Challenge: spot the single thematic thread running through these two videos.
By the way, that ant fungus is 100% creepy, man…
Relevantly Irrelevant
Challenge: spot the single thematic thread running through these two videos.
By the way, that ant fungus is 100% creepy, man…
I’d been flirting with the idea of doing a polyglot diary entry in English – it is another language after all – and today sealed it: I was writing, studying and thinking in Bulgarian so much today that I think I deserve a break! Anyway, I haven’t transcribed yesterday’s entry which also was in Bulgarian, which counts as a day of creative writing by the way, even if you as readers can’t know that yet.
I’m writing this on Noisli‘s text editor. This thing is awesome or what? Daphne has been my dealer of meditation-y stuff the past few weeks and it’s all been incredible almost to a point of fault. Daphne, who’s your dealer? I need to come in contact with the source. Unless it will be like flying too close to the sun. And when I wrote sun, the screen turned the colour of deep canary. Worthy of a toothy grin. I don’t know if it happened by mistake or if these people at Noisli are really clever.
While writing on top of these super-saturated colours that make me scream with pleasure inside, I’m also listening to the OST of Scott Pilgrim. We watched it with Vicente and Zanda (who predictably didn’t get most of it) a few days ago and, once again, several of its songs have been chewing on my mind through my ears – in a good way. It now ranks up with the movies I’ve watched the most times in my life, and it’s in small company, believe me. Especially being in an altered state of consciousness while watching it unlocks it in a way that makes it come close to being a different watching experience altogether. While I reckon the same could be said about many movies old and new, happy or sad, impressive or deep, funny or suspenseful, Scott Pilgrim this time made a particular impression on me, even it it wasn’t the first one I watched it while chewing on crunchy bubblegum. For one, I could catch a greater number of the small details, including the trademark visual gags and creative, playful direction that make Edgar Wright one of my favourite people working with film.
For example, when Sex Bob-omb play Garbage Truck and Young Neil is singing along, at some point he mixes up the lyrics: he says “oh no!” instead of “oh my!” This just hit, I can utterly and completely relate… The film is infested with such morsels of genious. Another thing was that I realised that it actually portrays human relationships at the deep, subconscious level quite accurately. Scott’s idiotic behaviour and responses to certain situations not only made sense, they suddenly made me realise that in fact I’ve had the same non-sensical assholey thoughts myself (or better put, thought patters and emotions) I just wasn’t conscious of them when I had them. Scott could be little more than our shadow self dressed in geek, which reminds me of Scott’s encounter with his own Nega Scott… *giggle*
OF COURSE the visualisations of the music and the fights and the special effects AAAH THEY WERE SO GOOD! The battle with the brothers and with Todd the vegan were small audiovisual orgasms!
The first time I watched Scott Pilgrim I wasn’t impressed that much, in fact I was slightly disappointed, but now every time I watch it it’s like a new film I enjoy more and more. Of course the crunchy bubblegum has something to do with it, but what if this can be explained by the simple fact that I’ve actually watched the movie more than just once – that I’ve given it the time it deserves? It could very well be like with me and classical music or Steven Wilson albums: the first time around, the first time they come in contact with my world, I’m mostly indifferent to them; they don’t make me feel anything special. It’s only after the second or third listen that I slowly become familiarised with them and finally come to love them.
Is, then, the key to the things we love simple familiarity – a dose of the right thing at the right time, with the key difference that sets it apart from other nice things that we don’t end familiarised with that it’s not limited to a single dose? Obviously there’s something more, a hidden ingredient, a pluck at an invisible or intangible string, that helps determine whether you’ll like or dislike something – that much is clear.
I have to ask myself, however: have I forgotten what it means to listen for a second or a third time? I’m afraid that I might have, at least to a certain degree. If love, proximity and the act – or ritual – of setting apart basically derive from familiarity plus something special (but mainly familiarity) then in my eternal and fleeting pursuit of the new, the elusive, the mysterious and the unexplored, in my futile attempts to quench the thirst of infinite novelty that often even ridicule the very concept of familiarity, I might have unknowingly and unwillingly sacrificed proximity, I might have sacrificed love. In analytical psychology terms, maybe it’s time I conquered my Ne to move on to my Si. In INFPs this transition comes later in life, of course, and I’m still not done with my Ne, but maybe the calmness of Si domincance is really what I need.
Well, after this heartfelt little exposition, I guess it’s time to say what I actually did during the day. I am a little bit tired of the pretty colours and the too-deep-for-you words, though, so I’ll leave you with three brief sentences:
Συχνά βρίσκομαι σε παρέες όπου πίνουμε οινοπνευματώδη και τους βλέπω όλους να ζαλίζονται, να ευθυμούν ή να μεθάνε πολύ πιο νωρίς από μένα. Μπορεί να πιουν μια μπύρα και να κάνουν κεφάλι ή -όπως έχω δει με τα ίδια μου τα μάτια- να πίνουν ένα Bacardi Breezer και να γίνονται γκολ. Υπάρχουν και αυτοί οι οποίοι μεθάνε πιο αργά από μένα αλλά νομίζω ότι είμαι γερότερο ποτήρι απ’τους περισσότερους.
