REVIEW: ΑΪΒΑΛΙ

ΑϊβαλίΑϊβαλί by Soloúp

My rating: 5 of 5 stars

Το αγόρασα για τη μάνα μου· το διάβασα πριν προλάβει να το ανοίξει μεν, αλλά άφησα και αρκετό χρόνο στο μεταξύ για να μην φαίνεται ότι της το αγόρασα κυρίως για να το διαβάσω εγώ δε! Καλό αυτό με τους γονείς!

Ας ξεκινήσω λέγοντας ότι είχα γνωρίσει μέσω της Πολιτισμικής Τεχνολογίας τον Soloúp από κοντά πριν αρκετά χρόνια—πάνε έξι σίγουρα—στην Μυτιλήνη την οποία περιγράφει στην αρχή του βιβλίου. Ήταν για την παρουσίαση του «Είναι κανείς εγώ;». Είχα εντυπωσιαστεί από την απλότητα του, με την καλή έννοια πάντα, και από την συμπάθεια που μου ενέπνευσε, κι από τότε τον διάβαζα περιστασιακά και απολάμβανα τις εύστοχες γελοιογραφίες του με θέμα την επικαιρότητα. So, I’m biased! Πίσω στην Μυτιλήνη: έχοντας κι εγώ μια πολύ ιδιαίτερη σχέση με αυτή την πόλη, έχοντας ζήσει εκεί πέντε απ’τα καλύτερα μου χρόνια, ένιωσα αμέσως τι ήθελε να πει ο ποιητής.

Γιατί κι εγώ πέρασα Απέναντι όσο ήμουν εκεί. Τρεις φορές επισκέφθηκα το Αϊβαλί όσο έμενα στην Μυτιλήνη, και μια φορά πήγα στην Τζούντα/Μοσχονήσι. Και η δική μου οικογένεια, μέρος της τουλάχιστον, διώχθηκε από τη Σμύρνη, και από εδώ που βρίσκομαι τώρα, από τη Νέα Σμύρνη, αναρωτιέμαι και μαζί με την μητέρα μου το παρελθόν των συγγενών από έναν άλλο κόσμο. Πριν 2 χρόνια ανοίξαμε για πρώτη φορά ένα γράμμα  που το είχε γράψει ο θείος απλά για να καταγραφούν κάπως όσα έζησε τις ημέρες της Μικρασιατικής Καταστροφής. Η μάνα μου δεν το είχε ανοίξει ποτέ επειδή ήξερε ότι θα συγκινήθει.

Τώρα που το σκέφτομαι, όλη μου η οικογένεια, απ’όλες τις μπάντες, έχει το στοιχείο του ξεριζωμού: η αυστραλέζικη οικογένεια του πατέρα μου δεν ήταν πάντα αυστραλέζικη· ξεριζώθηκαν από διαφορετικά μέρη της Βρετανίας για να μεταναστεύσουν για τους δικούς τους λόγους στην άλλη άκρη της Γης. Ο πατέρας μου, με τη σειρά του, εγκατέλειψε τον Νέο Κόσμο για να έρθει στον Παλιό, στον πολύ Παλιό. Ο έλληνας παππούς μου ήταν από την Κλειτορία Αχαΐας, όμως στον πόλεμο το χωριό του καταστράφηκε από τους Γερμανούς (και μετά δούλευε για τη Siemens και η μάνα μου έγινε καθηγήτρια Γερμανικών… αυτό κι αν θα πει έλλειψη προκαταλήψεων!) και έπρεπε να έρθει στην Αθήνα, όπου βέβαια γνώρισε τη γιαγιά μου στη Νέα Σμύρνη. Όλη μου η πρόσφατη οικογενειακή ιστορία είναι μια διαρκής μετανάστευση, γι’αυτό το Αϊβαλί μου μίλησε βαθιά.

Και δεν είναι τι μου είπε. Είναι πώς το είπε. Με τόση ευαισθησία, σεβασμό στην ακρίβεια στην πηγή αλλά και διαφορετική ερμηνεία και παραλλαγή όπου χρειαζόταν· αρμονία· όμορφα σχέδια, με βάθος, όχι τεχνικό απαραίτητα, αλλά αλληγορικό, αυτό το intuitive αντί του sensing. Επίσης είχε, και φάνηκε πολύ, απεριόριστη αγάπη γι’αυτό το κομμάτι της ιστορίας το οποίο τόσο πολύ έχουμε ξεχάσει τόσο σύντομα, για την ιστορία της ειρηνικής συνύπαρξης που διακόπηκε από τους πολέμους και την Ανταλλαγή. Αλλά έτσι λένε, πως οι τρίτης γενιάς και μετά επιθυμούν πραγματικά να ψάξουν τις ρίζες τους μετά από τέτοια τραυματικά γεγονότα σε επίπεδο εθνών.

Υπάρχει αυτές τις μέρες, όπως φαίνεται και από την ίδια την κυκλοφορία αυτού του βιβλίου και την αναζήτηση που την ενέπνευσε, νέο ενδιαφέρον για τις ιστορίες αυτής της άλλης τόσο συγκινητικής εποχής. Ο Soloúp γράφει στο τέλος του βιβλίου ότι ήθελε να χρησιμοποιήσει το υλικό που ερεύνησε ώστε να κινήσει το ενδιαφέρον στους αναγνώστες για τις πραγματικές πηγές και τα πραγματικά βιβλία που μίλησαν για ό,τι συνέβη. Για μένα πάντως το κατάφερε 100%, και γρήγορα ανακάλυψα πως η μάνα μου ήδη έχει μεγάλο μέρος της λίστας των προτεινόμενων. Σας έρχομαι!

Τέλος, πολύ σημαντικό για μένα, ήταν και η θέαση της άλλης μεριάς, πώς η Καταστροφή ήρθε και ως απάντηση σε μια σειρά ελληνικών φρικωδιών στην Μικρασιατική Εκστρατεία αλλά και πώς οι Τούρκοι βίωσαν την ανταλλαγή και τα πριν και μετά στην Κρήτη. Κι εγώ θυμάμαι αυτόν τον χάρτη της Κρήτης στο τουριστικό πρακτορείο, αν δεν κάνω λάθος, με το που βγαίνεις από το τελωνείο στο Αϊβαλί.

