Πολιτισμική σχέση Ελλάδας και Τουρκίας — Ιστορικό υπόβαθρο

Αυτό το κείμενο αρχικά ήταν μέρος του ανερχόμενου “Πέντε νύχτες στο Ίστανμπουλ (και μία στο Αϊβαλί)” αλλά άρχισα να γράφω, να γράφω, να γράφω… Τελικά αποφάσισα ότι θα ήταν καλύτερο σαν ξεχωριστό post.

Στην Κωνσταντινούπολη και στην Τουρκία γενικότερα, ένοιωσα κάτι αρκετά παράξενο. Ένοιωσα λες και όλα ήταν οικεία… αλλά ταυτόχρονα ξένα. Η συμπεριφορά των ανθρώπων και πράγματα τα οποία δεν θα περίμενες να βρεις εκτός Ελλάδας έκαναν την εμφάνιση τους παντου. Περίπτερα δίπλα σε τζαμιά με πανύψηλους μιναρέδες, τούρκοι που έπιναν τσαί αντί για φραπεδούμπα (nescafe: το μόνο αγαθό πιο ακριβό στην Τουρκία παρα στην Ελλάδα) παίζοντας tavla (τάβλι). Ήταν σαν μία Ελλάδα η οποία θα είχε επηρεαστεί για αιώνες απο την κουλτούρα του ισλαμικού κόσμου…

Οι Έλληνες έχουμε μια παράξενη ιδέα για τον εαυτό μας. Νομίζουμε πως απο την αρχή του χρόνου έχουμε υπάρξει ως μία ενιαία φυλή-κράτος-έθνος-θρησκεία-πολιτιστική οντότητα. Απο την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, οι έλληνες έτρωγαν σουβλάκι, έπιναν ούζο, χόρευαν συρτάκι, παίζαν μια αρχαία παραλλαγή του μπουζουκιού σε σχήμα λύρας και φυσικά λάτρευαν τον Χριστό με την μορφή του αγνώστου θεού. Αν πάρουμε ως δεδομένη την ιστορία που διδασκόμαστε και πιάσουμε τα υπονοούμενα, οι κάτοικοι της Ελλάδας εδώ και 3500 χρόνια περίπου δεν έχουν αλλάξει σχεδόν καθόλου σε εθνολογική και φυλετική σύσταση.

Το ότι η Ελλάδα δεν υπήρξε ως “Ελλάδα” μέχρι το 1828 δεν φαίνεται φυσικά να πτοεί κανέναν. Το ότι Ρωμαίοι, Ανατολικοί Ρωμαίοι (Βυζάντιο), Σλάβοι, Ενετοί, Φράγκοι, Λατίνοι διαφόρων είδών, Εβραίοι και Οθωμανοί έχουν ζήσει και συμβιώσει με χριστιανούς και άλλους ελληνόφωνους απο την περίοδο της αρχαιότητας μέχρι και σήμερα στον Ελλαδικό Χώρο φαίνεται μια ασήμαντη υποσημείωση. Κι όμως. Αν σκεφτούμε ότι τα απο πάνω δεν είναι έθνη αλλά αυτοκρατορίες και ομάδες ανθρώπων οι οποίες ομαδοποιούνται σύμφωνα με πολιτισμικά και όχι φυλετικά στοιχεία, καταλαβαίνουμε τι παρτούζα τυριών, κοινώς fondue, αποτελεί την φυλετική καθαρότητα της σύγχρονης Ελλάδας.

Δεν μπορώ να πω πολλά για το πόσο οι κάτοικοι του Βυζαντίου αυτοπροσδιορίζονταν ως Έλληνες, γιατί δεν ξέρω πολλά για αυτό. Ξέρω όμως πώς για πάνω απο 1000 χρόνια δεν υπήρχε Ελλάδα, παρα μόνο Ρώμιοσύνη. Μάλιστα, η Ελλάδα σαν έννοια ήταν ταυτισμένη με τον ειδωλολατρισμό, την αρχαία φιλοσοφία, την δημοκρατία και όλα αυτά τα αρχαιοελληνικά, τα οποία δεν είχαν θέση σε μια χριστιανική αυτοκρατορία. Οι κάτοικοι, λοιπόν, δεν αυτοπροσδιορίζονταν ως Έλληνες αλλά ως Ρωμαίοι ή Ρωμιοί. Αξίζει να αναφέρω ότι ο όρος “Βυζάντιο” πρωτοχρησιμοποιήθηκε τον 16ο αιώνα για ιστορικούς σκοπούς (ευχαριστώ τον Άρη που μου πρωτομίλησε για αυτό).

Αυτοκράτωρ Πιστός Βασιλεύς Ρωμαίων... Αγιά Σοφιά

Αυτοκράτωρ Πιστός Βασιλεύς Ρωμαίων… Αγιά Σοφιά

Όταν οι Οθωμανοί κατέκτησαν το Βυζάντιο τον 14ο και 15ο αιώνα, κατέκτησαν τα εδάφη αυτού που σήμερα ονομάζουμε Ελλάδα μαζί με τους χριστιανούς κατοίκους της. Πόσο διαφορετικό όμως είναι αυτό απο την κατοχή του χώρου απο μια Ρωμαίκη ηγεσία; Για σκεφτείτε. Η Ελλάδα σαν Ελλάδα υπήρξε θεωρητικά ελεύθερη μόνο κατα την αρχαιότητα. Απο τότε μέχρι το 1828 υπήρξε κατακτημένη απο αυτοκρατορίες μη “ελληνικές”. Η Ρωμαική και μετέπειτα “Βυζαντινή” Αυτοκρατορία κυριάρχησε στην Ελλάδα για σχεδόν μιάμισι χιλιετία. Τόσο πολύ κράτησε αυτή η κυριαρχία που διαμόρφωσε ριζικά τον πολιτισμό των κατοίκων των εδαφών της. Το ότι επελέγη η ελληνική γλώσσα σαν επίσημη στην αυτοκρατορία παίζει πολύ μεγάλο ρόλο σε αυτό, αφού επιλέχθηκε με βάση την διάδοση της στον λαό, εις βάρος φυσικά των ιερών λατινικών. Αυτό το βήμα ήρθε σχεδόν μία χιλιετία νωρίτερα απο το υπόλοιπο της Ευρώπης.

Με την επιλογή των ελληνικών ως γλώσσα, το Βυζάντιο έγινε μια για πάντα “δικό μας”. Εντυπώθηκε ανεξίτηλα σε όλες τις συλλογικές πολιτισμικές μνήμες του ελλαδικού χώρου. Αν δεν είχε γίνει αυτή η επιλογή, η αλλαγή της γλώσσας, δεν θα ήταν δικό μας. Και φυσικά ότι είναι δικό μας, είναι ολοκληρωτικά δικό μας. Δικός μας είναι ο χριστιανισμός, δικιά μας είναι η Κωνσταντινούπολη, δικιά μας ολόκληρη η Ανατολία!

Οι Οθωμανοί ήρθαν και το πήραν αυτό το δικό μας, και κυρίευσαν στον πρώην ρωμαικό χώρο για περίπου 400 χρόνια. Όμως, σε πλήρη αντίθεση με την καθοριστική 1500ετή κυριαρχία των ρωμαίων, σύμφωνα με την επικρατούσα αντίληψη αυτά τα 400 χρόνια ήμασταν σκλάβοι. Δεν υπήρξε καμία πολιτισμική ζύμωση απο τους Τούρκους προς τα εμάς. “Χάσαμε 400 χρόνια”, λένε πολλοί για την κατάσταση της Ελλάδας μετα-οθωμανικά. Αναρωτιέμαι εδώ: αν η τουρκοκρατία είχε διαρκέσει και αυτή 1500 χρόνια, θα είχε καταφέρει να καθορίσει πιο ολοκληρωτικά την ελληνική συνείδηση και εν τέλει να την διαμορφώσει σαν πλαστελίνη, όπως έγινε με το Βυζάντιο;

Έχουμε ελάχιστα αρχαιοελληνικά στοιχεία στην σύγχρονη κουλτούρα μας, και όσα έχουμε είναι αντιδάνεια. Οι Βυζαντινοί και οι χριστιανοί στην τουρκοκρατία δεν ενδιαφέρονταν για την Αρχαία Ελλάδα και τα ιδανικά της: οι μεν έκλεισαν την Ακαδημία, κατέστρεψαν την αρχαία πολιτιστική κληρονομιά ενώ οι δε ξεπούλαγαν ό,τι είχε απομείνει για πενταροδεκάρες στους ευρωπαίους. Η επιστροφή στις ρίζες ήρθε στο προσκήνιο μόνο μετά τον Διαφωτισμό και ήταν επακόλουθο (με την γέννηση του ρομαντικού εθνικισμού) να εξαπλωθεί και στην τότε υπόδουλη χώρα και να ανάψει τα αίματα. Ούτε πολλά στοιχεία του Βυζαντίου έχουμε κρατήσει, αν εξαιρέσει φυσικά κανείς τον χριστιανισμό και την πλειάδα ηθών και εθίμων τα οποία δεν χάθηκαν και έφτασαν στα χέρια μας αρκετά αναλοίωτα απο τότε.

