Οι στίχοι είναι μια ιδέα κιτς αλλά και πάλι μ’αρέσουν. Εδώ στα Ελληνικά (δυστυχώς τα Γαλλικά μου δεν είναι αρκετά καλά για να μεταφράσω κατευθείαν, οπότε μεταφράζω από τα Αγγλικά. Μετάφραση από δεύτερο χέρι: πρέπει να το συμπεριλάβω στα πράγματα που μισώ ακριβώς επειδή είναι αναγκαία κακά).
Category: Ελληνικά
H ύπαρξη μας ως κύτταρα της Γης // Quotes ~ Αποφθέγματα ΧΙΙI
Transcript του παραπάνω απίστευτου βίντεο…
Κι αν είμαστε λοιπόν απλά κύτταρα στον μεγάλο ζωντανό οργανισμό που λέγεται Γη; Θα μπορούσαμε να το ξέρουμε; Τα κύτταρα μας ξέρουν ότι είναι κομμάτια μας; –άσχετα αν πεθαίνουν από μόνα τους, ή εμποδίζουν τον πολλαπλασιασμό τους αν αυτό είναι εις βάρος του οργανισμού. Το να μην εμποδίζουν τον ανεξέλεγχτο πολλαπλασιασμό τους και να μην πεθαίνουν στην ώρα τους για το καλό του οργανισμού το λέμε με μια λέξη ΚΑΡΚΙΝΟ.
Αν είμαστε απλά κύτταρα του οργανισμού που λέγεται Γη, ποιο όργανο της θα μπορούσαμε να είμαστε; Ο εγκέφαλος; Θα μπορούσαμε να σχηματίσουμε μια κοινή ανθρώπινη συνείδηση, ένα όργανο, αντί να δρούμε μονάχα σαν εγωκεντρικά κύτταρα που τα ενδιαφέρει μόνο το DNA τους και τα μιτοχόνδρια τους; (υποσημείωση: όλα τα κύτταρα ενός οργανισμού περιέχουν το DNA του — τι θα μπορούσε να είναι αυτό το οποίο αντίστοιχα ενώνει εμας με όλα τα έμψυχα όντα του πλανήτη αλλά, γιατί όχι, και αυτά τα οποία θα λέγαμε άψυχα;)
Ξεκινώντας από το 19:20 του παραπάνω βίντεο:
Lets look first at why a cell in the body becomes cancerous. In the centre of each cell are the genes. They contain the information that keep you functioning as a single living organism, rather than just a bowl of biological soup. Now if the genes in a cell are disturbed, that cell may become selfish, . . it may no longer support the system as a whole, but instead go off, doing its own thing, at the expense of the body , – – it becomes a cancer.
Now when we consider human beings in a community, we are looking at an organisation of minds. And the parallel to the genes is now to be found in the centre of minds, at our inner cores. Its that deepest level of inner wisdom which many mystics and philosophers have often spoken of. That inner awareness of being much more than we normally experience – a part of something much greater. and when we loose touch with this inner wisdom we also become selfish cells, out of touch with the needs of society as a whole, living at the expense of each other.
The philosopher Alan Watts referred to this selfish isolated way of existence as “the skin encapsulated ego”. What’s inside the skin is me – and what’s outside the skin is not me. Biologically speaking this is, of course, true – we are each separate biological individuals. But it is not the whole truth. We are much more than that . . we are creatures with an inner life – with an existence that stretches beyond our biological identity. We become stuck in this limited way of seeing ourselves because the real self, our deepest sense of ”
I” – what some call the pure self – is actually very hard to grasp. Trying to describe that deeper sense of self is very much like trying to describe a hole in a piece of wood. If you ask people to describe a hole such as this, they may start by saying “Well, its a round hole”, you say “Yes”, they say “It’s a wooden hole, and its red”. But you say “Hang on, the hole isn’t wood, the hole isn’t red. And they say “Ah-ha the hole is black”, “No, that’s the background”. And suddenly they’re stuck – what’s the hole? How do you describe the hole itself, without describing its surroundings?
In a similar way, it is very difficult to grasp and define our own inner sense of self. Instead we tend to describe our selves in terms of what surrounds us. . . our many possessions . . the roles we play, our social status . . our beliefs – both scientific and religious. . .
This limited sense of identity may not in itself seem very dangerous, but it does have some far- reaching consequences. . . It turns out that many of the ways in which we mistreat and abuse the environment stem from our seeing the world as separate from ourselves. We may take fairly good care of what is inside the skin, but we don’t care nearly so well for what is outside the skin.
As the late Gregory Bateson said; “If this, meaning this me versus the world attitude, if this is your estimate of your relationship to nature, and you have advanced technology, your likelihood of survival will be that of a snowball in hell. You will die either of the toxic by-products of your own hate, or simply, of over-population and over-grazing”.
And Bateson went on to say “That if I’m right the whole of our thinking of what we are, what other people are, has got be be restructured. The most important task today is to learn to think in a new way”.
