπορούσαμε και τον φέραμε πίσω στην κουζίνα.

Και τότε, ενώ ο ηλεκτρολόγος ξανασυνέδεε τον απορροφητήρα, ανακάλυψε ότι στον σωλήνα ήταν συνδεδεμένη αυτή η γκρι πλατική σχάρα:

Έμεινα μαλάξ. Πώς πέρασε το γατάκι μέσα από αυτή την σχάρα;! Ήταν ακόμα στην θέση της όταν βγάλαμε τον απορροφητήρα, άρα δεν θα μπορούσε να την έχει βγάλει με την φόρα που έπεφτε ή κάτι τέτοιο. Παραμένει το μεγαλύτερο μυστήριο αυτού του θρίλερ…

Μια βδομάδα μετά, η μυρωδιά από τον απορροφητήρα δεν έχει φύγει τελείως. Τα αδερφάκια του αποθανώντα με το που με βλέπουν τρέχουν μακριά, όσο πιο γρήγορα μπορούν, δεν κάθονται πλέον στην ταρατσούλα μου αλλά στην αυλή του παλιού μου σπιτιού απέναντι, ποιος ξέρει τι να πιστεύουν για μένα τώρα, ποιος ξέρει τι να κατάλαβαν όταν άκουγαν το αδερφάκι τους να κλαίει μέσα από το σπίτι μου… Ποιος ξέρει αν θα παραμείνω γι’αυτά το τέρας που σκότωσε το αδερφάκι τους.

Η ιστορία αυτή, εκτός από το ότι φιγουράρει με χαρακτηριστική άνεση στις πιο wtf στιγμές της φοιτητικής μου ζωής, δείχνει πόσο μη εξοικειωμένοι με τον θάνατο και κυρίως με νεκρά σώματα είμαστε, κάτι το τελείως φυσιολογικό και απαραίτητο για τον κόσμο… Αλλά και την σημαντικότητα του να έχεις μια σίτα στον σωλήνα του απορροφητήρα: ποτέ δεν ξέρεις τι μπορεί να πέσει αλλά και πότε μπορεί να πέσει…

Καλή διασκέδαση στον κήπο… Μακάρι να έμενες περισσότερο μαζί μας. Ελπίζω να με συγχωρέσεις που δεν ήμουν εκεί όταν θα μπορούσα να σε έχω σώσει…

Ζουμπούλι – Σπίτι μου Timelapse

http://www.twitvid.com/BUXWQ

Μετά από μια βραδιά στο Ζουμπούλι με πολύ κρασί, ναργιλέ και τραγούδι (στο οποίο, κλασικά, δεν μπορούσα να συμμετάσχω! {:ε), ο Mario αποτύπωσε τον δρόμο του γυρισμού σε αυτό το ωραίο timelapse που το iPod του έφτιαξε με τόσο ευγένεια και μεγαλοψυχία. :]

1η Σεπτεμβρίου, Λαβυρίνθου 1

Ο ήχος της μπόρας…

Αυτό με ξύπνησε σήμερα. Η πρώτη μου σκέψη: τι ταιριαστό την 1η Σεπτεμβρίου να βρέχει καταρρακτωδώς…

Ανοίγω τεμπέλικα τα μάτια. Κοιτάζω το κινητό: 07:49. “Νωρίς!”, σκέφτομαι. Και όντως, έχει σπάσει τον τελευταίο καιρό το πρόγραμμα ύπνου που ξεκίναγε μετά τις έξι και έφτανε αργά το μεσημέρι… Ήταν η πρώτη μέρα στο καινούργιο μου σπίτι που ήταν πρωί και ο ήλιος δεν έλαμπε μέσα από τα παραθυρόφυλλα. Το κρεβάτι άδειο, αν εξαιρέσεις την αφεντιά μου, θα έπρεπε να το έχω συνηθίσει μέχρι τώρα, όμως συνεχίζει να είναι δύσκολο… I’ll try to forget you, And I know that I will, In a thousand years, Or maybe a week…Α ρε Wilson, δεν ήταν της μοίρας να σε ακούσουμε μαζί. Όμως…
“Άδειο…; Πού είναι η Γιούκινα; Η Γιούκινα είναι έξω και θα βρέχεται!” Αμέσως ανοίγω την πόρτα πιο κοντά μου και την καλώ μέσα στην νεροποντή… Αρρώστησε που αρρώστησε σοβαρά και έγινε καλά (τουλάχιστον τρώει και βγαίνει έξω και θέλει χάδια!), μην μας πουντιάσει τώρα στην “φθινοπωρινή” μπόρα! Μετά από μερικές φωνές στις οποίες ούτε ένα μικρό, τόσο δα νιαούρισμα δεν ήρθε σαν απάντηση, τι στο καλό, όλη τη νύχτα έξω ήταν και γούσταρε, γύρισα στο κρεβάτι μου και κοιμήθηκα με τον ήχο της βροχής να με τραβάει στα πιο ζωντανά μου όνειρα.

