Κάθε μέρα ανακαλύπτω όλο και περισσότερα θεμέλια στα οποία βασιζόταν ο κόσμος μου μέχρι χτες τα οποία είναι από χώμα ανακατεμένο με υγροποιημένα ψέμματα.
Όταν αφήνεις τον κόσμο σου κομμάτι-κομμάτι να καταρρεύσει και χαίρεσαι γι’αυτό, γιατί ελπίζεις (ελπίζεις μόνο) ότι ο καινούργιος κόσμος ίσως θα μπορεί να είναι πιο αυθεντικός, πώς μπορείς ποτέ να επιστρέψεις στο Matrix*;
*Matrix: πλέγμα, πίνακας. Εδώ, το πλέγμα όλων των κατασκευών οι οποίες αποτελούν μια συναινετική, εθελοντικάή ή μη, ψευδαίσθηση την οποία έχουμε για μοναδική μας αλήθεια.
Ωρίων, Σείριος, Ηριδανός, Περσέας, Ηράκλειτος (για τους φίλους Κλης, όπως απ’το Ηρακλής), Οδυσσέας (πραγματικά μου κάνει εντύπωση που δεν το έχουν περισσότεροι αυτό το όνομα), Περικλής, Αριστοφάνης (για τους φίλους… funny-ς! Αχα, καλό εεε;), Αιόλος,
Ουρανός
Γυναικεία:
Γαία (πολύ χίπικο αλλά να μας), Μήτιδα, Ανδρομέδα, Καλυψώ, Περσεφόνη, Ήρα (το έχω δει μόνο σαν υποκοριστικό του Καλομ-οίρα -_-), Ουρανία, Πλειόνη, Αλκυόνη, Μαία
Πόσοι ήταν οι γονείς σας; 2. Οι παππούδες σας; 4. Οι προπαππούδες σας; 8. Οι προ-προπαππούδες σας; 16.
Πόσες γενιές μέχρι να φτάσουμε στους 64; Μόνο 7, με μια παλαιότητα περίπου 150 χρόνων, αν υποθέσουμε ότι κάθε γέννηση απέχει από την επόμενη περίπου 20-25 χρόνια. Στις 10 γενιές πίσω, όχι πολύ πριν την Ελληνική Επανάσταση του 1821, ο αριθμός φτάνει στους 512. Αν πάμε άλλες 10 γενιές πίσω, αγγίξουμε τις αρχές του 16ου αιώνα, την εποχή που η Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν στο απόγειο της δυναμής της με τον Σουλεημάν τον Μεγαλοπρεπη στα ινία της, η Αμερική είχε μόλις αρχίσει να κατακτάται από τους Ισπανούς και ο Μιχαηλάγγελος ίδρωνε κάτω από την οροφή της Καπέλα Σιξτίνα, o αριθμός των προ-προ-προ-προ-προ-προ-προ-προ-προ-προ-προ-προ-προ-προ-προ-προ-προ-παππούδων και -γιαγιάδων (ναι, τα μέτρησα τα προ-) έχει ήδη εκτοξευθεί στους 1.048.576. Με αυτόν τον ρυθμό φυσικά και αν λάβουμε υπ’όψη μας ότι οι άνθρωποι ως είδος υπάρχουμε πάνω από 100.000 χρόνια (κι ας μην μπούμε στην διαδικασία να μετρήσουμε τους προγόνους μας που ήταν ανθρωποειδή, και πριν από αυτόυς τον Κοινό Πρόγονο, και πριν από αυτόν κάποια θηλαστικά, και πριν από αυτόν κάποιο συναψιδωτό και την φάρα του και τελειωμό δεν έχουμε), δεν αργούμε να φτάσουμε στα τρισεκατομμύρια άτομα και ακόμα παραπέρα, αριθμούς που ποτέ δεν είδε η ανθρωπότητα ακόμα και αν βάλουμε όλους τους homo sapiens που έζησαν σε ολόκληρη την ιστορία και προϊστορία της μαζί! Λέγεται μάλιστα ότι όλοι μας καταγόμαστε από μια μικρή ομάδα ανθρώπων οι οποίοι επέζησαν την τελευταία εποχή των παγετών. Η απάντηση σε αυτό το φαινομενικό μυστήριο είναι απλά ότι υπήρχαν πολλές επιμιξίες — επιμιξίες τις οποίες μπορεί να μην θεωρούμε επιμιξίες. Αν ο προπροπροπροπαππούς μου από την μεριά της μάνας μου είναι αδερφός της προπροπροπρογιαγιάς μου από την μεριά του πατέρα μου, αυτό δεν θα το μετράγαμε σαν επιμιξία φυσικά, κ.ο.κ.
Η γενεαλογία μας είναι όσο μυστήρια και μαγική όσο και η ιστορία μας: ξέρουμε, μπορούμε να ξέρουμε τόσο λίγα γι’αυτήν, που τα υπόλοιπα τα γεμίζουμε με την καταπληκτική παλέτα της φαντασίας μας. Όπως κάνουμε με καθετί το άγνωστο και μυστήριο δηλαδή με τα πάντα.
Το πράγμα είναι σίγουρα χαώδες. Θα επιμείνω όμως στον αρχικό αριθμό. 7 γενιές, 64 πρόγονοι. Μου φαίνεται ο τέλειος συνδυασμός ελεγξιμότητας και εγγύτητας με εμάς: πιο μεγάλος και το πράγμα θα ξέφευγε τελείως χωρίς να μπορούμε να νιώσουμε μια συγγένεια με αυτούς τους μακρινούς πρόγονους· πιο κοντά και θα χάναμε το μεγαλύτερο μέρος της μαγείας και της περιπλοκότητας της γενεαλογίας. Για να μην πω ότι το 7 και το 64 είναι ωραίοι, στρογγυλοί, πολιτισμικά ισχυροί αριθμοί που κάθονται καλά στο μάτι, στην αισθητική, και σε αυτό το πράγμα μέσα μας που τσινάει όταν ένα κάδρο είναι στραβό ή που μας κάνει να περιμένουμε με αγωνία για το πότε ο κόκκινος και ο πράσινος φάρος στην είσοδο του λιμανιού θα συγχρονίσουν τις αναλαμπές τους για μια μόνο φευγαλέα στιγμή.
Ας μπούμε στο ζουμί. Απ’όσο έχω προσέξει, στις μέρες μας όταν μιλάμε για γενεαλογία συνήθως μιλάμε με δύο όρους: με δέντρα και με οικογένειες.
Έχω τις ενστάσεις μου, όπως συνήθως.
Fernando Chamarelli -- http://www.galleryad.com/art/archives/art/backroom/fernando_chamarelli_pangea/
Το δέντρο μου φαίνεται περίεργο σαν ιδέα για να περιγράψουμε μια οικογένεια όταν εμείς είμαστε ο κόρμος, όπως στην παραπάνω εικόνα. Το οικογενειακό δέντρο θα μου φαινόταν εντάξει σαν αναπαράσταση αν εμείς ήμασταν ο κορμός, οι ρίζες μας ήταν οι πρόγονοι και τα κλαδιά και τα φύλλα μας ήταν οι απόγονοι. Δεν έχω δει όμως ποτέ ένα τέτοιο δέντρο να χρησιμοποιείται.
