A Great Day For Freedom

I listened to the Division Bell for the first time today. What took me so long, I wonder… Did you know that the name was chosen by Douglas Adams? I found out that they used to be friend with David Gilmour. How cool is that, finding out that two people you admire were friends?

Review: Last Chance to See

Last Chance to See
Last Chance to See by Douglas Adams

My rating: 5 of 5 stars

Douglas Adams proved with this book that he wasn’t just a brilliant science fiction writer with a virtually unrivalled wit and sense of humour; it went to show that he had an admirable, enviable even, sense of social and ecological responsibility, taking him, as far as I am concerned, from the “brilliant writer” tier, to the “paradigm of humanity” club, reserved only for those people (and there’s not a lot of them around) that can work as sources of true inspiration for me. Last Chance To See is a manifesto on almost everything that’s wrong or imbalanced in the world today — and it was written more than 20 years ago. The Douglas Adams impish vibe that is so cherished by many serves as little more than a tasty side dish for this book. It is that good.

My edition has a foreword by Richard Dawkins who has a similar opinion of the late man as I do. While I do not really agree with his flagship Atheist views (even if I would much sooner classify myself as an Atheist than a “Creationist”), he does do a magnificent job of summing up the point of this book in just a few words:

Of the endangered animals that Douglas Adams and Mark Carwardine set out to see, one seems to have gone for good during the intervening two decades. We have noew lost our last chance to see the Yangtze river dolhpin. Or hear it, which is more to the point, for the river dolphin lived ina world where seeing was pretty much out of the question anyway: a murky, muddy river in which sonar came splendidly into its own — until the arrival of massive noise pollution by boat engines.
The loss of the river dolphin is a tragedy, and some of the other wonderful characters in this book cannot be far behind. In his Last Word, Mark Carwardine reflects on why we should care when species, or shole major groups of animals and plants go extinct. He deals with the usual arguments:

Every animal and plant is an integral part of its environment: even Komodo dragons have a major role to play in maintaining the ecological stability of their delicate island homes. If they disappear, so could many other species. And consercation is very much in time with our own survival. Animals and plants provide us with life-saving drugs and food, they pollinate crops and provide important ingredients for many industrial processes.

Yes, yes, he would say that kind of thing, it’s expected of him. But the pity that we need to justify conservation on such human-centered, utilitarian grounds. To borrow an analogy I once used in a different context, it’s a bit like justifying music on the grounds that it’s good exercise for the violinist’s right arm. Surely the real justification for saving these magnificent creatures is the one with which Mark rounds off the book, and which he obviously prefers:

There is one last reason for caring, and I believe that no other is necessary. It is certainly the reason why so many people have devoted their lives to protecting the likes of rhinos, parakeets, kakapos and dolphins. And it is simply this: the world would be a poorer, darker, lonelier place without them.

[…]

He [Douglas Adams] saw with his own eyes how quickly such painstaking edifices of evolutionary artifice can be torn down and tossed to oblivion. He tried to do something about it. So should we, if only to honour the memory of this unrepeatable specimen of Homo Sapiens. For once, the specific name is well deserved.

My respect also goes to Mark Carwardine, who has continued to bring the word out all these years, as well as to all the people all over the world, described in the book or not, that have devoted their lives to noble and moving ideals.

View all my reviews

Και του χρόνου

Ετοιμαστείτε: μπαίνει το 2012. Σαν ψέμα μου φαίνεται…

Και καμιά καλή ιδέα για απόψε. Μφ. {:τ

Lyrics
Πόση ώρα τώρα προσπαθείς να συνδεθείς
Και σε πετάει έξω ο υπολογιστής
Στον ξύπνο κόσμο έξω απ’ το λογισμικό
Πως βρέθηκες ξανά εδώ

Που σου χτυπάν’ την πόρτα νάνοι και παιδιά
Και ψέλνουν με βιασύνη την αρχιχρονιά
Κι εσύ που τόσο θα ‘θελες να ξεχαστείς
Προφταίνεις κάτι να ευχηθείς.

Μα είν’ αλήθεια πως ο χρόνος
Ο,τι παίρνει, το παίρνει για πάντα
Κι είν’ αλήθεια πως μετά τα τριάντα
Είναι δύσκολο να κάνεις αρχή
Κι είν’ αλήθεια πως και φέτος
το φλουρί θα το βρούνε οι άλλοι
και για σένα θα μείνει μονάχα η κραιπάλη
κι ο ύπνος το πρωί.

Μα κάποιος στρώνει τσόχα, κάποιος πλάι στο φως
Κοιτάει να πέσει έγκαιρα ο γενικός
Και κάποιος γράφει σε CD μια συλλογή
Και κάποιος ντύνεται να βγει.

