ΜΙΑ ΜΕΡΙΔΑ ΟΥΔΕΝ ΟΙΔΑ #1

English

Mia Merida Ouden Oida (“A portion of ‘I don’t know'”) is my new series of short articles on lesser-known facts that I believe have the power to inspire you to look at the world from a slightly more nuanced perspective. Reading – it’s a superpower!

There is a lightbulb in the fire department of Livermore, California, that’s been burning since 1901. At the ripe old age of 119, its brightness has faded, but that comes as no surprise, as it has hardly ever been turned off. It has its own webcam feed and a place in the Guinness Book of Records.

It’s a remnant of the bygone age when electric light bulbs were made to last indefinitely. Just in the ’30s, a cartel was set up among bulb manufacturers named Phoebus that prohibited any one of them to continue making centennial light bulbs and thus retain the competitive advantage – instead, they agreed to set limited-life bulbs as the industry standard.

The technology for something more sustainable in electric lighting does exist. But this alternative just doesn’t make sense from a financial point of view – the only point of view that truly matters.

It’s true: the fewer electric bulbs are made, the smaller the benefit for the economy. The same applies for every consumer or industrial good. The limits of technology are the limits of profitability.

And while the above might make perfect sense in a world where profit comes above all else, it’s just useful to know that we can do better. To be precise, if we want a sustainable world for humanity, a product’s capacity for profit should not be the decisive factor on whether it should enter our lives and whether or not we’ll use it.

Continual replacement of goods just for legal persons and their constituents to make more money was a system that was tried, and it failed. Α lack of alternatives is not an excuse – it’s a lie.


Το Μια Μερίδα Ουδέν Οίδα είναι η νέα σειρά μικρών άρθρων μου για ενδιαφέρουσες και κάπως δυσεύρετες μπουκίτσες γνώσης οι οποίες πιστεύω ότι έχουν τη δύναμη να σας εμπνεύσουν να δείτε τον κόσμο με μια ενισχυμένη απόχρωση. Η ανάγνωση – τι υπερδύναμη!

Υπάρχει μια λάμπα στο πυροσβεστικό τμήμα του Livermore της Καλιφόρνια που καίει από το 1901. Έχοντας φτάσει αισίως τα 119 της (να τα χιλιάσει!) έχει μεν χάσει τη φωτεινότητα της , αλλά αυτό είναι λογικό, αφού δεν έχει σβήσει σχεδόν ποτέ. Έχει δική της webcam και μια θέση στο Βιβλίο Guinness.

Είναι ένα κατάλοιπο της εποχής όπου οι ηλεκτρικές λάμπες φτιάχνονταν για να αντέχουν επ’ αόριστον. Μόλις τη δεκαετία του τριάντα συστάθηκε ένα καρτέλ μεταξύ των μεγάλων εταιρειών παραγωγής λαμπτηρών ονόματι Phoebus ώστε καμιά τους να μη συνεχίσει να φτιάχνει αιωνόβιες λάμπες και έτσι να έχει το συγκριτικό πλεονέκτημα αλλά να θεσπίσουν τους εναλλακτικούς γλόμπους με περιορισμένη διάρκεια ζωής ως το στάνταρ της βιομηχανίας.

Η τεχνολογία για κάτι πιο βιώσιμο στον ηλεκτροφωτισμό υπάρχει. Απλά δεν βγάζει νόημα από οικονομικής άποψης – τη μόνο άποψη που έχει σημασία – να επιλεχθεί αυτό το εναλλακτικό μονοπάτι

Είναι αλήθεια: όσο λιγότερες λάμπες φτιάχνονται, τόσο λιγότερο επωφελείται η οικονομία. Το ίδιο ισχύει για κάθε καταναλωτικό και βιομηχανικό προϊόν. Τα όρια της τεχνολογίας είναι τα όρια της κερδοφορίας.

Και ενώ μπορεί τα παραπάνω να βγάζουν νόημα σε έναν κόσμο όπου το κέρδος είναι υπεράνω όλων, απλά είναι χρήσιμο να γνωρίζουμε ότι μπορούμε και καλύτερα. Για την ακρίβεια, αν θέλουμε έναν βιώσιμο κόσμο για την ανθρωπότητα, η ικανότητα παραγωγής κέρδους για ένα προϊόν δεν θα πρέπει να είναι ο καθοριστικός παράγοντας για το αν θα μπει στις ζωές μας κι αν θα το χρησιμοποιούμε ή όχι.

Το να αντικαθιστούμε συνεχώς ένα αγαθό μόνο και μόνο για να βγάζουν νομικά πρόσωπα και όσοι το απαρτίζουν περισσότερα κέρδη είναι κάτι που δοκιμάστηκε, και απέτυχε. Η έλλειψη εναλλακτικών δεν είναι δικαιολογία – είναι ψέμα.

18 ΑΓΑΠΗΜΕΝΑ ΝΤΟΚΥΜΑΝΤΑΙΡ

Πάντα μου άρεσε να γράφω τη λέξη «ντοκιμαντέρ» με ύψιλον και άλφα-ιώτα: «ντοκυμανταίρ». Γράφω και το επίθετο μου με ωμέγα και δύο λάμδα – Χωλλ – αντί για το πώς θα προέβλεπε η ορθογραφία των ξενώγλωσσων λέξεων στα σύγχρονα ελληνικά – «Χολ». Σε τέτοιες περιπτώσεις όπου δεν υπάρχουν ξεκάθαρα λάθος και σωστές απαντήσεις, συνήθως παίρνω το μέρος του μπαρόκ.

Baraka (1992) & Samsara (2012)

Samsara

Ξεκινάω τη λίστα μου με δύο ταινίες η οποία στο μυαλό μου αποτελούν κομμάτια μιας ενότητας. Ο σκηνοθέτης τους, Ron Fricke, ήταν ο φωτογράφος και μοντέρ του Koyaanisqatsi (1982), το έργο του που είναι πιο γνωστό, κυρίως λόγω του εμβληματικού OST υπογεγραμμένο από τον Philip Glass. Όμως είναι κρίμα που το μεταγενέστερο έργο του Fricke δεν έγινε εξίσου διάσημο.

Οι τρεις ταινίες είναι παρόμοιες από κάποιες απόψεις: καμία από τις τρεις δεν έχει λόγια ή σενάριο. Και οι τρεις ασχολούνται με βαθιά θέματα σχετικά με την ανθρωπότητα. Και οι τρεις χρησιμοποιούν πολλά μεγάλα και φαρδιά πλάνα και time lapse. Και τα τρία είναι 50% οπτικά ποιήματα, 50% ντοκυμανταίρ – 100% έργα χωρίς αφήγηση αλλά με βαθιά νοήματα και μια ροή να κρύβεται πίσω από τις εικόνες και τη συρραφή τους.

Όμως εκεί που το Koyaanisqatsi περισσότερο εστιάζεται στη ζωή του σύγχρονου ανθρώπου στην πόλη και την ύπαρξη του περισσότερο σαν μέλος της μυρμηγκοφωλιάς/σύγχρονης μεγαλούπολης – και αν δεν κάνω λάθος γυρίστηκε αποκλειστικά στις ΗΠΑ – το Baraka και το Samsara έχουν σαν θέμα τους τη σχέση των ανθρώπων με τη φύση, τη θρησκεία, τον θάνατο, την αναγέννηση, και την τεχνολογία… τη σχέση μας με την αιωνιότητα. Και τα δύο γυρίστηκανε σε πάνω από 20 χώρες και σε φιλμ 70mm (το οποίο σημαίνει υπερυψηλή ανάλυση και την κρεμ ντε λα κρεμ όσον αφορά την πιστότητα και την ανάλυση στον κινηματογράφο, τουλάχιστον πριν τις 4K κάμερες).

Δεν μπορώ να διάλεξω μεταξύ του Baraka και του Samsara. Και τα δύο αγγίζουν πολύ ευαίσθητες χορδές μέσα μου. Στο Baraka κλαίω πάντα βλέποντας μια συγκεκριμένη σκηνή – φυσικά παίζει και τον ρόλο της η απόκοσμη μουσική υπόκρουση με τη φωνή της ανεπανάληπτης Lisa Gerard. Το Samsara, απ’ την άλλη, είναι ένας πνευματικός αλλά και πραγματικός διάδοχος του Baraka ο οποίος παίρνει ό,τι έκανε τον προκάτοχο του σημαντικό και το φτάνει στα άκρα με χαρακτηριστική άνεση.

Τα Baraka και Samsara είναι οι ταινίες που αναφέρω πιο συχνά όταν μοιράζομαι τους τίτλους των αγαπημένων μου ταινιών. Κατά κάποιον τρόπο, νιώθω ότι με αυτές ο Ron Fricke άγγιξε κάποιου είδους τελειότητα στην τέχνη του κινηματογράφου, και το λέω αυτό όχι με ενθουσιασμό, αλλά με ευλάβεια.

Οι ταινίες αυτές δεν είναι για όλους – ίσως αν έχετε διάσπαση προσοχής να θέλετε να κοιτάξετε αλλού – αλλά αν κι εσείς πιστεύετε ότι πολλά και σημαντικά μπορούν να ειπωθούν χωρίς λέξεις και με μια μη-λεκτική επικοινωνία, με τη γλώσσα της φύσης και του υπερβατικού, αυτές οι ταινίες μπορεί να μαγέψουν κι εσάς.

Οι κριτικές του Roger Ebert για το Baraka και το Samsara τα λένε πολύ καλά – αν στέλναμε άλλο ένα Voyager σαν μπουκάλι στον ωκεανό των ωκεανών, θα μπορούσε να κουβαλάει μαζί του αυτές τις ταινίες για να τις βρουν οι εξωγήινοι φίλοι μας. Ποιος ξέρει αν μετά θα στενοχωρηθούν ή όχι που στο μεταξύ θα έχουμε αφανίσει τον εαυτό μας από προσώπου Γης;

Jiro: Dream of Sushi (2011)

Όλοι μας έχουμε προβλήματα συγκέντρωσης πλέον. Δεν ξέρω για εσάς, αλλά πολύ συχνά αναρωτιέμαι τι θα μπορούσα να πετύχω αν έκανα μόνο ένα πράγμα για το υπόλοιπο της ζωής μου.

Στη περίπτωση του Jiro Ono, του κεντρικού προσωπού του Jiro: Dream of Sushi, βλέπουμε όντως έναν άνθρωπο να κάνει ένα πράγμα και να αφιερώνει τα πάντα στην τέχνη του. Ο Jiro-sensei φτιάχνει σούσι από την παιδική του ηλικία στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο μέχρι και σήμερα που είναι 95 χρονών και συνεχίζει να δουλεύει στο εστιατόριο του. Δεν έχει κάνει διακοπές πέρα από τις αργίες, δεν έχει χάσει σχεδόν ποτέ μέρα στο εστιατόριο του, που το έχει από το 1965, όλοι οι γιοι του δουλεύουν μαζί του ή γι’ αυτόν πλέον (αλλά και δεν τον έβλεπαν ποτέ σπίτι όσο μεγάλωναν, γιατί πολύ απλά ο Jiro-san ήταν πάντα στη δουλειά). Μαθητευόμενοι σεφ στο εστιατόριο του δεν πιάνουν ψάρι στο εστιατόριο πριν περάσουν τουλάχιστον δέκα χρόνια στην κουζίνα.

Το Sukiyabashi Jiro θεωρείται μάλλον το καλύτερο εστιατόριο sushi στο Τόκιο – και παραπέρα. Ποιες όμως είναι οι θυσίες που πρέπει να κάνει κανείς για να είναι ο τοπ των τοπ, ο δάσκαλος των δασκάλων, ο σένσεϊ των σένσεϊ; Πώς μεταφράζεται η καθημερινή εμπειρία τριβής με κάτι επί 80+ χρόνια με ελάχιστα διαλείμματα; Πόσο καλύτερο σούσι φτιάχνει από κάποιον ο οποίος καταπιάστηκε με το σούσι «μόλις« 40 χρόνια σκάρτα, για παράδειγμα;

Υπάρχει κάτι το οποίο δεν θα μπορούσε να κάνει ο καθένας μας με τόση τριβή; Λένε ότι η μαεστρία σε κάτι έρχεται με 10.000 ώρες ενασχόλησης – για δοκιμάστε, κύριοι, 30.000 ημέρες… Υπάρχει κάποιο κενό που γεμίζει ο κύριος Jiro αφιερώνοντας τον εαυτό του στη δουλειά του, ή μας αρκεί να μείνουμε σε αυτό που λέει ο ίδιος: ότι αν κανείς αγαπάει τη δουλειά του, το λιγότερο που μπορεί να κάνει για να την τιμήσει είναι να αφιερωθεί σε αυτή ψυχή τε και σώματι;

Όλοι μας θέλουμε να είμαστε λίγο σαν τον Jiro. Τα μεταξωτά βρακιά όμως θέλουν και επιδέξιους κώλους. Να τι συμβαίνει όταν ο κώλος έχει προϋπηρεσία πάνω από 2 φορές τα χρόνια μου…

Αγέλαστος Πέτρα (2000)

Όταν ήμουν μικρός (η ταινία βγήκε όταν ήμουν 11 χρονών), νόμιζα ότι το «Αγέλαστος Πέτρα» αναφερόταν σε κάποιον τύπο στιλ Πολύ Σκληρός Για Να Πεθάνει («φέτος το καλοκαίρι, ο Jason Statham είναι αγέλαστος πέτρα»…) και κάθε φορά που το σκεφτόμουν μου έσκαγα ένα εσωτερικό χαμόγελο.

Πού να ήξερα ότι αυτή η ταινία θα με συγκλόνιζε στην ενήλικη ζωή μου!

Στα 10 χρόνια που διήρκησαν τα γυρίσματα της Αγέλαστου Πέτρας, ο Φίλιππος Κουτσαφτής εμπνεύστηκε από τη σύγχρονη Ελευσίνα και τη μεταμόρφωση της στα τέλη του 20ου αιώνα από το κέντρο των ίσως πιο ιερών και μυστήριων μυστηρίων της Αρχαίας Ελλάδας στην πιο εκβιομηχανισμένη περιοχή της σύγχρονης. Στο διάστημα αυτό, βλέπουμε παιδιά να ενηλικιώνονται, παππούδες να γερνάνε ή να πεθαίνουν, και τους εκσκαφείς να δουλεύουν…

Η ευαισθησία, ο σεβασμός αλλά και οι βαθιές γνώσεις της ιστορίας του τόπου που φανερώνονται μέσα από την αφήγηση του Κουτσαφτή με συνεπαίρνουν κάθε φορά. Πόσο όντως κι εμείς σήμερα σεβόμαστε, ή έστω απλά γνωρίζουμε, την ιστορία της οποίας κομπιάζουμε ότι είμαστε κληρονόμοι;

Η Αγέλαστος Πέτρα είναι ένα έργο που δείχνει με τον καλύτερο τρόπο πώς μπορεί κανείς να αγαπήσει τις πέτρες και να βρει τη ζωή εκεί που οι περισσότεροι απλά βλέπουν ερείπια που η μόνη τους χρήση είναι να προσδίδουν κάποιο νεφελώδες γόητρο στους ίδιους.

Earthlings (2005)

Το Earthlings ήταν από τα πρώτα ντοκιμαντέρ που (απ’ όσο ξέρω) ξεκίνησαν το κύμα ταινιών που αποκάλυπταν την σκληρή πραγματικότητα όσον αφορά την κακοποίηση και τον συστηματικό βασανισμό και την εξόντωση ζώων για την παραγωγή κρέατος, γούνας, σε δοκιμές για καλλυντικά, σε επιστημονικά εργαστήρια, σε τσίρκο κτλ.