Και επιτέλους, μετά απο αυτό τον αρκετά μακρύ πρόλογο, έρχομαι στο θέμα μου. Η “τουρκοκρατία” διαμόρφωσε την σύγχρονη ελληνικη ταυτότητα πολύ περισσότερο απ’όσο θέλουμε να πιστέψουμε. Το υποψιαζόμουν και πριν το ταξίδι μας αυτό, αλλά ζώντας την Κωνσταντινούπολη απο κοντά δεν έχω πλέον αμφιβολία. Οι μικρές πτυχές της καθημερινότητας στην Τουρκία μαρτυρούν περίτρανα το προφανές: περίπτερα, κράχτες παντού (στην Ελλάδα έχουμε εξευρωπαϊστεί πια και το έχουμε ξεπεράσει κάπως αυτό), κλαρίνα και αραβικοί ρυθμοί στην ποπ μουσική, κωμική ανυπακοή σε πρακτικούς νόμους (βλέπε απαγόρευση καπνίσματος… ας πούμε), μεγάλες οικογένειες με αλληλουποστηριζόμενα μέλη (“θα σε πάω στου μπαντζανάκη μου, έχει μια καταπληκτική ταβέρνα…”) και… μεγαλύτερες οικογένεις: διαφθορά, πελατειακές σχέσεις, ρουσφέτια. Αν πιάσω τις κουζίνες; Μπακλαβάς, τζατζίκι, μουσακάς, γύρος, ντολμαδάκια… Μπορώ να αναφέρω τουρκο-ελληνικές λιχουδιές μέχρι αύριο! Αν υπάρχει ένα στοιχείο όμως το οποίο να αποδεικνύει ακράδαντα την πολιτισμική μας συγγένεια πρώτου βαθμού με την Τουρκία είναι η γλώσσα.

P9266307

Lukumια…

Είναι αυτό που μου έκανε μεγαλύτερη εντύπωση. Έβλεπα τόσες άσχετες λεξούλες τις οποίες μπορούσα να καταλάβω που αποφάσισα (μετά την δεύτερη μέρα) να τις σημειώνω. Θα τις αναγράφω όπως τις έβλεπα και με την ελληνική προφορά σε παρένθεση. Τα συμπεράσματα δικά σας…

huzur (χουζούρ)
tavan (ταβάν)
baklava (μπακλαβά)
boya (μπογιά)
gişe (γκισέ)
markuç (μαρκούτς)
nargile (νάργκιλε)
portokal (πορτοκάλ)
fistık (φιστίκ)
peşkeş (πεσκές)
ispanak (ισπανάκ)
havuzu (χαβούζου)
kuru (κουρού… αυτό νομίζω ότι σημαίνει καυτερό)
yuvarlak (γιουβαρλάκ)
bürek (μπουρέκ)
buyum (μπουγιούμ = μεγάλο. Παραπέμπω στην λέξη “μπούγιο”)
küçük (κουτσούκ = μικρό. Παραπέμπω στην λέξη “κούτσικο”)
peçet (πετσέτ)
kese (κεσέ)
sakula (σακούλα)
çay (τσάι)
kurasan (κουρασάν, χωρίς πλάκα, έτσι το λένε)
mantar (μαντάρ = μανιτάρι)
karida (καρίδα = γαρίδα)
pancar (παντζάρ)
marul (μαρούλ)
çipura (τσιπούρα)
bayrak (μπαϋράκ)
çoban (τσομπάν)
bodrum (μποντρούμ)
dolma (ντολμά)
fidan (φιντάν)
barut (μπαρούτ)
tufek (τουφέκ)
pilaf (πιλάφ)
cacik (τζαντζίκ)
musaka (μουσακά)
meze (μεζέ)
rakı (ρακί)
lukum (λουκούμι)
kahve (καχουέ)