Τι συμβαίνει; Υπάρχουν διάφοροι παράγοντες. Σύμφωνα με αυτή τη κλινική αναφορά από το πανεπιστήμιο του Ιλινόι, τα εξής παίζουν: η ταχύτητα κατανάλωσης, η ύπαρξη τροφής στο στομάχι, το βάρος, το ιστορικό κατανάλωσης (ώστε να έχει αναπτυχθεί ανεκτικότητα), το περιβάλλον, οι προσδοκίες, γενική κατάσταση της σωματικής και ψυχολογικής υγείας και το φύλο.
Οι περισσότεροι από αυτούς τους παράγοντες είναι περιστασιακοί και μεταβλητοί. 3 λίτρα μπύρα μπορούν να σε στείλουν στα ουράνια αν είσαι χαρούμενος, φαγωμένος, τα πιεις μέσα σε τρεις ώρες και είσαι με καλή παρέα. Αντίστοιχα, αν κανείς έχει κατάθλιψη, έχει να φάει 3 μέρες και είναι σε ένα reunion παλιών συμμαθητών, ίσως τρία σφηνάκια βότκα ξεροσφύρι μέσα σε μισή ώρα να τον στείλουν σπίτι ή στις τουαλέτες συντομότερα απ’ότι περίμενε.
Σύμφωνοι. Εδώ όμως υπάρχει και ένας μετρήσιμος, σκληρός, επιστημονικός παράγοντας: η περιεκτικότητα αλκοόλ στο αίμα. Αυτή η τιμή είναι το ποσοστό weight/volume (ταξίδι πίσω στη Χημεία Α’ Λυκείου!) του οινοπνεύματος στο αίμα: βγαίνει από πόσα milligram περιέχονται σε 1000ml (ένα λίτρο) αίμα. Π.χ, 0,1g/L αίμα μας κάνει 0,01% (πολύ μικρό ποσοστό).
Σύμφωνα με αυτό το προγραμματάκι που μετράει, σύμφωνα με το βάρος σου, το ύψος σου και το φύλο σου, τον όγκο του αίματος σου, κυλάνε ~5,6 λίτρα αίμα στις φλέβες μου (κάτι λιγότερο από 4 μεγάλα μπουκάλια νερού).
Προοδευτική επίδραση του αλκοόλ στον οργανισμό | ||
Συγκέντρωση Αλκοόλ BAC (%) |
Συμπεριφορά | Βλάβες |
0.01-0.029 |
|
|
0.03-0.59 |
|
|
0.06-0.10 |
|
|
0.11-0.20 |
|
|
0.21-0.29 |
|
|
0.30-0.39 |
|
|
>0.40 |
|
|
Πηγή: Ιατροnet
Progressive effects of alcohol[1] | ||
---|---|---|
BAC (% by vol.) | Behavior | Impairment |
0.010–0.029 |
|
|
0.030–0.059 |
|
|
0.06–0.09 |
|
|
0.10–0.19 |
|
|
0.20–0.29 |
|
|
0.30–0.39 |
|
|
0.40–0.50 |
|
|
>0.50 |
|
Πηγή: Wikipedia (βλέπουμε μια ασυμφωνία στο πόσο αλκοόλ σε σκοτώνει στα σίγουρα μεταξύ των δύο πινάκων — αν και κατα τα άλλα μοιάζουν πολλά να είναι απευθείας μεταφρασείς. Ας μην χρειαστεί να φτάσουμε εκεί για να κάνουμε προσωπικά πειράματα)
Ένα μικρό ποτήρι μπύρα (330ml – 5% αλκοόλ), ένα μικρό ποτήρι κρασί (150ml στα 11%) και ένα σφηνάκι δυνατό ποτό (40ml στα 40%) για κάποιον λόγο που δεν μου κάνει πολύ τυχαίος, έχουν και τα τρία περίπου την ίδια ποσότητα αλκοόλ: ~16,5ml το κρασί και η μπύρα, 16ml το δυνατό ποτό. Σε αυτά τα ~16ml, η μάζα του αλκοόλ είναι 16*0,789=12,624g (γιατί η πυκνότητα του αλκοόλ είναι 0,789) . Εδώ ξεκινάει το πάρτι.
Με ένα ποτό, η περιεκτικότητα του αλκοόλ στα δικά μου 5,6 λίτρα αίμα θα είναι 12,624/5600=0,22: σύμφωνα με τους πίνακες, αρκετό για να με κάνει να ζαλιστώ σημαντικά αν δεν έχω αναπτύξει αντοχές, πίνω γρήγορα και έχω άδειο στομάχι.
Μια κοπέλα η οποία είναι στα 170cm και έχει βάρος 60kg, σύμφωνα με τον παραπάνω υπολογισμό, θα έχει 3,9 λίτρα αίμα. Η ίδια ποσότοτητα αλκοόλ θα είναι για εκείνη ένα 0,32. Σαν να έχω πιει μισό ποτό παραπάνω.