Μετά είναι η οικογένεια, ή το επώνυμο. Είναι κάτι σαν την ερώτηση «από πού κατάγεσαι;» Μου πήρε χρόνια να καταλάβω ότι αυτή η ερώτηση μεταφράζεται ως «από πού είναι ο πατέρας σου;» και δεν είμαι σίγουρος αν για όσους με έχουν ρωτήσει το «από την Αυστραλία» θα ήταν αυτό που θα ήθελαν να ακούσουν, παρά την σχεδόν αβάσταχτη ειλικρίνεια της απάντησης! Γεννήθηκα, μεγάλωσα και μένω στην Νέα Σμύρνη, άλλωστε!
Ίσως αυτό να συμβαίνει για τον ίδιο λόγο που τα επώνυμα φέρουν χαρακτηριστικά ονομασίας προέλευσης, πες μου το επώνυμο σου να σου πω ποιος, ή τουλάχιστον από πού, είσαι. Όμως αυτή είναι η μισή αλήθεια — η για την ακρίβεια, πολύ, πολύ λιγότερο από την μισή: το επώνυμο το μοιράζονται μόνο οι άντρες την γενεαλογίας, με όλες τις γυναίκες να χάνονται στην μέσκλα σαν το αλάτι στο νερό. Μάλιστα πολλά από τα οικογενειακά δέντρα μελετάνε την ιστορία της οικογένειας όχι με βάση το άτομο αλλά το όνομα, ειδικά παλιότερα και στις αριστοκρατικές οικογένειες-δυναστίες, προσπαθώντας να βρουν όλους όσους μοιράζονται αυτό το όνομα και είναι συγγενείς ή απόγονοι χωρίς όμως να δίνουν σημασία στις γυναίκες που έμπαιναν (και μπαίνουν) στην οικογένεια μάλλον μόνο εξ αιτίας της ξεκάθαρης αναγκαιότητας του θέματος. Είναι θαρρώ σχετικό άλλωστε πως για μεγάλο μέρος της ιστορίας, σίγουρα της Χριστιανικής και της Ισλαμικής, οι άντρες ήθελαν γιους για να μπορούν να διαιωνήσουν το όνομα τους, την οικογένεια.
Θέλησα λοιπόν να αποδώσω με κάποιον ευφάνταστο τρόπο τα παραπάνω και περισσότερα. Και κατέληξα σε αυτό (όπως θα είδατε και στην κορυφή του άρθρου):
Γιατί μάνταλα;
Τα μάνταλα είναι ακτινωτά συμμετρικά σχήματα, σύμβολα ολότητας, κυκλικότητας και ταυτόχρονα της στιγμής, του μεγαλείου και της μικρότητας του τώρα, τουλάχιστον στην φιλοσοφία που τα γέννησε, τον Ινδουισμό και μετέπειτα στον Βουδισμό. Ο Carl Jung εμπνεύστηκε βαθύτατα από αυτά: ζητούσε από τους ασθενείς του να ζωγραφίζουν μάνταλα και τα χρησιμοποιούσε για να τους διαγνώσει. Πίστευε ότι μέσα στην συμμετρία και στα σχήματα μπορούσε να βρει μια ακολουθία, να βγάλει νόημα πίσω από την χρήση των διάφορων σχεδίων που τα αποτελούσαν. Η μοναδικότητα που εμφανιζόταν ήταν για εκείνον στην ουσία το άτομο.
Αυτή η καθαρή γεωμετρικότητα έχει κάτι όντως το ολοκληρωτικό και καθησυχαστικό· δεν μπορώ να το περιγράψω διαφορετικά. Επιπλέον η ιδέα της επανάληψης και της επέκτασης όπως και το ένα σημαντικό κέντρο, ταιριάζουν γάντι στην γενεαλογία.
Και, βέβαια, τα μάνταλα μπορούν να είναι πολύ όμορφα.
Συμβολισμοί
Οι συμβολισμοί πίσω από την γενεαλογία όπως το μάνταλα θα μας βοηθήσει να τους δούμε είναι πολλοί, και σίγουρα θα είναι θα είναι διαφορετικοί για τον καθένα. Αυτοί που διαλέγω, αυτοί που με ενέπνευσαν προσωπικά, είναι οι παρακάτω:
Ισότητα άντρα-γυναίκας
Μια οποιαδήποτε προ-προγιαγιά είναι το ίδιο σημανική με τον οποιονδήποτε προ-προπαππού…
Υποτίμηση της αξίας του επώνυμου.
Γιατί θα μπορούσε κάποιος, κάπου, να ήταν γυναίκα. Και τότε θα είχα διαφορετικό επώνυμο. Το οποίο θα θεωρούσα εξ ίσου σημαντικό με αυτό που έχω τώρα.
…ακόμα και αν από αυτόν τον προ-προπαππού έχω πάρει το επώνυμο μου.
Αποσύνδεση της οικογενειακής ιστορίας με την ιστορία του επωνύμου.
64 πρόγονοι, 64 ονόματα (εκτός κι αν έχουμε επιμιξίες που αναφέραμε πιο πάνω). Ένα υπερισχύει. Γιατί;
Οι 64 αυτοί άνθρωποι τους οποίους συνέδεσε η υπάρξη σου 170 χρόνια μετά την γέννηση τους, είναι όλοι το ίδιο υπεύθυνοι για την ύπαρξη σου σήμερα.
Ανάδειξη της αξίας του τοπικών ριζών και της μετανάστευσης. Κατάργηση της εθνικής ψευτοψωροπερηφάνιας.
Αν συμπλήρωνα το δικό μου μάνταλα, το ένα τέταρτο θα είχε πολύ «Σμύρνη» μέσα το οποίο θα χανόταν στα βάθη της Τουρκίας (και ποιος ξέρει πού αλλού… ήταν και η Σμύρνη η “Νέα Υόρκη της Ανατολικής Μεσογείου”) και το μισό θα είχε «Αυστραλία», αλλά σιγά-σιγά αυτό θα γινόταν, όσο πιο πίσω πηγαίναμε, σε Αγγλία ή και Ουαλία, αν οι πηγές μου είναι έγκυρες. Ξανά, ποιος ξέρει τι άλλο.
