ΤΑ ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΑ 3DS ΚΑΙ ΤΟ ΝΑ ΑΓΟΡΑΖΕΙΣ ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΠΑΙΖΕΙΣ

Ετοιμαστείτε για πολλά italics.

Ήθελα να ξεκινήσω να γράφω αυτό το ποστίο στα αγγλικά. Συνήθως αποφασίζω να γράψω στα αγγλικά γιατί έτσι δεν αποκλείω κανέναν που να μπορεί τουλάχιστον να διαβάσει στην τρέχουσα παγκόσμια γλώσσα, και γενικά μου αρέσει, αν και έχω παρατηρήσει ότι γράφω αρκετά διαφορετικά σε ύφος και τόνο όταν δεν γράφω στα αγγλικά. Τέλος πάντων, αποφάσισα σήμερα να γράψω στα ελληνικά γιατί μερικές φορές καταφέρνω να γράψω λίγο πιο συναισθηματικά έτσι και το σημερινό ποστίο έχει να κάνει με τα πάντα εκτός απ’τη λογική.

Soundtrack:

Μουσική από ένα παιχνίδι το οποίο με έκανε να αισθανθώ μοναξιά, μελαγχολία, μαγεία και ομορφιά – όχι νοσταλγία- ως ενήλικος qb. Το βάζω εδώ γιατί ήταν πολύ έντονο το συναίσθημα όταν το άκουσα τελευταία φορά με τη Δάφνη πριν 2 μέρες. Άκουγα την μουσική προσεκτικά – δεν ήταν απλά video game music που μου αρέσει σήμερα επειδή μου άρεσε πριν 10 ή15 χρόνια. Tο ότι με έκανε να θέλω να χρησιμοποιήσω ενεργά την ακοή μου για να το απολαύσω ήταν μια αποκάλυψη. Το παραθέτω εδώ ως soundtrack για το post και ένα μικρό φόρο τιμής για ένα παιχνίδι για το οποίο πολύ λίγα έχω γράψει (αν και κάποια έχω πει) σε σχέση με το πόσα νιώθω για αυτό, κι ας το έχω παίξει σχετικά λίγο. Για αυτό, για την ιστορία της δημιουργίας του, για τον περίφημο δημιουργό του και τα μεθεόρτια… Μπρρρ. Ανατριχιάζω μόνο που το σκέφτομαι.

Πριν λίγο γύρισα από περίπου 20 λεπτά περπάτημα. Βγήκα να περπατήσω γύρω στις 23:30 για να προλάβω την αλλαγή της ημέρας. Δεν ήθελα ιδιαίτερα να περπατήσω αλλά κάτι με παρακίνησε…

Σήμερα λοιπόν κλείνω 2 βδομάδες με το καινούργιο μου 3DS. Κάτι με έπιασε μετά την επιστροφή απ’την Βουλγαρία και ήθελα να παίξω καινούργια Nintendo games. Συνειδητοποίησα ότι δεν είχα παίξει πραγματικά φορητό της Nintendo από τότε που έχασα το DS Lite μαζί με όλα μου τα παιχνίδια πριν περίπου 6 χρόνια, όταν το παράτησα μέσα σε μια πορτοκαλί τσάντα ένα ωραίο πρωί στη μέση του λιμανιού της Μυτιλήνης μαζί με ένα αντίτυπο του Περί Θανάτου και ξαφνιάστηκα όταν 10 λεπτά αργότερα είχε κάνει φτερά. Από τότε περίπου, και με εξαίρεση το Skyward Sword, σταμάτησα να ακολουθώ την Nintendo και τις νέες τις δημιουργίες, και αρκετές φορές έχω πει ότι δεν νιώθω πια πως φτιάχνει παιχνίδια που απευθύνονται σε μένα. Eίχα την αίσθηση πως ξεπέρασα την Nintendo όπως μια μέρα ξεπερνάς τον παιδικό σου έρωτα που ήσασταν μαζί από το δημοτικό μέχρι το τρίτο έτος αλλά μια μέρα, ε, απλά ήθελες να δοκιμάσεις κάτι καινούργιο, και μετά δεν υπήρχε επιστροφή.

Έχοντας ακόμα αρκετά χρήματα από το πακετάκι που καθιστά δυνατό το να ζω άνεργος και με ελάχιστο εισόδημα εδώ και περίπου 2 μήνες, αποφάσισα πως θα ήταν επίσης ωραία ιδέα να αγοράσω ένα 3DS για τη Δάφνη, για να παίζουμε Pokémon μαζί, για να παίξει επιτέλους το Ocarina of Time και άλλα που ήθελε να δοκιμάσει. Ήταν ένα μικρό δώρο για την επέτειο της γνωριμίας μας (“you had sex before you kissed?”). Μπορεί η ίδια να μας πει αν το διασκεδάζει, αν και μάλλον ναι, κρίνοντας απ’τις δεκάδες ώρες που έχει ήδη ρίξει στο Pokémon X.

