REVIEW: ΑΪΒΑΛΙ

ΑϊβαλίΑϊβαλί by Soloúp

My rating: 5 of 5 stars

Το αγόρασα για τη μάνα μου· το διάβασα πριν προλάβει να το ανοίξει μεν, αλλά άφησα και αρκετό χρόνο στο μεταξύ για να μην φαίνεται ότι της το αγόρασα κυρίως για να το διαβάσω εγώ δε! Καλό αυτό με τους γονείς!

Ας ξεκινήσω λέγοντας ότι είχα γνωρίσει μέσω της Πολιτισμικής Τεχνολογίας τον Soloúp από κοντά πριν αρκετά χρόνια—πάνε έξι σίγουρα—στην Μυτιλήνη την οποία περιγράφει στην αρχή του βιβλίου. Ήταν για την παρουσίαση του «Είναι κανείς εγώ;». Είχα εντυπωσιαστεί από την απλότητα του, με την καλή έννοια πάντα, και από την συμπάθεια που μου ενέπνευσε, κι από τότε τον διάβαζα περιστασιακά και απολάμβανα τις εύστοχες γελοιογραφίες του με θέμα την επικαιρότητα. So, I’m biased! Πίσω στην Μυτιλήνη: έχοντας κι εγώ μια πολύ ιδιαίτερη σχέση με αυτή την πόλη, έχοντας ζήσει εκεί πέντε απ’τα καλύτερα μου χρόνια, ένιωσα αμέσως τι ήθελε να πει ο ποιητής.

Γιατί κι εγώ πέρασα Απέναντι όσο ήμουν εκεί. Τρεις φορές επισκέφθηκα το Αϊβαλί όσο έμενα στην Μυτιλήνη, και μια φορά πήγα στην Τζούντα/Μοσχονήσι. Και η δική μου οικογένεια, μέρος της τουλάχιστον, διώχθηκε από τη Σμύρνη, και από εδώ που βρίσκομαι τώρα, από τη Νέα Σμύρνη, αναρωτιέμαι και μαζί με την μητέρα μου το παρελθόν των συγγενών από έναν άλλο κόσμο. Πριν 2 χρόνια ανοίξαμε για πρώτη φορά ένα γράμμα  που το είχε γράψει ο θείος απλά για να καταγραφούν κάπως όσα έζησε τις ημέρες της Μικρασιατικής Καταστροφής. Η μάνα μου δεν το είχε ανοίξει ποτέ επειδή ήξερε ότι θα συγκινήθει.

Τώρα που το σκέφτομαι, όλη μου η οικογένεια, απ’όλες τις μπάντες, έχει το στοιχείο του ξεριζωμού: η αυστραλέζικη οικογένεια του πατέρα μου δεν ήταν πάντα αυστραλέζικη· ξεριζώθηκαν από διαφορετικά μέρη της Βρετανίας για να μεταναστεύσουν για τους δικούς τους λόγους στην άλλη άκρη της Γης. Ο πατέρας μου, με τη σειρά του, εγκατέλειψε τον Νέο Κόσμο για να έρθει στον Παλιό, στον πολύ Παλιό. Ο έλληνας παππούς μου ήταν από την Κλειτορία Αχαΐας, όμως στον πόλεμο το χωριό του καταστράφηκε από τους Γερμανούς (και μετά δούλευε για τη Siemens και η μάνα μου έγινε καθηγήτρια Γερμανικών… αυτό κι αν θα πει έλλειψη προκαταλήψεων!) και έπρεπε να έρθει στην Αθήνα, όπου βέβαια γνώρισε τη γιαγιά μου στη Νέα Σμύρνη. Όλη μου η πρόσφατη οικογενειακή ιστορία είναι μια διαρκής μετανάστευση, γι’αυτό το Αϊβαλί μου μίλησε βαθιά.