(ο Soloúp είναι στην Τζούντα, στα παλιά ελληνικά σπίτια, με έναν τούρκο επισκέπτη που ξέρει κρητικά γιατί η γιαγιά του ήταν από την Κρήτη πριν πάει με την Ανταλλαγή στο Τσεσμέ)

Mehmet: Ακριβώς ετουτανά τα σπίθια θανά ‘πρεπε να μας μονιταρίζουνε (ενώνουνε).

Soloúp: Ποια; Τα σπίτια κάποιων ελλήνων νοικοκυραίων που άφησαν τα κόκαλα τους στις γύρω ρεματιές και τώρα μέσα σε αυτά ζούνε τούρκοι;

Mehmet: Ναισκέ, αλλά δε ζήσανε μέσα τούρκοι που εσκλαβώσανε, αλλά τούρκοι πρόσφυγκες «μπομπαντελήδες» (απ’την Ανταλλαγή). «Γκιαουρόσποροι», όπως εβρίζανε και την εδική μου νενέ οι Γερλήδες στον Τσεσμέ. Ετουτανά τα σπίθια βαστούνε δύο ζωές. Μια ρωμαιική και μια τουρκική. Εζήσανε μέσα ντως άνθρωποι με άλλη λαλιά και πίστη. Αλλιώς ονειρευόντανε τη ζωή ντως οι ρωμιοί που τα χτίσανε, αλλιώς οι τούρκοι που τα καμπιτήρανε. Αν είχανε λαλιά τα σπίθια, δε θά ‘χανε να πούνε τόσα για ρωμιούς και τούρκους, όσο για των ανθρώπω τα βάσανα. Ο πόνος είναι ίδιος όποια γλώσσα και να μιλείς. Αν είχανε οι τοίχοι λαλιά, θά ‘χανε πολλά να πούνε για τη βαρβαράδα των ανθρώπω. Για τον κατατρεγμό. Όμως ο καθείς μας στην εδική του μπάντα, μαθαίνει πως τα βάσανα είναι μόνο εδικά του. Η βαρβαράδα πάντα των «αλλωνών». Ετόσας ο πόνος, λέει η Αϊσέ, πως θαν’ εμπορείε να μας μονιταρίσει. Το σπίτι πού ‘φηκε ο παππούς σου στον Τσεσμέ και που το δώκανε στη νενέ μου την κρητικιά.

Soloúp: Να πεις στην Αϊσέ, με τόσο πόνο στις φαμελιές μας, στο τέλος θα βρεθούμε και συγγενείς.

Mehmet: Για να το σκεφτείς… είμαστε και οι δύο εγγόνια της Λοζάνης!
Και οι δύο: Χα, χα, χα!

Ο καθείς αγαπά την πατρίδα του και τον τόπο των παππούδω του. Σε μας μόνο στσοι μπάσταρδους τση Λοζάνης, ετούτηνα η αγάπη είναι πιο μπερδεμένη.

Μεγάλο έργο. Ευχαριστώ.

View all my reviews

A History of Cubilone’s Dimension + New Theme!

Yesterday I rolled up my sleeves and decided it was time for a new theme. I started up the Weaver II customiser but nothing I could come up with was better than, or even comparable to, the -also customised- theme I had before.

Then I realised that there was this new theme Twenty Fourteen WordPress had put up with their new release of the platform, as has become tradition. It’s the theme you can see right now plus a few tweaks I made which mainly have to do with Greek font support, different fonts for headlines, content width and the awesome “background” to the right I made in Photoshop.

It isn’t obvious -even I forget what this place used to look like in all its different itterations- but this theme is the fifth one I’ve used since Cubilone’s Dimension first came to be back in 2007. Today I wanted to remember what the site used to look like, how it’s changed and evolved throughout all these years. I played around with the themes still in my virtual dresser for a little while but then found another, much better way of looking back.

Enter The Wayback Machine, an unfathomable web archive that screenshots pages at  random intervals from all across the Internet and uses them to create a historical archive for the ever-changing face of the digital world. Fortunately, this here too site didn’t escape the vortex, so allow me to take you for a short ride through Cubilone’s Dimension’s modest history.


cubilone's_dimension_2008
Link to the (navigable but time- and space-bending!) site on the Wayback Archive.

Version of the site from early 2008. Back then the blog’s URL was simply http://cubimension.net. The references haven’t changed in the archived html and so the saved img src’s and href’s pointing to the background and CSS files are now pointing to nowhere; screenshots after ’09 don’t have this problem as that is when I created the main hub and corkboard and moved the blog to its current directory (/blog). The theme and background remained the same throughout 2007, ’08 and ’09, the same as the one in the following picture.

The original theme and background.
The original theme and background. Link to the archived page.

June 1st 2009 – first screenshot from after I had moved the blog to /blog because of my work on this, a primitive portfolio site but mostly an exercise on CSS (I made it for uni). Eesh, I can’t even look at that… thing!

cubilone's_dimension_3
Link to archived page with Tarski. The smile on the header is the one that started it all…

January 22nd 2010 – Tired of all the dark blues and blacks, I opted for something a little bit brighter. I like the photogallery at the bottom of the sidebar to the left, back when I uploaded lots of my photograms. That’s also roughly the period when I started posting more, trying to fend myself off Facebook by replacing status updates with posts.

cubilone's_dimension_4
Link to archived page. Theme no. 3 was Twenty Ten with My Friend The Unknown Insect at the top.

January 9th 2011. I went for a standard theme here to freshen things up a bit and streamline the blog experience, just as I did 3 years later (now). This theme was very transient because a few days later I custom-designed this:

cubilone's_dimension_2011

August 7th, 2011. I was in Denmark then but the theme had been online for some time already. I can’t remember where I was when I was designing it – memories of me being in Mytilini and Athens at the same time both seem false, but the gist is that it was somewhere in the first quarter of the year, a lonely time in general, a time when I had all the time to fine-tune the theme to suit my taste. There was also a tiled floorboard background then which has since been replaced by the background that came next and so doesn’t appear on the Wayback Machine.

And here we are today. At some point mid-2012 I replaced the header and the background to better suit the mood I had then.

I had been using the same theme until yesterday, when I finally made the change from this custom theme I had grown to love but which I had never realised I hadn’t changed for more than 2.5 years to the one I’m using now. For historical purposes (who knows what the future might bring?) I’m also leaving a screencap of the brand spankin’ new one right here:

cubilone's_dimension_2013

Thank you for this short tour, have a nice evening or day!

Highlights of Great Works of Art student presentations

What colleagues have presented so far in this course that I have loved:

Michael Kvium:

Nature

Culture

Alfons Maria Mucha (yes, this is the guy that made the Four Seasons hung on the walls of To Ναυάγιο in Mytilini)

Poul Anker Bech (surreal realism)

Randers Kunstmuseum by Liselotte Randers Kunstmuseum by Liselotte

Ron Mueck



Boy (this one’s in ARoS museum in Århus)                 Α Girl

From 2008 Latvian Song and Dance Festival. I expect two of the people who might be reading this to remember this sacred moment…

 

Push on, pack in and move out

July 10th

I’m sitting on the floor aboard European Express, one of the worst ships of the line that connect Athens with Mytilini. Very few seats, the lounge has some weird round tables that are useless and it’s almost entirely made of huge spaces with lights too bright. Never mind. I’m travelling to Mytilini with a mission.

Get the hell out of there as quickly as possible.

The past few months I’ve been preparing, mentally and practically, for the next big thing in my life. That is my Erasmus. I’d been dreaming of doing it for many years now but this year was my last and best chance since I’m also moving out of the place I’ve called home for the past five years.

So I did pursue it. I sent out requests, I got denied, I meddled with bureaucracy and had my share of incredible stories anyone going through this brutal procedure no doubt have as well. My big thanks to the Aegean University International Office who helped a lot along the way while also tolerating my sluggish ways with filling in applications, agreements, doing this sort of paperwork thing.

In just 14 days now, in the early hours of July 26th, I’m flying to Denmark and I’m going to be living there for the next six months. More specifically I’ll be studying at the department of Information and Media Studies in Aarhus, the second largest city in Denmark. The first few weeks of August I’ll be doing a language and culture course and September will see the beginning of my three courses! I’m so very excited about all the things I’m going to experience and learn there, the different cultures I’ll witness and sink my teeth into, the trips I’m going to make, the sights I will behold, the parts of me I will create and explore all at the same time.

But here I sit, comfortably numb from it all. When changes come creeping closer I never find myself ready to deal with them and flow along as I typically do. In fact, the closer they come, the less active I become. I find myself getting lazier and lazier (and I’m not THAT lazy under normal circumstances) instead of taking advantage of my countdown. I hate it when I do that but it’s very strong with me, for some reason. It’s something I’ve come to call προθανάτιος μηδενισμός in Greek, something you’d call pre-mortem nihilism in English if you’d want to sound especially obnoxious (it sounds obnoxious in Greek too but sometimes the minimum common denominator is not fit for the very truest of verbal expressivenesss). There, I did it again.

That is part of the reason I haven’t written anything about all this until now, the reason I’ve been writing less on here in general. Another reason is that I was afraid of writing this in particular because it is, inevitably, a sort of farewell post. If I’m not good –nay, if I get really nervous, anxious about– at something, it is farewells. Is anyone…?

It’s a farewell post to the five years that changed me from deep inside. The place that was chiefly the background for this change and my coming of age. It has been the equivalent of discovering the New World for myselves. It is a chunk of spacetime, the kind that burns itself into our memories really close to our scent centres, wherne I can say I had the most fun and significant experiences till now. Of course, I met lots of good people during this period some of whom became my friends, others something more, yet others something less. With certain people (I wouldn’t be able to point them all out yet) “Mytilini was the first chapter”. For most, as it happens, it’s also going to be the last chapter. I’m not sure how I feel about that — at least for now.

Now my mission, as stated above, is to push on, pack in and move out of Mytilini in the minimum number of days in order to buy some time to see friends, family and everyone that, if I won’t be seeing for over six months, I’ll miss (in case they don’t visit me in Denmark, of course ~^,) Truth is, I’m not really feeling it. Maybe that’s the reason I’m comfortably numb. It’s the difference between having played a new game for ten minutes and having only read the manual: knowing something and knowing about something…

Who knows? Maybe the empty boxes and the sight of things lying around as they do when a change of residence commands it will kick my ass into (emotional) action. It’s just as possible I’ll only realise the gravity of the impending change when I’m already in Athens, Denmark or somewhere else…


Great, obscure Danish ’70s prog. This, along with The Wall and Calling All Dawns, is the soundtrack of my last days here… Thanks Villy for sending me this.

4 days later

After four days of more lazying around and finally “accepting” what lay ahead I did what had to be done. The empty card boxes I gathered from around town I filled with my stuff. Most of it anyway; I’m leaving a lot of things behind, such as cutlery and kitchenware, dead cockroaches and all of my furniture. If I had the time I would have tried to sell it but it seems its destiny is to stay here waiting for the next resident of 1, Lavyrinthou St.

The moving company came this morning and picked everything up to take it to Athens.

After I’m done writing this, I’m packing my remaining stuff, shutting the windows, locking the door and leaving. I never locked the door.

Life after Mytilini:

So it begins…

Goodbye...

 

ΕΝΟΙΚΙΑΖΕΤΑΙ
Empty Cases

Game of Thrones Intro

Το αρχίσαμε χτες με τον Γκάρετ και την Έλενα μετά από –κλασικά– πίεση του πρώτου (yay they’re in Mytilini!) Δεν ήξερα αν θα μου αρέσει, αλλά τελικά είναι πολύ πάνω από τις προσδοκίες μου…

ΕDIT: Το είδαμε όλο. Καταπληκτική σειρά. Δείτε την οπωσδήποτε αν σας αρέσουν οι δολοπλοκίες, οι απίστευτες ανατροπές, σεξ και αίμα επί της οθόνης και όλα αυτά τα καλά!

One Man’s Trash Is Another Man’s Sega

Two weeks or so ago, I was just out for a walk with a friend of mine, Ioanna. This apparently simple event unlocked a chain of possibilities which would have probably not been open for me if I had decided to just chill at home that day and go on playing my Lost Odyssey.

As we were casually walking by a group of 3-4 rubbish bins and I was just looking around, my eye caught this unlikely sight:

And then I looked more closely. And I saw more.

Hmmm… “Molyviatis (Μολυβιάτης), the local toy store, must have cleared their warehouse”, I thought. “These must be just empty boxes”, I continued. See, I was trying to not be carried away by my typical wishful thinking. I didn’t want to believe what kind of treasure Lady Luck might have thrown at me. Despite all my momentary inner conflict of little faith, I picked up one of the Game Gear boxes.

It didn’t seem empty at all.

I was starting to get all giddy. “Wow! Woah! OMG! HAHA! Yes! Look at that! I can’t believe it!! Amazing! Wait till my friends set their eyes on this! Where’s Mario when you need ‘im??” etc, as I was checking one box after the other, opening them, discovering, one by one, that they were in fact all weighty, hefty, full of untouched, pure gaming goodness. Their bulk was sweet, delicious. I imagined I could feel what a thirsty man in the Sahara would find rising from his inner being once he had discovered a box-full of large water bottles (never mind the water would be like piss under the blistering sun).

In all, there was 5 boxes of Sega Mega Drives, and 6 boxes of Game Gears, all very dusty, their boxes in slightly varying degrees of light tear, but otherwise intact. I couldn’t believe a store would just throw their old consoles away like that! I guess they suddenly realised: “Oh, we have had these old consoles no-one’s interested in almost 15 years lying around. Time for some spring cleaning. “They’re probably worthless anyway”, the shop-keeper would add, waving his old goods away, probably disappointed with “how quickly these electronics become worthless these days… They don’t last like they used to, toys… ‘Tis like trying to sell fridges to Eskimos. Or air dryers to the Berbers.”

Imagine. If no-one had spotted them, or if someone had but just took for granted that the boxes would be empty, 11 retro gaming consoles would have found their way to some landfill. I don’t know if they would end up as burnt plastic, silicon, paper ashes and whatever would remain from the copper connectors, but the chances of their salvaging would indeed be slim. Makes a grown man shiver like a leaf. Most people don’t want much to have with rubbish, either, so they don’t usually examine it. I mean, if you looked at this, it wouldn’t cross your mind, would it?

After my astonishment had subsided enough so I could actually think a bit practically, I gathered the consoles up, and took them home. It was exhausting alright. A few days later, I cleaned them from all the dust. It was time for a proper photograph.

Mario, Mordread and HM came over a few days ago and we made some videos opening each box, checking out if everything’s in place. I’m in no way a Sega fan, or even a Sega player at all; Nintendo it’s been for me for most of my life, but Mario knows his Service Games, so he was instrumental in evaluating these neat little packages and their integrity. Indeed, the important stuff is all in mint condition, apart from the exterior cosmetic damage. We even took a video of the unboxing using Mario’s iPod (or is it an iPhone?), and another with testing the Mega Drive and Game Gear I gave to the greatest Sega fan among us, by means of the measly Sonic 3D. Mario’s staying at my place for the next few days starting today so I’ll have the videos up soon.

Today I took one box of each console to a grocery store (I’m impulsive like that) to have them weighted and prepared for their travels, far and wide, narrow and near. What might their fate be…? We shall find out soon!

Update: Yep, they’re up! b^^,

Review: The Waste Lands

The Waste Lands (The Dark Tower, #3)The Waste Lands by Stephen King

My rating: 4 of 5 stars

Finally! I’m done with Dark Tower III: The Waste Lands after more than 3 months of slow reading. Last night, I lay in my bed for more 2 and a half hours straight to finish it, and then I couldn’t go to sleep for another hour because of my mind having gone into overdrive from all the suspense. I pity everyone who had to wait from 1991, when this was published, till 1997 when the sequel was. Mr. King can be as cruel as Blaine if he’s feeling like it. Hah! With one arm tied behind his back!

There’s a lot going on in this book, it starts off from where The Drawing of the Three left us (duh), and it’s a wild ride from there. In the last book we get a good look at two New Yorks of slightly different time frames. Here we see yet another New York, but mostly we see Mid-World, Roland’s world. What happened to this desolate, perverse, stomach-wrenching dimension is slightly less of a mystery by the book’s end, but a lot remains unanswered. If the question “So what happened?” was of a gently curious nature by the end of Book #2, now it’s a worm, eating at my insides! I must know about this world, what happened to it, what it was like before it all, how it connects to our own world. So similar to our own, yet so exotic, destroyed, hopeless and… well, fantastic!

The final 150 pages of the book or so is where it really shines. Not that the rest is bad; Jake’s arc is interesting and very dream-like. But the characters introduced in the final two chapters of the book are intense, dramatic, brilliant, absolutely disgusting, breath-taking. The dialog is captivating, but I must admit, the descriptions of the scenery and backgrounds are sometimes so dense and poetic I have trouble imagining the grandness of the journey.

So whichun of you cullies gonna lend me the nesswan?

View all my reviews

Αεικίνηση

Εδώ και περίπου έναν μήνα, δεν ήταν σπάνιο φαινόμενο να με έβλεπε κάποιος στον Λόφο, ειδικά τις μέρες που είχα όλη μέρα μάθημα (δηλαδή Τρίτες και Πέμπτες) με ένα τριπόδι και την πιστή μου E-510 κοτσαρισμένη πάνω του, οσάν το τριπόδι να ήταν κάποιου είδους θρόνος. Έπαιρνα φωτογραφίες την μία μετά την άλλη, από τα ίδια μέρη για πολλά λεπτά κάθε φορά. Με ρώταγαν: τι κάνεις, τι ετοιμάζεις; Μερικοί πόζαραν κιόλας. Εγώ χαμογελώντας απάνταγα πώς θα δουν κάποια στιγμή, και σε μερικούς δεν άντεχα και έλεγα τι έχω στο μυαλό μου. Τις περισσότερες φορές με κοίταζαν παραξενεμένα, λέγοντας μου πως καταλάβαιναν ενώ στην ουσία το βλέμμα τους έλεγε άλλα. Είτε εγώ δεν γινόμουν κατανοητός (σύνηθες), είτε εκείνοι δεν ήξεραν περί τείνος πρόκειται! Μετά τα ατυχήματα μου, το θέαμα έγινε αστείο: ένας μπανταρισμένος τύπος να τραβάει φωτογραφίες; Χεχεχε! :γ

Η ιδέα μου ήρθε όταν ένιωσα να συμβαίνουν τόσες αλλαγές γύρω μου, και να βλέπω πως οι αλλαγές στον χώρο του Πανεπιστημίου συμβάδιζαν με τις αλλαγές στην ζωή μου ως προς την ένταση και την αισιοδοξία. Υπήρχε μια όρεξη στα πάντα, πράγμα που δεν περίμενα και ήθελα κάτα κάποιον τρόπο να απαθανατίσω. Και μια μέρα, απλά μου ήρθε το stop-motion/time-lapse, δεν ξέρω τι θα ήταν ακριβέστερο για να περιγράψει την Αεικίνηση!

