29η Φεβρουαρίου και 1η Μαρτίου

Τι κοινό έχουν αυτές οι δύο μέρες;

Όχι, δεν πρόκειται για το σημείο τομής τους, δηλαδή το δευτερολεπτο που η ώρα είναι ταυτόχρονα 24:00 και 00:00.

To κοινό τους είναι ότι με εκνευρίζουν.

Η 29η Φεβρουαρίου με εκνευρίζει γιατί είναι σημάδι του ατελούς μας ημερολογίου. Θα μου πείτε, πώς αλλιώς να αντιμετωπίσουμε το γεγονός ότι η Γη μας δεν ολοκληρώνει μια περιστροφή γύρω από το μητρικό της άστρο σε 365,00 μέρες αλλά σε 365,25 μέρες, που για να λέμε την αλήθεια αυτό το 0,25 είναι όσο ύποπτα στρογγυλό όσο τα μήλα στην Δανία ή ένα ζευγάρι πλαστικά βυζιά; Πού πάνε αυτές οι έξτρα έξι ώρες τον χρόνο; Κεφάλι σκρατς-σκρατς, μα σε μία επιπλέον μέρα κάθε τέσσερα χρόνια! Είναι μια έξυπνη λύση αλλά φαντάζει λίγο κομπογιαννίτικη. Δεν μπορώ να σκεφτώ άλλη πάντως, μην με κοιτάτε έτσι.

Η 1η Μαρτίου με εκνευρίζει γιατί ακούω συνέχεια τους ανθρώπους να λένε ο ένας στον άλλο αυτή την μέρα «καλή άνοιξη», λες και η άνοιξη αρχίζει σήμερα, με την κανονικότητα μιας μηχανής. Όχι, άνθρωποι, η άνοιξη ξεκινάει σε 3 βδομάδες από τώρα. Πάντως ΟΚ, τίποτα δεν μας εμποδίζει να λέμε «καλημέρα» από τη μία η ώρα τα ξημερώματα (χα! είπες ξημερώματα!), όμως δεν το συνηθίζουμε — εδώ λέμε καληνύχτα αν πάμε για ύπνο, ακόμα κι αν έξω έχει ξημερώσει…

Μάλλον βιαζόμαστε να μπει η άνοιξη, και μας δικαιολογώ εδώ που τα λέμε, σήμερα πάλι 5 βαθμούς είχε έξω

Σκέψεις για γενέθλια, Facebook και ευχές

Λοιόν σήμερα είχα τα γενέθλια μου. ΟΚ, εξαρτάται πώς ορίζετε το σήμερα. Αν είσαστε από αυτούς τους ενοχλητικούς που επιμένουν κάθε φορά μετά τα μεσάνυχτα να σε διορθώθουν όταν λες «σήμερα», τότε ναι, χτες ήταν τα γενέθλια μου, αφού γράφω τώρα σχεδόν 5 η ώρα το πρωί.

Μου ευχήθηκαν όλοι (ή σχεδόν όλοι :[ ) οι καλοί μου φίλοι, με αρκετούς από τους οποίους ήμασταν μαζί χτες βράδυ που το ρίξαμε σε λίγο, κατα κοινή παραδοχή πετυχημένο, cross-dressing. Γενικά δεν είχα παράπονο. Όμως για κάποιον μυστηριώδη λόγο ένιωσα κάπως ξεχασμένος.

Και κατάλαβα γιατί.

Στο facebook παρατήρησα πως στο καινούργιο timeline κρατάει μέτρημα των ποιων σου έστειλαν μήνυμα την μέρα των γενεθλίων σου. Δηλαδή, σου λέει ότι πχ πριν 3 βδομάδες, στα γενέθλια σου 347 άτομα σου άφησαν μήνυμα για χρόνια πολλά. Ευτυχώς εγώ δεν έχω το τερατούργημα που λέγεται timeline, αν και φοβάμαι ότι σύντομα δεν θα έχω επιλογή.

Μου φάνηκε απλά τραγικό. Απλά τραγικό.

Για το facebook και για πολλές άλλες εφαρμογές (πχ Skype) τα γενέθλια είναι δημόσια πληροφορία· κάτι σαν το όνομα. Το facebook στο κάνει πανεύκολο να ευχηθείς στον άλλον βάζοντας σου φάτσα κάρτα ποιος έχει γενεθλία την ίδια μέρα. Με ένα απλό μήνυμα, μπορείς να ευχηθείς!!! Απλά κι εύκολα. Και ξαφνικά, βλέπεις ανθρώπους που γενικά δεν σου μιλάν –ίσως κι αν τους δεις στον δρόμο να μην χαιρετηθείτε καν– να σου αφήνουν χρόνια πολλά στον Τοίχο. Γιατί; Γιατί είναι εύκολο. Και επικρατεί η λογική του «ε, γιατί να μην το κάνω; Χαμένο δεν θα πάει!»

Πραγματικά, δεν με πειράζει αν κάποιος δεν θυμηθεί τα γενέθλια μου. Δεν προσβάλομαι ή κάτι τέτοιο. Όμως, αντιθέτως, κάτι μισώ: ναι, βλάκα ανώνυμε γνωστέ (στο μυαλό μου έχω κάτι σαν το σήμα των Anonymous συνδυασμένο με διάφορους άκυρους γνωστούς που η επαφή μου μαζί τους είναι κατα κόρον σποραδική και εξ ολοκλήρου ψηφιακή). Ναι, θα ΠΑΕΙ χαμένο. Σου δίνω στο πιάτο την μέρα των γενεθλίων μου κι εσύ μου εύχεσαι και νομίζεις ότι είσαι κι ευγενικός. Θα μου πεις: και τι θέλεις να κάνω!! Να μην σου ευχηθώ; Ναι, ακριβώς αυτό θέλω να κάνεις: γιατί αν μου ευχηθείς επειδή απλά στο βγάζει μπροστά σου μια βάση δεδομένων μαζί με ένα εύχρηστο κούμπι «Wish!» έχει περίπου την ίδια χρησιμότητα με το Γειατικανειςκαλάεσυκαλά. Είναι μια άδεια νοήματος κοινωνική σύμβαση. Αν το κωλοφέισμπουκ δεν ήταν εκεί για να σου πει πότε έχω γενέθλια και το ποιος είμαι (περίπου), ούτε θα ήξερες πότε να μου ευχηθείς αλλά ούτε και τι να μου ευχηθείς. Εδώ έγκειται το κρίσιμο ερώτημα: γιατί είσαι φίλος με άτομα τα οποία δεν ξέρεις, Δημήτρη; Η απάντηση είναι πως, για το φέισμπουκ, δεν έχει σημασία το πόσο ξέρεις τον άλλον. Χα! Για ποιους μας περάσατε, κυρίες μου; Αξιολογικά κριτήρια; Ο μελλοντικός κουμπάρος σου είναι το ίδιο με την γκόμενα που ερωτεύτηκες χτες στο πάρτι ενω ήσουν ντυμένος ο ίδιος γκόμενα, και αυτοί οι δύο είναι ίδιοι με τον συμφοιτητή που βλέπεις πού και πού στον δρόμο, είναι γενικά παράξενος τύπος αλλά τον συμπαθείς. Όλοι είμαστε φίλοι, μια χαρούμενη κιτς παρέα. Και σε μια χαρούμενη κιτς παρέα, τίποτα δεν μπορεί να επιβιώσει εκτός από το ανόητο. Στην χαρούμενη κιτς παρέα, τίποτα απ’όσα εύχεσαι δεν θα γίνει ποτέ πραγματικότητα γιατί η χαρούμενη κιτς παρέα ποτέ δεν θα Ξεκολλήσει για να κυνηγήσει την πραγματική ζωή.