Σχετικά με τον καφέ, θα ήθελα να αναφέρω ότι διαδώθηκε στην Δυτική Ευρώπη απο την Οθωμανική Αυτοκρατορία, και απο αυτή την λέξη υπάρχουν όλα τα ευρωπαικά παράγωγα… Ο ελληνικός καφές λεγόταν τούρκικος μέχρι το 1974, μέχρι που έγινε η εισβολή στην Κύπρο και στην Ελλάδα άλλαξαν το όνομα για λόγους μαρκετινγκ και απο τότε έμεινε… Αυτό σύμφωνα με την Wikipedia.

Εκεί που θέλω να καταλήξω: υπάρχουν πάρα πολλές αναφορές σε σχέση με την Αρχαία Ελλάδα προ Χριστού. Όμως, το τι πραγματικά έγινε στoν πολιτισμό στον οποίο οφείλεται, υποτίθεται, η Αναγέννηση και ο Διαφωτισμός, κατα την διάρκεια αυτών, δεν αναφέρεται στα βιβλία ιστορίας και δεν συναντάται επισήμως στην ελληνική ταυτότητα, παρα μόνο (λίγο πλέον) στην λαική παράδοση. Είναι τόσο μεγάλο μέρος του ποιοί είμαστε στ’αλήθεια. Όμως όχι μόνο το αγνοούμε, το απαρνιόμαστε. Αντι αυτού, προτιμάμε φυσικά την εξέχουσα παγκόσμια θέση που μας προσφέρει ο τίτλος της “πατρίδας του πολιτισμού”. Επιμένουμε να βλέπουμε σκιές του παρελθόντος για να νοιώθουμε λίγο καλύτερα με το αστείο το οποίο σήμερα λέγεται Ελλάδα. Πού είναι ο σημερινός πολιτισμός; Πού είναι η σημερινή Ελλάδα που όλοι καμαρώνουν ότι είναι η γεννέτειρα του; Όλοι ξέρουμε (ή τουλάχιστον λέμε πως ξέρουμε με αστειάκια του στυλ “Μεγάλοι Έλληνες”, λες και η πλειοψηφία των ελλήνων ξέρει τι έλεγε ο Αριστοτέλης ή ο Πλάτωνας…) για τον Leonidas, την Ακρόπολη και τους Ολυμπιακούς Αγώνες, θέματα ελάχιστης σημασίας για τον σύγχρονο έλληνα αν το καλοσκεφτούμε, ενώ κανείς δεν ξέρει πώς ακριβώς αρχίσαμε να λέμε “ντουγρού” και γιατί ο πρώην πρωθυπουργός μας λεγόταν Καραμανλής.

Αυτή η υποκρισία είναι κάτι το οποίο κατακρίνω και θα κατακρίνω. Όπως λέει και η Αλεξάνδρα “είναι σαν να είσαι εσύ κακάσχημος και να περηφανεύεσαι που ο παππούς σου ήταν πανέμορφος”. Το μόνο που κάνεις είναι να θαυμάζεις τον παππού σου, να ξεχνάς τους γονείς σου, και να μην κάνεις τίποτα για να γίνεις εσύ ο ίδιος καλύτερος… Το μόνο που καταφέρνουμε είναι να διαιωνίζουμε ένα κατασκευασμένο μίσος και πεισματικά να κοιτάζουμε τις διαφορές μας, αγνοώντας πλήρως τις σημαντικές και αξιοσημείωτες ομοιότητες ή και επιρροές οι οποίες διαφαίνονται μετά απο 400 χρόνια συμβίωσης.

Ένα ενδιαφέρον link, το οποίο αν και δεν συμβαδίζει πλήρως με τις ιστορικές απόψεις τις οποίες εκφράζω, έχει αξία στο πώς προβάλει την ποικιλότητα των φυλών που απάρτιζαν την Ρωμιοσύνη και την περιπλοκότητα του θέματος. Για πολύ λίγους, και κατα πάσα πιθανότητα ούτε καν εμένα. http://drgvichia.blogspot.com/

09/09/09

Σήμερα χτύπησε το κουδούνι ο Μόρντρεντ.

Μου είπε να έρθω για να γράψουμε Βάσεις Δεδομένων.