Όταν πλέον ήταν αρκετά ξεκάθαρη η μορφή του video και άρχισαν να συγκεντρώνονται οι φωτογραφίες, το πρόβλημα που εμφανίστηκε ήταν: ποια θα ήταν η μουσική επένδυση; Δοκίμασα διάφορα στυλ και πειραματίστηκα με διάφορες προτάσεις. Το Small Room Syndrome μου έκατσε περισσότερο από τα άλλα. Όμως, μερικά κομμάτια μου έβγαζαν μια ενέργεια, μια αίσθηση η οποία δεν είχε καμία σχέση με το τελικό αποτέλεσμα του βίντεο όταν το Small Room Syndrome έπαίζε από πίσω. Αυτό μου έκανε εντύπωση, και αποφάσισα ότι ένα επίπεδο παραπάνω από το πρωτότυπο video (hypertext; ;ζ) σαν μέρος μιας μετα-δημιουργίας, να ανεβάσω το ίδιο βίντεο με όλες τις διαφορετικές μουσικές που μου έκαναν εντύπωση ως διαφορετικές παραλλαγές. Το τι θα βγάλει στον καθένα κάθε παραλλαγή είναι θέμα τελείως υποκειμενικο: και οι τέσσερις φάνηκαν πιο ταιριαστές από τις υπόλοιπες σε κάποιον (σκεφτείτε το αυτό για μια στιγμή αν χρειαστεί!), και αυτό προσωπικά μου φαίνεται πολύ όμορφο!

Λοιπόν, όπως ο Brian κάποτε είπε anger, fear, pain, aggression, έτσι κι εγώ θα χαρακτηρίσω κάθε είδος Αεικίνησης! Δοκιμάστε το κι Εσείς!

Τι-ωραία-τι-καλά-είμαστε-φοιτητές-σε-ένα-όμορφο-νησί!! ^^D ΤωΤ :ξ

Χίος είπατε; Σύρος; Σάμος!;Θα σας σφάξουμε. Όλους. Και μετά θα αυτοκτονήσουμε. Πριν έρθει το Τέλος.



Ναι, φοιτητές στο Αιγαίο. Καλά περνάμε, ήσυχα μωρέ… Όχι πως πατάμε, λέμε τώρα… Καμιά Κινηματογραφική, καμιά Θεατρική, στις ομάδες, ξέρεις…

Εξεταστικη;; Ποια εξεταστική; Εννοείς τους άντρες με τα άσπρα; Ε; Ε; Αυτοί δεν εξετάζουν, θέλουν να με σκοτώσουν! ό_Ó

Trivia I: Ο τίτλος δεν μου είχε έρθει παρα μόνο όταν είχα στήσει την μηχανή για να τραβήξω την γρίλια και να αρχίσω να γράφω, η οποία γρίλια παρεπιμπτόντως είναι στο σχέδιο της Σφίγγας, το logo του Πανεπιστημίου Αιγαίου.

Trivia II: Η πρώτη φωτογραφία πάρθηκε στις 11 Οκτωβρίου και η τελευταία στις 3 Νοεμβρίου.

Trivia III: Συνολικά τράβηξα 2.428 φωτογραφίες.

Ευχαριστώ την Δέσποινα για το τριπόδι που μου δάνεισε, χωρίς αυτό this wouldn’t have been possible! Επίσης ευχαριστώ όσους με έφεραν σε επαφή με τις μουσικές μου εμπνεύσεις — ξέρετε ποιοι είστε. 😉

Ρε Hall!

Για όσον καιρό με ξέρουν οι φίλοι μου εδώ στην Μυτιλήνη, με δουλεύουν για την απροσεξία μου και την επίρρεπεια μου σε ατυχήματα. Είναι συχνό φαινόμενο να σκουντάω αντικείμενα, να χύνω υγρά, γενικά να σκορπάω την καταστροφή στον διάβα μου. Το «ρε Hall!», αν και χιλιοπαιγμένο, δεν είναι αβάσιμο. Garret & Mordread είναι σίγουροι ότι θα πάω από κάποιο ατύχημα και μάλιστα στοιχημάτιζαν για το τι θα σπάσω πρώτο, τώρα που έχω και «ρόδες»! Εγώ τους δούλευα με την σειρά μου, λέγοντας τους ότι το Clumsiness Aura δεν επηρεάζει τον προβολέα, ότι ποτέ δεν είχα πάθει τίποτα, ότι μέχρι τώρα οι ζημιές γίνονταν γύρω μου αλλά εγώ παρέμενα άθικτος.

Μέχρι τώρα…

13 Οκτωβρίου

Συννεφιά. Κάνω ποδήλατο με προορισμό τον λόφο. Στην τσάντα μου περασμένο ένα παλιό, δανεισμένο, ατσάλινο τρίποδο και στο χέρι μου μια πάνινη τσάντα με ρούχα (κυρίως βρακιά και κάλτσες — καθαρά ντε!) με άμεσο μέλλον τους να καταλήξουν στον κάδο του Ερυθρού Σταυρού στο κτίριο της διοίκησης. Always in motion is the future, όμως, που λέει και ο Yoda. Η πάνινη τσάντα μπλέκεται στην μπροστά ρόδα και το ποδήλατο σταματάει ακαριαία. Όμως φυσικά η πίσω ρόδα συνέχιζε να γυρνάει: βρίσκομαι σε ανάποδη σούζα, κοιτάζοντας την άσφαλτο με ένα βλέμμα γεμάτο τρόμο. Το ποδήλατο φτάνει στο ζενίθ του τόξου και αρχίζουμε να πέφτουμε μαζί πλάγια. Προσγειώνομαι με τα πλευρά. Κείτομαι για λίγο εκεί βογκώντας και χωρίς να μπορώ να πάρω καλή ανάσα, και μια και δυο συνεχίζω… Από εκείνη την μέρα και μετά, μέχρι και σήμερα, με πονάει ένα δεξί πλευρό, ιδιαίτερα όταν αναπνέω βαθιά και ξαπλώνω μπρούμυτα, και έχει μια περίεργη γωνία. Όμως δεν πήγα να το κοιτάξουν κι έτσι φαίνεται θα μείνω με την απορία!