Σημείωση: αυτά τα ποσά μου φαίνονται εξόφθαλμα λάθος. Έχω κάνει τους υπολογισμούς δεκάδες φορές αλλά μου βγαίνουν σωστοί, σύμφωνα πάντα με αυτό το άρθρο της Wikipedia και σύμφωνα πάντα ότι το ποσοστό BAC είναι weight/volume σε αναλογία 1/100 και όχι 1/1000. Aν κανείς μπορεί να εντοπίσει το λάθος και να μου το υποδείξει ή αν δεν υπάρχει λάθος στους υπολογισμούς μου, να μου εξηγήσει υπο ποιες συνθήκες μια μπυρίτσα ΔΕΝ σε φτάνει στο “death is possible” 0,32%, θα ήμουν ευγνώμων. Τώρα βέβαια μου έρχονται κάτι φλασιές από ιστορίες, όπως στο The Dispossessed που άνθρωποι καθόλου συνηθισμένοι στο αλκοόλ κατανάλωναν μικρές ποσότητες οι οποίες ήταν αρκετές για να τους μεθύσουν σε επικίνδυνο βαθμό. Τόσο εν δυνάμει αλκοολικοί είμαστε τάχα όλοι μας, τόσο εθισμένοι στο λιπαντικό της κοινωνίας;
Νιώθω αδικημένος. Επειδή είμαι πιο μεγαλόσωμος πρέπει να πληρώνω περισσότερο για να κάνω κεφάλι. Με τα 3-5€ που δίνω για να πάρω μια μπύρα, η κοπέλα δίπλα μου θα αγοράσει περισσότερο αλκοόλ σε συνάρτηση με το βάρος της (συμφωνούμε ότι όλοι πίνουμε για να νιώσουμε λίγο διαφορετικά, έτσι; Δεν βλέπω και τόσο πολλούς ανθρώπους να παραγγέλνουν χυμό ή μεταλλικό νερό στα μπαρ ή να πίνουν μπύρα για τη γεύση. Υπάρχουν μερικοί που υποστηρίζουν ότι πίνουν «μόνο για τη γεύση» αλλά προσωπικά δεν το πιστεύω καθόλου).
Αυτό συμβαίνει και με το φαγητό: οι μικρόσωμοι χρειάζονται λιγότερο από τους μεγαλόσωμους. Παρα ταύτα, η τιμή του φαγητού είναι σταθερή. Πρέπει να ξοδέψω περισσότερα επειδή χρειάζομαι περισσότερα για να χορτάσω μέσα στη μέρα, κανείς όμως δεν με πληρώνει για αυτή τη βιολογική μου ιδιαιτερότητα. Εντάξει, δυστυχώς οι γυναίκες ακόμα πληρώνονται λιγότερο από τους άντρες σε αρκετά επάγγελματα (τι άλλο να περιμένεις από έναν κόσμο όπου ο περισσότερος πληθυσμός ασπάζεται ξεδιάντροπα σεξιστικές προκαταλήψεις;) οπότε τα πράγματα κατα κάποιον διεστραμένο λόγο εξισορροπούνται, περίπου όπως η κατοχή πυρηνικών όπλων από τις μεγάλες δυνάμεις της Γης έχουν αποτρέψει έναν ακόμη παγκόσμιο πόλεμο. Μια μεγαλόσωμη γυναίκα όμως εξακολουθεί να είναι σε ξεκάθαρα μειονεκτική θέση.
Λοιπόν, θα το προτείνω: τα βιομετρικά μας δεδομένα να χρησιμοποιούνται ώστε να πληρώνουμε τα ποτά και γιατί όχι, τα τρόφιμα μας, ανάλογα με το πόσο αίμα έχουμε ή το πόσο ζυγίσζουμε, όπως το ηλεκτρικό ρεύμα κοστίζει ανάλογα με το πόσο μεγάλο σπίτι έχεις ή ο φόρος πάει με βάση το εισόδημα (και καλά). Α και οι γυναίκες να πληρώνονται το ίδιο με τους άντρες. Ή, γιατί όχι, να καταργηθούν τα χρήματα.
Για έναν κόσμο φιλικότερο στις νταρντάνες και τους ευτραφείς ψηλείς (πληθυντικό τους ψηλέας), για έναν κόσμο όπου οι εύσωμοι θα μπορούν επιτέλους να νιώσουν επιθυμητοί και ίσοι με τους κοκκαλιάρηδες και τους κοντούς!
Days pass faster and faster… Where’s Making Time when you need it? I think I have passed the familiarity threshold; everything is making less of an impression on me now and I don’t feel like I’m in a foreign place anymore. I am quite at home at my dorm and taking the bus is starting to feel natural. I must say the speed in which I have adapted is scaring me a little. This comes with its own costs: I’m slightly less inclined to meet new people or ready to try out new things and more likely to get in a routine as I have for the past 10 days or so with my daily morning Danish classes, for which I yesterday signed up to continue into Autumn (paid from none other than the Danish government). It follows that there hasn’t been any groundbreaking stuff going on. I shall share with you some non-groundbreaking tidbits: