Ο Tim Ferriss κάποτε είπε ότι όλοι οι δισεκατομμυριούχοι που γνωρίζει προσωπικά είναι τακτικοί χρήστες ψυχεδελικών ουσιών.
Ο Steve Jobs έκανε την πασίγνωστη δήλωση ότι το LSD ήταν μια «εξαιρετικά βαθιά εμπειρία» και «ένα από τα πιο σημαντικά πράγματα» που έκανε ποτέ στη ζωή του.
Οι έρευνες που επικυρώνουν την ισχυρή ευεργετική επίδραση των ψυχεδελικών ουσιών συνεχώς συσσωρεύονται.
Παρ’ όλα αυτά, αμέτρητα εκατομμύρια άνθρωποι παραμένουν σιωπηλοί σχετικά με την προσωπική τους χρήση ψυχεδελικών ουσιών.
Γιατί;
Φοβούνται τις συνέπειες στον πραγματικό κόσμο.
Το να μιλήσει κανείς ανοιχτά για την προσωπική χρήση ψυχεδελικών ουσιών μπορεί να οδηγήσει σε αποκλεισμό από οικογενειακούς, επαγγελματικούς και κοινωνικούς κύκλους – για να μην αναφέρουμε τον κίνδυνο ποινής φυλάκισης (ή και χειρότερα σε ορισμένες χώρες).
Το προβεβλημένο ταμπού κατά των ψυχεδελικών, που διαδόθηκε ευρέως κατά τη διάρκεια των πρώτων ετών του εξωφρενικά μυωπικού «πολέμου κατά των ναρκωτικών», ζει και βασιλεύει στις περισσότερες γωνιές του πλανήτη, όπως και οι μεσαιωνικοί νόμοι που προσπάθησαν να απαγορεύσουν την εξερεύνηση της συνείδησης με τη χρήση ενθεογόνων.
Όμως, όπως τραγούδησε ο Μπομπ Ντύλαν, «the times, they are a’changin’.» (οι καιροί αλλάζουν)
Μια ψυχεδελική αναγέννηση;
Βιώνουμε μια παγκόσμια μεταβολή στην ατμόσφαιρα και τη διάθεση γύρω από τα ψυχεδελικά.
Η κάνναβη, ένα ήπιο ψυχεδελικό με αμέτρητες φαρμακευτικές ιδιότητες, έχει πλέον νομιμοποιηθεί στον Καναδά και σε μεγάλο μέρος των Ηνωμένων Πολιτειών.
ΣτΜ: Πέρα της φαρμακευτικής χρήσης, πολλές ευρωπαϊκές χώρες έχουν αποποινικοποιήσει τη χρήση κάνναβης, όπως η Ολλανδία, η Ισπανία και η Πορτογαλία, ή σκοπεύουν να νομιμοποιήσουν τη χρήση και την πώληση, όπως η Γερμανία.
Το βιβλίο του διάσημου δημοσιογράφου Michael Pollan How to Change Your Mind και άλλα παρόμοια βιβλία έχουν μεταφέρει τα ψυχεδελικά στη σφαίρα του «αξιοπρεπούς διαλόγου».
ΣτΜ: Ο τίτλος του βιβλίου είναι λογοπαίγνιο: το “how to change your mind” μπορεί να σημαίνει ταυτόχρονα «πώς να αλλάξετε το μυαλό σας» αλλά και «πώς να αλλάξετε άποψη» – κάτι το οποίο ο Michael Pollan όντως έκανε σχετικά με τα ψυχεδελικά κατά τη συγγραφή του βιβλίου του.
Στη συνέχεια, το Όκλαντ της Καλιφόρνια το πήγε ένα βήμα παραπέρα αποποινικοποιώντας τα μαγικά μανιτάρια, το πεγιότε, την αγιαουάσκα και το DMT.
ΣτΜ: Τα μανιτάρια είναι πλέον νόμιμα και στην πολιτεία του Oregon, της Alberta στον Καναδά, αλλά έχουν πάρει έγκριση και για χρήση σε ψυχοθεραπευτικό περιβάλλον στην Αυστραλία (μαζί με το MDMA).
Η αγιαουάσκα χρησιμοποιείται νόμιμα σε μεγάλο μέρος των Ηνωμένων Πολιτειών υπό την αιγίδα της «θρησκευτικής ελευθερίας».
Νόμιμα ψυχεδελικά κέντρα (retreats) έχουν αρχίσει να εμφανίζονται σε προοδευτικές χώρες που είναι φιλικά προσκείμενες προς αυτά τα θαυμαστά φυτά.
Συμβαίνουν μεγάλες και σημαντικές αλλαγές, και φαίνεται πως είμαστε στην αρχή μιας αλυσιδωτής αντίδρασης.
Ο κόσμος φαίνεται να ξανααποκτά επίγνωση των εκπληκτικών θεραπευτικών και μεταμορφωτικών ιδιοτήτων των ψυχεδελικών φυτών.
Και αυτήν τη φορά, ενσωματώνοντας τα διδάγματα της δεκαετίας του ’60, θα είμαστε κατάλληλα εξοπλισμένοι να αποφύγουμε τα λάθη που προέκυψαν από τον υπερβάλλοντα ζήλο του χθες. Θα επικεντρωθούμε στις θεραπευτικές εφαρμογές, στην «καλυτέρευση των ανθρώπων που είναι ήδη καλά» και στην ψυχεδελική παιδεία. Θα εστιάσουμε στην ανάγκη να διατηρηθεί ο σεβασμός για την πραγματική δύναμη αυτών των φυτών και τη θεμελιώδη σημασία του βιώματός τους σε ένα σοφά καλλιεργημένο πλαίσιο.
Γιατί μη γελιέστε: η ισχύς των ψυχεδελικών είναι καθόλα υπαρκτή.
Μιλάμε για υποβοηθήματα που αναδιαμορφώνουν το μυαλό, ξυπνούν την ψυχή και ξεκλειδώνουν νέες φωτεινές διαστάσεις συνειδητότητας και εμπειρίας. Οφείλουμε να τα προσεγγίζουμε με ταπεινότητα, σεβασμό και μια οπτική που θα έχει ως σύμβουλο τη σοφία των γηραιότερων.
Αν καταφέρουμε να πορευτούμε με βάση μια τέτοια προσέγγιση, μπορεί και να βρισκόμαστε στα πρόθυρα μιας πραγματικής ψυχεδελικής αναγέννησης – μιας εκ νέου ανακάλυψης και επανένταξης αυτών των χημικών ενώσεων στη φαρμακευτική εργαλειοθήκη της ανθρωπότητας.
Και η στιγμή δεν θα μπορούσε να είναι καταλληλότερη…
Πριν όμως επεκταθώ, θα σας πω τη δική μου ιστορία.
Η ανάδυση μου από την ψυχεδελική ντουλάπα
Είμαι κάποιος που ήταν λίγο-πολύ κλεισμένος στην ψυχεδελική ντουλάπα από τότε που δοκίμασα για πρώτη φορά «μαγικά μανιτάρια» πριν από περίπου οκτώ χρόνια.
Έχω αφήσει πολλά υπονοούμενα στη δουλειά μου σχετικά με τις ψυχεδελικές μου περιπέτειες – και, στην τελική, για όνομα του θεού, είμαι ο συνδιαχειριστής των HighExistence και Apotheosis – αλλά ποτέ πριν δεν είχα μιλήσει ή γράψει δημόσια και εκτενώς για τις εμπειρίες μου.
Ως εδώ και μη παρέκει.
Η κύρια αιτία της μυστικοπάθειάς μου όλα αυτά τα χρόνια ήταν ότι προέρχομαι από μια αρκετά συντηρητική χριστιανική οικογένεια – μια οικογένεια που αγαπώ πολύ βαθιά – και στην οικογένειά μου, τα «ναρκωτικά» θεωρούνται γενικώς διαβολικά πράγματα με τα οποία μπλέκουν μόνο τα αποβράσματα και οι αποτυχημένοι.
Γνώριζα ότι θα ήταν αδιανόητο να εξηγήσω στην οικογένειά μου ότι υπάρχει μια ορισμένη κατηγορία «ναρκωτικών», γνωστά ως ψυχεδελικά ή ενθεογόνα, τα οποία είναι ως επί το πλείστον μη εθιστικά και εξαιρετικά ασφαλή όταν χρησιμοποιούνται με σύνεση, και ότι αυτά έχουν τη δύναμη να προκαλέσουν εμπειρίες τόσο θαυματουργές που ακούγονται αδύνατες – ώσπου να τις ζήσει κανείς προσωπικά.
Ήξερα ότι κάποιοι από τους συγγενείς μου θα έδειχναν αποστροφή και δυσπιστία στις προσπάθειές μου να τους εξηγήσω πώς διάφορα ενθεογόνα «φυτικά φάρμακα» χρησιμοποιούνται εδώ και χιλιάδες χρόνια από αμέτρητους πολιτισμούς παγκοσμίως για πνευματικούς και θεραπευτικούς σκοπούς και ότι τα φάρμακα αυτά μπορούν να αποφέρουν πολυάριθμα οφέλη – από τη θεραπεία της κατάθλιψης και το κόψιμο εθισμών μέχρι τη μείωση του άγχους και τη δημιουργία μιας εντελώς νέας αίσθησης θαυμασμού, ειρήνης και προορισμού, μεταξύ πολλών άλλων.
Λοιπόν, δεν νομίζω ότι αυτή η κατάσταση έχει αλλάξει. Είμαι σίγουρος ότι υπάρχουν φίλοι, μέλη της οικογένειάς μου και συγγενείς μου που θα μάθουν για τα ψυχεδελικά μου ταξίδια και θα με καταδικάσουν για πάντα, θεωρώντας με ένα είδος αποξενωμένου, περίεργου μαύρου πρόβατου, μιας χαμένης ψυχής που χαράμισε τις δυνατότητές της.
Και ξέρετε κάτι; Έχω συμφιλιωθεί με αυτήν την πιθανότητα.
Γνωρίζω ότι είμαι ένα πρόσωπο με διάυγεια που ζει καλά και προσπαθεί με ειλικρίνεια να βοηθήσει τον πλανήτη. Σέβομαι και αγαπώ τον εαυτό μου. Αν οι άλλοι θέλουν να με κρίνουν παρά τις άφθονες ενδείξεις ότι είμαι ένα άτομο που ευημερεί και έχει σώας τας φρένας, αυτό έχει να κάνει μαζί τους, όχι μαζί μου.
Μπορεί να λάβω μερικές παράξενες ματιές σε χριστουγεννιάτικα τραπέζια ή κανένα θορυβημένο μέιλ, αλλά δεν πειράζει, θα συνεχίσω να κάνω αυτό που κάνω. Και θα προσκαλέσω όποιον θέλει να κάνει μια ήρεμη, έξυπνη συζήτηση για το θέμα να επικοινωνήσει μαζί μου.
Πολύ απλά δεν μπορώ να παραμείνω άλλο σιωπηλός.
Γιατί η ώρα είναι τώρα.
Και όπως ανέφερα ήδη, τα ψυχεδελικά έχουν πραγματικά ωφέλη.
Τα έχω δει να ξεκλειδώνουν ειρήνη, χαρά, δημιουργικότητα, ενσυναίσθηση, αγάπη (και προς τον εαυτό), νόημα και την αίσθηση του θαυμασμού για τη ζωή με έναν τρόπο που δεν πίστευα δυνατό.
Τα έχω δει να θεραπεύουν ανθρώπους με τρόπους που δεν ήξεραν ότι μπορούσαν να θεραπευτούν. Τα έχω δει να διαμεσολαβούν ώστε να λάβουν χώρα υπερβάσεις που οι συμμετέχοντας εκλάμβαναν κυριολεκτικά ως θαύματα.
Εγώ προσωπικά είχα τις πιο αξιοθαύμαστες εμπειρίες της ζωής μου χάρης στα ψυχεδελικά, κυρίως με Αγιαουάσκα και ψιλοκυβίνη. Έχουν αναβαθμίσει την υπόσταση μου αφάνταστα και είμαι αιώνια ευγνώμων για τα δώρα που προσέφεραν στην συνειδητότητά μου. Είμαι απίστευτα χαρούμενος που είμαι ζωντανός.
Αλλά όλο αυτό πάει και πιο βαθιά.
Τα οφέληωφέλη των ψυχεδελικών σε ατομικό επίπεδο μας αφήνουν με το στόμα ανοιχτό, αλλά οι δυνατότητες που διαθέτουν ώστε να μας βοηθήσουν σε συλλογικό επίπεδο είναι ένας ίσως πιο βαθύς λόγος που ένιωσα το κάλεσμα να τα συζητήσω.
Το τελεσίγραφο της ανθρωπότητας
«Γινόμαστε ισχυροί σαν θεοί, αλλά χωρίς την αγάπη και τη σοφία των θεών, οδηγούμαστε στην αυτοκαταστροφή».
Γινόμαστε ισχυροί σαν θεοί μέσω της τεχνολογίας, μιας πρωτόγνωρης δύναμης να δημιουργούμε και να καταστρέφουμε κόσμους.
Όμως απαιτείται η ανάλογη φροντίδα, αγάπη και σοφία για να αποφύγουμε την κατάχρησηκατάχρήση αυτής της φαινομενικά θεϊκής τεχνολογίας.Με την ύπαρξη της εκθετικά αναπτυσσόμενης τεχνολογίας, οι φυλετικοί καβγάδες της ανθρωπότητας και η εγωιστική κυριαρχία πάνω στη Φύση είναι συνταγή για καταστροφή. Αυτές οι συνήθειες χιλιετιών πρέπει να κοπούν.
Τον επόμενο ή μεθεπόμενο αιώνα, το πιθανότερο είναι ότι είτε θα βιώσουμε μια άνευ προηγουμένου άνοδο προς κάποιο νέο επίπεδο συλλογικής σοφίας/νοημοσύνης, είτε θα αποδεκατιστούμε – μαζί με μεγάλο μέρος της βιόσφαιρας.
Δεν υπάρχουν πολλά ενδιάμεσα σενάρια. Ή θα ανεβούμε επίπεδο, ή την κάτσαμε τη βάρκα πανηγυρικά.
Αυτή δεν είναι μια εύκολη σκέψη, το ξέρω, γι’ αυτό και πολλοί άνθρωποι θα την αγνοήσουν ή απλώς θα προσπαθήσουν να την εκλογικεύσουν.
Αλλά επιτρέψτε μου να σας προτείνω το εξής: η κατάστασή μας δεν είναι λόγος απόγνωσης ή πανικού. Ο φόβος είναι ο δολοφόνος της ψυχής. Μην ενδίδετε στον φόβο.
Όχι, η κατάστασή μας δεν είναι λόγος για να φοβάστε – είναι αφορμή για διαύγεια. Επιτρέψτε μου να σας εξηγήσω:
Ανεξάρτητα από το τι θα συμβεί, ακόμα και στα χειρότερα σενάρια, σε ένα βαθύτερο επίπεδο, όλα θα παραμείνουν εντάξει – όπως πρέπει να είναι.
Δεν μπορούμε να βλάψουμε την Ουσία της Φύσης, την θεμελιώδη ουσία της ίδιας της Ύπαρξης. Η Ολότητα είναι πάντα και θα είναι για πάντα Καλά στο πιο βαθύ επίπεδο, ό,τι κι αν συμβεί. Οι μυστικιστές το λένε αυτό από την προϊστορία, κι εγώ ο ίδιος το έχω βιώσει προσωπικά. Σκεφτείτε το μια στιγμή: πώς θα μπορούσε ποτέ η ίδια η Ύπαρξη να είναι οτιδήποτε πέρα από «μια χαρά»;
Ωστόσο, παραδόξως, είναι ταυτόχρονα αλήθεια ότι μια μαζική εξαφάνιση θα ήταν μαλακία τεραστίων διαστάσεων για εμάς και όλη τη ζωή στη Γη.
Οι τύχες τρισεκατομμυρίων όντων αισθανόμενων όντων, τώρα ζωντανών ή που δεν έχουν ακόμα γεννηθεί, είναι άρρηκτα συνδεδεμένες με τη μοίρα της Γης, με τη μοίρα της ανθρωπότητας.
Κατά κάποιον τρόπο, η ίδια η ύπαρξη φαίνεται να είναι και ένα είδος μηχανής αύξησης της καινοτομίας και της πολυπλοκότητας, γεγονός που υποδηλώνει ότι κατά μια ορισμένη έννοια η Ύπαρξη θα «προτιμούσε» να ανεβούμε επίπεδο, να αποκαταστήσουμε την αρμονία στη Γη και να συνεχίσουμε να ανθίζουμε, να ευημερούμε και να δημιουργούμε με όλο και πιο όμορφους και πρωτότυπους τρόπους.
Μετά από όλα αυτά, ίσως μπορείτε να καταλάβετε γιατί πιστεύω ότι η κατάστασή μας μπορεί να προσφέρει διαύγεια: είτε θα φτάσουμε ένα νέο επίπεδο συλλογικής φώτισης, είτε θα αντιμετωπίσουμε τον πρόωρο τερματισμό αυτού που μέχρι τώρα ήταν μια επική ιστορία – η ιστορία του είδους μας και αμέτρητων άλλων γήινων ειδών.
Μου έρχεται στο μυαλό μια φράση του Elon Musk:
Έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι οφείλουμε να αυξήσουμε το εύρος και την κλίμακα της ανθρώπινης συνείδησης προκειμένου να κατανοήσουμε καλύτερα το ποιες είναι οι ερωτήσεις που πρέπει να τεθούν. Ειλικρινά, το μόνο που έχει νόημα είναι να προσπαθήσουμε για μια μεγαλύτερη συλλογική φώτιση.
Ας φωτιστούμε λοιπόν, παιδιά!
Αυτό ξεκινά από τη βασικότερη μονάδα της ανθρωπότητας: τα άτομα, σαν κι εσάς κι εμένα.
Είναι καιρός να κάνουμε τη βαθιά, δύσκολη εσωτερική δουλειά για να διευρύνουμε τη συνειδητότητά μας.
Είναι καιρός να ξεκλειδώσουμε νέα επίπεδα αγάπης, συμπόνοιας, νόησης, φώτισης.
Ψυχεδελική φώτιση;
Ας τα φέρουμε όλα αυτά στο σημείο απ’ όπου ξεκινήσαμε: τα ίδια τα ψυχεδελικά.
Μη βιάζεστε – δεν θα αρχίσω κανένα λογύδριο για το πώς «ΤΑ ΨΥΧΕΔΕΛΙΚΑ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΜΑΓΙΚΟ ΧΑΠΑΚΙ ΠΟΥ ΘΑ ΜΑΣ ΞΥΠΝΗΣΕΙ ΚΑΙ ΘΑ ΛΥΣΕΙ ΤΑ ΠΑΝΤΑ!!!!!1!»
Οι ψυχεδελικές ουσίες δεν αποτελούν πανάκεια, ούτε την απόλυτη απάντηση στο ερώτημα του πώς το ανθρώπινο είδος θα φτάσει έναν ανώτερο τρόπο ύπαρξης.
Μάλλον είναι ένα ιδιαίτερα ισχυρό εργαλείο από τα πολλά που πρέπει να αξιοποιήσουμε.
Με άλλα λόγια, δεν θα λύσουν τα πάντα, αλλά χωρίς αμφιβολία μπορούν να βοηθήσουν.
Οι ψυχεδελικές ουσίες έχουν τη δύναμη να ξυπνούν ταχύτατα στους ανθρώπους μια αίσθηση συμπόνοιας, οικολογικής συνείδησης και σοφίας – μια αίσθηση ότι αποτελούμε μέρος μιας παγκόσμιας κοινότητας αισθανόμενων όντων.
Αυτή τους η ιδιότητα, σε συνδυασμό με την τάση τους να αφυπνίζουν τη δημιουργικότητα, την αγάπη, την ειρήνη, τη σύνδεση, την πνευματική ταπεινότητα και μια φλογερή επιθυμία για βοήθεια στον υπόλοιπο κόσμου, τα καθιστούν ανεκτίμητα εργαλεία στην προσπάθεια αποφυγής της καταστροφής αλλά και της ανύψωσης όλων των γήινων όντων σε νέα ύψη ευημερίας.
Υπόθεση: οι δεξιότητες που αφυπνίζουν τα ψυχεδελικά, σε έναν ανατριχιαστικό βαθμό, είναι ακριβώς αυτές που χρειαζόμαστε επειγόντως προκειμένου να αντιμετωπίσουμε τις ολοένα αυξανόμενες προκλήσεις του 21ου αιώνα.
Αναλογιστείτε μια στιγμή ότι ίσως αυτό να μην είναι απλώς μια σύμπτωση. Οι εμπειρίες μου με τα ψυχεδελικά μου έχουν δείξει ότι ο κόσμος των φυτών είναι πολύ πιο ζωντανός, αισθανόμενος, ευφυής, επικοινωνιακός και διασυνδεδεμένος από ό,τι γενικά αντιλαμβανόμαστε.
Σε ορισμένες υπερεγωϊκές καταστάσεις συνειδητότητας, η ίδια η Γη μου είχε φανεί να κατέχει ένα είδος υπερ-οργανισμικής συνειδητότητας, μιας «γεωβιοσφαιρικής» νοημοσύνης. Είναι άραγε τόσο τραβηγμένο να φανταστούμε ότι η Γη διαθέτει ένα είδος πλανητικού ανοσοποιητικού συστήματος που συμβάλλει στη δική της αυτοθεραπεία με διάφορους τρόπους, ένας εκ των οποίων μπορεί να είναι η μετάδοση ιερής ή και ξεχασμένης σοφίας μέσω ψυχεδελικών φυτών στους δυσαρμονικούς ανθρώπινους πιθήκους, οι οποίοι τα τελευταία χιλιάδες χρόνια έχουν «ξεφύγει» κι έχουν μπει σε μια τροχιά παραπλανημένης, εγωκεντρικής κατάκτησης της Φύσης;
Ρε παιδιά, δεν ξέρω. Δεν είμαι δογματικός γι’ αυτά τα πράγματα – απλώς σας λέω τι μου «είπαν» τα φυτά. Γι’ αυτόν και για άλλους λόγους είμαι πραγματικά αισιόδοξος για το μέλλον μας – πιστεύω ότι τελικά θα καταφέρουμε να ανεβούμε επίπεδο.
Αλλά το αν μπορείτε ή όχι να συμμεριστείτε θεωρίες που μιλάνε για μια ενσυνείδητη Γαία δεν είναι τελικά τόσο σημαντικό. Το κρίσιμο που πρέπει να αναγνωρίσουμε είναι ότι τα ψυχεδελικά πραγματικά θεραπεύουν και διαφωτίζουν, και με πολλούς διαφορετικούς τρόπους.
Λιώνουν τις πληγές και τα μπλοκαρίσματα, επιτρέποντας στην αγάπη να ρέει ελεύθερα.
Διαμεσολαβούν για την άμεση εμπειρία του ότι τα πάντα είναι συνδεδεμένα και ότι υπάρχει πραγματική ανθρωπιά σε όλον τον κόσμο.
Ενισχύουν δραματικά την επαφή με τη βιόσφαιρα στο σύνολό της, καθώς και τη συμπόνιασυμπόνοια για όλη την αισθανόμενη ζωή.
Ξαναενεργοποιούν την έμφυτη περιέργεια και τον «νου του αρχάριου», επιτρέποντας μας να δούμε τον κόσμο από την αρχή και να ξεκλειδώσουμε νέα ύψη διορατικότητας, νοημοσύνης και δημιουργικότητας.
Διώχνουν τον φόβο, τον θυμό και τη μνησικακία, αντικαθιστώντας τα με δέος, αποδοχή και ευγνωμοσύνη.
Επιτρέπουν την πρόσβαση σε νέους βαθμούς επίγνωσης και μιας αίσθησης εσωτερικής ευρυχωρίας, δίνοντας μας έτσι την ευκαιρία να δούμε τα δικά μας συναισθηματικά, νοητικά και συμπεριφορικά μοτίβα με αυξημένη διαύγεια και να τα αλλάξουμε.
Τείνουν να βελτιώνουν όλες τις σχέσεις μας, παρέχοντας πρόσβαση σε νέα επίπεδα ενσυναίσθησης, συμπόνοιας, αγάπης του εαυτού και των άλλων, συναισθηματικής νοημοσύνης και διαπροσωπικής κατανόησης.
Ταπεινώνουν και εκθρονίζουν το υπερτροφικό ανθρώπινο εγώ, απελευθερώνοντάς μας από τα βάσανα της υπερβολικής ταύτισης με τις εγωκεντρικές αφηγήσεις του.
Ωθούν τους ανθρώπους να υπερβούν τις δογματικές ιδεολογίες και τις στενές ενδοομαδικές ταυτότητές τους, οι οποίες έχουν προκαλέσει ασύλληπτη αιματοχυσία σε όλη τη διάρκεια της ιστορίας και κρατούν την ανθρωπότητα διαιρεμένη εναντίον του εαυτού της.
Διευκολύνουν τις άμεσες αναμετρήσεις με το Μυστήριο της Ύπαρξης, χαρίζοντας μας μια ανανεωμένη αίσθηση κοσμικής περιέργειας, ευλάβειας και θαυμασμού – μια αίσθηση ότι το Ιερό ενυπάρχει στο καθετί.
Τα κάνουν όλα αυτά και πολλά περισσότερα.
Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι τα ψυχεδελικά είναι τα πιο ισχυρά μεταμορφωτικά εργαλεία γνωστά στον άνθρωπο.
«Σοβαρά, ρε φίλε;!;;;;!»
Σοβαρά.
Αφού έχουμε κατανοήσει όλα αυτά, μπορούμε να αντιληφθούμε την αστρονομική αδικία της σχεδόν παγκόσμιας μη-νομιμότητας των ψυχεδελικών, και μπορούμε να δούμε την τεράστια σημασία της εκκολαπτόμενης Ψυχεδελικής Αναγέννησης.
Αν και τα ψυχεδελικά δεν αποτελούν την Τελική Λύση στα προβλήματα της ανθρωπότητας, είναι ένας απαραίτητος σύμμαχος στην προσπάθειά μας να θεραπεύσουμε τους εαυτούς μας και τον υπέροχο πλανήτη μας.
Βρισκόμαστε μπροστά σε ένα μνημειώδες χάσμα στην ιστορία του είδους μας, και η σχέση μας με τα ψυχεδελικά μπορεί κάλλιστα να είναι το κλειδί που θα καθορίσει αν θα μάθουμε να πετάμε ή θα γκρεμοτσακιστούμε σε απύθμενα βάθη.
Γι’ αυτό θεωρήστε το παρόν κείμενο μια έκκληση για δράση: χρειαζόμαστε την ειλικρίνειά σας σχετικά με τις εμπειρίες σας με τα ψυχεδελικά.
Ίσως όχι αυτήν την εβδομάδα. Ίσως όχι φέτος. Ίσως όχι για τα επόμενα πέντε χρόνια.
Δεν ξέρω την προσωπική σας κατάσταση, και η ψυχούλα μου το ξέρει πόσον καιρό μου πήρε να αρχίσω επιτέλους να μιλάω ανοιχτά για αυτές τις εμπειρίες.
Αρχίστε όμως να το σκεφτέστε. Μοιραστείτε την εμπειρία σας, αν μπορείτε να το κάνετε με ασφάλεια.
Όσοι περισσότεροι βγούμε μπροστά και ανοιχτούμε, τόσο περισσότερο θα κανονικοποιήσουμε και θα επικυρώσουμε τα ψυχεδελικά ως χρήσιμα εργαλεία για τη θεραπεία, την αυτοπραγμάτωση και την πνευματική ανάπτυξη.
Και καθώς αυτή η συζήτηση θα αποκτά δυναμική και θα φτάνει μια κρίσιμη μάζα, θα βλέπουμε την αλυσιδωτή αντίδραση να επιταχύνεται.
Αν όλα πάνε καλά, θα γίνουμε μάρτυρες της σταδιακής εμφάνισης μιας υγιούς νομοθεσίας που θα διευκολύνει την ασφαλή, νόμιμη, συνετή, υπεύθυνη και ευρεία χρήση αυτών των καταλυτών της βελτίωσης και της εξέλιξης του ανθρώπινου είδους.
Μπορεί αυτό να συμβεί πραγματικά; Είμαστε πραγματικά έτοιμοι γι’ αυτό;
«Πρέπει συνεχώς να πηδάμε από γκρεμούς και να αναπτύσσουμε τα φτερά μας καθώς πέφτουμε», έγραψε ο Kurt Vonnegut.
Είτε είμαστε έτοιμοι είτε όχι, τώρα είναι η στιγμή.
Ο χρόνος κυλάει.
Ή θα ανεβούμε επίπεδο, ή θα αυτοκαταστραφούμε.
Όποια εργαλεία φώτισης και να έχουμε στη διάθεσή μας, οφείλουμε να τα χρησιμοποιήσουμε.
Διότι πολύ σύντομα το πέρασμα του χρόνου θα μας αναγκάσει να δράσουμε – θα μας σπρώξει από έναν γκρεμό που μας πλησιάζει με γοργούς ρυθμούς.
Και το μόνο πραγματικό ερώτημα είναι: θα είμαστε έτοιμοι να πετάξουμε;
Μια τελευταία σημείωση σχετικά με την την ασφάλεια: τα ψυχεδελικά δεν είναι για όλους και πρέπει να προσεγγίζονται με ευλάβεια. Πριν εισέλθετε σε αυτό το πεδίο, είναι συνετό να κάνετε την έρευνά σας και να καταλάβετε αν μπορεί να έχετε κάποια αντένδειξη σχετικά με τη χρήση ψυχεδελικών λόγω ψυχικής ασθένειας ή λήψης συγκεκριμένων φαρμάκων. Συνιστώ να διαβάσετε το The Essential Psychedelic Guide στο Erowid, ειδικά την ενότητα για την “Ψυχεδελική ασφάλεια”, καθώς και αυτό το άρθρο για τους ψυχεδελικούς μύθους. Αν αισθάνεστε ότι καλείστε να βιώσετε τα ψυχεδελικά φάρμακα, κάντε το με σύνεση. Τις καλύτερες ευχές μου. <3
I mentioned in my previous post (in Greek) that I would be posting some videos of me speaking in Japanese, as I’d, in turn, vowed to do in support of all the nice people taking our Easy Greek 30-Day Challenge.
I’ve kind of done that, although these videos take far too long to make (esp. if you take the subtitles into account), and this last one I made just as I was starting to get shivers because of the flu.
Now, three days later, I’ve jumped back relatively quickly, enough to have been working all day today on exciting projects regarding Easy Greek (no, they really are exciting. Believe me, you’ll see). Which means I’m exhausted and I’d like nothing more than to head to bed right now.
However, one of my New Year’s Resolutions from the ones I talk about in Japanese in the video above was to write something here on my blog every week.
So it was almost more than a week since my last post, so despite feeling dead tired, I want to make discipline a point and stick to that resolution. Only that way will I make writing a habit again.
Anyway, my resolutions for this year.
I’ve been collecting too many books and games I never get the time to enjoy because I’m always too busy caring about what I’ll buy next. I will spend more time with what I already have and refrain from buying any new game or book unless I either finish and/or sell (or give away) 10 games or books for each new purchase. I had a similar resolution last year but it went pretty bad. I’ll write more about that soon.
I’ll write at least one post here every week. See? I’m making it happen!
Before I start work every day, I’ll reply to everyone expecting a message from me on Viber, WhatsApp, Facebook, mail (on all 8 e-mail accounts I have or so), on SMS, Signal, Telegram, Messenger, Instagram (both my personal one and the Easy Greek one). Oh, and calls. Don’t you miss it when people could just text or call you? And e-mail was the for those special people in your life? Ah, those were the days…
I want to work this list up to 10, so I’m coming back to this post soon.
Σήμερα ήταν η τελευταία ευκαιρία να ανεβάσω ένα ποστ ώστε να συνεχίσω το streak όπου έχω τουλάχιστον ένα ποστ ανά χρονιά – το τελευταίο μου ήταν την 1η Ιανουαρίου του 2022, και τώρα είναι 31 Δεκεμβρίου 2023. Ναι! Δεν θα σπάσω το σερί, το ετήσιο streak.
Αλήθεια, είστε κι εσείς streak-ο-ψυχαναγκαστηκοί σαν κι εμένα; Αναρωτιέμαι ποια εφαρμογή ήταν η πρώτη που να το καθιέρωσε σαν concept.
Ας μην κοροϊδευόμαστε όμως. Έχω να γράψω και να ανεβάσω κάτι σχεδόν 2 χρόνια.
Όλο αυτό το διάστημα, συνέχιζα να έχω ένα αίσθημα ότι έπρεπε να ανεβάσω κάτι, να γράψω κάτι.
Για την ακρίβεια, είναι το αίσθημα ότι κάτι μέσα μου που έβρισκε μια δημιουργική διέξοδο μέσα από τη γραφή είχε σταματήσει εντελώς να εκφράζεται.
Και παρ’ όλ’ αυτά, δεν έγραφα.
Γιατί;
Ας αναλύσουμε τους σημαντικότερους λόγους.
Ο πρώτος και σημαντικότερος είναι το ότι έχω γίνει πατέρας. Αυτό σημαίνει ότι τις ώρες που δεν δουλεύω (ξανά κολλημένος σε μια οθόνη) υπάρχει μια υποβόσκουσα προσδοκία ότι θα περνάω χρόνο με τον Σταύρο. Πάλι καλά που υπάρχει και αυτή η προσδοκία, θα σημείωνα. Αυτό όμως σημαίνει ότι η όλη έννοια του τι σημαίνει ελεύθερος χρόνος – και πώς τον χρησιμοποιώ – έχει αλλάξει ριζικά.
Ναι, εντάξει, έχω ελεύθερο χρόνο. Τι κάνω όμως με αυτόν τον ελεύθερο χρόνο; Σύμφωνα με το toggl μου, τον περισσότερο ελεύθερο χρόνο μου τα τελευταία δύο περίπου χρόνια τον αφιερώνω σε τέσσερα πράγματα.
Το πρώτο με διαφορά είναι τα ιαπωνικά. Είναι η πρώτη φορά που γράφω εδώ πέρα ότι μαθαίνω ιαπωνικά και είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα ασχολία που με γεμίζει χαρά. Ως γνωστόν, λατρεύω να μαθαίνω καινούργια πράγματα, ειδικά γλώσσες, και θα μπορούσα να μελετάω πραγματικά με τις ώρες κάθε μέρα αν δεν είχα τίποτα άλλο να κάνω. Ένας από τους λόγους που ξεκίνησα θαρρώ ήταν κι επειδή άρχισα να τρομάζω με τη ρουτίνα που επέρχεται όταν γίνεσαι γονιός και τη δημιουργική κατάπτωση που ακολουθεί.
Τώρα τον Ιανουάριο θα ανεβάζω βίντεο όπου θα μιλάω ιαπωνικά σαν δικό μου προσωπικό challenge. Θα απαντάω στις ίδιες ερωτήσεις που έχω προετοιμάσει για τον κόσμο μας στο Easy Greek, αυτούς που θα κάνουν το 30-day challenge.
Χρησιμοποιώ το WaniKani για kanji – αυτή τη στιγμή έχω φτάσει περίπου τα 720 kanji, όσα ξέρει πάνω-κάτω ένα παιδί 8 χρονών στην Ιαπωνία. Επίσης χρησιμοποιώ το Bunpro για γραμματική, το Satori Reader για κείμενα, πρόσφατα προσπάθησα να ξεκινήσω να παίζω κανένα παιχνίδι (το Final Fantasy Pixel Remaster Collection και το Yo-kai Watch 1 στο Switch και τα δύο) με πολύ περιορισμένη επιτυχία. Επίσης κάνω ιδιαίτερα στο italki με την Aracely και με τον δάσκαλο μου τον Αλέξανδρο, ο οποίος έρχεται στο σπίτι κάθε Τρίτη.
Η εκμάθηση των ιαπωνικών είναι από τα πιο δύσκολα πράγματα που έχω κάνει ποτέ αλλά και από αυτά που με γεμίζουν περισσότερο. Είναι ένα συναρπαστικό ταξίδι σε έναν τελείως διαφορετικό τρόπο αντίληψης των πραγμάτων και κάθε μέρα είναι μια νέα έκπληξη.
Το δεύτερο πράγμα που κάνω με τον ελεύθερο χρόνο μου είναι τα βιντεοπαιχνίδια. Κάποιες εβδομάδες παίζω 2 ώρες, άλλες 10 (πολύ πιο σπάνια και μόνο αν έχω φάει κόλλημα με κάποιο παιχνίδι), άλλες σχεδόν καθόλου. Συνήθως με πιάνει όρεξη για gaming τον χειμώνα, σαν άλλη χειμερία νάρκη.
Φέτος έπαιξα κυρίως το Tears of the Kingdom, το Elden Ring και το Returnal. Θα ήθελα να παίζω περισσότερο, αλλά αν έπαιζα περισσότερο, δεν θα είχα τόσο χρόνο να κάνω άλλα σημαντικά πράγματα. «Και γιατί διαλέγεις παιχνίδια που είναι γνωστές ρουφήχτρες χρόνου;», πιθανώς να αναρωτηθείτε. Και θα απαντούσα ότι μέσα από κάτι τέτοια αποκαλύπτονται οι τάσεις μαζοχισμού μου. Από αυτό, και από το ότι με ελκύουν σχεδόν αποκλειστικά δύσκολα παιχνίδια πλέον. Τις προάλλες ξανακόλλησα με το Super Meat Boy και τώρα τις τελευταίες εβδομάδες έπαιξα λίγο Binding of Isaac. Τα θέλει ο κώλος μου.
Από αυτά, το πιο μαζοχιστικό απ’ όλα είναι το Returnal, αλλά και νομίζω αυτό το οποίο απόλαυσα περισσότερο το 2023. Ναι, περισσότερο και από το Tears of the Kingdom, στο οποίο έχω γράψει μεν 85 ώρες αλλά ήταν κατάτι άδειες. Μου έφυγε ο αρχικός ενθουσιασμός, όπως μου είχε συμβεί με το Breath of the Wild. Μια μέρα θα το τελειώσω, αλλά ίσως χωρίς πολύ κέφι. Μάλλον παραήταν μεγάλο αυτό το παιχνίδι.
Τι άλλο κάνω στον ελεύθερο χρόνο μου; Συνεχίζω να πηγαίνω για τρέξιμο, πάω γυμναστήριο και κάνω γιόγκα. Αυτά τα τρία μαζί μου παίρνουνε γύρω στις 5-6 ώρες τη βδομάδα.
Χαλάω πολύ χρόνο πάντως στο Reddit, αλλά όχι όσο κάποτε. Τώρα ο μεγαλύτερος time-waster μου είναι το Youtube. Ο αλγόριθμος με παραέχει μάθει καλά και μου πετάει βίντεο φιλοσοφίας, εκμάθησης ιαπωνικών, video essays για games, vidcasts για διατροφή και άλλα τέτοια.
Το Youtube είναι ένας λόγος που δεν γράφω πια αλλά με έναν τρόπο διαφορετικό.
Από τότε που άρχισα να ρίχνω περισσότερο χρόνο στο Easy Greek, το μοντάζ και το βίντεο έχει γίνει το κύριο μέσο μου. Βασικά, έχει γίνει η δουλειά μου. Όταν έγραφα πολύ, στο παρελθόν, η αλήθεια είναι πως δεν είχα τόση πολλή δουλειά.
Τώρα που έχω, και όχι μόνο κάνω μοντάζ αλλά είμαι υπεύθυνος για την οργάνωση του υλικού, τον σχεδιασμό του ποιο επεισόδιο θα βγει πότε, το brainstorming για νέες ιδέες, τα γυρίσματα, τη μετάφραση ή την επιμέλεια των υποτίτλων, το ανέβασμα των perks στο Patreon και φυσικά τη διαχείριση των συνεργατών μου, αυτού του είδους η δημιουργική διαδικασία έχει καταλάβει τον περισσότερο χρόνο μου. Για να είμαστε απόλυτα ακριβείς, διευθύνω μια επιχείρηση ενώ είμαι και ο κύριος δημιουργικός καταλύτης της. Το Youtube είναι το μέσο μου, και περνάω πολύ χρόνο σε αυτό είτε για δουλειά, είτε για χαβαλέ, είτε σε αυτόν τον ενδιάμεσο χώρο που είναι λίγο και από τα δύο.
Παρ’ ό,τι η δουλειά μου είναι αρκετά δημιουργική, νιώθω δημιουργικά κενός μερικές φορές. Ίσως γιατί μέσω αυτής δεν έχω την ευκαιρία να εκφραστώ προσωπικά. Όπως προανέφερα, αυτό το κομμάτι μου που εκφραζόταν παλιότερα μέσω της γραφής δεν εκφράζεται πια, και δεν έχω βρει αντικαταστάτη. Μια λύση θα ήταν αντί να γράφω να φτιάχνω βίντεο. Ίσως κάποια στιγμή να το δοκιμάσω.
Αυτά ήθελα να σας πω για σήμερα.
Το 2024 θα γράψω σίγουρα περισσότερο από το ένα ποστ τον χρόνο του ’22 και του ’23.
Ή αν δεν γράφω περισσότερο, θα βρω τον τρόπο να ικανοποιώ την ανάγκη που κάποτε μου ικανοποιούσε το γράψιμο. Και τότε, όλος ο κόσμος θα σειστεί!
This is not necessarily limited to music that came out last year, far from it; it’s some of the songs that stuck with me the most during 2021.
This year I (re)discovered the true wonder of The Beatles and what’s become my favorite album of theirs, Abbey Road. It’s no accident that the Medley on Side B is baby Stavros favorite song to fall asleep to. I’m sure I’ve listened to most of this piece hundreds of times by now and I think I can listen to it hundreds of times still. The version above is the one with Her Majesty placed between Mean Mr. Mustard and Polythene Pam, the way it was originally recorded, instead of as a hidden track.
Before the Abbey Road medley came Stin Amfiali from the Greek movie Rembetiko. I loved it (as well as the rest of the soundtrack) from when I watched the movie, and one evening last April, a sudden burst of inspiration, I tried putting Stavros to sleep by playing it. Worked wonders and for a time it served as a mini-party trick – “look, our baby is a real rembetis!” Still as catchy as ever.
More old music. Good Times Bad Times is one of my favorite Led Zeppelin songs. Will Stavros keep liking it growing up as much as he likes falling asleep to it now?
A Spotify discovery. Very earwormy prog metal but also with a very powerful message for everyone who loves nature and mourns its rapid destruction.
After I listened to Wasteland a couple of times, memories of Not For Want of Trying came rushing back. An audiovisual punch in the stomach. In the good sense. EDIT: Apparently, there’s some age restriction in place. Go ahead and watch it on Youtube. I’ll wait.
More Beatles – won’t be the last for today. Sgt. Pepper’s Lonely Hearts Club Band and With a Little Help From My Friends. Together they put my mind and heart at ease.
2021 was the year Porcupine Tree announced their new album and tour. This was probably my biggest surprise of the year, and for a few days, it felt like I was in a dream. I won’t be missing one of their concerts somewhere in Europe if I can help it.
When I first watched and listened to this scene in the second episode of Babylon Berlin, I just knew I wouldn’t be let down. 20 episodes later, this is one of the high points and it’s still going strong. Criminally underrated series.
Another Spotify discovery. Deliciously sad music. No wonder Spotify labeled me “melancholy” and “considerate” based on my tastes.
Recommendation by my father, and what a great earworm it is! Apparently, some of these guys were in the “wannabe Beatles band” Twilights, who performed Sgt. Pepper’s Lonely Hearts Club Band in Melbourne in 1967 where my father saw them live. Useless but fascinating information.
Yet another Spotify recommendation. Excuse me – how have I not known Carpenter Brut all this time??? It’s like dark, horny synthwave Justice and it’s even better than it sounds!
And finally, Lady Madonna. How can you not get up and dance to this song?
Αυτό το άρθρο γράφτηκε στις αρχές του 2015. Κάτι πάνω του με έκανε να το αποθηκεύσω αφού το διάβασα, με σκοπό μια μέρα να το μεταφράσω. Έκτοτε, το άρθρο αυτό εξαφανίστηκε από το ζωντανό διαδίκτυο για άγνωστους λόγους – το ανέσυρα με τη βοήθεια του πάντα χρήσιμου Wayback Machine που τραβάει «φωτογραφίες» σε τακτά χρονικά διαστήματα από όλο το διαδίκτυο και λειτουργεί σαν μιας μορφής ηλεκτρονική χρονομηχανή – της οποίας η αξία όσο περνάνε οι δεκαετίες γίνεται όλο και πιο σημαντική.
Όλοι οι σύνδεσμοι στη μετάφραση αυτού του άρθρου είναι και αυτοί Wayback σύνδεσμοι γιατί μεγάλο μέρος αυτών των άρθρων και των ερευνών απλά δεν υπάρχουν πια εκεί έξω.
Έχουν περάσει κάτι λιγότερο από 7 χρόνια, αλλά ήδη η χρονική απόσταση που μας χωρίζει από το 2015 όταν αποθήκευσα το άρθρο αυτό φαντάζει χαώδης. Παρά ταύτα, το άρθρο είναι τρομερά επίκαιρο, παρά τις αναφορές του σε μια άλλη εποχή. Σήμερα, η αίσθηση της ίδιας της πραγματικότητάς μας βρίσκεται σε κρίση, και πλέον ακόμα και ο όρος «συνωμοσιολόγος» θα μπορούσε να θεωρηθεί ευγενικός – πλέον μιλάμε με όρους «ψεκ». Προσεκτικός σκεπτικισμός σχετικά με το τι συμβαίνει στον κόσμο σε σχέση με την πανδημία και τα εμβόλια του COVID-19 και το ποια μπορεί να είναι τα κίνητρα πίσω από ορισμένες κινήσεις είναι αρκετός ώστε να σου κολλήσει η ταμπέλα του αντιεμβολιαστή. Ακόμα κι αν είσαι εμβολιασμένος.
Zώντας στην αρχή της εποχής του μεταπραγματικού (post-truth), όπου τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται, και ιδιαίτερα στη μέση αυτής της παράξενης πανδημίας που έχει ήδη αλλάξει τον κόσμο μας με τρόπους που θα ήταν ανατριχιαστικοί αν δεν τους είχαμε συνηθίσει ήδη, είναι σημαντικό να είμαστε κατάλληλα εξοπλισμένοι με κριτική διάθεση προς όλες τις μεριές. Πριν ονομάσουμε κάτι «θεωρία συνωμοσίας», να εξετάζουμε τα στοιχεία, όπως μας παροτρύνει ο συγγραφέας του άρθρου – και θα συμπλήρωνα εγώ: πριν ονομάσουμε κάτι «την αλήθεια που μας κρύβουν», να κάνουμε το ίδιο.
Έχετε υπόψην σας ότι η δημιουργία ψευδών και συνήθως υπερβολικών θεωριών για τη δυσφήμιση κινημάτων είναι μια υπαρκτή τακτική συκοφαντίας και αποπροσανατολισμού. Προσωπικά πιστεύω ότι οι θεωρίες περί της Επίπεδης Γης, των Reptilians και πολλών άλλων που είναι συνυφασμένες πια με τις «θεωρίες συνωμοσίας» είναι κατασκευάσματα μυστικών υπηρεσιών. Δεν έχω αποδείξεις σχετικά με αυτό, αλλά είναι η προαίσθηση μου.
Βεβαίως, στο 2021, κανένα στοιχείο δεν είναι «αδιάψευστο». Σε έναν κόσμο όπου υπάρχουν deepfakes, ούτε καν τα βίντεο δεν αποτελούν τεκμήρια για το οτιδήποτε, πόσω μάλλον όταν υπάρχει τεχνητή νοημοσύνη που μπορεί να γράψει μελέτες που να υποστηρίζουν ό,τι την προστάξετε – για να μην αναφέρω τι μπορεί να καταφέρει λίγο lobbying ή η στρατηγική εξαγορά ή και παραγγελία μιας επιστημονικής έρευνας.
Ας μην πάμε στον απλό, καθημερινό καπιταλισμό και τις αδερφικές σχέσεις που έχει με τις κυβερνήσεις, ο οποίος δεν χρειάζεται καμιά συνωμοσία για να φανερώσει το αδίστακτο του, καθ’ όλα νόμιμο πρόσωπο.
Σε αυτό το νοητικό τοπίο, το οποίο μου έχει προκαλέσει τεράστια σύγχυση, το καλύτερο που μπορώ να σας προτείνω είναι να μην πιστεύετε άκριτα ό,τι διαβάζετε ή βλέπετε. Να αναρωτιέστε “qui bono” – «ποιος ωφελείται» όταν μαθαίνετε για κάποια απόφαση ή κατάσταση που δεν σας κάθεται καλά ή δεν βγάζει νόημα.
Επίσης, μην ξεχνάτε να χρησιμοποιείτε και τη δική σας εμπειρία σαν εργαλείο νοηματοδότησης, μακριά από το διαδίκτυο, στον «πραγματικό κόσμο», για να βγάλετε συμπεράσματα, την ίδια σας τη λογική, την αμφισβήτηση – μερικές φορές την αμφισβήτηση της αμφισβήτησης.
Το άρθρο αυτό γράφτηκε για την Αμερική, αλλά αφού το διαβάσετε (και ελπίζω να το κάνετε, παρά το μέγεθος του), νομίζω θα συμφωνήσετε ότι ισχύει για όλες τις επικράτειες της Αυτοκρατορίας, όχι μόνο για το κέντρο της.
Ας υποθέσουμε ότι ένας άντρας παντρεύεται μια πλούσια γυναίκα, υπογράφει μια ασφάλεια ζωής για τη σύζυγό του και, στη συνέχεια, λίγους μήνες αργότερα, η γυναίκα πεθαίνει σε ένα φρικτό οικιακό ατύχημα. Ο άντρας στη συνέχεια παντρεύεται μια άλλη πλούσια γυναίκα η οποία πεθαίνει επίσης υπό παρόμοιες συνθήκες μετά από σύντομο χρονικό διάστημα.
Αυτό το σενάριο από μόνο του δεν παρέχει καμία απόδειξη για το οτιδήποτε, αλλά είμαι βέβαιος ότι έχετε ήδη συγκλίνει σε έναν πιθανό ένοχο. Ποιος δεν θα πίστευε ότι το πρώτο άτομο που θα έπρεπε να ερευνηθεί θα ήταν ο συζυγος; Για την ακρίβεια, εάν η αστυνομική υπηρεσία που ερευνούσε αυτούς τους θανάτους δεν λάμβανε υπόψην της τον σύζυγο, θα θεωρούταν εξαιρετικά ανίκανη. Θα έπρεπε να υπάρχουν πραγματικά αποδεικτικά στοιχεία ότι ο άντρας εμπλέκεται για να καταδικαστεί. Ωστόσο, θα υπήρχε σχεδόν καθολική ομοφωνία ότι κάτι ύποπτο συμβαίνει και ότι ο άντρας μάλλον εμπλέκεται.
Είναι το ακριβώς αντίθετο του τρόπου με τον οποίο οι Αμερικάνοι συνηθίζουν να μεταχειρίζονται αυτό που συνήθως αποκαλείται «θεωρίες συνωμοσίας», σύμφωνα με τον Lance deHaven-Smith, συγγραφέα του βιβλίου Conspiracy Theory in America, το οποίο είναι αναμφίβολα το βιβλίο που με έκανε να σκεφτώ περισσότερο απ’ ό,τι έχω σκεφτεί εδώ και χρόνια. Μόλις κάτι χαρακτηριστεί θεωρία συνωμοσίας, κάθε είδους ορθολογική εξέταση της περίπτωσης παύει να υφίσταται.
Για την ακρίβεια, η πιο διαδεδομένη αντίληψη σχετικά με τις θεωρίες συνωμοσίας είναι ότι ισοδυναμούν με προβληματική σκέψη, ψυχική ασθένεια ή δεισιδαιμονία. Ένας πληρέστερος ορισμός θα ήταν ότι οι θεωρίες συνωμοσίας αφορούν οποιαδήποτε θεωρία σχετικά με αδίκηματα αξιωματούχων σε δημόσιους φορείς που δεν έχει ακόμα τεκμηριωθεί ακόμη από τους ίδιους τους δημόσιους φορείς.
Η χρήση του όρου «θεωρία συνωμοσίας» είναι ένα σχετικά πρόσφατο φαινόμενο. Ουσιαστικά επινοήθηκε το 1964 ως κοινή περιγραφή για οποιαδήποτε διαφωνία με την έκθεση της Επιτροπής Γουώρεν (Warren Commission) σχετικά με τη δολοφονία του Τζον Κένεντυ. Έκτοτε, η δημοτικότητα και η χρήση αυτού του όρου έχει φτάσει σε δυσθεώρητα ύψη. Σύμφωνα με το Global Research:
«Μια αναζήτηση της LexisNexis στα πρακτικά ειδησεογραφικών προγραμμάτων για τις ημερομηνίες από την 1η Μαρτίου 2011 έως την 1η Μαρτίου 2014 αποκαλύπτει 2.469 χρήσεις του όρου «θεωρία συνωμοσίας/θεωρίες». Η διερεύνηση του χρονικού διαστήματος αποκαλύπτει ότι το CNN (586 μεταγραφές) και το MSNBC (382) ήταν οι κυριότεροι αναπαραγωγοί της φράσης, με το Fox News (182) να έρχεται τρίτο με διαφορά. Η υπηρεσία απομαγνητοφώνησης της αμερικανικής κυβέρνησης, US Federal News, έρχεται στην τέταρτη θέση, γεγονός που υποδηλώνει την επίμονη στρατηγική χρήση του χαρακτηρισμού σε συνεντεύξεις τύπου της ομοσπονδιακής κυβέρνησης και σε παρόμοιες εκδηλώσεις για να προωθηθούν οι επίσημες θέσεις και να διαλυθούν οι αμφισβητήσεις τους. Εθνικό Δημόσιο Ραδιόφωνο (NPR) κατατάσσεται στην πέμπτη θέση, με 115 περιπτώσεις.»
Κάπως ειρωνικά, ο όρος «θεωρία συνωμοσίας» διαδόθηκε από μια εκστρατεία διείσδυσης των ΜΜΕ της CIA που ξεκίνησε το 1967 η οποία στόχευε στη δυσφήμιση των επικριτών της Επιτροπής Γουώρεν και στο να τους παρουσιάσει σαν τρελούς. Μπορεί να μην με πιστεύετε, αλλά αυτό δεν είναι αμφιλεγόμενο σημείο: το σχέδιο περιγράφεται στο έγγραφο 1035-960 της CIA. Ούτως ή άλλως, η CIA έχει μακρά ιστορία χειραγώγησης των μέσων ενημέρωσης, η οποία έχει τεκμηριωθεί διεξοδικά από τον Carl Bernstein.
Με άλλα λόγια, θα μπορούσατε να πείτε ότι η προέλευση του όρου «θεωρία συνωμοσίας» ήταν η ίδια μία συνωμοσία!
Πραγματικές συνωμοσίες
Στο μυαλό της πλειοψηφίας, οι θεωρίες συνωμοσίας είναι τόσο εξωπραγματικές που είναι παράλογο ακόμα και να τις περιεργάζεται κανίες – βρίσκονται, δηλαδή, έξω από το φάσμα του κανονικού και πολιτισμένου διαλόγου. Αυτό είναι περίεργο, διότι γνωρίζουμε με βεβαιότητα ότι συνωμοσίες μπορούν να υπάρξουν και έχουν υπάρξει: Watergate, Iran-Contra, MK ULTRA, τα συστηματικά ψέματα σχετικά με τα όπλα μαζικής καταστροφής του Ιράκ είναι μόνο μερικά εμπεριστατωμένα παραδείγματα.
Αφού σαφώς ορισμένες «θεωρίες συνωμοσίας» είναι πραγματικές, δεν είναι ανοησία να απορρίπτονται όλες οι θεωρίες σχετικά με τις δολοπλοκίες της ελίτ ως ψευδείς;
Ένα κοινό αντεπιχείρημα σχετικά με τα παραπάνω είναι ότι «όλο και κάποιος θα μιλούσε», που σημαίνει ότι οι συνωμοσίες δεν μπορούν ποτέ να παραμείνουν μυστικές επειδή κάποιος αναπόφευκτα θα κελαηδήσει. Πολύ συχνά, κάποιος όντως μιλάει, αλλά ο κόσμος απλά δεν ακούει: είναι πολύ απασχολημένος να τους κατηγορεί ότι είναι συνωμοσιολόγοι! Ή κάποιος θα μιλήσει αλλά ο κόσμος δεν δείχνει ενδιαφέρον. Πώς αλλιώς μπορούμε να εξηγήσουμε ότι το 49% των Αμερικανών πιστεύουν ότι ο Έντουαρντ Σνόουντεν είναι προδότης παρά το γεγονός ότι δημοσιοποίησε αποδεικτικά στοιχεία για μαζικά κυβερνητικά εγκλήματα, μεταξύ των οποίων και η παράνομη επιτήρηση;
Αλλά η ιδέα ότι «όλο και κάποιος θα μιλούσε», ότι θα ήταν αδύνατο για τους ιθύνοντες να κρύψουν επιτυχώς τη συνωμοσία τους, είναι βαθιά ελαττωματική. Σε τελική ανάλυση, οι κυβερνήσεις προφανώς και μπορούν να κρατούν μυστικά με επιτυχία. Για παράδειγμα, το Πρόγραμμα Μανχάταν (Manhattan Project) στο οποίο συμμετείχαν πολλές υπηρεσίες και χιλιάδες άτομα, κρατήθηκε με κάποιον τρόπο μυστικό από το κοινό έως ότου ο Τρούμαν να χρησιμοποιήσει πυρηνικά όπλα κατά της Ιαπωνίας. Ακόμα και ο ίδιος ο Τρούμαν δεν γνώριζε για το πρόγραμμα μέχρι να περάσει μια ολόκληρη εβδομάδα από την ορκωμοσία του, παρά το γεγονός ότι ήταν αντιπρόεδρος των ΗΠΑ για χρόνια!
Εκτός αυτού, οι συνωμοσίες Watergate και Iran-Contra αποκαλύφθηκαν αποκλειστικά και μόνο επειδή κάποιον πιάσανε, και όχι επειδή κάποιος μίλησε. Καλύτερη επιχειρησιακή ασφάλεια θα μπορούσε να έχει διασφαλίσει αυτά τα μυστικά – και τα σκάνδαλα να έχουν αποτραπεί. Το γεγονός αυτό θα έπρεπε να μας κάνει να αναρωτηθούμε πόσες συνωμοσίες έχουν παραμείνει κρυφές!
Έπειτα, υπάρχουν και οι επιθέσεις «ψευδούς σημαίας» (false flag) ή προβοκάτσιας: μυστικές επιχειρήσεις που έχουν σχεδιαστεί για να κάνουν τον κόσμο να πιστέψει ότι η επιχείρηση διαπράχθηκε από κάποια διαφορετική οντότητα. Πολλές κυβερνήσεις ανά τον κόσμο έχουν παραδεχτεί ότι έχουν χρησιμοποιήσει επιθέσεις ψευδούς σημαίας. Δείτε εδώ για περιπτώσεις όπου κυβερνήσεις παραδέχτηκαν ανοιχτά ότι χρησιμοποίησαν τέτοιες επιθέσεις. Είναι ανατριχιαστικό. Και αυτές είναι μόνο οι περιπτώσεις που έχουν αποκαλυφθεί – πόσες άλλες άραγε δεν αποκαλύφθηκαν ποτέ;
Εν πάσει περιπτώσει, η άμεση απόρριψη του οτιδήποτε θεωρείται «θεωρία συνωμοσίας» είναι σοκαριστική υπό το πρίσμα της αμερικανικής ιστορίας. Εξάλλου, η Αμερική ιδρύθηκε κυριολεκτικά βάσει της θεωρίας συνωμοσίας ότι ο βασιλιάς Γεώργιος είχε σκοπό να εγκαθιδρύσει «μια απόλυτη τυραννία πάνω σε αυτές τις πολιτείες», όπως αναφέρεται στη Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας. Αυτό ήταν το νόημα της διάκρισης των εξουσιών – αν οι εξουσίες ήταν ανεξέλεγκτες, θα μπορούσαν πιο εύκολα να γίνουν αντικείμενο κατάχρησης. Φυσικά, αξίζει να σημειωθεί ότι οι άποικοι ζούσαν κάτω από πολύ λιγότερο επαχθείς περιορισμούς από ό,τι εμείς στην Αμερική του σήμερα.
Είναι σαφές ότι ο τρόπος με τον οποίο οι σύγχρονοι Αμερικανοί ερμηνεύουν τον όρο «θεωρία συνωμοσίας» είναι πλήρως εκτός πραγματικότητας.
Θεωρίες συνωμοσίας και «αντιληπτικά σιλό»
Ξεκίνησα αυτό το άρθρο περιγράφοντας μια κατάσταση όπου, σε δύο διαφορετικές περιπτώσεις, η σύζυγος ενός άνδρα πεθαίνει υπό ύποπτες συνθήκες αμέσως μετά την απόκτηση ενός μεγάλου ασφαλιστηρίου συμβολαίου ζωής, και πώς οι περισσότεροι άνθρωποι θα αντιδρούσαν σε αυτή την ιστορία. Ο περισσότερος κόσμος σαφώς θα έκανε μια σύνδεση μεταξύ των δύο περιπτώσεων και θα θεωρούσε τον σύζυγο ως τον κύριο ύποπτο.
Αλλά όταν κάτι βαφτίζεται «θεωρία συνωμοσίας», οι περισσότεροι άνθρωποι το αποθέτουν σε αυτό που ο deHaven-Smith αποκαλεί «αντιληπτικό σιλό» (perceptual silo). Με άλλα λόγια, τείνουμε να υποθέτουμε αυτόματα ότι κάθε «θεωρία συνωμοσίας» είναι μεμονωμένο περιστατικό.
Για παράδειγμα, όταν σκέφτεστε τη δολοφονία Κένεντι, σκέφτεστε αμέσως, συγκεκριμένα, τη δολοφονία του Τζον Φ. Κένεντι. Η δολοφονία του Ρόμπερτ Κένεντι θεωρείται μια εντελώς διαφορετική υπόθεση, παρά τις κραυγαλέες ομοιότητες. Ήταν αδέλφια με παρόμοιες ιδεολογίες, που δολοφονήθηκαν με διαφορά λίγων ετών, οι οποίοι ήταν και οι δύο πολιτικοί αντίπαλοι του Ρίτσαρντ Νίξον και μισητοί από τον Λίντον Τζόνσον. Και οι δύο δολοφονήθηκαν ενώ έκαναν προεκλογική εκστρατεία για την προεδρία, και οι δύο φαινόταν πιθανό να κερδίσουν. Αυτές οι ομοιότητες δεν αποδεικνύουν τίποτα, αλλά κάθε ερευνητής με στοιχειώδεις ικανότητες θα έπρεπε να αναζητήσει τρόπους να συνδέσει τα δύο γεγονότα μεταξύ τους, όπως θα έκανε και για τους θανάτους των δύο συζύγων.
Ας κάνουμε μια σύγκριση με τα γεγονότα της 11ης Σεπτεμβρίου, τα οποία ακολουθήθηκαν από μια σειρά επιθέσεων με άνθρακα σε όλη τη χώρα. Καθώς συνέβαιναν οι επιθέσεις με άνθρακα, θυμάμαι τη δημόσια συζήτηση να κάνει την υπόθεση ότι οι επιθέσεις στους Δίδυμους Πύργους και οι επιστολές με άνθρακα σχετίζονταν μεταξύ τους. Επίσης, η Αλ Κάιντα κατηγορήθηκε και για τις δύο. Σήμερα, αυτά τα δύο γεγονότα είναι γνωστικά αποσυνδεδεμένα. Τι συνέβη;
Για την ακρίβεια, το FBI ανακάλυψε ότι το στέλεχος του άνθρακα που χρησιμοποιήθηκε στις επιστολές αναπτύχθηκε στο Ινστιτούτο Ιατρικών Ερευνών του Στρατού για τις Λοιμώδεις Ασθένειες στο Φορτ Ντέτρικ του Μέριλαντ… από τον αμερικανικό στρατό. Λίγο μετά την ανακάλυψη των επιθέσεων με άνθρακα, το FBI είχε εγκρίνει την καταστροφή σπάνιων δειγμάτων άνθρακα στο Πολιτειακό Πανεπιστήμιο της Άιοβα, καθιστώντας σημαντικά πιο δύσκολο για τους επιστήμονες να συνδέσουν τον άνθρακα των επιθέσεων με τα εγχώρια εργαστήρια όπου δημιουργήθηκε. Αυτές οι ανακαλύψεις θα έπρεπε να είχαν σημάνει συναγερμό στο κοινό, υποδηλώνοντας ότι ίσως ο αμερικανικός στρατός συνδεόταν με κάποιο τρόπο με τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου. Αντ’ αυτού, η συζήτηση για τις επιθέσεις με άνθρακα σταμάτησε και «σφραγίστηκε γνωστικά» ως μια διακριτή, εντελώς ξεχωριστή περίπτωση. Μόλις οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι ο άνθρακας αναπτύχθηκε στο Μέριλαντ, η υπόθεση έκλεισε και αυτό ήταν όλο.
