Game 2.0 – Total War: Rome II Review

Πρέπει να πω ένα δυο έξτρα λογάκια αυτή τη φορά. Tο Metacritic το εκθειάζει. Για ρίχτε όμως μια ματιά στη διαφορά μεταξύ των σχολίων των χρηστών και των επισήμων reviews… Κάτι είναι τόσο σάπιο στο βασίλειο της Δανιμαρκίας στη ρεπούμπλικα της Ρώμης που βρωμάει μέχρι εδώ.

Φοβόμουν ότι αν έβαζα 6/10 σε έναν τόσο πολυαναμενόμενο και πολυδιαφημισμένο τίτλο, θα με έπαιρναν με τις πέτρες. Απ’ότι φαίνεται όμως δεν είναι λίγοι αυτοί που ζητάνε περισσότερη ειλικρίνεια και λιγότερη διαφθορά από τον κόσμο της δημοσιογραφίας των games. Το ηθικό δίδαγμα: ας είσαι ο πρώτος που κάνει το σωστό και θα σε ακολουθήσουν και άλλοι. Be brave; be the change you want to see in the world!

Το review μου.

Και μετά δείτε λίγο από αυτό το βίντεο ακόμα κι αν δεν έχετε παίξει το παιχνίδι. Απλά για πλάκα. Για να δείτε την κατάντια.

Και πάλι… το 16ωράκι μου το χτύπησα αυτό το ΠεμπτοΠαρασκευοΣαββατοκύριακο.

Detachment, Part Three

Ως συνέχεια του Part Two.

Θέλω να κάνω τη μεγαλύτερη εκκαθάριση έβερ. Να χαρίσω παλιά ρούχα και αντικείμενα τα οποία πιάνουν χώρο, βιβλία που δεν διάβασα ποτέ και ούτε πρόκειται, επιτραπέζια που δεν έπαιξα ποτέ και ούτε πρόκειται, να πάρω την γενναία απόφαση και να πετάξω (μερικά τουλάχιστον, όσα έχω τα καρύδια να αφήσω) χαρτάκια, σημειωματάκια και τέτοια τα οποία κράταγα για συναισθηματικούς λόγους που είχα ξεχάσει ότι τα είχα, και γενικά να ξεφορτωθώ πράγματα τα οποία πιάνουν χώρο και κρατάνε μέσα τους ένα κομμάτι του παρελθόντος – για καλό και για κακό. Ήδη αυτές τις μέρες πήγα στον Σκόρο και άφησα παλιούς ευρωπαϊκούς σιδηροδρομικούς χάρτες από την εποχή του InterRail και της Ολλανδίας, κάρτες Χάρι Πότερ που άντε να είχα παίξει μια φορά με τον Τζιμ τον Τούση, κάποια πουκάμισα και… έναν ξύλινο σταυρό.

Κι άλλες φορές έχω κάνει τέτοιες (μικρές θα έλεγα) εκκαθαρίσεις αλλά αυτή τη φορά ήταν τα μουσικά CD μου τα οποία έχω μαζέψει εδώ και τόσα χρόνια που πέρασαν απ’το κόσκινο. Τα περισσότερα έχω απλά χρόνια να τους ρίξω μια δεύτερη ματιά, πόσο μάλλον -όπως οι περισσότεροι μας πλέον- να τα ακούσω, οπότε ήρθε η ώρα να τους πω αντίο.

Κάποια από αυτά τα αγόρασα στον εαυτό μου, κάποια δεν θυμάμαι πως έπεσαν στα χέρια μου, κάποια μου τα δώρισαν παλιοί φίλοι και γνωστοί… Είμαι ευγνώμων για τις ευχάριστες ώρες που μου χάρισαν και ελπίζω να μπορέσουν να τα απολαύσουν και άλλοι.

Ιδού η λίστα:

Αυθεντικά:

Rush – Moving Pictures
Rush – 2112
Universal Master Collection – Classic Anthrax
Train – She’s On Fire
In Flames – Soundtrack To Your Escape (+Bonus DVD)
Nirvana – Nirvana
Opeth – Ghost Reveries
KoRn – KoRn
KoRn – Follow The Leader
Natural Dreams – Natural Guitar
Nightwish – Oceanborn (γερμανικό εξώφυλλο)
Mick Jagger – Primitive Cool
Re-Rewind To Garage City
Iron Maiden – A Real Live Dead One
Dire Straits – Brothers In Arms
Hawkwind – Epocheclipse (The Ultimate Best Of)
Euphoria – Mixed by PF Project
Stratovarius – Elements Pt.1
Ocean – Eloy
Age of Mythology – Collector’s Edition (το ανακάλυψα στα CD μου και θα το χαρίσω σαν CD)
Age of Empires – Collector’s Edition (παρομοίως. Τέτοια εποχή, πριν 12 χρόνια σε έλιωνα εσένα…)
Age of Mythology OST

Αντιγραμμένα

Def Leppard – Pyromania
Twisted Sister – Stay Hungry
Cyan – Medieval Tales
Kong in Concert (2CD)
Happy Fest (ινδουιστική μουσική)
Rainbow – Rising
Phil Collins – Serious Hits Live
Albanian Hip-Hop Rap Collection
Nightwish – End of Innocence
Nefilim – ZOON
Fragile Vastness – Tribute To Life

cd_collection

Μικρό ποστ με ατυχίες, μαλακίες, παθήματα και μαθήματα

Κρύωμα – μετά από ταξίδι, δεν τρώμε παγωτά ή δεν πίνουμε κρύα πράγματα τουλάχιστον για 3 μέρες μετά! Και ας μου εξηγήσει κάποιος τελικά: κάνουν ή δεν κάνουν τα κρύα όταν είσαι κρυωμένος; Κοινώς: φραπέδες και παγωτά ή μόνο τσάγια με τζίντζερ, λεμόνι και μέλι και ρακόμελα;

Σπάσιμο αμφορέα στο μπαλκόνι από κλίση της καρέκλας προς τα πίσω – για άλλη μια φορά… προσέχουμε πού πάμε ή προς τα που γέρνουμε, ειδικά όταν έχουμε φορά προς τα πίσω! Να’ναι καλά η κόλλα που έρχεται σε δύο σωληνάρια την οποία πρέπει να τη συνδυάσεις από τα περιεχόμενα τους και γίνεται σκληρότερη και από πέτρα. Τώρα ο αμφορέας τουλάχιστον, με τα ραγίσματα και τα ψεγάδια του, φαίνεται περισσότερο «αρχαιοελληνικός!»

Boarding pass – το τελευταίο, από Istanbul προς Αθήνα, το πέταξα στα σκουπίδια, και μετα ψαχνόμουν γιατί μας το ζήτησε η Maggy. Τσέπωσε ο δικός σου την αποζημίωση για το ταξίδι στην Φινλανδία και λέει, «ε, δεν χρειάζεται να κρατήσουμε αυτό το σκισμένο χαρτάκι!» Με φοβίζει το ότι μπορεί αυτή να ήταν όντως η υποσυνειδήτη σκέψη που οδήγησε το χέρι μου να πετάξει, χωρίς πολλή σκέψη, άρνηση ή αμφιβολίες από τα κεντρικά, το χαρτάκι στη σακούλα. Το βρήκα μετά εκεί μέσα (ΕΥΤΥΧΩΣ δεν τα είχε πετάξει ακόμα η μαμ), αφού στην αρχή ήμουν σίγουρος ότι θα το είχα πετάξει κάπου σε κανέναν κάδο στο Ελ. Βενιζέλος, οπότε όλα καλά, αλλά το πάθημα μάθημα: κρατάμε όλα τα έγγραφα, έστω και για λίγες μέρες μετά· το να ψάχνεις στα σκουπίδια είναι ρίσκο, πώς να το κάνεις…

Κινητό στη θάλασσα το οποίο ΑΚΟΜΑ δεν έχει στεγνώσει, όσα μπάνια με αλκοόλ και όσες ολονυχτίες σε ρύζια κι αν του έχω προσφέρει – κι ας το βούτηξα χωρίς ανοιχτές εισόδους αυτή τη φορά που ήρθε σε επαφή με το νερό. Τους αχινούς θέλαμε να δούμε ρε παιδιά, όχι τους τρεχάτους, τους άλλους που περιμένουν να τους πατήσεις! Τίποτα δεν είναι πραγματικά αδιάβροχο τελικά.

Χάνοντας το Before Midnight – Σάββατο, η μικρότερη νύχτα του χρόνου (σχεδόν), πανσέληνος (σχεδόν), μια τέλεια ζέστη, στον «καλύτερο κινηματογράφο του κόσμου» (σύμφωνα με το CNNgo), μια ταινία η οποία έχει λάβει διθυραμβικές κριτικές ΚΑΙ είναι γυρισμένη στην Ελλάδα από Έλληνες παραγωγούς με αστέρες του Χόλλυγουντ. Και μετά αναρωτιόμασταν με τη Δάφνη γιατί η ουρά φαινόταν από τον σταθμό του Ηλεκτρικού. Τελικά την είδαμε άλλη μέρα. Να τη δείτε. Και, για όνομα του Θεού ή οποιασδήποτε άλλης (υπερ)φυσικής ύπαρξης σας εκφράζει, δείτε πρώτα το Before Sunrise και το Before Sunset, Αποφύγετε το λάθος πολλών όσων το είδαν χωρίς να έχουν ιδέα για τις προηγούμενες ταινίες και γι’αυτό τον λόγο του έβαλαν αρνητική κριτική. Ευχαριστώ.

Στήνοντας πάγκο κατα τις 5 ή ώρα το απόγευμα στην πλατεία της γειτονιάς για να χαρίσεις πράγματα που δεν θέλεις πια σε περαστικούς – κακή ώρα. Οι άνθρωποι βγαίνουν μετά τις 7. Θα μου πείτε, «κοινή λογική δεν έχεις;» Ελάτε τώρα, κάνετε λες και δεν με ξέρετε. Το xariseto.gr δουλεύει άψογα, πάντως.

Review: The Rebel Sell: Why the Culture Can’t Be Jammed

The Rebel Sell: Why the Culture Can't Be JammedThe Rebel Sell: Why the Culture Can’t Be Jammed by Joseph Heath

My rating: 3 of 5 stars

This one is a toughy. Few other times have I been this undecided on a book before reviewing it.

While reading The Rebel Sell, I was nodding in agreement with many of the arguments Joseph Heath and Andrew Potter posed, such as the proposition that mass consumerism is unavoidable because it is recognition, distinction and status that people find when they consume, and while on the whole if theoretically no-one bought anything all would be well and good, everyone has to keep consuming just because everyone else keeps doing so. It is an instance of the prisoner’s dilemma, a central part of their point, used many times in the book and presented convincingly. It’s an interesting concept applicable to politics, sociology and other topics.

Furthermore, their analysis of taste in art and culture and how it is another form of projecting one’s own social class was also profound, as well as their take on what it means to be cool and how, in their view, that is the very thing that drives consumerism: someone has to be the Joneses, after all, and it is the cool people who become the Joneses, whether they realise/like it or not. There are many other such bits and pieces I found agreeable and fun to read, such as the distinction between dissent and deviance, something with which I can completely relate. If you wouldn’t like a society in which everyone acts a certain way and not just you, it’s probably deviance and not dissent, like the stupid graffiti tags, not paying taxes or avoiding standing in queue. It’s a healthy observation.

But. As convincing as I found the points above, as well as many others which did, at times, make the book a bit chaotic in its argumentation, I couldn’t help but feel the smugness of Mr. Heath and Mr. Potter seep through the pages. They ridicule the counterculture, often repeating themselves and failing to spot the benefits society has gained from it in the 50 years since it first emerged, at least in the form they describe. They cannot find any merit in any kind of fringe social movement. It’s like they’re trying to “get over” their own countercultural past by dissecting it, as if they’re trying to prove how wrong and misled their own mocking peers had been -as my friend who lent me the book accurately commented. It’s like they’re saying “look how grown up and rational we are now! Just try and grow up like we did, you pathetic self-important tree huggers/hipsters/anarchists/punks/Naomi Klein.”

Nevertheless, I realise that the implications of what is presented within the book are vast and indeed might be playing an important political role in the fragmentation of the left and its members trying to “out-radicalise” oneanother. The sad result is that it is a weaker force which is left to oppose the all-consuming capitalist market. When all has to do with individuality and how different everyone can and should be in order to “stick it to The Man”, there can of course be very little emphasis on how people can cooperate and find the similarities and common goals between them. The problem is that the same market which the writers are defending -at least in principle- and its state today, 10 years after the writing of the book, has only made itself horrifyingly stronger against legislative and institutional reform. The writers greatly underestimate the current relationship between corporations and governments and how difficult it is to change from within. The world is practically ruled by corporations and to question that rivals the counterculture in its supposed naiveté.

Comfortably, the above declaration would be enough for the writers to smirk at me and include me in the already-accounted-for group of wannabe radical counterculturals who can’t face reality. The whole point of the book is putting cases such as me, if just a hint less self-conscious, in their rightful place; just another individualistic rebel who lazily rejects all small reforms in favour of a total paradigm shift which will most probably never come, at least not in the form anybody expects. Maybe I am such a naive, sentimental being as to fall right into this argumentative trap, but I feel, like so many others ridiculed in the book, that there just is something wrong at a much deeper level with the world than what can be merely altered through laws and regulations.

Enough. I could go on. As someone whose rough ideology is directly challenged by the book, I feel I have to excuse myself and prove how “they don’t get it” in quite a thorough and wordy manner. I’m not sure I like this reacion of mine but I acknowledge it. Suffice it to say that this shows that the book is at least worth reading. For good or bad, it has intensified my great ideological confusion and has made me think and question myself – a favourite hobby of mine, that last part. I recognise its value and its propositions even if -I suppose I should say ‘thankfully’- at a sentimental level I just can’t agree. I suggest that you read it and see what impact it has on you too.

View all my reviews

Το χακεμένο μου Wii είναι η νέα γενιά games

Μετεωρίτες σε hi def! Famous last words
Μετεωρίτες σε hi def! Famous last words

Με τη χτεσινή ανακοίνωση του Xbox One (ή Xbone όπως ήδη κοροϊδευτικά το λένε πολλοί στο Διαδίκτυο) όλες πλέον οι νέες «κονσόλες οικιακής ψυχαγωγίας» υπάρχουν πλέον και σαν οντότητες, όχι μόνο στα χαρτιά ή στην φαντασία εκατομμυρίων nerds. Η ανακοίνωση ήρθε για να επιβεβαιώσει όσα ήδη περιμέναμε ή ξέρουμε από το PS4: τα παιχνίδια της νέας γενιάς θα είναι ακριβότερα, θα υπάρχει μηδενική backwards compatibility (πώς το λεν’ αυτό στα ελληνικά;) ακόμα και για τίτλους του XBLA, θα πρέπει με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο να είναι συνεχώς online, οι τίτλοι θα είναι συνδεδεμένοι με λογαριασμούς και με κονσόλες σαν σε λευκό γάμο, θα επιβάλονται αντίτιμα μόνο και μόνο για να δανείσεις παιχνίδια, πόσο μάλλον να πουλήσεις ή για να αγοράσεις μεταχειρισμένους… Σαν αργοκίνητος δεινόσαυρος, η βιομηχανία των games, η οποία βέβαια δεν έχει υπάρξει αρκετό καιρό για να μπορούμε να την αποκαλούμε παλιά αλλά παρόλαυτά έχει ήδη γίνει συντηρητική, δεν φαίνεται να είναι κατάλληλα προικισμένη ή προετοιμασμένη για να ανταπεξέλθει στις καταιγιστικές αλλαγές.

Η διαφορά όμως είναι πως οι αργοκίνητοι και ογκώδεις δεινόσαυροι εξαφανίστηκαν λόγω της αδυναμίας τους να ανταπεξέλθουν σε μια εξωτερική καταστροφή· δεν μπορούσαν να διαλέξουν να είναι μικρότεροι ώστε να χωράνε κι αυτοί στα λαγουμάκια που έσωσαν τα original θηλαστικά από την καταστροφή και για αυτό πέθαναν, επιβεβαιώνοντας πως στη φύση συμφέρει να είσαι Δαυίδ παρα Γολιάθ. Η Sony και η ΜicroSoft όμως; Κανένας μετεωρίτης δεν τους σακάτεψε την εξελικτική ικανότητα. Ποια είναι η δική τους δικαιολογία που κανείς απ’όσους ξέρω δεν θέλει ένα Xbone ή ένα PS4 (ή ένα WiiU, εδώ που τα λέμε); Μάλλον είναι η απληστία τους αυτή που τους κάνει να μην μπορούν να προσαρμοστούν, τα κολλημένα μυαλά υψηλόβαθμών στελεχών και μετόχων που δεν μπορούν να δουν μπροστά. Το παράδοξο της υπόθεσης είναι ότι θα περίμενε κανείς από τέτοιες επιχειρήσεις-κολοσσούς να επενδύουν στους οραματικότερους σχεδιαστές, στους πιο τσαχπίνιδες υπεύθυνους marketing και στους κορυφαίους αναλυτές για να μπορούν να ξεφεύγουν από το status τους ως τυραννόσαυροι του χώρου. Αντί αυτού φαίνεται να βόσκουν αμέριμνα ενώ οι μετεωρίτες πέφτουν.

Εδώ που τα λέμε, ποια είναι η τελευταία επιτυχία των δύο εταιρειών; Ούτε η Microsoft ούτε η Sony έχουν καινοτομήσει σημαντικά τα τελευταία 5 τουλάχιστον χρόνια. Ακολουθούν τις εξελίξεις σπασμωδικά και καταϊδρωμένα. Πιστεύω ότι μέχρι το 2025 και οι δύο εταιρείες θα είναι πολύ λιγότερο σημαντικές για τον χώρο των ηλεκτρονικών, αν συνεχίζουν να υπάρχουν δηλαδή. Για τη μοίρα της Nintendo δεν μπορώ να πω με σιγουριά αλλά αμφιβάλλω ότι θα συνεχίσει να υπάρχει ως ανεξάρτητη κατασκευάστρια κονσολών γιατί πολύ απλά δεν νομίζω να υπάρχουν κονσόλες. Το μέλλον είναι, όπως στα πάντα στην εποχή μας, τόσο απρόβλεπτο και ρευστό…

Το έναυσμα για να γράψω αυτά ήταν το ότι πρόσφατα χάκαρα το Wii μου. Εκεί που μάζευε σκόνη από τότε που τέλειωσα το Skyward Sword και αφού γενικά δεν δίνω χρήματα πια σε games, ούτε καν μεταχειρισμένα, παρα μόνο μερικές φορές στο Steam, στο gog και στο Humble Bundle, τουλάχιστον αυτές τις μέρες χρησιμοποιώ πολύ περισσότερο τη μικρή κονσολίτσα μου. Το hacking community του Wii, όπως και οι περισσότερες τέτοιες κοινότητες βασικά, έχει δώσει νέα πνοή σε κάτι που φάνταζε ξεπερασμένο. Το ότι τόσες χιλιάδες άνθρωποι δίνουν χρόνο, χρήμα και κομμάτι του εαυτού τους σε κάτι τέτοιο μου δίνει ελπίδα, γιατί τέτοιες κοινότητες σχηματίζονται με ευκολία γύρω από τα πάντα πια. Ένα μικρό ευχαριστώ για τώρα σε όλους εσάς του τεχνοαναρχικούς μάγους. Το μεγάλο θα έρθει μια άλλη μέρα γιατί απαιτεί καλή προετοιμασία.

Τι είναι το τόσο σπουδαίο στο χάκεμα του Wii; Με λίγα λόγια, μπορώ να παίζω τώρα σε αυτό πρακτικά όλα τα παιχνίδια που έχουν βγει σε κονσόλα της Nintendo, συμπεριλαμβανομένων του GameCube αλλά και του ίδιου του Wii. Φυσικά όλες οι σημαντικές κονσόλες μέχρι και το PSX υποστηρίζονται επίσης· μέχρι και Twitter client (το οποίο δυστυχώς δεν έχω καταφέρει να κάνω να δουλέψει) μπορεί να βρει κανείς στους υπονόμους του ψηφιακού κόσμου. Χρησιμοποιώ βεβαίως τη λέξη υπονόμους τρυφερά, όπως σε κάποιο έργο φανταστικής δυστοπίας όπου όλη η αντίσταση στην σκλαβωμένη αστυνομοκρατούμενη πολιτεία, καθώς και ό,τι ενδιαφέρον ή πραγματικά καινοτόμο έχει να επιδείξει η τεχνολογία, μπορεί να βρεθεί εκεί, μαζί φυσικά με ναρκωτικά, απόκληρους, κυνηγούς επικυρηγμένων και φυσικά, όλα τα στερά και υγρά απόβλυτα της προαναφερθείσας κοινωνίας.

Επειδή γενικά το παίζω γλωσσομαθής τον τελευταίο καιρό και αν μου το επιτρέπει το επίπεδο μου θέλω να συνδυάζω κάθετι που κάνω  με παράλληλη ενασχόληση είτε με τα γερμανικά είτε με τα ισπανικά (γιατί όλοι ξέρουμε ότι οι ταινίες, τα βιβλία και τα games σε βοηθάνε πολύ με το να μάθεις μια γλώσσα), ήδη κατέβασα το Xenoblade Chronicles το οποίο σκοπεύω να παίξω στα γερμανικά μέχρι τις εξετάσεις μου για το B2 του ÖSD τον Ιούνιο και σήμερα μόλις τερμάτισα το Beyond Good & Evil για GameCube στα ισπανικά. Καλό παιχνιδάκι, με προσωπικότητα και άποψη, πολύ εύκολο και μικρό αλλά χωρίς τις φλυαρίες που βρίσκεις τόσο συχνά παντού σήμερα (και τα ισπανικά μου ήταν αποδείχτηκαν αρκετά καλά ώστε να καταλαβαίνω τα περισσότερα απ’όσο γίνονταν! Σαν τις παλιές καλές εποχές με τα αγγλικά…) Το συγκεκριμένο κατάφερα να το τρέχω από τη δεύτερη USB θύρα του Wii μου από ένα ROM χωμένο μέσα σε μία microSD. Δίπλα του θα μπορούσα να έχω χωρέσει άλλα 5 παιχνίδια GameCube λόγω της μέτριας χωρητικότητας της κάρτας. Αν συνέδεα και εξωτερικούς σκληρούς, θεωρητικά θα μπορούσα, αν είχα τη διάθεση να τη βρω και να την κατεβάσω, ολόκληρη την παιχνιδοθήκη της κονσόλας. Να θυμίσω ότι το GameCube βγήκε πριν 11 χρόνια, όχι 20 ούτε 50.

beyondgoodandevilbanner

Άλλο παράδειγμα: με τη Δάφνη στα Λουτρά το Πάσχα παίζαμε ένα Pokemon Light Platinum το οποίο ουσιαστικά είναι hack της Sapphire για να μπορείς να πιάνεις όλα τα Πόκεϋμανς. Και οι δύο το παίζαμε στο Virtual Boy Advance, μόνο που όσο εκείνη ήταν στο laptop, εγώ το έτρεχα από το Wii! Το παιχνίδι τελικά αποδείχτηκε μάπα αλλά μόνο και μόνο το ότι μπορούσα να κάνω κάτι τέτοιο με εντυπωσίασε.

