Miκρές Αναμνήσεις by José Saramago
My rating: 2 of 5 stars
I read Μικρές Αναμνήσεις (As Pequenas Memorias) on a single coach trip from Corfu to Athens. Saramago uses his usual inspiring stream-of-consciousness style with this one, too, even though I don’t think it works as well for telling the story of his early life as it does for his novels. I found much of it hard to follow and remember. Maybe it was just because I had had little sleep that day because I had to wake up early to catch the coach? Perhaps. But it doesn’t change the fact that it was all a blurry and not very focused ride.
What I found most interesting from Saramago’s early memoires was the glimpse he allowed me to catch from 1920s and ’30s Portuguese life. His family moved as many as 10 times in as many years; his (illiterate but wise) grandparents used to take their newborn piglets up in their own bed to keep them warm and help them survive the cold winters; some of his homes had no real bathroom, only a hole in a corner of the kitchen… I enjoyed reading his “critique” on video games and today’s children:
“Να διασχίζω μόνος τους καυτούς ελαιώνες, ν’ανοίγω κοπιαστικά δρόμο ανάμεσα από θάμνους, από κορμούς, από πρίνους, απο αναρριχητικά φυτά που ύψωναν συμπαγή σχεδόν τείχη στις όχθες των δυο ποταμών, ν’ακούω καθισμένος σ’ένα σκοτεινό ξέφωτο την σιωπή του δάσους να σπάει μονάχα από το τιτίβισμα των πουλιών και το τρίξιμο των κλαριών κάτω από την ώθηση του ανέμου, να μετακινούμαι πάνω στο έλος, περνώντας απο κλαδί σε κλαδί σε μια έκταση κατοικημένη από τις κλαίουσες ιτιές που φύτρωναν μεσ’ από το νερό, δεν είναι όλα αυτά, θα πει κανείς, παλικαριές που διακαιολογούν ιδιαίτερη μνεία σε μια εποχή σαν τη δική μας, όπου στα πέντε ή στα έξι χρόνια, κάθε παιδί του πολιτισμένου κόσμου, ακόμα κι αν είναι νωθρό και ζει καθιστική ζωή, έχει ταξιδέψει στον Άρη για να κάνει σκόνη όσα πράσινα ανθρωπάκια βρέθηκαν στον δρόμο του, έχει ξεκάνει τον τρομερό στρατό των μηχανικών δράκων που φυλούσε τον χρυσό στο Φορτ Νοξ, έχει κάνει κομματάκια των βασιλιά των τυραννόσαυρων, έχει κατέβει χωρίς σκάφανδρο και χωρίς βαθυσκάφος στις βαθύτερες υποβρύχιες σπηλιές, έχει σώσει την ανθρωπότητα από τον τερατώδη μετεωρίτη που ερχόταν για να καταστρέψει την Γη. Μπροστά σε τέτοια ανώτερα κατορθώματα το αγοράκι της Αζινιάγκα θα είχε μόνο να αντιτάξει την ανάβαση του μέχει την κορυφή μιας φλαμουριάς είκοσι μέτρων, ή, ταπεινά, αλλά ασφαλώς με μεγαλύτερη γευστική απολαβή, τις αναβάσεις του στη συκιά του κήπου, νωρίς το πρωί, για να μαζέψει τα φρούτα, υγρά ακόμη από τη βραδινή δροσιά, και να ρουφήξει σαν λαίμαργο πουλί τη σταγόνα μέλι που ξεπηδούσε απ’το εσωτερικό τους. Μικροπράγματα, στ’ αλήθεια, το πιθανότερο όμως είναι ότι ο ηρωικός νικητής του τυραννόσαυρου δεν θα ήταν ικανός ούτε σαύρα να πιάσει με τα χέρια του.”
While reading about these memories was somewhat interesting and I didn’t regret reading Μικρές Αναμνήσεις, I feel as if I got very little insight on how exactly Saramago turned into such a great writer and personality so late in his life: 60+ years after the events he writes of in this book, to be exact…
Honourable mentions, as with all of Saramago’s books published by Kastaniotis, go to Athina Psyllia for another brilliant, exemplary translation. Thank you!