Πέρσι είχα κάνει ένα πείραμα εμπνευσμένος και από το αντίστοιχο post του Here’s My Theory. Στο ψεύτικο προφίλ μου είχα βάλει λάθος ημερομηνία (τα γενέθλια μου ήταν η μέρα που δολοφονήθηκε ο Franz Ferdinand στο Σαράγεβο). Όταν η 28η Ιουνίου ήρθε, έλαβα μερικές ευχές. Δεν περίμενα τίποτα διαφορετικό. Αλλά καμία από αυτές τις ευχές δεν ήταν από άτομα τα οποία με ήξεραν ουσιαστικά.

Στο προφίλ που έχω τώρα στο φέισμπουκ, έχω βάλει τα γενέθλια μου να είναι κρυφά για όλους. Μαντέψτε: ο τοίχος μου δεν σπιλεύτηκε ούτε με μία βεβιασμένη ευχή σήμερα. Ταυτόχρονα όμως, ένιωθα ξεχασμένος, όπως προανέφερα. Γιατί δεν με θυμήθηκε κανείς από όλους αυτούς που δεν ανήκουν στον στενότερο κύκλο αγαπημένων ανθρώπων μου; Το φατσοβιβλίο σου δίνει την αίσθηση της κοινότητας με όλους όσους είναι ονλάιν ή είναι φίλοι σου: νιώθεις πως κατα κάποιον τρόπο βρίσκονται στον ίδιο χώρο μαζί σου. Και έτσι, όταν σε αγνοούν ονλάιν, έχεις περισσότερες πιθανότητες να ταυτίσεις αυτή την συμπεριφορά με το πώς θα ήταν αν σε αγνοούσαν αν όντως ήσασταν μαζί στον ίδιο χώρο. Αν είχα τα γενέθλια μου ορατά για όλους θα λάμβανα πολλές ευχές και θα χαιρόμουν, για λίγο, με αυτή την πρέζα ματαιοδοξίας. Θα ήταν όμως μια ψεύτική πρέζα, γεμάτη κενές ευχές που θα πατάγανε σε υποτροφικές σχέσεις. Ένιωσα λίγο αυτό το τρομακτικό «ό,τι δεν είναι στο facebook, δεν υπάρχει καν». Ανατρίχιασα. Και πιστεύω ότι όσο περισσότερο όλοι έχουν τα γενέθλια τους στο facebook, όλοι και λιγότεροι άνθρωποι θα μπαίνουν στον κόπο να θυμούνται ημερομηνίες. Για άλλη μια φορά, ένα τεχνολογικό εργαλείο αμφιβόλου αξίας μας έκλεψε ένα στοιχείο χρησιμότητας από το καλύτερο εργαλείο του κόσμου: το μυαλό μας.

Χτες και σήμερα δεν χρειάστηκε να απαντήσω κουρασμένα σε ψεύτικες ευχές. Το timeline μου δεν θα καταγράψει για πάντα, σαν κάποιου είδους ιστορικό γεγονός άξιο μνήμης, την συλλογή από κούφια «χρόνια πολλά» και «να τα εκατοστήσεις» με ευρηματικότητα και αίσθημα που φλερτάρει με το μηδέν. Απόλαυσα τις αυθεντικές ευχές από ανθρώπους που θα με θυμούνταν, με τον τρόπο τους, ακόμα κι αν εγώ ο ίδιος ξέχναγα ποια μέρα γεννήθηκα σαν σύμπτωμα αποδομισμίτιδας σε τελευταίο στάδιο.

Η καλύτερη ευχή που έλαβα σήμερα ήταν το «Όσα χρόνια θέλεις». Ναι ρε φίλε!

H ύπαρξη μας ως κύτταρα της Γης // Quotes ~ Αποφθέγματα ΧΙΙI

Transcript του παραπάνω απίστευτου βίντεο…

Κι αν είμαστε λοιπόν απλά κύτταρα στον μεγάλο ζωντανό οργανισμό που λέγεται Γη; Θα μπορούσαμε να το ξέρουμε; Τα κύτταρα μας ξέρουν ότι είναι κομμάτια μας; –άσχετα αν πεθαίνουν από μόνα τους, ή εμποδίζουν τον πολλαπλασιασμό τους αν αυτό είναι εις βάρος του οργανισμού. Το να μην εμποδίζουν τον ανεξέλεγχτο πολλαπλασιασμό τους και να μην πεθαίνουν στην ώρα τους για το καλό του οργανισμού το λέμε με μια λέξη ΚΑΡΚΙΝΟ.

Αν είμαστε απλά κύτταρα του οργανισμού που λέγεται Γη, ποιο όργανο της θα μπορούσαμε να είμαστε; Ο εγκέφαλος; Θα μπορούσαμε να σχηματίσουμε μια κοινή ανθρώπινη συνείδηση, ένα όργανο, αντί να δρούμε μονάχα σαν εγωκεντρικά κύτταρα που τα ενδιαφέρει μόνο το DNA τους και τα μιτοχόνδρια τους; (υποσημείωση: όλα τα κύτταρα ενός οργανισμού περιέχουν το DNA του — τι θα μπορούσε να είναι αυτό το οποίο αντίστοιχα ενώνει εμας με όλα τα έμψυχα όντα του πλανήτη αλλά, γιατί όχι, και αυτά τα οποία θα λέγαμε άψυχα;)

Ξεκινώντας από το 19:20 του παραπάνω βίντεο:

Lets look first at why a cell in the body becomes cancerous. In the centre of each cell are the genes. They contain the information that keep you functioning as a single living organism, rather than just a bowl of biological soup. Now if the genes in a cell are disturbed, that cell may become selfish, . . it may no longer support the system as a whole, but instead go off, doing its own thing, at the expense of the body , – – it becomes a cancer.

Now when we consider human beings in a community, we are looking at an organisation of minds. And the parallel to the genes is now to be found in the centre of minds, at our inner cores. Its that deepest level of inner wisdom which many mystics and philosophers have often spoken of. That inner awareness of being much more than we normally experience – a part of something much greater. and when we loose touch with this inner wisdom we also become selfish cells, out of touch with the needs of society as a whole, living at the expense of each other.

The philosopher Alan Watts referred to this selfish isolated way of existence as “the skin encapsulated ego”. What’s inside the skin is me – and what’s outside the skin is not me. Biologically speaking this is, of course, true – we are each separate biological individuals. But it is not the whole truth. We are much more than that . . we are creatures with an inner life – with an existence that stretches beyond our biological identity. We become stuck in this limited way of seeing ourselves because the real self, our deepest sense of ”

I” – what some call the pure self – is actually very hard to grasp. Trying to describe that deeper sense of self is very much like trying to describe a hole in a piece of wood. If you ask people to describe a hole such as this, they may start by saying “Well, its a round hole”, you say “Yes”, they say “It’s a wooden hole, and its red”. But you say “Hang on, the hole isn’t wood, the hole isn’t red. And they say “Ah-ha the hole is black”, “No, that’s the background”. And suddenly they’re stuck – what’s the hole? How do you describe the hole itself, without describing its surroundings?

In a similar way, it is very difficult to grasp and define our own inner sense of self. Instead we tend to describe our selves in terms of what surrounds us. . . our many possessions . . the roles we play, our social status . . our beliefs – both scientific and religious. . .

This limited sense of identity may not in itself seem very dangerous, but it does have some far- reaching consequences. . . It turns out that many of the ways in which we mistreat and abuse the environment stem from our seeing the world as separate from ourselves. We may take fairly good care of what is inside the skin, but we don’t care nearly so well for what is outside the skin.

As the late Gregory Bateson said; “If this, meaning this me versus the world attitude, if this is your estimate of your relationship to nature, and you have advanced technology, your likelihood of survival will be that of a snowball in hell. You will die either of the toxic by-products of your own hate, or simply, of over-population and over-grazing”.

And Bateson went on to say “That if I’m right the whole of our thinking of what we are, what other people are, has got be be restructured. The most important task today is to learn to think in a new way”.

 

Weird Papalagi and a Fake Samoan Chief: a footnote to the noble savage myth

Ανακάλυψα αυτό το κείμενο στα αγγλικά που αποδεικνύει την πλαστότητα του Ο Παπαλάγκι. Στενοχωρήθηκα πολύ. Αλλά αξίζει μια ανάγνωση και έναν συλλογισμό: τι σημαίνει το ότι το βιβλίο δεν είναι αυθεντικό, πού φτάνει ο εθνοκεντρισμός του συγγραφέα, πόσο, όπως ο αναλυτής του παραπάνω σχολιάζει, κάθε τέτοια προσπάθεια δεν είναι κι αυτή μια προέκταση της Ευρωπαϊκής αποικιοκρατίας, ανάλογη θα προσέθετα εγώ στον διαχωρισμό των παιδιών που πεινάνε σε μετα-αποικιακές χώρες της Αφρικής…

Όποια και να είναι η ιστορία πίσω από την διαφαινόμενη σκευωρία πίσω από αυτό το βιβλίο, δεν με απέτρεψε από το να βρω μια κάποια βαθύτερη αλήθεια πίσω από κάποιες από τις γραμμές του. Do I also desire to be deceived, I wonder?

BABEL: from the Biblical story to the González Iñárritu film

This is my assignment for my Great Works of Art course in Aarhus. I wrote it last December but just now remembered to share it.

Full text (.PDF)

Abstract:

The biblical story of the Tower of Babel hints at a perfect, common language that humans apparently used to possess which almost allowed them to reach the heavens. Using and analysing Alejandro Gonzalez Iñárritu’s 2006 film Babel, I shall compare the two Babels and how they deal with miscommunication. I will show that the kind of perfect language that the biblical story details is impossible to exist, because of the inevitable (mis)uses of language such as lying, and I will explain how verbal, as well as nonverbal communication, their short-comings and strengths and their portrayal, make the 2006 film a great work of art.

Κοσμολόγοι: τραγικές φιγούρες

Οι άνθρωποι έχουμε πολύ συγκεκριμένα όρια στην αντίληψη μας και δεν μπορούμε να κατανοήσουμε τον κόσμο παρα μόνο μέσα από την ανθρώπινη εμπειρία. Δεν μπορούμε να φανταστούμε τι υπάρχει έξω από το σύμπαν όπως δεν μπορούμε να φανταστούμε πως είναι να είναι κανείς τυφλός, να μην έχει δει ποτέ του: φανταζόμαστε ότι τα βλέπει όλα μαύρα ή λευκά, όμως και το μαύρο και το λευκό είναι τμήματα της οπτικής εμπειράς. Οι τυφλοί δεν έχουν δει ποτέ τίποτα. Οι κουφοί, χωρίς να έχουν ακούσει ποτέ τίποτα επίσης, δεν ξέρουν τι είναι η σιωπή: είναι το μόνο που γνωρίζουν. Δεν μπορούμε να διανοήθουμε τους απλά ασύλληπτους αριθμούς ατόμων, μορίων ή αντίθετα γαλαξιών που υπάρχουν στο σύμπαν αλλά παρολαυτά προσπαθούμε.

Χτες συμπέρανα ότι να προσπαθούμε να καταλάβουμε το σύμπαν είναι μάταιο απλά και μόνο γιατί είμαστε άνθρωποι και περιοριζόμαστε ακριβώς από την ύπαρξη μας σε αυτή την κατάσταση.

Στο Μουσικό Καφενείο στην Μυτιλήνη, όπου ήμουν χτες και έχω πάει πολλές φορές, έχουν ένα χρυσόψαρο σε μια γυάλα. Τι μπορεί να καταλάβει εκείνο για το πώς είναι η ζωή έξω από την γυάλα, ποιες είναι αυτές οι φιγούρες που κινούνται διαρκώς έξω από το νέρο μέρα-νύχτα; Ίσως να μπορούσε, αν ήταν πιο έξυπνο, να προβλέψει την ταχύτητα μετακίνησης αυτών των περίεργων, πολύχρωμων φιγούρων, ίσως να μπορούσε να φτιάξει κάτι σαν ημερολόγιο το οποίο θα του αποκάλυπτε πότε υπάρχει πολύ φως ή λίγο φως έξω και μέσα από την γυάλα. Αλλά πώς θα μπορούσε να καταλάβει ποτέ τι είναι οι άνθρωποι, γιατί πηγαίνουν σε αυτό το μέρος, γιατί αγοράζουν αλκοόλ και καφέδες και γιατί φλερτάρουν; Ένα χρυσόψαρο που θα προσπαθούσε να καταλάβει τον κόσμο έξω από την γυάλα του θα ήταν καταδικασμένο σε αποτυχία ακριβώς λόγο της ύπαρξης του ως χρυσόψαρο και των φυσικών του περιορισμών.

Το ίδιο μπορούμε να συμπεράνουμε για τους ανθρώπους. Προσπαθούμε να καταλάβουμε το σύμπαν αλλά απλά το σύμπαν είναι υπερβολικά περίπλοκο για μας. Η γυάλα μας είναι μεγάλη και ενδιαφέρουσα, ίσως αόρατη, αλλά συνεχίζει να υπάρχει. Το να προσπαθούμε να καταλάβουμε και να απαντήσουμε τα μεγάλα ερωτήματα όπως το ποιοι είμαστε, γιατί βρισκόμαστε εδώ, ποιος και αν μας έφτιαξε κάποιος, που τελειώνει το σύμπαν κτλ είναι απλά ερωτήματα τόσο έξω από την εμπειρία μας που είναι απλά αδύνατο να απαντηθούν. Αντίστοιχα, αν λέγαμε ότι οι πλανήτες είχαν συνείδηση (μια ιδέα που μου αρέσει να εξετάζω τον τελευταίο καιρό), η Γη δεν θα μπορούσε να καταλάβει ποτέ το ποιοι είμαστε και τι κάνουμε. Η ιδέα της περί του κόσμου δεν θα μπορούσε να εντάξει την ύπαρξη κάποιων μικροβίων στην επιφάνεια της που αναρωτιούνται για τα ίδια θέματα (που όπως λέει και ο Terry Pratchett, μάλλον θα της φαινόμασταν σαν κάποιου είδους δερματοπάθεια), και ακριβώς επειδή δεν θα μπορούσε να συλλάβει την ανθρώπινη εμπειρία, η ιδέα της περί του κόσμου, ακόμα κι αν είχε την δυνατότητα ως πλανήτης να καταλάβει το σύμπαν σε ένα πιο μακροσκοπικό επίπεδο, θα ήταν αναγκαστικά ατελής. Η λογική μας μπορεί να μας πάει μακριά αλλά δεν πρέπει να έχουμε την εντύπωση ότι τα μεγάλα ερωτήματα μπορούν να απαντηθούν με την βοήθεια της γιατί απλά, όπως και οι αισθήσεις μας αλλά αντίθετα με αυτές, η λογική μας (όπως μας αρέσει να λέμε ότι μας διαφοροποιεί από τα υπόλοιπα ζώα) είναι αμιγώς ένα ανθρώπινο χαρακτηριστικό. Επομένως, οι ανακαλύψεις που κάνουμε με την βοήθεια της δεν είναι παρά ανθρωποκεντρικές παραδοχές. Όπως λέει και ο Κούντερα στην Αβάσταχτη Ελαφρότητα Του Είναι (που διαβάζω αυτές τις μέρες και ήδη λατρεύω), τα μόνα σημαντικά ερωτήματα είναι αυτά που έχουμε από παιδιά — ποτέ όμως δεν θα μπορέσουμε να τα απαντήσουμε, ακόμα και όταν, μεγάλοι πια, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε αυτό το «χάρισμα» μας που λέγεται λογική.