Μου φαίνεται πραγματικά απίστευτο: ένας ατέλειωτος πλούτος από παλιά παιχνίδια υπάρχει εκεί εξώ ο οποίος μπορεί να τρέξει με μεγάλη ευκολία και άνεση από το Wii μου. Θα μου πείτε, όλα αυτά είναι ουσιαστικά παράνομα· κάποιοι άλλοι θα μπορούσαν να με πουν και κλέφτη. Σκεφτόμουν όμως πως για μια κονσόλα η οποία θα είχε αυτές τις δυνατότητες απ’τη μάνα της θα πλήρωνα, κάτι το οποίο δεν μπορώ να πω για καμία από τις νέες κονσόλες με τις οποίες θέλουν σώνει και καλά Microsoft και Sony να μας στουμπώσει τον εγκέφαλο και να μας ξεστουμπώσει το ήδη αρκετά ελαφρύ πορτοφόλι.

Τα games βρίσκονται σε κρίση, όπως ο καπιταλισμός -παγκόσμιος και τοπικός-, η διαχείριση πρώτων υλών, ο κοινωνικός αποκλεισμός και τόσα άλλα κομμάτια της ζωής του 2013. Το τι θα φέρει η «επόμενη γενιά» δεν πιστεύω ότι θα με ενδιαφέρει και πολύ γιατί πιστεύω πως, εκτός από το χακαρισμένο μου Wii, το αειφόρο μέλλον των games δεν διατυμπανίζεται σε τεράστιες ανακοινώσεις σε πανάκριβες, ουσιαστικά άχρηστες κονσόλες χωρίς games αλλά σιωπηλά κυλάει μέσα από τις φορητές συσκευές, ενοποιείται μέσω των ψηφιακές υπηρεσιών που δεν γνωρίζουν σύνορα και διαμορφώνεται από τους ανεξάρτητους δημιουργούς με τα μικρά budgets και τα μεγάλα όνειρα. To Ouya για μένα είναι μια πραγματική κονσόλα νέας γενιάς. Το πρώτο μου άρθρο για το game 2.0 και οι προβλέψεις που έκανα σε αυτό δεν έχουν πέσει πολύ έξω*. Για τις ελπίδες μου και όσα απεύχομαι, all reamains to be seen…
~
*1. Downloadable Games: παρόν, παρελθόν και μέλλον

Υπερτιμημένα πράγματα

Εντάξει, απλά δεν υπάρχει λέξη στα ελληνικά η οποία να αποδίδει καλά το overrated, οπότε για τώρα θα πρέπει να αρκεστούμε σε μια απλή μετάφραση.

Ο κόσμος είναι γεμάτος από αυτά. Αναρωτιέσαι πώς είναι δυνατόν πλήθη ανθρώπων να χάνουν τον ύπνο τους και τον ξύπνιο τους, για να μην πω μεγάλο μέρος των κοινωνικών τους συναναστροφών, ανησυχώντας και συζητώντας για αυτά. Είναι παντού. Γίνετε σας παρακαλώ το ακροατήριο μου όσο εγώ ξεθυμαίνω.

Σκυλιά

Ο τρομερός συγγενής του λύκου
Η τρομερή διαστρέβλωση του λύκου

Οι καλύτεροι φίλοι του ανθρώπου πληρούν τα χρέη φύλακα (λυκόσκυλα), αλόγου (χάσκι), κυνηγού (πόιντερ), διακοσμητικού στοιχείου (οποιαδήποτε ράτσα χωράει σε νεσεσαίρ), δολοφόνου (ντόμπερμαν), ενισχυτή αυτοεκτιμήσης (πίτμπουλ), τροφής (τσόου-τσόου). Οι περισσότερες από αυτές τις ράτσες, για να μην πω όλες, εκτράφηκαν για να είναι εργαλεία στα ανθρώπινα χέρια, όχι φίλοι. Δεν ξέρω για εσάς, αλλά τους δικούς μου φίλους δεν τους θέλω υπηρέτες ή σκλάβους μου. Δεν θέλω να δένομαι μαζί τους μέσω της εξαναγκαστικής υποταγής τους σε μένα, δεν έχω κανένα τέτοιο κόμπλεξ.Ένας σκύλος μπορεί να είναι πολύ καλός σύντροφος, αλλά είναι έτσι γιατί εσύ είσαι το αφεντικό. Αν δεν είσαι το αφεντικό, την έχεις βαμένη. Όσο και να μου αρέσουν τα περισσότερα σκυλιά, δεν μπορώ να μην τα δω έτσι. Επίσης, να προσθέσω ότι οι σκύλοι βρωμάνε απαίσια όταν είναι βρεγμένοι, κατουράνε και χέζουν παντού και γαυγίζουν όλη την ώρα.

Πέρα από τα παραπάνω πάντως και ό,τι και να λέω, στα αδέσποτα συγκεκριμένα έχω μια αδυναμία. Είναι οι σκληραγωγημένοι απόκληροι του ανθρώπινου πολιτισμού που τα ανάγκασε να έρθουν στη ζωή ως παράσιτα. Είναι λίγο σαν τους επιζήσαντες στο Mad Max. Μόνο που εδώ κερδίζει ο πιο χαριτωμένος.

Σούπερ ήρωες

Mystery Men
Mystery Men

Φοράνε στολές (γιατί;), έχουν σούπερ-δυνάμεις, είναι αφελώς καλοί ή ακόμα πιο αφελώς κακοί και έχουν κατακτήσει τον κόσμο της φαντασίας. Τι συμβαίνει; Τι είναι το τόσο ενδιαφέρον ή συναρπαστικό σε αυτούς τους «ήρωες»; Η αντρίλα, τα μπράτσα και το μάτσο που ξεχειλίζει από τις περισσότερες ιστορίες κόμιξ και ταινιών με σούπερ ήρωες είναι απλά βαρετές, προβλέψιμες και απλοϊκές σε αστείο σημείο. Δε λέω, τα παιδιά μπορούν να ταυτιστούν πολύ άνετα με αυτούς τους χαρακτήρες και είναι εύκολη τροφή για τη φαντασία τους, άλλωστε, τα παιδιά καταβροχθίζουν ό,τι σαβούρα και να τους πετάξεις, αλλιώς δεν θα ήταν παιδιά. Δέχομαι επίσης ότι προσφέρουν θέαμα και ιστορίες απλές που βαράνε στο ερπετικό των ανθρώπων, που μας ικανοποιούν σε ένα πολύ βασικό επίπεδο. Η δράση, οι καλοί που κερδίζουν πάντα (και παρεπιμπτόντως πληρούν κατα γράμμα όλα τα πρότυπα ανδρισμού/[τσουλ]ομορφιάς/εθνικότητας), οι κακοί-καρικατούρες, αντανάκλαση των «πραγματικών κακών» των νέων των 20:00, όλα αυτά χτυπούν στον ελάχιστο κοινό παρονομαστή εκατομμυρίων ανθρώπων τόσο πολύ που μάλιστα αυτοί πληρώνουν για να δουν την ίδια ιστορία ξανά και ξανά και ξανά! Εντάξει, το δεχομαι γι’αυτό που είναι: φτηνό, χαζό θέαμα. Δεν δέχομαι όμως το ότι ο Batman του Christopher Nolan θεωρείται τόσο γαμάτος που όλοι του φέρονται θαρείς και είναι κάτι το σοβαρό ή ακόμα και ώριμο, η δευτέρα παρουσία του σινεμά. Τι ακριβώς το σούπερ έχει ο Batman; Τα λεφτά του είναι αυτό το τόσο σούπερ ή η δίψα του για εκδίκηση; Ο οποιοσδήποτε δεν θα μπορούσε να είναι Batman στη θέση του Batman;

Γιατί ο Spiderman να μην εξερευνήσει τον κόσμο και να γίνει ένας απίστευτος αναρριχητής; Στους X-Men δέχονται και τα παιδιά από τερατογεννέσεις, αυτές τις περιπτώσεις που βλέπεις στο Youtube και φρικάρεις, ακόμα και τους idiots savants που είναι διανοητικά καθυστερημένοι αλλά έχουν καταπληκτική φωτογραφική μνήμη και άλλες υπαρκτές υπερδυνάμεις, ή οι πόρτες είναι ανοιχτές μόνο για αυτούς με τις κουλ μεταλλάξεις; O Iron Man θα μπορούσε να είναι κάτι άλλο εκτός από μια πολεμική μηχανή ασύλληπτης δύναμης;

Θα ήθελα να δω έναν Ratman ο οποίος θα ήταν άστεγος, άφραγκος, γυμνός (η στολή του θα ήταν η απέραντη τρίχα του η οποία θα διαπερνούσε ούτως ή άλλως οποιοδήποτε κολάν) και άσχημος και η σούπερ δύναμη του θα ήταν να τρώει τα πάντα από τα σκουπίδια και να μην παθαίνει τίποτα. Να κάνει dumpster diving και να βρίσκει ολοένα και νέους τρόπους να ξεφεύγει από αυτούς που θα του κάνουν τη ζωή κόλαση.

Σίγουρα υπάρχουν τέτοιοι ήρωες, (η αντιδραστικότητα των ’80s στα κόμιξ και οι Misfits [recommended] έρχονται κατα νου), να’ναι καλά οι δημιουργοί τους, όμως ο γενικότερος κανόνας θα έλεγα πως είναι τουλάχιστον εκνευριστικός. Και υπερτιμημένος.

Αυτοκίνητα

Ηλεκτρικό αυτοκίνητο από το 1968...
Ηλεκτρικό αυτοκίνητο από το 1968…

Πρόσφατα πήρα το δίπλωμα οδήγησης μου (props go to Καρίνα και τον δάσκαλο τον Μάκη!) και είμαι ικανοποιημένος για αυτό. Τώρα μπορώ κι εγώ να θεωρηθώ ένας αξιοπρεπής ενήλικας ο οποίος είναι πλέον πιο ανεξάρτητος…

…και πρέπει να πληρώνει βενζίνη, τέλη κυκλοφορίας, ασφάλειες, να βρίσκει πάρκινγκ, να προσέχει κάθε φορά που βγαίνει στον δρόμο, να έχει τον νού του μήπως το καμάρι του θέλει κανένα σέρβις (κι αν δεν το έχεις και πολύ με αυτά νιώθεις σαν γιαγιά που της δίνεις χειριστήριο Xbox 360) και να αντιμετωπίζει τους χιλιάδες άλλους οδηγούς οι οποίοι είναι πολύ συχνά από εκνευριστικοί μέχρι επικίνδυνοι, χωρίς το ένα φυσικά να εξαιρεί το άλλο.

Τα πράγματα είναι απλά. Η αυτοκίνηση είναι φοβερά υπερτιμημένη. Ένα ολόκληρο σύστημα έχει φτιαχτεί για να τροφοδοτεί μια τεράστια βιομηχανία πετρελαίου και δημιουργίας νέων αυτοκινήτων, τα οποία όχι μόνο είναι αρκετά ακριβά, είναι απίστευτα βρώμικα, θορυβώδη, επικίνδυνα και επιβλαβή για το περιβάλλον. Θέλουμε να είμαστε άνετοι με την αμαξάρα μας η οποία πρέπει να είναι σίγουρα τελευταίο μοντέλο — γιατί αποτελεί μια ηλίθια επέκταση του στάτους/πέους μας, βεβαίως-βεβαίως, μέχρι κάποιος να τρακάρει την πρέζα αυτοπεποίθησης και επιτυχίας στη ζωή και να χάσουμε τη γη κάτω από τα πόδια μας–, το χρησιμοποιούμε για να πάμε μέχρι το περίπτερο ή για να κάνουμε κόντρες στην παραλιακή. Το αυτοκίνητο έχει γίνει ο βασιλιάς της σύγχρονης ζωής και η άσφαλτος το βασίλειο του.

Ας μην παρεξηγηθώ: η ιδέα προφανώς είναι καλή και όπως ανέφερα μπορούν να είναι πολύ χρήσιμα και βολικά, γι’αυτό άλλωστε απέκτησα και το δίπλωμα παρα τα πιστεύω μου. Η αυτονομία στη μετακίνηση είναι κάτι το θελκτικό και επιθυμητό από τότε που οι άνθρωποι πρωτοκαβαλίκεψαν άλογα και άλλα είδη κατακαϋμένης πανίδας. Όμως η κίνηση, τα διόδια, η χρήση της ίδιας βρώμικης και απίστευτα ζημιογόνας βασικής τεχνολογίας εδώ και έναν αιώνα (!) — απλά συγκρίνετε την εξέλιξη των αυτοκινήτων με αυτή των υπολογιστών· τι δεν καταλαβαίνετε;– και η χρήση τους στις πόλεις όταν τα ποδήλατα, τα πόδια και τα μέσα μεταφοράς θα ήταν πολύ πιο χρήσιμα αν ήταν στημένα αποτελεσματικά, τα κάνει στα μάτια μου να φαίνονται σαν μια σάπια τεχνολογία που έχει ένα βασικό φανταχτερό πρεστίζ λόγω της κυρίαρχης ιδεολογίας.

Τι να πω; Προτιμώ τα μέσα που δεν καίνε κάτι το οποίο χρησιμοποιούμε παρασιτικά, άπληστα, αλόγιστα και απλά ανώριμα.

Τα εισιτήρια σας παρακαλώ

Τρόλεϊ 10, Τζιτζιφιές – Χαλάνδρι

Όταν τελικά σε πιάνει ο ελεγκτής στο ΜΜΜ είναι τη μόνη φορά που δεν έχεις ένα κακό προαίσθημα. Δεν ξέρεις τι να πρωτοσκεφτείς. Τι πρωτότυπο· σε οτιδήποτε ιδιαίτερο, σημαντικό ή επικίνδυνο γίνεται στη ζωή σου απλά είσαι πνευματικά απών. Το πρώτο που σου περνάει από το μυαλό όταν καταφέρεις να σκεφτείς κάτι είναι ένα αφελές «ίσως τη γλιτώσω, αν το παίξω χαζός και αθώος!» Το δεύτερο είναι «σαν αρχάριος!», καθώς σε ρωτάνε ανακριτικά, αφού ισχυρίζεσαι πως δεν έχει περάσει πολλή ώρα από τη λήξη των 90 λεπτών της ισχύς του, γιατί το εισιτήριο που ψάρεψες από τα σκουπίδια της στάσης Αγίας Φωτεινής είναι των 0,60€ και όχι των 1,40€. Σε πιάνουν στα πράσα λοιπόν. Εγκαταλείπεις. Σε ρωτάνε πού μπήκες, πότε το χτύπησες, κι εσύ προσπαθείς να βρεις δικαιολογίες και ιστορίες, και μάλιστα αυτοσχεδιάζοντας… ποτέ δεν ήσουν καλός στον αυτοσχεδιασμό, ειδικά όταν το 100% της συνειδότητας σου είναι συγκεντρωμένη στο ότι πρέπει να αυτοσχεδιάσεις. Τελικά οι αυτοσχεδιασμοί σου είναι ψελίσματα ασυναρτησιών.

Είσαι τελικά εύκολο θήραμα για τον ελεγκτή. Τον φαντάζεσαι να σε κοροϊδεύει με την κομπανία του στις στάσεις, να γελάει με τους ανθρώπους που κάνουν τη ζωή του τόσο ανέλπιστα εύκολη. Μένεις εκεί, τον χαζεύεις να γράφει την κλήση σου. Ήδη έχει ξεκινήσει το πένθος, και μάλιστα η φάση του παζαρέματος: «τι έχασα με τα 36€; Τι δεν θα με ένοιαζε να έχανα το οποίο θα κόστιζε 36€;» Η πρώτη απάντηση έρχεται σε μπύρες, η δεύτερη σε πόσα εισιτήρια είχες «σώσει» όντας λαθρεπιβάτης μήνες — από την τελευταία φορά που σε έπιασαν κι αγόραζες εισιτήρια για λίγες μέρες. Προσπαθείς να υπολογίσεις αν θα είχες χασούρα ή κέρδος αν πλήρωνες όλα σου τα εισιτήρια αντί για ένα πρόστιμο. Σκέφτεσαι ότι ίσως αγόραζες κάρτα απεριορίστων αν οι μήνες ισχύς δεν ήταν ημερολογιακοί. Συμπεραίνεις ότι το σύστημα είναι φτιαγμένο για να πληρώνεις περισσότερα και νιώθεις ηθικά ακέραιος γιατί τουλάχιστον αγοράζεις εισιτήριο συχνά.