Και δεν είναι τι μου είπε. Είναι πώς το είπε. Με τόση ευαισθησία, σεβασμό στην ακρίβεια στην πηγή αλλά και διαφορετική ερμηνεία και παραλλαγή όπου χρειαζόταν· αρμονία· όμορφα σχέδια, με βάθος, όχι τεχνικό απαραίτητα, αλλά αλληγορικό, αυτό το intuitive αντί του sensing. Επίσης είχε, και φάνηκε πολύ, απεριόριστη αγάπη γι’αυτό το κομμάτι της ιστορίας το οποίο τόσο πολύ έχουμε ξεχάσει τόσο σύντομα, για την ιστορία της ειρηνικής συνύπαρξης που διακόπηκε από τους πολέμους και την Ανταλλαγή. Αλλά έτσι λένε, πως οι τρίτης γενιάς και μετά επιθυμούν πραγματικά να ψάξουν τις ρίζες τους μετά από τέτοια τραυματικά γεγονότα σε επίπεδο εθνών.

Υπάρχει αυτές τις μέρες, όπως φαίνεται και από την ίδια την κυκλοφορία αυτού του βιβλίου και την αναζήτηση που την ενέπνευσε, νέο ενδιαφέρον για τις ιστορίες αυτής της άλλης τόσο συγκινητικής εποχής. Ο Soloúp γράφει στο τέλος του βιβλίου ότι ήθελε να χρησιμοποιήσει το υλικό που ερεύνησε ώστε να κινήσει το ενδιαφέρον στους αναγνώστες για τις πραγματικές πηγές και τα πραγματικά βιβλία που μίλησαν για ό,τι συνέβη. Για μένα πάντως το κατάφερε 100%, και γρήγορα ανακάλυψα πως η μάνα μου ήδη έχει μεγάλο μέρος της λίστας των προτεινόμενων. Σας έρχομαι!

Τέλος, πολύ σημαντικό για μένα, ήταν και η θέαση της άλλης μεριάς, πώς η Καταστροφή ήρθε και ως απάντηση σε μια σειρά ελληνικών φρικωδιών στην Μικρασιατική Εκστρατεία αλλά και πώς οι Τούρκοι βίωσαν την ανταλλαγή και τα πριν και μετά στην Κρήτη. Κι εγώ θυμάμαι αυτόν τον χάρτη της Κρήτης στο τουριστικό πρακτορείο, αν δεν κάνω λάθος, με το που βγαίνεις από το τελωνείο στο Αϊβαλί.

(ο Soloúp είναι στην Τζούντα, στα παλιά ελληνικά σπίτια, με έναν τούρκο επισκέπτη που ξέρει κρητικά γιατί η γιαγιά του ήταν από την Κρήτη πριν πάει με την Ανταλλαγή στο Τσεσμέ)

Mehmet: Ακριβώς ετουτανά τα σπίθια θανά ‘πρεπε να μας μονιταρίζουνε (ενώνουνε).

Soloúp: Ποια; Τα σπίτια κάποιων ελλήνων νοικοκυραίων που άφησαν τα κόκαλα τους στις γύρω ρεματιές και τώρα μέσα σε αυτά ζούνε τούρκοι;

Mehmet: Ναισκέ, αλλά δε ζήσανε μέσα τούρκοι που εσκλαβώσανε, αλλά τούρκοι πρόσφυγκες «μπομπαντελήδες» (απ’την Ανταλλαγή). «Γκιαουρόσποροι», όπως εβρίζανε και την εδική μου νενέ οι Γερλήδες στον Τσεσμέ. Ετουτανά τα σπίθια βαστούνε δύο ζωές. Μια ρωμαιική και μια τουρκική. Εζήσανε μέσα ντως άνθρωποι με άλλη λαλιά και πίστη. Αλλιώς ονειρευόντανε τη ζωή ντως οι ρωμιοί που τα χτίσανε, αλλιώς οι τούρκοι που τα καμπιτήρανε. Αν είχανε λαλιά τα σπίθια, δε θά ‘χανε να πούνε τόσα για ρωμιούς και τούρκους, όσο για των ανθρώπω τα βάσανα. Ο πόνος είναι ίδιος όποια γλώσσα και να μιλείς. Αν είχανε οι τοίχοι λαλιά, θά ‘χανε πολλά να πούνε για τη βαρβαράδα των ανθρώπω. Για τον κατατρεγμό. Όμως ο καθείς μας στην εδική του μπάντα, μαθαίνει πως τα βάσανα είναι μόνο εδικά του. Η βαρβαράδα πάντα των «αλλωνών». Ετόσας ο πόνος, λέει η Αϊσέ, πως θαν’ εμπορείε να μας μονιταρίσει. Το σπίτι πού ‘φηκε ο παππούς σου στον Τσεσμέ και που το δώκανε στη νενέ μου την κρητικιά.