Του είπα ότι δεν θα το έδινα αυτό το μάθημα γιατί το κρίνω αρκετά σημαντικό ώστε να το ξαναπάρω και να το παρακολουθήσω.

Μου είπε πως σήμερα είναι η τελευταία μέρα του κόσμου.

Τον ρώτησα γιατί;

Μου είπα πως είναι 9 Σεπτεμβρίου 2009, δηλαδή 09/09/09. Δηλαδή 999. Δηλαδή 666 ανάποδα.

… Αν όντως ήταν το τελευταίο σας εικοσιτετράωρο σήμερα (του κόσμου, συνεπώς και δικό σας), θα πηγαίνατε να δώσετε Βάσεις Δεδομένων;

Αλεξάνδρα’s Big Mishtakey

Παράθεσα το πρώτο post του Big Mishtakey της Αlex και στο Cubilone’s Dimension. Είναι όμως παραγωγική τον τελευταίο καιρό — πιο πολύ απ’ότι εγώ, οπότε το να καρφιτσώνω όλα της τα ποστία θα ήταν μάλλον άσχημο. Αντίθετα, βάζω συνδέσμους εδώ, άντε μπας και σπρώξω καθόλου την κίνηση. ;D

Θίνγκς Αϊλ Σόρελυ Μις Νάμπερ Ουάν- Geometry Wars Retro Evolved Ίσως το καλύτερο ποστ ever σχετικά με ένα απο τα καλύτερα games ever. Απολαύστε τις εμπειρίες της Άλεξ σχετικά με το Geometry Wars – -ένα παιχνίδι αγάπης… και πολέμου.

Μπίτς & Πίσες Νάμπερ Ουάν Ποιός θα έγραφε για την αναρχία, τα κρουασάν και ένα παιχνίδι με ωραία ambient μουσική στο ίδιο ποστ; Μα ποιός άλλος;

Ποιά είναι η Πίξιγουίξι; Άραγε;

Η δίαιτα της σούπας και το σωτήριο ρυζότο.

Δεν ήταν πως δεν είχα ξανακάνει ποτέ δίαιτα στη ζωή μου. Κάθε άλλο. Από τα 12 μου, που με θυμάμαι να κοιτάζω κριτικά το μέγεθος των γοφών μου μέσα στο πράσινο τζην παντελόνι μου, στο μεγάλο καθρέφτη που βρισκόταν στο σαλόνι οικογενειακών φίλων στη Ραφήνα, μέχρι και σήμερα, πάντα έκανα δίαιτα. Ακόμα κι αν δεν έκανα στ’αλήθεια. Τουτέστιν, άρχιζα τη μέρα μου κάνοντας δίαιτα, συνέχιζα τη μέρα μου λέγοντας πως την υπόλοιπη ημέρα θα κάνω δίαιτα, και τελείωνα τη μέρα μου ορκιζόμενη πως αύριο θα κάνω δίαιτα. Με λίγα λόγια, δίαιτα πραγματική έχω κάνει ελάχιστες φορές συγκριτικά με τις φορές που δήλωνα πως κάνω δίαιτα. Παρόλαυτα, η γνώσεις μου πάνω σε τεχνικές, διατροφικά μυστικά, θερμιδομετρήσεις και χημικούς συνδιασμούς, μεγάλωσαν εκθετικά με το καιρό, παράλληλα αλλά και ανεξάρτητα, με τις αμφιλεγόμενες επιχειρήσεις μου προς εφαρμογή τους. Ετσι λοιπόν, νομίζω πως είναι πλέον λογικό να θεωρώ τον εαυτό μου, αν όχι παλιά καραβάνα, τουλάχιστον ανεμοδαρμένη και ξεροψημένη στο θέμα της απώλιας βάρους.

Όπως έλεγα λοιπόν, ήταν η νιοστή φορά που δήλωσα το υψίστης βαρύτητας, καθοριστικό και βαρύτιμο “από σήμερα αρχίζω δίαιτα”. Όχι όμως όποια κι όποια δίαιτα. Τη δίατα της… σούπας! Όποιος τα έκανε σαλάτα με τη δίαιτα της σαλάτας, όποιος έκανε τη παπια με τη δίατα της πάπιας, με τη δίαιτα της σούπας, αποκλείεται να τα κάνει θάλασσα. Τουλάχιστον αυτό υποστήριζαν πλήστοι φορουμίτες στο ίντερνετ, οι οποίοι εγκωμίαζαν στα σχόλια τους τα χαρίσματα της μαγικής αυτής σούπας. Θύμα λοιπόν κι εγώ της εικόνας μου και των κοινωνικών προτύπων ομορφιάς, υπέκυψα στην υπόσχεση των “7 κιλών σε 7 μέρες!!!” .