Ποιος ξέρει από ποια 64 διαφορετικά μέρη του κόσμου κατάγομαι;
Έλληνας γεννιέσαι ή Έλληνας γίνεσαι; Χμ… Καλή ερώτηση. Ο πατέρας μου πήρε ελληνική υποκοότητα αφού ζούσε στην Ελλάδα κάτι περισσότερο από 20 χρόνια, οπότε, αυτός τι είναι, Αυστραλός ή Έλληνας; Αντίστοιχα, πολλοί μετανάστες δεύτερης γενιάς, μικροί και μεγάλοι, επιλέγουν να είναι έλληνες γιατί μεγάλωσαν ή και γεννήθηκαν εδώ. Κατα πάσα πιθανότητα, τα παιδιά τους — η τρίτη γενιά– θα αναζητήσουν τις ρίζες που οι παππούδες τους εγκατέλειψαν εξ ανάγκης, ενώ οι ίδιοι θα είναι πλέον έλληνες με τα όλα τους. Αυτό έχει συμβεί άπειρες φορές στην ιστορία της Ελλάδας. Πριν τις αλβανικές μεταναστεύσεις στις αρχές του ’90, είχαν υπάρξει πολλές άλλες πριν πολλούς αιώνες. Το ίδιο και με τους Μικρασιάτες, οι οποίοι αντιμετωπίστηκαν όταν ήρθαν εδώ σαν Τούρκοι και τώρα περηφανεύονται σε πολλές περιπτώσεις για την «μακεδονικότητα» τους, ακόμα και αν οι οικογένειες τους δεν ζουν παρα για 2-3 γενιές στην Μακεδονία, από το 1922 και μετά. Αντίθετα, μπορεί να υπονομευτεί ή να περιοριστεί η προσφυγική τους ιστορία από τους ίδιους, καθώς θα προτιμήσουν να νιώθουν απόγονοι των Μακεδόνων του Αλέξανδρου παρα Πόντιοι, Μικρασιάτες, Καπαδόκες κτλ… Άλλωστε, πρέπει να υπάρχει υψηλή εθνική φρόνηση κόντρα στους απειλητικούς FYROMίτες ή όπως αλλιώς θέλετε να τους πείτε… απλά να θυμάστε ότι μπορεί αυτοί να είναι πιο μακεδόνες από τους μακεδόνες. Όχι ως απόγονοι του Αλέξανδρου ή κάποια τέτοιο θλιβερό παραπλανημένο συμπέρασμα, λες κι οι Έλληνες είναι απόγονοι του Αλέξανδρου, όχι: πιο μακεδόνες από τους μακεδόνες γιατί οι οικογένειες τους μπορεί να μένουν στην Μακεδονία, στην περιοχή που λεγόταν Μακεδονία, για αιώνες. Αν αυτό ακούγεται προβοκατόρικο, τα κατάφερα.
Βέβαια, δεν είναι μόνο οι Μακεδόνες, Αλβανοί, οι Πόντιοι ή πιο πρόσφατοι μετανάστες που αποφάσισαν ότι η Ελλάδα είναι η χώρα τους. Βλάχοι, Αρβανίτες, Βορειοηπειρώτες, Φραγκοσυριανοί (και άλλοι καθολικοί νησιώτες) και πολλοί άλλοι οι οποίοι ήταν και είναι Έλληνες με τα όλα τους, πλέον έχουν μια γεύση μειονότητας στο Ελληνικό κράτος που τόσο προσπαθεί αυτή την στιγμή να διατηρήσει την καθαρότητα του και την Μοναδική Ιστορία του. Στον βωμό του μίσους, των διακρίσεων και των εθνικών κόμπλεξ, θυσιάζουμε ο καθένας την ίδια μας την οικογενειακή παράδοση. Δεν έχουμε ΙΔΕΑ της ιστορίας μας και έτσι πιστεύουμε το πρώτο απλοϊκό παραμύθι! ΑΥΤΟ είναι η εθνική ταυτότητα: η ισοπέδωση, η απλοποίηση. Είναι ένα μαντρί με γνώμονα τον ελάχιστο κοινό παρονομαστή της ιστορικής άγνοιας. Και όντας ιστορικά αδαείς, μαθαίνουμε να μην σεβόμαστε ή ακόμα να μισούμε, ξανά και ξανά, γενιά παρα γενιά, το διαφορετικό — ένα διαφορετικό με το οποίο σαφώς μπορεί να έχουμε κοινές ρίζες ή ακόμα και να καταγόμαστε από αυτό, λιγότερο ή περισσότερο. Σοφά ήταν τα λόγια του George Bernard Shaw: “Patriotism is, fundamentally, a conviction that a particular country is the best in the world because you were born in it.”, «ο πατριωτισμός είναι, θεμελιακά, η πεποίθηση ότι μια χώρα είναι η καλύτερη στον κόσμο επειδή εσύ γέννηθηκες σ’αυτήν.»
Μια καλύτερη εικόνα της οικογενειακής ιστορίας του καθενός μας μπορεί να μας βοηθήσει να είμαστε λίγο πιο σκεπτικοί προς στους εθνικούς εξωραϊσμούς και στις κιτς απλοποιήσεις, να δούμε ότι ο τόπος της γέννησης μας είναι σημαντικός για την ταυτότητα μας αλλά δεν αποτελεί παρα ένα σημείο στον χρόνο και στον χώρο ο οποίος είναι σημαντικός για εμάς μόνο γιατί είναι ο δικός μας τόπος γέννησης. Και στην εποχή που διανύουμε και που έρχεται, ας μην αφήσουμε η προφορική ιστορία, των μετακινήσεων, του πόνου, της συνύπαρξης και της περιπλοκότητας να χαθούν κάτω από το βάρος των εποποιιών.
Μην αφήνεις κάποιους άλλους να σου επιβάλουν τις ρίζες σου: ανακάλυψε τες μόνος σου ή μόνη σου.
Οι ρίζες μπλέκονται, το παρελθόν είναι μυστήριο και περίπλοκο.
Βέβαια, τα παραπάνω δεν είναι εύκολο να πραγματωθούν. Όσο πιο πίσω πάμε, τόσο πιο γεωμετρικά δύσκολο γίνεται να τους καταμετρήσουμε και να βρούμε τα ίχνη όλων! Ίσως στις επόμενες γενιές, τώρα που καταγράφουμε τα πάντα, να είναι πιο εύκολο για τα εξασέγγονα μας (αν έχουμε, βέβαια, γιατί είναι και το δημογραφικό…) να μας βρουν. Όμως σπάνιες είναι οι περιπτώσεις ανθρώπων που ζουν τώρα να ξέρουν από που κατάγονταν οι πρόγονοι των προπαππούδων τους. Σπάνια μπορούμε να πάμε πάνω από έναν αιώνα πίσω, πόσο μάλλον δύο, τρεις… Αυτό το μυστήριο, όσο απαγορευτικό είναι, άλλο τόσο αξίζει να το ενστερνιστούμε και στο μάνταλα αυτό φαίνεται… η 7η γενιά μπλέκεται μεταξύ της και αρχίζει το πράγμα να σκουραίνει(;) αισθητά. But that’s just the way it is.
Σαν βγεις στον πηγαιμό για το Παρελθόν…
Δημιουργική ελευθερία.
Θεωρώ πολύ σημαντικό να μπορούμε οποιαδήποτε έκφανση της ζωής να την χρωματίζουμε και να την ομορφαίνουμε όπως ο καθένας νομίζει, ο καθένας να έχει την ελευθερία να δημιουργεί ακόμα και με τα πιο απλά πράγματα.
Τα μάνταλα δεν έχουν πολλούς κανόνες και είναι απλά. Πιστεύω πως δεν χρειάζονται ιδιαίτερες καλλιτεχνικές ικανότητες για να εμπνευστεί κανείς και να γεμίσει το δικό του γενεαλογικό μάνταλα όπως γουστάρει.
To δυσκολότερο για όποιον θελήσει να κάνει την γενεαλογία του μάνταλα, με διαφορά, θα είναι να του δώσει ψύχη και υπόσταση, να είναι ένα έργο τόσο όμορφο, όσο και πλήρες νοήματος, μία πολιτιστική αναπαράσταση η οποία θα αναπαριστά ικανοποιητικά την δική του ιστορία.
Μας έχω εμπιστοσύνη.
Ορίστε ένα κενό μάνταλα στο κυκλικό σχήμα της δεύτερης εικόνας. Εκτυπώστε το, ή ανοίξτε το στο Photoshop και…
…καλές δημιουργίες!