Επομένως, για μένα, οι άνθρωποι που αφιερώνουν την ζωή τους προσπαθώντας να απαντήσουν αυτά τα ερωτήματα δεν είναι τίποτα περισσότερο από τραγικές φιγούρες. Τους θαυμάζω για το πάθος τους αλλά ταυτόχρονα τους λυπάμαι γιατί δεν είναι παρα άνθρωποι, όπως θα λυπόμουν τα χρυσόψαρα που θα προσπαθούσαν να καταλάβουν τι είναι αυτές οι φιγούρες έξω από το νερό που τα πειράζουν κάθε τόσο και τους πετάνε πού και πού χρυσοψαροτροφή. Δεκάδες επιστήμονες έχουν αφήσει εποχή προσπαθώντας να κατανοήσουν και να περιγράψουν τον κόσμο, μόνο για να υπάρξει κάποιος, αιώνες μετά τον θάνατο τους, που θα ανέτρεπε, κοροιδευτικά σχεδόν, την θεωρία τους. Φανταστείτε πώς θα ένιωθε ο Einstein, ο οποίος αφιέρωσε την ζωή του προσπαθώντας να ενοποιήσει τα πεδία, αν μάθαινε ότι κάποια στιγμή κάποιος μελλοντικός φυσικός θα ανακάλυπτε αυτή την «θεωρία των πάντων», δημιουργώντας αναπόφευκτα ακόμα περισσότερα ερωτήματα, ή αν αποδεικνυόταν ότι μια τέτοια θεωρία είναι απλά πέρα από τις ανθρώπινες δυνατότητες κατανόησης του κόσμου. Ίσως να επέλεγε να περάσει την ζωή του λίγο διαφορετικά.

Μπορώ να φανταστώ ένα πλήθος εξαγριωμένων επιστημόνων να με λιντσάρουν για τα παραπάνω, φωνάζοντας πως με αυτή την λογική δεν θα είχαμε φτάσει ως εδώ, πως η ανθρώπινη περιέργεια και φαντασία είναι αυτό που μας κρατάει ζωντανούς, και άλλα. Δεν λέω, οι επιστημονικές ανακαλύψεις μας έχουν φτάσει μακριά, έχουν αλλάξει την ζωή μας (δεν θα πω ότι την έχουν βελτιώσει, γιατί δεν το πιστεύω πραγματικά), μας έχουν βοηθήσει να συλλάβουμε το μεγαλείο των Πραγμάτων. Εγώ ο ίδιος είμαι πολύ περίεργος για το πώς λειτουργεί ο κόσμος και συνεχώς ψάχνω τα όρια της γυάλας μου και το τι αυτή περιέχει. Δεν ξεχνάω όμως πως είμαι άνθρωπος, με περατές διανοητικές ικανότητες και άλλες αδυναμίες της σάρκας και του πνεύματος (μεταξύ τους η ματαιοδοξία), και ίσως να έχω σημαντικότερα πράγματα να κάνω, πιο συμβατά με αυτή μου την ύπαρξη, από το να προσπαθώ να καταλάβω πράγματα τα οποία άπλα έχω την ψευδαίσθηση ότι είναι κατανοήσιμα (από ποιον; εμένα!)

Αναλογία έτους – ημέρας ή: πώς περάσατε τις ώρες σας σήμερα;

Πόσο διαρκεί ένας χρόνος; Τι σημαίνουν 365 μέρες (366 φέτος); Κάθε χρονιά δεν μπορούμε να πιστέψουμε πόσο γρήγορα πέρασαν αυτά τα εκατοντάδες εικοσιτετράωρα. Η αλήθεια είναι ότι δεν έχουμε πολύ καλή αίσθηση του χρόνου μακροσκοπικά. Μπορεί να μπορούμε να κατανοήσουμε τι σημαίνει ένα λεπτό, μια ώρα ή μια μέρα αλλά πέρα από εκεί τα πράγματα χωλαίνουν. Για παράδειγμα, εμένα πάντα η εβδομάδα ως έννοια μου ακούγεται μακρύτερη από το «εφτά ημέρες», ο ένας μήνας μικρότερος από τριάντα μέρες. Και όσο πάνε πίσω τα χρόνια, μπλέκεις τον έναν χρόνο με τον άλλον («αυτό έγινε πριν από τρία ή τέσσερα χρόνια;» «Πέρσι ή πρόπερσι ήμασταν εκεί;» κ.ο.κ — για να μην μιλήσω για δεκαετίες πίσω, για όσους από εμάς έχουν ζήσει μερικά πράγματα παραπάνω.) Όλα αυτά είναι λίγο ασαφή και υποκειμενικά, τι βλέπει ο ένας ως πολύ και ο άλλος ως λίγο.

Παρατήρησα πως υπάρχει μια σύνδεση μεταξύ των δύο σημαντικότερων αστρονομικών περιόδων της Γης οι οποίοι και πολιτισμικά φαίνεται να επικρατούν παγκοσμίως στις ανθρώπινες κοινωνίες: της ημέρας και του χρόνου, της περιστροφής της Γης γύρω από τον εαυτό της και γύρω από τον ήλιο αντίστοιχα. Δεν νομίζω, δηλαδή, κάποια κοινωνία να ορίζει το έτος της ως 500 μέρες ή την μέρα της ως 30 ώρες. Αυτά τα πράγματα είναι περιοδικά, λίγο πολύ αυταπόδεικτα και έτσι τα αντιμετωπίζουμε.

Ποια όμως είναι η αναλογική σύνδεση της μέρα με τον χρόνο έτσι όπως την παρατήρησα;

Ένας χρόνος έχει 12 μήνες. Μια ημέρα έχει 24 ώρες. Το 24 είναι πολλαπλάσιο του 12.

Συνεπώς, ότι είναι για τον χρόνο ο ένας μήνας είναι για την ημέρα οι 2 ώρες (2*12=24). Αντίστροφα, ότι είναι για την ημέρα η μία ώρα είναι για τον χρόνο το ένα δεκαπενθήμερο. Κάθε χρόνος αποτελείται λοιπόν από 24 δεκαπενθήμερα, όπως η μέρα αποτελείται από 24 ώρες, + 5 ή 6 μέρες οι οποίες έχουν κολλήσει στους μήνες με 31 μέρες αντί για 30 (για να μην έχουμε μια περίοδο πέντε ημερών κάθε χρόνο οι οποίες θα ήταν εκτός του κανονικού ημερολογίου — αν και θα είχε πλάκα και αυτό, θα ήταν ο 13ος μήνας. Μια γιορτή 5 ημερών για να γιορτάσουμε το νέο έτος. Καθόλου άσχημα. Αλλά υπερβολικά αντι-κανονικό για τα «μοντέρνα» δεδομένα που τα θέλει όλα σε τάξη. Άσε που χαλάει και τον μαγικό αριθμό 12).