Ήταν από τα έργα που φοβόμουν να δω γιατί ήξερα ότι οι εικόνες που θα έβλεπα είχαν γυριστεί με τον ρητό σκοπό να σοκάρουν με την ωμότητα τους. Ήμουν κι εγώ ένας από αυτούς που σήμερα κατακρίνω: σκόπιμα απέφευγα να βλέπω τέτοιες ταινίες ούτως ώστε να μπορώ να συνεχίσω τη ζωή μου απρόσκοπτα κι ατραυμάτιστα. «Αν δεν το βλέπω, δεν υπάρχει» – θα το λέγαμε και στρουθοκαμηλισμό, αν και κάπου διάβαζα ότι οι στρουθοκάμηλοι τελικά δεν χώνουν το κεφάλι τους στην άμμο, τσάμπα τις κοροϊδεύαμε – το ανθρώπινο είδος το κάνει αυτό πολύ πιο επιδέξια…

Τελικά το είδα το Earthlings, πάνω από 10 χρόνια πριν, με όλη μου την παρέα στη Μυτιλήνη τότε. Μαζί με την ανάγνωση του Eating Animals, τελικά ήταν σημείο καμπής για εμένα, και η αρχή της ζωής μου ως vegetarian/επιλεκτικού παμφάγου.

Και τώρα θέλω να δω την καινούργια ταινία του Joaquin Phoenix, το Dominion. Μακάρι ο κύριος Phoenix να γινόταν o αντίστοιχος Joker των πανταχού υπερασπιστών των δικαιωμάτων των ζώων, αν και το κίνημα αυτό μεγαλώνει πολύ γρήγορα και χωρίς τη βοήθεια υπεραντιηρώων…

Free Solo (2018)

Μόνο που βλέπω αυτή τη φωτογραφία, ούτε καν κινούμενο απόσπασμα αυτής της ταινίας, νιώθω ένα ενστινκτώδες, υψοφοβικό γαργαλητό στο στομάχι και προς τα κάτω.

Στο Free Solo βλέπουμε την ανάβαση χωρίς προστασίες ενός από τους πιο δύσκολους γκρεμούς στον κόσμο της ελεύθερης αναρρίχησης, του El Capitán στην Καλιφόρνια. O Alex Hammond έκανε αυτό το υπεράνθρωπο κατόρθωμα, αναρριχήθηκε 900+ μέτρα (περίπου 3 πύργους του Άιφελ) όπου οποιοδήποτε σφάλμα ή γλίστρημα θα του κόστιζε τη ζωή. Και όχι μόνο αυτό – ένα σούπερ συνεργείο ήταν εκεί για να καταγράψει όλη την ιστορία, από την αρχή της προετοιμασίας μέχρι την ίδια την επική αναρρίχηση, μαζί με όλα τα υπαρκτά στραβοπατήματα που, ευτυχώς, δεν ήταν αρκετά για να σταματήσουν αυτό τον άθλο.

Το αποτέλεσμα; Η ιστορία ενός σύγχρονου θαύματος ειπωμένη μέσα από ένα ντοκιμαντέρ-διαμάντι με τα όλα του που πήρε το Όσκαρ το 2018. Δεν ξέρεις σε αυτή την περίπτωση ποιον να πρωτοθαυμάσεις – τον πρωταγωνιστή ή την ομάδα παραγωγής. Δεν έχει σημασία: το αποτέλεσμα είναι βαθιά εμπνευστικό, μια ατόφια ωδή στη δύναμη της θέλησης, του πείσματος, του οραμάτος και της προσπάθειας. This is what happens when you never give up.

The Cove (2009)

Άλλο οσκαρικό ντοκιμαντέρ, ξανά πιο οικολογικό. To The Cove είναι η ταινία που ξεσκέπασε το ετήσιο λουτρό αίματος που λαμβάνει χώρα κάθε χρόνο σε έναν πολύ συγκεκριμένο ορμό στο Taiji, στην Ιαπωνία. Εκεί, εκατοντάδες δελφίνια και κητώδη βρίσκουν το θάνατο κάθε χρόνο για να κρατήσουν ζωντανή μια αρχαία παράδοση – και να θρέψουν πεινασμένους κάφρους ιάπωνες (οι οποίοι δυστυχώς-ευτυχώς δεν περιορίζονται στα ωμά ψάρια που είδαμε πιο πάνω), αλλά και να πωληθούν σε μακρινές χώρες ώστε να προσφέρουν φτηνή τέρψη σε μη-ιάπωνες που ενθουσιάζονται όταν βλέπουν ευφυέστατα κητώδη να κάνουν ταπεινωτικά κόλπα.

Προφανώς η ομάδα παραγωγής ήταν ανεπιθύμητη στον χώρο, οπότε η όλη ιστορία έχει κι έναν αέρα «θα τα καταφέρουν άραγε; Πώς;»

Τα δελφίνια είναι από τα αγαπημένα μου ζώα από τότε που ήμουν μικρός. Τα βρίσκω απόκοσμα, σαγηνευτικά – το πιο κοντινό πράγμα που έχουμε σε πραγματικούς εξωγήινους εδώ στη Γη (“so long and thanks for all the fish”) μόνο που αυτοί οι εξωγήινοι ζουν στη θάλασσα. Και δεν είναι τυχαίο ότι οι θάλασσες για τους περισσότερους ανθρώπους θα μπορούσαν να είναι και άλλος πλανήτης…

Και τι κάνουμε εμείς οι πίθηκοι με αυτά τα απίστευτα πλάσματα; Τα σφάζουμε σαν χασάπηδες ή τα αιχμαλωτίζουμε για να πάνε να διασκεδάσουν άλλους άτριχους εξολοθρευτές πιθήκους.

Θυμάμαι, όταν το είδα, έμενα στη Δανία και συγκατοικούσα στον ίδιο όροφο με μια ιαπωνέζα. Την είχα ρωτήσει αν ήξερε για την ταινία και αν ήξερε για ό,τι πραγματευόταν. Μου είχε δείξει σημάδια πλήρους άγνοιας. Κι όντως, η ταινία αυτή δεν είχε την καλύτερη αποδοχή στην Ιαπωνία πριν 10 χρόνια όταν ήταν πολύ στο προσκήνιο. Αναρωτιέμαι πώς να είναι τα πράγματα τώρα.

Εδώ ένα άρθρο για τη σκοπιά των ψαράδων.

Dolphin Man (2017)

Γκουγκλάροντας τις λέξεις dolphin man, βρήκα αυτό. Απλά το αναφέρω.

Το Dolphin Man καταγράφει τη ζωή του Jacques Mayol, του ανθρώπου του οποίου η ζωή επίσης ενέπνευσε μία ταινία, μυθοπλασίας αυτή τη φορά, το Απέραντο Γαλάζιο, και του πρώτου ανθρώπου που καταδύθηκε σε βάθος 100 μέτρων (στα 49 του, το 1976), γίνοντας ο αντίστοιχος Felix Baumgartner της εποχής του. Εκείνη την περίοδο θεωρούταν μεγάλο ρεκόρ. Αλήθεια, τι είναι αυτό που κάνει τα ρεκόρ να καταρρίπτονται πανεύκολα μόλις ο πρώτος κάνει την αρχή;

Η ιστορία του Μαγιόλ είναι μια σπάνια ματιά στη ζωή ενός ανθρώπου που έγινε διάσημος, τα είχε όλα – και η ζωή του τα πήρε πίσω με την κατάθλιψη που στα 74 του τον ώθησε να βάλει τέλος στη ζωή του. Στο ενδιάμεσο όμως, σε νεαρή ηλικία έμαθε να κολυμπάει και να καταδύεται μέσα από την επαφή του με ένα αρσενικό δελφίνι ονόματι Clown. Κοντά του και μιμούντας το, o Mayol έμαθε να κρατάει την αναπνοή του μέσα στο νερό για μεγαλύτερη διάρκεια. Μεγαλώνοντας, η γιόγκα και ο έλεγχος της αναπνοής τον βοήθησε να φτάσει σε βάθη που κανένας άνθρωπος δεν είχε φτάσει μέχρι χωρίς εξοπλισμό.

Δεν θυμάμαι να αναφέρεται στην ταινία, αλλά διαβάζοντας για αυτόν, είδα ότι λίγο καιρό πριν πεθάνει, εξέδωσε το βιβλίο Homo Delphinus, όπου εξηγούσε γιατί περισσότεροι άνθρωποι θα έπρεπε να παραδειγματιστούμε από την υπεράνθρωπη σχέση του ιδίου με τη θάλασσα. Αλήθεια, τι να του έλειψε από τη ζωή που να σταμάτησε να μπορεί να του προσφέρε το απέραντο γαλάζιο;

Ο σκηνοθέτης του Dolphin Man είναι ο Λευτέρης Χαρίτος, ο οποίος πλέον είναι γνωστός ως ο σκηνοθέτης του ελληνικού τηλεοπτικού χιτ Άγριες Μέλισσες. Μάλλον η ιστορία δεν θα τον θυμάται για το πολύ καλό ντοκυμανταίρ που έκανε πριν η φήμη της υπερεπιτυχιμένης σαπουνόπερας τον υπερκεράσει σχεδόν ολοκληρωτικά. Δεν ξέρω πώς νιώθει ο ίδιος γι’ αυτό.

The Lightbulb Conspiracy (2010)

Το καθημερινό σέλφι της λάμπας, που κρατιέται περίφημα μετά από 120+ χρόνια.

Στο πυροσβεστικό τμήμα του Λίβερμορ της Καλιφόρνια υπάρχει μια λάμπα η οποία καίει από το 1900, αν και πλέον αμυδρά. Μπορεί να αναρωτιέστε πώς δεν έχει καεί ακόμα. Και εδώ ξεκινάει η συνωμοσία του γλόμπου.

Όταν οι λάμπες εφευρέθηκαν τον 19ο αιώνα, το νήμα πυρακτώσεως είχε ένα πάχος το οποίο εξασφάλιζε στους γλόμπους τη μέγιστη διάρκεια ζωής – «τα φτιάχναν αλλιώς παλιά». Μετά από ένα τεράστιο aha! moment, οι κατασκευαστές λαμπών συνειδητοποίησαν ότι μπορούσαν να βγάζουν απείρως περισσότερα λεφτά αν οι λάμπες που πουλούσαν είχαν ημερομηνία λήξης. Έτσι, θέσπισαν το Phoebus, ένα υπερατλαντικό καρτέλ μεταξύ πολυεθνικών όπως οι Philips και Osram και όλες μαζί αντικατέστησαν τις ανθεκτικές λάμπες τους με γλόμπους που είχαν περιορισμένη διάρκεια ζωής και η οποία άρχισε να απαριθμείται σε χιλιάδες ώρες, που μπορεί να ακούγεται εντυπωσιακό σήμερα, αλλά κάποτε το προσδόκιμο μετριόταν σε δεκαετίες.

Ο Β’ ΠΠ έσπασε το καρτέλ, αλλά οι πρακτικές αυτές παρείσφυσαν σε όλη τη βιομηχανία καταναλωτικών αγαθών. Το Lightbulb Conspiracy ουσιαστικά μιλάει για τo planned obsolescence, την προσχεδιασμένη «ημερομηνία λήξης» των αγαθών. Τα παραδείγματα του είναι από την προηγούμενη δεκαετία, όπως εκτυπωτές που έχουν ενσωματωμένα κυκλώματα αυτοκαταστροφής α λα Αστυνόμου Σαΐνη, τα νάιλον καλσόν, τα οποία θα μπορούσαν πολύ εύκολα να μην σκίζονται μετά από μία χρήση ή τις μπαταρίες των iPod, που μόλις πριν 10 χρόνια ήταν από τις πρώτες συσκευές των οποίων οι μπαταρίες αλλάζανε μόνο με ακριβό σέρβις.

Αυτή η ταινία κάνει ξεκάθαρο ότι τα πράγματα θα μπορούσαν να είναι διαφορετικά. Απλά το καταναλωτικό μοντέλο θα έπρεπε κι αυτό να είναι αγνώριστο. Πιθανόν να ήταν «πλήρωνε πολύ επί μια φορά αντί για λίγο επί είκοσι».

Sans Soleil (1983)

Ένα ταξιδιωτικό ημερολόγιο που γυρίστηκε σε ταινία. Στο άρθρο της Wikipedia για το Sans Soleil λέει τα εξής:

είναι ένας στοχασμός σχετικά με τη φύση της ανθρώπινης μνήμης, επιδείχνοντας την ανικανότητα μας να ανακαλέσουμε τα συμφραζόμενα και τις λεπτομέρειες των αναμνήσεων και πώς επηρεάζεται κατά συνέπεια η αντίληψη των παγκόσμιων και των προσωπικών μας ιστοριών.

Με έκανε να θέλω κι εγώ να (ξανα)ξεκινήσω τα ταξίδια το συντομότερο.

Chris marker sans soleil GIF - Find on GIFER
Cabo Verde

Πολύ ενδιαφέροντα τα πλάνα από την Ιαπωνία των ’70s – έχουν κάτι το νοσταλγικό / city pop. Επίσης, Ισλανδία – επίσης των ’70s!

Age of Stupid (2009)

Θυμάμαι είχα δει το Age of Stupid στο Θέατρο Φ.Ο.Μ. στη Μυτιλήνη και μου είχε κάνει τεράστια εντύπωση. Είναι μια ματιά από το έτος 2055, αφού η Γη καταστράφηκε από την κλιματική αλλαγή, σε μια χρονοκάψουλα με πλάνα αρχείου από το 2007 τα οποία δείχνουν τι κάναμε λάθος και καταλήξαμε εκεί που καταλήξαμε.

Κοντά στο τέλος της ταινίας έχει μια σεκάνς όπου πάει χρόνο-χρόνο από το 2007 μέχρι το 2055 με φανταστικά αποσπάσματα από δελτία ειδήσεων. Και γύρω στο 2028, ακούμε: “A new Channel 4 documentary asks: ‘Is global warming really happening?'”

Φέτος, το 2020, ο Αρκτικός Ωκεανός είναι πιο κοντά από ποτέ να μην παγώσει τον χειμώνα, αλλά ακόμα κάποιοι (πολλοί) αναρρωτιούνται…

Με μια πιο κυνική αλλά και περιέργως ελπιδοφόρα ματιά, σε αυτόν τον αιώνα της κατρακύλας, ίσως η αμνησία μας και η «ηληθιοποίηση» μας να είναι το μόνο που θα κρατήσει όσους επιζήσουν και τους απογόνους τους να συνεχίσουν την προσπαθεία. Οι επόμενες γενιές ίσως ποτέ δεν θα μάθουν τι είναι ακριβώς αυτό που χάθηκε, όπως εμείς δεν πενθούμε τους προγόνους ή τους πολιτισμούς τους που ποτέ δεν γνωρίσαμε.

Salt of the Earth (2014)

Φωτογραφία από τις φωτιές στις πετρελαιοπηγές στο Κουβέιτ κατά τη διάρκεια του Πρώτου Πολέμου του Κόλπου.

Μια ταινία του Wim Wenders για τη ζωή και το έργο του φωτογράφου Sebastião Salgado, σίγουρα ενός από τους σπουδαιότερους εν ζωή εικαστικούς της αποτύπωσης.