Δίνεις τα 36€ επι τόπου για να αποφύγεις γνωστά τρεξίματα. Σχετική ευγκαντεμιά το ότι είχες ένα φρέσκο ωραίο ζεστό πενηντάρικο πάνω σου. «Πόσο δύσκολο θα είναι να μοιράζεις πρόστιμα. Όλοι σε μισούν και το εισόδημα σου εξαρτάται από τη σκληρότητα σου», σκέφτεσαι. Μία καριέρα λιγότερη.

Οι ελεγκτές κατεβαίνουν από το τρόλεϊ. Αμέσως ξεκινάνε άλλοι επιβάτες γύρω να μιλάνε. Κάποιοι βρίζουν τους ελεγκτές. Άλλοι οι οποίοι είχαν εισιτήριο κανονικά ρωτάνε τους διπλανούς τους που πλήρωσαν γιατί δεν έφυγαν τρέχοντας όταν άνοιγαν οι πόρτες, αφού πρώτα φυσικά θα έλεγαν πως δεν είχαν ταυτότητα και τα λοιπά («εγώ σας έλεγα πως έρχονταν, τους έβλεπα από το βάθος, γιατί δεν με ακούσατε;»). Αναρωτιέσαι κι εσύ μέσα σου, για πρώτη φορά από την αρχή της σκηνής, γιατί δεν σου πέρασε καν από το μυαλό να το σκάσεις, όταν κάθε φορά που φοβάσαι ότι θα δεις τον ελεγκτή που ποτέ δεν έρχεται, σχεδιάζεις οδούς διαφυγής. Καταλήγεις ότι είσαι κότα. Οι άλλοι επιβάτες μοιράζονται ιστορίες ανυπακοής και άρνησης πληρωμής χωρίς επιπτώσεις. Βαφτίζεις τη δειλία σου «υπερβολική ειλικρίνεια» για να νιώσεις καλύτερα. Τα καταφέρνεις. Για έξτρα πόντους, σκέφτεσαι πως τουλάχιστον κάποιες φορές πληρώνεις εισιτήριο. Η ιδεολογία σου μπάζει αλλά δεν το πολυσκαλίζεις.

Αργότερα μαθαίνεις πως οι ελεγκτές βγήκαν παγανιά γιατί μόλις είχε τελειώσει μια στάση εργασίας και ότι αυτά που βγάζουν από τα πρόστιμα άνετα μπορούν να τα κρατήσουν για τον εαυτούλη τους χωρίς να δίνουν τίποτα στον ΟΑΣΑ. Νιώθεις μια κάποια ηθική δικαίωση: «μπορεί να μου τα παίρνουν αλλά τουλάχιστον έχω το κεφάλι ψηλά!»

Θα προσέχεις για λίγες μέρες ακόμα μέχρι να αποφασίσεις ότι οι πιθανότητες είναι όντως με το μέρος σου. Δεν θα αργήσουν να σου θρέψουν αυτή την αίσθηση πλαστής ασφάλειας. Να προσέχετε τις στάσεις εργασίας.

Γιατί να τον πάρω φωτογραφία; Και γιατί στον άλλον έδωσα ψιλά, που δεν το κάνω ποτε;

Πριν μερικές μέρες περπάταγα στους δρόμους του κέντρου. Ήταν οι πρώτες μέρες της απεργίας του μετρό. Από όλους τους ικέτες, άστεγους και άλλους λιγότερο τυχερούς από εμάς που προσπαθούμε να τους αγνοούμε και να τους αποφεύγουμε, έπεσε το μάτι μου σε έναν συγκεκριμένο, ενώ περπάταγα την Πανεπιστημίου. Καθιστός και χουχουλωμένος στις κουβέρτες του, διάβαζε ένα τεύχος Μίκυ Μάους. Κοντοστάθηκα.

Η πρώτη μου σκέψη ήταν: αυτή θα ήταν ωραία φωτογραφία. Η σκέψη ήρθε πριν από τα συναισθήματα που θα με έκαναν να θέλω να την φωτογραφίσω, αλλά αυτή είναι μια άλλη ιστορία.

Ήταν όντως μια συγκινητική στιγμή. Η παιδική, αθώα ματιά στον κόσμο συναντούσε την απόλυτη σκληράδα, τη ζωή που θα μπορούσε να αντιπροσωπεύσει το αντίθετο της αθωότητας. Ήταν σαν τη σκηνή από το Samsara – άλλη φορά θα γράψω για την υπερτατότητα αυτής της ταινίας και του Baraka, το οποίο πρίζω τους πάντες να δουν αλλά κλασικά έχουν τη δική τους λίστα στην οποία δύσκολα χωράνε προτάσεις, όπως έχουμε όλοι μας. Σε αυτή τη σκηνή ένας τύπος, μπρατσαράς, γεμάτος τατουάζ, έχει αγκαλιά ένα μωρό. Μια στιγμή, το βρήκα. Ο άστεγος και ο τατουαρισμένος πατέρας παίζουν με τις προσδοκίες μας: τι σημαίνει να είσαι άστεγος; Φανταζόμαστε, εμείς οι ένστεγοι, ότι οι άστεγοι πρέπει να μην έχουν ενδιαφέροντα και σκέψεις, αφού όλη μέρα πίνουν ή κοιμούνται ή ικετεύουν. Ή διαβάζουν παιδικά κόμικς. Ή ρεμβάζουν. Βλέποντας έναν τατουαρισμένο συμμορίτη ποτέ δεν θα περιμέναμε ότι θα μπορούσε να κρύβει μέσα του κάτι σαν… τρυφερότητα. Και αυτό μας είναι που μας κάνει εντύπωση στη σκηνή. Τα πράγματα που μας μένουν είναι αυτά που σπάνε τις προσδοκίες, και καθώς οι προσδοκίες και η κοσμοθεωρίες σπάνε, αφήνουν φως να μπει από αυτό το καλοχτισμένο αλλά καθόλου μελετημένο τοίχο που έχουμε χτίσει γύρω μας ώστε να βλέπουμε τη ζωή μόνο όπως θα περιμέναμε ήδη να τη δούμε. Το φως αυτό λέγεται νέες εμπειρίες αλλά το τείχος που το εμποδίζει δεν αργεί να ξαναχτιστεί, αν είμαστε τυχεροί τουλάχιστον θα είναι με καινούργια, φωτεινά τούβλα.

Δεν τα γράφω όλα αυτά για να κάνω ανάλυση του γιατί μου έκανε εντύπωση η συγκεκριμένη σκηνή, έστω κι αν μόλις το έπραξα. Τα γράφω γιατί το πρώτο πράγμα που μου ήρθε στο μυαλό, η πρώτη σκέψη, ήταν ότι η σκηνή θα ήταν μια ωραία φωτογραφία, και φυσικά όλα τα παραπάνω θα μπορούσε να τα πει μια φωτογραφία χωρίς να χρησιμοποιεί λέξεις – κατα πάσα πιθανότητα πολύ πιο εύγλωτα. Ποιος καλύτερος τρόπος από το να απεικονίσεις αυτήν την αντίθεση, αυτό το «τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται και μόλις σας ανέτρεψα -έστω και λίγο- τα αρχέτυπα και τις εικόνες που χρησιμοποιούσατε για να βγάλετε νόημα από αυτόν τον κόσμο»;

Όντως, αν ήθελα να το κάνω αυτό θα ήταν ένας πολύ καλός και πετυχημένος τρόπος να το κάνω. Να βγάλω τη φωτογραφία. Όποτε σωστά το σκέφτηκα όπως κάθε καλλιτεχνική φύση.