“Ένα ολόκληρο λάχανο, 16 πράσινα κρεμμύδια, 1 μάτσο σέλινο, χυμός ντομάτας από 2 κονσέρβες, 2 πιπεριές, ζωμός κρεμμυδιού, αλάτι, πιπέρι- τσίλι”, ιδού η συνταγή της χαριποτέριας σούπας. Τη πίνετε για 7 μέρες (σίγουρα τη πίνουμε και δεν την κάνουμε κομπρέσες γιατί από αυτά που λέει δεν είμαι σίγουρη αν τρώγεται) με συνοδία διαφορετικής ομάδας οπωροκηπευτικών κάθε μέρα, γάλα και μπανάνες μία από αυτές, ελάχιστο κρεατάκι προς το τέλος, και αναποφλοίωτο ρύζι τη τελευταία μέρα.

Δεν είναι να απορεί κανείς που μεταξύ των εγκωμίων ύπηρχε ένας σεβαστός αριθμός σχολίων που μιλούσε για σκισμένα σώβρακα και παντελόνια απ’το κλανίδι, τα οποία όμως δεν αποθάρρυναν κανέναν πιστό να προσέλθει και να δηλώσει το ενθουσιώδες “την αρχίζω κι εγώ από αύριο!”. Έτσι κι εγώ. Ενθουσιώδης μπορεί να μην ήμουν, αλλά κάτι βουτυράτα μπινελίκια που είχα καταλανώσει λίγες ώρες πριν με έσπρωξαν την επομένη στο μανάβη, μαζί με έναν ταλαίπωρο Δημήτρη ο οποίος προσπαθούσε ακόμα να αποφασίσει αν ήθελε τελικά λαχανόσουπα για μεσημεριανό, αυγουστιάτικα.

Ψωνίσαμε λοιπόν το λάχανο, τα πράσινα κρεμμυδάκια, τις πιπεριές, το σέλινο και το πουμαρό για την απαραίτητη ντομάτα, με όνειρα εγώ για την επικείμενη ελαφράδα μου, με μια ξυνίλα στο στόμα ο Δημήτρης για την επικείμενη λαχανίλα- γενικότερα. Σημειωτέον πως τη συγκεκιριμένη δίαιτα, αν και δεν την είχα δοκιμάσει ποτέ μου, την είχα ξανακούσει από έναν οικογενειακό φίλο ο οποίος μας είχε πει τότε πως, παρόλο που η σούπα δουλεύει, η γεύση της είναι τόσο αποκρουστική που πραγματικά το αν αξίζει να τρως αυτή την αηδία για 7 μέρες , έστω κι αν κατά τη διάρκειά τους χάνεις 7 κιλά, είναι συζητήσιμο.

Άρχισα το μαγείρεμα μετά τη κατανάλωση σταφυλιού και πεπονού- τη πρώτη μέρα η δίαιτα έλεγε να φας τη σούπα και όσα φρούτα θες- αποφεύγοντας στρατηγικά να σκεφτώ τα όσα μας είχε πει αυτός ο φίλος περί της γεύσης αυτού του παρασκευάσματος. Νταξει, λέω, θα βρω και ένα μούλτι να περάσω τα λαχανικά και θα γίνει βελουτέ η σουπίτσα, δεν θα αναγκαστούμε να φάμε νεροζούμι, καλό θα βγει. Ξεφύλλιασα το λάχανο, έκοψα τις πιπεριές κομματάκια, έπλυνα το σέλινο, τα έβαλα όλα αυτά μέσα στη τεως-κατσαρόλα-του-Γκάρετ-νυν-κατσαρόλα-του-Δημήτρη και τα περιέλουσα με το ντοματοπολτό, το αλάτι, τη κανέλα και… ένα τόνο πιπέρι (όπως αποδείχθηκε εκ των υστέρων). Το παρασκεύασμα άρχισε νε παίρνει μορφή και…μυρωδιά. Η αλήθεια είναι πως δεν μύριζε και τόσο άσχημα. Και ήμουν σχετικά αισιόδοξη μέχρι και για τη γεύση έως ότου συνειδητοποίησα ότι πουθενά στη γειτονιά (στο σπίτι και στο σπίτι του Μόρντρεντ δηλαδή) δεν υπήρχε ένα καταραμένο μούλτι να αλλέσω όλη αυτή τη πρασινάδα που επέπλε στη κατσαρόλα. Η προοπτική μιας πραγματικής σουπας, ενός ζουμιού με λίγα λόγια του οποίου την υδαρότητα την καμουφλάριζαν ανεπιτυχώς μερικές μόνο μάζες ημι-πολτοποιημένων λαχανικών, μου φανηκε μελανή..για να μη πω λαχανί. Ε, λοιπόν δεν θα είχε σημασία. Μπρος τα κάλη τί είναι ο πόνος.