Μέσα από τις απρόμαυρες φωτογραφίες του βλέπουμε τις μεγαλύτερες ανθρωπιστικές κρίσεις στις δύο τελευταίες δεκαετίες του 20ου αιώνα, στη Νιγηρία, στη Ρουάντα, στο Κουβέιτ. Φωτογραφίες που μου έκοψαν τα πόδια αλλά δεν μπορούσα να σταματάω να τις κοιτάζω. Είναι αυτό που θα έπρεπε να είναι η τέχνη του φωτορεπορτάζ σήμερα – η αποτύπωση στιγμών τόσο μακριά από εμάς με έναν τρόπο τόσο άμεσο αλλά και άρτιο που σε απλά σε αναγκάζει να κοιτάξεις όταν το να κοιτάξεις αλλού γίνεται αδύνατο. Και να πώς η δύναμη της εικόνας σε μια εποχή που τη θεωρεί αυτονόητη επιστρέφει μέσα σε μια στιγμή.

Ο Salgado εξουθενώθηκε τόσο πολύ μετά τις δεκαετίες αποτύπωσης της φρίκης, ειδικά μετά την αποστολή του στη Ρουάντα κατά τη διάρκεια του εμφυλίου, που αποφάσισε να αφήσει τη φωτογράφιση βασανισμένων ανθρώπων και να ασχοληθεί με τη γυναίκα του με το να κάνουν την περιοχή στη Βραζιλία όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε ξανά δάσος, φυτεύοντας εκατομμύρια δέντρα.

Το εγχείρημα του ήταν τόσο πετυχημένο που τον ενέπνευσε να βγει και να εξερευνήσει τον πλανήτη και να τραβήξει φωτογραφίες των κατοίκων των πιο παρθένων περιοχών του – ανθρώπων και μη. Το αποτέλεσμα λειτουργεί πιο καλά από οποιοδήποτε οικολογικό μήνυμα.

Έχοντας μόλις τελειώσει αυτό το ντοκυμανταίρ (η αρχική έκδοση αυτού του ποστ δεν συμπεριλάμβανε Το Αλάτι της Γης), θέλω να κάνω τέσσερα πράγματα:

  1. Να αποκτήσω όλα τα φωτογραφικά λευκώματα του Sebastiao Salgado (ενώ δεν έχω ούτε ένα φωτογραφικό λεύκωμα οποιουδήποτε φωτογράφου).
  2. Να τραβάω συχνότερα σε ασπρόμαυρο.
  3. Να επισκεφτώ το Instituto Terra που μου έριξε το σαγόνι στο πάτωμα.
  4. Να συμμετέχω ή να δημιουργήσω κάποιο εγχείρημα αναδάσωσης και αναζωογόνησης της φύσης σε τόσα αποψιλωμένα μέρη στον κόσμο που θα μπορούσαν να είναι επίγειοι παράδεισοι, αρκεί κάποιος να αποφάσιζε να βάλει το χεράκι του – και την καρδούλα του.

Searching for Sugar Man (2012)

To Searching for Sugar Man είναι η ιστορία ενός ροκ σταρ που ήταν τόσο διάσημος όσο ο Χέντριξ ή ο Μόρισον… αλλά σε μία μόνο χώρα. Ο Rodriguez έμεινε για σχεδόν 40 χρόνια τελείως άσημος στις ΗΠΑ, αλλά στη Νότιο Αφρική ξέρανε απ ‘έξω όλα του τα τραγούδια… εκτός από εκείνο ή εκείνα που είχαν λογοκριθεί από την κρατική λογοκρισία με τις συστηματικές χαρακιές στους δίσκους βινυλίου.

Η ταινία ακολουθεί το τι συνέβη ακριβώς και ο Rodriguez γνώρισε την επιτυχία με τέτοια γεωγραφικά περιορισμένη ακρίβεια – αυτός και η εκπληκτική μουσική του (που το ντοκυμανταίρ αυτό την έστειλε ίσως 10 φορές μακρύτερα.)

Αλλά ενδιαφέρουσα είναι και η ίδια η ιστορία του Rodriguez και πώς από χτίστης (;) έγινε ένας ασήμαντος καλλιτέχνης που θα τον γνώριζαν μόνο συλλέκτες, ξανάγινε χτίστης και συνέχισε τη ζωή του για 30 χρόνια – μέχρι που ξαφνικά και από τη μια στιγμή στην άλλη το 1998 πάτησε το πόδι του σε μια χώρα που στην κυριολεξία τον λάτρευε.

Πώς πρέπει να νιώθει αυτός ο άνθρωπος σήμερα; Νιώθει ευτυχία; Συνήθισε ήδη στην ιδέα και τώρα πάει για γκολφ; Να συνεχίζει άραγε να σιγομουρμουρίζει τα τραγούδια του;

Kαι τι νιώθει άραγε που αυτό το περιστατικό της ζωής του ενέπνευσε μια ταινία που με τη σειρά της κέρδισε το όσκαρ καλύτερου ντοκυμανταίρ και έστειλε τη μουσική σε αυτιά που ποτέ δεν θα την άκουγαν;

Και, άραγε, πόσοι άγνωστοι, εν δυνάμει αλλά κατά τ’ άλλα ανενεργοί Rodriguez υπάρχουν έκει έξω που έχουν γράψει δυο δίσκους διαμάντια αλλά ξανάγιναν χτίστες και δεν τους θυμάται ούτε θα κάνει ποτέ ταινία γι’ αυτούς κανείς;

Exit Through the Gift Shop (2010)

Θυμάμαι ελάχιστες λεπτομέρεις σχετικά με το Exit Through the Gift Shop. Θυμάμαι ότι είναι ταινία του Bansky και μπορώ να σας πω ότι το γεγονός ότι το πρώτο πράγμα που αναρωτιέται κανείς έχοντας δει την ταινία είναι αν είναι αυθεντική είναι ενδεικτικότατο.

Και τώρα, χρόνια μετά, που η άποψη ότι είναι σκηνοθετημένή αντί για πραγματικό ντοκυμανταίρ έχει μάλλον επικρατήσει, διάβασα ότι οι ίδιοι οι δημιουργοί της ταινίας δηλώνουν απογοητευμένοι που το ντοκυμανταίρ τους απέκτησε αυτή τη φήμη. Μια ιστορία τόσο τρελή που τελικά δεν την πιστεύει κανείς.

Αυτή η post-truth συνιστώσα του Exit Through the Gift Shop νομίζω ότι το κάνει το πιο αντιπροσωπευτικό ντοκυμανταίρ μέχρι σήμερα του πώς είναι να είσαι νοήμον ανθρώπινο ον στις αρχές του 21ου αιώνα.

Honeyland (2019)

Άλλη μια ταινία που μπλέκει τα όρια της μυθοπλασίας και του ντοκυμανταίρ, αυτή τη φορά από τη βόρεια γείτονα μας, τη Βόρεια Μακεδονία. Επισκεφθήκαμε τα Σκόπια τον Φεβρουάριο και ό φιλος που μας φιλοξένησε, του οποίου ο πατέρας είναι μελισσοκόμος, δεν την είχε δει. Περίεργο…

Πρωταγωνίστρια μία από τις τελευταίες εναπομείνουσες συλλέκτριες άγριου μελιού στην Ευρώπη. Ερημίτρια, κάτοικος ενός απομονωμένου χωριού, με μόνη της συντροφιά την κατάκοιτη, τυφλή μάνα της, άντε και κανένα γατί, η θεμελιακή της αρχή σε σχέση με τις μέλισσες είναι πάντα να παίρνει μόνο το μισό μέλι και να αφήνει το υπόλοιπο για το μελίσσι.

Σημείωση: η συμβατική μελισσοκομία δεν αφήνει τίποτα για τις μέλισσες και συχνά υποκαθιστά με απλό ζαχαρόνερο το θρεπτικό μέλι που έχουν παράξει. Μην ξεχνάτε, το μέλι προορίζεται για να καταναλωθεί από το μελίσσι. Ίσως οι βίγκαν να έχουν κάπου δίκιο σχετικά με το πώς φερόμαστε σε αυτές τις ευαίσθητες υπάρξεις στις οποίες χρωστάμε τόσα.

Δεν θα σας αποκαλύψω το κεντρικό θέμα της πλοκής (ναι έχει και πλοκή!), αλλά η όλη ταινία τελικά γίνεται μία αλληγορία για τον γρήγορο, αδίστακτο καπιταλισμό που εκμεταλλεύεται αναγκαστικά τη φύση και ο οποίος μπορεί να κάνει την εμφάνιση του ακόμα και σε τόσο αρχέγονες κοινωνίες, αλλά και ταυτόχρονα πώς ο άνθρωπος μπορεί να ζήσει σε συνεργασία μαζί της χωρίς να την βιάζει προς ιδίον όφελος.

Το Honeyland ήταν η πρώτη ταινία η οποία ήταν ταυτόχρονα υποψήφια για τα Όσκαρ ντοκυμανταίρ και ξενόγλωσσης ταινίας το 2020. Τελικά κέρδισε στην πρώτη κατηγορία και ίσως να είχε κερδίσει και στην δεύτερη αν τα Παράσιτα δεν είχαν αφήσει όλον τον κόσμο (μαζί τους κι εμένα) με το στόμα ανοιχτό. Ίσως το Honeyland να άξιζε και το όσκαρ ξενόγλωσσης μόνο και μόνο για να γίνει ακόμα πιο γνωστή – είναι ένα πραγματικά σπάνιο αριστούργημα.

The Game Changers (2018)

O Patrik Baboumian είναι βίγκαν. Ποιος είπε για πρωτεΐνες;

Όταν αυτή η ταινία βγήκε στο Netflix, μου την πρότειναν τουλάχιστον 3 διαφορετικοι γνωστοί μου. Αυτό το έργο τους έκανε να σκεφτούν να στραφούν στο βιγκανισμό όταν άλλα έργα στο μήκος κύματος του Earthlings είχαν αποτύχει.

Η αλήθεια είναι ότι όσοι λένε ότι ακολουθούν μια διατροφή που βασίζεται σε φυτά (plant-based diet), συνήθως θέλουν να πουν ότι είναι βίγκαν αλλά δεν θέλουν να ταυτιστούν με το πολιτικό στίγμα του βιγκανισμού. Μια δειλή κίνηση για κάποιους, όμως είναι κι αυτός άλλος ένας τρόπος να μειωθεί η παγκόσμια κατανάλωση κρέατος. Ο σκοπός αγιάζει τα μέσα;

Το Game Changers (λινκ για την ταινία στο Youtube, παραθέτω με κάθε επιφύλαξη – ποιος ξέρει πόσο ακόμα θα υπάρχει; Πάρτε και λινκ για άρθρο στη Wikipedia) εξετάζει το κατά πόσο μία καθαρά ή ως επί το πλείστον αυστηρά χορτοφαγική διατροφή είναι πιο υγιεινή από τη συνηθισμένη παμφάγα ή ακόμα και κρεατοφαγική διατροφή η οποία είναι τόσο συνηθισμένη στον ανεπτυγμένο κόσμο. Παίρνει συνεντεύξεις κυρίως από αθλητές, strongmen και ινδαλματικές φιγούρες της ωμής δύναμης όπως ο Arnold Schwarzenegger, ο οποίος και αυτός δηλώνει plant-based εδώ και κάποια χρόνια.

Ο κύριος Psychoyos (ο οποίος σκηνοθέτησε το The Cove για το οποίο γράφω παραπάνω και που φαίνεται ότι ασχολείται σοβαρά με οικολογικά και φιλοζωικά θέματα) έχει ξεσηκώσει θύελλα αντιπαραθέσεων με το έργο του και όπως κάθε φορά που ένα ανατρεπτικό πόνημα κερδίζει τα φώτα της δημοσιότητας, έχει δεχτεί πολλή κριτική από «ειδικούς της διατροφής».

Δεν είμαι σε θέση να ξέρω ποια μεριά έχει τελικά δίκιο – παραδέχομαι ότι κάποια από τα επιχειρήματα κατά του κρέατος ήταν τραβηγμένα, αλλά παρακολουθώ τη συζήτηση με ενδιαφέρον. Άλλα επιχειρήματα που χρησιμοποίησαν όσοι άσκησαν κριτική στην ταινία σχετικά με έρευνες πληρωμένες από τη βιομηχανία βίγκαν προϊόντων φαίνεται να αγνοούν ότι το ίδιο ακριβώς πρόβλημα ισχύει και από την αντιπέρα όχθη, η οποία έχει σίγουρα πολύ πιο βαθιές τσέπες. Μπορείτε να ακολουθήσετε αυτήν την (τετράωρη!) συζήτηση σε αυτό το επεισόδιο του Joe Rogan Experience ή να δείτε αυτό το μάλλον καλοζυγισμένο review.

Τέλος πάντων: αυτή η μανία να ξεψυρρίζουμε τα επιχειρήματα σχετικά με τη διατροφή είναι απλά παράδοξη, και μάλλον ύποπτη, όταν τα οικολογικά ή φιλοζωϊκά επιχειρήματα υπέρ μιας χορτοφαγικής ή αμιγώς χορτοφαγική διατροφής είναι απλώς αδιαπραγμάτευτα.

Heima (2007)

Για χρόνια είχα μια αφίσα του Heima που με ακολουθούσε σε διάφορα σπίτια από τα οποία πέρασα. Πρόσφατα την ξεφορτώθηκα γιατί πλέον είχε φθαρεί αρκετά, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι το Heima δεν συνεχίζει να έχει μια θέση στην καρδιά μου.

Η ιδέα της ταινίας απλή: οι Sigúr Rós κάνουν περιοδεία στην πατρίδα τους (“heima” — κάτι σαν το “Heimat” στα γερμανικά), την Ισλανδία, και μέσα από την μουσική τους ανακαλύπτουμε τη μαγευτική αυτή χώρα, κάθε χωριό ή πόλη κι ένα τραγούδι. Είχα την τύχη να επισκεφθώ την Ισλανδία το 2017 με τη Μαριλένα (με την οποία μοιραζόμαστε την αγάπη για αυτό το θρυλικό συγκρότημα) και είδαμε και τους Sigúr Rós στο Reykjavík, αλλά δεν ήταν καλοκαίρι…

Ακόμα δεν έχουμε δει το Heima μαζί με τη Μαριλένα, αλλά θα γίνει κι αυτό κάποια στίγμη.

Jodorowsky’s Dune (2013)

Το storyboard της σπουδαιότερης ταινίας που δεν γυρίστηκε ποτέ.

Γνωρίζετε τον Alejandro Jodorowsky? Εγώ δεν τον ήξερα πριν δω αυτή την ταινία, αν και είχα ακουστά και τελικά είχα την τύχη να δω σε μεγάλη οθόνη το Holy Mountain. Ποιος είναι ο κύριος; Γκουχ – Βικιπαίδεια, έλα να με σώσεις για άλλη μια φορά: «Since 1948, Jodorowsky has worked as a novelist, screenwriter, a poet, a playwright, an essayist, a film and theater director and producer, an actor, a film editor, a comics writer, a musician and composer, a philosopher, a puppeteer, a mime, a psychologist and psychoanalyst, a draughtsman, a painter, a sculptor, and a spiritual guru».

Κάποια στιγμή στην καριέρα του, ο εξαιρετικά δημιουργικός αυτός κύριος αποφάσισε να ασχοληθεί με το βιβλίο που κέρδισε τις καρδιές μιας ολόκληρη γενιάς, το ιερό τέρας της επιστημονικής φαντασίας (κι ένα απο τα δικά μου αγαπημένα βιβλία), το Dune του 1965 (κριτική μου στα αγγλικά εδώ).