Το ενδιαφέρον είναι ότι η αναλογία δεν σταματάει εδώ αλλά υπάρχει και νοηματική σύνδεση. Δεν είναι όπως ο μήνας, για παράδειγμα, που το φεγγάρι κάνει μια περιστροφή του γύρω από την Γη σε 27 μέρες και κάτι ψιλά και το μόνο που αλλάζει είναι η φάση του και η θέση του στον ουρανό κάθε νύχτα (ή μέρα). Υπάρχει μια σύνδεση των φάσεων της ημέρας με τις φάσεις του έτους. Επιτρέψτε μου να επεκταθώ:

Πρωτοχρονιά — 00:00

Η αλλαγή της ημέρας αλλά και του ετούς, το πέσιμο του κόκκου άμμου από το πάνω μέρος της κλεψύδρας στην κάτω, το σκίσιμο μιας σελίδας ή και η αλλαγή ολόκληρου του ημερολογίου. Οι ευχές για γενέθλια, γιορτές ή την πρωτοχρονιά ιδανικά έρχονται στην αλλαγή του έτους ή της ημέρας.

15 Ιανουαρίου — 01:00

Ήδη η πρώτη ώρα, το πρώτο δεκαπενθήμερο, έχει περάσει.

21 Μαρτίου (εαρινή ισημερία) — 05:30 περίπου.

Η σκοτεινή και ψυχρή περίοδος του έτους, δηλαδή ο χειμώνας, αλλά και ο αντίστοιχος κύκλος για το εικοσιτετράωρο, δηλαδή η νύχτα, έχει περάσει. Βρισκόμαστε στην ανατολή, εκεί που δεν είναι ακριβώς νύχτα αλλά ούτε ακριβώς καλοκαίρι, στο λυκόφως, στην άνοιξη, με τις ελπίδες και το καλό κέφι που φέρνει αυτό σε ανθρώπους, ζώα, φυτά και στον καιρό.

21 Ιουνίου (θερινό ηλιοστάσιο) — 11:45 περίπου

Έχει ξημερώσει για τα καλά. Για την ακρίβεια, βρισκόμαστε στην αρχή του καλοκαιριού. Παρ’όλο που ο ήλιος αυτή την στιγμή είναι στο ζενίθ του στον ουρανό και για το υπόλοιπο του έτους θα είναι σε κατιούσα ή φθίνουσα πορεία — η μέρα θα μικραίνει και ο ήλιος θα πέφτει — ουσιαστικά οι μεγάλες ζέστες έρχονται από εδώ και στο εξής, δηλαδή μέχρι τις…

15 Αύγουστου — 15:30

Για δοκιμάστε να βγείτε εξώ το καλοκαίρι και ειδικά κοντά στον δεκαπεντάυγουστο στις 15:30 το μεσημέρι και πείτε μου αν κάνει ζέστη η όχι, παρ’όλο που ο ήλιος βρίσκεται πιο κοντά στο ναδίρ του. Είναι η τεμπέλικη περίοδος της ημέρας αλλά και του έτους. Τα τζιτζίκια τραγουδάνε, οι άνθρωποι αράζουν και η πλάση σκάει.

21 Σεπτεμβρίου (φθινοπωρινή ισημερία) — 17:45 περίπου

Βρισκόμαστε κοντά στην δύση του ηλίου. Επειδή βρισκόμαστε σε σχετικά βόρειους παράλληλους το πέρασμα από την ημέρα στην νύχτα δεν θα έρθει για περίπου μιάμιση ώρα ακόμα· αν βρισκόμασταν στον Ισημερινό η δύση του ηλίου θα ήταν μόλις δέκα λεπτά αργότερα. Προετοιμαζόμαστε για την νέα σκοτεινή περίοδο (winter is coming — όχι, δεν πρόκειται για link στον Σταρκ), βάζουμε τις ζακέτες μας γιατί πιάνει ψύχρα σιγά-σιγά. Κανονίζουμε τι θα κάνουμε για βράδυ.

21 Δεκεμβρίου (χειμερινό ηλιοστάσιο) — 23:40

Καλωσήρθατε στην μικρότερη μέρα του χρόνου, στο λεπτό το οποίο ο ήλιος βρίσκεται ακριβώς κάτω από τα πόδια σας. Η μέρα από τώρα αρχίζει να μεγαλώνει και μαζί έρχονται και οι αντίστοιχες γιορτές οι οποίες έχουν να κάνουν με φαγητό και ποτό. Μα ποιος ξενέρωτος θα φάει πριν τις 11 το βράδυ ενώ έχουμε γιορτές;

Μερικά άλλα παραδείγματα:

4 λεπτά της μέρας = 1 μέρα του χρόνου (η αναλογία αυτή φαίνεται στον νυχτερινό ουρανό· η θέση του ουρανού σήμερα στις 21:00 θα είναι ίδια με τη θέση του άυριο στις 20:56. Γι’αυτό και ο ουράνιος θόλος φαίνεται να κινείται κάθε νύχτα. Δεν κινείται, απλά η μέρα χάνει τέσσερα λεπτά. Σε έναν χρόνο, αυτά τα 4 λεπτά συμπληρώνουν ακριβώς ένα εικοσιτετράωτο και σε έναν χρόνο από τώρα, τα αστέρια βρίσκονται στο ίδιο σημείο την ίδια ώρα).

1 λεπτό της μέρας = 6 ώρες του χρόνου

1 δευτερόλεπτο = 6 λεπτά του χρόνου

Ίσως δείτε τον χρόνο διαφορετικά τώρα. Ίσως και να βοηθήσει αν σας πω ότι η ζωή σας, αν πεθάνετε στα 75, θα είναι 650.000 ώρες συνολικά (μαζί με όσες έχετε ξοδέψει μέχρι τώρα).

Πώς τις περάσατε σήμερα;

Περι γούστου και ομορφιάς

Μας αρέσει η αντικειμενικότητα, εμάς των ανθρώπων. Ψάχνουμε για απόλυτες αλήθειες στα πάντα. Χιλιάδες επιστήμονες και παπάδες θα προστίθονταν στα ήδη τεράστια πλήθη των ανέργων ανά την υφήλιο αν οι άνθρωποι μπορούσαν να συλλάβουν έστω για λίγο πόσο εγκλωβισμένοι είμαστε ο καθένας στον δικό του μικρόκόσμο.

Αυτή την αντικειμενικότητα μας αρέσει να την εξασκούμε και στην εξωτερική εμφάνιση των άλλων ανθρώπων. Όταν περιγράφουμε κάποιον ή κάποια και την εμφάνιση τους, την σχολιάζουμε με την σιγουριά που θα δείχναμε αν αφήναμε μια τσαγιέρα να κάνει ελεύθερη πτώση από την κορυφή μιας πολυκατοικίας : είναι όμορφη. Είναι άσχημος. Η επιτάχυνση της βαρύτητας στην Γη είναι 10 μέτρα ανα σεκόντ τετράγωνο. Η διαφορά αυτών των δύο είναι πως, στην μία περίπτωση, αν υπάρχει διαφωνία πρέπει να συνοδεύεται από τις αντίστοιχες αποδείξεις για να φέρει την επιστημονική επανάσταση, ενώ κάτι τέτοιο δεν είναι απαραίτητο για να διαφωνήσεις με τον κολλητό σου που μόλις επιδοκίμασε τα οπίσθια της μπροστινής αλλά εσύ μπορείς να δεις ξεκάθαρα την επίδραση της προαναφερθείσας επιτάχυνσης πάνω τους. Δεν θα δεχτεί όμως την άποψη σου γιατί «έχει κωλάρα, όπως και να το κάνουμε».