Weird Papalagi and a Fake Samoan Chief: a footnote to the noble savage myth
Ανακάλυψα αυτό το κείμενο στα αγγλικά που αποδεικνύει την πλαστότητα του Ο Παπαλάγκι. Στενοχωρήθηκα πολύ. Αλλά αξίζει μια ανάγνωση και έναν συλλογισμό: τι σημαίνει το ότι το βιβλίο δεν είναι αυθεντικό, πού φτάνει ο εθνοκεντρισμός του συγγραφέα, πόσο, όπως ο αναλυτής του παραπάνω σχολιάζει, κάθε τέτοια προσπάθεια δεν είναι κι αυτή μια προέκταση της Ευρωπαϊκής αποικιοκρατίας, ανάλογη θα προσέθετα εγώ στον διαχωρισμό των παιδιών που πεινάνε σε μετα-αποικιακές χώρες της Αφρικής…
Όποια και να είναι η ιστορία πίσω από την διαφαινόμενη σκευωρία πίσω από αυτό το βιβλίο, δεν με απέτρεψε από το να βρω μια κάποια βαθύτερη αλήθεια πίσω από κάποιες από τις γραμμές του. Do I also desire to be deceived, I wonder?
Review: Ο Παπαλάνγκι
Οι Παπαλάνγκι by Έριχ Σόιερμαν
My rating: 5 of 5 stars
Ο Έριχ Σόιερμαν ταξίδεψε ως ιεραπόστολος στις αρχές του 20ου αιώνα. Εκεί έγινε μέρος της κοινότητας με την οποία είχε αναλάβει να μοιραστεί τις διδαχές του Χριστιανισμού και έναν χρόνο μετά έγινε φίλος με τον φύλαρχο. Αυτός ο φύλαρχος είχε ταξιδέψει στην Ευρώπη μαζί με κάποιους λαογράφους και είχε γράψει κάποιες σημειώσεις για να δώσει κάποιους λόγους στην φυλή του –αλλά και σε άλλες από τα νησιά Σαμόα– σχετικά με τους Ευρωπαίους και τον δυτικό πολιτισμό εν γένει, για τον οποίο οι κάτοικοι των νησιών Σαμόα τότε δεν είχαν την παραμικρή ιδέα. Ήθελε να τους προειδοποιήσει για τα μυστικά και τις φιλοδοξίες των «Παπαλάνγκι», το όνομα που είχαν δώσει στους λευκούς. Ο φύλαρχος μοιράστηκε τις σημειώσεις του με τον ιεραπόστολο, ο οποίος εν αγνοία του πρώτου τις δημοσίευσε όταν γύρισε στην Γερμανία.
Είναι σίγουρο ότι ο φύλαρχος δεν θα είχε εγκρίνει την δημοσίευση των σημειώσεων του: θα το είχε εκλάβει ως μία προδοσία της εμπιστοσύνης που είχε δείξει στον καινούργιο του φίλο με το χλωμό δέρμα (μάλλον ο φύλαρχος θα είχε αρχίσει να τον εμπιστεύεται αφού ο ήλιος της Πολυνησίας τον είχε κάνει λίγο πιο μελαμψό). Επίσης, όπως φαίνεται και στις απόψεις του περί των δυτικών, δεν πίστευε στην γνώση που περιέχονται στα «πολλά χαρτιά» ούτως ή άλλως. Οι ηθικές διαστάσεις του ζητήματος είναι πολλές και διάφορες, αλλά το θέμα δεν είναι αυτό. Προσωπικά είμαι ευγνώμων στον Έριχ Σόιερμαν: σχεδόν έναν αιώνα μετά, όπου ο Παπαλάνγκι και οι τρόποι του έχουν κυριεύσει τις ανθρώπινες κουλτούρες στο μεγαλύτερο μέρος της Γης, αυτό το βιβλίο είναι ένας θησαυρός ανθρωπολογικής γνώσης, μια αποκάλυψη από τις λίγες.
Όταν λέω ανθρωπολογία, δεν εννοώ αυτό το οποίο εννοούμε συνηθέστερα με αυτό τον όρο, τουτέστιν την περιγραφή μικρών ή μεγαλύτερων εθνοτικών, φυλετικών ή άλλων ομάδων υπό το πρίσμα μιας άλλης, κατα συντριπτική πλειοψηφία ευρωπαϊκής ή στην σφάιρα της Ευρώπης, όμαδας. Αυτό που έχουμε εδώ είναι, με αυτή την έννοια, αντίστροφη ανθρωπολογία: οι «άγριοι» επιτέλους περιγράφουν τους «πολιτισμένους».
Φυσικά, κανένας δεν δέχεται τίποτα παρά τον αυτοπροσδιορισμό του για να περιγράψει την ταυτότητα του. Αυτό ισχύει από άτομα και ομάδες μέχρι ολόκληρες κοινωνίες. Όσο απολίτιστοι, βάρβαροι, αφελείς και ζωώδεις ήταν για τους αποικιοκράτες του 19ου και τους ανθρωπολόγους του 20ου αιώνα οι ιθαγενείς των διάφορων απομονωμένων από την Ευρωπή περιοχών, τόσο άχρηστους, ανισόρροπους, ματαιόδοξους, εξαρτημένους και πολλά άλλα περιέγραψε τους Παπαλάνγκι ο φύλαρχος Τουιάβιι –απ’ότι φαίνεται, ο εθνοκεντρισμός είναι μια φυσική τάση του ανθρώπου που μπορεί να παρατηρηθεί παντού.