Αγόρασα το 3DS της Δάφνης 150€ μαζί με θήκη, το Street Fighter 4, το Pilotwings Resort και το Ocarina of Time (και το PES ’11, *μπαρφ*) από έναν πιτσιρικά 15 χρονών ο οποίος το πούλαγε γιατί ήθελε να μαζέψει λεφτά για PS4 και το Destiny. Όταν βρήκα την αγγελία απ’το Aggeliopolis και τον πήρα τηλέφωνο για να κανονίσουμε την συναλλαγή, τελικά συνεννοήθηκα με τον πατέρα του, ο οποίος α) με ρώτησε αν ήθελα την κονσόλα για το δικό μου παιδί, και β) με ρώταγε ξανά και ξανά αν θα την αγοράσω, λες και ήταν κάτι το απίστευο που ένας 25άρης μουσάτος τύπος θα ήθελε να αγοράσει ένα αντικείμενο διόλου ευκαταφρόνητης αξίας απ’τον 15χρονο γιο του. Πριν φύγω ρώτησα τον γιο αν είχε απολαύσει το OoT, και του είπα ότι μικρός ήταν απ’τα αγαπημένα μου παιχνίδια (γι’αυτό θέλω και να το παίξει η Δάφνη). Μου απάντησε ναι. Όταν άνοιξα το 3DS και το Activity Log, είδα πως είχε ρίξει λιγότερο από 10 ώρες στο OoT και πολύ περισσότερες στο Μeet the Robinsons.

Εκείνη την μέρα ήταν επίσης και το πρωτάθλημα Super Smash Bros for 3DS στο (gulp) The Mall. Πήγα με τη Δάφνη και τον Kira, ο οποίος έφερε τον Commander SP και άλλους  σκληροπυρηνικούς νιντεντάκηδεςπου με κάνουν να μοιάζω με casual τελευταίας διαλογής. Όλοι συλλέκτες, βέβαια… Αναρωτιέμαι πώς και τόσοι hardcore gamers είναι και συλλέκτες; What is it about hoarding? Τελος πάντων, στο τουρνουά έφτασα στον προημιτελικό, με τον Yoshi κλασικά, not bad για κάποιον που πρώτη φορά έπιανε το παιχνίδι… Την επόμενη μέρα, βρήκα αγγελία για ένα Limited Edition 3DS XL με το ίδιο game το οποίο ξεροστάλιαζα. 180€ αντί για 240€ που έκανε κανονικά, σχεδόν καινούργιο. Όπως έμαθα, ήταν δώρο. Δεν ξέρω γιατί έφυγε από τα χέρια του αρχικού δέκτη και έφτασε στις αγγελίες του insomnia.gr, ομως είμαι σίγουρος ότι είναι μια δακρύβρεχτη ιστορία.

Πολλές ανούσιες λεπτομέρειες για κάτι που δεν έχει καμία σημασία; Κρατηθείτε: την ίδια μέρα, αγόρασα από άλλον πωλητή άλλο ένα 3DS XLγιατί το έδινε 140€ (θα ήταν 120 χωρίς τα παιχνίδια) μαζί με Animal Crossing και Pokémon X , το οποίο έδωσα στη Δάφνη. 20€ για το Pokémon και το Animal Crossing. Not bad. Τσίμπησα από κάπου αλλού (ναι, πάλι μεταχειρισμένο) το Pokémon Υ που παίζω εγώ, και μου ξέμεινε η κονσόλα η οποία χαράζει τώρα τη δική της ιστορία… Ίσως ο Skallamann, το όνομα του Mii που κάνει τις βρωμοδουλειές στο δικό μου στο Puzzle Swap και στο Quest, καταλήξει στα χέρια του Kira. Γιατί όχι;

Τέλος, αγόρασα επίσης το Kingdom Hearts Dream Drop Distance για 10€ για τη Δάφνη, και με άλλα 10€ το Fire Emblem Awakening το οποίο κράτησα εγώ. Με το Winter Promotion 2014 της Νintendo κατάφερα επίσης να κατεβάσω δωρεάν το Zelda: Link Between Worlds, το οποίο με έχει ενθουσιάσει — θυμόμουν όταν είχα δει τα πρώτα βίντεο που είχαν κυκλοφορήσει ότι σκεφτόμουν πως θα είναι βλακεία. So glad I’ve been proven wrong. Man, that’s a lot of games, isn’t it?!

Η Δάφνη μισεί αυτή τη φωτογραφία αλλά εγώ νομίζω ότι είναι απλά τραγικά ηλίθια (in a good way!) Τραβηγμένη και μονταρισμένη αυτόματα απ'το 3DS μου
Η Δάφνη μισεί αυτή τη φωτογραφία αλλά εγώ νομίζω ότι είναι απλά τραγικά ηλίθια (in a good way!) Τραβηγμένη και μονταρισμένη αυτόματα απ’το 3DS μου
HNI_0003
Stickers, stickers everywhere!

