283 μέρες χωρίς σαμπουάν

UPDATE 21/12/’15: Αυτό το ποστίο μου απ’ το 2012,  σύμφωνα με τα στατιστικά του Cubimension, φαίνεται να είναι από τα πιο πολυδιαβασμένα μου· πολύς κόσμος ενδιαφέρεται για την απεξάρτηση από τα σαμπουάν, κάτι που είναι πολυ θετικό. Πάνω από τρία χρόνια μετά, συνεχίζω να μην βάζω σαπούνι ή σαμπουάν στα προς το παρόν αρκετά μακριά μαλλιά μου παρα μόνο 2, το πολύ 3 φορές τον μήνα, και πλέον έχω καιρό να χρησιμοποιήσω σόδα και ξίδι. Γενικά έχω προσέξει ότι όσο λούζομαι το λιγότερο μια φορά τις δυο μέρες μόνο με νερό, τα μαλλιά μου δεν λαδώνουν σχεδόν καθόλου.

Το σαπούνι που ανέφερα ότι χρησιμοποιώ 2-3 φορές τον μήνα είναι το σαπούνι για λιπαρά μαλλιά της Natural Collection με δενδρολίβανο, δαφνέλαιο, λάδι καρύδας, τσουκνίδα κτλ, το οποίο πρόσφατα δοκίμασα και το οποίο με άφησε άφωνο με τα αποτελέσματα του. Ήταν σαν σαμπουάν και conditioner δύο σε ένα, μόνο με αγνά υλικά και χωρίς την προσθήκη τεχνητών ουσιών. Το αγόρασα στο ΣυνΑλλοις για 4€ και το προτείνω ανεπιφύλακτα! Όχι μόνο είναι ένα προϊον εκπληκτικής ποιότητας, είναι και μια αγορά που στηρίζει το δίκαιο και τοπικό εμπόριο.

natural_collection


Aπό τις 17 Ιανουαρίου μέχρι τις 26 Οκτωβρίου που ήταν και η γιορτή μου, δεν χρησιμοποίησα σαμπουάν για τα μαλλιά. Δίνει μια άλλη έννοια στη γνωστή πλάκα «Έκανες μπάνιο; Χρόνια πολλά ρε!», δεν νομίζετε; 😛

Ξέρω τι σκέφτεστε: ΊΟΥ!!! Επιτρέψτε μου όμως να επεκταθώ πριν μετανοιώσετε για κάθε φορά που με ακουμπήσατε τον τελευταίο καιρό.

Διάβασα πρώτη φορά για το NoPoo, όπως λέγεται αυτό το κίνημα, στο πολυαγαπημένο μου σάιτ High Existence κάπου μετά τα Χριστούγεννα πέρσι. Τι λέει το NoPoo; Ότι, σε πρώτη φάση, τα περισσότερα φτηνά και μαζικά παραγώμενα σαμπουάν περιέχουν SLS, το οποίο είναι το βασικό καθαριστικό μέσο τους. Αυτό το SLS (sodium laureth sulfate) το οποίο χρησιμοποιείται και σε πολλά απορρυπαντικά, είναι υπεύθυνο για πολλά προβλήματα στην υγεία των μαλλιών όπως η ψαλίδα και η τριχόπτωση και η χρήση του απαιτεί την χρήση ενός άλλου ακόμα προιόντος, του conditioner, για να ξαναδώσει λίγη από τη λιπαρότητα που μόλις το σαμπουάν δέσμευσε. Κάποιες μελέτες συνδέουν το SLS και με άλλες παθήσεις, όπως έκζεμα, ακμή και ορμονικές διαταραχές, αλλά δεν είναι αυτό το θέμα μου, ούτε ξέρω αν οι μελέτες ισχύουν. Τα σαμπουάν έχουν δημιουργήσει σε όλους μας ένα είδος σχέσης εξάρτησης. Τα χρησιμοποιούμε επειδή έχουμε μάθει να τα χρησιμοποιούμε, επειδή το σώμα μας έχει προσαρμοστεί στη χρήση τους και έτσι επηρεάζονται άλλες λειτουργίες του, όπως γίνεται με την καφείνη ή στο άλλο άκρο, την ηρωίνη – όχι, όχι, δεν λέω ότι όποιος λούζεται με σαμπουάν είναι πρεζάκιας! Τι εννοώ;

Τα μαλλιά μας παράγουν φυσικά έλαια για να διατηρούνται ενυδατωμένα και να μην φθείρονται. Επειδή από πολύ μικρή ηλικία πλενόμαστε με σαμπουάν αν όχι κάθε μέρα, σίγουρα κάθε 2 μέρες, ποτέ δεν επιτρέπουμε στα μαλλιά μας να αυτοδιαχειριστούν τη λιπαρότητα τους. Τα καθαρίζουμε από τα φυσικά τους προστατευτικά· το σώμα αντιλαμβάνεται πως το μαλλί χρειάζεται λάδι κι έτσι παράγει μεγάλες ποσότητες μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα. Το αποτέλσμα; Αντιλαμβανόμαστε το μαλλί μας ως λαδωμένο και αντιαισθητικό και έτσι το λούζουμε και φτου κι απ’την αρχή. Αυτός ο κύκλος δεν σπάει για τους περισσότερους ποτέ στη ζωή μας.

Κι αν τον σπάσουμε;

Οι φανατικοί του NoPoo υποστήριζαν πως μετά από μερικούς μήνες αποχής από το σαμπουάν ένιωθαν τα μαλλιά τους πιο υγιή από ποτέ και τους άρεσε το πως στέκονταν. Έλεγαν ότι είχαν ξεφορτωθεί προβλήματα με την ξηρότητα και την ψαλίδα -είχαμε γνωριστεί κι εμείς με τις εν λόγω κυρίες όταν το μαλλί μου ήταν μακρύ-μακρύ!- και γλύτωναν λεφτά κι απ’την αγορά σαμπουάν! Με λίγα λόγια: παρουσίαζαν τη χρήση σαμπουάν ως εντελώς άχρηστη και άλλη μια πλαστή ανάγκη. Μου φάνηκε ενδιαφέρον όπως και όλες οι προτάσεις εναλλακτικής διαβίωσης που χτυπάνε ευγενικά το κουδούνι του μυαλού σου και σου υπενθυμίζουν πόσο λίγα πραγματικά χρειάζεσαι, αν μόνο επιτρέψεις στο σώμα σου να κάνει αυτό που αριθμοί χρόνων εξέλιξης με πολλά μηδενικά από πίσω το έχουν προετοιμάσει να κάνει!