Soloúp: Να πεις στην Αϊσέ, με τόσο πόνο στις φαμελιές μας, στο τέλος θα βρεθούμε και συγγενείς.

Mehmet: Για να το σκεφτείς… είμαστε και οι δύο εγγόνια της Λοζάνης!
Και οι δύο: Χα, χα, χα!

Ο καθείς αγαπά την πατρίδα του και τον τόπο των παππούδω του. Σε μας μόνο στσοι μπάσταρδους τση Λοζάνης, ετούτηνα η αγάπη είναι πιο μπερδεμένη.

Μεγάλο έργο. Ευχαριστώ.

View all my reviews

REVIEW: ΑΝΑΚΑΛΥΨΕ ΤΗΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑ ΣΟΥ

Ανακάλυψε την προσωπικότητα σουΑνακάλυψε την προσωπικότητα σου by Patricia Hedges

My rating: 3 of 5 stars



Το ξέρατε ότι το 45% του πληθυσμού (τουλάχιστον στις ΗΠΑ, για την Ελλάδα δεν ξέρω) είναι SJ (traditionalists), και ένα άλλο 40% είναι SP (experiencers); Προσωπικά μπορώ να βγάλω αρκετά συμπεράσματα για τον κόσμο χρησιμοποιώντας αυτά τα στοιχεία και κοιτάζοντας τα αποτελέσματα των εκλογών ανα τον κόσμο, ή γιατί οι άνθρωποι επιμένουν στα παλιά και γνώριμα, ή γιατί οι άνθρωποι κυνηγούν τα χρήματα πάνω απ’όλα, ή γιατί τέλος πάντων οι περισσότεροι άνθρωποι συμπεριφέρονται και σκέφτονται πολύ διαφορετικά από μένα – και άλλοι, βέβαια, πολύ παρόμοια.

Πείτε ό,τι θέλετε για το MBTI: ότι είναι παρωχημένο, ότι εξαπλουστεύει, ότι δεν επαρκεί – όλα αυτά ισχύουν, παραμένει όμως για μένα ένα χρήσιμο εργαλείο στην προσπάθεια μου να καταλάβω τους ανθρώπους γύρω μου και να δω τον κόσμο μέσα από τα δικά τους μάτια και τη δική τους αντίληψη (ή διαίσθηση!) Κι άλλωστε, ποιο επεξηγηματικό, αναλυτικό σύστημα μπορεί ποτέ να είναι πλήρες;

Για όσους δεν ξέρουν τι είναι το ΜΒΤΙ, είναι μια μέθοδος αξιολόγησης προσωπικότητας η οποία αναπτύχθηκε τη δεκαετία του ’60 η οποία βασίζεται στις θεωρίες του Carl Jung σχετικά με τις γνωστικές λειτουργίες (cognitive functions) του ανθρώπου (αίσθηση, διαίσθηση, συναίσθημα και νόηση – sensing, intuition, feeling and thinking) και ανάλογα με τη σειρά προτεραιότητας – ή ευχέρειας – που χρησιμοποιούνται αυτές οι λειτουργίες αλλά και την εξωστρέφεια/εσωστρέφεια τους, προκύπτουν 16 συνδυασμοί και τύποι προσωπικότητας.