Αντίθετα όμως από τους περισσότερους σκηνοθέτες, ειδικά στις μέρες μας, που προσπαθούν να κρατήσουν την ταινία όσο πιο κοντά στο βιβλίο μπορούν, ο Jodorowsky προσπάθησε να κάνει το αντίθετο: να χρησιμοποιήσει το βιβλίο σαν πρόσχημα για μια φαντασμαγορία που είχε σκοπό να αλλάξει τα μυαλά των νέων «σαν μια εμπειρία με LSD». Δεν είμαι καν σίγουρος αν είχε διαβάσει το βιβλίο, το οποίο μου φαίνεται απλά φοβερά αστείο και τρομερά in-character.

Προβλήματα χρηματοδότησης τελικά σήμαιναν ότι το Dune δια χειρός Jodorowsky θα έμενε για πάντα ένα βήμα πριν την παραγώγη, στο storyboard, το εξώφυλλο του οποίου βλέπετε παραπάνω. Αν είχε γυριστεί αυτή η ταινία, οι συντελεστές της θα συμπεριλάμβαναν τους Moebius, Pink Floyd, H.R. Geiger, Salvador Dalí, Mick Jagger, Orson Welles… Θα έμενε στην ιστορία – αν όχι σαν μια ταινία που θα άλλαζε τον κόσμο, σίγουρα σαν μια παράξενη και αξιοσημείωτη σελίδα στην ιστορία της τέχνης.

Επίσης, δεν θα είχε έρθει ποτέ στα χέρια μας αυτό το σπαρταριστό ντοκυμανταίρ χάρη στο οποίο γνωρίζω τελικά σήμερα και για τον Jodorowsky και για αυτή την ταινία η οποία μου ξύπνησε το αγαπημένο μου είδους φαντασίας: αυτή του what if?

Άρθρο που είχα γράψει κάποτε ορμώμενος από αυτήν την ταινία (στα αγγλικά): κι αν το Jodorowsky’s Dune είχε γίνει τόσο διάσημο και επιδραστικό όσο το Star Wars?


Κάποιες από αυτές τις ταινίες είναι λίγο πιο δύσκολο να τις βρείτε. Συνιστώ να δοκιμάσετε το Cinobo, το οποίο έχει αρκετές από αυτές τις πιο δυσεύρετες και αξίζει γενικά τη μηνιαία συνδρομή του.

HOW DOES THE GREEK ACCENT MAKE YOU FEEL?

One of our recent Easy Greek episodes was on the particularities of the Greek accent in English. My thanks go out to all volunteers who accepted showing their “imperfect” Greek accent to the world.

As an unofficial sequel of this video, I shot another one where I talk (in English) about how it’s always been a burden for me to be expected to speak with an Australian or native accent, when I didn’t grow up or have hardly ever used the language in a native context — that is, having mostly ever used English as a means of communication with people who grew up speaking a different language; what it means to have a strong accent; whether one should be ashamed or proud of their accent, and what does it all mean in the current climate when English is the de facto global language it is today, i.e: what accent is a person speaking proper, international, L2 English  be expected to have?

 

15 ΑΓΑΠΗΜΕΝΟΙ ΣΥΝΘΕΤΕΣ ΜΟΥΣΙΚΗΣ ΓΙΑ ΒΙΝΤΕΟΠΑΙΧΝΙΔΙΑ

Όλοι μας έχουμε τα κομμάτια και τη μουσική με την οποία μεγαλώσαμε. Αυτή μπορεί να είναι λαϊκά, κομμάτια που τα τραγούδαγαν ή τα έπαιζαν στο σπίτι, μουσική από ταινίες και παιδικά, ή κλασική μουσική, ροκ, ποπ… όλοι έχουμε τις δικές μας ιστορίες και ακούσματα.

Εγώ δεν άκουγα μουσική μέχρι περίπου τα 13, όταν ξεκίνησα να κατεβάζω .mp3 ποπ μουσικής όταν άρχισα να συνειδητοποιώ ότι φαινόμουν τελείως ούφο στους συμμαθητές, φίλους και κορίτσια των οποίων την προσοχή ήθελα να τραβήξω, γιατί δεν έβλεπα και δεν ήξερα τι έπαιζε στο MAD και στο MTV. Η απόπειρα καμουφλάζ απέτυχε, βέβαια: γρήγορα άρχισε να μου αρέσει η ροκ και η ηλεκτρονική και αργότερα, όπως κάθε έφηβος που σέβεται τη μοναδικότητα του, άρχισα να καλλιεργώ τα δικά μου γούστα.

Είναι όμως εντυπωσιακό ότι μέχρι τα 13 δεν είχα καμία επαφή πέραν ελαχίστων εξαιρέσεων με τη δημοφιλή μουσική, είτε ελληνική είτε ξένη.

Βέβαια, η αλήθεια είναι ότι άκουγα μουσική. Απλώς για πολλούς αυτού του είδους η μουσική «δεν μετράει»: άκουγα φανατικά τη μουσική των ηλεκτρονικών παιχνιδιών με τα οποία μεγάλωσα. Η μουσική αυτή είναι το δικό μου γνώριμο ηχοτοπίο, η δική μου ηχητική πατρίδα, ο δικός μου Χατζιδάκις. Μέχρι σήμερα η μουσική ενός παλιού αγαπημένου τίτλου μου φέρνει πολύ περισσότερη νοσταλγία απ’ ότι το να βλέπω βιντεάκια του παιχνιδιού, ακόμα και να το ξαναπαίζω με τα μάτια ενός ενήλικα.

Είναι εντυπωσιακό ότι ακόμα για παιχνίδια τα οποία πια μπορεί να μην ξανάπαιζα πια, ή τα οποία μπορεί να έχω προσπαθήσει επί ματαίω να ξαναπιάσω και να έχω αποτύχει, η μουσική τους ακόμα με συνεπαίρνει. Μία ένδειξη ότι η ακοή μας είναι καλωδιωμένη διαφορετικά με το συναίσθημα απ’ ό,τι η όραση.

Λοιπόν η αγάπη μου για αυτή την πτυχή της τέχνης των ηλεκτρονικών παιχνιδιών έχει παραμείνει μαζί μου και αυτά τα χρόνια εμπειρίας με έχουν αφήσει με πολλούς αγαπημένους καλλιτέχνες. Ορισμένων τις συνθέσεις τις πρωτοάκουσα μικρός, άλλων πιο μεγάλος, αλλά δεν υπάρχει διαχωρισμός στη δισκοθήκη του μυαλού μου — μπορεί μια μέρα να ξυπνήσω και να παίζει στο μυαλό μου ένα κομμάτι που πρωτογούσταρα μικρός και έχω να ακούσω χρόνια, ή που άκουσα χτες.

Σας παραθέτω μερικούς από τους αγαπημένους μου συνθέτες στη σειρά με τους γνώρισα και αγάπησα μέσα στη ζωή μου.

Koji Kondo

Αν υπάρχει ένας σούπερσταρ συνθέτης μουσικής για παιχνίδια, αυτός είναι ο Koji Kondo. Αν γνωρίζετε μόνο ένα από τα ονόματα σε αυτή τη λίστα, κατά 99% αυτό είναι το όνομα του Koji Kondo, και αν και ακούγεται απίστευτο, είναι πολύ πιο διάσημος μέσω του έργου του από την συνονόματη και συμπατριώτισσα του Marie Kondo που τον τελευταίο καιρό έχει γίνει οικείο όνομα για πολλούς μέσα από τη σειρά της στο Netflix.

Ο Kondo-san ήταν εκεί όταν άκουσα για πρώτη φορά αυτό το κομμάτι στα 4 μου, σε κάτι ξαδέρφια μου στην Αυστραλία.

Ο Kondo έχει κάνει τη μουσική και για διάφορα άλλα παιχνίδια όπως το Star Fox 64 (Lylat Wars), αλλά από ένα σημείο και μετά επικεντρώθηκε μόνο στα Mario και Zelda. Θα μπορούσα να κατονομάσω δεκάδες παιχνίδια που έχω παίξει όλα αυτά τα χρόνια με μουσική του κυρίου Kondo που λάτρεψα… αλλά θα αναγκαστώ να κάνω μια επιλογή!

Super Mario BrosUnderground (το οποίο είχα κάνει “α καπέλλα” με τον φίλο μου τον Μάριο) και η αγαπημένη μου εκδοχή του Underground από το Mario 64: Cave Dungeon/Hazy Maze Cave). Το Youtube πρόσφατα με δίδαξε ότι είναι εμπνευσμένο από αυτό το κομμάτι ονόματι Let’s Not Talk About It.
Super Mario Bros. 2Overworld
Super Mario Bros. 3Air Ship | Map Themes
Yoshi’s Island (πάρτε το όλο. Και ίσως το αγαπημένο μου: Koopa/Baby Bowser — απόδειξη ότι ο Koji ροκάρει για τα καλά. Για χρόνια έκανα requests στο OCRemix για να το κάνουν metal cover, αλλά δεν έχω ακούσει κανένα που να είναι καλύτερο από το πρωτότυπο!)
Super Mario 64File Select, Bob-omb Battlefield, Wing Cap, Dire Dire Docks, Staff Roll
Lylat WarsDestinations Map, KatinaZoness, Area 6

Το soundtrack για το τρισυπέρτατο Legend of Zelda: Ocarina of Time και το soundtrack του ήταν το τελευταίο που συνέθεσε ο Kondo-san μόνος του. Forest Temple | Fairy FountainHyrule Field | Town (Market)Zora’s Domain | Spirit Temple | Lost Woods (ίσως το πιο αξεπέραστο earworm του Kondo), Gerudo Valley

Majora’s MaskAstral Observatory | Final Hours (από τα πιο σκοτεινά, επιβλητικά και ανατριχιαστικά VG κομμάτια που μπορώ να σκεφτώ)
Wind Waker – The Great Sea (αυτό λέει ότι έχει τέσσερεις συνθέτες: Kenta Nagata, Hajime Wakai, Toru Minegishi, Koji Kondo. Πώς λειτουργει αυτό;)

Και ο κατάλογος συνεχίζεται. Απλά θρύλος!

Eveline Fischer

Μαθήτρια του Dave Wise (δείτε παρακάτω). Έγραψε το μεγαλύτερο μέρος της μουσικής του Donkey Kong Country 3. Μου άρεσε τόσο η μουσική του παιχνιδιού αυτού που την άφηνα να παίζει μόνη της (να ‘ναι καλά το παλαί ποτέ sound test). Η μάνα μου, ακούγοντας τη μουσική ενώ έπαιζα, μου είχε πει ότι της θύμιζε Tangerine Dream. Κι εγώ, γύρω στα 8, έψαχνα τη δισκοθήκη να βρω Tangerine Dream και να ακούσω κι άλλη μουσική σαν αυτή του DKC3! Αλλά όχι, τίποτα δεν ήταν σαν το Rockface Rumble…

Northern Kremisphere | Submap Shuffle | Stilt VillageRockface Rumble | Cascade CapersNuts & Bolts  | Big Boss Blues (wOOOw!) — Για μένα το καλύτερο soundtrack της σειράς – ίσως επειδή έπαιξα το 3 πρώτο…

David Wise

Ο Dave Wise ήταν και αυτός παιδί της Rare, από τους ορίτζιναλ, και μέντορας της Eveline Fischer (πάνω) και Grant Kirkhope (κάτω). Οι πιο διάσημες συνθέσεις του είναι μάλλον η δουλειά του για τη σειρά Donkey Kong Country, συμπεριλαμβανομένου του πρόσφατου Tropical Freeze. O Grant και ο Dave συνεργάστηκαν πρόσφατα και στο Yooka-Laylee και στο Impossible Maze.

Donkey Kong Country: Aquatic Ambience | Fear Factory | King K Rool
Donkey Kong Country 2: Stickerbrush Symphony | Island Map Theme | Funky Theme | Klubba’s ReveilleCrocodile Cacophony

Grant Kirkhope

Ο κύριος Kirkhope είναι διάσημος για τη συνεισφορά του στα 3D platformers της Rare για το N64. Oι παιχνιδιάρικες απ’ τη μία και μυστηριώδεις απ’ την άλλη δημιουργίες του έχουν μαρκάρει με ανεξίτηλη στάμπα αυτή την εποχή στην ιστορία των games και για πολλούς ο Grant Kirkhope είναι όσο συνυφασμένος με τη Rare όσο ο Nobuo Uematsu με τη Square, για παράδειγμα (περισσότερα αργότερα).

Πλέον δεν δουλεύει για τη Rare, αλλά πιο πρόσφατα συνέθεσε κάποια κομμάτια για το Hat in Time και το Yooka-Laylee και έκανε ρεμίξ για τα κομμάτια από το Banjo-Kazooie στο Smash Bros. Ultimate.

Επίσης είναι ο δημιουργός του περιβόητου hate-to-love-it DK Rap.

Banjo-Kazooie: Grunty’s Lair (με όλες τις παραλλαγές — πολύ καινοτόμο πράγμα τότε!), Treasure Trove Cove | Freezeezy PeakGrunty’s Furnace Fun | Jinjonator
Banjo-Tooie: Jinjo Village
GoldenEye: Facility | FrigateStatue | Cradle
Viva Piñata: Όλο το soundtrack (αλήθεια ποια είναι η αντίστοιχη ελληνική λέξη;), όπως και το ίδιο το παιχνίδι, είναι σούπερ χαλαρωτικό. Ποτέ δεν κατάφερα να φέρω τα λιοντάρια ή τους αετούς στον κήπο μου, αλλά δεν πειράζει, καλά πέρασα.

Και όταν είχα βρει τυχαία αυτή την ροκ έκδοση του Banjo theme στο Kameo (ένα Banjo kameo στο Kameo! Guh-huh!) είχα ενθουσιαστεί τόσο, που είχα αφήσει σχόλιο στη σελίδα του Grant Kirkhope στο MySpace, τον είχα ευχαριστήσει, και τον είχα ρωτήσει αν έπαιζε αυτός την ηλεκτρική κιθάρα. Και μου είχε απαντήσει πως ναι, και πως είναι μεγάλος ροκάς! \m/

Jake “virt” Kaufman

Είχα αφιερώσει ένα ολόκληρο post για τον Jake Kaufman πριν χρόνια.

Πρωτοάκουσα τη δουλειά του εν λόγω κυρίου όταν ακόμα υπέγραφε ως virt, στο Blood of Ganon, ένα από τα καλύτερα remix από τα 2D Zelda και ένα από τα καλύτερα που έχω ακούσει μέχρι και σήμερα.

Από remixer ο virt έγινε ένας από τους πιο αναγνωρισμένους και ταλαντάχους συνθέτες του χώρου σήμερα, κι έχει υπογράψει μερικά από τα πιο πιασάρικα και ποιοτικά soundtracks των τελευταιών χρόνων, ειδικά σε πιο retro ενορχηστρώσεις.

Το OST του Shovel Knight πρέπει να είναι από τα καλύτερα chiptune soundtracks που έχουν γραφτεί.

Shovel KnightMain Theme | The ExplodatoriumStrike the Earth! Plains of Passage
Shantae and the Pirate’s CurseScuttle TownRave in the Grave (“so Castlevania it hurts”) | Trip Through Sequin Land

Α και τσεκάρετε άλλο ένα παλιό ρεμίξ του, το Crystal Flash. Αυτή τη φορά για το Super Metroid. Εκπληκτικό

Kenji Yamamoto

Ο κύριος Yamamoto έχει επιμεληθεί τη μουσική για όλα (;) τα Metroid πέρα από το πρώτο. Η μουσική του ξεχωρίζει ανάμεσα στα soundtracks άλλων παιχνιδιών της Nintendo για την αγνή ατμοσφαιρικότητα και το νεύρο της. Να κι ένα ενδιαφέρον άρθρο για τη δημιουργική διαδικασία πίσω από το Super Metroid.