Κι εσύ που πελαγώνεις και παραπατάς
Και στο τηλέφωνο ποτέ δεν απαντάς
Ανοίγεις το παράθυρό σου και κοιτάς
Και σκέφτεσαι κι εσύ να πας.

Γιατί ο χρόνος δεν υπάρχει
Γιατί ο χρόνος είσαι εσύ και οι άλλοι
Και κανείς δε γνωρίζει η ζωή που θα βγάλει
Κι όλο αυτό είναι μια μεγάλη γιορτή
Κι όποιος είπε “και του χρόνου”
θα εννοεί πως δεν τελειώσαμε φέτος
Ευτυχές και στο χέρι μας το νέο έτος
Και πες το μου κι εσύ.

Africa

[απόσπασμα]

 Τα στερεότυπα μάς ακολουθούν παντού. Όλοι έχουμε γνώμη και συχνά απόλυτη, χωρίς καν να γνωρίζουμε αυτό για το οποίο μιλάμε. Αλήθεια, σκεφτείτε το, πόσα στερεότυπα υπάρχουν για την Αφρική και πόσοι από όσους τα πιστεύουν έχουν επισκεφθεί ποτέ μια αφρικάνικη χώρα; Αν ρωτήσεις τον μέσο Έλληνα (όχι ότι οι Ευρωπαίοι δεν έχουν ανάλογες απόψεις, φυσικά) τη γνώμη του για τους Αφρικανούς θα έχει συγκεκριμένη άποψη, ακόμα και αν η μόνη του επαφή με τους ανθρώπους αυτούς είναι το CD ή η τσάντα που αγόρασε στο δρόμο. […]

Στερεότυπα (λινκ για το πλήρες άρθρο)

~

Chimamanda Adichie: The Danger Of A Single Story

~

Και για επιδόρπιο:

Why don’t you visit Africa? (Matador)

Danish Diaries #12 + Quotes ~ Αποφθέγματα IX

Τι κάνεις όταν οι συγκάτοικοι σου είναι τόσο βλάκες που πετάνε τις παγίδες που έχεις φτιάξει για τα μυγάκια επειδή βλέπουν πολλά μυγάκια μαζεμένα κοντά της και νομίζουν ότι αυτή είναι η αιτία του προβλήματος; Τι κάνεις όταν οι συγκάτοικοι σου είναι τόσο μυγιάγκιχτοι (έπρεπε να την γκουγκλάρω αυτή την λέξη για την ορθογραφία) που πετάνε στα σκουπίδια τις επιφάνειες που κόβεις τα λαχανικά επειδή «είναι βρώμικες» αλλά δεν μπαίνουν καν στον κόπο να βρουν καινούργιες; Τι κάνεις όταν το κτίριο έχει δύο κούπες  για δώδεκα ανθρώπους, όλες κι όλες, και εξαφανίζονται και οι δύο, μαζί τελικά με όλα τα μαχαιροπήρουνα, τα πιάτα κτλ (και πίνεις τον καφέ σου στο μονόλιτρο ποτήρι μπύρας που καβάτζωσες από το Οktoberfsest); Α ναι μωρέέέ, αφού όλοι έχουν τα δικά τους, γιατί να υπάρχουν τα κοινόχρηστα; Αν όλοι είχαν τα δικά τους, δεν θα καρπωνόταν κάποιος τα μαχαιροπήρουνα αποκλειστικά για την παρτάρα του! Καταλήγω όλο και περισσότερο ότι οι Δανοί είναι ένα έθνος κακομαθημένων. Αλλά συνέβη κάτι που με έκανε να αναρωτηθώ…

Η Αμελί είναι η μισο-Γερμανιδα μισο-Ελληνίδα κοπέλα με την οποία κάνω μαθήματα Γερμανικών εδώ. Ως αντάλλαγμα της μαθαίνω τα Ελληνικά που ποτέ δεν έμαθε. Καταλαβαίνετε, έχουμε περίπου τις ίδιες δικαιολογίες που δεν ξέρουμε την γλώσσα που όλοι μας τα πρήζουν ότι θα έπρεπε να ξέρουμε εδώ και χρόνια. Μια μέρα, η Αμελί με το μπόιφρεντ με κάλεσαν να πάω μαζί τους για μπάνιο στην θάλασσα και στην σάουνα μετά. Είναι μια αγαπημένη τους συνήθεια, κλασική Δανέζικη-βικινγκ κατάσταση: λίγα δευτερόλεπτα στα παγωμένα νερά, τροχάδειν μέχρι την σάουνα, σούπερ-ίδρωμα μέσα στην σάουνα, βουτιά στα παγωμένα νερά για να δροσιστεί το κοκκαλάκι μας, τρέξιμο ξανά μέχρι την σάουνα για να ζεσταθεί το κοκκαλάκι μας κοκ. Και όλα αυτά γυμνοί, τσιτσίδι, άντρες και γυναίκες μαζί.