Λίγο σερφάρισμα στο ίντερνετ κι έναν σύντομο ύπνο μετά, η σούπα ήταν έτοιμη. Το σερβίρισμα συνόδευε και μια προσευχή -μια για κάθε πιάτο, (το πιάτο του Δημήτρη συνόδευαν και δυο ψαλμοί με μορφή ψωμοτυριού, το δικό μου ένας εξάψαλμος- που μου θες και ψωμοτύρι!). Να μη τα πολυλογώ, η δυνατότητας βρώσης της σούπας αποδείχθηκε αναλόγως αντίστροφη με το χρόνο. Σε αυτό συντέλεσε όχι τόσο η αυτή καθ’αυτή γεύση της πρασινάδας, όσο ο προαναφερθής τόνος πιπεριού που περιείχε. Μέχρι να καταφέρω να ρουφήξω -έστω- το ζουμί, το στομάχι μου είχε παρει φωτιά. Ο Δημήτρης αν και φαινομενικά πολύ πιο χαλαρός από μένα δεν τόλμησε να πάρει δεύτερη μερίδα, γεγονός εξαιρετικά ύποπτο εαν λάβουμε υπόψην μας πως όλη μέρα στεκόταν με ένα καφέ και δυο ρόγες σταφύλι.

Από κείνη τη στιγμή κι έπειτα, η κάθοδος ήταν ιλιγγιώδης. Καλοπερασάκιας απ’τη φύση μου, ήταν αρκετή μια ματιά στην αντανάκλασή μου στο τζάμι της μπαλκονόπορτας αγκαζέ με την ενθύμηση της λαχανένιας πύρινης γεύσης για να τρέξω να δροσίσω το λαρύγγι μου με λίγο γάλα και μούσλι. Δεν βαριέσαι, τί 63 κιλά τί 58. Και τώρα μια χαρά είμαι, όχι που θα κάτσω να τρώω λαχανόζουμα για 168 ωρες!


Είπα και το έκανα. Με αρχή τα μούσλι και συνέχεια έναν σούπερ καφέ με λικέρ και γρανίτα σοκολάτα μέσα, η λαχανόζουπα θα μπορούσε να έχει ξεχαστεί ριζικά και αμετάκλητα εαν δεν υπήρχε ένας τόσος δα μικρούλης αστάθμητος παράγοντας. Στη κουζίνα του Δημήτρη υπήρχε μία χύτρα λαχανόπλασμα αρκετό να ταίσει ένα λόχο, και ταυτόχρονα στις τσέπες μας αρκετά λεφτά για να ταίσουμε δυόμιση σπουργίτια. Καθόλου βολικός συνδιασμός δηλαδή. Συνδιασμός ο οποίος οδηγούσε λογικά στο συμπέρασμα πως με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο, με το καλό ή το άσχημο, η σούπα έπρεπε οπωσδήποτε να φαγωθεί. Ε, ρε μπελάς…

Ε λοιπόν, καλύτερα μπελάς με ρύζι παρά μπελάς ον δε ροκς. Με τις σπουργιτίσιες μας δεκάρες, τσιμπήσαμε ένα πακέτο ρύζι και δυο γιαούρτια προς εκ νέου παρασκευήν εξωτικού εδέσματος ( ή έτσι έλεγα στον εαυτό μου μπας και πίστέψω πως υπάρχουν ελπίδες να μαγειρευτει κάτι, το οποίο τουλάχιστον να τρωγεται χωρίς πυροσβεστήρα στο πλάι). Σκέφτηκα λοιπόν, πως εαν ψιλόκοβα τα λαχανικά, τα περνούσα με λαδάκι και έβαζα και το ρύζι μέσα, το φαί που θα έβγαινε θα ήταν ουσιασικά έμα ρυζότο, φαί καθ’όλα βρώσιμο. Κι αν ακόμα κι εκεί υπήρχε πρόβλημα με τα καυτερά συστατικά, λίγο γιαούρτι θα έσωζε τους συνδαιτημόνες και τον σεφ.