Το δοκίμασα λοιπόν.

Τις πρώτες εβδομάδες όπως είναι φυσικό και αναμενόμενο, το μαλλί μου ήταν τίγκα λαδωμένο. Είχα πάει, θυμάμαι, στη Μυτιλήνη για εξεταστική τότε και σιχαινόμουν να το ακουμπήσω. Πολύ περισσότερο σκεφτόμουν ότι όλοι θα με κοίταζαν και θα καταλάβαιναν ότι είχα να χρησιμοποιήσω σαμπουάν εβδομάδες. Κι όμως! Αυτό δεν έγινε ποτέ. Παρ’όλο που ήμουν αρκετά self-conscious (μια ακριβή ελληνική μετάφραση για αυτή τη λέξη παρακαλώ;) για την εμφάνιση της κόμης μου, το πολύ να με ρώτησαν μια-δυο φορές τι είχα κάνει στο μαλλί μου και ήταν έτσι. Το καλύτερο; Λάμβανα και θετικά σχόλια: μου είπαν ότι είναι ωραίο αυτό το λουκ κι ότι μου πήγαινε (εκείνες τις μέρες το χτένιζα πίσω)! Το ηθικό δίδαγμα: στην χειρότερη, οι άλλοι ούτε σε προσέχουν ούτε ενδιαφέρονται τόσο πολύ για το τι κάνεις όσο νομίζεις. Δεν είσαι το κέντρο του σύμπαντος, με όλα τα καλά και τα κακά που μπορεί να σου φέρει η συνειδητοποίηση αυτή.

Ο καιρός πέρασε. Πέρασαν και οι έξι εβδομάδες που γενικά θεωρείται πως είναι ο χρόνος που παίρνει στο μαλλί να συνηθίσει να είναι ανεξάρτητο και να αυτορυθμίζει την παραγωγή ελαίων. Μετά από μια ζωή αποσταθεροποιήσης και καλοπροαίρετης παρέμβασης, είναι λίγο σαν νέος που αφήνει το υπερπροστατευτικό του πατρικό και που του παίρνει λίγο χρόνο να συνηθίσει την ανεξαρτησία. Τα μαλλιά μου λοιπόν άρχισαν να είναι λιγότερο λαδωμένα. Μου άρεσε η υφή τους. Μου άρεσε η όψη τους. Τα ένιωθα κι εγώ υγιή. Από εκεί που τα έλουζα κάθε ένα-δυο εικοσιτετράωρα, δεν λαδώνονταν πλέον για μέρες και μέρες. Ποτέ δεν ήταν τελείως «καθαρά», δηλαδή να τα πιάνεις και να κάνουν ίκου-ίκου. Όμως δεν ήταν και βρώμικα. Αν βρώμιζαν, ένα ντους μόνο με νερό έφτανε για να ξαναείναι καθαρά. Στα γενέθλια μου (40 μέρες μετά την έναρξη του πειράματος) ήταν κάπως έτσι:

Εεεεεμ. Αυτή ήθελα να δείξω:

Αν λίγδιαζαν σε ανησυχητικό βαθμό πάντως, υπήρχε και η εναλλακτική λύση της μαγειρικής σόδας/μηλόξιδου. Στις δύο παραπάνω φωτογραφίες είχα μόλις λουστεί με αυτό το θαυματουργό δίδυμο. Λειτουργούν ως υποκατάστατα του σαμπουάν και του conditioner: η σόδα δεσμεύει το λάδι και τη βρωμιά και το μηλόξιδο δεν τα αφήνει τελείως ξηρά μετά τη σόδα. Και τα δύο πρέπει να είναι σε διαλύματα περίπου 1/10 με νερό. Μια-δυο φορές τον μήνα με αυτά τα δύο και δεν χρειάστηκε τίποτα άλλο. Τις μέρες που έλουζα τα μαλλιά μου έτσι, μάλιστα, συχνά η μάνα μου σχολίαζε ότι «αυτό το σαμπουάν που σου πήρα είναι καλό! Φαίνονται γερά τα μαλλιά σου τώρα». Μου είχε πάρει ένα (υποτίθεται) καλό σαμπουάν για τα λιπαρά μαλλιά. Για μεγάλο χρονικό διάστημα ένιωθα άσχημα να της πω τι πραγματικά χρησιμοποιούσα. Τελικά βέβαια το έκανα και δεν το πήρε τόσο άσχημα…

Εν τω μεταξύ, κουρεύτηκα, επιμένοντας διακριτικά στην κομμώτρια πως δεν ήθελα να με λούσει γιατί είχα ήδη λουστεί. Πέρασε και το καλοκαίρι και οι βδομάδες που το μαλλί μου ψήθηκε στο αλάτι στη Σαμοθράκη και στη Γαύδο. Λάτρεψα αυτή την αίσθηση του μακροπρόθεσμα αλμυρού μαλλιού! Να περισσότερες φωτογραφίες για του λόγου το αληθές. Δεν ξέρω για εσάς, εμένα πάντως μου αρέσει το καλοκαιρινό «άπλυτο» μαλλί μου.

