Review: H τελευταία μαύρη γάτα

H τελευταία μαύρη γάτα
H τελευταία μαύρη γάτα by Eugene Trivizas

My rating: 4 of 5 stars

Είχα ξεχάσει πόσο ωραίος είναι ο Τριβιζάς. Πόσο ο τόνος του και το γλωσσοπλαστικό του λεξιλόγιο και η έκθεση μου σε αυτό από μικρή ηλικία, για το οποίο φρόντισαν οι γονείς μου, εχει επηρεάσει το πώς αντιλαμβάνομαι την γλώσσα πολλά χρόνια μετά. Σας ευχαριστώ, γονείς με καλό γούστο. Είχα σχεδόν ξεχάσει πόσο απλός και ευθύς είναι, πόσο εύστοχα και εμπνευσμένα είναι τα λογοπαίγνια του, πόσο απολαυστικά σουρεαλιστικός είναι. Αυτός ο σουρεαλισμός βέβαια μπορεί εύκολα να ξεγελάσει τους αδαείς οι οποίοι περνάνε οτιδήποτε φανταστικό για παιδικό και οτιδήποτε παιδικό για απλοϊκό! Όχι! Για έναν ενήλικα ο οποίος ακόμα δεν μπορεί να χωνέψει ότι έχει περάσει την εφηβεία, η παιδικότητα του βιβλίου δεν είναι μειονέκτημα. Αντιθέτως, συχνά δεν ήμουν σίγουρος αν τα παιδιά ήταν το τάργκετ γκρούπ της Τελευταίας Μαύρης Γάτας και όχι άνθρωποι σαν κι εμένα, που ψάχνουν τις αλήθειες τους σε παραπλανητικά για τους ανυποψίαστους, μακριά από κάθε ίχνος σοβαροφάνειας, βίβλια με γάτες για πρωταγωνίστες. Γάτες που πεθαίνουν βίαια και αποτρόπαια από ανθρώπους χωρίς ανθρωπιά και ζώα χωρίς ζωηράδα.

Τι να πει κάνεις όταν το βιβλίο το οποίο είναι μια αλληγορία για τον ρατσισμό είναι πολύ, πολύ πιο επικαιρο σήμερα απ’όσο όταν γράφτηκε πριν 10 περίπου χρόνια; Τα τελευταία λόγια του Άγνωστου Γάτου Πρωταγωνιστή μας ηχούν πολύ πιο δυνατά απ’όσο θα περίμενε ή θα φοβόταν κανείς. Συνεργάτες και συνεργάτοι, λοιπόν, μην αφήσετε τις προγαταλήψεις να σας συνεπάρουν, μην αφήσετε τον εαυτό σας να γίνει άλλος εύκολα υποκινούμενος ανθρωπάκος!

ΥΓ: Η έκδοση που βρήκα έχει και τρία εξαιρετικά σχόλια στο τέλος τυπωμένα σε όμορφο κρεμ χαρτί. Την συνειστώ!

View all my reviews

Το χιόνι έλιωσε, το καλοκαίρι τέλειωσε

Το προηγούμενο μου ποστ ήταν για τον θάνατο της Γκρίζας. Η ειρωνεία της ζωής δεν άργησε να ξανακάνει την εμφάνιση της σε όλο της το μεγαλείο.
Μερικές ώρες αφού είχα γράψει το ποστ, με πήρε τηλέφωνο η Δέσποινα.

“Έλα Κιούμπι, η Γιούκι είναι μέσα στο σπίτι;”
“Όχι, γιατί;”
“Έλα γρήγορα…”

Φτάνω λίγα λεπτά αργότερα και βλέπω μια Γιούκι να είναι χωμένη κάτω από το τελευταίο σκαλοπάτι της εξωτερικής σκάλας στο ακριβώς απέναντι σπίτι, αυτό με τις πολλές γλάστρες και την Βίλμα (την μόνιμα έγκυο σκύλα). Δεν σάλευε. Και ένα παιδάκι, ούτε τριών δεν θα ήταν, το παιδί του ζευγαριού που την βρήκε, προσπαθούσε να την πιάσει. Μπορεί να πίστευε ότι ήταν λούτρινο κουκλάκι…

:'(

Ό,τι σκότωσε την Γκρίζα μάλλον ήταν αυτό που το κατάφερε και για την Γιούκι. Φόλα; Ποντικοφάρμακο; Κάποιο οικοδομικό υλικό; Ποιος, γιατί;;; Πέρασε την αρρώστια που παραλίγο να την στείλει πριν την ώρα της και κάποιος ο οποίος μάλλον ποτέ δεν αγάπησε ή αγαπήθηκε στην ζωή του αποφάσισε να πάρει την πρωτοβουλία;

Η ειρωνεία της ζωής σε όλο της το μεγαλείο.

Η εικόνα της κοκκαλωμένης Γιούκι να μην βγαίνει από κάτω από το σκαλοπάτι μου χαράχτηκε στην μνήμη. Το τελευταίο της βλέμα, τα μισόκλειστα βλέφαρα, το ξεραμένο αίμα στο στόμα και στον πισινό. Δεν θα γράψω περισσότερα. Δεν μπορώ να περιγράψω τι ένιωσα εκείνη την στιγμή και τι συνεχίζω να νιώθω. Δεν μπορώ να το περιγράψω συναισθηματικά όπως έκανα για την Γκρίζα… Ξέρω πολύ καλά τι ένιωθα για την γάτα που με συντρόφευε τα τελευταία 2,5 χρόνια. Και απλά… ίσως να μην μπορεί να χωρέσει εδώ. Δεν το έχω συνειδητοποιήσει από τότε… 5 μέρες κιόλας. Όχι. Δεν μπορεί να χωρέσει εδώ. Όχι τώρα.