Super Metroid – Prologue Intro Theme | Lower Brinstar | Upper Brinstar | Mother Brain | Ending (κάποια από αυτά τα έχει γράψει η Minako Hamano, αλλά δεν ξέρω ποια. Συγγνώμη, Hamano-san αν σε αδικώ εδώ!)
Metroid PrimeOpeningMenu Theme — (σε συνδυασμό ίσως η αγαπημένη μου εισαγωγή σε παιχνίδι απ’ όσα έχω παίξει. Μου φέρνει σχεδόν πάντα ανατριχίλες, και δεν είμαι και hardcore Metroid fan. Να και ένα άριστο, σχεδόν definitive remix από το Smash που συνδυάζει αυτά τα δύο κομμάτια που μαζί απλά ανεβάζουν τον πήχη) — Phendrana Drifts | Meta Ridley Battle | Tallon IV | Hive Mecha / Incinerator Drone

Εδώ ο Kenji και η Minako και… ποιος είναι αυτός στη μέση;

Nobuo Uematsu

Ο κύριος Uematsu είναι συνδεδεμένος με τα παιχνίδια Final Fantasy κυρίως. Ενώ έχω παίξει τα 6, 7, 8, 10 και 12, ποτέ δεν τερμάτισα κανένα τους (για κάποιον λόγο), και ποτέ δεν ήμουν πραγματικά μεγάλος θαυμαστής της σειράς, αλλά αυτό δεν με εμπόδισε να αγαπήσω τη μουσική αυτών των παιχνιδιών.

Χρόνια μετά, τερμάτισα το πρώτο μου παιχνίδι με μουσική από Uematsu, το Lost Odyssey.

Final Fantasy VIBattle Theme | Terra’s Theme (overworld)
Final Fantasy VII Battle Theme | Fight On! (Battle Theme)
Final Fantasy VIIILiberi Fatali (απλά έπικ) | Force You Way (boss theme) | Balamb Garden | Fisherman’s Horizon
Final Fantasy XTo Zanarkand | Battle Theme | Otherworld (final boss) – ουμφ!
Final Fantasy XIIPrelude

Lost OdysseyBattle Theme | Neverending Journey | Battle Conditions (μα πόσο ροκάρει αυτός ο Uematsu)

Μιας που μιλάμε για το Lost Odyssey, πέρα από τη μουσική, αυτό που θυμάμαι από το παιχνίδι περισσότερο τώρα, 10+ χρόνια μετά, είναι το A Thousand Years of Dreams, μικρές ιστορίες που θυμάται ο αθάνατος πρωταγωνίστης από τα χίλια χρόνια στα οποία έχει ζήσει μεταξύ θνητών και με όλη τη σοφία που δεν μπορεί να τους μεταδώσει. Η αφήγηση θυμίζει βιβλίο ή visual novel και θυμίζει καλό μελό που μπορεί να σου δώσει ένα ποιοτικό δραματικό άνιμε. Πάντα τις θυμάμαι αυτές τις ιστορίες όταν ακούω ανθρώπους να εύχονται να μπορούσαν να ζήσουν για πάντα.

Motoi Sakuraba

Άλλος ένας δημιουργικότατος ιάπωνας συνθέτης που έγινε γνωστός κυρίως για τη μουσική που έγραψε για JRPG αλλά πρόσφατα έμαθα ότι έγραψε και τη μουσική για τα Dark Souls! Δεν τα έχω παίξει αρκετά για να έχω κάποια μουσική να μου έρχεται τώρα από μόνη της στο μυαλό, βέβαια…

Πρωτοήρθα σε επαφή με τη μουσική του από τα δύο Golden Sun για το Game Boy Advance, ίσως το αγαπημένο μου JRPG μέχρι και σήμερα, κι ας το έπαιξα μόνο μια φορά – ίσως επειδή είναι από τα λίγα που όντως τερμάτισα! Απίστευτο τι μουσική κατάφερε να γράψει για ένα παιχνίδι του Game Boy Advance.

Tales of PhantasiaHarmonious Moment | Fighting of the Spirit | Morlia Gallery
Golden Sun Vale, Kolima/Mogall Forest, Saturos Battle Theme, Sea of Karagol, Venus LighthouseLemuria Doom Dragon
Mario GolfToad Highlands

 

Christopher Tin

O Christopher Tin έγινε γνωστός με το soundtrack για το Civilization IV και το ανεπανάληπτο Baba Yetu. Όταν βγήκε, με θυμάμαι εκεί, 16 χρονών, να το αφήνω κάθε φορά να παίξει ολόκληρο και απλά να χαζεύω τη γη να περνάει από μέρα σε νύχτα, από νύχτα σε μέρα και πάλι από την αρχή. Ποτέ δεν περίμενα ότι το Πάτερ Ημών στα σουαχίλι θα με γοήτευε τόσο διαχρονικά.

Δεν ήμουν ο μόνος που πρόσεξε πόσο καταπληκτικό τραγούδι ήταν το Baba Yetu. Αυτό το τραγούδι ήταν τόσο καλό και έλαβε τέτοια υποδοχή που ενέπνευσε από μόνο του έναν ολόκληρο δίσκο, το Calling All Dawns. Το πάντρεμα κλασικής και «έθνικ» μουσικής του τον έχει κάνει έναν από τους αγαπημένους μου δίσκους γενικότερα, και παραμένει τόσα χρόνια μετά. Η έκδοση του Baba Yetu στο Calling All Dawns απέσπασε για τον Tin δύο Grammy και ήταν η πρώτη φορά που κομμάτι που γράφτηκε για βιντεοπαιχνίδι κέρδισε αυτό το βραβείο.

Έπειτα ο Tin έβγαλε τον πνευματικό διάδοχο του Calling All DawnsThe Drop that Contained the Sea το οποίο έχει μερικά αριστουργηματικά κομμάτια (όπως το Temen Oblak), και τώρα περιμένουμε με αγωνία το To Shiver the Sky.

Civilization VISogno di Volare (πολύ catchy αλλά ένα κλικ κάτω από το Baba Yetu για μένα λόγω θεματολογίας).

Yuu Miyake

Θα γράψω μόνο δύο λέξεις. Katamari. Damacy.

Katamari DamacyKatamari on the Rock (το anthem μου μεταξύ των 17 και 19) | Cherry Blossom Color Season | LONELY ROLLING STAR | Lovely Angel | You Are Smart

Πώς γίνεται πάνω από 15 χρόνια αυτό το soundtrack να συνεχίζει να ακούγεται τόσο φρέσκο; Ή απλά είμαι γέρος και δεν ξέρω τι σημαίνει φρέσκο…

Andreas Waldetoft

Ο σκανδιναβός κύριος από ‘δω είναι από τους long-time συνθέτες της Paradox Interactive. Έχει υπογράψει τις μουσικές για τις σειρές Europa Universalis, Crusader Kings, Victoria, Hearts of Iron και άλλες. Δεδομένου ότι σε αυτά τα παιχνίδια έχω ρίξει κάποιες εκατοντάδες ώρες όλες μαζί, θα έλεγα ότι έχω ακούσει τις μουσικές του από άποψη καθαρού χρόνου περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο σε αυτή τη λίστα.

Hearts of Iron IIOverture
Europa Universalis IIIConquistador, The Highland Wanderer, East vs. West, A Cruce Victoria
Crusader Kings IIMain Title, In Taberna, A Simple Song for Commoners, Saladin Besiege Jerusalem
Europa Universalis IVThe Voyage

Πάρτε και το soundtrack του πρώτου Victoria με διάφορα ωραία κλασικά κομμάτια. Φαντάζομαι ο Waldetoft τα διάλεξε.

Danny Baranowski

Ο DannyB έκανε όνομα γράφοντας τη μουσική για το Super Meat Boy. Αργότερα, οι οικονομικές διαφωνίες με τον δημιουργό του, τον Edward Mcmillen, σχετικά με τα κέρδη από τις νέες μεταφορές του παιχνιδιού σε περισσότερες κονσόλες, οδήγησαν στη δημιουργία ενός νέο OST από τελείως διαφορετικό συνθέτη. Μέχρι και σήμερα, το soundtrack του Baranowski για το PC και Xbox 360 θεωρείται εν πολλοίς το de facto OST.

Ο DannyB επίσης έγραψε τη μουσική για το Binding of Isaac (που μετά το διαζύγιο του με τον McMillen είχε παρόμοια κατάληξη) αλλά και για το Crypt of the Necrodancer, όπου έκανε επίδειξη καλλιτεχνικής δύναμης. Αυτή του η επιτυχία του έστειλε επάξια την ανάθεση του Cadence of Hyrule, του remix του Necrodancer σε ρυθμούς Legend of Zelda. Δεν πρόλαβα να το παίξω καθώς πούλησα το Switch μου πριν κάποιους μήνες, αλλά ίσως μια μέρα.

Super Meat Boy: Chapter 2 Dark World | Chapter 4 Dark World
Crypt of the Necrodancer: 1-3 (Mausoleum Mash) | (2-1 (Fungal Funk) | 3-2 (Dance of the Decorous) | 3-3 (A Hot Mess),

Disasterpeace

Έμαθα τον Disasterpeace για πρώτη φορά από τη συνεισφορά του στο 25YEARLEGEND στο OCREMIX (πλάκα-πλάκα, ένα από τα ελάχιστα σάιτ το οποίο υπάρχει ακόμα από το 2002, όταν πρωτοξεκίνησα να μπαίνω, και χωρίς καμία υπερβολικά ριζική αλλαγή).

Τον αγάπησα όμως για τη δουλειά του στο Fez. Ξέρω ότι το παιχνίδι έχει  άσχημη φήμη, αλλά για μένα όλη η παραφιλολογία γύρω από τον Phil Fish απλά κάνει το παιχνίδι ακόμα πιο μυστήριο και ελκυστικό — ένα αριστούργημα του οποίου ο δημιουργός ήταν λίγο μαλάκας, όπως τόσοι μεγάλοι καλλιτέχνες στην ιστορία της τέχνης.

Αυτό το παιχνίδι με έχει χαράξει. Ίσως είναι η περίοδος στη ζωή μου που το έπαιξα, το καλοκαίρι του ’13, ίσως είναι ο τρόπος που το έπαιξα (όπως πρέπει – με στιλό και χαρτί δίπλα μου at all times!), ίσως είναι η γενικότερη αγνά ψυχεδελική αισθητική του που μαζί με τη θρησκευτική θεματολογία του με άγγιξε με έναν αναμφίβολα πνευματικό τρόπο. Ακούστε και απολαύστε, κι ας μην παίξατε ποτέ το παιχνίδι.

Ελπίζω να δοκιμάσω το Hyper Light Drifter και τη μουσική του μια μέρα.

Christophe Heral

Έχετε ακούσει πόσο θεόμουρλα είναι τα soundtrack των Rayman Origins και Rayman Legends; Μπορούμε να ευχαριστούμε τον κύριο Heral γι’ αυτό.

Γενικά αυτά τα soundtrack είναι ότι πιο φρέσκο, κεφάτο, χαρούμενο, καλογραμμένο και καλοφτιαγμένο έχουν ακούσει τα αυτιά μου αυτές τις δεκαετίες που ακούω μουσική, και όχι μόνο για βιντεοπαιχνίδια.

Rayman OriginsThe Lum KingChest | Shooter – KazooLums of the Water (Glou Glou) | The Lums’ Dream
Rayman LegendsMariachi Madness | Gloo Gloo

Επίσης:
Beyond Good and EvilPropaganda, και το Spanish Bar, το οποίο για χρόνια ήταν το ringtone μου.


Ειδική μνεία για τους:

Stephen Rippy & Kevin McMullan για το Age of Empires II (shhh, ha)

Jim Guthrie για το Superbrothers Sword & Sworcery LP (Unknowable Geometry & And Then We Got Older)

Mike Morasky για το Portal 2 (ναι ναι μπορεί να πείτε Jonathan Coulton αλλά νομίζω ότι όλο το OST του Portal 2 είναι ανώτερο από το Still Alive ή το Want You Gone).


Θα ήθελα να μάθω περισσότερους συνθέτες και αγαπημένη σας μουσική από βιντεοπαιχνίδια, αν και ήδη γνωρίζω ότι δεν είναι το ίδιο αν δεν παίξεις το παιχνίδι πρώτα.

Αλλά, όπως και στις ταινίες, μερικές φορές η μουσική είναι απλά τόσο καλή που μπορεί να αποκτήσει και δική της ζωή, ανεξάρτητα από το έργο για το οποίο γράφτηκε αρχικά. Οπότε, διδάξτε με!

ΚΑΛΟΣ ΚΙ Ο ΑΜΑΖΟΝΙΟΣ, ΑΛΛΑ…

Αφίσα από το 1991, “Save the Rainforest”. Κανείς δεν περίμενε τότε ότι η αδάμαστη όρεξη δισεκατομμυρίων για κρέας κάθε μέρα θα υπερτερούσε.

Ήμουν τον Ιούλιο στα Λουτρά Ωραίας Ελένης Κορινθίας, στο μικρό εξοχικό μας εκεί.

Είχα πάει βόλτα στον κεντρικό δρόμο κι ανακάλυψα ένα νέο μπαρ το οποίο συνδυάζει τυριά, αλλαντικά και μπύρες. Είπα να τους επισκεφθώ κι εγώ, να δοκιμάσω αυτή τη νέα επιχείρηση στο χωριό.

Παρήγγειλα μια Weiss ελληνική και μια ποικιλιά νόστιμων τυριών από διαφορετικά μέρη της Ελλάδας.

Ο ιδιοκτήτης ήταν εκεί μαζί με έναν φίλο του, σε διπλανό τραπέζι. Πήγα στο τραπέζι τους και τους έπιασα την κουβέντα.

Αφού συστηθήκαμε και αναφέραμε περιληπτικά τι κάνουμε στη ζωή μας, ήρθε το πιάτο με τα τυριά.

«Δεν θες να δοκιμάσεις και τα αλλαντικά;» με ρώτησε ο ιδιοκτήτης. «Είναι όλα ντόπια ελληνικά».

«Όχι, αποφεύγω το κρέας γενικά», απάντησα.

«Γιατί; Λόγοι υγείας;» με ρώτησε ο φίλος του. Του απάντησα πως όχι, περισσότερο λόγοι ηθικοί και οικολογικοί. Εκείνος σχολίασε ότι και τα φυτά έχουν συναισθήματα και ότι τα ζώα που εκτρέφουμε θα εξαφανίζονταν αν δεν τα εκτρέφαμε, άρα κάνουμε καλό που τρώμε κρέας. Για την ακρίβεια δεν θυμάμαι ακριβώς τι είπε γιατί δεν ήταν τίποτα που δεν είχα ξανακούσει από διάφορους απολογητές της κρεατοφαγίας.

Γνωστή συζήτηση, αλλά είπα να τσιμπήσω. Ποιος ξέρει. Μπορεί να ήταν κάτι που εκείνοι δεν είχαν ξανακούσει ποτέ.