Χρωματίστε με, ζωγραφίστε με, συμπληρώστε με, κάντε με δικό σας...
Storm Corrosion. I’ve been waiting for this collaboration since I first heard about it a little after PT’s last concert in Athens. Mikael Åkerfeldt & Steven Wilson promised they would be writing some music together which wouldn’t be for the fans at all; they would be making it for themselves. With this album, the trifecta of Grace for Drowning – Heritage – Storm Corrosion is complete. The duo’s work of the previous year has been phenomenal, incredible. Magic. I wonder what would have come out of all this if they had strived to make music for someone other than themselves…
The title of the song is Swedish for “The sound before”.
The sound before… the Greek election results? Doing some Java with the ulterior motive to get on with my life? This crazy love I’ve been waiting to share my all with? Realising that this is the first day of the rest of my life or that the Present is all there is?
I understand that Facebook has this idea that people should have a way to show off their complete personal history and past achievements. It’s a fairly natural expansion to what their modus operandi has been thus far.
The very notion of having a version of the past to which you can add anything and everything you like, quietly shoving under the carpet ignoring the things that do not go that well with your timeline, fits perfectly with how Facebook has evolved into this kitsch (I really like using this word lately) personal shrine of admiration each and every one of us has erected to ourselves. I assume readers are on facebook, of course; pardon me if you remain one of those shining beacons of exception and keep in mind that you have made a new friend; not on Facebook of course, but in this case, for a change, it shouldn’t matter.
I was shocked when Facebook announced to me almost a week ago that I had 7 days to prepare my profile before they would be imposing Timeline on it. I put a pretty cover photo. That’s about all I did to it.
But it’s OK, Facebook, Mark Zuckerberg… whoever had this idea anyway. It really is. I can understand why you felt the need to impose Timeline on everyone. As the guilt, control-freak and addiction machine Facebook really is, the Now couldn’t have ever been quite enough to keep it going — besides, no guilt or addiction would ever be possible if all there was was the Now because guilt resides in the past and addiction nests in the future; the Now is all there is, there IS no past or future. If we only understood this simple thing we would be free… but I digress.
Countless hours of spying on others, adjusting your profile, being careful about what you would post or like and where, decorating your shrine with the right number of friends, the Goldylocks Zone of interestes (not too obscure nor too mainstream, just right), wasting huge amounts of Now by cheerfully immersing ourselves in even larger amounts of nonsense…
No, Facebook couldn’t have been satisfied for long with merely the Now to feed on; it was only a matter of time before it would claim a piece of everyone’s past as well to sink its teeth in. Ooh! Now that’s a juicy piece of social anxiety and collective inferiorioty complexes.
I understand perfectly and I’m not angry. I can look behind your petty novelties, Facebook. I can see the ways in which you’re trying to trap me further, not in your own system, formidable a menace as it is, mind you, but in the belief that my past is valuable, that it is something to show off to others and base my current identity on. That it is my “story”. The beautified events you would like me to decorate my shrine with are not my story. You are feeding this collective hallucination at the same time you’re feeding from it yourself.
As far as I am concerned, the only thing you achieved by removing my choice to not have Timeline was to further confirm what I already knew about you:
that you are dangerous.
The story of your life, complete with your graduation, your old joband how you were fired because your boss found out things about you off of facebook that, well, he shouldn’t have, that super awesome trip you hadwith your girlfriendand how you couldn’t wait to return home during it, old pictures, even the ones from when you had taken on 20kg in just 6 months back in 2007, all the different places you used to live inon your parents’ money…
Καθίστε μια στιγμή και σκεφτείτε πόσες εκκλησίες υπάρχουν στην Ελλάδα. Άγιες Φωτεινές, Άγιοι Σώστες, Άγιοι Γεώργιοι, Δημήτριοι, Βαρβάρες, Ιωάννηδες, Θεράπωντες, Νεκτάριοι… Μικρές, μεγάλες, τεράστιες, συνοικιακές, αρχάιες, νέες, πέτρινες, τσιμεντένιες, άγνωστες, διάσημες, διαλυμένες, πλούσιες, φτωχές, κιτς, γραφικές, όμορφες, άσχημες…
Κάποτε, η εκκλησία ήταν το κέντρο του χωριού ή της πόλης, ήταν ο τόπος συνεύρεσης των ανθρώπων. Θα πήγαιναν εκεί για να μάθουν το κουτσομπολιό αλλά και για να αποδώσουν τον φόρο τιμής στον Χριστό, να παρακολουθήσουν την λειτουργία ή το μυστήριο. Ήταν αναπόσπαστο μέρος της κοινωνικής και πνευματικής ζωής του τόπου για αιώνες — για να μην πω για σχεδόν δύο χιλιετίες, από την εποχή που ο Χριστιανισμός πάτησε το πόδι του γερά στην Ελλάδα για να αντικαταστήσει την Ελληνιστικό-ρωμαϊκή κουλτούρα. Αυτό μου ακούγεται λάθος γιατί ουσιαστικά η Ρωμαϊκή αυτοκρατορία ήταν που θεσμοποίησε τον Χριστιανισμό στην Ελλάδα αλλά αυτή η ιστορία δεν είναι του παρόντος. Κάποτε η εκκλησία και ο χριστιανισμός, και μην πάτε πολύ πίσω, ακόμα και 30 χρόνια φτάνουν, ισοδυναμούσαν με την ελληνική κουλτούρα. Οι Έλληνες ήταν όλοι χριστιανοί και μάλιστα με έναν τρόπο τον οποίο δεν συναντάς εύκολα αλλού. Δεν θα ξεχάσω όταν ήμουν μικρός και με εντυπωσίαζε ότι το 99% των ανθρώπων που έμεναν στην Ελλάδα ήταν Χριστιανοί Ορθόδοξοι, μεταξύ τους περήφανα κι εγώ, όπως σε όλα τα παιδιά αρέσουν αυτές οι ξεκάθαρες υποθέσεις σχετικά με οτιδήποτε συμβαδίζει με τους τρόπους των γονιών τους. Αχ, παιδική αθωότητα… Οι Έλληνες μπορεί να μην ήταν θρήσκοι, να πήγαιναν να κοινωνήσουν κάθε Κυριακή, αλλά θα έκαναν τον σταυρό τους όταν πέρναγαν μπροστά από μια εκκλησία, δεν θα έβριζαν καθόλου εύκολα τα Θεία και άλλα πολλά που εύκολα μπορούμε να φανταστούμε όλοι μας.