Καλά όλα αυτά. Αλλά όπως προανέφερα, βγήκα και περπάτησα χωρίς να το πολυθέλω για να μαζέψω play coins, ένα εικονικό συνάλλαγμα που κερδίζεται περπατώντας, για την ακρίβεια 100 βήματα για κάθε νόμισμα με μάξιμουμ τα 10 ανα ήμερα, και μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να αγοράσεις βασικά βλακείες: άχρηστα παζλ και καπέλα για τα Mii, και κάποια items ή hints σε μερικά παιχνίδια. Το θέμα είναι ότι με το Street Pass και το τρίτο 3DS, το οποίο υποτίθεται πως θέλω να πουλήσω, έχω εθιστεί στο να χρησιμοποιώ αυτά τα νομίσματα και να ανταλλάζω κομμάτια παζλ και να χρησιμοποιώ τα δικά μου Miis μεταξύ τους για να προχωράω στο quest, κάτι το οποίο πραγματικά δεν έχει νόημα, εκτός απ’το ότι είναι σούούούπερ εθιστικό και σε κάνει να θέλεις να ανοίγεις το 3DS συνέχεια! Έξυπνες κινήσεις Nintendo… Πώς αλλιώς θα έκανες τον κόσμο να θέλει να έχει, για οποιονδήποτε λόγο, περισσότερα από ένα 3DS;

Διαπιστώνω στον εαυτό μου ότι είμαι πολύ επιρρεπής σε πράγματα όπως το StreetPass που έχουν σταδιακή πρόοδο και κατα κάποιον τρόπο παίρνουν τη ζωή και το τι κάνεις σε meta επίπεδο και την κάνουν game — ο Μάριο έκανε μια παρόμοια παρατήρηση για μένα. Απ’τα achievements μέχρι το Μеmrise κι απ’το last.fm μέχρι αυτή τη κολλητική χαζομαρούλα με τα StreetPass και τα play coins: streaks, ημερομηνίες, δεδομένα, αυτό το πολύ περίεργο και πρωταρχικό συναίσθημα του να ολοκληρώνεις κάτι στο οποίο πατάει και το 7×7 challenge, π.χ. Γι’αυτό το HabitRPG μου άρεσε τόσο, αν και το σταμάτησα γιατί πολύ συχνά έχανα μέρες, όχι επειδή δεν είχα κάνει τα daily quests μου αλλά επειδή έμενα έξω και μακριά από τερματικό ικανοποίησης συνηθειών i.e. τον υπολογιστή μου ή κάποιο smartphone και έτσι πέθανα χωρίς λόγο ουκ ολίγες φορές. Γενικά, I don’t get it and it’s scary.

Μπαίνοντας σε αυτό τον κόσμο μετά από χρόνια, του «αγοράζω ένα κομμάτι hardware για να παίζω games», ξαναβλέπω–όχι πως το είχα ξεχάσει–πως οι gamers είμαστε ουσιαστικά και πολύ βασικά απλά καταναλωτές, και μάλιστα από τους πιο αφωσιομένους, ξεδιάντροπους καταναλωτές που υπάρχουν. Όσο πιο μεγάλος καταναλωτής, τόσο πιο gamer. Νέες πανάκριβες κυκλοφορίες, κονσόλες, προσφορές, συνεχώς το κυνήγι του καινούργιου, μια έλλειψη ικανοποίησης που πλανάται στον αέρα… Πόσοι gamers δεν είμαστε ανισόρροποι και, όπως δείχνω σε αυτό το post, ψάχνουμε στα παιχνίδια μια γλύκα για να πνίξουμε την έλλειψη κατεύθυνσης μας; Τι θα μας σώσει;

Νιώθω πολύ άδειος δημιουργικά αυτόν τον καιρό μετά την Βουλγαρία (και όσο ήμουν στην Βουλγαρία…) γι’αυτό και νομίζω ότι έχω στραφεί στο gaming περισσότερο απ’ότι συνηθίζω πια. Επιπλέον, πιστεύω ότι υπάρχει άμεση σύνδεσημεταξύ της έλλειψη έμπνευσης μου και την ξαφνική μου πόρωση με το να ψάχνω προσφορές για μεταχειρισμένα games παντού, ταυτόχρονα μην παίζοντας τα πρόσφατα αγορασμένα μου παιχνίδια στο Steam αλλά και σπρώχνοντας μακριά τον σωρό από άλλα πράγματα, δημιουργικά και μη, τα οποία θα μπορούσα να κάνω στον ελεύθερο μου χρόνο.

Ρωτώντας τον εαυτό μου τι θα ήθελα περισσότερο, ένα Wii U ή ένα ποδήλατο, η λογική μου απάντηση είναι ξεκάθαρα ποδήλατο: θέλω ένα μέσο μεταφοράς το οποίο θα με γυμνάσει, ειδικά τώρα που το τρέξιμο έχει φουντάρει, θα μου επιτρέψει τα κάνω τα μεγάλα ταξίδια με το ποδήλατο που πάντα ονειρευόμουν και θα με φέρει πιο κοντά σε αυτόν τον κόσμο ο οποίος με συναρπάζει και έχω απομακρυνθεί από τότε που άφησα την Μυτιλήνη. Η συναισθηματική μου επιλογή όμως με έχει κάνει να κοιτάζω αγγελίες για Wii U και καμία για ποδήλατο, ενώ ούτε καν έχω προλάβει να παίξω τα μισά απ’τα ακριβά παιχνίδια που μόλις αγόρασα. Αυτό δηλώνει ένα πράγμα: ότι τα games είναι η εύκολη επιλογή, το χρυσωμένο χάπι που με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο με κρατάει ακριβώς στο σημείο που βρίσκομαι. Το Wii U θα με κρατήσει σπίτι, το ποδήλατο θα με αφήσει να φτάσω μακριά με τη δύναμη των ποδιών μου. Και οι δύο επιλογές είναι καταναλωτικές, αλλά μόνο η μία είναι συμβόλαιο και υπόσχεση κατανάλωσης και στο μέλλον.