Χώρεσε όμως στην κηδεία της. Ούτε αυτήν θα την ξεχάσω ποτέ. Τόσο έντονη και αληθινή, μέσα σε όλη την θλίψη. Ευχαριστώ όλους σας για την βοήθεια και που απλά ήσασταν εκεί: Δέσποινα, Γκάρετ, Μόρντρεντ, Νένη, Έλενα… Θα ήταν πολύ πιο δύσκολο χωρίς εσάς.

Το χιόνι έλιωσε
Το καλοκαίρι τέλειωσε
Το νερό ποτίζει
Στον ουρανό γυρίζει

Σκισμένες ζαρτιέρες

Είμαστε περίεργα όντα οι άνθρωποι. Είναι απίστευτο το πώς αρχίζουμε να εκτιμούμε την αξία κάποιου έμψυχου ή άψυχου όντος μόνο αν το χάσουμε… Πώς άραγε να μπορεί να εξηγηθεί αυτό; Είναι προέκταση το δέσιμο με τα αντικείμενα και τα ζώα της αγάπης που μοιραζόμαστε με τους ανθρώπους; Μήπως λειτουργεί κάπως αντίστροφα, δηλαδή βλέπουμε ως “ιδιοκτησία” μας ανθρώπους και έτσι τους μεταχειριζόμαστε όταν τους χάσουμε; Λες και κάποιος μας πήρε κάτι που μας ανήκει; Όμως μπορούμε να φανταστούμε τον πόνο της απώλειας ακόμα και σε κοινωνίες χωρίς ιδιοκτησιακές σχέσεις. Τι μας κάνει εμάς τους ανθρώπους τόσο εγωιστές και τόσο εύκολα συνεπάρσιμους από την καθημερινότητα έτσι ώστε να βιώνουμε τον πόνο της απώλειας ακόμα και για κομμάτια της ζωής μας που όχι μόνο είχαμε ως δεδομένα αλλά ούτε καν τα θέλαμε ως κομμάτια της ζωής μας;

Ήταν παιχνιδιάρα. Ήταν πονηρή. Ήταν χαδιάρα. Ήταν όμορφη.

Αλλά ήταν και θρασύτατη. Εκνευριστική. Πόσες φορές δεν με ξύπνησε στην μέση της νύχτας; Με την βραχνή της φωνή σήκωνε την γειτονιά συνέχεια.  Ήταν τσούλα. Αν ήταν άνθρωπος, είχαμε πει κάποτε με τον Μόρντρεντ, θα ήταν μια πουτάνα με σκισμένες ζαρτιέρες. Θα κάπνιζε φτηνά τσιγάρα και θα ζητιάνευε για να προσφέρει ηδόνη και να ταίσει τα παιδιά της. Θυμάμαι ένα βράδυ όταν τρεις γάτοι την είχαν περικυκλώσει για να ζευγαρώσουν μαζί της και εκείνη τριβόταν στο έδαφος, σαν να άνοιγε τα πόδια ορθάνοιχτα και να φώναζε “Τι περιμένετε λοιπόν;! Πηδήξτε με!”

Το χειρότερο ήταν όμως ότι συνέχεια, ΣΥΝΕΧΕΙΑ και με κάθε ευκαιρία, έμπαινε σπίτι και έτρωγε το φαγητό της Γιούκι. Πρόλαβε και το έκανε και στο καινούργιο σπίτι. Αν είχα ανοιχτό κάποιο παράθυρο ή μπαλκονόπορτα, ήταν σίγουρο ότι η Γκρίζα θα έκανε την ζαβολιά της… Τελευταία την έβρεχα για να την διώξω, είχε γίνει ανυπόφορη εδώ και μήνες (τα γατάκια της ήταν όμως πάντα όμορφα).

Σήμερα άνοιξα την εξώπόρτα μου το πρωί και την είδα ακίνητη, μουσκεμένη στο μπετό. Δεν ξέρω πώς το έπαθε, τι έπαθε. Αν φταίει κάποιος ή αν ήταν ατύχημα. Όμως η Γκρίζα ήταν νεκρή. Λίγη ώρα αργότερα, ο μπετατζής που έχει σπάσει τα νεύρα στην γειτονιά με την μπετονιέρα του εδώ και βδομάδες, πριν φύγει, την έβαλε σε μια μπετοχαρτοσακούλα και την πέταξε στα σκουπίδια. Κοίταξα στον κάδο και είδα απλά την χαρακτηριστική της φουντωτή ουρά να ξεπροβάλλει από την σακούλα σκονισμένη. Και αυτή είναι και θα είναι η τελευταία φορά που την είδα…

Μπορεί να ήσουν τίγκα εκνευριστική, όμως είχες προσωπικότητα… Ήσουν γάτα του δρόμου. Και έσβησες σαν πουτάνα του δρόμου… Θα σε θυμάμαι πάντα.