Βρήκα πως το βιβλίο, αν και χρήσιμο για την αρχική κατανόηση του συστήματος, παρέμεινε στα απολύτως βασικά, και αν και δημοσιεύτηκε τη δεκαέτια του ’90 δεν ανέφερε την προγενέστερη θεωρία του Keirsey σχετικά με την κατάταξη των 16 τύπων σε 4 μεγαλύτερες οικογένειες γενικότερης ιδιοσυγκρασίας. Επίσης απογοητευτική βρήκα την πολύ επιφανειακή αναφορά στην ανάλυση της κατάταξης των λειτουργιών για κάθε τύπο, όπως για παράδειγμα στους INFPs (ΕσΔΣΑν σύμφωνα με την ελληνική μετάφραση, ο οποίος τυχαίνει να είναι κι ο δικός μου τύπος) πρώτο είναι το Εσωστρεφές Συναίσθημα (Fi), μετά η Εξωστρεφής Διαίσθηση (Ne), η Εσωστρεφής Αίσθηση (Si) και η Εξωστρεφής Νόηση (Te), με κατάταξη απ’την πιο ανεπτυγμένη στην λιγότερο ανεπτυγμένη λειτουργία.

Αυτή η ανάλυση μπορεί να φανερώσει πολλά για τους στόχους, τις προτεραίοτητες, τις ιδιαιτερότητες και τις πιθανές αδυναμίες των ατόμων που ανήκουν σε κάθε τύπο, αλλά ξεφεύγει από την απλή κατηγοριοποίηση και περιγραφή των τύπων και φτάνει σε μεγαλύτερο βάθος. Προφανώς μια τόσο βαθιά ανάλυση δεν ήταν ο στόχος του βιβλίου, αλλά εμένα μου έλειψε, γιατί χωρίς αυτήν δεν αιτιολογείται το από που προκύπτει ο διαχωρισμός των τύπων. Είναι ενδιαφέρον ότι γενικά δεν είναι γνωστή η θεωρία περί γνωστικών λειτουργιών, ακόμα και για αυτούς που ενδιαφέρονται για το MBTI.



Γι’αυτό εγώ θα συνεχίσω την αναζήτηση και την έρευνα μου στο θέμα των τύπων προσωπικότητας και της αναλυτικής ψυχολογίας γενικότερα με κάτι λίγο πιο εξειδικευμένο (μου τρέχουν τα σάλια για το βιβλίο που λίνκαρα παραπάνω του Keirsey). Πάντως, ως εισαγωγή στο MBTI το βιβλίο δεν είναι άσχημο, και είναι από τα λίγα (το μόνο;) που βρήκα μεταφρασμένο στα ελληνικά. Για κάποιον λόγο δεν μας πολυενδιαφέρει το θέμα εδώ πέρα…

Αν διαβάσετε ως εδώ και θα θέλατε να μάθετε περισσότερα, μερικές καλές πήγες:

http://www.keys2cognition.com/explore.htm
http://kisa.ca/personality/
http://www.typefinder.com/
(καλά τεστ για να βρείτε τον τύπο σας)

“What does it feel like to be me?” αν είσαστε μεταξύ δύο τύπων, διαβάστε ποια περιγραφή του τρόπου σκέψης σας σας ταιριάζει καλύτερα.
http://www.keys2cognition.com/cgjung.htm Για περισσότερα σχετικά με τις γνωστικές λειτουργίες/cognitive functions και για βουτιά στα λίγο πιο βαθιά.

Και το Personality Cafe, γιατί μερικές φορές η επαφή και η συζήτηση με άλλα άτομα του ίδιου τύπου και ο εντοπισμός των κοινών τόπων βοηθάει στ’αλήθεια. Καλό κι αν νιώθετε μοναξιά, ότι κανείς δεν σας καταλαβαίνει κτλ.