Ένα άλλο παράδειγμα: ήδη κάπως έχω πειστεί ότι πρέπει να αγοράσω το παραπάνω όταν βγει. Λες και δεν υπάρχουν πολύ καλύτεροι τρόποι να χρησιμοποιήσω τα χρήματα μου, ή λες και το ωραίο 3DS που έχω μόνο 2 βδομάδες πρέπει να αντικατασταθεί το συντομότερο. Έχουμε τρελαθεί… Σε παρακαλώ qb του μέλλοντος, μην ενδώσεις!

Don’t get me wrong–of course I love games: playing them, reading about them, writing about them. Αυτό όμως που συμβαίνει εδώ, κυρίως με το Steam και με τις πρόσφατες αγορές μου, είναι ότι η αγορά νέων (και μεταχειρισμένων, το ίδιο είναι για μένα) παιχνιδιών ικανοποιεί μια περίεργη, διεστραμένη ανάγκη η οποία με βαραίνει–πολύ διαφορετική απ’το ίδιο το παίξιμο. Συχνά άλλωστε λέμε με την Δάφνη, και όλοι οι παίκτες το ξέρουν αυτό, πως είναι ώρα να σταματήσουμε να αγοράζουμε παιχνίδια και να αρχίσουμε να τα παίζουμε! Έχουμε συζητήσει να κάνουμε μια συμφωνία να μην αγοράσουμε νέα παιχνίδια πριν παίξουμε τουλάχιστον κάποια απ’όσα έχουμε, αλλά είναι τόσο φοβιστική αυτή η δέσμευση που την αποφεύγουμε.

Εγώ μπορώ να κάνω την αρχή, λέγοντας πως δεσμεύομαι, εδώ και τώρα, να μην αγοράσω νέο παιχνίδι, και να μην κατεβάσω νέο game για το Wii, και να παίξω μόνο αυτά που έχω τώρα στη διάθεση μου, μέχρι το τέλος του χρόνου, και με δυνατότητα επέκτασης. Περίπου για τον ίδιο λόγο αποφάσισα να μην πάρω τη δουλειά σύνταξης για το GameWorld.gr, εκτός απ’το ότι ο ιδιοκτήτης έχει πολύ άσχημη φήμη στην πιάτσα–μα να κακοπληρώνεσαι και να μην έχεις χρόνο να παίξεις αυτά που θέλεις; Για να δούμε τι θα γίνει από αυτό. Ό,τι θέλω να παίξω στο μεταξύ θα το γράψω σε μια λίστα για αγορά στο μέλλον. Και για αυτήν την προσφορά του Wii U με το Smash το οποίο θα είναι στα 240€ για τα Χριστούγεννα για την οποία έχω ακούσει και την λιγουρεύομαι… Ε, καλύτερα να πάρω ποδήλατο αν είναι να πάρω κάτι, έτσι δεν είναι;

Συνδυάζεται καλά και με το 3DS.

Διαβάστε επίσης:

First World Άγχος (πάνω-κάτω τα ίδια έγραφα πριν έναν χρόνο. Ωιμέ!)

Steam, we’ve got to talk.

Το χακεμένο Wii μου είναι η νέα γενιά games.

REVIEW: TOUGH SHIT

Tough Shit: Life Advice from a Fat, Lazy Slob Who Did GoodTough Shit: Life Advice from a Fat, Lazy Slob Who Did Good by Kevin Smith

My rating: 3 of 5 stars

I first came into contact with Kevin Smith’s work many years ago when I watched Jay and Silent Bob Strike Back with my old friend George. It took me many more years still to listen to the same friend’s advice and actually watch Clerks, the film that launched the guy into the biz head-first. I did so a few months ago and greatly enjoyed its quirky and hilarious direction and script but also somehow profound message. After that, getting to this book wasn’t a step so far removed, especially since I had marked this as to-read after reading Anelis’ review. This time following her advice, I found it on audiobook form and listened to Kevin Smith narrating his little biography of sorts for almost six hours.


I enjoyed Tough Shit and Kevin Smith’s writing style, just like I enjoyed his first film. I appreciate it when people are this honest about their life and work. There’s something to be said about leaving pretensions this far behind. Sometimes, only sometimes, I thought his style was a little too much like something I would enjoy more if I was still in high school, but this is precisely this man’s appeal. I did laugh out loud at his retelling of the first time he had sex with his wife and the pains of dry-humping, the plane incident, or his experience of what a complete cock Bruce Willis is and what it means to work with such divas of the film industry. Talking about the film industry, I thought it was also a great candid look into the innards of what’s often portrayed as a great monolith of a business. So who am I kidding? I gobbled this shit up, man. I’m not better than that. Thank the gods.

Kevin Smith is equal parts funny, vulgar, down-to-earth, a source of inspiration and a valuable voice reminding you what’s important in life and living out your own role in it, not an imaginary one or somebody else’s. I think it’s time I watched more of his movies or looked into Smodcast.