Όσοι ξέρετε τις απόψεις μου, θα ξέρετε ότι είμαι πηγαία αντίθετος σε οποιαδήποτε οργανωμένη θρησκεία ειδικά με τον τρόπο που έχει οργανωθεί για αιώνες για να καταπιέζει ηθικά και να ελέγχει τους πληθυσμούς. Όμως όταν η θρησκεία είναι μέρος της κουλτούρας τοσο αναπόσπαστα όπως είναι τώρα στο μεγαλύτερο μέρος του κόσμου (πού θα ήταν οι άραβες χωρίς Ισλάμ; πού θα ήταν οι ινδοί χωρίς Ινδουισμό; πού θα ήταν οι έλληνες χωρίς Χριστιανισμό;) αναρρωτιέμαι τι μπορεί να μείνει αν αφαιρέσουμε την θρησκεία από έναν λαό, η οποία, ευτυχώς ή δυστυχώς, δρα και ως μια συνεκτική κόλλα για τους ανθρώπους, όπως δρα η εθνικότητα ή η γλώσσα. Ας μην ξεχνάμε ότι στην ανταλλαγή πληθυσμών του 1922-24 (την οποία έχω πολύ φρέσκια γιατί πήγα σε μια εξαιρετική έκθεση στο μουσείο Μπενάκη και στις προβολές δυο ντοκυμανταίρ: Σμύρνη, η καταστροφή μιας κοσμοπολίτικης πόλης και Διωγμός και ανταλλαγή πληθυσμών Τουρκία Ελλάδα: 1922-24. Δυο μπράβο στην κα. Μαρία Ηλιού, στον Αλέξανδρο Κιτρόεφ και σε όλους τους συντελεστές. Καιρός είναι εμείς της τρίτης γενιάς να ανακαλύψουμε τις ρίζες μας επιτέλους και να αποτινάξουμε τον μύθο της Μοναδικής Ιστορίας μια και καλή) τα κριτήρια της ανταλλαγής ήταν θρησκευτικά· μέχρι ένα σημείο πολύ αμφιλεγόμενο, η θρησκεία κρίνεται ταυτόσιμη με την εθνικότητα.
Κάποτε οι παπάδες και οι μητροπολίτες ήταν αρχηγοί και σύμβολα, όπως ήταν ο Χρυσόστομος για τους Έλληνες της Σμύρνης. Ήταν πνευματικοί ηγέτες και αναπόσπαστα μέρη της κοινωνίας. Δεν μπορώ να ξέρω αν τιμούσαν την θέση τους ή όχι, πάντως δεν ήταν στην θέση που βρίσκονταν σήμερα: η ύπαρξη τους είχε πραγματικό νόημα γιατί ο κόσμος πίστευε στην ανάγκη τους και στο υπερβατικό, το εξαιρετικό το οποίο εκπροσωπούσαν.
Σήμερα, οι παπάδες μόνο χρήσιμοι δεν είναι, ούτε καν συμβολικά. Αυτό το σάπιο σύστημα που λέγεται Εκκλησία της Ελλάδος που ούτε έχει οποιαδήποτε σχέση με τις (όποιες) ηθικές αρχές του Χριστιανισμού ούτε κατα οποιαδήποτε τρόπο αντανακλά τις ανάγκες και τις αρχές της κοινωνίας, αργοπεθαίνει, όπως η οργανωμένη θρησκεία πεθαίνει εδώ και καιρό στις νεοφιλελεύθερες χώρες. Για να μην αναφέρω την αμύθητη περιουσία της που λέγεται ότι θα έφτανε ακόμα και για να ξεπληρώσει το ελληνικό χρέος. Συντηρείται μόνο από τους διόλου ευκαταφρόνητους αριθμούς συντηρητικών/φοβισμένων ηλικιωμένων οι οποίοι ποτέ δεν έμαθαν να ψάχνουν την σωτηρία του σώματος, της ψυχής και της ελευθερίας τους παρα μόνο εκ των έξω.
Οι νεώτερες γενιές δεν αντιπροσωπεύονται από την εκκλησία πια. Δεν ξέρουν τα ευαγγέλια, βαριούνται στους αγιασμούς, δεν πιστεύουν στον Χριστιανικό τριαδικό Θεό αλλά μπορεί να πιστεύουν σε κάτι άλλο το οποίο να αποκαλούν Θεό, σε μια δική τους προσωπική κοσμοθεωρία. Όλο και περισσότεροι νέοι και όχι και τόσο νέοι πια δεν πάνε στην εκκλησία, ούτε καν μέσα στο Πάσχα, επιλέγοντας να είναι πιο δημιουργικοί και λιγότερο παραδοσιακοί. Οι γονείς όλο και λιγότερο βαφτίζουν τα παιδιά τους με χριστιανικά ονόματα, επιλέγοντας αρχαιοελληνικά ή συνδυαστικά. Μιλώντας για την Αρχαία Ελλάδα, αυτή αντικαθιστά όλο και περισσότερο τα χρόνια του χριστιανισμού για τους Έλληνες ως την εκ των πραγμάτων ιστορία τους. Τι δόξα έχει να προσφέρει στον απλό Έλληνα η σύνδεση με το χριστιανικό του και με το υπο συμβίωση με άλλα έθνη και θρησκείες υπο την Οθωμανική Περίοδο παρελθόν; Ξεχνάει τα 1500+ χρόνια τα οποία ήταν χριστιανός και δημιουργεί την ιστορική του αντίληψη ως απόγονος του Περικλή, του Αλέξανδρου, του Leonidas και του Πλάτωνα. Η χριστιανική σημαία του πλέον συμβολίζει και την Αθηναϊκή Συμμαχία, την Αττική Διάλεκτο και την περικεφαλαία.
Από αυτή την σύγχυση και την ανάδυση μιας νέας Ελληνικής ταυτότητας με πολύ περισσότερη έμφαση σε αρχαιοελληνικά στοιχεία και μια στροφή μακριά από την πολύ πιο πρόσφατη παράδοση (δηλαδή, από το τι έκαναν οι προπαππούδες και οι παππούδες μας) ο μόνος πραγματικός ηττημένος είναι η Χριστιανική πίστη. Για να επιστρέψω λοιπόν στο πώς ξεκίνησα αυτό το κείμενο:
Τι θα απογίνουν οι εκκλησίες αν οι Έλληνες πλέον είναι Χριστιανοί μόνο για να κρατάνε τα προσχήματα;
Είχα την παραπάνω απορία όταν κατάλαβα ότι οι εκκλησίες, όπως τα πάντα, είναι εφήμερες, και οι περισσότερες χτίσηκαν όταν οι ανάγκες και τα τα πιστεύω των Ελλήνων ήταν τελείως διαφορετικά. Σίγουρα η κοινωνία σε κάποια φάση θα σταματήσει να τις χρησιμοποιεί εντελώς ως ναούς του Χριστιανισμού, αφού όπως φαίνεται η κοινωνία δεν θα χαρακτηρίζεται πια παρα ελάχιστα και επιφανειακά από την χριστιανική ταυτότητα. Ακόμα κι αν οι Έλληνες παραμείνουν κατα κώρον χριστιανοί στις πεποιθήσεις τους, αυτός ο Χριστιανισμός θα έχει προτεσταντοποιηθεί/εξατομικευθεί ακόμα περισσότερο και δεν θα χρειάζονται εκκλησίες ή παπάδες.
Φανταστείτε την αγαπημένη σας εκκλησία σε 50 ή 100 χρόνια. Αν μέινετε στην Ελλάδα στις δύσκολες εποχές που έρχονται, πιστεύετε ότι τα παιδιά σας (αν κάνετε), τα εγγόνια ή τα δισέγγονα σας, θα έχουν το οποιοδήποτε ενδιαφέρον να πάνε στην εκκλησία; Μάλλον θα είναι εγκαταλειμμένη και θα έχει πέσει σε αχρηστία προ πολλού. Σε τι κατάσταση θα είναι αυτή; Γκρεμισμένη, μουχλιασμένη, με τα χρυσά της κλεμμένα προ πολλού και το εσωτερικό της βανδαλισμένο από τα πεινασμένα και αγανακτησμένα πλήθη; Είναι μια πιθανότητα.