Δεν μετράει σαν άπλυτο: τα νερά της Γριάς Βάθρας αναζωογονούν σώμα και πνεύμα. Φωτό: Ymir

 

{:B Φωτό: Ymir

 

Ποιος είπαμε  πως προτιμάει να λούζεται στις διακοπές; Φωτό: Κωνσταντίνα

 

Το μόνο πρόβλημα που έχω αυτή τη στιγμή είναι μιας ελαφράς μορφής πιτυρίδα, το οποίο όμως δεν μπορεί να έχει να κάνει με την αποχή από το σαμπουάν καθώς πέρσι τέτοια εποχή στη Δανία επίσης το είχα για ένα διάστημα και ήταν και εντονότερο. Λένε ότι είναι της εποχής (δεν ξέρω πώς και γιατί).

Τελικά χρησιμοποίησα σαμπουάν στη γιορτή μου για πειραματισμό. Είχα να χρησιμοποιήσω σαμπουάν πάνω από εννιά μήνες και ήθελα να δω τη διαφορά. Την είδα: ξαναέπιασα ένα μαλλί μαλακό από conditioner να πέφτει ίσιο μπροστά στα μάτια μου. Το αποτέλεσμα; Ο μετρητής απλά έφαγε restart! Το NoPooing ήρθε τελικά για να μείνει! 🙂

Μετά απ’όλα αυτά, ελπίζω να σας κίνησα την περιέργεια. Ορίστε μερικοί λόγοι για τους οποίους θα πρότεινα και σε εσάς να δοκιμάσετε να απέχετε από το σαμπουάν:

  • Δίνει ωραία εμφάνιση στα μαλλιά (προσωπική εκτίμηση).
  • Γινόνται πιο εύκολοφορμαριστά.
  • Αποφεύγετε τα SLS.
  • Τα μαλλιά σας γίνονται πιο υγιή χωρίς δική σας παρέμβαση, τα αφήνετε να πάρουν τη φροντίδα τους στα δικά τους χέρια. Θέλω να πω, στις δικές τους τρίχες. Αδένες. Τέλος πάντων.
  • Δεν δίνετε χρήματα για σαμπουάν και είδη περιποίησης μαλλιών.
  • Μειώνετε την ρύπανση του νερού με σαπουνάδες και συστατικά όπως το SLS καθώς και τα σκουπίδια σας (μπουκάλια σαμπουάν).
  • Είναι μια ευκαιρία να πειραματιστείτε με τον εαυτό σας, με τα όρια σας και να υπερβείτε κάποιες ιδέες που μπορεί να έχετε για την εμφάνιση σας.
  • Διατηρείτε τη δική σας μυρωδιά! Τα μαλλιά του καθενός μυρίζουν διαφορετικά και κατα την άποψη μου προσθέτουν στα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας και του σώματος του, όπως είναι η χροιά της φωνής του, το σχήμα της μύτης του, το χρώμα του δέρματος του, ο τρόπος που κινείται ή η αίσθηση του χιούμορ του. Γιατί να αντικαθιστούμε ένα κομμάτι του ποιοι είμαστε με «άρωμα βανίλιας» ή «φρούτα του δάσους»; Εγώ το προτιμώ να μυρίζω «εγώ» και ξέρω ότι η «Δημητρίλα» δεν είναι δυσάρεστη, κάθε άλλο: θυμάμαι όσο ήμουν στη Γαύδο για 6 μέρες πλενόμουν ΜΟΝΟ με αλατόνερο (απ’τις βουτιές στη θάλασσα) και τίποτα άλλο. Δεν βρώμαγα, μύριζα ωραία. Μάλλον ήταν το αλάτι· δεν ξέρω αν ίδρωνα και αν δεν πλενόμουν αν θα μύριζα τόσο ευχάριστα Δημητρίλα. Κάτι μου λέει πως όχι.
  • Είναι η αφαίρεση άλλου ενός μικρού τούβλου από τον τοίχο που μας κρατάει μακριά από την αυτοεκπλήρωση μας ή, αν αυτή η λέξη ακούγεται υπερβολικά βαρύγδουπη, από τη δυνατότητα μας να είμαστε αυτάρκεις.

Κάθε φορά που απαλλασόμαστε από άλλη μια πλαστή ανάγκη, γινόμαστε πιο ανεξάρτητοι. Δεν είναι κάτι σημαντικό, εννοείται πως δεν τρέφω αυταπάτες ότι ο κόσμος θα αλλάξει με τρίχες (ε, δεν μπορούσα να αντισταθώ να το χώσω κάπου!). Αν όμως είναι απλά τρίχες, τι μας κρατάει τόσο προσκολλημένους στα φρου-φρου κι αρώματα μας, τι κάνει κάποιους ανθρώπους να αντιδρούν τόσο βίαια ακόμα και στην ιδέα ότι το σαμπουάν μπορεί να μην είναι καθόλου απαραίτητο; Αν δεν μπορούμε να πετάξουμε ακόμα και τα σαμπουάν μας, πώς περιμένουμε να φτιάξουμε έναν καλύτερο κόσμο ή να επιβιώσουμε σε αυτή τη σκατίλα που σκαρώσαμε, και στις δύο περιπτώσεις με πολύ λιγότερες ανέσεις από αυτές που έχουμε σήμερα; Αύριο χωρίς χρήματα, πλαστές ανάγκες και ανέσεις, μεθαύριο χωρίς πετρέλαιο, χωρίς τροφή, πιθανόν χωρίς νερό. Γιατί είναι πλέον ξεκάθαρο σε όλους όσοι είναι έτοιμοι να δουν: το οικοδόμημα της ευμάρειας του δυτικού ή παγκοσμιοποιημένου οικονομικο-κοινωνικο-παραγωγικού μοντέλου που ήταν χτισμένο στα θεμέλια μιας ανισόρροπης, ληστρικής, καρκινικής, παρασιτικής πολιτικής, καταρρέει (πωπω αν με πέρνατε για κνίτη από αυτή τη πρόταση δεν θα σας κατηγορούσα!): οι μέρες της «αφθονίας» μας είναι μετρημένες παρελθόν.