Η ύπαρξη του προσωπικού γούστου και ό,τι αυτό συνεπάγεται φαίνεται να μην ενδιαφέρει καθόλου τους περισσότερους μας. Αν κάποιος είναι «αντικειμενικά όμορφος» (αχ πόσες φορές το έχω ακούσει αυτό) δεν θα έπρεπε να αρέσει σε όλες; Αν η ασχήμια είναι μια παγκόσμια σταθερά, δεν θα έπρεπε μέχρι τώρα να έχουν εξαφανιστεί οι άσχημοι άνθρωποι επειδή πολύ απλά ποτέ δεν θα αναπαράγονταν και δεν θα μπορούσαν να διαιωνίσουν τα γονίδια τους; «Πφφφ, Κιούμπι, απλά μερικοί άνθρωποι έχουν περίεργα γούστα». Αλήθεια; Ποια γούστα είναι περίεργα λοιπόν; Όχι τίποτα άλλο, για να μπορώ να πω κάποια στιγμή στο μέλλον “I digged fat chicks before it was cool”.

Το να σου αρέσει ή όχι κάποιος/α είναι μια δράση που χρειάζεται πομπό και δέκτη. Κανείς δεν μπορεί να είναι όμορφος αν δεν υπάρχει κανείς άλλος να τον δει (κάτι σαν το δέντρο που πέφτει στο δάσος και κανείς δεν είναι εκεί για να το ακούσει). Η εξωτερική εμφάνιση είναι σημαντική επειδή είναι ένα μέσο κριτήριο διαλογής μεταξύ των ανθρώπων. Κατα συνέπεια είναι σχετική, χρειάζεται (τουλάχιστον) δύο και αλλάζει με τις περιστάσεις.  Λέγοντας ότι κάποιος είναι όμορφος δεν μιλάς για εκείνον, δεν μπορείς να μιλήσεις αντικειμενικά για την εμφάνιση του, είναι κάτι το πρακτικά αδύνατο αφού οποιοσδήποτε άλλος θα την κρίνει με διαφορετικά κριτήρια από εμάς και έτσι θα υπάρχουν αναπόφευκτα διαφωνίες σχετικά με την εμφάνιση — εφάμιλλες διαφωνίες με το «ποιο μουσικό συγκρότημα είναι το “καλύτερο”», «γάτα ή σκύλος», «βουνό ή θάλασσα», «Ντάγκλας Άνταμς ή Τέρι Πράτσετ» . Όταν προσπαθούμε να «αντικειμενοποιήσουμε» τον κόσμο χάριν ευκολίας και τάξεως, το μόνο που κάνουμε είναι να γενικεύουμε, να απλοποιούμε τον κόσμο, να τον κόβουμε και να τον ράβουμε στα μέτρα μας και να απαιτούμε όλοι να συμφωνούν — γιατί αν δεν υπάρχει συμφωνία, δεν υπάρχει αντικειμενικότητα.  Λέγοντας ότι κάποιος είναι όμορφος, το μόνο που είναι δυνατόν να εννοούμε είναι ότι μας αρέσει η εμφάνιση του, ότι είναι του γούστου μας.

«Γκουχ, αυτά τα δύο δεν είναι το ίδιο πράγμα;» ΌΧΙ! Λέγοντας ότι κάποιος είναι άσχημος περιγράφεις τον άλλον με ένα εξ ορισμού υποκειμενικό επίθετο. Αν πεις ότι τον βρίσκεις άσχημο περιγράφεις τον εαυτό σου. Αυτός ο διαχωρισμός είναι πάρα πολύ σημαντικός γιατί αναδεικνύει την σημαντικότητα του γούστου.

Ας πάρουμε ένα άλλο παράδειγμα. Έχετε σκεφτεί ποτέ γιατί σας αρέσουν τα φαγητά που προτιμάτε; Γιατί δεν σας αρέσει το κουνουπούδι; Αν λέγατε ότι το κουνουπίδι είναι άνοστο, ευθυς αμέσως θα είχατε μια ορδή αιμοδιψών χυμοδιψών χορτοφάγων που θα επέμεναν ότι το κουνουπίδι είναι θείο δώρο για τις σαρκικές απολαύσεις και ότι τους. Ποιος έχει δίκιο λοιπόν; Και οι δύο; Κανείς; Κόντρες βασισμένες σε γούστα δεν θα λυθούν ποτέ. Είναι ο τετραγωνισμός του κύκλου των ανθρώπινων σχέσεων. Πώς μπορείς ποτέ να πείσεις ή να πειστείς από κάποιον που αγαπάει αυτό που μισείς και μισείς αυτό που αγαπάει, ειδικά όταν δεν ξέρεις γιατί το μισείς ή το αγαπάς; (το γούστο δεν συνδέεται καθόλου με την λογική, παρά με το συναίσθημα)

Όπως το περιβάλλον μας (οικογενειακό, φιλικό, επικοινωνιακό, πολιτισμικό)  διαμορφώνει τις εμπειρίες και κατα προέκταση την προσωπικότητα μας, έτσι διαμορφώνει το γούστο και τις προτιμήσεις μας με τρόπους που εμείς δεν μπορούμε να κατανοήσουμε ή να θυμηθούμε. Δημιουργεί τα αισθητικά μας κριτήρια και τα πρότυπα ομορφιάς τα οποία ακολουθούμε και ψάχνουμε στους άλλους.

«Έλεος! Θα μας τρελάνεις! Δηλαδή δεν υπάρχουν κάποια ελάχιστα κοινώς αποδεκτά αισθητικά κριτήρια; Δεν υπάρχουν αντιαισθητικά πρόσωπα, στραβά πόδια, κρεμασμένες κοιλιές, λαδωμένα μαλλιά, κίτρινα δόντια;» Όπως κάθε κοινωνία έχει την κουλτούρα της, την γλώσσα της, τους άγραφους κοινωνικούς κανόνες της και τα ταμπού της, έτσι, ως μέρος της γενικότερης κουλτούρας της, διατηρεί και κάποια αισθητικά πρότυπα τα οποία είναι τελείως αυθαίρετα. Στην εποχή μας η εικόνα είναι παντοδύναμη και έχει απόλυτο ρόλο στην δημιουργία των προτύπων. Απλά σκεφτείτε, π.χ. πως εσείς, ή τα τωρινά παιδιά, είναι μεγαλωμένα από την τηλεόραση ή το ίντερνετ. Σκεφτείτε τι κεντρικό ρόλο είχαν και έχουν τα μέσα, με κύριο σκοπό την διαφήμιση και επομένως το κέρδος, στην δημιουργία των πλατωνικών ιδεών της κοινωνίας μας. Οι κοινωνίες όχι μόνο αναπαράγουν αυτές τις ιδέες από γενιά σε γενιά κι έτσι είναι αδύνατο να βρούμε τις απαρχές ενός προτύπου (δεν μπορούμε να ξέρουμε πότε ακριβώς εμφανίστηε η ιδέα ότι η τρίχες στις γυναίκες είναι αντιαισθητικές, για παράδειγμα), αλλά τώρα, εφόσον είναι παγκοσμιοποίημενες, οι κοινωνίες ως συστήματα μπλέκονται, επηρεάζοντας ανθρωπολογικά και κοινωνιολογικά η μια την άλλη, δημιουργώντας πρότυπα σουφλέ τα οποία ελέγχονται και διαιωνίζονται από τα παγκόσμια μέσα και όχι κατ’ανάγκην εκ προθέσεως. Δηλαδή, εκεί που είχαμε μια παγκόσμια παλέτα χρωμάτων και προτιμήσεων τώρα μεγάλο μέρος του κόσμου είναι μια απόχρωση του γκρι, στην καλύτερη ό,τι θα παίρναμε από ένα χρώμα αν του μειώναμε τον κορεσμό στο Photoshop. Και αφού  το γκρι είναι το μόνο που πολλοί άνθρωποι ποτέ έμαθαν στην ζωή τους, το γκρι είναι αυτό που θα μάθουν και στα παιδιά τους. Και το γκρι θα είναι το πρότυπο.