Μια «θεωρία συνωμοσίας» είναι ένα μεμονωμένο γεγονός. Όταν αυτού του είδους τα γεγονότα συνδέονται μεταξύ τους, τότε θεωρούνται οργανωμένο έγκλημα. Η Μαφία μπορεί να κάνει πολλά από τα πράγματα για τα οποία οι «συνωμοσιολόγοι» κατηγορούν την κυβέρνηση, αλλά θεωρείται οργάνωση και όχι συνωμοσία. Αυτή η διάκριση μεταξύ θεωρίας συνωμοσίας και οργανωμένου εγκλήματος δημιουργεί αντιληπτικά σιλό τα οποία καθιστούν πολύ λιγότερο πιθανό να αρχίσει ο κόσμος να αναζητά συνδέσεις μεταξύ τέτοιων γεγονότων.
Και δεν είναι μόνο αυτό. Για να βρει κανείς μια σύνδεση μεταξύ δύο ή περισσότερων «συνωμοσιών» απαιτεί να έχει εξαρχής μια κάποια υποψία για τις πολιτικές ελίτ. Αλλά αυτή ακριβώς η καχυποψία είναι ένα από τα πρωταρχικά χαρακτηριστικά των αρνητικών συνειρμών που φέρει ο χαρακτηρισμός «συνωμοσιολόγος». Αν προσπαθήσετε να βρείτε συνδέσεις μεταξύ ύποπτων γεγονότων, αυτή καθαυτή η πράξη της έρευνας σας αποφέρει τον χαρακτηρισμό του συνωμοσιολόγου, δίνοντας το δικαίωμα σε όλους τους άλλους να σας αγνοούν, ανεξάρτητα από την ισχύ των αποδείξεων για τους ισχυρισμούς σας.
Οι κίνδυνοι και η ψυχολογία του χαρακτηρισμού «θεωρία συνωμοσίας»
Τα αντιληπτικά σιλό δεν είναι παρά μία από τις ψυχολογικές πτυχές που εμπλέκονται στην έννοια της θεωρίας συνωμοσίας. Υπάρχουν και άλλες πτυχές που καθιστούν την ετικέτα «θεωρία συνωμοσίας» ακόμη πιο αποτελεσματική στην επίτευξη του στόχου της, στις οποίες θα αναφερθούμε σε λίγο.
Πρώτον, ας εξετάσουμε το λεγόμενο φαινόμενο Martha Mitchell. Η Μάρθα Μίτσελ ήταν η σύζυγος του Γενικού Εισαγγελέα του Νίξον και είχε πει στον ψυχίατρό της ότι κορυφαίοι αξιωματούχοι του Λευκού Οίκου εμπλέκονταν σε παράνομες δραστηριότητες. Ο ψυχίατρός της το απέδωσε σε ψυχική ασθένεια – αλλά τώρα γνωρίζουμε ότι το Watergate συνέβη πραγματικά. Το φαινόμενο Μάρθα Μίτσελ είναι η τάση των ανθρώπων (ειδικά των επαγγελματιών στην ψυχική υγεία, αν και μπορεί να ισχύει για οποιονδήποτε) να χαρακτηρίζουν ως «παραληρηματικούς» οποιουσδήποτε ισχυρισμούς θεωρούν απίθανους και δεν έχουν αφιερώσει τον χρόνο να εξετάσουν τα στοιχεία που να τους στηρίζουν. Στην ψυχιατρική, αυτό μπορεί να οδηγήσει σε λανθασμένη διάγνωση ψυχικής ασθένειας, αλλά και οι μη ειδικοί τείνουν να περνάνε από μια παρόμοια διαδικασία σκέψης σχετικά με τους «συνωμοσιολόγους».
Και υπάρχει και το περίφημο πείραμα Rosenhan, όπου ένας ψυχολόγος και κάποιοι ψυχικά υγιείς εθελοντές εισήλθαν σε ψυχιατρικά ιδρύματα ισχυριζόμενοι ότι είχαν ακουστικές ψευδαισθήσεις. Αφού μπήκαν, όλοι άρχισαν να συμπεριφέρονται κανονικά και ισχυρίστηκαν ότι ήταν εντάξει και ότι αισθάνονταν καλύτερα. Η ιδέα ήταν να δουν πόσον καιρό θα μπορούσαν αυτοί οι υγιείς άνθρωποι να παραμείνουν σε ένα ψυχιατρικό ίδρυμα προτού αποκαλυφθεί ότι στην πραγματικότητα ήταν υγιείς. Οι «ασθενείς» δεν αποκαλύφθηκαν ποτέ και παρέμειναν κατά μέσο όρο 19 ημέρες (από 7 έως 52) προτού πάρουν εξιτήριο με τη διάγνωση σχιζοφρένειας σε ύφεση. Στο τέλος, ο Rosenhan διερωτήθηκε:
«Τα εξέχοντα χαρακτηριστικά που οδηγούν σε διαγνώσεις τελικά απαντώνται στους ίδιους τους ασθενείς ή μήπως στo περιβάλλον ή στο πλαίσιο στο οποίο τους βρίσκουν οι παρατηρητές;»
Τα στοιχεία, φυσικά, κλίνουν προς το δεύτερο. Και όπως μπορείτε να φανταστείτε, η ετικέτα του «συνωμοσιολόγου» έχει αρκετά κοινά με τον χαρακτηρισμό κάποιου ως ψυχικά ασθενή. Όταν κάποιος διαγιγνώσκεται ως «συνωμοσιολόγος», αυτό τείνει να λέει πολύ περισσότερα για το περιβάλλον στο οποίο βρίσκεται, συμπεριλαμβανομένου του ατόμου που κάνει τη διάγνωση, παρά για τον ίδιο τον «συνωμοσιολόγο».
Και όπως ακριβώς οι «ασθενείς» δεν αποκαλύφθηκε ποτέ ότι ήταν υγιείς, παρ’α τα στοιχεία που αποδείκνυαν το αντίθετο, η ετικέτα του «συνωμοσιολόγου» εμποδίζει τους ανθρώπους να καταγράψουν αμφιβολίες για δημόσιους λειτουργούς και φορείς, ανεξάρτητα από τα στοιχείαπου αποδεικνύουν το αντίθετο.
Ίσως θεωρείτε ότι αυτή η σύγκριση με την ψυχική ασθένεια είναι λίγο παρατραβηγμένη. Τότε θα ξεχνάτε ότι στη Σοβιετική Ένωση, το καθεστώς βάφτιζε τρελό όποιον διαφωνούσε με την κυβέρνηση και στη συνέχεια τους έστελνε σε ψυχιατρεία. Ενώ στις ΗΠΑ δεν κλείνουν (ακόμα) σε ιδρύματα ανθρώπους που αμφισβητούν το επίσημο αφήγημα, η χρήση του όρου «θεωρία συνωμοσίας» έχει σχεδόν το ίδιο αποτέλεσμα χωρίς να χρησιμοποιεί εξαναγκασμό άμεσα.
(Παρεμπιπτόντως, η αντίσταση στην εξουσία αρχίζει να θεωρείται ψυχική ασθένεια στην Αμερική.Το DSM-IV περιέχει την εναντιωματική προκλητική διαταραχή (Oppositional Defiant Disorder), η οποία, σύμφωνα με τη Wikipedia μπορεί να χαρακτηριστεί από «συμπεριφορές όπως η αντιδημοφιλής εναντίωση, η μη-επιθετική αντίσταση, η σκόπιμη ανυπακοή στην εξουσία, η αποχή από ευρέως αποδεκτούς κοινωνικούς κανόνες ή η άρνηση συμμόρφωσης σε οποιοδήποτε αίτημα σε ένα συγκεκριμένο περιβάλλον». Πόσος καιρός νομίζετε ότι θα περάσει μέχρι να χρησιμοποιηθεί αυτή η διάγνωση για κακόβουλους σκοπούς);
Για την ακρίβεια, οι ερευνητές Ginna Husting και Martin Orr διαπίστωσαν ότι:
«Σε μια κουλτούρα φόβου, θα πρέπει να περιμένουμε την άνοδο νέων μηχανισμών κοινωνικού ελέγχου οι οποίοι θα αποτρέπουν τη δυσπιστία, το άγχος και τις απειλές. Βασιζόμενοι στην ανάλυση μη-επιστημονικών αλλά και ακαδημαϊκών κειμένων, εξετάζουμε έναν τέτοιο μηχανισμό, τον χαρακτηρισμό «θεωρία συνωμοσίας», και διερευνούμε πώς λειτουργεί στον δημόσιο διάλογο ώστε να παρακάμπτεται η εξέταση των αποδείξεων. Τα ευρήματά μας υποδηλώνουν ότι οι συγγραφείς χρησιμοποιούν τον χαρακτηρισμό «θεωρία συνωμοσίας» ως (1) μια συνηθισμένη στρατηγική αποκλεισμού, (2) έναν μηχανισμό αναπλαισίωσης που απωθεί τις ερωτήσεις ή τις ανησυχίες σχετικά με την εξουσία, τη διαφθορά και τα σχετικά κίνητρα, και (3) μια επίθεση στην προσωπικότητα και την επάρκεια των ερωτώντων. Αυτή η ετικέτα μετατρέπεται σε επικίνδυνο μηχανισμό στα διαπροσωπικά επίπεδα των ΜΜΕ και του ακαδημαϊκού λόγου, αφαιρώντας συμβολικά από τον αμφισβητία την ιδιότητα του λογικού συνομιλητή, συχνά για να αποφευχθεί η λογοδοσία των πρώτων για δράσεις ή λόγια τους. Υποστηρίζουμε ότι αυτός και παρόμοιοι μηχανισμοί ανακατευθύνουν τη ροή της πληροφορίας αλλά και ακινητοποιούν συμβολικά ορισμένες φωνές και ζητήματα της δημόσιας σφαίρας».
Ούτε εγώ ο ίδιος δεν θα μπορούσα να το έχω διατυπώσει καλύτερα! Ο χαρακτηρισμός «συνωμοσιολόγος» (ο οποίος, θυμηθείτε, προωθήθηκε από τη CIA προκειμένου να δυσφημιστούν οι άνθρωποι που αμφισβητούσαν το επίσημο αφήγημα της δολοφονίας του JFK) χρησιμοποιείται για να αναχαιτιστεί η ορθολογική και αντικειμενική αξιολόγηση των τυχόν ενοχοποιητικών στοιχείων.
Για ποιον λόγο επικρίνονται οι «θεωρίες συνωμοσίας»;
Επομένως, οι επικρίσεις κατά των θεωριών συνωμοσίας και των συνωμοσιολόγων δεν βασίζονται σε στοιχεία που αποδεικνύουν ότι οι θεωρίες είναι λανθασμένες ή ότι όσοι τις πιστεύουν έχουν άδικο – αντίθετα, βασίζονται κυρίως σε κοινά συναισθήματα για τους θεσμούς και την πολιτική ηγεσία. Ο κόσμος θέλει να πιστεύει το επίσημο αφήγημα διότι προτιμά να πιστεύει ότι οι ηγέτες του είναι γενικά καλοί άνθρωποι. Η περιφρόνηση των «θεωριών συνωμοσίας» είναι ένας τρόπος να μειωθεί η γνωστική ασυμφωνία που θα προέκυπτε αν κανείς όντως εξέταζε τα στοιχεία.
Δεν νομίζω όμως ότι τα συναισθήματα για τους ηγέτες του είναι ο μόνος λόγος για τον οποίο ο κόσμος έχει την τάση να επικρίνει οτιδήποτε μπορεί να χαρακτηριστεί θεωρία συνωμοσίας. Εξάλλου, οι περισσότεροι άνθρωποι θα άλλαζαν γνώμη αν τους παρουσιάζονταν σοβαρές αποδείξεις που να μπορούσαν να υποστηρίξουν κάποια συνωμοσία, σωστά;
Αυτό είναι μέρος της «ομορφιάς» της ετικέτας της θεωρίας συνωμοσίας! Κάποιος που αρνείται ότι υπάρχουν συνωμοσίες θα συγκεντρώσει όλες τις ανεπίσημες αναφορές για κάθε περίπτωση και θα τις κρίνει συνολικά με βάση αυτές που έχουν τις λιγότερες αποδείξεις. Υπάρχει ένας ψευδής διαχωρισμός μεταξύ της επίσημης θεωρίας και των λεγόμενων θεωριών συνωμοσίας. Οι αρνητές δεν εξετάζουν κάθε θεωρία ξεχωριστά ώστε να αξιολογήσουν την αξία της.
Για παράδειγμα, οι ισχυρισμοί ότι η 11η Σεπτεμβρίου ήταν μια δουλειά εκ των έσω ή ότι ήταν αποτέλεσμα ανικανότητας των επισήμων μπαίνουν στο ίδιο τσουβάλι, παρά τα διαφορετικά επίπεδα τεκμηρίωσης για την κάθε θεωρία και τις πολύ διαφορετικές προεκτάσεις τους. Σε ευρύτερη κλίμακα, ο όρος «θεωρία συνωμοσίας» περιγράφει ιδέες από το ότι ο JFK δολοφονήθηκε από κυβερνητικές δυνάμεις μέχρι το ότι η κυβέρνηση κρύβει αποδείξεις περί της ύπαρξης εξωγήινης ζωής. Αυτά είναι εντελώς διαφορετικά σενάρια, ωστόσο ομαδοποιούνται και απορρίπτονται μαζί ως «θεωρίες συνωμοσίας». Εφόσον δεν πιστεύετε ότι σαυρόμορφοι εξωγήινοι έχουν καταλάβει το σώμα του Dick Cheney, επίσης δεν θα πιστέυετε ότι υπάρχουν περισσότερα στην υπόθεση της 11η Σεπτεμβρίου ή στη δολοφονία του JFK από όσα έχουν παρουσιαστεί επίσημα.
Υπάρχει επίσης μια πιο «ακαδημαϊκή» αιτιολόγηση για την κριτική απέναντι στους συνωμοσιολόγους. Ο Cass Sunstein (ένα από τα λιγότερο αγαπημένα μου δημόσια πρόσωπα όλων των εποχών, συναγωνίζεται ακόμη και τον Paul Krugman!) και ο Adrian Vermeule συνέγραψαν μια διάσημη εργασία που ισχυρίζεται ότι οι θεωρίες συνωμοσίας είναι «αυτοσφραγιστικές»:
«Οι θεωρίες συνωμοσίας γενικά αποδίδουν εκπληκτικές ικανότητες σε ορισμένους παράγοντες – να σχεδιάζουν, να ελέγχουν τους άλλους, να τηρούν μυστικά και ούτω καθεξής. Εκείνοι που πιστεύουν ότι αυτοί οι παράγοντες έχουν τέτοια απίστευτη ισχύ είναι ιδιαίτερα απίθανο να δώσουν τη δέουσα προσοχή στους διαψευστές, οι οποίοι μπορεί, άλλωστε, να είναι πράκτορες ή τσιράκια των ίδων που ευθύνονται για τη συνωμοσία».
Με άλλα λόγια, οι συνωμοσιολόγοι αποδίδουν τόσο μεγάλη δύναμη στους παράγοντες που εμπλέκονται στη συνωμοσία που τελικά θα πρέπει να έχουν και τη δυνατότητα να αποκρύπτουν ή να χειραγωγούν οποιαδήποτε απόδειξη της ίδιας της συνωμοσίας. Ως εκ τούτου, ένας συνωμοσιολόγος θα αγνοήσει οτιδήποτε αποδεικνύει το επίσημο αφήγημα, συμπεραίνοντας ότι πρόκειται για απλή προπαγάνδα ή ακριβώς αυτό που οι συνωμότες θέλουν όλοι μας να πιστεύουμε.
Δεν αμφιβάλλω ότι αυτό το επιχείρημα ισχύει για ορισμένους «συνωμοσιολόγους», αλλά δεν ισχύει ότι πρόκειται για αναπόφευκτη συνθήκη, εάν αυτό εννοούν οι Sunstein και Vermeule. Στην πραγματικότητα, η παραπάνω περιγραφή κρύβει απλώς περισσότερη από την ίδια ψυχολογία που ευθύνεται για τον χλευασμό των θεωριών συνωμοσίας εν γένει. Η αρχική υπόθεση στο επιχείρημά τους είναι ότι οι θεωρίες συνωμοσίας είναι ούτως ή άλλως λανθασμένες (το οποίο, για να είμαστε δίκαιοι, αναγνωρίζουν στην εργασία τους) και ότι οι άνθρωποι που καταλήγουν σε αυτά τα συνωμοσιολογικά συμπεράσματα αγνοούν τις αποδείξεις. Αλλά γιατί πρέπει να ισχύει αυτό;
Με άλλα λόγια, αυτό το επιχείρημα στέκει μόνο αν η αρχική υπόθεση είναι ότι η θεωρία συνωμοσίας είναι λανθασμένη εξ αρχής. Δεδομένου ότι ο μόνος τρόπος για να μάθουμε αν οποιαδήποτε θεωρία, επίσημη ή μη, είναι σωστή ή λάθος, η εξέταση των στοιχείων είναι ούτως ή άλλως μονόδρομος. Παρ’ όλ’ αυτά, ο καθένας μας, συνωμοσιολόγος ή μη, μπορεί να εξετάσει τα στοιχεία επιλεκτικά, πιθανόν με σκοπό να ενισχύσει ένα συμπέρασμα στο οποίο έχει ήδη καταλήξει. Στην πραγματικότητα, σχεδόν όλοι το κάνουμε αυτό – ονομάζεται επιλεκτική εφαρμογή (cherry picking) ή προκατάληψη επιβεβαίωσης (confirmation bias).
Υποκρισία συνωμοσίας
Αν κάτσετε να το σκεφτείτε, ολόκληρη η σύγχρονη έννοια της «θεωρίας συνωμοσίας» είναι απίστευτα υποκριτική.
Οποιοσδήποτε αφιερώσει λίγα λεπτά εξετάζοντας τα στοιχεία για τη δολοφονία του JFK θα καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ο Λη Χάρβεϊ Όσβαλντ είναι σχεδόν βέβαιο ότι δεν θα μπορούσε να έχει δράσει μόνος του, και συνεπώς πρέπει να υπάρχει κάποια άλλη εξήγηση για τη δολοφονία – όποια κι αν είναι αυτή. Στην πραγματικότητα, το 61% των Αμερικανών πιστεύει ότι μάλλον είχαν εμπλάκει κι άλλα πρόσωπα, και αυτό είναι το χαμηλότερο ποσοστό των τελευταίων δεκαετιών. Είναι όλοι αυτοί απλώς τρελοί συνωμοσιολόγοι;
Για την ακρίβεια, οι επίσημες αναφορές των περισσότερων γεγονότων που έχουν κάποιες συνωμοσιολογικές εξηγήσεις είναι εξίσου, αν όχι περισσότερο, απίθανες από τις ίδιες τις «θεωρίες συνωμοσίας». Σχεδόν πάντα περιλαμβάνουν αδέξιους γραφειοκράτες (εντάξει, αυτό το σενάριο είναι μάλλον πιστευτό!), ανίκανες υπηρεσίες πληροφοριών, έναν «μοναχικό πιστολέρο» ή ελαττωματικά μηχανήματα ψηφοφορίας. Θα μπορούσατε ακόμη και να θεωρήσετε τις επίσημες εξηγήσεις ως θεωρίες συμπτώσεων – και όσο αυτές οι συμπτώσεις συσσωρεύονται, γίνεται όλο και πιο πιθανό ότι υπάρχει κάτι πιο βαθύ και ύποπτο.
Οι αρνητές συνωμοσιών θα λοιδορήσουν κάθε πρόσωπο που πιστεύει σε κάποια θεωρία συνωμοσίας, αλλά αποδέχονται αδιαμαρτύρητα τις θεσμικές θεωρίες συνωμοσίας. Κανείς δεν γελοιοποιήθηκε κατά την εποχή του Μακάρθι, όταν η επίσημη «σοφία» ήταν ότι κομμουνιστές είχαν διεισδύσει σε κάθε σημαντικό θεσμό, σε κορυφαίες κυβερνητικές θέσεις, και ότι καταλάμβαναν τον κόσμο. Και κανείς δεν χλευάστηκε που πίστεψε ότι το Ιράκ βρισκόταν με κάποιο τρόπο πίσω από την 11η Σεπτεμβρίου. Γιατί όχι;
Υπάρχει μια πολύ επικίνδυνη τάση στην Αμερική να εμπιστευόμαστε αυτομάτως το αφήγημα που παρουσιάζουν η κυβέρνηση και τα κυρίαρχα μέσα ενημέρωσης των πολυεθνικών. Ίσως απλώς τώρα να δίνω περισσότερη προσοχή, αλλά έχω παρατηρήσει μια σημαντική αύξηση σε αυτό τον τελευταίο ενάμιση χρόνο, και θα ήθελα να αναφερθώ σε μερικές μόνο από τις πιο κραυγαλέες περιπτώσεις όπου η κυβέρνηση Ομπάμα δημιούργησε το δικό της αφήγημα ή «θεωρία συνωμοσίας» για να εξυπηρετήσει τους γεωπολιτικούς της σκοπούς.
Θυμάστε πώς τον Αύγουστο του 2013 ο Σύρος δικτάτορας Μπασάρ αλ Άσαντ χρησιμοποίησε αέριο σαρίν εναντίον του ίδιου του λαού του στην πόλη Γούτα; Αυτό πέρασε μια «κόκκινη γραμμή» και παραλίγο να οδηγήσει σε επέμβαση των ΗΠΑ στον εμφύλιο πόλεμο της Συρίας προκειμένου να εκδιώξουν τον Άσαντ και να σώσουν τους Σύρους μαχητές της ελευθερίας. Είναι μια σπουδαία ιστορία που αναπαράχθηκε ατελείωτα στα κυρίαρχα ΜΜΕ… μόνο που πιθανότατα δεν είναι αλήθεια (και δείτε εδώ για μια πιο ισορροπημένη ανάλυση σε αυτό το πόνημα ερευνητικής δημοσιογραφίας), και ο Ομπάμα το γνώριζε τότε. Σύμφωνα με μια μελέτη του MIT, οι πύραυλοι που χρησιμοποιήθηκαν δεν ήταν δυνατόν να προέρχονται από περιοχές που ελέγχονταν από το καθεστώς Άσαντ. Πολλά μέλη της κοινότητας των μυστικών υπηρεσιών αμφισβήτησαν τους ισχυρισμούς της κυβέρνησης Ομπάμα, αλλά αυτό έγινε αντικείμενο συζήτησης μόνο στα εναλλακτικά μέσα ενημέρωσης. Ίσως να μην με πιστεύετε – ρίξτε μια ματιά στα στοιχεία και καταλήξτε στα δικά σας συμπεράσματα.