Αγαπημένα παιχνίδια παρέας

Ένα από τα κρυφά μου πάθη είναι τα παρεΐστικα παιχνίδια στο στυλ του πασίγνωστου Παλέρμο. Είναι μινιμαλιστικά και άρα δεν χρειάζονται κανενός είδους προετοιμασία ή εξοπλισμό, είναι πολύ διασκεδαστικά, πολύ έξυπνα και δένουν τους ανθρώπους! Αυτό το ποστ είναι αφιερωμένο σε μερικά που προτείνω ανεπιφύλακτα και που απλά δεν μου δίνονται αρκετές ευκαιρίες για να τα παίζω!

Για τους σκοπούς αυτού του κειμένου, η λέξη παίκτης είναι ταυτόχρονα θηλυκού και αρσενικού γένους, όπως οι λέξεις: ιατρός, γραμματέας, διευθυντής, αγέλαστος, οδηγός λεωφορείου, υπήκοος, βλάκας, ψυχασθενής κ.α.

1. Contact

Το μεγάλο ντεμπούτο του Contact ήταν στη Σαμοθράκη όταν είχα φέρει εκεί παιχνίδια παρέας που είχα βρει στο ίντερνετ αλλά δεν είχα δοκιμάσει ποτέ. Είχα σκεφτεί πως θα ήταν η ιδανική ευκαιρία να τα δοκιμάσουμε με τη τεραστίων διαστάσεων παρέα εκεί (17 άτομα σας λέω). Ενα από τα παιχνίδια που βρήκα ήταν και το Contact, το οποίο ήταν κρυμμένο σε ένα σχόλιο (!) στο άρθρο στο οποίο βρήκα τα παιχνίδια που πήρα μαζί μου, εκτυπωμένα, ωραία και οργανωμένα! Εκεί έμαθα και για το would you rather, το ακριβώς επόμενο σε αυτή τη λίστα. Όπως καταλαβαίνετε, η ανακάλυψη αυτή ήταν αρκετά αναπάντεχη. Tι σου είναι ο ιστός…

Το Contact είναι σαν μια διασταύρωση μεταξύ κρεμάλας, σταυρόλεξου, Ταμπού και ενός φανταστικού (;) παιχνιδιού το οποίο θα δοκίμαζε τις γνώσεις σας για τους φίλους σας.

Ένας είναι η μάνα ή ο «βασιλιάς». Ως βασιλιάς πρέπει να σκεφτεί μια λέξη, οποιαδήποτε λέξη, την οποία τουλάχιστον πιστεύει ότι θα ξέρουν τουλάχιστον κάποιοι από την παρέα. Μπορεί να είναι κύριο όνομα, ρήμα, γεωγραφική τοποθεσία, χαρακτήρας από βιβλίο/ταινία/παιχνίδι και φυσικά πολλά άλλα, προτιμούνται πάντως γενικότερα λέξεις που θα βρίσκονταν σε ένα λεξικό. Αφού έχει σκεφτεί τη λέξη, ανακοινώνει στους συμπαίκτες του το πρώτο γράμμα της λέξης. Ας πούμε ότι η λέξη που έχει σκεφτεί είναι «ποντίκι». Θα πει στους συμπαίκτες του ότι η λέξη ξεκινάει από π.

Οι υπήκοοι, δηλαδή όλοι οι παίκτες εκτός από τον βασιλιά, πρέπει να κάνουν στον βασιλιά γρίφους ή ερωτήσεις των οποίων η απάντηση ξεκινάει με το γράμμα που έχει δοθεί. Εδώ, θα μπορούσε ένας από τους υπηκόους να ρωτήσει τον βασιλιά: «μήπως είναι κάτι που πετάει;», έχοντας στο μυαλό του τη λέξη «περιστέρι». Αν ο βασιλιάς μπορεί να σκεφτεί κάτι που πετάει και ξεκινάει από π, δίνει την απάντηση σε μορφή: «όχι, δεν είναι περιστέρι», για να δείξει με αυτόν τον τρόπο ότι μπόρεσε να βρει μια απάντηση στον γρίφο που του έγινε. Προσοχή: ΚΑΘΕ απάντηση που θα ξεκίναγε από π και θα ήταν κάτι που πετάει θα μπορούσε να είναι δεκτή· αυτό είναι σε μεγάλο βαθμό και το νόημα του παιχνιδιού! Ο βασιλιάς θα μπορούσε αντί για περιστέρι να έχει απαντήσει πουλί, παπαγάλος ή και πύραυλος.

Ταυτόχρονα, ‘οσο ο βασιλιάς σκέφτεται την απάντηση του, αν κάποιος από τους υπόλοιπους υπηκόους έχει βρει κάτι που πιστεύει ότι απαντά την ερώτησηπρέπει να πει Contact! Αν ο ίδιος ο βασιλιάς δεν βρει τελικά απάντηση, ο υπήκοος που είπε contact λέει την δική του απάντηση (φυσικά απαγορεύεται να πει contact ο ίδιος υπήκοος που έκανε την ερώτηση!). Ουσιαστικά, οι υπήκοοι πρέπει να βρίσκουν ερωτήσεις τις οποίες ο βασιλιάς θα δυσκολεύεται ή δεν θα μπορεί να απαντήσει ενώ οι υπόλοιποι υπήκοοι θα μπορούν. Αυτή είναι η πολιτική και διπλωματική διάσταση του παιχνιδιού την οποία μπορούν εκμεταλλευτούν καλά δεμένες παρέες.