Το βιβλίο με σόκαρε. Γιατί όταν βλέπεις τον εαυτό από το πρίσμα κάποιου άλλου, καταλαβαίνεις καλύτερα τον εαυτό σου — ή μάλλον αποκτάς μια άλλου είδους συνειδητότητα. Κάθε σου κίνηση αποκτά διαφορετική βαρύτητα, κάθετι που βλέπεις και ακούς σου φαίνεται σαν ψευδαίσθηση ή όνειρο, πενήντα σύμπαντα μακρια από οτιδήποτε το «πραγματικό», κάθε σου αναπνοή γίνεται ένας φορέας κουλτούρας, της προσωπικής σου αλλά και του Παπαλανγκικού σου υπόβαθρου. Ο φύλαρχος Τουιάβιι δεν μπορεί να καταλάβει γιατί φοράμε ρούχα, δεν αφήνουμε το κορμί μας να χαρεί τον ήλιο, και κάνουμε έρωτα στα βαθύτερα σκοτάδια, αποκαλώντας αυτή την πράξη αγάπης αμαρτία· βλέπει τα «δερμάτινα κανώ» μας, δηλαδή τα παπούτσια, και μας λυπάται που τα πόδια μας είναι τόσο αδύναμα και ξεσυνηθισμένα που πλέον δεν μπορούμε «ούτε ένα φοινικόδεντρο να σκαρφαλώσουμε»· δεν μπορεί να καταλάβει γιατί ζούμε σε πέτρινα κιβώτια, μακριά από το φως, τον αέρα και τον έξω κόσμο (αλλά λατρεύει τα μπάνια των Παπαλάνγκι γιατί είναι όμορφα). Το «στρογγυλό μέταλλο και το βαρύ χαρτί», δηλαδή το χρήμα, σαν έννοιες του φαίνονται τελείως ξένες, δεν μπορεί να καταλάβει πώς είναι δυνατόν ο διπλανός μας να πεινάει και εμείς να μην μοιραζόμαστε μαζί του από αυτό που έχουμε, ούτε γιατί πρέπει μια ζωή να κάνουμε μια μόνο δουλειά για να μπορούμε να κερδίσουμε αυτά τα χρήματα. Πώς είναι δυνατόν, αναρωτιέται, κάποιος να κάνει κάτι συνέχεια και να μην το βαριέται; Βλέπει την ατέλειωτη αναζήτηση μας για γνώση και την μανία μας για σκέψη ως κάτι το μάταιο γιατί μας απομακρύνει από τις αισθήσεις μας, τον κινηματογράφο ως μια παραίσθηση για να φανταζόμαστε μια ζωή διαφορετική από την δική μας και απορεί γιατί δεν μας ενδιαφέρει τελικά τόσο πολύ να ζήσουμε, πραγματικά, εμείς οι ίδιοι, την δική μας ζωή.
Τα παραδείγματα πολλά, όσα και το βιβλίο, το οποίο είναι πολύ μικρό (το τελείωσα μέσα σε μια μέρα). Μικρό και θαυματουργό, γραμμένο σε μια σαγηνευτικά απλή και αφελή γλώσσα — άλλωστε: τα μεγάλα ερωτήματα δεν χρειάζονται πολύπλοκη γλώσσα για να διατυπωθούν· αν την χρειάζονται, δεν είναι αρκετά μεγάλα. Δεν μπορώ να σταματήσω να το σκέφτομαι και θέλω να αναζητήσω κι άλλα τέτοια παραδείγματα «αντίστροφης ανθρωπολογίας» το συντομότερο!
Review: Η αβάσταχτη ελαφρότητα του είναι
Η αβάσταχτη ελαφρότητα του είναι by Milan Kundera
My rating: 5 of 5 stars
«Φόρτωνε τον εαυτό του με κατηγορίες, αλλά κατέληξε ότι στο βάθος ήταν πολύ φυσικό να μην ξέρει τι θέλει.
Δεν μπορεί κανείς ποτέ να ξέρει αυτό που πρέπει να θέλει, γιατί έχουμε μόνο μια ζωή και δεν μπορούμε ούτε να την συγκρίνουμε με προηγούμενες ζωές ούτε να επανορθώσουμε σε ζωές επερχόμενες.
Δεν υπάρχει κανένας τρόπος για να εξακριβωθεί ποια απόφαση είναι η καλή γιατί δεν υπάρχει κανένα μέτρο σύγκρισης. Όλα τα ζούμε αμέσως για πρώτη φορά και χωρίς προετοιμασία. Είναι σαν να μπαίνει ένας ηθοποιός στη σκηνή χωρίς ποτέ άλλοτε να έκανε πρόβα. Άλλα τι μπορεί να αξίζει η ζωή αν η πρώτη πρόβα της ζωής δεν είναι παρά η ίδια η ζωή; Αυτό είναι που κάνει τη ζωή να μοιάζει πάντα με σκιαγράφημα. Αλλά ακόμα και το «σκιαγράφημα» δεν είναι η σωστή λέξη, γιατί ένα σκιαγράφημα είναι πάντοτε το προσχέδιο κάποιου πράγματος, η προετοιμασία ενός πίνακα, ενώ το σκιαγράφημα που είναι η ζωή μας δεν είναι για τίποτα προσχέδιο, είναι ένα προσχέδιο χωρίς πίνακα.»