Δεν είναι κρίμα όλες οι χιλιάδες, για να μην πω δεκάδες χιλιάδες, εκκλησίες στην Ελλάδα να έχουν βρει μια παρόμοια μοίρα αχρηστίας και εγκατάλειψης; Είναι χρήσιμοι χώροι οι οποίοι θα μπορούσαν να εκμεταλλευθούν διαφορετικά. Τι άλλες χρήσεις μπορούν να έχουν;
Μερικές ιδέες:
Να γκρεμιστούν ώστε οι χώροι που καταλαμβάνουν να αξιoποιηθούν διαφορετικά. Ελπίζω όχι με την δημιουργία εμπορικών κέντρων ή ναούς στην καινούργια παγκόσμια θρησκεία, στον νεοφιλελεύθερο καπιταλισμό. Ίσως ερευνητικά κέντρα, πάρκα, σχολεία; Οι ιδέες πολλές και οι δυνατές χρήσεις περισσότερες.
Κάποιες σαφώς να γίνουν μουσεία. Δεν μπορούν ΟΛΕΣ να γίνουν μουσεία, πάντως, και αν κρίνω από την σημερινή κατάσταση των μουσείων στην επικράτεια, αυτό ίσως να καταδικάσει το μέλλον τους χειρότερα από κάθε άλλη πιθανή επιλογή.
Ουτοπική πρόταση Ι: μετατροπή των εκκλησιών σε τόπους ενημέρωσης σχετικά με τα φαινόμενα αυθυποβολής και διαχωρισμού που δημιουργούν οι θρησκείες («εγώ έχω δίκιο, όχι εσύ»), κατ’ επέκταση πώς όλες οι θρησκείες ουσιαστικά δίνουν διαφορετικό όνομα και υπόσταση σε κάτι το κοινό και άρα προσπάθεια εύρεσης και προβολής των κοινών σημείων των θρησκειών, infostands για την ενημέρωση σχετικά με μη-μονοθεϊστικές φιλοσοφίες και θρησκείες (ταοϊσμός, ζεν, βουδισμός, ινδουισμός, shinto, ανιμισμός) και διασυνδέσεις για περαιτέρω έρευνα στους εκάστοτε φορείς ή τον γκουρού της γειτονίας σας. Αυτή η ενημέρωση μπορεί να είναι και σε τοπικό επίπεδο.
Ουτοπική πρόταση ΙΙ: προαιρετικά με την επιλογή Ι, αλλά όχι σε αμοιβαία σύγκρουση μεταξύ τους, να γίνουν οι εκκλησίες κέντρα ενημέρωσης σχετικά με καταπατήσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, φυλετικής (gender & ethnicity) ανισότητας και άλλων παρόμοιων συμπεριφορών για την βοήθεια πάταξης τους. Όπως και η παραπάνω πρόταση, και αυτή η ενημέρωση μπορεί να είναι σε τοπικό επίπεδο.
Σε κάθε εκκλησία μπορεί να εγκατασταθεί έναTotal Perspective Vortex [1][2][3][4, ως προέκταση στο 3] με ειδικό επιτελείο αναπροσαρμογής ώστε το βασανιστήριο της πλήρης συνειδητοποίησης της ασημαντότητας του να γίνει χρήσιμη στον εκάστοτε άνθρωπο και να τον βοηθήσει να διοχετεύσει την ενέργεια που θα έρθει από την πλήρη αυτή συνειδητοποίηση σε χρήσιμες και όχι αυτοκαταστροφικές ενέργειες.
Μπορούν να γίνουν θεματικά cinema ή κλαμπ. Ειδικά οι μεγάλες εκκλησίες θα μπορούσαν να έχουν μεγάλη επιτυχία έτσι.
Πού ξέρεις; Μπορεί ο Χριστιανισμός παγκοσμίως να ξεκινήσει μια εκστρατεία για να ξανακερδίσει τα χαμένα πλήθη. Θα γνωρίσουμε την Αντιμεταρρύθμιση Mk. II η οποία θα φέρει την θρησκεία στο πνεύμα της εποχής. Το δόγμα θα ψηφιοποιήσει τα ιερά κείμενα και θα τα μεταφράσει σε LOLspeak γραμμένο με greeklish, θα αντικαταστήσει οποιαδήποτε αναφορά στην Αγία Τριάδα με τις λέξεις “Τhe Force” και θα επανεκδόσει τα ανέκδοτα του Chuck Norris με τον Χριστό στην θέση του Chuck Norris, το αίμα του Χριστού θα είναι σφηνάκια Vodka Red Bull και το σώμα του πατατάκια με γεύση πίτσα. Οι ίδιες οι εκκλησίες θα έχουν μηχανήματα εικονικής πραγματικότητας στις οποίες θα τρέχει το MMORPG (Massive Multiplayer Online Religious Piety Game) Word of God στο οποίο οι πιστοί θα έχουν έναν Χριστιανό χαρακτήρα τον οποίο θα πρέπει να περάσουν από διάφορα στάδια ιεροσύνης. Οι άνθρωποι εξουσίας της Εκκλησίας θα αναδεικνύονται μέσω των highlevels τoυ παιχνιδιού και οι game masters θα είναι οι επίσκοποι και αρχιεπίσκοποι. H πρόοδος μέσα στο παιχνίδι θα γίνεται μέσω της εκπλήρωσης διάφορων χριστιανικών αποστολών όπως το να πλέκουν επιτάφιους, να ψέλνουν εκκλησιαστικούς ύμνους με interface α λα SingStar και Guitar Hero ή να αποστηθίζουν εδάφια της Παλιάς και Νέας Διαθήκης τα οποία μετά θα πρέπει να παίξουν με ένα σύστημα ηθικών επιλογών εμπνευσμένο από παλιά παιχνίδια ρόλων. Το PvP κομμάτι του παιχνιδιού θα έχει native σύνδεση και θα είναι πλήρως συμβατό με το World of Allahγια πραγματική θρησκευτική δράση. Το παιχνίδι θα μπορεί να συνεχιστεί και σε φορητές συσκευές, με τις οποίες οι παίχτες θα μπορούν να μαζεύουν XP κάνοντας τον σταυρό τους έξω από άλλες εκκλησίες εκτός της δικής τους με ειδικά achievements για τις απομακρυσμένες εκκλησίες. Ειδικά achievements θα υπάρχουν και για την τέλεση του ακάθιστου ύμνου, ενός ορισμένου αριθμού «Χριστός-ανέστη-αληθώς-ανέστη» καθώς και σε γιορτές αγίων. Φυσικά θα υπάρχει και σύστημα pay-to-win βασισμένο στα παραδοσιακά συγχωροχάρτια με ειδικά μπόνους για κονσόλες Word of God εγκαθεστιμένες σε μοναστήρια. Οι γυναίκες πιστοί θα έχουν δικαίωμα παιχνιδιού αλλά μόνο τις μέρες που δεν θα έχουν περίοδο· μην τα ισοπεδώσομε και όλα!
Highlevel παίκτης του Word of God μαζεύοντας XP στην φορητή του συσκευή.
Περισσότερες χρήσιμες προτάσεις για το επόμενο βήμα για τις εκκλησίες είναι ευπρόσδεκτες!