Τα γούστα κάθε ανθρώπου είναι σαν μια κλειδαρότρυπα με πολύ συγκεκριμένο σχήμα. Άλλες οντότητες του κόσμου, είτε αυτές είναι άψυχες είτε έμψυχες, συγκρίνονται προσωπικά και εξατομικευμένα με το κατά πόσον μπορούν να χωρέσουν σε αυτή την κλειδαρότρυπα. Δεν υπάρχουν πασπαρτού στον κόσμο των γούστων, και όσο περισσότεροι άνθρωποι το καταλάβουν αυτό τόσο λιγότερες διαφωνίες και πόνο μπορούμε να γλιτώσουμε. Αν εμένα λοιπόν μου αρέσει ή δεν μου αρέσει κάποιος ή κάτι, δεν είναι δική του η ευθήνη αλλά της δικής μου κλειδαρότρυπας.

Την επόμενη φορά που κάποιος θα εκφέρει άποψη για την εμφάνιση σας, αναλογιστείτε γιατί έχει αυτή την άποψη. Δείτε τα πράγματα σφαιρικά. Δείτε ότι για κάποιους λόγους είστε το κλειδί για την κλειδαρότρυπα του/της, ή, στην αντίθετη περίπτωση, το… χμ… δύσκολο να το ενοραματιστούμε το αντίθετο του σωστού κλειδιού με την συγκεκριμένη αναλογία των κλειδιών και των κλειδαρότρυπων. Ας πούμε απλά, ότι αν κάποιος σας βρίσκει άσχημο/η, εσείς είστε έτσι:

Και το γούστο τους είναι έτσι:

Ακόμα κι αν είστε κλειδί πασπαρτού — δηλαδή ταιριάζετε με τα πρότυπα ομορφιάς και αρέσετε σε πολλούς/ες… τα κλειδιά πασπαρτού δεν μπορούν να ανοίξουν μερικές κλειδαριές. Δεν θα πω ότι δεν μπορούν να ανοίξουν τις πιο εξειδικευμένες για να μην φανώ ελιτιστής.

 Τέλος, η ιδέα της κοινωνικής πόλωσης λέει πως, ό,τι κι αν κάνουμε, όπως και να ντυθούμε, ό,τι και να πούμε, όποιες κι αν είναι οι απόψεις μας και όπως κι αν μοιάζουμε σε κάποιους θα αρέσουμε και σε κάποιους όχι. Ακόμα κι αν προσπαθούμε να γίνουμε, ακόμα κι αν είμαστε πασπαρτού, μόνο αν εξασκήσουμε την διαφορετικότητα μας θα μπορέσουμε να φτάσουμε στην κλειδαριά στην οποία θα ταιριάζουμε με το φυσικό μας σχήμα απόλυτα. Γιατί, ω γιατί να προσπαθήσουμε λοιπόν, να είμαστε κάτι διαφορετικό;

“Me gusta”, “es bonita” no.

 

 

Why?

Why do lots of people only buy lottery tickets only when there’s the ‘biggest jackpot ever’ going on? Don’t they realise that their chances only become slimmer? People seem to be impressed with the large sum of money as if winning the normal, non-jackpot amount is somehow insufficient, as if somehow the extra amount of money can somehow counteract the worse chances of winning. Explain that, people out there who insist that humans are beings of logic!

Why do some people… write like this… on digital media…? They must realise that it reads as if they’re hesitating… unsure… I really hate it… But one can one do… Perhaps there should be an update on punctuation for the digital age… Include stuff like sarcasm marks to replace the dizzying amount of :P, replace Latin questionmarks with Greek ones (;) when typing in Greek and abolish or replace ellipses, whose only purpose nowadays seems to be to either make people look mysterious or aloof through the net or help the insescure ones find some security in the written word…

Why are library PCs so horrible and slow, lacking basic software such as audio drivers? Oh yeah, libraries are supposed to be silent… but I’m not asking for speakers, just for a way to use my fucking headphones! Why is it forbidden to install even updates to the existing software?

Why when the weather is freezing cold, water on the street is very particular if it feels like freezing or not?

Why do I feel obliged to write these things when I know I should be writing my Babel assignment instead?

 

Danish Diaries #12 + Quotes ~ Αποφθέγματα IX

Τι κάνεις όταν οι συγκάτοικοι σου είναι τόσο βλάκες που πετάνε τις παγίδες που έχεις φτιάξει για τα μυγάκια επειδή βλέπουν πολλά μυγάκια μαζεμένα κοντά της και νομίζουν ότι αυτή είναι η αιτία του προβλήματος; Τι κάνεις όταν οι συγκάτοικοι σου είναι τόσο μυγιάγκιχτοι (έπρεπε να την γκουγκλάρω αυτή την λέξη για την ορθογραφία) που πετάνε στα σκουπίδια τις επιφάνειες που κόβεις τα λαχανικά επειδή «είναι βρώμικες» αλλά δεν μπαίνουν καν στον κόπο να βρουν καινούργιες; Τι κάνεις όταν το κτίριο έχει δύο κούπες  για δώδεκα ανθρώπους, όλες κι όλες, και εξαφανίζονται και οι δύο, μαζί τελικά με όλα τα μαχαιροπήρουνα, τα πιάτα κτλ (και πίνεις τον καφέ σου στο μονόλιτρο ποτήρι μπύρας που καβάτζωσες από το Οktoberfsest); Α ναι μωρέέέ, αφού όλοι έχουν τα δικά τους, γιατί να υπάρχουν τα κοινόχρηστα; Αν όλοι είχαν τα δικά τους, δεν θα καρπωνόταν κάποιος τα μαχαιροπήρουνα αποκλειστικά για την παρτάρα του! Καταλήγω όλο και περισσότερο ότι οι Δανοί είναι ένα έθνος κακομαθημένων. Αλλά συνέβη κάτι που με έκανε να αναρωτηθώ…

Η Αμελί είναι η μισο-Γερμανιδα μισο-Ελληνίδα κοπέλα με την οποία κάνω μαθήματα Γερμανικών εδώ. Ως αντάλλαγμα της μαθαίνω τα Ελληνικά που ποτέ δεν έμαθε. Καταλαβαίνετε, έχουμε περίπου τις ίδιες δικαιολογίες που δεν ξέρουμε την γλώσσα που όλοι μας τα πρήζουν ότι θα έπρεπε να ξέρουμε εδώ και χρόνια. Μια μέρα, η Αμελί με το μπόιφρεντ με κάλεσαν να πάω μαζί τους για μπάνιο στην θάλασσα και στην σάουνα μετά. Είναι μια αγαπημένη τους συνήθεια, κλασική Δανέζικη-βικινγκ κατάσταση: λίγα δευτερόλεπτα στα παγωμένα νερά, τροχάδειν μέχρι την σάουνα, σούπερ-ίδρωμα μέσα στην σάουνα, βουτιά στα παγωμένα νερά για να δροσιστεί το κοκκαλάκι μας, τρέξιμο ξανά μέχρι την σάουνα για να ζεσταθεί το κοκκαλάκι μας κοκ. Και όλα αυτά γυμνοί, τσιτσίδι, άντρες και γυναίκες μαζί.