Τους είπα για το έγκλημα των βιομηχανοποιημένων εκτροφείων, και για να τους φέρω με το μέρος μου (δείχνοντας τους ότι ο τρόπος ζωής μου ήταν κάτι που κι εκείνοι θα μπορούσαν να δοκιμάσουν), τους είπα ότι μερικές φορές τρώω το κρέας όταν πιστεύω ότι έχει μεγαλύτερη σημασία να σεβαστείς τον κόπο που κρύβει η φιλοξενία και να μην αρνηθείς κρέας το οποίο ήδη έχει σκοτωθεί και μαγειρευτεί από το να σηκώσεις μπαϊράκι σε ανθρώπους που θα συνδέσουν την αγνωμοσύνη με τη χορτοφαγία. Τότε είναι που η προσπάθεια σου να κάνεις το καλό γυρίζει μπούμεραγκ.

Επίσης ανέφερα ότι σε παγκόσμιο επίπεδο, η κτηνοτροφία είναι από τους νούμερο ένα παράγοντες για την επιδείνωση της κλιματικής αλλαγής. «Καίνε τον Αμαζόνιο για να καλλιεργήσουν σόγια και να αφήσουν τα γελάδια να βοσκήσουν για να γίνουν μπέργκερ στην άλλη άκρη του κόσμου».

Ένα αχνό χαμογελάκι περιφρόνησης άρχισε να σχηματίζεται στα χείλια των συνομιλητών μου.

«Είναι καλό που σε απασχολεί ο Αμαζόνιος», άρχισε ο ιδιοκτήτης, «αλλά — πού είπες ότι μένεις, στον Οικισμό; Το ξέρεις ότι πριν χτιστούν τα σπίτια εκεί είχε πευκοδάσος; Δεν είναι υποκριτικό να μένεις εκεί και να μου μιλάς για τον Αμαζόνιο;»

Τον κοίταζα με ένα ξαφνικά ένοχο ύφος.

«Πέρα από το μπαρ εδώ που άνοιξα με τη γυναίκα μου, εγώ δουλεύω στα διυλιστήρια, στους Αγ. Θεοδώρους. Δεν με συμφέρει που θα στα πω αυτά, αλλά ξέρεις τι περιβαλλοντική καταστροφή φέρνουμε εμείς; Αναγκάζομαι να δουλεύω εκεί, αλλιώς δεν θα το έκανα. Αλλά λένε να φτιάξουν και εξέδρες. Αυτό θα είναι καταστροφικό. Γιατί δεν σε απασχολεί αυτό;»

Θέα στα διυλιστήρια από τα Λουτρά.

«Κοίτα, είναι κι αυτό σημαντικό, αλλα…»

«Καλός κι ο Αμαζόνιος, αλλά εσείς στις πόλεις και στις οθόνες κοιτάζετε μόνο τι γίνεται στον κόσμο και δεν βλέπετε τι γίνεται στην επαρχία. Τα ΜΜΕ μας έχουν πείσει να χαζεύουμε έξω και να μη βλέπουμε τι γίνεται στον ίδιο μας τον τόπο, στην ίδια μας την πατρίδα. Ξέρεις πόσοι λαθρομετανάστες έρχονται στη χώρα; Δεν θα μείνει Έλληνας για Έλληνας, στο λέω».

«Θα έπρεπε να τους σκοτώνουν στα σύνορα», πετάγεται ο φίλος του.

«Ασ’ τον φίλο μου», συνεχίζει ο ιδιοκτήτης, «είναι λίγο ευέξαπτος. Μην τον παρεξηγείς, έχει καλή καρδιά. Εγώ λέω ότι θα έπρεπε να παίρνουμε μόνο τους καλούς. Τους επιστήμονες. Γιατί να φορτωνόμαστε όλους τους άλλους; Να εκμεταλλεύονται και το σύστημα υγείας; Είναι κατάσταση αυτή, να περιμένουν οι Έλληνες και να εξυπηρετούνται οι ξένοι; Ξέρω τι σου λέω, τα έχω ζήσει».

Εδώ αρχίζω και κοιτάζω τριγύρω μου για εξόδους διαφυγής. Αλλά αντιδράω.

«Δεν ξέρω αν θα έπρεπε να δεχόμαστε όλους τους μετανάστες και με ποια κριτήρια, αλλά οι πρόσφυγες προσπαθούν να ξεφύγουν από πόλεμο. Εδώ δεν έχουμε ζήσει πόλεμο, δεν ξέρουμε τι σημαίνει».

«Άκου να σου πω, μη μου λες εμένα ότι δεν έχουμε ζήσει πόλεμο. Ο παππούς μου έζησε τον πόλεμο, κι εγώ είμαι πολύ άνθρωπος της οικογένειας κι έχω ενσυναίσθηση.  Έτσι νιώθω ότι τον έχω ζήσει κι εγώ. Αυτό είναι από τα αρνητικά μου — συναισθάνομαι και νοιάζομαι για την οικογένεια μου υπερβολικά… Κι άλλωστε, με όσα γίνονται τώρα, δεν είναι σαν να ζούμε πόλεμο;»

«…»

«Ο Αμαζόνιος είναι μακριά. Έχουμε άλλα προβλήματα εδώ…»

Η συζήτηση συνεχίστηκε. Οι συνομιλητές μου παραδέχτηκαν ότι είχαν ψηφίσει και Χρυσή Αυγή, αν και δεν συμφωνούν με όλους τους τρόπους τους, και ο Κασιδιάρης φαίνεται εξηγημένος άνθρωπος.

Έφυγα με ελαφρά πηδηματάκια, ευχαριστώντας τους για τα ελληνικά τυριά και τις ελληνικές μπύρες.

Η καταστροφή του Αμαζονίου, λίγες εβδομάδες αργότερα, πήρε διεθνείς διαστάσεις σα θέμα. Δεν ξέρω αν με θυμήθηκαν οι κύριοι από πάνω, αλλά εγώ τους θυμήθηκα, και τη συζήτηση μας, και είπα να τη μοιραστώ μαζί σας, σαν ένα μικρό στιγμιότυπο από τον τρόπο σκέψης όσων ίσως δεν ανησυχούν τόσο για αυτά τα μεσοαστικά πράγματα.

ΓΙΑΤΙ ΤΟ 42% ΑΠΟΧΗ ΕΙΝΑΙ ΠΛΑΣΜΑΤΙΚΟ

Πολλοί είπαν ότι για τις προχτεσινές εκλογές τα ποσοστά αποχής ξεπεράσανε το 42%.

Αυτό το ποσοστό είναι μεγαλύτερο από το 39% που πήρε η Νέα Δημοκρατία — για την ακρίβεια σχεδόν διπλάσιο, γιατί αυτό το 39% αναφέρεται στο 58% των πολιτών που ψήφισε. Οπότε το 39% αυτού του 58%, ουσιαστικά κάτι παραπάνω από το 22% του συνόλου, ψήφισε ΝΔ.

Συνεπώς, κατά πολλούς αυτό σημαίνει ότι η πλειοψηφία αφήνει την τύχη της χώρας στην μειοψηφία. Κι εγώ είχα πέσει στην παγίδα να φτάσω σε αυτό το συμπέρασμα σε κάτι που είχα γράψει στο παρελθόν.

Παρά τις πραγματικές ανησυχίες σχετικά με την αδιαφορία του κόσμου για την ταυτότητα των αρχόντων του, υπάρχουν κάποιες παράμετροι που δεν έχουν λάβει υπόψην τους όσοι λένε ότι το 42% προτίμησε την παραλία από την κάλπη.

Παρακάτω ένα απόσπασμα από κάτι που είχα μοιραστεί στο FB όταν ήμουν στην εφορευτική επιτροπή στο εκλογικό κέντρο που ψήφιζα στις εκλογές του Σεπτεμβρίου του ’15.

Ήμουν εφορευτική επιτροπή χτες. Από τους 567 εγγεγραμμένους στο εκλογικό τμήμα, οι 60 από τους 280 που δεν εμφανίστηκαν ήταν γεννημένοι πριν από το 1915. Πριν 100 χρόνια τουλάχιστον. Από τους άλλους, 287, οι 81 ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ, οι 76 ΝΔ. Τρίτο το Κόμμα Υπεραιωνώβιων!

Πόσους Έλληνες και Ελληνίδες γνωρίζετε εσείς που να μένουν στο εξωτερικό; Αν διαβάζετε αυτό το μήνυμα είστε πιθανότατα ανάμεσα σε αυτό το πολύ μεγάλο νούμερο ανθρώπων που δεν τους επιτρέπειται η ψήφος. Πόσους γνωρίζετε οι οποίοι ψηφίζουν μακριά από τον τόπο κατοικίας τους δεν έχουν τα χρήματα να ψηφίσουν στην άλλη άκρη της Ελλάδας, ή στην άλλη άκρη του κόσμου;

Πόσοι από τους εγγεγραμμένους είναι νεκροί; Ένα τουλάχιστον 10% φαίνεται πιθανό. Στην εφορευτική επιτροπή που βρέθηκα πάλι φέτος για τις ευρωεκλογές, αυτοί οι αισχροί κατάλογοι δεν είχαν ανανεωθεί.

Πόσοι από τους εγγεγραμμένους μένουν στο εξωτερικό; Την περίοδο 2010-2015 έφυγαν 610.037, κάτι παραπάνω από το 6% του σώματος. Πόσοι παραπάνω έχουν φύγει από τότε; Δεν υπολογίζουμε αυτούς που επιστρέψανε, και αυτούς που ταξιδέψανε για να ψηφίσουν.

Για την ακρίβεια, πόσοι από τους εγγεγραμμένους δεν έχουν τα μέσα να ταξιδέψουν;

Τελικά, πόσοι από τους εγγεγραμμένους δεν πιστεύουν στην εκλογική διαδικασία (ή/και είναι αναρχικοί) και είναι αυτοί που κάψανε την κάλπη στα Εξάρχεια ή αναρτήσανε τα μηνύματα που πολύ μου αρέσανε στη φωτογραφία πάνω;

Πόσοι από τους εγγεγραμμένους θέλουν να εκφράσουν με την αποχή τους την αγανάκτηση τους (στους οποίους προτείνω να διαβάσουν το Περί φωτίσεως του Ζοζέ Σαραμάγκου ως ένα λογοτεχνικό επιχείρημα για το γιατί αυτή είναι μια παραπλανημένη ιδεολογία);

Και τελικά πόσοι λένε «απλά πάω στην παραλία γιατί έχω καλύτερα πράγματα να κάνω από το να ψηφίσω» ή λοιπά μηδενιστικά;

Κάτι μου λέει ότι είναι πολύ λιγότεροι τελικά απ’ όσο μας λένε. Είναι περιέργως σαγηνευτική η σκέψη ότι ο περισσότερος κόσμος δεν ενδιαφέρεται για τη δημοκρατία, οπότε δεν με εκπλήσει ότι προωθείται κάπως ανεξέταστα.

Πολύ χοντρικά, οι δικές μου εκτιμήσεις είναι ότι το 42% θα ήταν τουλάχιστον το μισό αν υπολογίζαμε αυτούς που δεν μπορούν να ψηφίσουν λόγω χωροχρονικών και υπερβατικών περιορισμών, και από αυτούς οι μισοί μόνο ειναι αυτοί που ψήφισαν συνειδητά παραλία.

Βγάζω αυτά τα νούμερα από την κοιλιά μου, προφανώς. Δείτε το σαν τροφή για σκέψη.

Χωρίς τροφή για τρεις ημέρες — η πρώτη μου νηστεία 72 ωρών

ENGLISH VERSION

Γιατί το έκανα

Απλά για την εμπειρία. Λατρεύω να παίζω με τη βιοχημεία του σώματος και άλλες παραμέτρους και να βλέπω πώς αλλάζοντας συγκεκριμένες μεταβλητές μπορεί να έχει μεγαλύτερη ή μικρότερη επίπτωση στη διάθεση και τη συνειδητότητα μου.

Σχεδόν κάθε θρησκεία, όποτε και πολιτιστική παράδοση, περιλαμβάνει νηστείες διαφόρων ειδών, και ενώ δεν θα έλεγα ότι αυτό από μόνο του αποδεικνύει κάτι, ο διεθνής πολιτισμός, ο οποίος έχει πάρει μια διαφορετική, απαξιωτική κατεύθυνση όσον αφορά την περιοδική αποχή από το φαγητό (και οι μόνοι Θεοί στους οποίους πιστεύει είναι η επιστημονική μέθοδος και η πιστωτική κάρτα) έχει μία λιγότερο ισορροπημένη σχέση με την υγεία απ’ ό,τι οποιοσδήποτε πολιτισμός του παρελθόντος. Δεν είναι τυχαίο ότι περισσότερος κόσμος πλέον πεθαίνει από την υπερβολική τροφή απ’ ότι από την έλλειψη της — κι αυτό σε έναν κόσμο όπου δισεκατομμύρια κόσμου υποφέρει από υποσιτισμό.

Ήθελα να δω αν υπάρχει κάτι που μας διαφεύγει σε αυτές τις παλιές παραδόσεις, κάτι που μας διαφεύγει στον παρακμάζοντα, φουσκωμένο, τροφοπαρμένο μας πολιτισμό που αποθεώνει την αχαλίνωτη κραιπάλη ταυτόχρονα με την κουλτούρα της ινσταγκραμικής «καθαρής διατροφής» και αν μπορεί να απορρίπτει δοκιμασμένες πρακτικές επειδή δεν «στέκουν επιστημονικά», όπως η νηστεία.

Οπότε υπήρχε μια επιπλέον πνευματική μεταβλητή στη θέληση μου να εξερευνήσω τον εαυτό μου: θα με έκανε η απόχη από το φαγητό να νιώσω διαφορετικά σε πνευματικό επίπεδο; Θα καθάριζε τις κεραίες της συνειδητότητας μου και θα μου προσέφερε μεγαλύτερη επίγνωση του εαυτού μου και του περιβάλλοντος μου; Θα με έκανε πιο ευγνώμων και λιγότερο επιρρεπή σε αυτοκαταστροφικές ή εγωιστικές σκέψεις; Μου ακουγόταν σαν ένα πραγματικά ισχυρό πνευματικό εργαλείο.

Απ΄ό,τι φαίνεται (σύνδεσμος στο βίντεο του Joe Rogan με τη Rhonda Patrick στα αγγλικά), η νηστεία προσφέρει τεράστια πλεονεκτήματα στην υγεία. Αντίθετα από τις πεποιθήσεις του περισσότερου κόσμου (αλλά και της ιατρικής του συρμού), ανεπίσημα στοιχεία αλλά και έρευνες δείχνουν ότι είναι μια πολύ πιο υγιεινή και φυσική συνήθεια από το να μπουκωνόμαστε με γεύματα και σνακ όλο το εικοσιτετράωρο. Όταν το σώμα μας στερείται θρεπτικών στοιχείων, αρχίζει να διασπά τα δικά του κύτταρα, αλλά τα πρώτα που φεύγουν είναι τα λιγότερο χρησιμοποιημένα ή τα λιγότερο απαραίτητα — τα ανενεργά, νεκρά ή ακόμα και πρώιμα καρκινικά μας κύτταρα είναι τα πρώτα που «θυσιάζονται» και δίνονται ως τροφή στο υπόλοιπο σώμα — μια λειτουργία που λέγεται αυτοφαγίαautophagy)

Μετά από 48-72 ώρες νηστείας για τους περισσότερους, το σώμα αρχίζει και να καίει περισσότερο λίπος για να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις του σε θερμίδες. Τοξίνες που είναι αποθηκευμένες στο λίπος επίσης απελευθερώνονται και αποβάλλονται. Αυτό μαθαίνει στο σώμα να ψάχνει πιο εύκολα την ενέργεια του στους λιπώδεις ιστούς του αντί για αλλού, κι αυτή η διαδικασία λέγεται κέτωση (και η οποία είναι η βάση για την κετογονική δίαιτα, η “keto”). Αλλά το πιο εντυπωσιακό είναι πως η νηστεία φέρεται να συνδέεται με την μακροζωΐα, τουλάχιστον στα ποντίκια (και που κατά την άποψη μου δεν αποτελεί ατράνταχτη απόδειξη, αλλά αυτή είναι η πρώτη βάση στην ιατροφαρμακευτική βιομηχανία).