Η υπόθεση έχει πολύ περισσότερο ζουμί. Η κυβέρνηση των ΗΠΑ είναι σαφές ότι δεν έχει παραιτηθεί από τον στόχο της να ανατρέψει τον Άσαντ και συνεχίζει να βασίζεται στην προπαγάνδα και τα ψέματα για να χειραγωγήσει το αμερικανικό κοινό ώστε να στηρίξει αυτόν τον στόχο. Το καλοκαίρι του 2014, καθώς ο ISIS άρχισε να χαράζει το «χαλιφάτο» του σε όλη τη Μέση Ανατολή, ο Ομπάμα και οι νεοσυντηρητικοί εντόπισαν την ευκαιρία να επέμβουν περαιτέρω στη Συρία, αλλά πρώτα έπρεπε να δεχτούν την υποστήριξη της κοινής γνώμης. Πώς; Επινοώντας την ομάδα Khorasan, μια πλασματική ομάδα ακόμη πιο βίαιη και μοχθηρή από το ίδιο το ISIS, η οποία ισχυριζόταν ότι σχεδίαζε «επικείμενες επιθέσεις σε αμερικανικό έδαφος». Η συζήτηση για την ομάδα Khorasan δέσποζε στα δελτία ειδήσεων για μερικές εβδομάδες – αρκετός χρόνος για να αρχίσουν οι ΗΠΑ να εξαπολύουν αεροπορικές επιδρομές χωρίς να κηρυχθεί πόλεμος (φυσικά, κανείς δεν ενδιαφέρεται πλέον για τέτοιες τυπολατρίες). Και ξαφνικά η συζήτηση απλώς σταμάτησε εντελώς και κανείς δεν έχει ακούσει για την Khorasan από τότε. Στη συνέχεια, τον Νοέμβριο, το περιβόητο βίντεο με το «αγόρι-ήρωα της Συρίας» έγινε viral. Το βίντεο αυτό απεικόνιζε ένα νεαρό αγόρι να σώζει την αδελφή του από μια βροχή από σφαίρες που υποτίθεται ότι προερχόταν από τις δυνάμεις του Άσαντ. Τι κακός άνθρωπος που πυροβολεί παιδιά! Φυσικά, όπως πιθανότατα γνωρίζετε μέχρι τώρα, το βίντεο αυτό ήταν ψεύτικο, παρά το γεγονός ότι «ειδικοί» αμέσως «επαλήθευσαν τη γνησιότητα» του βίντεο.
Όλα αυτά είναι απλώς μια θεωρία συνωμοσίας που δημιούργησε η κυβέρνηση των ΗΠΑ – δημιουργώντας μια εικόνα του Άσαντ και των τρομοκρατών ως ακόμη χειρότερους από ό,τι είναι στην πραγματικότητα – αλλά πολύ λίγοι άνθρωποι λοιδορούν την κυβέρνηση με τον τρόπο που λοιδορούν τα άτομα που κατηγορούνται για «θεωρίες συνωμοσίας».
Και τι γίνεται με τη θεωρία συνωμοσίας ότι η Ρωσία έχει δημιούργησε αναταραχές στην Ουκρανία, εισέβαλε στη χερσόνησο της Κριμαίας και κατέρριψε το πολιτικό αεροσκάφος MH17; Το παρακολουθώ αυτό από την αρχή, και είναι πραγματικά απίστευτο ότι η κυβέρνηση των ΗΠΑ κατάφερε να τη βγάλει καθάρη μετά την εκτέλεση μιας τόσο περίπλοκης και δόλιας θεωρίας συνωμοσίας, η οποία επίσης παραμένει σε μεγάλο βαθμό αναμφισβήτητη. Ας ξεκινήσουμε με το γεγονός ότι η «δημοκρατική εξέγερση» τον Φεβρουάριο του 2014 ήταν ένα πραξικόπημα που οργάνωσαν οι ΗΠΑ. Ο Τζορτζ Φρίντμαν, επικεφαλής της Stratfor (μιας τεράστιας, ιδιωτικής εταιρείας πληροφοριών – δεν είναι μια πηγή που πρέπει να παίρνουμε ελαφρά την καρδία), αναγνώρισε μάλιστα ότι ήταν «το πιο εξόφθαλμο πραξικόπημα στην ιστορία». Μάλιστα, η υφυπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Βικτόρια Νούλαντ πιάστηκε στα πράσα με το περίφημο τηλεφώνημά της “Fuck the EU”, όπου η ίδια και ο πρέσβης των ΗΠΑ στην Ουκρανία Τζέφρι Πάιατ συζήτησαν ποιον θα εγκαθιστούσαν ως τον επόμενο Ουκρανό ηγέτη (ακούστε την ηχογράφηση εδώ και διαβάστε το κείμενο εδώ). Η κυβέρνηση και τα μέσα ενημέρωσης υποβαθμίζουν σταθερά τον ρόλο που έπαιξαν οι νεοναζιστικές πολιτοφυλακές στο πραξικόπημα και στο επακόλουθο λουτρό αίματος και την εθνοκάθαρση των Ρώσων στην Ανατολική Ουκρανία.
Οπότε, τι γίνεται με την κατάρριψη της πτήσεης MH17; Αυτή τελικά δεν έγινε από τη Ρωσία ή τους υποστηριζόμενους από τη Ρωσία «αυτονομιστές»; Η αμερικανική κυβέρνηση και τα υποτελή της μέσα ενημέρωσης προέβαλαν αμέσως τον ισχυρισμό αυτό, αλλά (δεν έγινε είδηση ότι) παραδέχτηκαν πως τα στοιχεία τους βασίζονταν εξ ολοκλήρου σε αποσπάσματα από το YouTube και αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Μόλις τον Οκτώβριο, ο επικεφαλής ερευνητής της υπόθεσης του MH17 δήλωσε ότι δεν υπήρχαν πειστικά στοιχεία, παρά τις αναφορές των μέσων ενημέρωσης για το αντίθετο. Στην πραγματικότητα, οι δυτικές κυβερνήσεις και τα ΜΜΕ έχουν καταβάλει συντονισμένη προσπάθεια να αποκρύψουν κάθε στοιχείο που θα υποδείκνυε άλλες, πιο λογικές εξηγήσεις. Σας προτρέπω όλους να ακολουθήσετε τους συνδέσμους, να δείτε τα στοιχεία και να βγάλετε τα δικά σας συμπεράσματα (ίσως διαφορετικά από τα δικά μου, αλλά χωρίς αμφιβολία κατανοώντας την υποκρισία που περιβάλλει τις θεωρίες συνωμοσίας).
Και τέλος, για να ολοκληρώσουμε την αφήγηση/θεωρία συνωμοσίας για την Ουκρανία, έχει γίνει πολύς λόγος για τον ισχυρισμό ότι «η Ρωσία εισέβαλε στην Κριμαία» (και ακόμη και στην ίδια την Ουκρανία!). Λόγω μιας συνθήκης του 1997 μεταξύ της Ρωσίας και της Ουκρανίας, η Ρωσία είχε το «δικαίωμα» να σταθμεύσει έως και 25.000 στρατιώτες στην Κριμαία, αριθμό που δεν έφτασε ποτέ. Και όπως ήταν αναμενόμενο, πάνω από το 90% των κατοίκων της Κριμαίας ψήφισαν να προσαρτηθούν στη Ρωσία και να εγκαταλείψουν την Ουκρανία – κάτι που θα περίμενε κανείς από μια ομάδα ρωσόφωνων ανθρώπων σε ένα κράτος που μόλις είχε απαγορεύσει τη ρωσική γλώσσα και είχε αρχίσει την εθνοκάθαρση των Ρώσων. Φανταστείτε να γινόταν μια ψηφοφορία στις ΗΠΑ για την απαγόρευση της αγγλικής γλώσσας – δεν νομίζετε ότι τουλάχιστον το 90% των Αμερικανών θα ψήφιζαν κατά; Εάν οι μόνες πηγές πληροφόρησης σχετικά με την Κριμαία είναι οι δηλώσεις της κυβέρνησης των ΗΠΑ και των δυτικών μέσων ενημέρωσης, τότε όλα όσα γνωρίζετε για την Κριμαία είναι απλώς μια θεωρία συνωμοσίας.
Υπάρχει και ένα ακόμη πιο επίκαιρο παράδειγμα: Το υποτιθέμενο χακάρισμα της Sony από τη Βόρεια Κορέα. Το FBI συνεχίζει να επιμένει ότι, χωρίς αμφιβολία, οι Βορειοκορεάτες ήταν που χάκαραν τη Sony. Πρόκειται για καθαρή θεωρία συνωμοσίας και ευτυχώς περισσότεροι άνθρωποι φαίνεται να την αναγνωρίζουν αυτή τη φορά απ’ ό,τι σε πολλά άλλα παραδείγματα. Υπάρχει σχεδόν ομοφωνία μεταξύ των επαγγελματιών στην ασφάλεια ότι απλά δεν υπάρχουν στοιχεία που να εμπλέκουν τη Βόρεια Κορέα και ότι είναι πολύ πιο πιθανό να πρόκειται για έργο ενός δυσαρεστημένου υπαλλήλου της Sony (δείτε εδώ και εδώ για αποδείξεις, καθώς και περισσότερες σε όλο το διαδίκτυο). Παρ’ όλα αυτά, τα κυρίαρχα ΜΜΕ αναμασούν αδιαμαρτύρητα ό,τι λέει η κυβέρνηση, μετατρέποντας τη θεωρία συνωμοσίας της κυβέρνησης σε αληθοφανές αφήγημα για το μεγαλύτερο μέρος του αμερικανικού κοινού. Μπορεί να μην μάθουμε ποτέ ποιος βρίσκεται πραγματικά πίσω από το χακάρισμα (θα μπορούσε να είναι και η Βόρεια Κορέα), αλλά δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η κυβέρνηση των ΗΠΑ εκμεταλλεύτηκε την κατάσταση για να δαιμονοποιήσει ένα εχθρικό καθεστώς και να πιέσει για αυστηρότερο έλεγχο του διαδικτύου.
Οι επικίνδυνες συνέπειες του χαρακτηρισμού «θεωρία συνωμοσίας»
Η προπαγάνδα έχει σαφώς εξελιχθεί, και αυτό καθιστά τον όρο «θεωρία συνωμοσίας» απίστευτα επικίνδυνο. Δεν είναι μόνο θέμα ότι δυσχεραίνει κατά πολύ την εύρεση της αλήθειας (αν και σίγουρα το κάνει και αυτό), αλλά θέτει τις ελευθερίες και τις ζωές μας σε σοβαρό κίνδυνο.
Στο άρθρο του Wired σχετικά με το υποτιθέμενο χακάρισμα της Sony από τη Βόρεια Κορέα που αναφέραμε παραπάνω, μπορούμε να δούμε τι τροπή ενδεχομένως να πάρει η δαιμονοποίηση των «συνωμοσιολόγων»:
«Υπάρχουν κάποιοι, ωστόσο, που πιστεύουν ότι τίποτα δεν θα ικανοποιήσει τους σκεπτικιστές.
Ο Richard Bejtlich, επικεφαλής στρατηγικής ασφάλειας της FireEye, της εταιρείας που προσέλαβε η Sony για να βοηθήσει στη διερεύνηση και την εκκαθάριση μετά την επίθεση, δήλωσε στο Daily Beast: “Πιστεύω ότι οτιδήποτε και να πει το FBI, όσοι είναι μέλη του ‘κινήματος αλήθειας’ σχετικά με τη Sony δεν θα πειστούν. Το θέμα έχει να κάνει περισσότερο με την έλλειψη εμπιστοσύνης τους στην κυβέρνηση, στις αστυνομικές αρχές και στις μυστικές υπηρεσίες. Ό,τι κι αν πει το FBI, εκείνοι θα δημιουργήσουν εναλλακτικές υποθέσεις που θα προσπαθήσουν να αμφισβητήσουν το ‘επίσημο αφήγημα’. Η αντίσταση στην εξουσία είναι βαθιά ριζωμένη στην κουλτούρα μεγάλου μέρους της ‘κοινότητας των χάκερ’, και η αντίδραση στη στάση της κυβέρνησης σχετικά με την υπόθεση της Sony είναι απλώς το πιο πρόσφατο παράδειγμα”».
Με άλλα λόγια, αν δεν πιστεύετε τους ισχυρισμούς της κυβέρνησης, αυτό μπορεί να οφείλεται μόνο στο γεγονός ότι είστε το είδος ατόμου που δεν θα πίστευε ποτέ τους ισχυρισμούς της κυβέρνησης. Επομένως, είστε παράλογος και δεν αξίζει να εισακουστείτε. Ακόμα χειρότερα, όχι μόνο κάνετε λάθος, αντιστέκεστε και στην εξουσία. Εφόσον η κυβέρνηση είναι καλή και σωστή, εσείς είστε, συνεπώς, κακοί και λανθασμένοι – και δημιουργείτε προβλήματα.
Από τη στιγμή που κάποιος χαρακτηριστεί «συνωμοσιολόγος», είναι προφανές ότι υπόκειται σε χλεύη και εξοστρακισμό από το ευρύ κοινό. Το πιο σημαντικό, ωστόσο, είναι ότι το άτομο αυτό θα θεωρηθεί ανατρεπτικό στοιχείο. Οποιοσδήποτε έχει μια έμφυτη καχυποψία για τις εξουσίες είναι φυσικό να αποτελεί απειλή για τις εν λόγω εξουσίες.
Δεν είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς την κυβέρνηση να λαμβάνει μέτρα εναντίον αυτών των ανατρεπτικών στοιχείων, αυτών των «συνωμοσιολόγων». Και για την ακρίβεια, αυτό ακριβώς προτείνουν οι Sunstein και Vermeule στην εργασία τους:
«…προτείνουμε μια συγκεκριμένη τακτική για τη διάσπαση του σκληρού πυρήνα των εξτρεμιστών που παράγουν θεωρίες συνωμοσίας: τη γνωστική διείσδυση σε εξτριμιστικές ομάδες, όπου κυβερνητικοί πράκτορες ή οι σύνεργάτες τους (δρώντας είτε εικονικά είτε στον πραγματικό χώρο, και είτε ανοιχτά είτε ανώνυμα) θα υπονομεύουν την προβληματική επιστημολογία όσων ενστερνίζονται τέτοιες θεωρίες. Αυτό θα το κάνουν σπέρνοντας αμφιβολίες για τις θεωρίες και τα “γεγονότα” που κυκλοφορούν μέσα σε τέτοιες ομάδες, εισάγοντας έτσι ωφέλιμη γνωστική ποικιλομορφία.»
Με άλλα λόγια, η κυβέρνηση οφείλει να διεξάγει ψυχολογικές επιχειρήσεις εναντίον εκείνων που δεν ενστερνίζονται την επίσημη αφήγηση, προκειμένου να εισαγάγει τη «γνωστική ποικιλομορφία» (αλήθεια, η έννοια της γνωστικής ποικιλομορφίας δεν σημαίνει ακριβώς ότι δεν προσπαθούμε να καταστρέψουμε εναλλακτικές πεποιθήσεις;) Το παράλογο αυτής της ιδέας θα έπρεπε να είναι προφανές, αλλά θα αφήσω τον deHaven-Smith να το διευκρινίσει:
«Αλλά τι θα μπορούσε να είναι πιο επικίνδυνο από το να πιστεύουμε ότι είναι αποδεκτό να παρεμβαίνουμε στις σκέψεις κάποιου άλλου; Η υποκρισία των Sunstein και Vermeule είναι ασύλληπτη. Προτείνουν η κυβέρνηση να συνωμοτεί εναντίον των πολιτών που εκφράζουν υποψίες για κυβερνητικές συνωμοσίες, δηλαδή προτείνουν η κυβέρνηση να κάνει ακριβώς αυτό που θέλουν να σταματήσουν οι πολίτες να λένε ότι κάνει η κυβέρνηση. Πώς μπορούν καθηγητές νομικής του Χάρβαρντ να εγκλωβίζονται σε μια τέτοια οργουελιανή λογική; Το μόνο που μπορεί να υποθέσει κανείς είναι ότι μάλλον πλανάται κάτι γύρω από την έννοια της θεωρίας συνωμοσίας».
Κάποιοι από εσάς μπορεί να θεωρήσετε ότι είναι ανειλικρινές εκ μέρους μου να διαμορφώνω ένα επιχείρημα απλώς βάσει μιας εργασίας κάποιων ακαδημαϊκών με τους οποίους κανείς δεν ασχολείται. Στην πραγματικότητα, ο Cass Sunstein υπηρέτησε ως διαχειριστής του Γραφείου Πληροφοριών και Ρυθμιστικών Υποθέσεων με τον Ομπάμα για αρκετά χρόνια. Ο λόγος για τον οποίο δεν έχετε ακούσει ποτέ γι’ αυτή την υπηρεσία είναι επειδή ασκεί τις τεράστιες εξουσίες της σε μεγάλο βαθμό εν κρυπτώ. Ουσιαστικά ξαναγράφει τεράστια κομμάτια κυβερνητικών διατάξεων, ενώ εξαιρείται από τα αιτήματα του Νόμου περί Ελευθερίας της Πληροφόρησης, ενώ όλο το προσωπικό, εκτός από τους δύο κορυφαίους αξιωματούχους, είναι εντελώς ανώνυμο. Με άλλα λόγια, οφείλουμε να παίρνουμε ό,τι λέει αυτός ο τύπος στα σοβαρά. Λοιπόν, πού είχαμε μείνει; Σωστά: «γνωστική διείσδυση»…
«Πώς θα μπορούσε να λειτουργεί αυτή η τακτική; Ας θυμηθούμε ότι τα ακραία δίκτυα και οι ομάδες, συμπεριλαμβανομένων των ομάδων που διακινούν θεωρίες συνωμοσίας, συνήθως υποφέρουν από προβληματική επιστημολογία. Ακούγοντας μόνο συνωμοσιολογικά αφηγήματα για τη συμπεριφορά της κυβέρνησης, τα μέλη τους γίνονται όλο και πιο επιρρεπή στο να πιστεύουν και να παράγουν τέτοια αφηγήματα. Οι καταρράκτες πληροφόρησης και αξιοπιστίας (information and reputation cascades), η πόλωση των ομάδων και η μεροληψία επιλογής (selection effect) υποδεικνύουν ότι η δημιουργία όλο και πιο ακραίων απόψεων εντός αυτών των ομάδων μπορεί να αμβλυνθεί ή να ανατραπεί με την εισαγωγή γνωστικής ποικιλομορφίας. Προτείνουμε έναν ρόλο για τις κυβερνητικές δράσεις και τους παράγοντες για την εισαγωγή μιας τέτοιας ποικιλομορφίας. Οι κυβερνητικοί παράγοντες (και οι σύμμαχοί τους) θα μπορούσαν να εισέλθουν σε chat room, σε κοινωνικά δίκτυα ή ακόμη και σε ομάδες στον πραγματικού χώρο και να προσπαθούν να υπονομεύσουν τις θεωρίες συνωμοσίας που εξαπλώνονται, εγείροντας ερωτήματα σχετικά με την τεκμηρίωση τους, την αιτιώδη λογική ή τις επιπτώσεις τους στην πολιτική δράση».
Δεν έχει σημασία το γεγονός ότι οι «συνωμοσιολόγοι», ουσιαστικά εξ ορισμού, εκτίθενται σε αντιθετικές ιδέες. Πώς μπορεί κανείς να εναντιώνεται στο επίσημο αφήγημα αν δεν γνωρίζει καν ποια είναι το επίσημο αφήγημα;
Πιο σημαντικά, προσέξτε τις επανειλημμένες αναφορές στο ότι οι «συνωμοσιολόγοι» είναι «εξτρεμιστές» (ακραία στοίχεια). Σας προκαλώ, αγαπητοί αναγνώστες, να δώσετε ιδιαίτερη προσοχή στον όρο «εξτρεμιστής» ενώ παρακολουθείτε τις ειδήσεις τους επόμενους μήνες. Θα παρατηρήσετε ότι ο πόλεμος που διεξάγουμε είναι όλο και λιγότερο κατά της «τρομοκρατίας» και όλο και περισσότερο κατά του «εξτρεμισμού». Αυτό συμβαίνει επειδή η τρομοκρατία στα μάτια της κοινής γνώμης περιορίζεται αρκετά στους ακραίους ισλαμιστές, αλλά ο εξτρεμισμός μπορεί να πάρει πολλές μορφές. Για παράδειγμα, θεωρείστε ακραίοι ή εξτρεμιστές αν δεν αποδέχεστε αυτομάτως τις ψευδείς θεωρίες συνωμοσίας που θέτει σε κυκλοφορία η Ουάσινγκτον.