Η ιδέα μου φαινόταν καλή, αν εξαιρέσετε το γεγονός ότι δεν θυμάμαι ποτέ να είχα βουτήξει στην θάλασσα εκτός καλοκαιριού, πόσο μάλλον στην Βαλτική τον Νοέμβριο. Ένα αυτό. Το άλλο ήταν ότι η ιδέα του να είμαι τσιτσίδι με αρκετά άλλα άτομα, μερικα εξ αυτών φιλικά, ήταν μεν ενδιαφέρουσα αλλά ασυνήθιστη και λίγο τρομακτική. Στην μέση έμπαιναν ντροπές κτλ, από τα συναισθήματα που δεν συμφωνείς λογικά μαζί τους αλλά βασίζονται σε κάτι άλλο, όχι τόσο βασικό όσο το ερπετικό ένστικτο αλλά ούτε και στο ίδιο επίπεδο με τα πιστεύω σου, κάτι άλλο που βρίσκεται κάπου ανάμεσα τους, ίσως οι ίδιες κοινωνικές επιταγές που μας αναγκάζουν στα κρυφά να μας ενδιαφέρει τι θα πουν για μας οι άλλοι, που στα μουλωχτά και χωρίς να τις ρωτήσει κανείς, γίνονται από την μικρή τρυφερή μας ηλικία μέρος της υποσυνείδητης προσωπικότητας μας.

Τελικά η μέρα ήρθε, η Αμελί με κάλεσε να πάω μαζί της και με τον Πάτρικ (όχι τον γνωστό) στην «οργανωμένη παραλία» του Århus, Den Permanente. Η μέρα φαινόταν περίφημη: τα ίδια σύννεφα και κρύο που δεν έχουν φύγει από την πόλη το τελευταίο δεκαήμερο και οι ντροπές να παραμένουν ανέγγιχτες (γιατί πάντα νομίζουμε ότι σε έναν μήνα ξαφνικά θα θέλουμε να κάνουμε κάτι το οποίο τώρα δεν θέλουμε; Ποτέ δεν δουλεύει έτσι δυστυχώς, αλλά με αυτή την λογική δουλεύει το σύστημα των 60 άτοκων δόσεων φαντάζομαι) Ήρθε και η Άνα μαζί γιατί μου είχε πει από καιρό ότι ήθελε να κάνει μπάνιο στην κρύα θάλασσα — αν και σίγουρα είχε παγώσει πολύ περισσότερο από μένα στην ιδέα ότι θα έπρεπε να αποχωριστεί τα ρούχα της μπροστά σε κόσμο (και σε μένα).

Λοιπόν, το δοκιμάσαμε. Η θερμοκρασία της θάλασσας ήταν γύρω στους 10 βαθμούς, πολύς αέρας και κύματα, στο βάθος το λιμάνι της πόλης να φωτίζει τα σύννεφα του ουρανού του νότου πορτοκαλί (ναι ήταν νύχτα). Ένας-ένας πέσαμε στην θάλασσα για 7-8 δευτερόλεπτα το πολύ, και μετά γραμμή για την σάουνα. Δεν ήταν όσο φοβερό όσο περίμενα, κρύα ντους με έχουν τρομάξει πολύ περισσότερο στο παρελθόν. Μόλις έβγαλα και το τελευταίο ίχνος υφάσματος από πάνω μου, όλα ήταν τόσο… ΟΚ. Μπαίνοντας στην σάουνα και βλέποντας άλλα 15 άτομα με κάθε είδος σώματος να ιδρώνουν κάθοντας στις πετσέτες τους, μου φάνηκε τόσο συναρπαστική βλακεία η ιδέα του να ντρέπεσαι το σώμα σου… Υπήρχε ένα πολύ ευχάριστο κλίμα μεταξύ όλων. Μικροί και μεγάλοι, άντρες και γυναίκες κουβέντιαζαν με τους διπλανούς τους περί θερμών ανέμων και ψυχρών υδάτων. Η θερμοκρασία έφτασε τους 93 βαθμούς αφού έριξα λίγο νερό στα κάρβουνα που έχουν για να κάνουν την σάουνα… σάουνα. Όταν η ζέστη έγινε αβάσταχτη για την παρέα, πέσαμε όλοι πίσω στην θάλασσα όπου αυτή την φορά ήταν λίγο καλύτερα τα πράγματα –η ζέστη είχε φτάσει στα κόκκαλα, όπως είπε η Αμελί– και αμέσως πήγαμε σε άλλη σάουνα αυτή την φορά, μια λίγο λιγότερο καυτή και μικρότερη, μόνο με έναν τυπά πενηντάρη να αράζει, και σκοτεινή, την φώτιζαν μόνο 3-4 χαμηλές λάμπες. Αυτό το μέρος ήταν ο ορισμός του hyggelig (αυτό το μέρος και το άλλο με τον χαμηλό φωτισμό στην είσοδο της λέσχης, όπου μπορείς να κάτσεις, να φτιάξεις τσάι και να μαγειρέψεις πριν ή μετά το… μπάνιο σου).

Το μόνο κακό της ιστορίας ήταν ότι όταν γυρίσαμε στα ρούχα μας, ανακάλυψα την τσάντα μου με το πορτοφόλι μου στην λάθος θέση. Κάποιος με έκλεψε όσο λείπαμε. Διάλεξε μόνο την δική μου τσάντα και πήρε από το πορτοφόλι μου τα χρήματα (25 ευρώ, 100 Δανέζικες κορώνες περίπου, ένα τσέχικο και ένα σκωτσέζικο χαρτονόμισμα, νομίσματα κυρίως από την Σουηδία και την Νορβηγία — ναι ρε μου αρέσει να κουβαλάω ξένο συνάλλαγμα, πρόβλημα;!) Με έχουν κλέψει τρεις φορές ήδη στην Δανία μέσα σε 4 μήνες. Αυτή την φορά δεν έφταιγα εγώ βέβαια… Εκτός από τα χρήματα, δεν έλειπε τίποτα άλλο από το πορτοφόλι. Δεν με στενοχώρησε ιδιαίτερα, φοβόμουν ότι θα υπερσκίαζε την εμπειρία της βραδιάς αλλά δεν τα κατάφερε. Ακόμα και τώρα μου φαίνεται ονειρική, σουρεαλιστική η αίσθηση. Το σπάσιμο της «μαζικής συναινετικής ψευδαίσθησης» που αποκαλούμε πραγματικότητα είναι πάντα ισχυρότατο για μένα… Μπορεί οι Δανοί να έχουν τις ντροπές τους και τις περίεργες συνήθειες τους αλλά όταν έχουν στην κουλτούρα τους κάτι τέτοιο μπορώ μόνο να βγάλω το καπέλο. Γενικά οι Δανοί στα θέματα σώμα/σεξουαλικότητα είναι πολύ, ΠΟΛΥ χαλαροί…

Vikingekluben Jomsborg

If we all stood up, took off our clothes and confessed our sins, everybody would laugh at the lack of originality on both accounts.

Αν όλοι σηκωνόμασταν, βγάζαμε τα ρούχα μας και εξομολογούμασταν τις αμαρτίες μας, θα βάζαμε όλοι τα γέλια με την έλλειψη πρωτοτυπίας και στις δύο περιπτώσεις.

~Unknown