Η δεύτερη σκέψη όμως που έκανα, η οποία ήρθε αμέσως μετά την πρώτη, πήγε τα πράγματα σε ένα τελείως άλλο επίπεδο: «γιατί; Γιατί θέλω να τραβήξω συγκεκριμένα τη δυστυχία/ευτυχία/καθημερινότητα ενός ανθρώπου; Ακόμα κι αν λέγαμε ότι κάνω τέχνη, μήπως το ότι είναι άστεγος είναι ένα στοιχείο το οποίο θα χρησιμοποιούσα για να συνεισφέρω στην αίγλη της φωτογραφίας αλλά και στο image μου (pardon the pun) ως αυτού που κοίταξε μέσα από τον φακό και πάτησε το κλείστρο; Έτσι θα έδειχνα ότι συγκινούμαι ή/και νοιάζομαι για τους χτυπημένους από την ανισορροπία του κόσμου. Ας μην ξεχνάμε, τραβώντας τους φωτογραφίες είναι πολύ in και σου προσδίδει μια κοινωνική ευαισθησία  γιατί έτσι δείχνεις ότι προσέχεις τους άστεγους και δεν τους προσπερνάς αδιάφορος σαν όλους τους άλλους. Ποια σχέση όμως με αυτόν τον άνθρωπο θα προκύψει, τον οποίο ουσιαστικά θα χρησιμοποιήσω για να τραβήξω ένα ωραίο και ενδιαφέρον θέμα – ας μην το κρύβουμε, για να πουλήσω συγκίνηση και μια “χαμένη ομορφιά στη μαγεία της στιγμής”;»

Δεν τον τράβηξα φωτογραφία. Ένιωθα πως θα τον προσέβαλα. Θα ένιωθε (έκ)θεμα. Θα ένιωθε πως το ενδιαφέρον μου για αυτόν θα άρχιζε και θα τελείωνε ακριβώς στο τί θα μπορούσα να κερδίσω εγώ από αυτόν ως «απαθανατιστής της στιγμής». Αυτό που με προβλημάτισε είναι ότι θα είχε δίκιο.

Η ηθική υπόσταση του να αφαιρείς τους ανθρώπους από το χρόνο και τον χώρο, να τους εξαπλουστεύεις και να τους δίνεις τη δική σου νοηματοδότηση και παράλληλα το ερώτημα αν δημιουργείται ακόμα και αν χρειάζεται να υπάρχει μια ανθρώπινη σχέση κατανόησης και σεβασμού ανάμεσα στο θέμα και στον φωτογράφο έχει απασχολήσει φωτογράφους πολύ πιο εμπνευσμένους από εμένα. Είναι βρίσκω ένα σωστό ηθικό δίλημα: πρέπει να αντιμετωπίζουμε τους ανθρώπους που θα βρεθούν στη φωτογραφία μας σαν κάποιον με αισθήματα ή θα μπορούσαν κάλλιστα να είναι και ρομπότ, υποθετικά μιλώντας χωρίς αισθήματα ή απόψη σχετικά με το αν θέλουν να φωτογραφηθούν ή όχι;

Έφυγα χωρίς να πάρω φωτογραφία άλλα έγραψα αυτό το κείμενο. Πόσο διαφορετικό είναι κατα βάθος;

Σήμερα περπάταγα με την Ινές (^Ω^) στην Ερμού και πετύχαμε αυτόν τον τύπο.

Δεν δίνω γενικά λεφτά σε μουσικούς του δρόμου, άστεγους ή πρεζάκια. Δεν ξέρω γιατί. Ίσως γιατί με ενοχλούνε με τη συχνά πλαστή μιζέρια τους. Μια βολική απάντηση είναι ότι έχω αναπτύξει άμυνες ώστε να μην τους «λυπάμαι υπερβολικά» και να τους δίνω κάτι πάντα, όπως ίσως θα έκανα αν έμενα και μετά την ενηλικίωση με την ατέλειωτη συμπόνοια που έχει ένα παιδί, αν ο κόσμος δεν με είχε κάνει πιο κυνικό και φοβισμένο τις περισσότερες φορές να νοιαστώ. Μπορεί να είναι μια ειλικρινής απάντηση αλλά δεν αλλάζει το γεγονός ότι τους αποφεύγω και κοροϊδεύω τον τον εαυτό μου λέγοντας του ότι είναι παράπλευρα θύματα μιας ανεξέλεγχτης για αυτούς κατάστασης, σαν τη θαλάσσια πανίδα γύρω από τα νησιά Μπικίνι τη δεκαετία του ’50, και ότι δεν θα πρέπει να τους αφήνω να με επηρεάζουν αρνητικά. Αν κάνουμε ότι δεν υπάρχουν, ίσως να καταφέρουμε μέχρι το τέλος της ημέρας να μην έχουμε φύγει από την κοσμάρα μας.

Σε αυτόν τον τύπο τελικά έδωσα 50 λεπτά, ξεκινώντας να σκέφτομαι τι ήταν αυτό που τελικά με έκανε να ανοίξω το πορτοφόλι σε εκείνη την περίπτωση. Μάλλον με κέρδισε επειδή με έκανε να νιώσω άνετα με την ιδέα ότι αυτό που πραγματικά ψάχνω είναι την επιβεβαίωση ότι ο κόσμος εκεί έξω είναι πραγματικά καλός, αισιόδοξος, αρκει να ψάχνεις την ομορφία σε κάθε μέρα, και όλα τα υπόλοιπα, κάτι που οι νορμάλ άστεγοι/μουσικοί του δρόμου απλά μου το καταπνίγουν. Ο άστεγος με τα Μίκυ Μάους μου άγγιξε την ίδια ευαίσθητη χορδή.

Ποια έιναι όμως η πραγματικότητα: αυτό που ο καθένας μας διαλέγει ως έκφραση της δικής του τέχνης ή όλες οι κοινοτοπίες από τις οποίες τρέχει μακριά; Μάλλον η απάντηση σε αυτή την ερώτηση είναι από αυτές που κρίνουν την γενικότερη στάση σου προς την ζωή, όπως το αν προτιμάς τους σκύλους ή τις γάτες, ή αν πιστεύεις ότι τα μακροχρόνια σχέδια έχουν νόημα. Το πρόβλημα ξεκινάει όταν καμιά απάντηση δεν σου κάνει, κυρίως στις ερωτήσεις που θέτεις εσύ στον εαυτό σου. Και αυτό το λέω για καλό.

Το πραγματικό μήνυμα των Χριστουγέννων στην Ελλάδα του 2012

Γίνε η πιο γλυκιά μαμά. Αγόρασε στο παιδί σου κάτι το οποίο ούτε μπορείς να πληρώσεις, ούτε το παιδί σου κατα πάσα πιθανότητα πραγματικά χρειάζεται. Διότι ούτε θέλεις, ούτε ξέρεις πώς να είσαι η πιο γλυκιά μαμά χωρίς να είσαι άλλο ένα πιόνι της υπερκατανάλωσης. Αγόρασε από εμάς για να καταφέρεις αυτό που έχεις ξεχάσει να κάνεις, γιατί οτιδήποτε δεν έχει σχέση με τον υλισμό έχει πεθάνει μέσα σου κι εμείς αυτό το ξέρουμε πολύ καλά. Υπό άλλες συνθήκες θα κρύβαμε καλύτερα το πραγματικό μήνυμα των διαφημίσεων μας, όπως μάθαμε τόσα χρόνια να κάνουμε καλά, αλλά πλέον τα πράγματα έχουν γίνει ζόρικα και δεν χωράνε λεπτότητες. Δεν μπορούμε να επιτρέψουμε σε κάποιον άλλον να σε κερδίσει, γι’αυτό θα γίνουμε όσο πιο αφοπλιστικά και σαγηνευτικά ειλικρινείς χρειάζεται: αγόρασε αυτό για να κράτησεις κάτι το ανθρώπινο σε αυτή την αποκτηνωμένη κοινωνία. Αγόρασε αυτό αν θέλεις να έχεις την αυτοεκτίμηση σου ήσυχη, αυτή που μόνο με τα χρήματα μπορείς πια να αγοράσεις (τι κρίμα που πια δεν διαθέτεις και τόσα πολλά), και αν επιθυμείς να συνεχίσεις να έχεις την (ψευδ)αίσθηση ότι τα αντικείμενα και ο πλούτος είναι αυτό που λείπει από τη ζωή σου και αυτό που θα κάνει τους γύρω σου ευτυχισμένους. Καλύτερα, για να είμαστε ακριβείς, αυτό που θα κάνει εσένα να νιώσεις καλά, αφού έχεις κατα τα άλλα την ανατροφή των παιδιών σου χεσμένη και ελπίζεις πως ένα λάπτοπ για δώρο θα καταφέρει να καλύψει το κενό.