Πολλοί που διαβάζουν αυτό το κείμενο μπορεί να νομίζουν ότι είμαι απλά ένας παρανοϊκός ψυχοπαθής εν μέσω παραληρήματος. Αλλά το FBI έχει ήδη πει ότι η νούμερο ένα απειλή «τρομοκρατίας» είναι οι κυρίαρχοι πολίτες αλλά και όσοι μιλούν αρνητικά για τις εξουσίες της κυβέρνησης (ναι, ακόμα περισσότερο και από τους φονταμενταλιστές ισλαμιστές). Και είναι εκπληκτικά εύκολο να θεωρηθείς «εξτρεμιστής» ή «πιθανός τρομοκράτης» στην Αμερική του σήμερα, αποκλειστικά και μόνο με βάση τις πεποιθήσεις σου – με άλλα λόγια, η παντελής έλλειψη βίαιων τάσεων είναι αδιάφορη. Δείτε έναν κατάλογο με 72 τρόπους με τους οποίους κάποιος μπορεί να θεωρηθεί «εξτρεμιστής» σύμφωνα με επίσημα έγγραφα της αμερικανικής κυβέρνησης, όπως:
Άνθρωποι που μιλούν για τις ατομικές ελευθερίες
Άνθρωποι που λένε ότι «θέλουν να κάνουν τον κόσμο καλύτερο»
Άνθρωποι που φοβούνται τον έλεγχο των όπλων ή την κατάσχεση των όπλων
Άνθρωποι που διαμαρτύρονται για προκαταλήψεις
Άνθρωποι που είναι αγανακτισμένοι με τις κυρίαρχες ιδεολογίες
Βετεράνοι που επιστρέφουν στην πατρίδα
Άνθρωποι που εμπλέκονται σε κοινότητες επιβίωσης ή προετοιμασίας για την κατάρρευση της κοινωνίας (ίσως αυτό σύντομα επεκταθεί σε όσους βλέπουν Walking Dead)
Άνθρωποι που πιστεύουν στο δικαίωμα στην οπλοκατοχή
Άνθρωποι που είναι κατά των πυρηνικών
Άνθρωποι που υποστηρίζουν πολιτικά κινήματα υπέρ της αυξημένης αυτονομίας
Δεν συμπεριέλαβα τις πολλαπλές αναφορές σε «θεωρίες συνωμοσίας» που υπάρχουν στην ολοκληρώμενη λίστα. Αλλά θα πρέπει να είστε σε θέση να δείτε μια αρκετά ξεκάθαρη εικόνα εδώ: όποιος αντιτίθεται στην αυξημένη συγκέντρωση της κυβερνητικής εξουσίας είναι τώρα «εξτρεμιστής», πράγμα που σημαίνει ότι μπορεί να είναι «εγχώριος τρομοκράτης» και επομένως πρέπει να παρακολουθείται και να «διεισδυθεί γνωστικά».
Και χάρη στα έγγραφα που δημοσίευσε ο ηρωικός Έντουαρντ Σνόουντεν, γνωρίζουμε ότι αυτή η «γνωστική διείσδυση» ήδη λαμβάνει χώρα. Αν και τα έγγραφα αυτά αφορούν την GCHQ (τη βρετανική εκδοχή της NSA), δεν είναι καθόλου δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι αυτού του είδους η χειραγώγηση συμβαίνει και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού. Και τι κάνουν; Μεταξύ (πολλών) άλλων, οι κυβερνητικοί πράκτορες χειραγωγούν τα αποτελέσματα διαδικτυακών δημοσκοπήσεων, διογκώνουν τεχνητά τον αριθμό των προβολών σελίδων για ορισμένους ιστότοπους, λογοκρίνουν «εξτρεμιστικό» υλικό, δημιουργούν αναρτήσεις σε ιστολόγια ψεύτικων «θυμάτων» για να καταστρέψουν τη φήμη των στόχων τους, παρακολουθούν όσους επισκέπτονται το WikiLeaks, παραβιάζουν λογαριασμούς ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και οργανώνουν επιθέσεις «ψευδούς σημαίας» για να δυσφημίσουν όσους έχουν απόψεις που δεν τους αρέσουν.
Επίλογος
«Τα μέλη των πληροφοριακά και κοινωνικά απομονωμένων ομάδων τείνουν να εμφανίζουν ένα είδος παρανοϊκής αντίληψης και γίνονται όλο και πιο δύσπιστα ή καχύποπτα σχετικά με τα κίνητρα των άλλων ή της ευρύτερης κοινωνίας, υποπίπτοντας σε «σφάλματα κακόβουλης απόδοσης» (sinister attribution error). Τα σφάλματα αυτά συμβαίνουν όταν οι άνθρωποι αισθάνονται ότι βρίσκονται υπό διεισδυτικό έλεγχο και, ως εκ τούτου, αποδίδουν προσωποκεντρικά κίνητρα σε τρίτους και υπερεκτιμούν το μέγεθος της προσοχής που λαμβάνουν οι ίδιοι. Καλοβουλες ενέργειες που απλώς τυχαίνει να ζημιώνουν την ομάδα εκλαμβάνονται ως σκόπιμες κακόβουλες συνωμοσίες. Αν και οι καταστάσεις αυτές σε ατομικό επίπεδο μοιάζουν παθολογικές, στην πραγματικότητα προκύπτουν από τις κοινωνικές και πληροφοριακές δομές των ομάδων, ιδίως εκείνων που λειτουργούν σε κλειστά ή σφιχτοδεμένα δίκτυα, και δεν είναι χρήσιμο να εκληφθούν ως μορφές ψυχικής ασθένειας. Η κοινωνική αιτιοπαθολογία αυτών των καταστάσεων υποδηλώνει ότι η κατάλληλη αντιμετώπιση δεν είναι η ατομική θεραπεία αλλά η εισαγωγή γνωστικής, πληροφοριακής και κοινωνικής ποικιλομορφίας στα απομονωμένα δίκτυα που παρέχουν εξτρεμιστικές θεωρίες».
– Sunstein και Vermeule
Το γεγονός ότι κάποιος μπορεί να προτείνει κάτι τέτοιο στον σημερινό μας κόσμο της συνεχούς επιτήρησης, όπου οι FBI/CIA/NSA και άλλες υπηρεσίες είναι γνωστό ότι παρενοχλούν, εκφοβίζουν, παρακολουθούν και διεισδύουν σε ομάδες υπέρ των ατομικών δικαιωμάτων και σε αντιπολεμικά κινήματα, και όπου ακόμη και ο συγγραφέας προτείνει «γνωστική διείσδυση», σε μια πρώτη ανάγνωση φαντάζει εξωφρενικό.
Παρ’ όλα αυτά, αυτό αντιμετωπίζουμε σήμερα. Οι άνθρωποι που αναζητούν την αλήθεια και την ελευθερία περιθωριοποιούνται και λοιδορούνται ως «συνωμοσιολόγοι», ενώ εκείνοι που επινοούν παράλογα ψέματα και τα προωθούν μέσω των εταιρικών συμμάχων τους στα ΜΜΕ χαίρουν σεβασμού και εκτίμησης.
Θεωρώ το βιβλίο του Lance deHaven-Smith, Conspiracy Theory in America (Θεωρίες Συνωμοσίας στην Αμερική) ένα πραγματικό αριστούργημα. Το βιβλίο παρουσιάζει το απαραίτητο θεωρητικό πλαίσιο για την πλήρη κατανόηση πολλών από τα ζητήματα που τέθηκαν σε αυτό το άρθρο. Είναι μόνο περίπου 200 σελίδες και είναι φτηνό, οπότε αν σαν ενδιαφέρει το θέμα έστω και στοιχειωδώς, θα πρέπει να το διαβάσετε.
Ο όρος «θεωρία συνωμοσίας» εμπεριέχει μια συστηματική προσπάθεια να απαξιωθεί οποιοσδήποτε αμφισβητεί τις υπάρχουσες δομές εξουσίας. Αυτή η προσπάθεια έχει αποδειχθεί εξαιρετικά επιτυχής τα τελευταία 50 χρόνια. Όσοι από εμάς αγαπάμε την ελευθερία πρέπει να μιλήσουμε, και να αντιμετωπίσουμε αυτή την ψυχολογική χειραγώγηση.
I don’t know why, but throwing away/selling/giving away stuff always gets my creative writing juices flowing. This is another of those “look, I’m getting rid of X” posts.
This time, I cleared out the cupboard in my apartment in Nea Smyrni with all the books, notes and folders full of handouts I’ve kept from all the years I’d been learning English, German and Spanish. I also threw away a few notebooks full of advanced calculus exercises (or what felt like it) and cringy writeouts (were they called “expositions?” It’s been so long, I’ve forgotten what they’re called in English) that tried to sound impressive full of expressions like “it has to be said”, “society nowadays”, and “to sum up”, or their Greek equivalents.
That’s from when I was preparing for my final exams 15 years ago. You can hear how that went on our recent Easy Greek podcast, provided you can understand spoken Modern Greek.
What hit me hard enough to make me think all this warranted its own little post was the realization that all these handouts, books, notes etc. were once given to me in hopes I would learn their contents well enough to pass some exam. Today I just went through them, eyes glazed over, wondering what happened. What makes it worse is that I’ve passed every single one of those said exams. But who did? Was it me? Because right now I have no idea what these phrasal verbs in Spanish mean, or the correct forms of German nominalizations are, and those long tables of vocabulary and exhaustive lists of grammatical phenomena give me bouts of impostor syndrome. What’s happened to all this knowledge that used to be inside of me? And should I feel like a phony for claiming today that I have a C1 in German or a B2 in Spanish? Did I ever really know the tables and the lists?
And I won’t even go into the environmental cost of all this wasted paper!
Me now, throwing all this away, there’s a small voice inside of me saying: “what if you want to refresh your Spanish or German in the future? You have everything you need packed within these folders. You once spent untold hours filling in these lines, taking down notes, doing exercises, dotting i’s, crossing t’s. These hundreds of sheets of paper were once lovingly handed out to you by a teacher that cared about you, even your own mother. Throwing everything away will be shooting your future self in the foot.”
Sitting down with myself and trying to analyze my learning style and all those years spent in classrooms, I realize that even back when I was actively learning these languages, I was hardly taking the time to carefully study the handouts or learn from my mistakes. Revision is like my Achilles’ heel. It also happens to be the mother of all learning, according to the ancient Greek saying at least. Too bad modern science once again agrees with the ancients and asserts that learning something once and then forgetting about it, in time leads to just that: oblivion.
I have an unhealthy relationship with remembering and forgetting. As a teen, I would obsessively take snapshots of everything, afraid that if I didn’t, those memories would fade away. Thank God camera phones, let alone smartphones, didn’t exist back then. What I ended up with, however, are thousands of pictures of events, meetings or acquaintances I don’t really care about anymore, if I ever did, and gaping memory holes of everything I never took a picture of. Did something even happen in your life if you don’t have a picture of it?
Of course, the memories I do care about today have been strengthened somewhat by me being mindful enough at the time to grab a photo – or 100. But you rarely have the foresight to know beforehand whether a memory will prove to be precious or look quaint, irrelevant or embarrassing 15 years in the future. To make matters more complicated, sometimes the memory is precious but the photos are embarrassing. Or the other way around.
Back to repetition. I guess it’s quite popular for people to expect photography and other digital media to do the heavy lifting for them instead of doing the hard work training their brains through repetition in order to remember things. I guess I’m one of those people, but not through choice, but through weakness of character. Sure, photos of life experiences and the act of revision for learning something concrete are quite distinct things, but I’m comparing the attitudes here:
What if instead of obsessively taking pictures I tried to obsessively revise the things I never wanted to forget?
Until I learn how to properly learn, holding on to the tools themselves won’t make a difference. And along the way – I should say, even more importantly – I hope I learn how to remain dignified in forgetting, as well.
Mia Merida Ouden Oida (“A portion of ‘I don’t know'”) is my new series of short articles on lesser-known facts that I believe have the power to inspire you to look at the world from a slightly more nuanced perspective. Reading – it’s a superpower!
There is a lightbulb in the fire department of Livermore, California, that’s been burning since 1901. At the ripe old age of 119, its brightness has faded, but that comes as no surprise, as it has hardly ever been turned off. It has its own webcam feed and a place in the Guinness Book of Records.
It’s a remnant of the bygone age when electric light bulbs were made to last indefinitely. Just in the ’30s, a cartel was set up among bulb manufacturers named Phoebus that prohibited any one of them to continue making centennial light bulbs and thus retain the competitive advantage – instead, they agreed to set limited-life bulbs as the industry standard.
The technology for something more sustainable in electric lighting does exist. But this alternative just doesn’t make sense from a financial point of view – the only point of view that truly matters.
It’s true: the fewer electric bulbs are made, the smaller the benefit for the economy. The same applies for every consumer or industrial good. The limits of technology are the limits of profitability.
And while the above might make perfect sense in a world where profit comes above all else, it’s just useful to know that we can do better. To be precise, if we want a sustainable world for humanity, a product’s capacity for profit should not be the decisive factor on whether it should enter our lives and whether or not we’ll use it.
Continual replacement of goods just for legal persons and their constituents to make more money was a system that was tried, and it failed. Α lack of alternatives is not an excuse – it’s a lie.
Το Μια Μερίδα Ουδέν Οίδα είναι η νέα σειρά μικρών άρθρων μου για ενδιαφέρουσες και κάπως δυσεύρετες μπουκίτσες γνώσης οι οποίες πιστεύω ότι έχουν τη δύναμη να σας εμπνεύσουν να δείτε τον κόσμο με μια ενισχυμένη απόχρωση. Η ανάγνωση – τι υπερδύναμη!
Υπάρχει μια λάμπα στο πυροσβεστικό τμήμα του Livermore της Καλιφόρνια που καίει από το 1901. Έχοντας φτάσει αισίως τα 119 της (να τα χιλιάσει!) έχει μεν χάσει τη φωτεινότητα της , αλλά αυτό είναι λογικό, αφού δεν έχει σβήσει σχεδόν ποτέ. Έχει δική της webcam και μια θέση στο Βιβλίο Guinness.
Είναι ένα κατάλοιπο της εποχής όπου οι ηλεκτρικές λάμπες φτιάχνονταν για να αντέχουν επ’ αόριστον. Μόλις τη δεκαετία του τριάντα συστάθηκε ένα καρτέλ μεταξύ των μεγάλων εταιρειών παραγωγής λαμπτηρών ονόματι Phoebus ώστε καμιά τους να μη συνεχίσει να φτιάχνει αιωνόβιες λάμπες και έτσι να έχει το συγκριτικό πλεονέκτημα αλλά να θεσπίσουν τους εναλλακτικούς γλόμπους με περιορισμένη διάρκεια ζωής ως το στάνταρ της βιομηχανίας.
Η τεχνολογία για κάτι πιο βιώσιμο στον ηλεκτροφωτισμό υπάρχει. Απλά δεν βγάζει νόημα από οικονομικής άποψης – τη μόνο άποψη που έχει σημασία – να επιλεχθεί αυτό το εναλλακτικό μονοπάτι
Είναι αλήθεια: όσο λιγότερες λάμπες φτιάχνονται, τόσο λιγότερο επωφελείται η οικονομία. Το ίδιο ισχύει για κάθε καταναλωτικό και βιομηχανικό προϊόν. Τα όρια της τεχνολογίας είναι τα όρια της κερδοφορίας.
Και ενώ μπορεί τα παραπάνω να βγάζουν νόημα σε έναν κόσμο όπου το κέρδος είναι υπεράνω όλων, απλά είναι χρήσιμο να γνωρίζουμε ότι μπορούμε και καλύτερα. Για την ακρίβεια, αν θέλουμε έναν βιώσιμο κόσμο για την ανθρωπότητα, η ικανότητα παραγωγής κέρδους για ένα προϊόν δεν θα πρέπει να είναι ο καθοριστικός παράγοντας για το αν θα μπει στις ζωές μας κι αν θα το χρησιμοποιούμε ή όχι.
Το να αντικαθιστούμε συνεχώς ένα αγαθό μόνο και μόνο για να βγάζουν νομικά πρόσωπα και όσοι το απαρτίζουν περισσότερα κέρδη είναι κάτι που δοκιμάστηκε, και απέτυχε. Η έλλειψη εναλλακτικών δεν είναι δικαιολογία – είναι ψέμα.
Πάντα μου άρεσε να γράφω τη λέξη «ντοκιμαντέρ» με ύψιλον και άλφα-ιώτα: «ντοκυμανταίρ». Γράφω και το επίθετο μου με ωμέγα και δύο λάμδα – Χωλλ – αντί για το πώς θα προέβλεπε η ορθογραφία των ξενώγλωσσων λέξεων στα σύγχρονα ελληνικά – «Χολ». Σε τέτοιες περιπτώσεις όπου δεν υπάρχουν ξεκάθαρα λάθος και σωστές απαντήσεις, συνήθως παίρνω το μέρος του μπαρόκ.
Baraka (1992) & Samsara (2012)
Ξεκινάω τη λίστα μου με δύο ταινίες η οποία στο μυαλό μου αποτελούν κομμάτια μιας ενότητας. Ο σκηνοθέτης τους, Ron Fricke, ήταν ο φωτογράφος και μοντέρ του Koyaanisqatsi (1982), το έργο του που είναι πιο γνωστό, κυρίως λόγω του εμβληματικού OST υπογεγραμμένο από τον Philip Glass. Όμως είναι κρίμα που το μεταγενέστερο έργο του Fricke δεν έγινε εξίσου διάσημο.
Οι τρεις ταινίες είναι παρόμοιες από κάποιες απόψεις: καμία από τις τρεις δεν έχει λόγια ή σενάριο. Και οι τρεις ασχολούνται με βαθιά θέματα σχετικά με την ανθρωπότητα. Και οι τρεις χρησιμοποιούν πολλά μεγάλα και φαρδιά πλάνα και time lapse. Και τα τρία είναι 50% οπτικά ποιήματα, 50% ντοκυμανταίρ – 100% έργα χωρίς αφήγηση αλλά με βαθιά νοήματα και μια ροή να κρύβεται πίσω από τις εικόνες και τη συρραφή τους.
Όμως εκεί που το Koyaanisqatsi περισσότερο εστιάζεται στη ζωή του σύγχρονου ανθρώπου στην πόλη και την ύπαρξη του περισσότερο σαν μέλος της μυρμηγκοφωλιάς/σύγχρονης μεγαλούπολης – και αν δεν κάνω λάθος γυρίστηκε αποκλειστικά στις ΗΠΑ – το Baraka και το Samsara έχουν σαν θέμα τους τη σχέση των ανθρώπων με τη φύση, τη θρησκεία, τον θάνατο, την αναγέννηση, και την τεχνολογία… τη σχέση μας με την αιωνιότητα. Και τα δύο γυρίστηκανε σε πάνω από 20 χώρες και σε φιλμ 70mm (το οποίο σημαίνει υπερυψηλή ανάλυση και την κρεμ ντε λα κρεμ όσον αφορά την πιστότητα και την ανάλυση στον κινηματογράφο, τουλάχιστον πριν τις 4K κάμερες).
Δεν μπορώ να διάλεξω μεταξύ του Baraka και του Samsara. Και τα δύο αγγίζουν πολύ ευαίσθητες χορδές μέσα μου. Στο Baraka κλαίω πάντα βλέποντας μια συγκεκριμένη σκηνή – φυσικά παίζει και τον ρόλο της η απόκοσμη μουσική υπόκρουση με τη φωνή της ανεπανάληπτης Lisa Gerard. Το Samsara, απ’ την άλλη, είναι ένας πνευματικός αλλά και πραγματικός διάδοχος του Baraka ο οποίος παίρνει ό,τι έκανε τον προκάτοχο του σημαντικό και το φτάνει στα άκρα με χαρακτηριστική άνεση.
Τα Baraka και Samsara είναι οι ταινίες που αναφέρω πιο συχνά όταν μοιράζομαι τους τίτλους των αγαπημένων μου ταινιών. Κατά κάποιον τρόπο, νιώθω ότι με αυτές ο Ron Fricke άγγιξε κάποιου είδους τελειότητα στην τέχνη του κινηματογράφου, και το λέω αυτό όχι με ενθουσιασμό, αλλά με ευλάβεια.
Οι ταινίες αυτές δεν είναι για όλους – ίσως αν έχετε διάσπαση προσοχής να θέλετε να κοιτάξετε αλλού – αλλά αν κι εσείς πιστεύετε ότι πολλά και σημαντικά μπορούν να ειπωθούν χωρίς λέξεις και με μια μη-λεκτική επικοινωνία, με τη γλώσσα της φύσης και του υπερβατικού, αυτές οι ταινίες μπορεί να μαγέψουν κι εσάς.
Οι κριτικές του Roger Ebert για το Baraka και το Samsara τα λένε πολύ καλά – αν στέλναμε άλλο ένα Voyager σαν μπουκάλι στον ωκεανό των ωκεανών, θα μπορούσε να κουβαλάει μαζί του αυτές τις ταινίες για να τις βρουν οι εξωγήινοι φίλοι μας. Ποιος ξέρει αν μετά θα στενοχωρηθούν ή όχι που στο μεταξύ θα έχουμε αφανίσει τον εαυτό μας από προσώπου Γης;
Jiro: Dream of Sushi (2011)
Όλοι μας έχουμε προβλήματα συγκέντρωσης πλέον. Δεν ξέρω για εσάς, αλλά πολύ συχνά αναρωτιέμαι τι θα μπορούσα να πετύχω αν έκανα μόνο ένα πράγμα για το υπόλοιπο της ζωής μου.
Στη περίπτωση του Jiro Ono, του κεντρικού προσωπού του Jiro: Dream of Sushi, βλέπουμε όντως έναν άνθρωπο να κάνει ένα πράγμα και να αφιερώνει τα πάντα στην τέχνη του. Ο Jiro-sensei φτιάχνει σούσι από την παιδική του ηλικία στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο μέχρι και σήμερα που είναι 95 χρονών και συνεχίζει να δουλεύει στο εστιατόριο του. Δεν έχει κάνει διακοπές πέρα από τις αργίες, δεν έχει χάσει σχεδόν ποτέ μέρα στο εστιατόριο του, που το έχει από το 1965, όλοι οι γιοι του δουλεύουν μαζί του ή γι’ αυτόν πλέον (αλλά και δεν τον έβλεπαν ποτέ σπίτι όσο μεγάλωναν, γιατί πολύ απλά ο Jiro-san ήταν πάντα στη δουλειά). Μαθητευόμενοι σεφ στο εστιατόριο του δεν πιάνουν ψάρι στο εστιατόριο πριν περάσουν τουλάχιστον δέκα χρόνια στην κουζίνα.