25 Οκτωβρίου

Είχα περάσει από το σπίτι για να πάρω το αδιάβροχο, ήδη ο δρόμος ήταν βρεγμένος και δεν ήθελα να με βρει (πάλι) στον δρόμο για τον Λόφο μια ξεγυρισμένη μπόρα, ειδικά όταν θα παρουσίαζα στο μάθημα της Καταπότη την δουλειά που είχα κάνει για τα Χαϊκού. Κατεβαίνω αντικανονικά την Ζωοδόχου Πηγής, στρίβω στον Πλάτανο, παίρνω την κατηφόρα και είναι μπροστά μου ένα μηχανάκι που μόλις ξεκίναγε. Φρενάρω για να το αποφύγω, όμως συμβαίνει το αναπόφευκτο. Τα λάστιχα του ποδηλάτου μου γλιστράνε στο πλάι και εγώ μαζί με το ποδήλατο δεν μπορώ πλέον να φέρω αντίσταση στην Παγκόσμια Έλξη. Η άσφαλτος, έτσι όπως είναι υγρή κιόλας, γίνεται ακαταμάχητη… Πέφτω με τον αγκώνα, ή μπορεί και να έπεσα με την παλάμη και τον αγκώνα και φτάνω μπροστά στο μηχανάκι. Ο μυτιληνιός οδηγός σαστισμένος, δεν θα ‘ταν 17 χρονών: «Είσαι καλά, θες να σε πάω στο νοσοκομείο;» Κι εγώ: «Όχι ντάξει, δεν έχω σπάσει και τίποτα!!», δοκιμάζοντας τις αρθρώσεις, παρά τα βογκητά και τα σκαλώματα που κράταγαν μερικές δεκάδες δευτερόλεπτα πάνω από το ποδήλατο, τα οποία ο πόνος σίγουρα έκανε να περνάνε πολλές φορές γρηγορότερα! Νιώθω τον αγκώνα μου και την παλάμη μου καυτή, και χωρίς πολλά-πολλά και προσπαθώντας να αποφύγω την σκέψη ότι πάλι έπεσα, καβαλάω ξανά το ποδήλατο μου προς Λόφο. Μόλις έφτασα και κατέβηκα, συνειδητοποίησα ότι το να κλειδώσω το ποδήλατο ήταν αφύσικα οδηνυρό, ακόμα και μετά από το ατύχημα μου. Και όταν έφτασα και στο μάθημα, συνειδητοποίησα πώς μπορούσα να ανοιγοκλείσω το χέρι μου μόνο περίπου 20° χωρίς ο πόνος να γίνεται αβάσταχτος. «Το ξέρεις ότι το ‘χεις σπάσει, έτσι;», μου είπε ο Μητσάκος μισο-αστεία μισο-σοβαρά όπως κάνει συνήθως. Και είχε μισο-δίκιο, αν και ακόμα δεν ήθελα παρά να το μισο-σκεφτώ.

Στον γυρισμό βρήκα τον HM, στον οποίο είπα τι είχε συμβεί και αμέσως ήθελε να με πάει στο Βοστάνειο, το νοσοκομείο της Μυτιλήνης.  Τελικά με έπεισε και ξεκινήσαμε με τα πόδια από τον Λόφο μέχρι το Βοστάνειο και με το ποδήλατο παρέα. Μια διάγνωση και μια ακτινογραφία αργότερα (και μερικές υπαρξιακές διαπιστώσεις του στιλ: «Ουάου είναι η πρώτη φορά που έρχομαι σε νοσοκομείο μόνος μου! Και πόσα χρόνια έχουν περάσει από την τελευταία φορά που χρειάστηκε να κάνω ακτινογραφία;;») ανακαλύπτω πως ο αγκώνας μου ράγισε. Με στέλνουν στο χειρουργείο (για λίγο ήμουν {8ε ) για να μου βάλουν γύψο, ή τέλος πάντων έναν γύψινο νάρθικα. Ο γύψος μύριζε σαν γλυκό από κακό ζαχαροπλαστείο. «Έλα την άλλη Τετάρτη για να δούμε αν θα πρέπει να κρατήσεις τον γύψο περισσότερο.» ΟΚ, 9 μέρες ουσιαστικά χωρίς δεξί χέρι, τέλεια! Θα μπορούσε όντως να είναι και χειρότερα, πολύ χειρότερα. Δεν υπάρχει καμμία λέξη η οποία να συνδυάζει την γκαντεμιά με την τύχη, όπως η χαρμολύπη συνδυάζει την χαρά και την λύπη; Τυχερατυχία; Ευγκαντεμιά; Naaah… Στην κύπρια νοσοκόμα πάντως δεν άρεσε το ψαροκόκκαλο που είχα κρεμασμένο στον λαιμό, «βάλε κανέναν σταυρό να σε φυλάει ο Θεός…» Thank you HM for your help. 🙂

Βλέπετε τίποτα;


27 Οκτωβρίου

Μια μέρα μετά την γιορτή μου, δύο μετά την Πτώση… Ανήμερα του Αγίου Δημητρίου του Μυρωδάτου, περνώντας την μέρα μου στόν Λόφο, είδα δυο συμπληρωματικές προσεγγύσεις. Η μία ήταν το «Χρόνια πολλά!!» και η δεύτερη ακολουθούσε αμέσως, με ένα βλέμα στο κρεμασμένο χέρι, το χαμόγελο μετατρεπόταν σε μάσκα τρόμου, η ευθυμία σε λύπηση, η καλοπροαίρετη ευχή σε έκδηλη ανησυχία: «Τι έπαθε το χέρι σου;!;!» Κι εγώ με αξιοζήλευτη ηρεμία, αφηγούμουν την παραπάνω ιστορία… Που να ‘ξερα όμως ότι το τέλος δεν είχε έρθει!

Το πρωί της 27ης ήμουν με την Μαρία την Κιθαρίστα και κάποιες φίλες της στην πλ. Σαπφούς. Περιμέναμε το λεωφορείο για να πάμε Λόφο, τι άλλο; Όλα ήταν ήρεμα, ή τουλάχιστον έτσι φαίνονταν… Τελείως ξαφνικά, νιώθω έναν πόνο, μια πίεση στην μέση να με σπρώχνει μπροστά. Παραπατάω και γονατίζω, με τον πόνο και την έκπληξη να παίζουν bras de fer με έπαθλο την έκφραση μου. Τελικά επικράτησε ένα τρίτο συναίσθημα καθώς στεκόμουν στα πόδια μου, η ενόχληση. Αυτό που είχε συμβεί ήταν πως η πόρτα του κουβουκλίου του εκδοτηρίου των εισητηρίων των λεωφορείων στην πλ. Σαπφούς είχε ξεκολλήσει και στον δρόμο της προς την φυσική ροή της ελεύθερης πτώσης υπήρξα εγώ εμπόδιο. Εμπόδιο, βέβαια, το οποίο γρήγορα ξεπεράστηκε καθώς έφυγα μπροστά. Ο τύπος που ήταν μέσα στο κουβούκλιο έδειξε αρχικά δείγματα ανησυχίας, έστω ενοχής για ό,τι είχε συμβεί, όμως δεν άργησε να ορίσει το κέντρο της ευθύνης κάπου μακριά, πολύ μακριά απο εκείνον:  «Η φιλενάδα σου φταίει. Αυτές φταίνε πάντα για όλα!», στο οποίο βιάστηκε να συμπληρώσει: «Να νιώθεις τυχερός που δεν σου έπεσε στο κεφάλι! Πήγαινε άναψε κανένα κερί!» Πώς το είπαμε αυτό το είδος Θείας παρέμβασης, τυχερατυχία;