View all my reviews

Review: Η κομψότητα του σκαντζόχοιρου

Η κομψότητα του σκαντζόχοιρουΗ κομψότητα του σκαντζόχοιρου by Muriel Barbery

My rating: 4 of 5 stars

Aν και μου άρεσε γενικά πολύ, περίμενα να αγαπήσω τον Σκαντζόχοιρο περισσότερο απ’όσο συνέβη, μάλλον από τα λόγια της Δάφνης. Κατ’αρχάς, η Παλομά και η Ρενέ δεν φέρονται σαν πραγματικοί άνθρωποι αλλά είναι εκεί για να προβάλλουν τις απόψεις της συγγραφέως για τους πλούσιους και ρηχούς ανθρώπους που φαίνεται πως έχει γνωρίσει πολύ στην ζωή της χωμένη στους φιλοσοφικούς κύκλους της Γαλλίας. Το ότι η κα. Barbery είναι καθηγήτρια φιλοσοφίας φαίνεται πολύ σε μερικούς -ακαταλαβίστικους από μένα- μονολόγους, ειδικά απ’τη Ρενέ, η οποία αναλύει το τί σημαίνει ένας πίνακας του Ολλανδικού χρυσού αιώνα ή οι σημύδες στην Άννα Καρένινα πολύ περισσότερο όπως θα το έκανε μια καθηγήτρια φιλοσοφίας και πολύ λιγότερο μια καλλιεργημένη θυρωρός.

Aν εξαιρέσουμε αυτά τα κομμάτια που πάντα με κάνουν και νιώθω χαζός, ίσως επειδή δεν μου αρέσει η κλασική τέχνη όπως αρέσει στη Ρενέ (γενικότερα απολάμβανα περισσότερο τις σκέψεις της Παλομά, βέβαια το πώς ένα 12χρονο μπορεί να είναι τόσο μπροστά είναι μια άλλη ιστορία), το βιβλίο είναι πλούσιο με αιχμηρά και ταυτόχρονα εύθυμα αποσπάσματα που αξίζουν το χρωματιστό μολύβι που θα υπογραμμίσει τη σελίδα ή την παράγραφο, όπως το εξής κορυφαίο και αγαπημένο μου, ήδη από τότε που είδα την ταινία που βασίστηκε στο βιβλίο (η οποία πολύ μου άρεσε και μάλλον περισσότερο απ’το ίδιο το βιβλίο):

(για τις διαφορές γκο και σκακιού)

…δεν είναι το γιαπωνέζικο σκάκι. Πέραν του ότι είναι παιχνίδι, που παίζετα σε τετράγωνη βάση και οι δύο αντίπαλοι έχουν μαύρα και λευκά πιόνια, διαφέρει από το σκάκι όσο ο σκύλος από τη γάτα. Στο σκάκι πρέπει να σκοτώσεις για να κερδίσεις. Στο γκο πρέπει να δημιουργήσεις για να επιβιώσεις.

Μάλλον η ταινία μου άρεσε περισσότερο τελικά γιατί αυτά τα κουραστικά φιλοσοφικά λογύδρια έπρεπε να κοπούν ή κάπως να σουλουπωθούν. Επίσης, γιατί λόγω του οπτικού μέσου υπήρχε μεγαλύτερη άνεση για να βγει το χιουμοριστικό και καλλιτεχνικό της ιστορίας και της διάδρασης χαρακτήρων, ακόμα και μεταξύ των υπόλοιπων ένοικων της πολυκατοικίας, οι οποίοι στο βιβλίο είναι απλά ονόματα αλλά στην ταινία έχουν σάρκα και οστά.

Τέλος, παίζει πολλή ιαπωνοφιλία εδώ πέρα, στα όρια ή και στην υπερβολή του κλισέ, αλλά γουστάρουμε οπότε στα τέτοια μας!