Ξέρετε πώς είναι να διαβάζετε ένα βιβλίο που μπορεί να θεωρηθεί «βαρύ»; Κάθε σελίδα φορτωμένη με νοήματα, φιλοσοφία, μονολόγους, όνειρα ή οιρμούς σκέψεων, και να αποσυγκεντρώνεστε συχνά γιατί αρκετές φορές είναι όλο αυτό δύσκολο και δύσπεπτο; Να διαβάζετε πέντε σελίδες και μετά να μην θυμάστε λέξη, ούτε το γενικό νόημα;
Ε λοιπόν, Η Αβάσταχτη Ελαφρότητα Του Είναι ήταν ακριβώς το αντίθετο για μένα. Ήταν «δύσκολο», «βαρύ», γεμάτο μπουκίτσες φιλοσοφίας τις οποίες διαβάζεις και λες «Ναι! Ναι! Ο τύπος το έχει πιάσει το νόημα από τα μπαλάκια!», και απόλυτως απολαυστικό. Το ρούφηξα με το καλαμάκι του milkshake.
Αυτό το μυθιστόρημα – παύλα – δίαυλος γενικών σκέψεων του Κούντερα για την ζωή έχει ως γενικό του θέμα τον έρωτα και τους δορυφόρους του: την ζήλεια, την ιδέα της μονογαμίας, την απιστία, την διαφορά του με την αγάπη ή την απλή καύλα, την ελευθερία του ατόμου και την λεπτή ισορροπία μεταξύ αυτού και των σχέσεων και όλα αυτά τα γνωστά τα οποία νομίζουμε ότι γνωρίζουμε πλέον απέξω κι ανακατωτά. Τι στο διάολο, άλλωστε: περί αυτών πρόκεινται πάνω από τα μισά βιβλία, ταινίες και άλλα είδη έργων. Όχι όμως, βέβαια. Αν ξέραμε το οτιδήποτε, δεν θα υπήρχαν τόσες αποτυχήμενες σχέσεις και τόσοι δυστυχισμένοι άνθρωποι. Ο Κούντερα μιλάει με τόση μαεστρία για την ανθρώπινη ύπαρξη και την λεπτή του σχέση με τον έρωτα και το σεξ που νιώθει αποκαλυπτικός, αξίζει υπόκλισης.
Οι χαρακτήρες δεν είναι πολύ ρεαλιστικοί, υποτίθεται ότι είναι 40άρηδες και 50άρηδες αλλά από την συμπεριφορά τους τους φανταζόμουν γύρω στα 30 το πολύ. Η φαινομενική τους όμως αυτή επιφανειακότητα καθόλου δεν με ενόχλησε. Ο Τόμας, η Τερέζα, ο Καρένιν και η Σαμπίνα μέχρι το τέλος μου είχαν γίνει όλοι συμπαθείς για τους δικούς τους λόγους. Μάλιστα, από την αρχή του βιβλίου ταυτίστηκα με τον Τόμας — εντάξει, όχι επειδή έχω μια σχεσή και εν γνώσει της και με την αποδοχή της ψάχνομαι και ρίχνω στο κρεβάτι μια άλλη γυναίκα κάθε βράδυ, αλλά επειδή οι προβληματισμοί του περί αυτής του της συμπεριφοράς, αλλά και πολλών άλλων θεμάτων, ταιριάζουν με τους δικούς μου.
Μου άρεσε το ότι κάθε περιστατικό στην ιστορία το βλέπουμε διαδοχικά από δυο ή περισσότερες οπτικές γωνίες των πρωταγωνιστών, δίνοντας μας μια ευκαιρία να καταλάβουμε πώς γίνονται οι παρεξηγήσεις: πως βασίζονται στις προ-υποθέσεις (πώς μεταφράζεις το “assumption” στα ελληνικά;), στην ανασφάλεια και στην προδιαγραφή των πραγμάτων στο κεφάλι μας όταν δεν υπάρχει επικοινωνία. Επίσης, τα όνειρα των πρωταγωνιστών δεν διαφοροποιούνται με κάποιον τρόπο από την πραγματική τους ζωή, δημιουργώντας την απορία «μα τι συνέβη τελικά “στ’αλήθεια”;» Η απάντηση, όπως και στην δική μας, την, θέλουμε να πιστεύουμε, πραγματική ζωή, δεν έχει και τόση σημασία τελικά. Αν δεν γίνει σωστά, αυτή η αφηγηματική μανούβρα μπορεί να με ενοχλήσει. Όμως εδώ λειτουργεί τέλεια.
Το βιβλίο δεν καταπιάνεται μόνο με τα παραπάνω, τον έρωτα και τις σχέσεις. Μέσα του μπορούμε να βρούμε σχόλια, μεταξύ άλλων, για τα δικαιώματα των ζώων, τον κομμουνισμό και την ιδέα της Μεγάλης Πορείας (όλες τις αριστερές πολιτικές ιδέες και εσωτερικές διακλαδώσεις συγχωνευμένες σε μία), την Άνοιξη της Πράγας και την ζωή στην Ανατολική Ευρώπη το ’60 και το ’70, και στο κιτς, το οποίο ο συγγραφέας ορίζει ως την αφαίρεση της ανθρώπινης αδυναμίας και του απαράδεκτου από οποιαδήποτε αναπαράσταση. Καταλήγει έτσι στο κομμουνιστικό κιτς, το ερωτικό κιτς, το φιλανθρωπικό κιτς αλλά και στο θεολογικό κιτς, όπου πέφτει η απίστευτη ατάκα πως αν ο άνθρωπος είναι δημιουργημένος κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση του Θεού, αυτό σημαίνει ότι ο Θεός πρέπει να χέζει: γιατί λοιπόν τα σκατά να θεωρούνται τόσο μιαρά, βρώμικα και ανάξια λόγου από εκκλησία και κοινωνία;
Από τέτοιες διασκεδαστικές όσο και βαθιές διαπιστώσεις γεμάτες έμπνευση το βιβλίο σχεδόν στάζει. Είμαι σίγουρος ότι θα το ξαναδιαβάσω και θα το ξαναδιαβάσω πολλές φορές στην ζωή μου. Έγινε μέσα σε λίγες μέρες από τα αγαπημένα μου βιβλία.