Με λίγα λόγια, κάνοντας νηστεία αποτρέπετε την εμφάνιση καρκίνου, χάνετε βάρος, αναπτύσσετε βλαστοκύτταρα, φρεσκάρετε το ανοσοποιητικό σας σύστημα, αποβάλλετε τοξίνες, ακόμα και ζείτε παραπάνω, και όλα αυτά με το να μην κάνετε τίποτα! Καταπληκτικό, έτσι;

Η τέλεια δικαιολογία μου εμφανίστηκε όταν η Μαριλένα, η κοπέλα μου, επίσης έπρεπε να περιορίσει τις διατροφικες τις επιλογές για μερικές ημέρες. Οπότε σκέφτηκα να εκμεταλλευτώ την ευκαιρία και να την υποστηρίξω. Μ’ ένα σμπάρο δύο τρυγόνια — ή στη vegan εκδοχή του: με μια εντολή, δύο drone!

Πώς το έκανα:

Το τελευταίο μου γεύμα ήταν ένα μικρό μπολ με βερίκοκα και αποξηραμένα φύτρα σιταριού και γάλα καρύδας Παρασκευή πρωί πριν πάω για ένα πρωινό μάθημα γιόγκα. Απλά ήταν ένας συνδυασμός τροφών που κάθονταν στο ψυγείο.

Δεν κατανάλωσα θερμίδες για 72 ώρες.

Ήπια νερό, πράσινο τσάι (το οποίο κάπως παρέβη την πρόκληση “όχι αλκοόλ/όχι καφεΐνη” την οποία κάνω αυτόν τον μήνα, αλλά αυτό είναι άλλο θέμα για άλλη μέρα) αλλά και τσάι του βουνού. Επίσης έβαζα μέχρι μισό τσάι του γλυκού αλάτι στο νερό μου για να αναπληρώνω ηλεκτρολύτες.

Ήμουν αρκετά ενεργός. Περπάτησα αρκετά εκείνες τις μέρες και πήγα μέχρι και στο γυμναστήριο στο Σάββατο (περίπου την 30η ώρα) κι έκανα προπόνηση με κάτω από τα μισά κιλά που θα έβαζα συνήθως — ας πούμε 20-25 κιλά αντί για 55 στα όργανα για τους ραχιαίους.

Το πρώτο μου γεύμα ήταν περίπου 30γρ. πρωτεΐνη αρακά σε νερό κι ένα μικρό κομμάτι μαύρη σοκολάτα που έφαγα τη Δευτέρα το πρωί. Μετά έφαγα κάποια κάσιους και αμύγδαλα μερικές ώρες μετά. Ξεκίνησα να ξανατρώω κανονικά περίπου 6 ώρες αργότερα, αν και ένιωθα το στομάχι μου αισθητά μικρότερο.

Τι έμαθα:

Έχασα περίπου τρία κιλά, το οποίο το κατάλαβα μόνο μερικές μέρες αργότερα κι αφού είχα τελειώσει τη νηστεία, όταν το σώμα μου μάλλον είχε συνειδητοποιήσει ότι ήταν ξανά ασφαλές να απελευθερώσει όλα τα υγρά και τα στερεά που είχε κατακρατήσει (για να το θέσω ευγενικά). Περιμένω να τα ξαναπάρω πολύ σύντομα, το οποίο είναι καλό, γιατί δεν θέλω να χάσω βάρος (σημείωση: μια εβδομάδα μετά, έχω πάρει πίσω δύο+ κιλά).

Το 90% του χρόνου δεν πείναγα καν. Το στομάχι μου απλά έκλεισε μετά τις πρώτες 12-16 ώρες χωρίς φαγητό, και όσο έφτανα πιο κοντά στο να τελειώσω τις 72 ώρες, οι μυρωδιές φαγητού με επηρέαζαν περισσότερο αλλά η ίδια η διαδικασία της πρόσληψης τροφής μου φαινόταν λιγότερο δελεαστική. Το πόσο παράξενο είναι το φαγητό σαν ιδέα (η θρέψη μέσω της λήψης και αφομοίωσης ενός συνόλου τμημάτων από νεκρά σώματα άλλων ζωντανών οργανισμών) ξαφνικά είχε γίνει προφανής μετά από μια ολόκληρη ζωή που δεν της είχα δώσει καμία σημασία.

Είχα πολλή αϋπνία τα δύο τελευταία βράδια και δεν κοιμήθηκα πάνω από τρεις ώρες το καθένα.

Τον περισσότερο χρόνο ένιωθα αδύναμος αλλά άγρυπνος. Η αίσθηση ήταν αρκετά κοντά στο υπερβατικό “μούδιασμα” που έχεις όταν δεν έχεις κοιμηθεί ένα ολόκληρο βράδυ.

Πραγματικά, ένιωθα ότι κάθε μέρα είχε περισσότερες ώρες. Το φαγητό, το μαγείρεμα, η πέψη, η αφόδευση και όλα όσα είναι σχετικά με την τροφή παίρνουν ένα σεβαστό μέρος του χρόνου μας κάθε μέρα που σπανίως συνειδητοποιούμε. Ξαφνικά βρέθηκα να μην ξέρω τι να κάνω τόσον χρόνο. Δεν είχα πάντα την πνευματική καθαρότητα που απαιτείται για να είμαι δημιουργικός (ψάχνω κι αυτόν τον καιρό καινούργιο λάπτοπ οπότε ξόδεψα πολύ από αυτόν τον χρόνο διαβάζοντας κριτικές, συγκρίνοντας μοντέλα κτλ), αλλά θα πρότεινα να κάνετε αυτή τη νηστεία κάποιες μέρες που θα έχετε περισσότερα πράγματα να κάνετε απ’ ό,τι συνήθως, και αυτό θα σας κρατήσει απασχολημένους και μακριά από σκέψεις και κοινωνικές συναναστροφές που περιστερέφονται γύρω από το φαγητό.

Μετά από την 36η ώρα, τη δεύτερη νύχτα, άρχισα να έχω κράμπες και πόνο στα πόδια κι ένιωθα ότι ακόμα και το περπάτημα ήταν δύσκολο. Αυτό μπορεί να έχει και σχέση με το ότι πήγα στο γυμνάστηριο κάποιες ώρες προηγουμένως, αλλά απ’ ό,τι φαίνεται είναι κάτι φυσιολογικό που συμβαίνει εξαιτίας κάποιων ελείψεων σε βιταμίνες και ιχνοστοιχεία. Αυτές οι ελείψεις στα ιχνοστοιχεία μπορούν να προκαλέσουν και έλλειψη πνευματικής καθαρότητας και συγκέντρωσης, που χρειάζεται αν όντως θέλετε να είστε παραγωγικοί ενώ νηστεύετε. Είναι καλή ιδέα να πάρετε συμπληρώμετα διατροφής με ασβέστιο/μαγνήσιο καθώς και αλάτι όπως ανέφερα πριν.
Αφού έφαγα λίγο χοντρό αλάτι, ο πόνος υποχώρησε και αυτό με βοήθησε να κοιμήθω λίγο. Κάποιοι προτείνουν να “στοκάρετε” σε αλάτι πριν την αρχή της νηστείας προς αποφυγήν τέτοιων θεμάτων.

Έχοντας αυτά υπόψην, την επόμενη φορά θα πίνω Ξινό Νερό ή κάποιο άλλο είδος μεταλικού νερού (αντί για κανονικό νερό βρύσης) που περιέχει αυτά τα ιχνοστοιχεία σε αρκετά μεγάλες ποσότητες που 4 λίτρα την ημέρα θα κάνουν διαφορά. Τέλος πάντων, προτιμώ το μεταλικό νερό αντί του κανονικού νερού και είμαι από αυτούς που επίσης λατρεύουν τις φυσαλίδες.

Και τώρα;

Τελικά η εμειρία ήταν πολύ ικανοποιητική και μετά από κάποιες μέρες ποιοτικού ύπνου δεν νιώθω πια αδύναμος. Για την ακρίβεια, νιώθω καταπληκτικά. Είναι νωρίς να πω ότι νιώθω πιο υγιής από ποτέ, αλλά είμαι σίγουρα ευγνώμων που πήρα αυτή την απόφαση.

Ήταν το πρώτο μου μεγάλο ταξίδι στον κόσμο της νηστείας, και τώρα ανακαλύπτω ότι υπάρχουν κι άλλα είδη.

Υπάρχει ένα που περιορίζεις την πρόσληψη θερμιδών στις 500 δύο μέρες την εβδομάδα.

Υπάρχει μία που νηστεύεις 24 ώρες κάθε εβδομάδα.

Κάποιοι κάνουν αυτή τη 72ωρη νηστεία μερικές φορές τον χρόνο, ακόμα και μια φορά τον μήνα.

Αλλά αυτό με το οποίο πειραματίζομαι τώρα σαν συνέχεια στην 72ωρη νηστεία μου είναι η διαλειμματική νηστεία (καταπληκτικό λινκ στα ελληνικά, πολύ αναλυτικό, δείτε το!) Φαίνεται να είναι ένας υγειής τρόπος ζωής και θα τον ερευνήσω περισσότερο.

Μερικά βίντεο για να ξεκινήσετε (στα αγγλικά — δεν βρήκα υλικό για 72ωρες νηστείες αλλά το Youtube είναι γεμάτο με πληροφορίες για τη διαλειμματική νηστεία, φαίνεται να έχει γίνει trend!):

Μην φοβάστε να το δοκιμάσετε: εσείς και το σώμα σας είστε πιο δυνατοί απ’ ό,τι πιστεύετε!

1ο ΚΑΘΑΡΙΣΜΑ ΠΑΡΑΛΙΑΣ ΠΛΑΣΤΙΚΟ-ΣΠΑΣΤΙΚΟ

Με παρακίνηση του Σταμάτη (δεξιά), πήγαμε στο Αγκίστρι και κάναμε το πρώτο καθάρισμα παραλίας, κοντά στην Σκάλα και προς το άλλο λιμάνι που πάνε τα ιπτάμενα δελφίνια.

Μέσα σε περίπου 3,5 ώρες μαζέψαμε αυτές τις 5 μεγάλες σακούλες με σκουπίδια. Φανταστείτε τι θα κάναμε με περισσότερα άτομα!

Το να καθαρίζεις παραλίες βέβαια φαντάζει πλέον σαν να προσπαθείς να ξεσκονίσεις την Σαχάρα με αυτά τα πραματάκια που μοιάζουν με ουρά αλεπούς, και σε ένα μακροσκοπικό επίπεδο, ίσως είναι. Όμως:

  • Είναι διασκεδαστικό.
  • Κάνεις γυμναστική.
  • Είναι πολύ ωραία μορφή κοινωνικοποίησης.
  • Λάβαμε πολλά μπράβο (καλό για το Εγώ μας λοιπόν!) και πολλοί μας ρωτήσαν αν είμαστε από τον Δήμο ή από κάποια οργάνωση. Η απάντηση μας ότι όχι, είμαστε εθελοντές, μπορεί να τους έκανε να σκεφτούν!
  • Είναι λίγο σαν κυνήγι θησαυρού.
  • Όσοι μας είδαν να μαζεύουμε σκουπίδια ξαφνικά θα κατάλαβαν ότι η παραλία ήταν βρώμικη. Έχουμε συνηθίσει πια στα πλαστικά σκουπίδια στις παραλίες. Αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό, γιατί θα συνεχίσουμε να τα βλέπουμε στο προσεχές μέλλον, οπότε πρέπει να δεχτούμε μέσα μας ότι καμιά παραλία δεν θα είναι πια 100% καθαρή. Είναι καλό όμως και να συνειδητοποιούμε τι σημαίνει καθαριότητα, και ο καθαρισμός κάνει το αόρατο ξαφνικά ορατό.
  • Είναι διαλογιστική εμπειρία και έρχεσαι σε απόλυτη επαφή με την χειροπιαστή πραγματικότητα της φύσης. Είναι αναζωογονητική αίσθηση.
  • Φάγαμε τέλεια πίτσα και κάναμε μπάνιο στην πανέμορφη θάλασσα του Αγκιστρίου.

Το Πλαστικό-Σπαστικό είναι το γκρουπ μας στο Facebook. Μπορείτε να βάλετε τη φαντασία σας να δουλέψει σχετικά με το τι κάνουμε! Περάσαμε πολύ ωραία οπότε θα το ξανακάνουμε — ελάτε στον επόμενο καθαρισμό μας για να ζήσετε την εμπειρία!

Ίσως βρείτε κι εσείς ένα τέτοιο διαμαντάκι:

ΞΥΠΝΗΣΤΕ ΡΕ!

Φίλε, ταλαιπωρούμαι από αϋπνία, μη μου λες να ξυπνήσω κι έχουμε άλλα…

Τι κοινό έχει ένας Ιεχωβάς, ένας αναρχικός, ένας φασίστας και ένας υποστηρικτής της «θεωρίας» της επίπεδης Γης;

Και οι τέσσερις καλούν τον κόσμο να ξυπνήσει. «Ξυπνήστε!», φωνάζουν, γράφουν και πληκτρολογούν.

Ποτέ δεν κατάλαβα αυτό το “wake up“. Wake up from what?

Τι κοινό έχει ένας Ιεχωβάς, ένας αναρχικός, ένας φασίστας και ένας υποστηρικτής της «θεωρίας» της επίπεδης Γης; Δεν μπορούν να συνυπάρξουν με έναν κόσμο που διαφωνεί μαζί τους. Καλούν όλους τους άλλους σε αφύπνιση, γιατί κάτι βαθιά μέσα τους τους λέει πως από τη στιγμή που δεν πιστεύουν όλοι το ίδιο, υπάρχει η πιθανότητα η ιδεολογία τους να μην είναι και τόσο αλάνθαστη.

Οι Ιεχωβάδες μας λένε να ξυπνήσουμε και να δούμε τι πραγματικά έχει σημασία στη ζωή – αρκεί κάπου στην πορεία να σταματήσουμε τις μεταγγίσεις αίματος και τις γιορτές γενεθλίων. Οι δισκογήινοι (δικός μου νεολογισμός γιατί πιστεύουν ότι η Γη είναι δίσκος) λένε ότι μας έχουν υπνωτίσει οι τηλεοράσεις και οι κυβερνήσεις και ότι η επιστήμη και όλος ο κόσμος βασικά κρύβει την αλήθεια. Οι φασίστες πιστεύουν κάτι αντίστοιχο, μόνο που αυτή η αλήθεια στη δική τους περίπτωση είναι ότι η δική τους χώρα και τα δικά τους γονίδια είναι τα καλυτερότερα που υπήρξαν ποτέ στην ιστορία του Σύμπαντος.