View all my reviews

Review: Αντικουλτούρα: Τα “κακά” παιδιά

Αντικουλτούρα: Τα Αντικουλτούρα: Τα “κακά” παιδιά by Juan Carlos Kreimer

My rating: 3 of 5 stars

Δύσκολα η γενιά μας έχει πρόσβαση σε πληροφορίες για το τι γινόταν 50 χρόνια πριν, σε μια εποχή που είχε ελπίδα, όραμα και παραδόξως -γιατί τότε ήταν ο τρόπος ζωής των παρείσακτων – γέννησε μεγάλο μέρος αυτού που σήμερα λέμε pop culture (δηλαδή δημοφιλή κουλτούρα). Δεν διδάσκεται πουθενά και όλοι μας σχεδόν έχουμε σαν δεδομένα αυτά που έγιναν τότε: από τα κεκτημένα στα δικαιώματα των μαύρων μέχρι τους ανατρεπτικούς μουσικούς που γέννησαν τη ροκ και τις ενθεογενείς ουσίες οι οποίες άνοιξαν μυαλά αλλά διώχτηκαν και συκοφαντήθηκαν. Δυστυχώς από τότε έχει περάσει αρκετός καιρός ώστε να μαθαίνουμε μόνο αυτά τα οποία το κύριο ρεύμα μπορεί να χωνέψει και έχει εντάξει· είμαι σίγουρος πως πολλές ιστορίες, φιγούρες και άλλα σημαντικά για την εποχή γεγονότα και διεργασίες έχουν πια ξεχαστεί ή/και επιμελώς θαφτεί.

Το βιβλίο ως βιβλίο καταπιάνεται με όλα αυτά. ο Juan Carlos Kreimer και ο Frank Vega προσπαθούν με το Αντικουλτούρα: Τα «κακά» παιδιά (thumbs-down στην μετάφραση του τίτλου και των εισαγωγικών, που στο πρωτότυπο είναι Contracultura para principiantes, δηλαδή Αντικουλτούρα για Αρχάριους), να μας δώσουν εμάς, την γενιά του 21ου αιώνα, τι έγινε εκεί πίσω στην εποχή η οποία δημιούργησε τις περισσότερες φιγούρες στις οποίες πιστεύει το σημερινό περιθώριο, όσο κι αν σπάνια έχει συνείδηση της συστημικότητας -ήδη απ’το ’70- πολλών απ’τα στοιχεία που αυτό οικοιοποιείται σήμερα. Τα καταφέρνει; Ναι και όχι.

Ναι, γιατί αναφέρει -αρκετά συμπυκνωμένα είναι αλήθεια- όλα αυτά που μόλις έγραψα. Πώς έγιναν διάσημοι οι Beatles, πώς ξεκίνησαν οι Sex Pistols, ποιος έκανε το LSD διάσημο, ποιοι ήταν οι πρώτοι διανοητές beat, ποιες ταινίες επηρέασαν το πνεύμα της εποχής, γιατί δολοφονήθηκαν όλοι οι πολιτικοί -μαύροι και λευκοί- οι οποίοι θα μπορούσαν να είχαν κάνει τη διαφορά, τι διάβαζαν οι χίπιδες, τι δυσφήμισε τα κινήματα κτλ.

Όχι, γιατί δεν κατάφερε να δημιουργήσει μια συνεκτική ιστορία που θα συνέδεε όλην αυτή την πληροφορία σε μια ιστορία, σε μια ενιαία αφήγηση. Διαβάζοντας το μαθαίνεις αποσπασματικά τις λεπτομέρειες αλλά δεν λαμβάνεις την όλη αίσθηση της εποχής τόσο πολύ.

Τελικά όμως θα μου φανεί χρήσιμο ως σημείο αναφοράς για να ψάξω από μόνος μου κάποια από τα πρόσωπα, τις ταινίες, τα συγκροτήματα, τα πρόσωπα και τα γεγονότα που σημάδεψαν την γέννηση της αντικουλτούρας. Γιατί αν δεν ξέρεις ιστορία, είσαι καταδικασμένος να την επαναλάβεις (Santayana), ακόμα κι αν η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται, παρα μόνο κάποιες φορές κάνει ομοιοκαταληξία (Twain) και τελικά το μεγαλύτερο μάθημα που μπορεί να μας διδάξει είναι πως οι άνθρωποι δεν μαθαίνουμε από αυτή (Huxley). Νιώθω πολύ πόζερος που μόλις το έγραψα αυτό.

Πολλά ευχαριστώ στον Κίρα που μου έκανε το βιβλίο δώρο πέρσι τα Χριστούγεννα. Άργησα (σχετικά!) αλλά δεν μου ξέφυγε.