Κοσμολόγοι: τραγικές φιγούρες
Οι άνθρωποι έχουμε πολύ συγκεκριμένα όρια στην αντίληψη μας και δεν μπορούμε να κατανοήσουμε τον κόσμο παρα μόνο μέσα από την ανθρώπινη εμπειρία. Δεν μπορούμε να φανταστούμε τι υπάρχει έξω από το σύμπαν όπως δεν μπορούμε να φανταστούμε πως είναι να είναι κανείς τυφλός, να μην έχει δει ποτέ του: φανταζόμαστε ότι τα βλέπει όλα μαύρα ή λευκά, όμως και το μαύρο και το λευκό είναι τμήματα της οπτικής εμπειράς. Οι τυφλοί δεν έχουν δει ποτέ τίποτα. Οι κουφοί, χωρίς να έχουν ακούσει ποτέ τίποτα επίσης, δεν ξέρουν τι είναι η σιωπή: είναι το μόνο που γνωρίζουν. Δεν μπορούμε να διανοήθουμε τους απλά ασύλληπτους αριθμούς ατόμων, μορίων ή αντίθετα γαλαξιών που υπάρχουν στο σύμπαν αλλά παρολαυτά προσπαθούμε.
Χτες συμπέρανα ότι να προσπαθούμε να καταλάβουμε το σύμπαν είναι μάταιο απλά και μόνο γιατί είμαστε άνθρωποι και περιοριζόμαστε ακριβώς από την ύπαρξη μας σε αυτή την κατάσταση.
Στο Μουσικό Καφενείο στην Μυτιλήνη, όπου ήμουν χτες και έχω πάει πολλές φορές, έχουν ένα χρυσόψαρο σε μια γυάλα. Τι μπορεί να καταλάβει εκείνο για το πώς είναι η ζωή έξω από την γυάλα, ποιες είναι αυτές οι φιγούρες που κινούνται διαρκώς έξω από το νέρο μέρα-νύχτα; Ίσως να μπορούσε, αν ήταν πιο έξυπνο, να προβλέψει την ταχύτητα μετακίνησης αυτών των περίεργων, πολύχρωμων φιγούρων, ίσως να μπορούσε να φτιάξει κάτι σαν ημερολόγιο το οποίο θα του αποκάλυπτε πότε υπάρχει πολύ φως ή λίγο φως έξω και μέσα από την γυάλα. Αλλά πώς θα μπορούσε να καταλάβει ποτέ τι είναι οι άνθρωποι, γιατί πηγαίνουν σε αυτό το μέρος, γιατί αγοράζουν αλκοόλ και καφέδες και γιατί φλερτάρουν; Ένα χρυσόψαρο που θα προσπαθούσε να καταλάβει τον κόσμο έξω από την γυάλα του θα ήταν καταδικασμένο σε αποτυχία ακριβώς λόγο της ύπαρξης του ως χρυσόψαρο και των φυσικών του περιορισμών.
Το ίδιο μπορούμε να συμπεράνουμε για τους ανθρώπους. Προσπαθούμε να καταλάβουμε το σύμπαν αλλά απλά το σύμπαν είναι υπερβολικά περίπλοκο για μας. Η γυάλα μας είναι μεγάλη και ενδιαφέρουσα, ίσως αόρατη, αλλά συνεχίζει να υπάρχει. Το να προσπαθούμε να καταλάβουμε και να απαντήσουμε τα μεγάλα ερωτήματα όπως το ποιοι είμαστε, γιατί βρισκόμαστε εδώ, ποιος και αν μας έφτιαξε κάποιος, που τελειώνει το σύμπαν κτλ είναι απλά ερωτήματα τόσο έξω από την εμπειρία μας που είναι απλά αδύνατο να απαντηθούν. Αντίστοιχα, αν λέγαμε ότι οι πλανήτες είχαν συνείδηση (μια ιδέα που μου αρέσει να εξετάζω τον τελευταίο καιρό), η Γη δεν θα μπορούσε να καταλάβει ποτέ το ποιοι είμαστε και τι κάνουμε. Η ιδέα της περί του κόσμου δεν θα μπορούσε να εντάξει την ύπαρξη κάποιων μικροβίων στην επιφάνεια της που αναρωτιούνται για τα ίδια θέματα (που όπως λέει και ο Terry Pratchett, μάλλον θα της φαινόμασταν σαν κάποιου είδους δερματοπάθεια), και ακριβώς επειδή δεν θα μπορούσε να συλλάβει την ανθρώπινη εμπειρία, η ιδέα της περί του κόσμου, ακόμα κι αν είχε την δυνατότητα ως πλανήτης να καταλάβει το σύμπαν σε ένα πιο μακροσκοπικό επίπεδο, θα ήταν αναγκαστικά ατελής. Η λογική μας μπορεί να μας πάει μακριά αλλά δεν πρέπει να έχουμε την εντύπωση ότι τα μεγάλα ερωτήματα μπορούν να απαντηθούν με την βοήθεια της γιατί απλά, όπως και οι αισθήσεις μας αλλά αντίθετα με αυτές, η λογική μας (όπως μας αρέσει να λέμε ότι μας διαφοροποιεί από τα υπόλοιπα ζώα) είναι αμιγώς ένα ανθρώπινο χαρακτηριστικό. Επομένως, οι ανακαλύψεις που κάνουμε με την βοήθεια της δεν είναι παρά ανθρωποκεντρικές παραδοχές. Όπως λέει και ο Κούντερα στην Αβάσταχτη Ελαφρότητα Του Είναι (που διαβάζω αυτές τις μέρες και ήδη λατρεύω), τα μόνα σημαντικά ερωτήματα είναι αυτά που έχουμε από παιδιά — ποτέ όμως δεν θα μπορέσουμε να τα απαντήσουμε, ακόμα και όταν, μεγάλοι πια, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε αυτό το «χάρισμα» μας που λέγεται λογική.