Δεν πέρασαν 20 λεπτά και άρχισα να δυσκολεύομαι στο περπάτημα. Μέσα σε 3 ώρες το να περπατάω χωρίς να κουτσαίνω ήταν σχεδόν αδύνατο. Με πόναγε το αριστερό μεγάλο δάχτυλο του ποδιού και δεν ήξερα τι έφταιγε. Να έφταιγε το χτύπημα στην μέση; Στραμπούληξα κάτι χωρίς να το καταλάβω; Ήμουν σπίτι και με έπιασε απελπισία. Πάλι νοσοκομείο; Και το κυριότερο: πώς θα πάω κουτσός και μες την βροχή; Έβαλα να δω το Coffee & Cigarettes, αφού το είχα χάσει όταν το παίξαμε με την Συμμορία, θέλοντας να ζω σε έναν κόσμο όπου όταν ξεχνάς έναν πόνο επειδή στρέφεις την προσοχή σου αλλού, ο πόνος δεν επιστρέφει ποτέ…

Όμως σύντομα έζησα άλλη μια στιγμή ευγκαντεμιάς. Ο Garret με πήρε τηλέφωνο για να μου πει να πάμε στα Καραφάκια με τους γονείς του που μόλις είχαν φτάσει στο νησί. Του είπα το πρόβλημα μου και ναι! Οι γονείς του Garret είχαν νοικιάσει αυτοκίνητο και τελικά όχι μόνο προσφέρθηκαν να με πάνε στο νοσοκομείο, με βοήθησαν την στιγμή που δεν είχα λεφτά μαζί μου για να πληρώσω την ακτινογραφία (στο αριστερό πόδι αυτή τη φορά) και μετά όντως φάγαμε όλοι μαζί στα Καραφάκια. Ευχαριστώ Γκάρετ, Νίκο και Άννα!

Η ακτινογραφία έδειξε ένα «καταγματάκι» αρκετά πιο πάνω από εκεί που πόναγα, αλλά φαντάστηκα ότι αφού υπήρχε μια κάποια ομοφωνία μεταξύ των σχολιαστών της, μπορούσα να νιώθω ασφαλής. Με έδεσε με νάρθικα ένας κύριος που δεν καταλάβαινα ούτε τα μισά απ’όσα μου έλεγε και βγήκα από το νοσοκομείο σαν καινούργιος, αν εξαιρέσετε ότι ήμουν κατα κύριο λόγο κουλός και κουτσός.

Creepy... but cool

Το ενδιαφέρον ήταν πως με κάθε νέο χτύπημα το προηγούμενο σταμάτησε να με ενοχλεί! Αν και οι περιορισμοί σις κινήσεις υφίστανται ακόμα και τώρα…

Τώρα οι φίλοι μου λένε πως είμαι elemental cubi, δεν τους φαίνεται καθόλου περίεργο που έιμαι προσωρινά σακάτης… Όσο για μένα, αν και είναι ενοχλητικό, όπως συνήθως βλέπω τα πράγματα αισιόδοξα: τουλάχιστον εξασκώ το δεξί μου ημισφαίριο, ειδικά με το βούρτσισμα των δοντιών!

Από την γιορτή μου, σπίτι του Mordread με κράσι, ζιβανία, αραβικό ρύζι των 4,5 yummers του Γιώργη, κι εμένα στην πιο αγνή μου μορφή:

Garret: Αυτό είσαι. Ένα ατσούμπαλο, λαίμαργο κτήνος!
Καταπότη: Πάντα ήθελα να σπάσω κάτι. Πίστευα μικρή ότι αυτοί που είχαν σπάσει χέρι/πόδι ήταν πολύ κουλ!
Elemental qb

Τα παραπάνω γράφτηκαν αποκλειστικά με την χρήση του αριστερού χεριού.

Η γραφή διήρκησε τρεις μέρες.

Θέα από ψηλά

Είμαι στο εργαστήριο υπολογιστών στο κτίριο Επιστημών της Θάλασσας στον Λόφο Ξενία. Ξαφνικά, τελείως από το πουθενά, αποφασίστηκε ότι τους επόμενους μήνες θα περνάω τον περισσότερο χρόνό του τελευταίου μου χρόνου στο νησί εδώ. Ναι, είναι επίσημο και μια καθημερινή πραγματικότητα για όλους μας τώρα που το χημερινό εξάμηνο ξεκίνησε: ΟΛΑ τα τμήματα της Μυτιλήνης πλέον στεγάζονται στον Λόφο. Τα μαθήματα γίνονται σε κενές ώρες των τμημάτων στα οποία ανήκουν τα κτίρια. Οι πολιτιστικές ομάδες βρίσκονται σε μια φάση αποδόμησης και υπαρξιακών, η κάτω λέσχη έκλεισε, το Παπαρίσβα θα γίνει super-market (!)… Όλη η προϊστορία των τμημάτων Κοινωνικών Σπουδών της Μυτιλήνης εξανεμίστηκε μέσα σε λίγες στιγμές.