View all my reviews

On Taste: μάλλον σκόρπιες σκέψεις σχετικά με τα τα γούστα στο φαί και τη μουσική

Προχτες φάγαμε παρέα με τη Μαρία και τον Κίρα. Ο Κίρα έφτιαξε το κυρίως (κοτόπουλο με γλυκιά σάλτσα και ρύζι με σάλτσα σόγιας, αμύγδαλα και σόγιας — όχι όσο καλό όσο το υπέροχο ατύχημα που είχε κάνει στη Μυτιλήνη αλλά σε κάθε περίπτωση καλο), η Μαρία το γλυκό (ένα cheesecake με πολλή κρέμα και τραγανό μπισκότο) κι εγώ τη σαλάτα (σπανάκι με λιαστή τομάτα και το λάδι της, μπαλσάμικο, κολοκυθόσπορο, καρύδι και κάποια άλλα μυρωδικά). Περάσαμε πολύ καλά, φάγαμε και ήπιαμε σαν βασιλιάδες αγαπημένοι φίλοι and all was well. Το κρίμα της βραδιάς ήταν ότι εγώ ήμουν (και σήμερα είμαι) άρρωστος, με μύξες, μπουκωμένη μύτη, βήχα (ο οποίος αφού όλα τα άλλα συμπτώματα φύγουν, μένει για μερικές εβδομάδες για να με εκνευρίζει), τα γνωστά. Λόγω αυτού οι αίσθησεις της γεύσης και της όσφρησης μου ήταν πολύ ασθενέστερες. Είχα την φαεινή ιδέα τότε να συγκρίνω το πώς ενιώθα με το πώς πιστεύω ότι θα ένιωθα αν θαυμάζα έναν πίνακα ζωγραφικής έχοντας μυωπία, με το σκεπτικό ότι θα μπορούσα να ξεχωρίσω τις βασικές φιγούρες και τα χρώματα (αντίστοιχα τις βασικές γεύσεις) αλλά όχι τις λεπτομέρειες — το άβολο της στιγμής ήταν όταν η μαμά της Μαρίας, ζωγράφος, η οποία ήταν εκεί όταν έκανα τη συγκεκριμένη αναφορά, μου είπε ότι έχει ένα σοβαρό πρόβλημα όρασης το οποίο βέβαια της άλλαξε την όλη αντίληψη περι ζωγραφικής και της έδωσε κίνητρο και θέρμη. Μαγκιά της.

Έγραψα αυτή την εισαγωγή γιατί πιστεύω περιγράφει την πρωταρχική πηγή έμπνευσης των παρακάτω:

Χτες όταν ξύπνησα, όπως ήμουν ξαπλωμένος στο κρεββάτι, σκέφτηκα, για κάποιον όπως σύνήθως μυστήριο λόγο, πως πολλοί άνθρωποι αναφέρουν, αν κάποιος τους ζητήσει να σκεφτούν τα χόμπυ τους ή τα ενδιαφέροντα τους, το ότι τους αρέσει να ακούνε μουσική. Αυτό είναι παράξενο. Υπάρχει άνθρωπος που να μην του αρέσει να ακούει μουσική; Μπορεί να μην έχει ένα ενεργό ενδιαφέρον ώστε να γνωρίζει πράγματα για τους καλλιτέχνες που του αρέσουν, τη δισκογραφία τους, την ιστορία των τραγουδιών κτλ, αλλά όλοι θα ακούσουν κάτι στο ραδιόφωνο, θα χορέψουν έναν χορό, θα δουν ένα βίντεο στο Youtube. Εκεί μου ήρθε η σύνδεση: είναι όπως το φαγητό.

Φανταστείτε το εξής: έχετε έναν φίλο που τρώει μόνο θαλασσινά. Οποιοδήποτε άλλο είδος φαγητού πιστεύει ότι είναι υποδεέστερο. Το κρέας είναι ξεπερασμένο και οι vegetarians πολύ σνομπ. Λέει πως οι πίτσες και τα σουβλάκια είναι μόνο για τη μάζα κι εκείνος κάθε μέρα χλαπακιάζει καλαμαράκια, μύδια, κουτσομούρες, στρείδια, χταπόδια, μπακαλιάρους, γαρίδες, αστακούς, γαλέους και άλλα ζωάκια του βυθού. Αλλά τίποτα άλλο, διότι τίποτα άλλο δεν είναι αρκετά καλό.

Σε όλους αρέσει να τρώνε — για την ακρίβεια, όχι μόνο μας αρέσει, το χρειαζόμαστε για την επιβίωση μας (αν και ακόμα και γι’αυτό, αυτό στο οποίο θα συμφωνούσαμε όλοι, υπάρχει αμφισβήτηση!!! Τι να πει και να πιστέψει κανείς πια;) Αντίστοιχα, πολλοί, αν όχι οι περισσότεροι άνθρωποι, θα συμφωνήσουν πως ζωή χωρίς μουσική θα ήταν πολύ πιο φτωχή· Ohne Musik wäre das Leben ein Irrtum” — “Without music, life would be a mistake” είχε πει ο Νίτσε, με ένα κωλοδάχτυλο παρατεταμένο για τους κουφούς ανα τον κόσμο. Είναι μια ανάγκη του ανθρώπου που, αν και μπορεί να μην είναι τόσο πρωταρχική ώστε η έλλειψη της να είναι αρκετή για να τον σκοτώσει, είναι μάλλον απαραίτητη για την ψυχική του υγεία και  γερά συνυφασμένη με τη διασκέδαση και αυτό που θα λέγαμε πολιτισμό. Η μουσική χρειάζεται και φέρεται να είναι στενά συνδεδεμένη με αυτό που μας κάνει ανθρώπους, πράγμα το οποίο φαίνεται από το γεγονός ότι κάθε κουλτούρα του κόσμου είχε και έχει αναπτύξει τη δικιά της μουσική παράδοση, ήδη με αρχή τις παλιότερες φυλές κυνηγών-τροφοσυλλεκτών.