Η ιδέα μου φαινόταν καλή, αν εξαιρέσετε το γεγονός ότι δεν θυμάμαι ποτέ να είχα βουτήξει στην θάλασσα εκτός καλοκαιριού, πόσο μάλλον στην Βαλτική τον Νοέμβριο. Ένα αυτό. Το άλλο ήταν ότι η ιδέα του να είμαι τσιτσίδι με αρκετά άλλα άτομα, μερικα εξ αυτών φιλικά, ήταν μεν ενδιαφέρουσα αλλά ασυνήθιστη και λίγο τρομακτική. Στην μέση έμπαιναν ντροπές κτλ, από τα συναισθήματα που δεν συμφωνείς λογικά μαζί τους αλλά βασίζονται σε κάτι άλλο, όχι τόσο βασικό όσο το ερπετικό ένστικτο αλλά ούτε και στο ίδιο επίπεδο με τα πιστεύω σου, κάτι άλλο που βρίσκεται κάπου ανάμεσα τους, ίσως οι ίδιες κοινωνικές επιταγές που μας αναγκάζουν στα κρυφά να μας ενδιαφέρει τι θα πουν για μας οι άλλοι, που στα μουλωχτά και χωρίς να τις ρωτήσει κανείς, γίνονται από την μικρή τρυφερή μας ηλικία μέρος της υποσυνείδητης προσωπικότητας μας.

Τελικά η μέρα ήρθε, η Αμελί με κάλεσε να πάω μαζί της και με τον Πάτρικ (όχι τον γνωστό) στην «οργανωμένη παραλία» του Århus, Den Permanente. Η μέρα φαινόταν περίφημη: τα ίδια σύννεφα και κρύο που δεν έχουν φύγει από την πόλη το τελευταίο δεκαήμερο και οι ντροπές να παραμένουν ανέγγιχτες (γιατί πάντα νομίζουμε ότι σε έναν μήνα ξαφνικά θα θέλουμε να κάνουμε κάτι το οποίο τώρα δεν θέλουμε; Ποτέ δεν δουλεύει έτσι δυστυχώς, αλλά με αυτή την λογική δουλεύει το σύστημα των 60 άτοκων δόσεων φαντάζομαι) Ήρθε και η Άνα μαζί γιατί μου είχε πει από καιρό ότι ήθελε να κάνει μπάνιο στην κρύα θάλασσα — αν και σίγουρα είχε παγώσει πολύ περισσότερο από μένα στην ιδέα ότι θα έπρεπε να αποχωριστεί τα ρούχα της μπροστά σε κόσμο (και σε μένα).

Λοιπόν, το δοκιμάσαμε. Η θερμοκρασία της θάλασσας ήταν γύρω στους 10 βαθμούς, πολύς αέρας και κύματα, στο βάθος το λιμάνι της πόλης να φωτίζει τα σύννεφα του ουρανού του νότου πορτοκαλί (ναι ήταν νύχτα). Ένας-ένας πέσαμε στην θάλασσα για 7-8 δευτερόλεπτα το πολύ, και μετά γραμμή για την σάουνα. Δεν ήταν όσο φοβερό όσο περίμενα, κρύα ντους με έχουν τρομάξει πολύ περισσότερο στο παρελθόν. Μόλις έβγαλα και το τελευταίο ίχνος υφάσματος από πάνω μου, όλα ήταν τόσο… ΟΚ. Μπαίνοντας στην σάουνα και βλέποντας άλλα 15 άτομα με κάθε είδος σώματος να ιδρώνουν κάθοντας στις πετσέτες τους, μου φάνηκε τόσο συναρπαστική βλακεία η ιδέα του να ντρέπεσαι το σώμα σου… Υπήρχε ένα πολύ ευχάριστο κλίμα μεταξύ όλων. Μικροί και μεγάλοι, άντρες και γυναίκες κουβέντιαζαν με τους διπλανούς τους περί θερμών ανέμων και ψυχρών υδάτων. Η θερμοκρασία έφτασε τους 93 βαθμούς αφού έριξα λίγο νερό στα κάρβουνα που έχουν για να κάνουν την σάουνα… σάουνα. Όταν η ζέστη έγινε αβάσταχτη για την παρέα, πέσαμε όλοι πίσω στην θάλασσα όπου αυτή την φορά ήταν λίγο καλύτερα τα πράγματα –η ζέστη είχε φτάσει στα κόκκαλα, όπως είπε η Αμελί– και αμέσως πήγαμε σε άλλη σάουνα αυτή την φορά, μια λίγο λιγότερο καυτή και μικρότερη, μόνο με έναν τυπά πενηντάρη να αράζει, και σκοτεινή, την φώτιζαν μόνο 3-4 χαμηλές λάμπες. Αυτό το μέρος ήταν ο ορισμός του hyggelig (αυτό το μέρος και το άλλο με τον χαμηλό φωτισμό στην είσοδο της λέσχης, όπου μπορείς να κάτσεις, να φτιάξεις τσάι και να μαγειρέψεις πριν ή μετά το… μπάνιο σου).