Ξέρατε ότι υπάρχει ένα ρέμα το οποίο ξεκινάει από τον Υμηττό και καταλήγει στο Παλαιό Φάληρο; Το είχα δει πολλές φορές στην ζωή μου: τις πανύψηλες καλαμιές στο ύψος της Αμφιθέας που στρίβει για Νέα Σμύρνη (πριν την Αχιλλέως) και την γλίτσα και το σκουπιδαριό στα αριστερά της παραλίας του Παλαιού Φαλήρου. Ποτέ όμως δεν μου είχε γεννηθεί η περίεργεια να δω τι υπάρχει στην περιοχή γύρω από αυτό, να μπω στην διαδικασία να αναρωτηθώ ενεργά για αυτό. Δεν πίστευα ότι έφτανε τόσο ψηλά, μέχρι που μια μέρα, χαζεύοντας στο Google Maps, είδα αυτό:
«Όπα! Τι είναι αυτή η γραμμή που διασχίζει την μισή Αθήνα;» Το κακό επιτέλους είχε γίνει. Έπρεπε πλέον οπωσδήποτε να μάθω τι ήταν αυτή η γραμμή και να εξερευνήσω την μυστηριώδη περιοχή η οποία είναι άλλωστε τόσο κοντά στο σπίτι μου.
Κατέβηκα στην στάση του τραμ Αχιλλέως και συνέχισα στην προέκταση της Ελ. Βενιζέλου. Σύντομα έφτασα στις καλαμιές και δεν δυσκολεύτηκα να βρω πολλά ημιεγκαταλειμένα μονοπατάκια ή και απλά σημεία τα οποία δεν ήταν απαγορευτικά απόκρυμνα για να φτάσω στην κοίτη. Υπήρχε τρεχούμενο νερό το οποίο όμως είχε μια πρασινοκαφέ απόχρωση και το μέρος έζεχνε βάλτο. Σκουπίδια — κυρίως πλαστικές σακούλες — έδιναν στο μέρος μια επιπλέον αχρείαστη πολυχρωμία. Οι αθέατοι βάτραχοι σταμάτησαν, μάλλον φοβισμένοι, τις μεσημεριανές τους καντάδες όταν τους πλησίασα προσπαθώντας να ικανοποιήσω την μόνιμη περιέργεια μου εντοπίζοντας τους. Έτσι καμουφλαρίστηκαν τέλεια με τα γήινα χρώματα του νερού και δεν κατάφερα να τους βρω. Ένας τύπος ο οποίος δεν έμοιαζε σαν να ήταν από αυτά τα μέρη είχε βγάλει τα παπούτσια του και έπλενε τα πόδια του στο νερό. Χάζεψα λίγο την σκηνή και έφυγα πριν αναγκαστώ να βγάλω άσχημα συμπεράσματα.
Συνέχισα το ρέμα προς τα πάνω. Δεν ήταν εύκολο να περπατήσω στην κοίτη, δεν ήθελα άλλωστε να βρέξω τα παπούτσια μου με αυτή την ευωδία, οπότε έπρεπε να βρω παράλληλους δρόμους. Παίρνοντας αυτούς τους παράλληλους δρόμους χάθηκα στα στενάκια γύρω από το ρέμα και σύντομα βρέθηκα σε έναν άλλο κόσμο. Κότες τριγύριζαν στις αυλές των χαμόσπιτων με τις τσίγκινες οροφές μέσα από τα οποία ή στις βεράντες αγνάντευαν γιαγιάδες, χελώνες και γάτες λιάζονταν πάνω σε ερείπια ή κοιμόντουσαν στην σκιά των καλαμιών, μπάζα, σκουπίδια και ξεραμένα ανθρώπινα σκατά στόλιζαν την άγρια βλάστηση γύρω από την κοίτη… Μερικών χαμόσπιτων η μόνη σύνδεση με τον έξω κόσμο ήταν μέσω μικρών γεφυριών που διέσχιζαν πού και πού το ρέμα, δίνοντας στο όλο σκηνικό μια λαβυρινθώδη αίσθηση: δεν ήταν πάντα προφανές πώς ήταν δυνατόν να διασχίσω τα γεφύρια γιατί οι δρόμοι στις άκρες τους μπορεί να έρχονταν από κάπου τελείως άσχετα με το σημείο που βρισκόμουν.
Παρα την παρακμή του σκηνικού το ρέμα με γοήτευσε. Ένα μέρος της Αθήνας το οποίο δεν έχει τσιμεντωθεί ακόμα τελείως, όπως ο Ιλισός ή ο Κηφισός, αλλά χαίρει παρόμοιων –εντυπωσιακά χαμηλών– επιπέδων σεβασμού και αγάπης. Η περιοχή αξίζει μια βόλτα ακόμα και μόνο γιατί είναι τόσο διαφορετική από οτιδήποτε άλλο σε αυτό το μέρος της πόλης: τέτοια άγρια βλάστηση, τέτοια άναρχη δόμηση από μονοκατοικίες στην «καλύτερη» των περιπτώσεων, τόσα σκουπίδια… είναι ένα δείγμα της κυρίαρχης νοοτροπίας στην σχέση ανθρώπου-περιβάλλοντος στην Αθήνα, στην Ελλάδα, στην Μεσόγειο και παραπέρα: ότι το περιβάλλον στο οποίο ζούμε είναι συμπτωματικό και δευτερεύον και μόνο αν προσφέρεται για εμπορική εκμετάλλευση μπορεί ποτέ να είναι χρήσιμο. Αλλιώς το να πετάμε τα σκουπίδια μας εκεί δεν πειράζει αφού «ούτως ή άλλως δεν είναι και τίποτα όμορφο, μόνο κάτι καλαμιές είναι…» Τα μεγάλα ξέφωτα, τα γεφυράκια, τα γκράφιτι στην κοίτη, και ο ήχος του τρεχούμενου νερού δεν είναι μόνο καλαμιές. Που και μόνο καλαμιές να ήταν, αυτό θα σημαίνει ότι δεν θα αξίζαν την προσοχή μας αν μέναμε στην περιοχή;
Μια πρόταση μου για την βόλτα, αν σας κίνησα το ενδιαφέρον: πάρτε μαζί σας κάτι να ακούτε στο κινητό ή στο MP3 player σας. Έτσι η δική μου βόλτα έγινε ακόμα πιο μυστηριώδης και εσωτερική καθώς είχα βάλει να ακούω την Δύναμη του Τώρα σε audiobook στο κινητό μου. Το ξέρω ότι το να ακούς κάτι ενώ περπατάς σε αποσπά κατα κάποιον τρόπο από το Εδώ και Τώρα, αλλά μπορεί να προσφέρει και μια άλλου είδους εμπειρία.
Αυτό το βιβλίο το βρήκα από έναν τύπο ο οποίος είχε στήσει ένα τραπεζομάντιλο στο πεζοδρόμιο στην παραλία του Φαλήρου και πούλαγε τα παλιά του βιβλία. Μου είπε ότι η Ρεμπετολογία ήταν πολύ καλό, από τον γνωστό εθνογράφο Ηλία Πετρόπουλο. Μου φάνηκε όντως καλή ιδέα να δώσω μόνο 3 ευρώ για να διαβάσω για τους ρεμπέτες, είναι άλλωστε μια πτυχή της ιστορίας που με ενδιαφέρει: οτιδήποτε σχετικό με την «άγραφη» ιστορία του ελληνισμού εντός κι εκτός Ελλάδας με ενδιαφέρει. Του έδωσα τα τρία ευρώ και το πήρα, μαζί με τον Λύκο της Στέππας του (Χ)Έσσε.