Οι αναρχικοί κι αυτοί πιστεύουν τα ίδια για κυβερνήσεις και τηλεοράσεις, αλλά μιλάνε και για την εκμετάλλευση του ανθρώπου από τον καπιταλισμό και τα αφεντικά (κάτι που κάνουν και οι πιο «ενημερωμένοι από τους φασίστες, αλλά ας μην περιπλέξουμε τα πράγματα περισσότερο). Σχετικά με τον αναρχισμό συγκεκριμένα: αν και σαν ιδεολογία τη συμπαθώ πολύ περισσότερο γιατί πιστεύω στις ίσες ευκαιρίες, στην αυτοδιαχείριση και στο ότι ένας άλλος κόσμος είναι όντως εφικτός, ξενερώνω όταν οι αναρχικοί καλούν σε επανάσταση. «Ξυπνήστε! Ξεσηκωθείτε!», έχουν φωνάξει πολλοί, αλλά ξεχνάνε κάτι πολύ σημαντικό: δεν θα ξυπνήσεις ποτέ κάποιον που κάνει ότι κοιμάται.

Ο αναρχικός νομίζει ότι ο κόσμος κοιμάται, ότι δεν έχει καταλάβει τι συμβαίνει, και ότι όλοι τον περίμεναν να τους πει να ξεσηκωθούν για να το κάνουν. Ο καπιταλισμός δεν θα υπήρχε χωρίς τους σκλάβους του, σαφώς, αλλά οι άνθρωποι που αυθεντικά ονειρεύονται έναν κόσμο στον οποίο όχι το τι αγοράζουν, αλλά το πώς φέρονται στους γύρω τους, θα καθορίζει την αξία τους στην κοινωνία, είναι στ’ αλήθεια μετρημένοι στα δάχτυλα του ενός… σε μια χούφτα δάχτυλα τέλος πάντων.

Σίγουρα, η πιθανότητα ότι ο κόσμος εκεί έξω που υποτίθεται κοιμάται, στην πραγματικότητα δεν είναι υπνωτισμένος αλλά επιτρέπει στο σύστημα να τον χρησιμοποιεί για να το χρησιμοποιεί κι εκείνος ως αντάλλαγμα και με απόλυτη συνείδηση ψηφίζει Trump ή Νέα Δημοκρατία ή ΣΥΡΙΖΑ ή δεν ψηφίζει ή κάνει οτιδήποτε άλλο κάνουν συνήθως οι άλλοι άνθρωποι, τα πρόβατα, είναι μια σκέψη δύσκολη και σίγουρα λιγότερο ελπιδοφόροα για όσους περιμένουν την επανάσταση… αλλά ίσως είναι και μια πιο ακριβής εικόνα του πώς σκέπτονται και δρουν τα ανθρώπινα όντα: απρόβλεπτα, ακατανόητα και με βάση πολύ, μα πάρα πολύ διαφορετικές έννοιες του κοινού συμφέροντος.

Εν πάσει περιπτώσει. Οι τέσσερεις κατηγορίες ανθρώπων που αναφέρω παραπάνω έχουν ένα κοινό στο πώς βλέπουν τον κόσμο. Τον βλέπουν χωρισμένο στα εξής δύο στρατόπεδα: εμείς οι ξύπνιοι κι εσείς που είστε τα πρόβατα ταγμένα με το σύστημα.

Δεν είναι φοβερό που για σχεδόν όλους εκεί έξω, με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο, εμείς — εγώ κι εσύ — είμαστε με το σύστημα, ακόμα κι αν εμείς τοποθετούμαστε, ως είθισται, ενάντια στο σύστημα; Δεν έχει σημασία το τι κάνουμε, σημασία έχει ότι δεν είμαστε εκείνοι. Είναι άραγε τυχαίο μάλιστα ότι όσο πιο κοντά προσπαθούμε να φτάσουμε στην ιδεολογική καθαρότητα, βλέπε κινήματα όπως ο φεμινισμός ή ο βεγκανισμός, τόσο πιο ακραίες θέσεις είμαστε διατεθιμένοι να υποστηρίξουμε, και τόσο πιο εχθρικοί μπορούμε να γίνουμε σε ομόρροες αλλά λιγότερο αφυπνισμένες, κατ’ εμάς,  πεποιθήσεις; Αυτή η αντίσταση στην κοινή πορεία μου δείχνει ότι όσοι ζητούν τον αφυπνισμό των άλλων πολύ συχνά δεν θέλουν όντως παρέα για να αλλάξουν τον κόσμο, αλλά θέλουν να διαχωρίσουν τη θέση τους για να δει ο κόσμος πόσο ξεχωριστοί είναι.

Κάθε φορά που ακούω ή βλέπω κάποιον να μου λέει να ξυπνήσω, το μόνο που βλέπω είναι έναν άνθρωπο που αδυνατεί να χωρέσει στην αντίληψη την ύπαρξη άλλων κοσμοθεωριών. Οποιαδήποτε και να είναι η θέση του, με έχει χάσει με το καλημέρα. Ιδιαίτερα αν, για να δουλέψει η ιδεολογία του, θα πρέπει να ακολουθήσει τις επιταγές του «αν όλοι κάνανε αυτό ή ήταν έτσι, τότε μόνο θα λειτουργούσε ο κόσμος σωστα», αλλιώς: «αν όλοι ήταν σαν εμένα και είχαν τις ίδιες ανάγκες και όνειρα, ο κόσμος θα ήταν τέλειος!». Γιατί για καμιά ιδεολογία δεν ισχύει αυτό, και αν μάθαμε κάτι από τον Δαρβίνο, κι ας μη συμφωνώ με όλα όσα του αποδίδονται, αυτό είναι ότι η ποικιλομορφία είναι η ίδια η ζωή.

Έχω κάτι άλλο να προτείνω, επειδή σε όλους μας αρέσει να λέμε ο ένας στον άλλον να ξυπνήσουμε: όταν ακούμε «ξυπνα!» ή κάτι παρόμοιο, θα παριστάνουμε απλά ότι όλοι προσπαθούν να μας θυμήσουν ότι είμαστε ζωντανοί, είμαστε εδώ σε αυτόν τον μονάκριβο πλανήτη, και ότι δεν έχουμε έρθει να πείσουμε κανέναν ότι εμείς είμαστε γαμάτοι κι ότι εκείνοι κοιμούνται. Ότι σημασία έχει το τώρα, όχι το αύριο και το χτες. Ότι η ζωή είναι μικρή, και όλοι μας θα πεθάνουμε μια μέρα, οπότε το μόνο που έχουμε να κάνουμε είναι να ζήσουμε αυθεντικά και να διακρίνουμε τι θέλουμε από τη ζωή για να ζήσουμε γεμάτα. Αγκαλιάζοντας τους φόβους μας, αποδέχοντας τον αναπόφευκτο πόνο (αλλά την μη-αναπόφευκτη οδύνη), αγκαλιάζοντας το πόσο λίγα ξέρουμε και πόσα λίγα θα έχουμε μάθει μέχρι να μας πάρει ο άνεμος, εκτιμώντας τις σχέσεις μας για αυτό που είναι: πολύτιμες και εύθραυστες.

Αλλά αυτό δεν είναι παρά μια πρόσκληση. Εσείς μόνο ξέρετε ποιο είναι το όνειρο στο οποίο προσπαθείτε να ξαναμπείτε κάνοντας ότι κοιμάστε, και σίγουρα, ο ύπνος είναι υγεία. Η ζωή, πάντως, σας περιμένει–το ίδιο και ο θάνατος.

Καλά ξυπνητούρια!


Πριν λίγες μέρες διάβασα αυτό στο Reddit το οποίο με γέμισε έμπνευση. Είναι κάπως σχετικό και ίσως σας αφήσει με παρόμοιες συνειδητοποιήσεις. Διαβάζοντας το έμεινα με μπόλικα αποθέματα πίστης στο καλό που βρίσκεται μέσα σε όλους μας. Πάντα χρειάζομαι λίγο σπρώξιμο για να φέρομαι στους άλλους σαν αυτά τα αποθέματα να είναι όντως εκεί. To θέμα ήταν What’s the story about the person you once met in a day and you never saw again, but marked you for the rest of your life?

One time I was working at a liquor store in a college town. This middle aged guy comes in, and he’s already in the middle of a soliloquy about how insane and messed up the world is. He seems sober to me, oddly enough, but he’s talking aloud to himself, or kinda to me, it was hard to be sure. I saw a lot of loonies when I worked at that store, and this guy wasn’t like that. Seemed like a totally normal guy to me, not crazy, not on drugs, just going through something, I guess. So he goes and grabs a six pack, brings it up to the register, and he’s still going on this rant about how people are starving in third world countries, and corporations control our lives, and our politicians are corrupt, and we’re all stupid and ignorant, and then he pauses, and just looks at me and says, “And yet, what IS there to do, but become an advocate?”

That was the end of the speech. I’ve never been totally sure what he meant, or how he intended me to take his words, but here’s how I’ve chosen to interpret them: the world is fucked up. Literally every about it is wrong. But what are you gonna do? NOT live in it? There’s no use in complaining about all the shit that goes down. None of it is new. Things have always been this way, and they likely always will be. The specifics will change, but the big picture won’t. And maybe THIS is as good as it gets. So what IS there to do, except endorse the whole rotten mess, and try to do whatever good you can? We’re humans, this is us, and as bad as we are, we’re not so bad after all.

I’m sure most of you won’t agree, but this thought has kept me sane and calm through the last 15 years of history. I used to have more of that activist spirit, but through all my protesting and so-called “direct action” I only made one lasting change: I was angry all the time. Sure, there were little victories along the way: that homeless guy got a good meal, this tree stood for an extra day before they cut it down. But the only big picture change was in me. Eventually, I realized what Edward Norton’s character in American History X realized: nothing I did had made life better for me or anyone I cared about. So I shifted my focus. I try to do good for the people in my life. I try to be the best husband and dad I can be, and live according to my principles. And when the opportunity arises to do more, I do it. But I let the rest of it roll off my back, because even if I spent every minute of every day living for some cause or other, I’d mostly just be missing out on my own life.

Ο ΚΛΑΡΙΝΟΒΙΟΣ ΤΑΞΙΤΖΗΣ

Πριν λίγες εβδομάδες, ήμουν με το ποδήλατο μου, κάνοντας τη συνηθισμένη μου διαδρομή Καλλιθέα – Νέα Σμύρνη.

Ήμουν στο σημείο που είναι το φανάρι για να στρίψεις είτε δεξιά για Συγγρού, να πας ευθεία κάτω από τη Συγγρού ή να πας αριστερά προς το αστυνομικό τμήμα. Ξεκαβαλίκεψα το ποδήλατο δίπλα στο άγαλμα του Χρυσόστομου Σμύρνης, εκεί που τώρα είναι συντριβάνια που σχεδίασε κάποιος που βάζω στοίχημα ότι ήταν φαν του μπουγελώματος μικρός.

Εκεί πιο δίπλα ήταν σταματημένο ένα ταξί. Δεν είχε αλάρμ. Ο ταξιτζής είχε ανεβασμένο το παράθυρο του οδηγού. Δεν θυμάμαι την εμφάνιση του, μόνο ότι τα μαλλιά του γκριζάριζαν, ότι μπορεί να είχε μουστάκι, ότι στο στόμα του είχε ένα κλαρινέτο και ότι τα δάχτυλα του έπαιζαν μια μελωδία η οποία πνιγόταν από τον ήχο των συντριβανιών, της κίνησης και του ανεβασμένου παραθύρου.

Καθώς είχα ξεκαβαλικέψει, πρόλαβε να δει τη ματιά μου και το βάδισμα μου που σιγοστάθηκαν πάνω του. Με κοίταξε όσο χρειαζόταν για να επιβεβαιώσει ότι ήταν ο στόχος μιας φιλοπερίεργης ματιάς και κατέβασε το κλαρινέτο από το στόμα του. Μου χαμογέλασε μόνο με τα μάγουλα του, χωρίς τα μάτια του. Αμήχανα. Ένοχα.

Κοίταξα μπροστά μου κι έφυγα γρήγορα, θέλοντας κι εγώ να ξεφύγω από αυτή τη μικροσκοπική, στιγμιαία δίνη ντροπής που είχε δημιουργηθεί γύρω μας.

Αν μπορούσα να γυρίσω τον χρόνο πίσω, κι αν υποθέσω ότι η ισχυρή δύναμη της χρονοκαπηλείας θα μου έδινε και την ακόμα ισχυρότερη υπερδύναμη να μπορώ να είμαι ο ιδανικός αυθεντικός μου εαυτός σε κάθε περίσταση, θα σταμάταγα, θα ανταπέδιδα το χαμόγελο και θα του έκανα νεύμα να συνεχίσει.

Αν μπορούσα να είμαι κάποιος διαφορετικός αυθεντικός εαυτός με άλλα χρώματα, θα του χτύπαγα το παράθυρο και θα του έλεγα:

«Γιατί σταματήσατε; Παίξτε! Γιατί σταματήσατε; Γιατί ντρέπεστε; Αυτή τη στιγμή κάνετε κάτι ιερό: ζείτε το τώρα. Αφήνετε την αυθεντική σας δημιουργική πλευρά να εκφραστεί. Αφήνετε το αποτύπωμα σας στην πραγματικότητα. Εκπέμπετε χαρά, δεν κλείνετε το διακόπτη στη ζωή, δεν σκοτώνετε τον εαυτό σας για να χώρεσετε όπως-όπως στο καλωπισμένο και φτιαγμένο με καλογυαλισμένο πανάκριβο ξύλο φέρετρο της οργανωμένης κοινωνίας και της συλλογικής συνείδησης. Μην σταματάτε για εμένα – ποιος είμαι εγώ; Αν ενοχληθώ, μπορώ αισίως να πάω να γαμηθώ. Γιατί να σας ενδιαφέρει η γνώμη κάποιου που βρίσκει ενοχλητική τη θέα ενός ταξιτζή που παίζει κλαρινέτο μυστικά;

«Εντάξει, το ξέρω, έχω κι εγώ πράγματα για τα οποία ντρέπομαι, κάποιες πτυχές του εαυτού μου υπό διαφορετικές συνθήκες θα έλεγα ότι κρύβω επιμελώς, αλλά στην πραγματικότητα είναι τέτοια η ντροπή που το κρύψιμο είναι σχεδόν τελείως ασυνείδητο: σαν ένα μόνιμο ρούφηγμα κοιλιάς.

«Μακάρι όμως να ήμουν αρκετά σοφός ώστε να μπορώ να δω ότι τα πιο πολλά πράγματα για τα οποία ντρέπομαι είναι αυτά τα οποία που μου δίνουν την περισσότερη χαρά. Και αυτά τα κομμάτια του εαυτού μου που μοιράζονται αυτή τη χαρά με τον κόσμο; Ε, αυτά είναι και αυτά για τα οποία ντρέπομαι περισσότερο. Σαν να επιμένω να ρουφάω την κοιλιά μου ακόμα και όταν είμαι ομιλητής στο Διεθνές Συνέδριο Απελευθέρωσης του Σώματος, και στο ακροατήριο όλοι περιμένουν να τους δώσω το έναυσμα, την έμπνευση για να σταματήσουν να ρουφάνε την κοιλιά τους και να νιώσουν την χαλάρωση που κλέβουν από τον εαυτό τους. Δεν είναι θλιβερό;

«Γι’ αυτό, σας παρακαλώ, συνεχίστε. Γιατί ένας κόσμος με έναν κλαρινόβιο ταξιτζή είναι ομορφότερος από έναν χωρίς τον κλαρινόβιο ταξιτζή.»