Το μόνο κακό της ιστορίας ήταν ότι όταν γυρίσαμε στα ρούχα μας, ανακάλυψα την τσάντα μου με το πορτοφόλι μου στην λάθος θέση. Κάποιος με έκλεψε όσο λείπαμε. Διάλεξε μόνο την δική μου τσάντα και πήρε από το πορτοφόλι μου τα χρήματα (25 ευρώ, 100 Δανέζικες κορώνες περίπου, ένα τσέχικο και ένα σκωτσέζικο χαρτονόμισμα, νομίσματα κυρίως από την Σουηδία και την Νορβηγία — ναι ρε μου αρέσει να κουβαλάω ξένο συνάλλαγμα, πρόβλημα;!) Με έχουν κλέψει τρεις φορές ήδη στην Δανία μέσα σε 4 μήνες. Αυτή την φορά δεν έφταιγα εγώ βέβαια… Εκτός από τα χρήματα, δεν έλειπε τίποτα άλλο από το πορτοφόλι. Δεν με στενοχώρησε ιδιαίτερα, φοβόμουν ότι θα υπερσκίαζε την εμπειρία της βραδιάς αλλά δεν τα κατάφερε. Ακόμα και τώρα μου φαίνεται ονειρική, σουρεαλιστική η αίσθηση. Το σπάσιμο της «μαζικής συναινετικής ψευδαίσθησης» που αποκαλούμε πραγματικότητα είναι πάντα ισχυρότατο για μένα… Μπορεί οι Δανοί να έχουν τις ντροπές τους και τις περίεργες συνήθειες τους αλλά όταν έχουν στην κουλτούρα τους κάτι τέτοιο μπορώ μόνο να βγάλω το καπέλο. Γενικά οι Δανοί στα θέματα σώμα/σεξουαλικότητα είναι πολύ, ΠΟΛΥ χαλαροί…

Vikingekluben Jomsborg

If we all stood up, took off our clothes and confessed our sins, everybody would laugh at the lack of originality on both accounts.

Αν όλοι σηκωνόμασταν, βγάζαμε τα ρούχα μας και εξομολογούμασταν τις αμαρτίες μας, θα βάζαμε όλοι τα γέλια με την έλλειψη πρωτοτυπίας και στις δύο περιπτώσεις.

~Unknown

«Εξελίξεις»

Πέφτει ο Παπανδρέου; ​Χα! Ε, και; του Γιώργου Πήττα (άρθρο στο tvxs)

Όχι που θα άφηναν αυτό το δημοψήφισμα να λάβει χώρα. Το κόλπο ήταν προφανέστατο. Τώρα όμως η μαλακία έγινε. Άφησαν την πόρτα της φυλακής ανοιχτή για λίγα λεπτά και μέχρι να καταλάβουμε τι έγινε την είχαν ξανακλείσει, λέγοντας μας ότι τουλάχιστον εδώ έχει φαί. Εννοούν φυσικά το συσσίτιο της φυλακής, τον πολτό απο τα υπολείμματα του λουκούλειου γεύματος που τρώει ο δεσμοφύλακας κάθε μέρα.

Εξαιρετικός.

Highlights of Great Works of Art student presentations

What colleagues have presented so far in this course that I have loved:

Michael Kvium:

Nature

Culture

Alfons Maria Mucha (yes, this is the guy that made the Four Seasons hung on the walls of To Ναυάγιο in Mytilini)

Poul Anker Bech (surreal realism)

Randers Kunstmuseum by Liselotte Randers Kunstmuseum by Liselotte

Ron Mueck



Boy (this one’s in ARoS museum in Århus)                 Α Girl

From 2008 Latvian Song and Dance Festival. I expect two of the people who might be reading this to remember this sacred moment…