Αν ο βασιλιάς δεν μπορεί να δώσει απάντηση, δίνει το επόμενο γράμμα της λέξης του: στην περίπτωση του «ποντίκι», το όμικρον. Οι απαντήσεις στους γρίφους τώρα πρέπει να ξεκινάνε με «πο», και ούτω καθεξής. Το παιχνίδι τελειώνει αν οι υπήκοοι τα παρατήσουν, οπότε ο σαδιστής βασιλιάς μπορεί να βάλει μια νέα λέξη, η κάποιος από τους υπηκόους κάνει μια ερώτηση στον βασιλιά που δεν μπορεί να απαντηθεί με οποιαδήποτε άλλη λέξη εκτός από αυτή που έχει σκεφτεί. Πχ: αν κάποιος ρωτήσει, έχοντας για αρχή το πο: «είναι κάτι που έχει σχέση με υπολογιστή;», ο βασιλιάς μπορεί να αποφύγει να δώσει την απάντηση λέγοντας «όχι, δεν είναι πολύπριζο». Αν η ερώτηση όμως είναι «είναι κάτι με το οποίο κουνάμε τον κέρσορα στην οθόνη;», ο βασιλιάς δεν θα μπορεί παρα να πει πως ηττήθηκε και να δώσει τη θέση του στον υπήκοο που έκανε την ερώτηση-τελειωτικό χτύπημα.

Το παιχνίδι ακούγεται περίπλοκο αλλά είναι πολύ απλό. Πάντα στις παρέες στις οποίες το μαθαίνω μου λένε ότι ακούγεται πιο δύσκολο όταν το εξηγείς απ’ότι όταν τελικά το παίζεις, όταν και αποδεικνύεται απλούστατο. Δεν ξέρω αν φταίω εγώ σ’αυτό και η πιθανή έλλειψη μεταδοτικότητας μου. Δυστυχώς, άλλο τόσο δεν υπάρχει εύκολος τρόπος να το εξηγήσεις γραπτά. Aν διαβάσετε πάντως και το από πάνω λινκ (θυμηθείτε, είναι στα σχόλια!) και επιμείνετε όπως αρχικά επιμείναμε εμείς, θα το κατακτήσετε πολύ εύκολα. Μόνο συνιστώ προσοχή γιατί είναι πάρα πολύ εθιστικό. Στη Σαμοθράκη το παίζαμε 3-4 μέρες αδιάκοπα και μετά όλοι μας αφού γυρίσαμε στην Αθήνα το παίζαμε με άλλες παρέες και το εξαπλώναμε σαν πανούκλα! Στόχος μας είναι το Contact να παίζεται σε όλες τις παρέες στην Ελλάδα. Και όντως, πριν λίγες μέρες όταν είχα βγει με μια παρέα (στην οποία ήμουν ο μόνος άντρας :ξ ), κάποιες από τις κοπέλες ήξεραν ήδη το παιχνίδι. ΟΚ, οι βαθμοί διαχωρισμού μεταξύ μας ήταν λίγοι, αλλά και πάλι…

H Σαμοθράκη ήταν η πηγή του κακού… Ούτε καν στον Φονιά σταματήσαμε να παίζουμε. Φωτο: Ymir

Σε εκείνη την παρέα αρχίσαμε από τις ~10:00 που φτάσαμε στο τσιπουράδικο και παίζαμε μέχρι τις 1:30 που αρχίσαμε να το σπάμε. Κανείς δεν ήθελε να μιλήσει για οτιδήποτε άλλο.

Παίζετε υπεύθυνα.

2. Would you rather (Τι θα προτιμούσες;)

Είναι η μη-διαδικτυακή μορφή του would you rather. Σκοπός είναι να γίνονται ερωτήσεις του στιλ: «θα προτιμούσατε να έχετε τεράστιο κεφάλι ή πολύ πολύ κοντά πόδια;» // «θα προτιμούσατε να μην ξαναδείτε ταινία ή να μη ξαναπαίξετε videogame?» // «θα προτιμούσατε να ζούσατε στον κόσμο του Star Wars ή να είχατε δαιμόνιο όπως αυτά στην Τριλογία του Κόσμου;» // «θα προτιμούσατε να πάτε με κάποιον/α με τέλεια εξωτερική εμφάνιση που θα κάνει απαίσιο σεξ, ή με κάποιον/α με απαίσια εξωτερική εμφάνιση που θα κάνει τέλειο σεξ;»// «τηλεμεταφορά ή πτήση;»// «τυφλός μουσικός ή κουφός ζωγράφος;»// «να μη χρειάζεται να ξανακοιμηθείτε ή κάθε όνειρο σας να μπορείτε να το ελέγξετε συνειδητά

Oι πετυχημένες ερωτήσεις είναι αυτές οι οποίες θα προκαλέσουν τη μεγαλύτερη σκέψη και συζήτηση στην παρέα! Και εδώ συνιστώ προσοχή: συχνά η συζήτηση που προκαλείται κλιμακώνεται σε έντονες αντιπαραθέσεις και το παιχνίδι απλά ξεχνιέται. Ξανά, μιλαώ από εμπειρία.

3. Χαλασμένο τηλέφωνο με ζωγραφιές

Γι’αυτό θα χρειαστείτε χαρτί και μολύβι/στυλό. Ο κάθε παίκτης χρειάζεται από ένα κομμάτι χαρτί, το στυλό μπορεί να κάνει γύρες. Ο πρώτος ζωγραφίζει κάτι στο κομμάτι χαρτί του, και το δείχνει στον διπλάνο του για λίγα δευτερόλεπτα. Αυτός πρέπει να ζωγραφίσει ό,τι θυμάται να είδε και στη συνέχεια να το δείξει στον επόμενο κ.ο.κ μέχρι να φτάσει το παιχνίδι πάλι στον πρώτο παίκτη.

Πιο γνωστή είναι η παραλλαγή που πάνε ζωγραφιές και ερμηνείες εναλλάξ. Δηλαδή, αν έρθει στα χέρια μου μια ζωγραφιά, πρέπει να γράψω από κάτω μια φραση με το τι βλέπω, να διπλώσω το χαρτί έτσι ώστε να μη φαίνεται η ζωγραφιά και να τη δώσω στον επόμενο — ή αν μου έρθει μια φράση, να τη ζωγραφίσω, να καλύψω τη φράση και να δώσω το χαρτί στον επόμενο. Αυτή την παραλλαγή μπορείτε να την παίξετε και online εδώ.