Το Sukiyabashi Jiro θεωρείται μάλλον το καλύτερο εστιατόριο sushi στο Τόκιο – και παραπέρα. Ποιες όμως είναι οι θυσίες που πρέπει να κάνει κανείς για να είναι ο τοπ των τοπ, ο δάσκαλος των δασκάλων, ο σένσεϊ των σένσεϊ; Πώς μεταφράζεται η καθημερινή εμπειρία τριβής με κάτι επί 80+ χρόνια με ελάχιστα διαλείμματα; Πόσο καλύτερο σούσι φτιάχνει από κάποιον ο οποίος καταπιάστηκε με το σούσι «μόλις« 40 χρόνια σκάρτα, για παράδειγμα;
Υπάρχει κάτι το οποίο δεν θα μπορούσε να κάνει ο καθένας μας με τόση τριβή; Λένε ότι η μαεστρία σε κάτι έρχεται με 10.000 ώρες ενασχόλησης – για δοκιμάστε, κύριοι, 30.000 ημέρες… Υπάρχει κάποιο κενό που γεμίζει ο κύριος Jiro αφιερώνοντας τον εαυτό του στη δουλειά του, ή μας αρκεί να μείνουμε σε αυτό που λέει ο ίδιος: ότι αν κανείς αγαπάει τη δουλειά του, το λιγότερο που μπορεί να κάνει για να την τιμήσει είναι να αφιερωθεί σε αυτή ψυχή τε και σώματι;
Όλοι μας θέλουμε να είμαστε λίγο σαν τον Jiro. Τα μεταξωτά βρακιά όμως θέλουν και επιδέξιους κώλους. Να τι συμβαίνει όταν ο κώλος έχει προϋπηρεσία πάνω από 2 φορές τα χρόνια μου…
Αγέλαστος Πέτρα (2000)
Όταν ήμουν μικρός (η ταινία βγήκε όταν ήμουν 11 χρονών), νόμιζα ότι το «Αγέλαστος Πέτρα» αναφερόταν σε κάποιον τύπο στιλ Πολύ Σκληρός Για Να Πεθάνει («φέτος το καλοκαίρι, ο Jason Statham είναι αγέλαστος πέτρα»…) και κάθε φορά που το σκεφτόμουν μου έσκαγα ένα εσωτερικό χαμόγελο.
Πού να ήξερα ότι αυτή η ταινία θα με συγκλόνιζε στην ενήλικη ζωή μου!
Στα 10 χρόνια που διήρκησαν τα γυρίσματα της Αγέλαστου Πέτρας, ο Φίλιππος Κουτσαφτής εμπνεύστηκε από τη σύγχρονη Ελευσίνα και τη μεταμόρφωση της στα τέλη του 20ου αιώνα από το κέντρο των ίσως πιο ιερών και μυστήριων μυστηρίων της Αρχαίας Ελλάδας στην πιο εκβιομηχανισμένη περιοχή της σύγχρονης. Στο διάστημα αυτό, βλέπουμε παιδιά να ενηλικιώνονται, παππούδες να γερνάνε ή να πεθαίνουν, και τους εκσκαφείς να δουλεύουν…
Η ευαισθησία, ο σεβασμός αλλά και οι βαθιές γνώσεις της ιστορίας του τόπου που φανερώνονται μέσα από την αφήγηση του Κουτσαφτή με συνεπαίρνουν κάθε φορά. Πόσο όντως κι εμείς σήμερα σεβόμαστε, ή έστω απλά γνωρίζουμε, την ιστορία της οποίας κομπιάζουμε ότι είμαστε κληρονόμοι;
Η Αγέλαστος Πέτρα είναι ένα έργο που δείχνει με τον καλύτερο τρόπο πώς μπορεί κανείς να αγαπήσει τις πέτρες και να βρει τη ζωή εκεί που οι περισσότεροι απλά βλέπουν ερείπια που η μόνη τους χρήση είναι να προσδίδουν κάποιο νεφελώδες γόητρο στους ίδιους.
Earthlings (2005)
Το Earthlings ήταν από τα πρώτα ντοκιμαντέρ που (απ’ όσο ξέρω) ξεκίνησαν το κύμα ταινιών που αποκάλυπταν την σκληρή πραγματικότητα όσον αφορά την κακοποίηση και τον συστηματικό βασανισμό και την εξόντωση ζώων για την παραγωγή κρέατος, γούνας, σε δοκιμές για καλλυντικά, σε επιστημονικά εργαστήρια, σε τσίρκο κτλ.
Ήταν από τα έργα που φοβόμουν να δω γιατί ήξερα ότι οι εικόνες που θα έβλεπα είχαν γυριστεί με τον ρητό σκοπό να σοκάρουν με την ωμότητα τους. Ήμουν κι εγώ ένας από αυτούς που σήμερα κατακρίνω: σκόπιμα απέφευγα να βλέπω τέτοιες ταινίες ούτως ώστε να μπορώ να συνεχίσω τη ζωή μου απρόσκοπτα κι ατραυμάτιστα. «Αν δεν το βλέπω, δεν υπάρχει» – θα το λέγαμε και στρουθοκαμηλισμό, αν και κάπου διάβαζα ότι οι στρουθοκάμηλοι τελικά δεν χώνουν το κεφάλι τους στην άμμο, τσάμπα τις κοροϊδεύαμε – το ανθρώπινο είδος το κάνει αυτό πολύ πιο επιδέξια…
Τελικά το είδα το Earthlings, πάνω από 10 χρόνια πριν, με όλη μου την παρέα στη Μυτιλήνη τότε. Μαζί με την ανάγνωση του Eating Animals, τελικά ήταν σημείο καμπής για εμένα, και η αρχή της ζωής μου ως vegetarian/επιλεκτικού παμφάγου.
Και τώρα θέλω να δω την καινούργια ταινία του Joaquin Phoenix, το Dominion. Μακάρι ο κύριος Phoenix να γινόταν o αντίστοιχος Joker των πανταχού υπερασπιστών των δικαιωμάτων των ζώων, αν και το κίνημα αυτό μεγαλώνει πολύ γρήγορα και χωρίς τη βοήθεια υπεραντιηρώων…
Free Solo (2018)
Μόνο που βλέπω αυτή τη φωτογραφία, ούτε καν κινούμενο απόσπασμα αυτής της ταινίας, νιώθω ένα ενστινκτώδες, υψοφοβικό γαργαλητό στο στομάχι και προς τα κάτω.
Στο Free Solo βλέπουμε την ανάβαση χωρίς προστασίες ενός από τους πιο δύσκολους γκρεμούς στον κόσμο της ελεύθερης αναρρίχησης, του El Capitán στην Καλιφόρνια. O Alex Hammond έκανε αυτό το υπεράνθρωπο κατόρθωμα, αναρριχήθηκε 900+ μέτρα (περίπου 3 πύργους του Άιφελ) όπου οποιοδήποτε σφάλμα ή γλίστρημα θα του κόστιζε τη ζωή. Και όχι μόνο αυτό – ένα σούπερ συνεργείο ήταν εκεί για να καταγράψει όλη την ιστορία, από την αρχή της προετοιμασίας μέχρι την ίδια την επική αναρρίχηση, μαζί με όλα τα υπαρκτά στραβοπατήματα που, ευτυχώς, δεν ήταν αρκετά για να σταματήσουν αυτό τον άθλο.
Το αποτέλεσμα; Η ιστορία ενός σύγχρονου θαύματος ειπωμένη μέσα από ένα ντοκιμαντέρ-διαμάντι με τα όλα του που πήρε το Όσκαρ το 2018. Δεν ξέρεις σε αυτή την περίπτωση ποιον να πρωτοθαυμάσεις – τον πρωταγωνιστή ή την ομάδα παραγωγής. Δεν έχει σημασία: το αποτέλεσμα είναι βαθιά εμπνευστικό, μια ατόφια ωδή στη δύναμη της θέλησης, του πείσματος, του οραμάτος και της προσπάθειας. This is what happens when you never give up.
The Cove (2009)
Άλλο οσκαρικό ντοκιμαντέρ, ξανά πιο οικολογικό. To The Cove είναι η ταινία που ξεσκέπασε το ετήσιο λουτρό αίματος που λαμβάνει χώρα κάθε χρόνο σε έναν πολύ συγκεκριμένο ορμό στο Taiji, στην Ιαπωνία. Εκεί, εκατοντάδες δελφίνια και κητώδη βρίσκουν το θάνατο κάθε χρόνο για να κρατήσουν ζωντανή μια αρχαία παράδοση – και να θρέψουν πεινασμένους κάφρους ιάπωνες (οι οποίοι δυστυχώς-ευτυχώς δεν περιορίζονται στα ωμά ψάρια που είδαμε πιο πάνω), αλλά και να πωληθούν σε μακρινές χώρες ώστε να προσφέρουν φτηνή τέρψη σε μη-ιάπωνες που ενθουσιάζονται όταν βλέπουν ευφυέστατα κητώδη να κάνουν ταπεινωτικά κόλπα.
Προφανώς η ομάδα παραγωγής ήταν ανεπιθύμητη στον χώρο, οπότε η όλη ιστορία έχει κι έναν αέρα «θα τα καταφέρουν άραγε; Πώς;»
Τα δελφίνια είναι από τα αγαπημένα μου ζώα από τότε που ήμουν μικρός. Τα βρίσκω απόκοσμα, σαγηνευτικά – το πιο κοντινό πράγμα που έχουμε σε πραγματικούς εξωγήινους εδώ στη Γη (“so long and thanks for all the fish”) μόνο που αυτοί οι εξωγήινοι ζουν στη θάλασσα. Και δεν είναι τυχαίο ότι οι θάλασσες για τους περισσότερους ανθρώπους θα μπορούσαν να είναι και άλλος πλανήτης…
Και τι κάνουμε εμείς οι πίθηκοι με αυτά τα απίστευτα πλάσματα; Τα σφάζουμε σαν χασάπηδες ή τα αιχμαλωτίζουμε για να πάνε να διασκεδάσουν άλλους άτριχους εξολοθρευτές πιθήκους.
Θυμάμαι, όταν το είδα, έμενα στη Δανία και συγκατοικούσα στον ίδιο όροφο με μια ιαπωνέζα. Την είχα ρωτήσει αν ήξερε για την ταινία και αν ήξερε για ό,τι πραγματευόταν. Μου είχε δείξει σημάδια πλήρους άγνοιας. Κι όντως, η ταινία αυτή δεν είχε την καλύτερη αποδοχή στην Ιαπωνία πριν 10 χρόνια όταν ήταν πολύ στο προσκήνιο. Αναρωτιέμαι πώς να είναι τα πράγματα τώρα.
Γκουγκλάροντας τις λέξεις dolphin man, βρήκα αυτό. Απλά το αναφέρω.
Το Dolphin Man καταγράφει τη ζωή του Jacques Mayol, του ανθρώπου του οποίου η ζωή επίσης ενέπνευσε μία ταινία, μυθοπλασίας αυτή τη φορά, το Απέραντο Γαλάζιο, και του πρώτου ανθρώπου που καταδύθηκε σε βάθος 100 μέτρων (στα 49 του, το 1976), γίνοντας ο αντίστοιχος Felix Baumgartner της εποχής του. Εκείνη την περίοδο θεωρούταν μεγάλο ρεκόρ. Αλήθεια, τι είναι αυτό που κάνει τα ρεκόρ να καταρρίπτονται πανεύκολα μόλις ο πρώτος κάνει την αρχή;
Η ιστορία του Μαγιόλ είναι μια σπάνια ματιά στη ζωή ενός ανθρώπου που έγινε διάσημος, τα είχε όλα – και η ζωή του τα πήρε πίσω με την κατάθλιψη που στα 74 του τον ώθησε να βάλει τέλος στη ζωή του. Στο ενδιάμεσο όμως, σε νεαρή ηλικία έμαθε να κολυμπάει και να καταδύεται μέσα από την επαφή του με ένα αρσενικό δελφίνι ονόματι Clown. Κοντά του και μιμούντας το, o Mayol έμαθε να κρατάει την αναπνοή του μέσα στο νερό για μεγαλύτερη διάρκεια. Μεγαλώνοντας, η γιόγκα και ο έλεγχος της αναπνοής τον βοήθησε να φτάσει σε βάθη που κανένας άνθρωπος δεν είχε φτάσει μέχρι χωρίς εξοπλισμό.
Δεν θυμάμαι να αναφέρεται στην ταινία, αλλά διαβάζοντας για αυτόν, είδα ότι λίγο καιρό πριν πεθάνει, εξέδωσε το βιβλίο Homo Delphinus, όπου εξηγούσε γιατί περισσότεροι άνθρωποι θα έπρεπε να παραδειγματιστούμε από την υπεράνθρωπη σχέση του ιδίου με τη θάλασσα. Αλήθεια, τι να του έλειψε από τη ζωή που να σταμάτησε να μπορεί να του προσφέρε το απέραντο γαλάζιο;
Ο σκηνοθέτης του Dolphin Man είναι ο Λευτέρης Χαρίτος, ο οποίος πλέον είναι γνωστός ως ο σκηνοθέτης του ελληνικού τηλεοπτικού χιτ Άγριες Μέλισσες. Μάλλον η ιστορία δεν θα τον θυμάται για το πολύ καλό ντοκυμανταίρ που έκανε πριν η φήμη της υπερεπιτυχιμένης σαπουνόπερας τον υπερκεράσει σχεδόν ολοκληρωτικά. Δεν ξέρω πώς νιώθει ο ίδιος γι’ αυτό.
The Lightbulb Conspiracy (2010)
Στο πυροσβεστικό τμήμα του Λίβερμορ της Καλιφόρνια υπάρχει μια λάμπα η οποία καίει από το 1900, αν και πλέον αμυδρά. Μπορεί να αναρωτιέστε πώς δεν έχει καεί ακόμα. Και εδώ ξεκινάει η συνωμοσία του γλόμπου.
Όταν οι λάμπες εφευρέθηκαν τον 19ο αιώνα, το νήμα πυρακτώσεως είχε ένα πάχος το οποίο εξασφάλιζε στους γλόμπους τη μέγιστη διάρκεια ζωής – «τα φτιάχναν αλλιώς παλιά». Μετά από ένα τεράστιο aha! moment, οι κατασκευαστές λαμπών συνειδητοποίησαν ότι μπορούσαν να βγάζουν απείρως περισσότερα λεφτά αν οι λάμπες που πουλούσαν είχαν ημερομηνία λήξης. Έτσι, θέσπισαν το Phoebus, ένα υπερατλαντικό καρτέλ μεταξύ πολυεθνικών όπως οι Philips και Osram και όλες μαζί αντικατέστησαν τις ανθεκτικές λάμπες τους με γλόμπους που είχαν περιορισμένη διάρκεια ζωής και η οποία άρχισε να απαριθμείται σε χιλιάδες ώρες, που μπορεί να ακούγεται εντυπωσιακό σήμερα, αλλά κάποτε το προσδόκιμο μετριόταν σε δεκαετίες.
Ο Β’ ΠΠ έσπασε το καρτέλ, αλλά οι πρακτικές αυτές παρείσφυσαν σε όλη τη βιομηχανία καταναλωτικών αγαθών. Το Lightbulb Conspiracy ουσιαστικά μιλάει για τo planned obsolescence, την προσχεδιασμένη «ημερομηνία λήξης» των αγαθών. Τα παραδείγματα του είναι από την προηγούμενη δεκαετία, όπως εκτυπωτές που έχουν ενσωματωμένα κυκλώματα αυτοκαταστροφής α λα Αστυνόμου Σαΐνη, τα νάιλον καλσόν, τα οποία θα μπορούσαν πολύ εύκολα να μην σκίζονται μετά από μία χρήση ή τις μπαταρίες των iPod, που μόλις πριν 10 χρόνια ήταν από τις πρώτες συσκευές των οποίων οι μπαταρίες αλλάζανε μόνο με ακριβό σέρβις.
Αυτή η ταινία κάνει ξεκάθαρο ότι τα πράγματα θα μπορούσαν να είναι διαφορετικά. Απλά το καταναλωτικό μοντέλο θα έπρεπε κι αυτό να είναι αγνώριστο. Πιθανόν να ήταν «πλήρωνε πολύ επί μια φορά αντί για λίγο επί είκοσι».
Sans Soleil (1983)
Ένα ταξιδιωτικό ημερολόγιο που γυρίστηκε σε ταινία. Στο άρθρο της Wikipedia για το Sans Soleil λέει τα εξής:
είναι ένας στοχασμός σχετικά με τη φύση της ανθρώπινης μνήμης, επιδείχνοντας την ανικανότητα μας να ανακαλέσουμε τα συμφραζόμενα και τις λεπτομέρειες των αναμνήσεων και πώς επηρεάζεται κατά συνέπεια η αντίληψη των παγκόσμιων και των προσωπικών μας ιστοριών.
Με έκανε να θέλω κι εγώ να (ξανα)ξεκινήσω τα ταξίδια το συντομότερο.
Πολύ ενδιαφέροντα τα πλάνα από την Ιαπωνία των ’70s – έχουν κάτι το νοσταλγικό / city pop. Επίσης, Ισλανδία – επίσης των ’70s!
Age of Stupid (2009)
Θυμάμαι είχα δει το Age of Stupid στο Θέατρο Φ.Ο.Μ. στη Μυτιλήνη και μου είχε κάνει τεράστια εντύπωση. Είναι μια ματιά από το έτος 2055, αφού η Γη καταστράφηκε από την κλιματική αλλαγή, σε μια χρονοκάψουλα με πλάνα αρχείου από το 2007 τα οποία δείχνουν τι κάναμε λάθος και καταλήξαμε εκεί που καταλήξαμε.
Κοντά στο τέλος της ταινίας έχει μια σεκάνς όπου πάει χρόνο-χρόνο από το 2007 μέχρι το 2055 με φανταστικά αποσπάσματα από δελτία ειδήσεων. Και γύρω στο 2028, ακούμε: “A new Channel 4 documentary asks: ‘Is global warming really happening?'”
Φέτος, το 2020, ο Αρκτικός Ωκεανός είναι πιο κοντά από ποτέ να μην παγώσει τον χειμώνα, αλλά ακόμα κάποιοι (πολλοί) αναρρωτιούνται…
Με μια πιο κυνική αλλά και περιέργως ελπιδοφόρα ματιά, σε αυτόν τον αιώνα της κατρακύλας, ίσως η αμνησία μας και η «ηληθιοποίηση» μας να είναι το μόνο που θα κρατήσει όσους επιζήσουν και τους απογόνους τους να συνεχίσουν την προσπαθεία. Οι επόμενες γενιές ίσως ποτέ δεν θα μάθουν τι είναι ακριβώς αυτό που χάθηκε, όπως εμείς δεν πενθούμε τους προγόνους ή τους πολιτισμούς τους που ποτέ δεν γνωρίσαμε.
Salt of the Earth (2014)
Μια ταινία του Wim Wenders για τη ζωή και το έργο του φωτογράφου Sebastião Salgado, σίγουρα ενός από τους σπουδαιότερους εν ζωή εικαστικούς της αποτύπωσης.
Μέσα από τις απρόμαυρες φωτογραφίες του βλέπουμε τις μεγαλύτερες ανθρωπιστικές κρίσεις στις δύο τελευταίες δεκαετίες του 20ου αιώνα, στη Νιγηρία, στη Ρουάντα, στο Κουβέιτ. Φωτογραφίες που μου έκοψαν τα πόδια αλλά δεν μπορούσα να σταματάω να τις κοιτάζω. Είναι αυτό που θα έπρεπε να είναι η τέχνη του φωτορεπορτάζ σήμερα – η αποτύπωση στιγμών τόσο μακριά από εμάς με έναν τρόπο τόσο άμεσο αλλά και άρτιο που σε απλά σε αναγκάζει να κοιτάξεις όταν το να κοιτάξεις αλλού γίνεται αδύνατο. Και να πώς η δύναμη της εικόνας σε μια εποχή που τη θεωρεί αυτονόητη επιστρέφει μέσα σε μια στιγμή.
Ο Salgado εξουθενώθηκε τόσο πολύ μετά τις δεκαετίες αποτύπωσης της φρίκης, ειδικά μετά την αποστολή του στη Ρουάντα κατά τη διάρκεια του εμφυλίου, που αποφάσισε να αφήσει τη φωτογράφιση βασανισμένων ανθρώπων και να ασχοληθεί με τη γυναίκα του με το να κάνουν την περιοχή στη Βραζιλία όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε ξανά δάσος, φυτεύοντας εκατομμύρια δέντρα.
Το εγχείρημα του ήταν τόσο πετυχημένο που τον ενέπνευσε να βγει και να εξερευνήσει τον πλανήτη και να τραβήξει φωτογραφίες των κατοίκων των πιο παρθένων περιοχών του – ανθρώπων και μη. Το αποτέλεσμα λειτουργεί πιο καλά από οποιοδήποτε οικολογικό μήνυμα.
Έχοντας μόλις τελειώσει αυτό το ντοκυμανταίρ (η αρχική έκδοση αυτού του ποστ δεν συμπεριλάμβανε Το Αλάτι της Γης), θέλω να κάνω τέσσερα πράγματα:
Να αποκτήσω όλα τα φωτογραφικά λευκώματα του Sebastiao Salgado (ενώ δεν έχω ούτε ένα φωτογραφικό λεύκωμα οποιουδήποτε φωτογράφου).
Να τραβάω συχνότερα σε ασπρόμαυρο.
Να επισκεφτώ το Instituto Terra που μου έριξε το σαγόνι στο πάτωμα.
Να συμμετέχω ή να δημιουργήσω κάποιο εγχείρημα αναδάσωσης και αναζωογόνησης της φύσης σε τόσα αποψιλωμένα μέρη στον κόσμο που θα μπορούσαν να είναι επίγειοι παράδεισοι, αρκεί κάποιος να αποφάσιζε να βάλει το χεράκι του – και την καρδούλα του.