Το σχέδιο μπήκε σε εφαρμογή έπειτα από εξόντωση κατσαρίδας τύπου long vehicle, από το πάγκο της κουζίνας, με χρήση πυρ και αεροζολ. Το σπίτι, ευτυχώς δεν κάηκε, κάηκε όμως το φαί το οποίο ξέχασα πάνω στο μάτι με δυνατή φωτιά. Ευτυχώς η αφηρημάδα μου δεν ήταν αρκετή για να καεί όλη η χύτρα. Το αποτέλεσμα ήταν ο τσουρουφλησμένος πάτος να δώσει κάποιες νότες φλαμπέ στο ρυζότο μου (ναι, τώρα το λέμε ρυζότο- πρόβλημα?).


Ο Δημήτρης δεν φάνηκε πολύ πρόθυμος να δοκιμάσει τη νέα γαστριμαργική δημιουργία μου, την οποία επιπροπσθέτως έσβησα με λίγο γάλα πριν την τελευταία βράση. Παρόλαυτά, και μόνο η ιδέα να τρώει για τις επόμενες μέρες το ίδιο δυνητικά απαίσιο φαί χωρίς να ξέρει αυτοστιγμί στ’αλήθεια πόσο απαίσιο είναι, ήταν αρκετή για να με στείλει στη κουζίνα να περιποιηθώ ένα δοκιμαστικό πιάτο. Το εν λογω πιάτο εκτός από το αμφιλεγόμενο ρυζότο, περιείχε ακόμα γάλα εβαπορέ, τυρί γούντα και μια καλή δόση γιαούρτι, πρόβειο, μυτηλινιό.

Το κάναμε να. Ήταν νοστιμότατο και βάλαμε και δεύτερη μερίδα.Σοβαρά! Τρελή επιτυχία! Και αν σκεφτεί κανείς από τι κατάπλασμα βγήκε αυτό το ωραιότατο φαγάκι. Οπότε ούτε τα λεφτά μας κλάψαμε, ούτε χρειαζόμαστε από δω και πέρα συνοδευτικά μανταλάκια για τη μύτη μας την ώρα του φαγητού.

Όσοι κατάφεραν να κάνουν τη δίαιτα της σούπας αποτελούν πλέον κατά τη γνώμη μου ηρωικά πρόσωπα άξια του θαυμασμού μας. Παρόλαυτά δεν το μετανιώνω και πολύ που δεν είμαι ένα από αυτά. Και είμαι σίγουρη πως την ώρα του φαγητού , δεν θα το μετανιώσω ακόμα περισσότερο!

Συμπέρασμα : μάλλον καταλάβατε, πως το παρόν κείμενο δεν έχει κάποιο ουσιαστικό λόγο ύπαρξης, δεν είναι προιόν ιδιαίτερης πνευματικής εργασίας, ναι, γράφτηκε σε στιγμές βαρεμάρας και ναι, ίσως να ήταν πιο χρήσιμο και παραγωγικό αν είχατε αξιοποιήσει κάπως αλλιώς αυτά τα λεπτά της ζωής σας. Την επόμενη φορά να προσέχετε περισσότερο.

http://pixieweexie.wordpress.com

alex-argh

Game 2.0 — Gaming 2.0: Νέα εποχή, αμφιλεγόμενες τάσεις

Μέσα στην ζέστη του Αυγούστου και ενώ όλα πάνε καλά για το επομενο μου μεγάλο post, να σου σκάει το άρθρο μου στο game 2.0 το οποίο είχα γράψει ήδη απο τον Ιούνιο.

Πιστεύω ότι είναι ένα απο τα καλύτερα άρθρα μου μέχρι τώρα. Μπορείτε να το διαβάσετε εδώ.

Σημείωση: Τις εικόνες και τις λεζάντες δεν τις διάλεξα εγώ αλλά σίγουρα έχουν πλάκα!