(σκαναρισμένα από το The Art of Looking Sideways, μάλλον το πιο πολύτιμο και συναρπαστικότερο βιβλίο το οποίο βρίσκεται στη κατοχή και φροντίδα μου, και απ’όπου έμαθα γι’αυτό το παιχνίδι)

4. Το πάρτι (ή «Κριτήρια»)

Αυτό το παιχνίδι το έμαθα πρώτα απ’την Άλεξ. Ένας από τους παίκτες «διοργανώνει ένα πάρτι» στο οποίο μπορούν να μπουν οι παίκτες αν πληρούν κάποιο κριτήριο το οποίο έχει θέσει ο διοργανωτής. Στόχος των υπόλοιπων παικτών είναι να βρουν ποιο είναι αυτό το κριτήριο, ρωτώντας τον διοργανωτή με την σειρά αν, φέροντας κάποιο αντικείμενο μαζί τους, μπαίνουν στο πάρτι.

Το κριτήριο μπορεί να είναι τα πάντα: από τό αν το αντικείμενο που θα διαλέξει ο καλεσμένος είναι κόκκινο ή κάτι το στρογγυλό ή που περιέχει ηλεκτρονικά ή, ή, ή… μέχρι και το είδος του αντικειμένου να είναι τελείως άσχετο, και απλά να πρέπει να ξεκινάει με το ίδιο γράμμα που ξεκινάει και το όνομα του παίκτη που ρωτάει, ή το αντικείμενο να μην παίζει ΚΑΝΕΝΑΝ ρόλο και να μπαίνουν, σταθερά, οι παίκτες εναλλάξ, ή απλά να μπαίνουν οι άντρες ή να μπαίνουν οι παίκτες που το όνομα τους τελειώνει σε ένα συγκεκριμένο γράμμα…

Ο πορτιέρης/διοργανωτής πρέπει να δίνει και στοιχεία για το τι περνάει. Δηλαδή, αν κάποιος τον ρωτήσει «περνάω με μια σιδερώστρα;», θα πει ναι ή όχι, αλλά αν θέλει να βοηθήσει, ή αν είναι η σειρά του στον κύκλο, θα πρέπει να πει «περνάω με έναν αλιγάτορα». Το τι περνάει και το τι όχι είναι ο μόνος οδηγός για να μπορούν να ανακαλύψουν οι καλεσμένοι ποιο είναι το κριτήριο.

Ψάχνοντας στο ίντερνετ για παραδείγματα, θυμήθηκα και το παιχνίδι που όντως παίζαμε με την Άλεξ και άλλα παιδιά στο myAegean πριν τόσα χρόνια… Ααααχ. Διαβάστε και μάθετε! Προσοχή: πάλι από εμπειρία θα σας πω πως όπως και τo Contact, Τα Κριτήρια πρέπει να έρχονται με μια προειδοποίηση από το υπουργείο Υγείας σχετικά με την εξαιρετικά εθιστική τους φύση αλλιώς μπορεί να κλαίμε θύματα όπως στην Κορέα πεθαίνουν στα ίντερνετ καφέ παίζοντας 72ωρα WoW χωρίς διαλείμματα για φαγητό, νερό, ξεκούραση ή σωματικές εκκρίσεις.

5. Χαρτάκια στο κούτελο (πώς λέγεται αυτό το παιχνίδι αλλιώς;;)

Αριστερά: Αλίκη Βουγιουκλάκη μετά Πάτρικ; Μέση: Shakira μετά ΕΤ, Δεξιά: Bin Laden μετά Heath Ledger. Τα χαρτάκια έχουν δύο ονόματα γιατί δεν είχαμε αρκετά χαρτάκια…

Όλοι το μάθαμε από τη σκηνή στο Inglourious Basterds. Ο καθένας γράφει ένα όνομα πραγματικού ή φανταστικού διάσημου προσώπου ή τουλάχιστον κάποιου που θα μπορεί να ξέρει όλη ή το μεγαλύτερο μέρος της παρέας, σε ένα post-it ή σε κάτι που θα μπορεί να κολλήσει στο μέτωπο του. Όλοι βάζουν τα χαρτάκια τους στη μέση, τα ανακατεύουν, διαλέγουν ένα και χωρίς να δουν βέβαια τι είναι γραμμένο. το κολλάνε στο κούτελο τους.

Κάθε παίκτης προσπαθεί, με μια ερώτηση κάθε φορά, όταν έρθει η σειρά του, να καταλάβει τι ακριβώς είναι γραμμένο στο χαρτάκι που βρίσκεται στο κούτελο του και αντίστοιχα όλοι απαντάνε όταν κάποιος άλλος ρωτάει για το δικό του χαρτάκι. Οι ερωτήσεις πρέπει να είναι κλειστού τύπου (να απαντώνται με ναι/όχι).

Στην Αγγλία είναι γνωστό και ως Rizla game, και θα σας αφήσω να μαντέψετε το γιατί!


Ωραία. Τώρα, ας παίξουμε! ^^J

Λοιπόν ναι, τέλειωσα με τη Μυτιλήνη. Ελπίζω να εμπνέω τον θαυμασμό.

Γεια σου! Κατ’ αρχάς, θα ήθελα να σε ευχαριστήσω που διαβάζεις αυτό εδώ το ποστ. Όχι τίποτα άλλο, δεν έχεις κανένα πραγματικό λόγο να το κάνεις. Υπάρχουν πολύ πιο ενδιαφέροντα πράγματα να διαβάσεις, να χαζέψεις, να δεις ή να κάνεις εκεί έξω, στον τεράστιο κόσμο γνώσης, εμπειρίας, διασκέδασης και χαζομάρας που λέγεται παγκόσμιος ιστός — εκτός κι αν ο λόγος είναι προσωποκεντρικός και θέλεις να διαβάσεις αυτά που γράφω επειδή είμαι ΕΓΩ αυτός που τα γράφω. Σε κάθε περίπτωση, η αφοσίωση σου είναι μοναδική, ειδικά αν κρίνω από την έλλειψη σχολίων τους τελευταίους μήνες. Γι’αυτό λοιπόν, και πάλι, κι επειδή δεν έχεις καμιά υποχρέωση, σ’ευχαριστώ.