View all my reviews

Review: Ο διανοούμενος στην κουζίνα

Ο διανοούμενος στην κουζίναΟ διανοούμενος στην κουζίνα by Julian Barnes

My rating: 2 of 5 stars

Ο τίτλος του βιβλίου στα ελληνικά είναι «Ο διανοούμενος στην κουζίνα». Στα αγγλικά είναι “The Pedant in the Kitchen”.

Από το WordReference.com:

pedant n (nitpicker, [sb] overly academic) // σχολαστικός επίθ

•intellectual adj (person: intelligent) // άτομο διανοούμενος, πνευματικός επίθ.

Παίρνοντας το συγκεκριμένο βιβλιαράκι από το ράφι του Σπόρου στα Εξάρχεια για 2€, περίμενα κάτι σε στυλ μοριακή γαστρονομία, ανάλυση της υψηλής κουζίνας ακαδημαϊκά και τέτοια. Αντί αυτού, πρόκειται για τον συγγραφέα (που εγώ δεν ήξερα) Julian Barnes να εξιστορεί τις περιπέτειές του με τα βιβλία μαγειρικής του, που το «μία πρέζα αλάτί» π.χ, απλά δεν του φαίνεται αρκετά ακριβές. Άλλες ιστορίες του είχαν να κάνουν με τους αγαπημένους του διάσημους σεφ και τι χουνέρια τους κρατάει και καταστάσεις όπου η μαγειρική του δεν εξελίχθηκε όπως την περίμενε. Ελαφρώς ενδιαφέρουσες, αλλά δεν πήρα αυτό που περίμενα!

O pedant είναι ο σχολαστικός ψείρας που τα κάνει όλα ακολουθώντας κατα γράμμα τις οδηγίες και τη “βιβλιογραφία”. Pedantic grammar nazism, θα μπορούσαμε να πούμε. Η διανόηση είναι κάτι άλλο. Γενικά η μετάφραση δεν ήταν κακή, αλλά αυτό ήταν για μένα μεγάλο λάθος που αλλάζει όλο το κλίμα και τον τόνο του βιβλίου. Θα ήταν ενδιαφέρον θέμα ένας διανοούμενος στην κουζίνα· ένας ψείρας που θέλει να τα κάνει όλα από το βιβλίο και πώς δεν τα καταφέρνει απλά με βρίσκει τελείως αδιάφορο γιατί πολύ απλά δεν είμαι αυτής της σχολής σκέψης στην μαγειρική. Τη σέβομαι, αλλά όχι. Είμαι του άκρατου πειραματισμού, τι να κάνουμε.

Μισός έξτρα πόντος για την ιδέα της σάλτσας ντομάτας με κρέμα γάλακτος, για το κεφαλαίο αφιερωμένο στα έξτρα μαγειρικά σκεύη που όλοι μας έχουμε αλλά δεν χρησιμοποιούμε ποτέ, για την χρήσιμη συμβουλή να μην εμπιστευόμαστε ποτέ τις φωτογραφίες στα βιβλία μαγειρικής και για τον λαγό με σοκολάτα.

Καημένοι Άγγλοι, το τι θεωρείτε επιτρεπτό στη μαγειρική είναι απλά θλιβερό. Αλλά, απ’την άλλη, if you don’t know what you’re missing, you’re missing nothing at all.

View all my reviews

Review: Η αβάσταχτη ελαφρότητα της σαχλαμάρας

Η αβάσταχτη ελαφρότητα της σαχλαμάραςΗ αβάσταχτη ελαφρότητα της σαχλαμάρας by Harry G. Frankfurt

My rating: 3 of 5 stars

Ένα βιβλίο το οποίο καταπιάνεται με τη θεωρητική ανάλυση της σαχλαμάρας. Πριν αναφέρω οτιδήποτε περισσότερο, το ότι το bullshit μεταφράζεται «σαχλαμάρα» (ο πρωτότυπος τίτλος του βιβλίου είναι “On Bullshit”) δεν το καταλαβαίνω. Ναι μεν το bullshit έχει νοηματική συγγένεια με τη λέξη σαχλαμάρα, αλλά η βαρύτητα της λέξης -αυτό που στα αγγλικά θα λέγαμε tenor ή register– δεν έχει καμία σχέση. Ίσως απλά ο εκδοτικός οίκος Λιβάνη δεν ήθελε να βγάλει βιβλίο με τον τίτλο «Μιλώντας για μαλακίες».