Το βιβλίο αυτό, με θέμα τους ρεμπέτες, γράφτηκε το 1989, την χρονιά που γεννήθηκα, στο Παρίσι, και πρωτοεκδόθηκε στα Γερμανικά. Οι πολλαπλές αναφορές ήδη θα έλεγα μου ταιριάζουν γάντι. Δεν είναι διεξοδικό, αφού είναι μόνο 101 σελίδες με εικόνες και τεράστια γραμματοσειρά. Αλλά είναι απόδειξη πως ένα ενδιαφέρον βιβλίο δεν χρειάζεται να είναι πολύ μεγάλο για να σε κάνει να σκεφτείς· μια αναφορά είναι αρκετή για να βάλεις το μυαλό σου να αναρρωτηθεί. Συχνά η εικόνα των ρεμπετών εξιδανικεύεται πλέον κι επιλέγεται να αναδειχθεί η χασικλίδικη τους πλευρά, η ελεύθερη, παράνομη ζωή που συχνά κατήυθηναν και φυσικά η μουσική και οι χοροί τους. Όμως τι ξέρουμε για το τι φόραγαν, την σχέση τους με τον έρωτα (και τις διαδεδομένες ομοφυλοφιλικές τους σχέσεις — όπως έλεγαν, άλλο εραστής άλλο θυληπρεπής «πούστης»), την αργκό τους, τα τατουάζ τους, τα όπλα τους και ειδικά την αγάπη τους για τα μαχαίρια –ήταν μαχαιροβγάλτες, γενικά– αλλά και για ακριβώς αυτή την μουσικοχορευτική παράδοση τους που μας έχει μείνει σήμερα;
Το γεγονός ότι όσα χόρευε, τραγουδούσε αλλά και τα μουσικά όργανα που χρησιμοποιούσε, μια εντελώς περιθωριακή για την εποχή της ομάδα, είναι σήμερα σε βαθμό αχώριστο συνδεδεμένα με την σύγχρονη ελληνική ταυτότητα, λέει πραγματικά πάρα πολλά για την άγνοια που έχουμε για την πραγματική μας πολυπολιτισμική ιστορία και είναι μόνο ενδεικτικά της έλλειψης ενδιαφέροντος για την ανακάλυψη του ποιοι πραγματικά είμαστε.
Επιτέλους ξημέρωσε. Πώς περάσατε την νύχτα σας; Κάνατε τίποτα το οποίο μετανιώσατε, τίποτα που να δικαιώνει το ρητό πώς τίποτα που γίνεται μετά τις δύο τα ξημερώματα δεν μπορεί να είναι για καλό; Ίσως κάνατε κάτι για να φτιάξετε το δικό σας ρητό που να λέει πως μόνο μετά τις δύο ξεκινάει το ενδιαφέρον κομμάτι του 24ώρου, πιθανότατα για ακριβώς τους ίδιους λόγους;
…
Πάντως, ξημέρωσε όντως; Ποτέ δεν μπορείς να είσαι σίγουρος όταν νωρίς το πρωί έχει συννεφιά.
Όταν τα σκουπίδια αξίζουν καλύτερη μοίρα από να τους φερόμαστε σαν σκουπίδια.
Το δωμάτιο μου στην Νέα Σμύρνη είναι γεμάτο με κειμήλια. Παλιά ρούχα που είτε ποτέ δεν μου άρεσαν πραγματικά ή δεν μου αρέσουν πια, games που τα κρατάω κι’εγώ δεν ξερώ γιατί, αντικείμενα που έχουν γίνει κομμάτι της ατυχούς μόνιμης διακόσμησης, αρχαία ηλεκτρονικά τα οποία η εξέλιξη της τεχνολογίας καταδίκασε στο να τελούν χρέη συλλεκτών σκόνης (στην καλύτερη), παπούτσια που δεν μου αρέσουν πια που είναι στην μετέωρη κατάσταση του να είναι υπερβολικά φθαρμένα για να χαρίσω αλλά όχι αρκετά διαλυμένα για να πετάξω…
Γενικά, έχω πολύ πράγμα το οποίο δεν χρειάζομαι και θέλω να αποχωριστώ. Όμως δεν θέλω να πάω μέχρι τον κοντινότερο κάδο και απλά να τα πετάξω. Μου φαίνεται τόσο άσχημο το να φέρεσαι σε κάτι σαν σκουπίδι. Με δέκτη πρόσωπο, είναι μια φράση που δείχνει μια απαίσια έλειψη σεβασμού («της φέρθηκε σαν σκουπίδι»). Αν μεταφέρω αυτή την έλειψη σεβασμού στα πράγματα, στα αντικείμενα, τα οποία το καθένα μόνο για μένα προσωπικά συμβολίζει κάτι, είναι το ίδιο ακριβώς. Είναι φριχτό το ότι, υλιστές ως είμαστε, δίνουμε τόσο σημασία στην χρήση και αντίστοιχα στην αχρηστία. Όντας τόσο συνδεδεμένοι με την ύλη, ο συμβολισμός του να πετάς κάτι στην κάλαθο των αχρήστων είναι η δολοφονία της χρήσιμης ύλης. Πώς μπορώ να δολοφονήσω τόσα αντικείμενα τα οποία είναι ακόμα γενικά χρήσιμα αλλά για μένα απλώς παίρνουν χώρο; Κάποιος άλλος θα μπορούσε να κάνει υπέροχα πράγματα μαζί τους.
Πώς θα μπορούσα να βρω όμως κάποιον που να χρειάζεται ή να μπορεί να χρησιμοποιήσει όσα εγώ πλέον δεν; Ποιος θα μπορεί να συνεχίσει, όπως μπορεί, να χρησιμοποιει το τρύπιο παπούτσι, το ΙSDN modem, το απαίσιο παιχνίδι για το οποίο κάποτε έγραψα ένα ριβιού, το μισογραμμένο τετράδιο, τα ξεχασμένα δώρα από κάποιο πάρτι, την τσάντα μεταφοράς ενός υπολογιστή που εδώ και χρόνια πλέον δεν είναι στην κατοχή μου; Ποια είναι η μοίρα αυτών των πραγμάτων; Ποια θα έπρεπε — ποια θα μπορούσε να είναι η τύχη τους; Πώς μπορώ εγώ να έχω το δικαίωμα να τους στερήσω την ζωή πετώντας τα στα σκουπίδια;
Σκέφτομαι πόσα σκουπίδια παράγονται κάθε μέρα, πόσοι τόνοι αχρηστίας και νεκρής ύλης καταλήγουν στις no man’s lands του δυτικού πολιτισμού, τις χωματερές, και βλέπω ότι η δική μου συνεισφορά είναι πραγματικά αστεία. Δεν έχω πολύ πράμα. Τα αισθήματα μου όμως είναι πολύ περισσότερο σεβασμός στα ίδια τα αντικείμενα, στην πιθανότητα να είναι χρήσιμα σε κάποιους άλλους, να υπάρχει ακόμα κάποια ελπίδα να παραμείνουν ζωντανά, παρά στο ότι θέλω να τα έχω για να θυμάμαι το παρελθόν.