Είμαστε περίεργα όντα οι άνθρωποι. Είναι απίστευτο το πώς αρχίζουμε να εκτιμούμε την αξία κάποιου έμψυχου ή άψυχου όντος μόνο αν το χάσουμε… Πώς άραγε να μπορεί να εξηγηθεί αυτό; Είναι προέκταση το δέσιμο με τα αντικείμενα και τα ζώα της αγάπης που μοιραζόμαστε με τους ανθρώπους; Μήπως λειτουργεί κάπως αντίστροφα, δηλαδή βλέπουμε ως “ιδιοκτησία” μας ανθρώπους και έτσι τους μεταχειριζόμαστε όταν τους χάσουμε; Λες και κάποιος μας πήρε κάτι που μας ανήκει; Όμως μπορούμε να φανταστούμε τον πόνο της απώλειας ακόμα και σε κοινωνίες χωρίς ιδιοκτησιακές σχέσεις. Τι μας κάνει εμάς τους ανθρώπους τόσο εγωιστές και τόσο εύκολα συνεπάρσιμους από την καθημερινότητα έτσι ώστε να βιώνουμε τον πόνο της απώλειας ακόμα και για κομμάτια της ζωής μας που όχι μόνο είχαμε ως δεδομένα αλλά ούτε καν τα θέλαμε ως κομμάτια της ζωής μας;
Ήταν παιχνιδιάρα. Ήταν πονηρή. Ήταν χαδιάρα. Ήταν όμορφη.
Αλλά ήταν και θρασύτατη. Εκνευριστική. Πόσες φορές δεν με ξύπνησε στην μέση της νύχτας; Με την βραχνή της φωνή σήκωνε την γειτονιά συνέχεια. Ήταν τσούλα. Αν ήταν άνθρωπος, είχαμε πει κάποτε με τον Μόρντρεντ, θα ήταν μια πουτάνα με σκισμένες ζαρτιέρες. Θα κάπνιζε φτηνά τσιγάρα και θα ζητιάνευε για να προσφέρει ηδόνη και να ταίσει τα παιδιά της. Θυμάμαι ένα βράδυ όταν τρεις γάτοι την είχαν περικυκλώσει για να ζευγαρώσουν μαζί της και εκείνη τριβόταν στο έδαφος, σαν να άνοιγε τα πόδια ορθάνοιχτα και να φώναζε “Τι περιμένετε λοιπόν;! Πηδήξτε με!”
Το χειρότερο ήταν όμως ότι συνέχεια, ΣΥΝΕΧΕΙΑ και με κάθε ευκαιρία, έμπαινε σπίτι και έτρωγε το φαγητό της Γιούκι. Πρόλαβε και το έκανε και στο καινούργιο σπίτι. Αν είχα ανοιχτό κάποιο παράθυρο ή μπαλκονόπορτα, ήταν σίγουρο ότι η Γκρίζα θα έκανε την ζαβολιά της… Τελευταία την έβρεχα για να την διώξω, είχε γίνει ανυπόφορη εδώ και μήνες (τα γατάκια της ήταν όμως πάντα όμορφα).
Σήμερα άνοιξα την εξώπόρτα μου το πρωί και την είδα ακίνητη, μουσκεμένη στο μπετό. Δεν ξέρω πώς το έπαθε, τι έπαθε. Αν φταίει κάποιος ή αν ήταν ατύχημα. Όμως η Γκρίζα ήταν νεκρή. Λίγη ώρα αργότερα, ο μπετατζής που έχει σπάσει τα νεύρα στην γειτονιά με την μπετονιέρα του εδώ και βδομάδες, πριν φύγει, την έβαλε σε μια μπετοχαρτοσακούλα και την πέταξε στα σκουπίδια. Κοίταξα στον κάδο και είδα απλά την χαρακτηριστική της φουντωτή ουρά να ξεπροβάλλει από την σακούλα σκονισμένη. Και αυτή είναι και θα είναι η τελευταία φορά που την είδα…
Μπορεί να ήσουν τίγκα εκνευριστική, όμως είχες προσωπικότητα… Ήσουν γάτα του δρόμου. Και έσβησες σαν πουτάνα του δρόμου… Θα σε θυμάμαι πάντα.