Σήμερα θα γράψω για δύο κυρίως πράγματα που με απασχολούν αυτές τις μέρες και πώς αυτά συνδέονται.

Το ένα, το μεγαλύτερο, το σπουδαιότερο, είναι ότι τη περασμένη εβδομάδα πήγα στη Μυτιλήνη και έδωσα τα τρία τελευταία μαθήματα που χρώσταγα (Οργάνωση Εκθέσεων, Εφαρμογές Κινητής Τεχνολογίας, Συστήματα Διαχείρισης στον Παγκόσμιο Ιστό), και τα πέρασα. Ο κύκλος που ξεκίνησε πριν έξι χρόνια έκλεισε. Είμαι πλέον ένος απόφοιτος, πτυχιούχος Πολιτισμικής Πληροφορικής Τεχνολογίας και Επικοινωνίας. Δεν έχω το πτυχίο στο χέρι, βέβαια, αλλά for all intents and purposes…

Αυτά τα έξι χρόνια ήταν τόσο σημαντικά για μένα που δε μπορώ να μπω καν στον κόπο να αρχίσω να λέω με ποιος τρόπους άλλαξα, ωρίμασα, ενηλικιώθηκα, αγάπησα τον εαυτό μου φτιάχνοντας τον και ανακαλύπτοντας τον· δεν ξέρω πόσο απ’το καθένα αλλά αυτή ίσως να ‘ναι απ’τις μεγαλύτερες και σημαντικότερες ερωτήσεις που μπορεί να κάνει ο άνθρωπος, αν και η απάντηση πιθανόν να μην έχει σημασία.  Θέλω να γράψω κάποια ποστ αφιερωμένα στους ανθρώπους, τις ιδέες και τις παραστάσεις στις οποίες χρωστάω πολύ μεγάλο μέρος αυτής της μεταμόρφωσης. Μου αρέσουν άλλωστε οι ανασκοπήσεις, όπως μου αρέσει και να θυμίζω στους ανθρώπους τον σημαντικό ρόλο που μπορεί να παίζουν ή να έχουν παίξει στη ζωή μου και να τους προσφέρω άλλο ένα χαμογελο έτσι.

Ωραία. Ας επιστρέψουμε στο γεγονός των ημερών. Τελειώνεις τα μαθήματα σου. Τα πάντα από εκεί και πέρα έχουν κάτι το χρονομετρημένο και μοιραίο. Όσους γνωστούς έβλεπα τις υπόλοιπες μέρες που ήμουν στη Μυτιλήνη είχα την αίσθηση ότι μπορεί να μη τους ξαναδώ ποτέ. Τι έπρεπε όμως να τους πω; Ποια μπορεί να είναι η απάντηση μου στις ευχές τους για καλή ζωή; Πώς μπορώ να τους χαιρετίσω με κάτι άλλο εκτός από ένα απαίσια ανειλικρινές «τα λέμε σύντομα»;

Πώς χαιρετάς κάποιον που χαιρόσουν να βλέπεις πού και πού και να μαθαίνεις νέα του όταν πήγαινες στη Μυτιλήνη, αλλά τον οποίο δεν ξέρεις αρκετά για να επιδιώκεις να συνεχίσεις να βλέπεις και η πρακτικότητα του ζητήματος τέλος πάντων το καθιστά υπερβολικά απίθανο; Υπήρχε αυτή η διμερής λυπητερή ανείπωτη παραδοχή σε πολλές από τις random encounters αυτών των ημερών.

Τι έκανα λοιπόν για να αποφύγω αυτή τη κατάματη ματιά στην «πραγματικότητα της τελευταίας συνάντησης» με πολλούς ανθρώπους που ούτως ή άλλως, όπως κι εγώ, δυσκολεύομαστε να δώσουμε σε αυτή τη συνάντηση την βαρύτητα που φανταζόμαστε ότι της αξίζει;

Δεν ανέφερα ότι είχα περάσει τα τελευταία μου μαθήματα. Δεν ανέφερα ότι τελείωσα τις σπουδές μου στη Μυτιλήνη. Περισσότερο το έκαναν άλλοι για μένα. Αυτό με έσωσε από συγχαρητήρια τα οποία δεν αξίζω (γιατί να δέχεσαι συγχαρητήρια επειδή ολοκλήρωσες κάτι που όχι μόνο πρέπει αλλά και σου αρέσει να κάνεις;), εξηγήσεις για το τι σκοπεύω να κάνω στο μέλλον, ερωτήσεις για το πώς νιώθω τις οποίες δεν θα μπορούσα να απαντήσω ειλικρινά, αλλά και βλέμματα φθόνου…

Αναρωτιώμουν: ποια είναι αυτή η λεπτή γραμμή μεταξύ ενημέρωσης των άλλων για το τι κάνεις, και καυχησιάς; Μετά από τι μετατρέπεται άραγε το «τέλειωσα τις σπουδές μου! Σoυ το λέω γιατί είμαι περήφανος και θέλω να χαρείς μαζί μου!», σε: «τέλειωσα, και στο λέω για να σου δείξω πόσο γαμάτος είμαι και για να με θαυμάσεις!»…; Αυτό που βλέπω τόσο πολύ γύρω μου είναι το δεύτερο… Μια τέτοια κρίση ανασφάλειας και ανάγκης αποδοχής και θαυμασμού βλέπω που αποφεύγω να μιλάω για μένα ώστε να μην με βάλουν στο ίδιο τσουβάλι οι άνθρωποι οι οποίοι μπορεί να είναι σαν κι εμένα και πιθανόν έχουν αρχίσει να βαριούνται να ακούνε τους άλλους να περιαυτολογούν και να παθιάζονται με την δική τους μικρή ύπαρξη.