Σε όλους λοιπόν αρέσει η μουσική όπως και σε όλους αρέσει το φαγητό. Συνεπώς, το να αναφέρεις απλά πως σου αρέσει να ακούς μουσική στα ενδιαφέροντα σου είναι λίγο σαν να λες πως στα χόμπυ σου περιλαμβάνεται το φαΐ· πώς στον ελεύθερο σου χρόνο ντερλικώνεις. Eίναι σαν σε σάιτς όπως το facebook να βάζεις “eating” στα interests σου. Για να το πάμε πιο ακραία ακόμα, η συστηματική εισπνοή και εκπνοή θα μπορούσαν επίσης να συγκαταλέγονται στις αγαπημένες σου ασχολίες(το Ne μου κραυγάζει πως κάποιος θα μπορούσε για χόμπυ του να έχει την αναπνοή, σε περίπτωση που του αρέσει να διαλογίζεται ή να κάνει γιόγκα).

Δεν είναι φυσικά ανήκουστο ή περίεργο να έχεις για ενδιαφέρον κάτι σχετικό με φαγητό. Να μαγειρεύεις, να δοκιμάζεις νέες γεύσεις, να πηγαίνεις σε εστιατόρια, να ασχολείσαι με την υγιεινή διατροφή, να καλλιεργείς τα δικά σου λαχανικά ή να εκτρέφεις τα δικά σου ζώα. Όπως αντίστοιχα δεν είναι ανήκουστο για χόμπυ σου να έχεις κάτι που σχετίζεται με τη μουσική πιο εστιασμένα: παίξιμο, παραγωγή, κριτική, σύνθεση, επεξεργασία, συλλογή κ.α. Το να ξέρεις τι σου αρέσει, τι όχι, και γιατί, είτε στη μουσική είτε στο φαγητό, είναι επίσης πιο συνειδητοποιημένο. Μπορεί να μη φτάνει τα όρια του χόμπυ, όμως έχει το δικό του χαρακτήρα και τη δική του συνείδηση.

Το να πεις απλά όμως πως σου αρέσει να ακούς μουσική στον ελεύθερο σου χρόνο, χωρίς άλλη διευκρίνιση, είναι σαν να λες ότι σου αρέσει να τρως χωρίς να λες τι. Απλά τα πάντα; Σου αρέσει να ακούς τα πάντα και να τρως ό,τι υπάρχει; Θα σου άρεσε αν σου έφτιαχνα το κουνουπίδι με κάρυ μου (μάλλον θα σου άρεσε και απλά δεν το ξέρεις ακόμα); Σου αρέσει η περουβιανή παραδοσιακή μουσική; Σου αρέσει ο πατσάς; Η όπερα; Οι μπάμιες; Θα άκουγες Scott Walker;;

Πριν πολλά χρόνια, ένας φίλος με τον οποία πια έχουμε χαθεί, ο Σταύρος, μου είχε πει ότι πίστευε πως στους άνθρωπους που λένε πως «ακούνε τα πάντα» δεν τους αρέσει πραγματικά η μουσική. Εκείνος, ως κιθαρίστας και φαν της progressive metal (στο μήκος κύματος των Dream Theater) και των anime & game themes, σίγουρα θα ένιωθε πως ανήκει σε αυτούς που τους αρέσει πραγματικά η μουσική. Δεν πιστεύω ότι υπάρχει κανείς που να μην του αρέσει η μουσική, ίσως απλώς να μην την έχει εκτιμήσει όσο θα μπορούσε, όπως κάποιος ο οποίος τρώει μόνο για να ζήσει, χωρίς να απολαμβάνει τις γευστικές απολαύσεις. Τι θα έλεγε όμως για κάποιον ο οποίος θα γουστάρε συνειδητά Χατζηγιάννη; Για κάποιον ο οποίος θα άκουγε κλαρίνα των πανηγυριών της Ηπείρου; Για έναν άλλον ο οποίος θα ήταν εκλεκτικός θαυμαστής του δωδεκαφθογγισμού; Για κάποιον που ακούει μόνο ροκ; Για κάποιον που πηγαίνει μόνο σε ρέιβ πάρτι; Σε έναν που γράφει ρίμες στα διαλείμματα;