Το μεγαλύτερο κρίμα βέβαια είναι ότι όντως αν αγοράσεις αυτό το λάπτοπ με τα  χρήματα από το ήδη μειωμένο δώρο των Χριστουγέννων που ο εργοδότης σου έκανε τη χάρη να σου δώσει για τελευταία φορά και τα οποία κανονικά θα πήγαιναν στο χαράτσι, το παιδί σου όντως θα σε βλέπει σαν τη πιο γλυκιά μαμά. Γιατί το έκανες τόσο υλιστικό, τόσο σάπιο, τόσο κακομαθημένο και τόσο μικρόμυαλο όσο τον ίδιο σου τον εαυτό. Κάτι κατάφερες να του περάσεις τουλάχιστον.

Καλά Χριστούγεννα.

Αυτή μάλλον δεν είναι μια μούτζα

Το να κοιτάω την ανοιχτή μου παλάμη είναι πλέον ένα reality check το οποίο κάνω τακτικά. Αν δεν ονειρεύομαι, η παλάμη μου θα είναι εκεί, συνηθισμένη, ανοιχτή. Αν όμως ονειρεύομαι, το χέρι μου θα είναι παραμορφωμένο, με δαχτυλάκια να φυτρώνουν από τα μεγαλύτερα δάχτυλα σαν η παλάμη μου να έχει μεταμορφωθεί σε ένα μικρούλι ανάποδο ξεριζωμένο δέντρο. Αν κανείς κάνει συνήθεια το να κοιτάζει την παλάμη του αρκετά συχνά μέσα στη μέρα και τη χρησιμοποιεί ως απόδειξη για το αν ονειρεύεται ή όχι (ας μην ξεχνάμε — όταν ονειρευόμαστε είμαστε σίγουροι πως ό,τι βιώνουμε στο όνειρο είναι η αδιαμφισβήτητη πραγματικότητα, ακριβώς όπως και όταν δεν ονειρεόμαστε), κάποια στιγμή, όταν ζήσει κάτι περίεργο σε ένα όνειρο του το οποίο κανονικά θα προσπέρναγε όπως συνήθως κάνουμε στα όνειρα, κοιτάζοντας την παλάμη του θα επιβεβαιώσει ότι όντως ονειρεύεται.

Κι εκεί ξεκινάει το lucid dreaming, τα διαυγή όνειρα, ένας μυστικός κόσμος στο υποσυνείδητο κι ακόμα παραπέρα.

Η παλάμη μας όμως μπορεί να μας θυμήσει πως όχι μόνο δεν ονειρευόμαστε αλλά και ότι είμαστε ξύπνιοι. Να μας φέρει στη στιγμή. Να μας θυμήσει ότι το τώρα είναι το μοναδικό πράγμα που έχουμε στον κόσμο — το μέλλον και το παρελθόν είναι μόνο ψευδαισθήσεις: περίπλοκες και αληθοφανείς ψευδαισθήσεις τις οποίες χρησιμοποιούμε για να κουμαντάρουμε τη ζωή μας νομίζοντας πως είναι οδηγοί που μπορούμε να εμπιστευτούμε, αλλά ψευδαισθήσεις το διχώς άλλο. Κοιτάζοντας την παλάμη θυμόμαστε ότι είμαστε ζωντανοί, με το σώμα μας και το μυαλό μας και τη συνείδηση μας στον κόσμο, στον χώρο, έτοιμοι να χαθούμε στο τώρα, να ζήσουμε χωρίς αναστολές, πισωγυρίσματα, αμφιβολίες, ανασφάλειες. Θυμόμαστε ότι αυτό που ζούμε δεν είναι όνειρο αλλά ο πραγματικός κόσμος ο οποίος βρίσκεται εκεί έξω και μας περιμένει να τον ανακαλύψουμε με όλο μας το είναι: μας περιμένει να τον παρατηρήσουμε, να τον ακούσουμε, να τον γευτούμε, να τον μυρίσουμε, να τον αναπνεύσουμε, να τον αισθανθούμε, να τον διαισθανθούμε, να τον νιώσουμε. Να τον ζωγραφίσουμε, να τον αναπαραστήσουμε, να τον ξαναδημιουργήσουμε όπως πραγματικά τον θέλουμε, όχι όπως είμαστε υπό τη ψευδαίσθηση ότι τον θέλουμε ή όπως νομίζουμε ότι θα έπρεπε να τον θέλουμε. Μπορούμε μάλιστα να σκεφτούμε πώς η πραγματικότητα μας θα ήταν διαφορετική, αν όντως ήταν ένα όνειρο, κι έτσι να δούμε τον εαυτό μας να αποστασιοποιείται από οτιδήποτε τον κράταγε πίσω.

Αν βλέπετε την παλάμη σαν μούτζα, μπορείτε να το χρησιμοποιήσετε κι αυτό, αν η προσβολή λειτουργεί καλύτερα και μέσω αυτής ευκολότερα ξυπνάτε και επανέρχεστε στις αισθήσεις σας! Αν τη βλέπετε έτσι, δείτε τη σα μια μούτζα σε ότι μας κάνει να στρεσάρουμε και να ανησυχούμε, σε ό,τι μας κρατάει αγκιστρωμένους στο παρελθόν ή στις απαιτήσεις του κόσμου από εμάς, σαν μια μούτζα σε ό,τι είναι αυτό που μας κάνει να υπνοβατούμε σε όλη μας τη ζωή, μεθυσμένοι από τα χασίματα του μυαλού μας.

Tomorrow never comes, life is what happens while you’re busy making other plans.

Άλλωστε, αν κανείς γίνει αρκετά καλός στο να παρατηρεί και να απολαμβάνει την πραγματικότητα του για αυτό που είναι, κανένα όνειρο δεν θα καταφέρνει πια να τον ξεγελάσει και κάθε όνειρο θα είναι διαυγές, συνειδητό.

Έμπνευση: Lucid living, Kyle Cease, Eckhart Tolle

Και φυσικά, η παρακάτω σκηνή του Waking Life:

Transcript

I had a friend once who told me that the worst mistake that you can make is to think you are alive, when you’re really asleep in life’s waiting room. The trick is to combine your waking rational abilities with the infinite possibilities of your dreams. ‘Cause if you can do that you can do anything. Did you ever have a job that you hated? Worked really hard at? A long, hard day at work, finally you get to go home, get in bed, close your eyes, and immediately you wake up and realize that the whole day at work had been a dream? It’s bad enough that you sell your waking life for … for minimum wage, but now they get your dreams for free.

But the trick is, you got to realize that you’re dreaming in the first place. You got to be able to recognize it. You got to be able to ask yourself, “Hey man, is this a dream?” See, most people never ask themselves that when they’re awake, or especially when they’re asleep. Seems like everyone’s sleep-walking through their waking state, or wake-walking through their dreams.


Are you awake?
Are you aware?