Searching for Sugar Man (2012)
To Searching for Sugar Man είναι η ιστορία ενός ροκ σταρ που ήταν τόσο διάσημος όσο ο Χέντριξ ή ο Μόρισον… αλλά σε μία μόνο χώρα. Ο Rodriguez έμεινε για σχεδόν 40 χρόνια τελείως άσημος στις ΗΠΑ, αλλά στη Νότιο Αφρική ξέρανε απ ‘έξω όλα του τα τραγούδια… εκτός από εκείνο ή εκείνα που είχαν λογοκριθεί από την κρατική λογοκρισία με τις συστηματικές χαρακιές στους δίσκους βινυλίου.
Η ταινία ακολουθεί το τι συνέβη ακριβώς και ο Rodriguez γνώρισε την επιτυχία με τέτοια γεωγραφικά περιορισμένη ακρίβεια – αυτός και η εκπληκτική μουσική του (που το ντοκυμανταίρ αυτό την έστειλε ίσως 10 φορές μακρύτερα.)
Αλλά ενδιαφέρουσα είναι και η ίδια η ιστορία του Rodriguez και πώς από χτίστης (;) έγινε ένας ασήμαντος καλλιτέχνης που θα τον γνώριζαν μόνο συλλέκτες, ξανάγινε χτίστης και συνέχισε τη ζωή του για 30 χρόνια – μέχρι που ξαφνικά και από τη μια στιγμή στην άλλη το 1998 πάτησε το πόδι του σε μια χώρα που στην κυριολεξία τον λάτρευε.
Πώς πρέπει να νιώθει αυτός ο άνθρωπος σήμερα; Νιώθει ευτυχία; Συνήθισε ήδη στην ιδέα και τώρα πάει για γκολφ; Να συνεχίζει άραγε να σιγομουρμουρίζει τα τραγούδια του;
Kαι τι νιώθει άραγε που αυτό το περιστατικό της ζωής του ενέπνευσε μια ταινία που με τη σειρά της κέρδισε το όσκαρ καλύτερου ντοκυμανταίρ και έστειλε τη μουσική σε αυτιά που ποτέ δεν θα την άκουγαν;
Και, άραγε, πόσοι άγνωστοι, εν δυνάμει αλλά κατά τ’ άλλα ανενεργοί Rodriguez υπάρχουν έκει έξω που έχουν γράψει δυο δίσκους διαμάντια αλλά ξανάγιναν χτίστες και δεν τους θυμάται ούτε θα κάνει ποτέ ταινία γι’ αυτούς κανείς;
Exit Through the Gift Shop (2010)
Θυμάμαι ελάχιστες λεπτομέρεις σχετικά με το Exit Through the Gift Shop. Θυμάμαι ότι είναι ταινία του Bansky και μπορώ να σας πω ότι το γεγονός ότι το πρώτο πράγμα που αναρωτιέται κανείς έχοντας δει την ταινία είναι αν είναι αυθεντική είναι ενδεικτικότατο.
Και τώρα, χρόνια μετά, που η άποψη ότι είναι σκηνοθετημένή αντί για πραγματικό ντοκυμανταίρ έχει μάλλον επικρατήσει, διάβασα ότι οι ίδιοι οι δημιουργοί της ταινίας δηλώνουν απογοητευμένοι που το ντοκυμανταίρ τους απέκτησε αυτή τη φήμη. Μια ιστορία τόσο τρελή που τελικά δεν την πιστεύει κανείς.
Αυτή η post-truth συνιστώσα του Exit Through the Gift Shop νομίζω ότι το κάνει το πιο αντιπροσωπευτικό ντοκυμανταίρ μέχρι σήμερα του πώς είναι να είσαι νοήμον ανθρώπινο ον στις αρχές του 21ου αιώνα.
Honeyland (2019)
Άλλη μια ταινία που μπλέκει τα όρια της μυθοπλασίας και του ντοκυμανταίρ, αυτή τη φορά από τη βόρεια γείτονα μας, τη Βόρεια Μακεδονία. Επισκεφθήκαμε τα Σκόπια τον Φεβρουάριο και ό φιλος που μας φιλοξένησε, του οποίου ο πατέρας είναι μελισσοκόμος, δεν την είχε δει. Περίεργο…
Πρωταγωνίστρια μία από τις τελευταίες εναπομείνουσες συλλέκτριες άγριου μελιού στην Ευρώπη. Ερημίτρια, κάτοικος ενός απομονωμένου χωριού, με μόνη της συντροφιά την κατάκοιτη, τυφλή μάνα της, άντε και κανένα γατί, η θεμελιακή της αρχή σε σχέση με τις μέλισσες είναι πάντα να παίρνει μόνο το μισό μέλι και να αφήνει το υπόλοιπο για το μελίσσι.
Σημείωση: η συμβατική μελισσοκομία δεν αφήνει τίποτα για τις μέλισσες και συχνά υποκαθιστά με απλό ζαχαρόνερο το θρεπτικό μέλι που έχουν παράξει. Μην ξεχνάτε, το μέλι προορίζεται για να καταναλωθεί από το μελίσσι. Ίσως οι βίγκαν να έχουν κάπου δίκιο σχετικά με το πώς φερόμαστε σε αυτές τις ευαίσθητες υπάρξεις στις οποίες χρωστάμε τόσα.
Δεν θα σας αποκαλύψω το κεντρικό θέμα της πλοκής (ναι έχει και πλοκή!), αλλά η όλη ταινία τελικά γίνεται μία αλληγορία για τον γρήγορο, αδίστακτο καπιταλισμό που εκμεταλλεύεται αναγκαστικά τη φύση και ο οποίος μπορεί να κάνει την εμφάνιση του ακόμα και σε τόσο αρχέγονες κοινωνίες, αλλά και ταυτόχρονα πώς ο άνθρωπος μπορεί να ζήσει σε συνεργασία μαζί της χωρίς να την βιάζει προς ιδίον όφελος.
Το Honeyland ήταν η πρώτη ταινία η οποία ήταν ταυτόχρονα υποψήφια για τα Όσκαρ ντοκυμανταίρκαι ξενόγλωσσης ταινίας το 2020. Τελικά κέρδισε στην πρώτη κατηγορία και ίσως να είχε κερδίσει και στην δεύτερη αν τα Παράσιτα δεν είχαν αφήσει όλον τον κόσμο (μαζί τους κι εμένα) με το στόμα ανοιχτό. Ίσως το Honeyland να άξιζε και το όσκαρ ξενόγλωσσης μόνο και μόνο για να γίνει ακόμα πιο γνωστή – είναι ένα πραγματικά σπάνιο αριστούργημα.
The Game Changers (2018)
Όταν αυτή η ταινία βγήκε στο Netflix, μου την πρότειναν τουλάχιστον 3 διαφορετικοι γνωστοί μου. Αυτό το έργο τους έκανε να σκεφτούν να στραφούν στο βιγκανισμό όταν άλλα έργα στο μήκος κύματος του Earthlings είχαν αποτύχει.
Η αλήθεια είναι ότι όσοι λένε ότι ακολουθούν μια διατροφή που βασίζεται σε φυτά (plant-based diet), συνήθως θέλουν να πουν ότι είναι βίγκαν αλλά δεν θέλουν να ταυτιστούν με το πολιτικό στίγμα του βιγκανισμού. Μια δειλή κίνηση για κάποιους, όμως είναι κι αυτός άλλος ένας τρόπος να μειωθεί η παγκόσμια κατανάλωση κρέατος. Ο σκοπός αγιάζει τα μέσα;
Το Game Changers (λινκ για την ταινία στο Youtube, παραθέτω με κάθε επιφύλαξη – ποιος ξέρει πόσο ακόμα θα υπάρχει; Πάρτε και λινκ για άρθρο στη Wikipedia) εξετάζει το κατά πόσο μία καθαρά ή ως επί το πλείστον αυστηρά χορτοφαγική διατροφή είναι πιο υγιεινή από τη συνηθισμένη παμφάγα ή ακόμα και κρεατοφαγική διατροφή η οποία είναι τόσο συνηθισμένη στον ανεπτυγμένο κόσμο. Παίρνει συνεντεύξεις κυρίως από αθλητές, strongmen και ινδαλματικές φιγούρες της ωμής δύναμης όπως ο Arnold Schwarzenegger, ο οποίος και αυτός δηλώνει plant-based εδώ και κάποια χρόνια.
Ο κύριος Psychoyos (ο οποίος σκηνοθέτησε το The Cove για το οποίο γράφω παραπάνω και που φαίνεται ότι ασχολείται σοβαρά με οικολογικά και φιλοζωικά θέματα) έχει ξεσηκώσει θύελλα αντιπαραθέσεων με το έργο του και όπως κάθε φορά που ένα ανατρεπτικό πόνημα κερδίζει τα φώτα της δημοσιότητας, έχει δεχτεί πολλή κριτική από «ειδικούς της διατροφής».
Δεν είμαι σε θέση να ξέρω ποια μεριά έχει τελικά δίκιο – παραδέχομαι ότι κάποια από τα επιχειρήματα κατά του κρέατος ήταν τραβηγμένα, αλλά παρακολουθώ τη συζήτηση με ενδιαφέρον. Άλλα επιχειρήματα που χρησιμοποίησαν όσοι άσκησαν κριτική στην ταινία σχετικά με έρευνες πληρωμένες από τη βιομηχανία βίγκαν προϊόντων φαίνεται να αγνοούν ότι το ίδιο ακριβώς πρόβλημα ισχύει και από την αντιπέρα όχθη, η οποία έχει σίγουρα πολύ πιο βαθιές τσέπες. Μπορείτε να ακολουθήσετε αυτήν την (τετράωρη!) συζήτηση σε αυτό το επεισόδιο του Joe Rogan Experience ή να δείτε αυτό το μάλλον καλοζυγισμένο review.
Τέλος πάντων: αυτή η μανία να ξεψυρρίζουμε τα επιχειρήματα σχετικά με τη διατροφή είναι απλά παράδοξη, και μάλλον ύποπτη, όταν τα οικολογικά ή φιλοζωϊκά επιχειρήματα υπέρ μιας χορτοφαγικής ή αμιγώς χορτοφαγική διατροφής είναι απλώς αδιαπραγμάτευτα.
Heima (2007)
Για χρόνια είχα μια αφίσα του Heima που με ακολουθούσε σε διάφορα σπίτια από τα οποία πέρασα. Πρόσφατα την ξεφορτώθηκα γιατί πλέον είχε φθαρεί αρκετά, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι το Heima δεν συνεχίζει να έχει μια θέση στην καρδιά μου.
Η ιδέα της ταινίας απλή: οι Sigúr Rós κάνουν περιοδεία στην πατρίδα τους (“heima” — κάτι σαν το “Heimat” στα γερμανικά), την Ισλανδία, και μέσα από την μουσική τους ανακαλύπτουμε τη μαγευτική αυτή χώρα, κάθε χωριό ή πόλη κι ένα τραγούδι. Είχα την τύχη να επισκεφθώ την Ισλανδία το 2017 με τη Μαριλένα (με την οποία μοιραζόμαστε την αγάπη για αυτό το θρυλικό συγκρότημα) και είδαμε και τους Sigúr Rós στο Reykjavík, αλλά δεν ήταν καλοκαίρι…
Ακόμα δεν έχουμε δει το Heima μαζί με τη Μαριλένα, αλλά θα γίνει κι αυτό κάποια στίγμη.
Jodorowsky’s Dune (2013)
Το storyboard της σπουδαιότερης ταινίας που δεν γυρίστηκε ποτέ.
Γνωρίζετε τον Alejandro Jodorowsky? Εγώ δεν τον ήξερα πριν δω αυτή την ταινία, αν και είχα ακουστά και τελικά είχα την τύχη να δω σε μεγάλη οθόνη το Holy Mountain. Ποιος είναι ο κύριος; Γκουχ – Βικιπαίδεια, έλα να με σώσεις για άλλη μια φορά: «Since 1948, Jodorowsky has worked as a novelist, screenwriter, a poet, a playwright, an essayist, a film and theater director and producer, an actor, a film editor, a comics writer, a musician and composer, a philosopher, a puppeteer, a mime, a psychologist and psychoanalyst, a draughtsman, a painter, a sculptor, and a spiritual guru».
Κάποια στιγμή στην καριέρα του, ο εξαιρετικά δημιουργικός αυτός κύριος αποφάσισε να ασχοληθεί με το βιβλίο που κέρδισε τις καρδιές μιας ολόκληρη γενιάς, το ιερό τέρας της επιστημονικής φαντασίας (κι ένα απο τα δικά μου αγαπημένα βιβλία), το Dune του 1965 (κριτική μου στα αγγλικά εδώ).
Αντίθετα όμως από τους περισσότερους σκηνοθέτες, ειδικά στις μέρες μας, που προσπαθούν να κρατήσουν την ταινία όσο πιο κοντά στο βιβλίο μπορούν, ο Jodorowsky προσπάθησε να κάνει το αντίθετο: να χρησιμοποιήσει το βιβλίο σαν πρόσχημα για μια φαντασμαγορία που είχε σκοπό να αλλάξει τα μυαλά των νέων «σαν μια εμπειρία με LSD». Δεν είμαι καν σίγουρος αν είχε διαβάσει το βιβλίο, το οποίο μου φαίνεται απλά φοβερά αστείο και τρομερά in-character.
Προβλήματα χρηματοδότησης τελικά σήμαιναν ότι το Dune δια χειρός Jodorowsky θα έμενε για πάντα ένα βήμα πριν την παραγώγη, στο storyboard, το εξώφυλλο του οποίου βλέπετε παραπάνω. Αν είχε γυριστεί αυτή η ταινία, οι συντελεστές της θα συμπεριλάμβαναν τους Moebius, Pink Floyd, H.R. Geiger, Salvador Dalí, Mick Jagger, Orson Welles… Θα έμενε στην ιστορία – αν όχι σαν μια ταινία που θα άλλαζε τον κόσμο, σίγουρα σαν μια παράξενη και αξιοσημείωτη σελίδα στην ιστορία της τέχνης.
Επίσης, δεν θα είχε έρθει ποτέ στα χέρια μας αυτό το σπαρταριστό ντοκυμανταίρ χάρη στο οποίο γνωρίζω τελικά σήμερα και για τον Jodorowsky και για αυτή την ταινία η οποία μου ξύπνησε το αγαπημένο μου είδους φαντασίας: αυτή του what if?
Κάποιες από αυτές τις ταινίες είναι λίγο πιο δύσκολο να τις βρείτε. Συνιστώ να δοκιμάσετε το Cinobo, το οποίο έχει αρκετές από αυτές τις πιο δυσεύρετες και αξίζει γενικά τη μηνιαία συνδρομή του.
A couple of days ago, I started reading this article by Martjin Schirp on High Existence about procrastination. I also started reading The Power of Habit. Two quotes on life come to mind:
“Life is the sum of habits, only occasionally disturbed by a thought.”
Life is what happens to you while you’re busy making other plans.
So I had different people talk to me about the importance of refraining to kick cans down the road and of grabbing each proverbial bull by the horns. I’m in a “change my habits, change my life” space and telling me how I should be more proactive about things.
It’s no accident I’ve been stuck for more than six months on the Anti-procrastinator Challenge in my 30 Challenges to Enlightenment journey.
It’s not a serious synchronistic event, but I’m writing it down here as part of honoring my diary.
I first found out about Charles Eisenstein through his amazing essay The Coronation (audio version read by him here), where he looked at the coronavirus pandemic crisis as a crisis of humanity, its collectively pernicious relationship with death and its obsession with safety.
Then I listened to this discussion with Rebel Wisdom on roughly the same topic, and his appearance on the Rune Soup podcast where he presented his new book, Climate: A New Story.
What can I say? I’m positively stunned by this man. Very clear writing, solid arguments, a real plan, a holistic, systems-thinking worldview… and a love for nature I didn’t think was possible outside people who usually cannot express themselves in writing as concisely as Mr. Eisenstein.
As far as I’m concerned, if you consider yourself an ecologist, you must give Climate: A New Story a read. It will rock your world and make your question how much of a true ecologist you really are. And I’m leaving this with you in as positive and empowering a way as possible.
I’ve gathered together many of my clippings from my Kindle read and added headlines. I hope they give you an idea of what to expect.
Why ecosystems and ecology are intrinsically interlinked:
The crucial role of living systems in maintaining climate stability presents us with good news and bad news. The good news is that our world can survive, that it can potentially adapt to higher levels of greenhouse gases.
The bad news is that the ecosystems that can do this are in steep decline all over the world. That means, given positive feedback loops that are already releasing large amounts of carbon and methane from nonhuman sources, climate instability will continue to worsen even if we cut fossil fuel use to zero, unless we also heal and protect the forests, mangroves, seagrass, and so on. […]
To me the prospect of humanity persisting on a dead, denuded planet is more alarming than a future without humans.
On why renewables won’t save us and definitely not the planet:
Conceivably, we could find another fuel source and maintain the addiction to a system of economics and production that consumes the world.
On love:
Love is the expansion of self to include another, whose well-being becomes part of one’s own.
On compassion to our adversaries:
Does this mean we might as well give up on change? No. It means we need to ask, What are the circumstances that give birth to the choices that are harming the world? Engaging other people, we have to ask the question that defines compassion: What is it like to be you? The more we understand, the more we live in reality and the less we inhabit a fantasy world populated by our projections.
On the futility of quantifying the world:
The totalizing quest to capture the world in number never succeeds. Something always escapes the metrics and the models: the unmeasurable, the qualitative, and what seems irrelevant. Usually, the judgment as to what is relevant encodes the intellectual biases of those doing the measuring, and often the economic and political biases too. You might say that what is left out is our shadow. Like many things we ignore or suppress, it roars back in the form of perverse, unforeseeable consequences. Thus, although it is the epitome of rationality to make decisions by the numbers, the results often appear to be insane.
Is data really objective?
Thus, what we observe to be happening in the world says as much about ourselves as it does about the world.
On fatalism:
What does it matter, when one party disengages because they think there is no problem, and the other disengages because they think there’s no solution? […] Indeed fatalism is a mind-set that strengthens the trends that generate it by fostering compliance to those very trends. The compliance that fatalism effects is invisible to the fatalistic thinker, who does not regard him or herself as a conformist, but simply as a realist.
On scientific orthodoxy:
Dissidents complain about the difficulty they have obtaining research funding, getting published in journals, and getting their arguments taken seriously. Meanwhile, the defenders of orthodoxy cite the self-same lack of peer-reviewed journal publication as reason not to take unorthodox theories seriously. Their logic is basically: “These theories are not accepted; therefore they are not acceptable.” That is confirmation bias in a nutshell.
On why just measuring emissions is a really bad idea:
It isn’t only forests whose living complexity far exceeds our ability to measure, quantify, and reduce to data. What number should we give the climate contribution of sea otters? They don’t sequester carbon—but they keep down populations of sea urchins, which when unchecked destroy kelp forests that do absorb carbon and alkalize seawater, allowing shellfish to absorb even more carbon.
Wildlife in the current paradigm:
Lucky thing for the fish that they are saving us money. Lucky thing for the employees that they are more profitable healthy than sick. Lucky thing for the honeybees that they provide such economically valuable services. But too bad for anything or anyone whose value registers low on our meter. Do you know that feeling of enchantment on seeing a rare bird or on having a close encounter with an animal, seeing an eagle over the water, a whale spouting in the sea? Can you quantify how much poorer you would be without those beings? Come on, give me a number. Then we will know whether these are worth protecting.
Taking the sacredness of nature seriously:
If a forest is sacred to you, then how much would I have to pay you to cut it down? No amount would be enough, just as no amount of money would be enough to induce you to offer your mother or child for extermination.
On holistic medicine and verifiability:
The same point applies to holistic medicine. Because each body is unique, true holistic medicine is resistant to validation through controlling variables across standard diagnostic and therapeutic categories.
On aborigines in Australia exercising creative non-violence to protect their habitat, and winning:
As tensions were reaching their peak, Dan proposed an idea to a group of aborigines at the site. Everyone felt the foreboding that they were entering a losing battle, so why not try something else? Since they knew media helicopters were coming, why not make giant art installations visible from the air for them to film, instead of the usual script of police arresting activist hippies? The aborigines loved the idea, brought out their dreaming stories, and soon had sketched designs for two-hundred-foot giant rainbow serpents and other figures to be drawn on the ground with sacred ochre. They also planned to greet the police ceremonially, with giant fires making sacred eucalyptus smoke, and five hundred men painted in ceremonial colors with clapping sticks and didgeridoos. The next morning Dan got a phone call. The government had canceled the fracking license.
On why luck favors the bold:
Have you ever noticed in life that the most striking synchronicities seem to happen in times of uncertainty? When one moves to a new city without a plan, or travels without an itinerary, or does something out of the ordinary with no idea of what will happen, then quite often an amazing (sometimes life-changing) things happens.
[…] It is not enough to “send positive energy.” A sacrifice of some sort is required, something that involves risk or loss. It might be the sacrifice of time, energy, and money. It could be a sacrifice of certainty or control, an act that feels like a step into the true unknown. It could be a demonstration of commitment that feels real to you.
Pesticides in a nutshell, and why they need to be banned now:
We have basically conducted an eighty-year experiment to see what happens to the biosphere when we constantly dump poison into it. Life is resilient, so the effects were hard to notice at first, but they have gathered now to critical mass.
Ending on a hopeful note, on imagining what’s possible, not what’s realistic:
All of the policies and practices I have described are within reach right now. The vision of a Green World is not fantasy; nor, however, is it realistic. What it is, is possible. It requires each one of us to dedicate ourselves, unreasonably and with no guarantee of success, to our unique form of service. It requires that we trust our knowing that a healed world, a greened world, a more beautiful world is truly possible. I hope this book has amplified that calling and trued you to that possibility.