Ο λόγος; Το Πανεπίστημιο λέει πως δεν έχει λεφτά και τα νοίκια ήταν πανάκριβα. €13.000/μήνα μόνο η ενοικίαση του Ευ Ζειν; Και οι ιδιοκτήτες, όπως μάθαμε, είχαν και παράπονα… Για το Παπαρίσβα δεν ξέρω αλλά σίγουρα τα Alimenta θα πληρώνουν καλύτερα απ’όσα μπορούσαν να βγάλουν οι ρηχές τσέπες των κυρίων που κάνουν κουμάντο από εδώ δίπλα στο κτίριο Διοίκησης. Όμως τι να κάνουν και αυτοί; Δεν διάλεξαν εκείνοι να δέχονται λιγότερα χρήματα από το κράτος. Το να ρίχνουμε τις ευθύνες σε αυτούς και μόνο αυτούς, όπως κάνουν μερικοί συνάδελφοι κομματικοί, παρακομματικοί και όχι μόνο, είναι (αχ πόσο μου αρέσει αυτή η λέξη) κοντόφθαλμο και αντιδραστικό. Η ίδια η κυβέρνηση έχει πάρει ξεκάθαρη στάση σχετικά με τα περιφερειακά ΑΕΙ και ΤΕΙ. Δεν μπορούσε, φυσικά, να μην μειώσει ακόμα περισσότερο τον προϋπολογισμό για την παιδεία η οποία, ως άλλη Λιμπεγτέ, ηγείται, μαζί με τους μισθούς και τις ασφαλίσεις να ακολουθούν στενά, των –τα αρχικά είναι παντελώς και εξ ολοκλήρου συμπτωματικά– Καταδικασμένων Κοινωνικών Ευθυνών. «Παιδεία! Ποιος τα χρειάζεται τα γράμματα! Εγώ είμαι βουλευτής και δεν έβγαλα ούτε το Λύκειο

Κάποιος στο Ίδρυμα Εκλεγμένων Ψυχοπαθών, Μεγαλομανών και λοιπών Πολιτικών που μας αρέσει για κάποιο λόγο να αποκαλούμε Βουλή των Ελλήνων, ή στο Πανελλάδικο Κέντρο Ψευδεκπαίδευσης και Δια Βίου Ημιμάθειας που για κάποιον άγνωστο λόγο αυτοαποκαλείται Υπουργείο Παιδείας, πρέπει να είπε: «Ντάξει μωρέ, φοιτητές είναι, σιγά, λες και διαβάζουν. Κόψτε τους τα βιβλία. Τι; Θέλετε χρήματα για την λέσχη; Σιγά μωρέ φοιτητές είναι, η μαμά τους στέλνει ταπεράκια. Κόψτε τους την σίτηση. Τί; Δεν έχουν χώρους για πολιτιστικές ομάδες; Ποιες είναι αυτές οι πολιτιστικές ομάδες, αυτές που κάνουν τους χορούς κι αυτά; Σιγά, ούτως ή άλλως, όλη μέρα στις καφετέριες δεν είναι; Ας πάνε να χορέψουν τις νύχτες εκεί. Τι; Δεν χωράνε όλοι οι φοιτητές στα λεωφορεία; Με συγχωρείτε δεν μπορώ να ασχοληθώ άλλο, με καλούν για έναν έκτακτο υπουργικό συμβούλειο με το ΔΝΤ. Θα παραγγείλουμε καινούργια τανκς, ξέρετε. Ναι, ναι! Κάνουμε συλλογή, την έχουμε στον Έβρο αν θέλετε να την δείτε, είμαστε πολύ περήφανοι γι’αυτήν. Α και λέμε να αυξήσουμε λίγο ακόμα τον ΦΠΑ. Έχουν ακριβύνει και οι βίλες, τι να κάνουμε κι εμείς! Κρίση, βλέπετε…»

Παρ’όλ’αυτά, κάθοντας σε αυτόν τον υπολογιστή του εργαστηρίου, με το λιμάνι της Μυτιλήνης να απλώνεται μπροστά μου κάτω από την απαλή συννεφιά του Οκτωβρίου και με την ώρα για το επόμενο μου μάθημα να μην φαντάζει πλέον μακρινή… Σκέφτομαι… Δεν είμαστε και τόσο άσχημα εδώ πάνω. Σίγουρα, είναι μόνο η τέταρτη μέρα. Σίγουρα, όλα τα λεωφορεία είναι υπεργεμάτα, ο πληθυσμός του Λόφου έχει υπερδιπλασιαστεί, οι ουρές στην πάνω, συγνώμη, εννοώ πλέον στην μοναδική λέσχη είναι υπερβολικές (και όχι, δεν εννοώ «πολύ βολικές»!!) Σίγουρα όλα αυτά είναι θέματα. Όμως υπάρχει ένας αέρας ενότητας των φοιτητών πια, όπως φαντάζομαι υπάρχει σε κάθε κανονικό campus. Έχω ήδη δει να στήνονται τραπεζάκια με κοσμήματα και ένα αντι-κυλικείο από τα ΕΑΑΚ, κάνουμε μάθημα σε κανονικές αίθουσες, έχουμε αμφιθέατρα με –fabulous~~!– ενσωματώμένους projectorες που σημαίνει, αφού όλοι οι φοιτητές έρχονται εδώ πάνω, θα είναι πολύ εύκολη και ανέξοδη η αναβίωση της Κινηματογραφικής Συμμορίας… Έχουμε και την λέσχη δίπλα, έχουμε και καφέ! Γενικά υπάρχει θαρρώ ένα κλίμα αντίστασης και δεκτικότητας των φοιτητών έναντι σε αυτό το χτύπημα των καιρών, και μάλιστα κλίμα δημιουργίας και ανανέωσης. Και είμαι αισιόδοξος πως αυτό το κλίμα ενότητας μπορεί να προσφέρει πραγματικό παν- και δι-επιστημονικό διάλογο.

Βέβαια, υπάρχουν και φαινόμενα που σου κόβουν λίγο τον αέρα. Οι ταξιτζήδες «χάνουν λεφτά» από τα λίγα, σε σχέση με την υπαρκτή και δυνατή ζήτηση, λεωφορεία που πηγαίνουν τους φοιτητές από την πλατεία Σαπφούς και την Θερμή στον Λόφο, άσχετο το ότι χρεώνουν €4,5 την διαδρομή. Έτσι, έκαναν καταγγελία για κάποιο λεωφορείο που μετέφερε περισσότερους φοιτητές απ’όσους επιτρέπεται. Εγώ πάντως θα πηγαίνω στην σχολή με το καινούργιο μου ποδήλατο (χαρισμένο ντε, που λεφτά για τέτοια! Ευχαριστώ πολύ, Πάνο/Κωστή! :] ) Όμως οι ανηφόρες θα ‘ναι θάνατος…

Τέλος πάντων. Φεύγω για το αναπομείναν 8-ωρο σερί μου. Ιστορία της Τέχνης, Εφαρμογές Κινητής Τεχνολογίας και Τεχνολογίες Πολυμέσων (διπλό-meh). Στα κτίρια της Θάλασσας και της Γεωγραφίας. Προλάβετε!