Επομένως, για μένα, οι άνθρωποι που αφιερώνουν την ζωή τους προσπαθώντας να απαντήσουν αυτά τα ερωτήματα δεν είναι τίποτα περισσότερο από τραγικές φιγούρες. Τους θαυμάζω για το πάθος τους αλλά ταυτόχρονα τους λυπάμαι γιατί δεν είναι παρα άνθρωποι, όπως θα λυπόμουν τα χρυσόψαρα που θα προσπαθούσαν να καταλάβουν τι είναι αυτές οι φιγούρες έξω από το νερό που τα πειράζουν κάθε τόσο και τους πετάνε πού και πού χρυσοψαροτροφή. Δεκάδες επιστήμονες έχουν αφήσει εποχή προσπαθώντας να κατανοήσουν και να περιγράψουν τον κόσμο, μόνο για να υπάρξει κάποιος, αιώνες μετά τον θάνατο τους, που θα ανέτρεπε, κοροιδευτικά σχεδόν, την θεωρία τους. Φανταστείτε πώς θα ένιωθε ο Einstein, ο οποίος αφιέρωσε την ζωή του προσπαθώντας να ενοποιήσει τα πεδία, αν μάθαινε ότι κάποια στιγμή κάποιος μελλοντικός φυσικός θα ανακάλυπτε αυτή την «θεωρία των πάντων», δημιουργώντας αναπόφευκτα ακόμα περισσότερα ερωτήματα, ή αν αποδεικνυόταν ότι μια τέτοια θεωρία είναι απλά πέρα από τις ανθρώπινες δυνατότητες κατανόησης του κόσμου. Ίσως να επέλεγε να περάσει την ζωή του λίγο διαφορετικά.
Μπορώ να φανταστώ ένα πλήθος εξαγριωμένων επιστημόνων να με λιντσάρουν για τα παραπάνω, φωνάζοντας πως με αυτή την λογική δεν θα είχαμε φτάσει ως εδώ, πως η ανθρώπινη περιέργεια και φαντασία είναι αυτό που μας κρατάει ζωντανούς, και άλλα. Δεν λέω, οι επιστημονικές ανακαλύψεις μας έχουν φτάσει μακριά, έχουν αλλάξει την ζωή μας (δεν θα πω ότι την έχουν βελτιώσει, γιατί δεν το πιστεύω πραγματικά), μας έχουν βοηθήσει να συλλάβουμε το μεγαλείο των Πραγμάτων. Εγώ ο ίδιος είμαι πολύ περίεργος για το πώς λειτουργεί ο κόσμος και συνεχώς ψάχνω τα όρια της γυάλας μου και το τι αυτή περιέχει. Δεν ξεχνάω όμως πως είμαι άνθρωπος, με περατές διανοητικές ικανότητες και άλλες αδυναμίες της σάρκας και του πνεύματος (μεταξύ τους η ματαιοδοξία), και ίσως να έχω σημαντικότερα πράγματα να κάνω, πιο συμβατά με αυτή μου την ύπαρξη, από το να προσπαθώ να καταλάβω πράγματα τα οποία άπλα έχω την ψευδαίσθηση ότι είναι κατανοήσιμα (από ποιον; εμένα!)
Reasons for losing hope in humanity
Dredg – Brushstroke: An Elephant In The Delta Waves
Γιατί να κρατάει τόσο λίγο;
Quotes ~ Αποφθέγματα ΧΙΙ
[… ] The principle led to the much later adoption of Avogadro’s Number, a basic unit of measure in chemistry, which was named for Avogadro long after his death. It is the number of molecules found in 2.016 grams of hydrogen gas (or an equal volume of any other gas). Its value is placed at 6.0221367 x 10²³, which is an enormously large number. Chemistry students have long amused themselves by computing just how large a number it is, so I can report that it is equivalent to the number of popcorn kernels needed to cover the United States to a depth of nine miles, or cupfuls of water in the Pacific Ocean, or soft-drink cans that would, evenly stacked, cover the Earth to a depth of two hundred miles. An equivalent number of American pennies would be enough to make every person on Earth a dollar trillionaire. It is a big number.