Είναι η τέλεια στιγμή να περάσουμε στο δεύτερο από τα δύο που με απασχολούν.


Δεν συνηθίζω τον τελευταίο καιρό να γράφω για το τι συμβαίνει στη ζωή μου όπως έκανα παλιότερα. Aυτό το καλοκαίρι έκανα κάμπιγκ και απίθανες διακοπές σε πανέμορφα μέρη (Σαμοθράκη, Γαύδο) που άλλοτε θα με ενέπνεαν για μακροσκελή κείμενα. Πήρα το πρώτο μου δίπλωμα στα Γερμανικά. Είχα τη χαρά να συμμετέχω σε ένα καταπληκτικό σεμινάριο στην Σχολή Καλών Τεχνών το οποίο, έτσι όπως βαίνουν τα πράγματα, κατα πάσα πιθανότητα θα αποτελέσει σημείο καμπής για τη ζωή μου. Γνώρισα ανθρώπους που νιώθω τυχερός που γνώρισα, είχα εμπειρίες που είμαι ευγνώμων που είχα… Είχα όμως και πολύ δουλειά για να καταφέρω να περάσω αυτά τα τρία τελευταία μαθήματα. Παρ’όλ’αυτά, τίποτα εδώ· άλλοτε θα οργίαζα.

Έχω αναφερθεί κι άλλες φορές στο ότι δύο πράγματα έχουν αλλάξει αυτή τη σχεδόν μισή δεκαετία (!) που υπάρχει το cubimension, σχετικά με το τι ποστάρω και τη σχέση μου μαζί τους: 1. Καθώς μεγαλώνω, λιγότερα πράγματα με εντυπωσιάζουν (σε βαθμό που να πιστεύω ότι αξίζει να τα μοιραστώ με ένα αόρατο κοινό), συμπεριλαμβανομένων φυσικά και αυτών που κάνω εγώ. 2. Έχω αρχίσει να βλέπω καχύποπτα την όλη κουλτούρα του να αυτοπροβάλλεσαι σε μορφή blog, facebook κτλ, που προωθεί την ιδέα ότι είσαι κάτι το ιδιαίτερο μόνο και μόνο επειδή έχεις πρόσβαση σε υπολογιστή και ξέρεις να γράφεις (υποτυπωδώς). Δεν υπάρχει η διάκριση μεταξύ αξιόλογου και ποταπού, ποιοτικού και χασίματος χρόνου, αυτών που θα έδειχνες περήφανα σε όλους και αυτών που θα έδειχνες μόνο στους πιο στενούς σου φίλους, των στιγμών που θα άξιζε να σχολιαστούν και των στιγμών που καλύτερα να μίλαγαν από μόνες τους. Είναι μέρος αυτό που προανέφερα: τα να μοιράζεσαι τα νέα σου με τόσο κόσμο ταυτόχρονα (το αναλογικό αντίστοιχο θα ήταν να βγαίνεις με ντουντούκα σαν τον γύφτο στη γειτονιά  και να φωνάζεις κάθε σου νέο. Μόνο που σε αυτή τη γειτονιά, όλοι σε ξέρουν…) ισορροπεί επικίνδυνα μεταξύ ενημέρωσης και ναρκισισμού, όταν οι άνθρωποι συμπεριφέρονται στον εαυτό τους λες και είναι μάρκες ή φίρμες, όπου περισσότερη προβολή, ανεξαρτήτος είδους, ακόμα και δυσφήμιση, είναι άνευ όρων θετική. Ορίστε ένα ενδιαφέρον σχετικό άρθρο, ως συνηθώς, για το facebook.

Με λίγα λόγια, αρχίζω και συνυπολογίζω τον παράγοντα «γιατί να θέλει κάποιος να διαβάσει αυτό που γράφω; Θα μάθει κάτι, θα του/της μείνει κάτι, θα κάνω κάπως τη ζωή του/της καλύτερη;» Είναι δύσκολες ερωτήσεις οι οποίες θέτουν σε αμφισβήτηση, εκτός από τον τρόπο που επιλέγουμε να εκφραζόμαστε κάθε μέρα με τους ανθρώπους γύρω μας, σε ένα πιο άμεσο επίπεδο, τους λόγους ύπαρξης αυτού του μπλογκ. Δε λέω, θέλω να μοιράζομαι πράγματα, ώραια και ενδιαφέροντα πράγματα, που βρίσκω ή που, γιατί όχι, κάνω και φτιάχνω εγώ ο ίδιος. Μου αρέσει κιόλας να γράφω πού και πού για το τι κάνω σαν να έγραφα σε δημόσιο ημερολόγιο, μου δίνει μια άρρωστα φιλάρεσκη ίσως αίσθηση ικανοποίησης να ξέρω ότι έχω ένα ημερολόγιο το οποίο οι άλλοι θα θέλουν να διαβάσουν. Έχω αποκτήσει όμως αρκετή συναίσθηση της ποταπότητας και της ματαιοδοξίας του να θέλεις ένα ευανάγνωστο ημερολόγιο, and once you see it, you can’t unsee it…

Γιατί τα γράφω όλα αυτά, τελικά; Απλά: από τη μία, ένιωσα πως το ότι πήρα πτυχίο ήταν κάτι το οποίο έπρεπε οπωσδήποτε να γράψω εδώ! Από την άλλη, η ολοένα και πιο δυνατή Ταπεινή και Διακριτική μου πλευρά φώναζε. Τα αποτελέσματα της σύγκρουσης και αυτών που εν τω μεταξύ βγήκαν στην επιφάνεια, θεώρησα πως, επιτέλους, είχαν κάποιο ενδιαφέρον.

Και μετά από αυτό το σούπερ-αυτοαναφορικό ποστίο, ας επιστρέψουμε σε αυτό που ποραγματικά έχει σημασία:

Στη Μυτιλήνη και σε ό,τι μοιραστήκαμε. Με πολλή αγάπη.