Κάποτε ανήκα κι εγώ στην κατηγορία εκείνων που «άκουγαν τα πάντα», περίπου μέχρι τα 16 μου. Ήταν η περίοδος που εξερευνούσα τους μουσικούς μου ορίζοντες και οι βάσεις για το γούστο μου στη μουσική θεμελιώνονταν. Ήταν περίπου την ίδια περίοδο που άρχισαν να μου αρέσουν τα λαχανικά και τα όσπρια μετά από μια ζωή σχέσης μίσους μαζί τους. Κάποια χρόνια πριν από αυτή τη φάση, η μουσική πολύ απλά δεν με ενδιέφερε —πολύ μικρός, με ενοχλούσε ακόμα και το να ακούω άλλους να τραγουδάνε! ω, τι εκνευριστικά αντικοινωνικός!— και ανακαλύπτω πια ότι δεν ήμουν ο μόνος· για πολλούς ισχύει αυτή η καθυστερημένη ανακάλυψη της αρχαίας αυτής τέχνης. Μπορεί να έχει να κάνει με την ωριμάνση. Αυτό που έχω παρατηρήσει πιο συγκεκριμένα είναι πως εκείνοι οι οποίοι ανέπτυξαν ένα γούστο στη μουσική το οποίο ακολουθεί το ρεύμα, το mainstream, ξεκινάνε να ακούνε μουσική νωρίτερα από εκείνους οι οποίοι έχουν γούστα που είναι πιο εξεζητημένα. Ήδη βλέπεις παιδιά 10 χρονών να έχουν αγαπημένους αστέρες της ποπ. Εγώ δεν είχα κανέναν και τότε ένιωθα περίεργος· το ότι η μουσική μαζικής παραγωγής δεν μου έλεγε τίποτα απολύτως ήταν σίγουρα ένας λόγος ανησυχίας για το παιδικό μου μυαλό.

Εκεί που θέλω να καταλήξω είναι πως όλοι έχουν κάποια κριτήρια στη μουσική και στο φαγητό, είτε συνειδητοποιημένα είτε όχι. Για μένα η ιστορία ενός φαγητού, πώς φτιάχτηκε, με τι υλικά, από ποιον, γιατί, πού, και άλλα, έχει σχεδόν την ίδια σημασία με τη γεύση του και το τι είναι. Ένα εξαιρετικό πιάτο φτιαγμένο από ένα αγαπημένο μου πρόσωπο ή/και με πολλή φροντίδα και αγάπη θα είναι πολύ πιο σημαντικό για μένα από οποιαδήποτε σπεσιαλιτέ φάω σε κάποιο ακριβό εστιατόριο ή σε κάποια απόμερη μεριά του κόσμου, ακόμα κι αν τρελαίνομαι για εξωτικές απολαύσεις. Μπορώ να διακρίνω ότι μου αρέσουν συγκεκριμένα στοιχεία για να καταλήξω στη νοστιμιά (η μεστή υφή, η έντονη γεύση –έχω αρχίσει να γίνομαι και φίλος των πικάντικων εκεί που δεν τα άντεχα!–, η δημιουργική ίσως και αναπάντεχη χρήση υλικών και σχετικοί συνδυασμοί).

Θα αποφύγω το φαγητό το οποίο έχει περάσει στάδια τα οποία μου σφίγγουν το στομάχι ή με τα οποία διαφωνώ ιδεολογικά — το κρέας και οι μεγάλες αλυσίδες γρήγορου φαγητού προσθέτουν πολλούς τέτοιους παράγοντες μαζικής κατανάλωσης, απίστευτης σπατάλης από άποψη ενέργειας και ζωών, απροσωπίας, χαμηλής διατροφικής αξίας, τεχνητής ωραίας γεύσης και πολλών άλλων δεινών. Θέλω κάτι να έχει την κανονική του γεύση, να είναι ειλικρινές, να μην έχει κάποια τεχνητή, άσχετη γεύση κοτσαρισμένη μέσα του με κάποιο μακρομόριο που είναι εκεί απλά για να εξομοιώσει τον παράγοντα yummers, σαν ένα φανταχτερό περιτύλιγμα το οποίο έχει μέσα άνθρακα. Ποιος ξέρει τι γεύση θα είχαν οτιδήποτε πωλείται στα περίπτερα ή στα MacDonald’s ή και πολλές άλλες σαβούρες που τρώμε, αν τους έλειπαν τα τεχνητά αρώματα και οι προσθήκες; Πιστεύω ότι θα μας έφερναν τάση για εμετό.