Bill Bryson, A Short History of Nearly Everything, p.93
[…] Η αρχή οδήγησε πολύ αργότερα στην υιοθέτηση του Αριθμού Αβογκάντρο, μιας βασικής χημικής μονάδας μέτρησης η οποία πήρε το όνομα της από τον Αβογκάντρο πολύ μετά τον θάνατο του. Είναι ο αριθμός των μορίων που βρίσκονται μέσα σε 2,016 γραμμάρια αέριου υδρογόνου (ή ενός οποιοδήποτε άλλου αερίου ίσου όγκου). Η τιμή του ορίζεται στα 6.0221367 x 10²³ ο οποίος είναι εξαιρετικά τεράστιος αριθμός. Φοιτητές χημείας καιρό τώρα διασκεδάζουν προσπαθώντας να υπολογίσουν πόσο μεγάλος είναι ο αριθμός αυτός. Μπορώ λοιπόν να αναφέρω ότι είναι ανάλογος του αριθμού των ποπκορν που θα χρειάζονταν για να καλύψουν της ΗΠΑ σε ένα βάθος 9 μιλίων, των φλιτζανιών νερού που περιέχει ο Ειρηνικός Ωκεανός ή από τα κουτάκια αναψυκτικού που, αν τα στιβάζαμε ίσια, θα κάλυπταν την Γη σε ένα βάθος 120 μιλίων. Ένας αντίστοιχος αριθμός από Αμερικάνικες πέννες θα ήταν αρκετός για να κάνει κάθε άνθρωπο στην Γη τρισεκατομμυριούχο. Είναι μεγάλος αριθμός.
Bill Bryson, Μικρή Ιστορία Περί των Πάντων (σχεδόν)
Αναλογία έτους – ημέρας ή: πώς περάσατε τις ώρες σας σήμερα;
Πόσο διαρκεί ένας χρόνος; Τι σημαίνουν 365 μέρες (366 φέτος); Κάθε χρονιά δεν μπορούμε να πιστέψουμε πόσο γρήγορα πέρασαν αυτά τα εκατοντάδες εικοσιτετράωρα. Η αλήθεια είναι ότι δεν έχουμε πολύ καλή αίσθηση του χρόνου μακροσκοπικά. Μπορεί να μπορούμε να κατανοήσουμε τι σημαίνει ένα λεπτό, μια ώρα ή μια μέρα αλλά πέρα από εκεί τα πράγματα χωλαίνουν. Για παράδειγμα, εμένα πάντα η εβδομάδα ως έννοια μου ακούγεται μακρύτερη από το «εφτά ημέρες», ο ένας μήνας μικρότερος από τριάντα μέρες. Και όσο πάνε πίσω τα χρόνια, μπλέκεις τον έναν χρόνο με τον άλλον («αυτό έγινε πριν από τρία ή τέσσερα χρόνια;» «Πέρσι ή πρόπερσι ήμασταν εκεί;» κ.ο.κ — για να μην μιλήσω για δεκαετίες πίσω, για όσους από εμάς έχουν ζήσει μερικά πράγματα παραπάνω.) Όλα αυτά είναι λίγο ασαφή και υποκειμενικά, τι βλέπει ο ένας ως πολύ και ο άλλος ως λίγο.
Παρατήρησα πως υπάρχει μια σύνδεση μεταξύ των δύο σημαντικότερων αστρονομικών περιόδων της Γης οι οποίοι και πολιτισμικά φαίνεται να επικρατούν παγκοσμίως στις ανθρώπινες κοινωνίες: της ημέρας και του χρόνου, της περιστροφής της Γης γύρω από τον εαυτό της και γύρω από τον ήλιο αντίστοιχα. Δεν νομίζω, δηλαδή, κάποια κοινωνία να ορίζει το έτος της ως 500 μέρες ή την μέρα της ως 30 ώρες. Αυτά τα πράγματα είναι περιοδικά, λίγο πολύ αυταπόδεικτα και έτσι τα αντιμετωπίζουμε.
Ποια όμως είναι η αναλογική σύνδεση της μέρα με τον χρόνο έτσι όπως την παρατήρησα;
Ένας χρόνος έχει 12 μήνες. Μια ημέρα έχει 24 ώρες. Το 24 είναι πολλαπλάσιο του 12.
Συνεπώς, ότι είναι για τον χρόνο ο ένας μήνας είναι για την ημέρα οι 2 ώρες (2*12=24). Αντίστροφα, ότι είναι για την ημέρα η μία ώρα είναι για τον χρόνο το ένα δεκαπενθήμερο. Κάθε χρόνος αποτελείται λοιπόν από 24 δεκαπενθήμερα, όπως η μέρα αποτελείται από 24 ώρες, + 5 ή 6 μέρες οι οποίες έχουν κολλήσει στους μήνες με 31 μέρες αντί για 30 (για να μην έχουμε μια περίοδο πέντε ημερών κάθε χρόνο οι οποίες θα ήταν εκτός του κανονικού ημερολογίου — αν και θα είχε πλάκα και αυτό, θα ήταν ο 13ος μήνας. Μια γιορτή 5 ημερών για να γιορτάσουμε το νέο έτος. Καθόλου άσχημα. Αλλά υπερβολικά αντι-κανονικό για τα «μοντέρνα» δεδομένα που τα θέλει όλα σε τάξη. Άσε που χαλάει και τον μαγικό αριθμό 12).