Οι τελευταίες δυο εβδομάδες ήταν σίγουρα πολύ έντονες, σημαντικές… Η νέα μου διεύθυνση: Λαβυρίνθου 1! Ακούγεται σπουδαίο, μυστικιστικό… κάπως αστείο. Το καινούργιο μου σπίτι έχει έντονη προσωπικότητα, παρά την ηλικία του που μια ψευτοανακαίνιση προσπάθησε να κρύψει. Αν ήταν άνθρωπος, πιστεύω θα μου έμοιαζε: Διόροφο, στενό, στραβοχημένο, πότε κλείνουν-πότε δεν κλείνουν τα ντουλάπια, όλα θεοβρώμικα, φρεσκοβαμένο αλλά αυτή η βαρετή μπογιά κάλυπτει τρελλά βαμμένους τοίχους σε περίεργα χρώματα, άλλωστε μόλις έφυγε η κοπέλα που έμενε μέσα καιρό… Αν δεν είχε γίνει πάντως και αυτή η ανακαίνιση, το σπίτι θα παρέμενε κλειστό, ακατοίκητο και εγκαταλελειμμένο, δεν θα είχα πάει να ρωτήσω να τους μάστορες αν και πότε θα νοικιαστεί, θα είχα συνεχίσει να ψάχνω άδικα για σπίτια που δεν μου άρεσαν (εδώ να πω ένα μεγάλο ευχαριστώ για τον Φάνη που με βοήθησε με την περισυλλογή των κουτών, ακόμη και αν τελικά δεν μου χρειάστηκαν… Ήσουν εκεί όταν είχα πραγματικά ανάγκη έναν φίλο, και δεν μιλάω μόνο για την βοήθεια… Thanks bro…) και τελικά δεν θα είχα έρθει σε επικοινωνία με τους σπιτονοικοκυραίους και δεν θα είχα αρχίσει τον αγώνα να τους πείσω για το ότι θα το φροντίζω, θα το κρατήσω καθαρό και ότι δεν πειράζει που θα μείνω μόνο έναν χρόνο (άσχετο που έκλεισα συμβόλαιο για δύο, με την δυνατότητα να φύγω όποτε θέλω μετά τον πρώτο… Περίεργοι όροι!) Έτσι ήρθαν τα πράγματα λοιπόν! Αυτό το σπίτι με εμπνέει, με κάνει να θέλω να ζήσω διαφορετικά… τι κι αν είναι βρώμικο και στενό; Τι κι αν όποτε πάω τουαλέτα γεμίζω μια λεκάνη νερό και η πίσω πόρτα που βγαίνει έξω δεν κλείνει; Όλα φτιάχνονται με λίγη θέληση και ένα wettex. Είναι ό,τι πρέπει για αυτές τις μέρες των αλλαγών. Πόσος καιρός μου έμεινε σε αυτό το νησί, άλλωστε; Παρεούλα με τις κατσαρίδες και τις μύγες και τα σκατά της οδού Λαβυρίνθου; Για να μην αναφέρω την Γκρίζα και το Γατί νο2, αυτές πάνε ασυζητητί. Μόνο με… μπάνια καταλαβαίνουν πια.

Και το σπίτι που άφησα πίσω… Δεν βρήκα τελικά κάποιον ο οποίος θα έμενε για να κρατήσει τους χρωματιστούς τοίχους (I’m looking at YOU, Garret & Elena!) και έτσι το βάψαμε απ’άκρη σ’άκρη αυτό το άρρωστο λευκό (I’m looking at you Despina! OK I’m looking at Mordread a little bit too). Ήταν σκληρό, όμως, πόση σκληρότητα δεν έχω φτάσει να κοιτάζω κατάματα αυτόν τον καιρό; Όταν πήγα πριν καμια βδομάδα όλα μου τα πράγματα στο σπίτι απέναντι (ναι, ακριβώς απέναντι μετακόμισα! Η φτηνότερη μεταφορά ever!) για να αρχίσω το μπογιάτισμα. Όλα γύρισαν πίσω. Πώς ξεκίνησε η ζωή αυτού του σπιτιού με το βάψιμο στα περίεργα χρώματα, και πώς τώρα κλείνει το κεφάλαιο αυτού του σπιτιού με το σβήσιμο των χρωμάτων. Έκλαψα πολύ εκείνη την μέρα και δεν ήξερα γιατί… Μάλλον ήταν ο θρήνος για όσα αφήνω πίσω… Για όσα έπρεπε να αφήσω πίσω μαζί με το σπίτι, αλλά και για όσα έμειναν πίσω είτε το ήθελα είτε όχι. Πόσο επίκαιρη παίζει να ήταν αυτή η μετακόμιση;

Όπως η βροχή καθαρίσε τον σκονισμένο δρόμο της οδού Λαβυρίνθου, έτσι κι εγώ καθάρισα τον Αύγουστο από οτιδήποτε με κράταγε πίσω, κυρίως από την ίδια μου την σκόνη… Ο ήλιος άνθισε, μια νέα ζωή βρίσκεται μπροστά μου. Ένας χρόνος γεμάτος ευκαιρίες, αλήθεια, χαρά, απογοητεύσεις, μάχες, νίκες, ήττες, προσπάθειες, νέες συνειδητοποιήσεις, συντροφικότητα, τέχνη, μυστήριο, θαυμασμό, απόλαυση, όνειρα… Θέλω να πιάσω τον χρόνο που έρχεται από τα αρχίδια. Και είμαι έτοιμος να απλώσω το χέρι.