Κάπως έτσι βλέπω και τη μουσική. Αποφεύγω οτιδήποτε είναι εμπορικό με την έννοια ότι φτιάχτηε απλά σαν προιόν μαζικής κατανάλωσης, όχι γιατί είναι κακής ποιότητας (στις περισσότερες περιπτώσεις βέβαια είναι) αλλά επειδή εκφράζει κάτι το οποίο με αηδιάζει· μια προσέγγιση στη μουσική που υπάρχει για να εκμεταλλευτεί εμπορικά με γνώμονα τον ελάχιστο κοινό παρανομαστή τις ψυχικά νεκρωμένες μάζες, προσφέροντας prolefeed. Από την άλλη, δεν υπάρχει λάθος γούστο στη μουσική, όπως δεν υπάρχει λάθος γούστο στο φαί. Μπορεί για κάποιους συγκεκριμένους λόγους που έχουν να κάνουν με τα βιώματα σου, τη προσωπικότητα σου, τις ιστορικές και πολιτισμικο-οικογενειακές συγκυρίες να σου αρέσουν τα φασολάκια, τα σουβλάκια, το χαβιάρι, το τυρί ή το sushi και να μην σου αρέσουν οι ακρίδες και τα άλογα — όπως για συγκεκριμένους λόγους σου αρέσει η κλασική μουσική, ο ΚΙSS FM, η reggae ή τα chiptunes και δεν σου αρέσουν οι Porcupine Tree και οι ΑΒΒΑ– αλλά, βάλ’το στο κεφάλι σου καλά: δεν είσαι μόνο εσύ που ξέρεις να ακούς μουσική ή να τρως, και όλοι οι άλλοι που περιμένουν να δουν το φως που εσύ, ω τυχερέ/ή, είδες. Το ίδιο πιστεύουν και οι άλλοι της «άλλης μεριάς» για σένα. Ευτυχώς δεν τσακώνονται τόσοι πολλοί άνθρωποι για τα γούστα στο φαγητό. Ευτυχώς. Εκτός απ’το τσοκομπέικον και τα φασολάκια με γιαούρτι. Εκεί μπορεί να γίνει του Γαλατικού Χωριού εύκολα.

Τα στοιχεία που με κάνουν να μου αρέσει ένα είδος μουσικής αντί ενός άλλου δεν τα έχω εντοπίσει όπως έχω καταλάβει τι είναι αυτό που προτιμώ στο φαί αλλά πιστεύω, με βάση όλα τα παραπάνω, ότι πηγάζουν από το ίδιο μέρος.

Η αλήθεια είναι πως γράφοντας αυτό το ποστ δεν έχω βρει τις απαραίτητες συνδέσεις για να φτάσω σε κάποιο συγκεκριμένο συμπέρασμα. Λυπάμαι αν σας έκανα να διαβάσετε όλα τα παραπάνω και έχετε φτάσει να είστε τόσο μπερδεμένοι όσο εγώ. Σας προσκαλώ να το σκεφτούμε λίγο περισσότερο μαζί.

Μέσα στις άκρες σχετικό: Περι γούστου και ομορφιάς

Εμπορική μουσική φτιαγμένη από πολυεθνικές (φαστ και τζανκ φουντ),  εγχώρια προιόντα μαζικής κατανάλωσης, βλ. λαϊκά-σκυλοπόπ (σουβλάκια), τραγούδια που μας κολλάνε (εθισμός για μια περίοδο με ένα είδος τροφής), μουσική για εκλεκτικούς που συνήθως είναι εισαγώμενη (έθνικ εστιατόρια), ωραίες βραδιές όπου όλοι μαζί τραγούδανε και παίζουν μαζί (φιλικά μαγειρέματα με αγάπη), κάτι στο χέρι (Top 40 — μόνο επιτυχίες!), κουραμπιέδες-μελομακάρονα-γέμιση (κάλαντα), σπιτικό φαί της μαμάς (οι δίσκοι που έβαζε και τους θυμάσαι από όταν ήσουν μικρός ή μικρή).

 

Pink Floyd – The Nile Song

Επίκαιρο: The Nile Song! Όχι, δεν είναι αυτό το μόνο που θα γράψω για την Αίγυπτο, ετοιμάζω κατεβατούλι. Θα μπορούσε η γκόμενα για την οποία μιλάνε οι στίχοι του τραγουδιού να είναι κάποια Ελευθερία. 😉

Lyrics

I was standing by the Nile
When I saw the lady smile
I would take her out for a while
For a while

Oh, my tears wept like a child
How her golden hair was blowing wild
Then she spread her wings to fly
For to fly

Soaring high above the breezes
Going always where she pleases
She will make it to the islands in the sun

I will follow in her shadow
As I watch her from my window
One day I will catch her eye

She is calling from the deep
Summoning my soul to endless sleep
She is bound to drag me down
Drag me down

\\m// Αυτό είναι ίσως το πιο heavy τραγούδι των Pink Floyd. Από το soundtrack της ταινίας More το οποίο επιμελήθηκαν το 1969 — πριν τους Sabbath, mind you. Αυτά για να μην έχει τίποτα να πει ο Mordread, όχι τίποτ’ άλλο! 😛

Ευχαριστώ τον Kira που με έμαθε για το συγκεκριμένο κομμάτι. Έχει εντριφήσει στους πρώιμους Floyd όπως εγώ ποτέ δεν ενδιαφέρθηκα και βλέπω πως ίσως πρέπει τελικά! Cheers!

Game 2.0 — Perfect Dark XBLA Review

Ναι… Το έπαιξα στου Κίρα, και το κατέβασα την ημέρα που έφευγα από την Μυτιλήνη… Δεν περίμενα κάτι διαφορετικό, το παιχνίδι λέει πολύ.

Perfect Dark HD Trailer

800 MS points? I had this game set in my scopes for months now thinking it would cost 1200 points, fully planning to get it on Day 1 anyway. Now I am going to give my money to Mircrosoft even more readily, if that is even possible. I am very, very hyped up about this. It is too bad that I will probably have no-one to play it with online cause all of my friends hate Rare like that… unless…
Kira, I’m counting on you…