Το ενδιαφέρον είναι ότι η αναλογία δεν σταματάει εδώ αλλά υπάρχει και νοηματική σύνδεση. Δεν είναι όπως ο μήνας, για παράδειγμα, που το φεγγάρι κάνει μια περιστροφή του γύρω από την Γη σε 27 μέρες και κάτι ψιλά και το μόνο που αλλάζει είναι η φάση του και η θέση του στον ουρανό κάθε νύχτα (ή μέρα). Υπάρχει μια σύνδεση των φάσεων της ημέρας με τις φάσεις του έτους. Επιτρέψτε μου να επεκταθώ:
Πρωτοχρονιά — 00:00
Η αλλαγή της ημέρας αλλά και του ετούς, το πέσιμο του κόκκου άμμου από το πάνω μέρος της κλεψύδρας στην κάτω, το σκίσιμο μιας σελίδας ή και η αλλαγή ολόκληρου του ημερολογίου. Οι ευχές για γενέθλια, γιορτές ή την πρωτοχρονιά ιδανικά έρχονται στην αλλαγή του έτους ή της ημέρας.
15 Ιανουαρίου — 01:00
Ήδη η πρώτη ώρα, το πρώτο δεκαπενθήμερο, έχει περάσει.
21 Μαρτίου (εαρινή ισημερία) — 05:30 περίπου.
Η σκοτεινή και ψυχρή περίοδος του έτους, δηλαδή ο χειμώνας, αλλά και ο αντίστοιχος κύκλος για το εικοσιτετράωρο, δηλαδή η νύχτα, έχει περάσει. Βρισκόμαστε στην ανατολή, εκεί που δεν είναι ακριβώς νύχτα αλλά ούτε ακριβώς καλοκαίρι, στο λυκόφως, στην άνοιξη, με τις ελπίδες και το καλό κέφι που φέρνει αυτό σε ανθρώπους, ζώα, φυτά και στον καιρό.
21 Ιουνίου (θερινό ηλιοστάσιο) — 11:45 περίπου
Έχει ξημερώσει για τα καλά. Για την ακρίβεια, βρισκόμαστε στην αρχή του καλοκαιριού. Παρ’όλο που ο ήλιος αυτή την στιγμή είναι στο ζενίθ του στον ουρανό και για το υπόλοιπο του έτους θα είναι σε κατιούσα ή φθίνουσα πορεία — η μέρα θα μικραίνει και ο ήλιος θα πέφτει — ουσιαστικά οι μεγάλες ζέστες έρχονται από εδώ και στο εξής, δηλαδή μέχρι τις…
15 Αύγουστου — 15:30
Για δοκιμάστε να βγείτε εξώ το καλοκαίρι και ειδικά κοντά στον δεκαπεντάυγουστο στις 15:30 το μεσημέρι και πείτε μου αν κάνει ζέστη η όχι, παρ’όλο που ο ήλιος βρίσκεται πιο κοντά στο ναδίρ του. Είναι η τεμπέλικη περίοδος της ημέρας αλλά και του έτους. Τα τζιτζίκια τραγουδάνε, οι άνθρωποι αράζουν και η πλάση σκάει.
21 Σεπτεμβρίου (φθινοπωρινή ισημερία) — 17:45 περίπου
Βρισκόμαστε κοντά στην δύση του ηλίου. Επειδή βρισκόμαστε σε σχετικά βόρειους παράλληλους το πέρασμα από την ημέρα στην νύχτα δεν θα έρθει για περίπου μιάμιση ώρα ακόμα· αν βρισκόμασταν στον Ισημερινό η δύση του ηλίου θα ήταν μόλις δέκα λεπτά αργότερα. Προετοιμαζόμαστε για την νέα σκοτεινή περίοδο (winter is coming — όχι, δεν πρόκειται για link στον Σταρκ), βάζουμε τις ζακέτες μας γιατί πιάνει ψύχρα σιγά-σιγά. Κανονίζουμε τι θα κάνουμε για βράδυ.
21 Δεκεμβρίου (χειμερινό ηλιοστάσιο) — 23:40
Καλωσήρθατε στην μικρότερη μέρα του χρόνου, στο λεπτό το οποίο ο ήλιος βρίσκεται ακριβώς κάτω από τα πόδια σας. Η μέρα από τώρα αρχίζει να μεγαλώνει και μαζί έρχονται και οι αντίστοιχες γιορτές οι οποίες έχουν να κάνουν με φαγητό και ποτό. Μα ποιος ξενέρωτος θα φάει πριν τις 11 το βράδυ ενώ έχουμε γιορτές;
Μερικά άλλα παραδείγματα:
4 λεπτά της μέρας = 1 μέρα του χρόνου (η αναλογία αυτή φαίνεται στον νυχτερινό ουρανό· η θέση του ουρανού σήμερα στις 21:00 θα είναι ίδια με τη θέση του άυριο στις 20:56. Γι’αυτό και ο ουράνιος θόλος φαίνεται να κινείται κάθε νύχτα. Δεν κινείται, απλά η μέρα χάνει τέσσερα λεπτά. Σε έναν χρόνο, αυτά τα 4 λεπτά συμπληρώνουν ακριβώς ένα εικοσιτετράωτο και σε έναν χρόνο από τώρα, τα αστέρια βρίσκονται στο ίδιο σημείο την ίδια ώρα).
1 λεπτό της μέρας = 6 ώρες του χρόνου
1 δευτερόλεπτο = 6 λεπτά του χρόνου
…
Ίσως δείτε τον χρόνο διαφορετικά τώρα. Ίσως και να βοηθήσει αν σας πω ότι η ζωή σας, αν πεθάνετε στα 75, θα είναι 650.000 ώρες συνολικά (μαζί με όσες έχετε ξοδέψει μέχρι τώρα).
Πώς τις περάσατε σήμερα;