Τελικά, τι είναι η σαχλαμάρα, τι σημαίνει το να λέει κανείς μαλακίες; Με αυτό ακριβώς ασχολείται αυτό το πολύ πολύ μικρό βιβλιαράκι το οποίο μπορεί κανείς να τελειώσει σε 40 λεπτά. Ο κ. Frankfurt πιάνει το θέμα από μια πολύ Te σκοπιά. Εν συντομία, καταλήγει ότι η διαφορά του ψεύτη και του καπετάν Σαχλαμάρα, είναι πως ο ψεύτης γνωρίζει πως λέει ψέμματα αλλά θέλει να πείσει πως λέει την αλήθεια, με αυτή του τη στάση δίνοντας σημασία στην αξία της αλήθειας. Αντίθετα, όποιος λέει σαχλαμάρες δεν τον νοιάζει αν αυτά που λέει ισχύουν ή όχι, ή ακόμα ποια είναι τελικά η πραγματικότητα:

«Κάποιος που λέει ψέματα και κάποιος που λέει αλήθεια παίζουν, θα λέγαμε, το ίδιο παιχνίδι από αντίθετες πλευρές. Καθένας τους αντιδρά στα γεγονότα όπως τα αντιλαμβάνεται, μολονότι η αντίδραση του ενός εξουσιάζεται από την αλήθεια, ενώ η αντίδραση του άλλου αψηφά αυτή την εξουσία και αρνείτα να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της. Ο μπουρδολόγος, όμως, αγνοεί αυτές τις απαιτήσεις εντελώς. Δεν απορρίπτει την εξουσία της αλήθειας, όπως κάνει ο ψεύτης, και δεν την αντιστρατεύεται. Απλώς δεν της δίνει καμιά προσοχή. Εξαιτίας αυτού ακριβώς του γεγονότος, η σαχλαμάρα είναι μεγαλύτερος εχθρός της αλήθειας από το ψέμα.»

Το βιβλίο κλείνει με μια ενδιαφέρουσα παρατήρηση: λόγω της σύγχρονης κουλτούρας που δίνει λιγότερη έμφαση στην αντικειμενική πραγματικότητα και αμφισβητεί ακόμα και την ύπαρξη της ή τη δυνατότητα κατανόησης της, θεωρείται συχνά σημαντικότερη η ειλικρίνεια απ’ότι η ορθότητα του λόγου. Αλλά

«είναι παράλογο ότι εμείς οι ίδιοι είμαστε συγκεκριμένοι, και ως εκ τούτου υποκείμενοι τόσο σε ορθές όσο και σε εσφαλμένες περιγραφές, κι από την άλλη να υποθέτουμε ότι η απόδοση της ιδιότητας του συγκεκριμένου σε οτιδήποτε άλλο έχει αποδειχτεί λάθος. Ως συνειδητά όντα, υπάρχουμε μόνο σε απάντηση άλλων πραγμάτων και δεν μπορούμε να γνωρίζουμε καθόλου τον εαυτό μας χωρίς να γνωρίζουμε εκείνα. Επιπλέον, δεν υπάρχει τίποτα στη θεωρία, και σίγουρα τίποτα στην εμπειρία, που να στηρίζει την άποψη ότι το ευκολότερο πράγμα είναι η γνώση της αλήθειας για τον εαυτό μας. Τα γεγονότα που μας αφορούν δεν είναι τόσο ακλόνητα και ανθεκτικά στην ανάλυση. Η ανθρώπινη φύση είναι απατηλή και άπιαστη – λιγότερο σταθερή και συμφυής από τη φύση άλλων πραγμάτων. Και στο βαθμό που αυτό ισχύει, η ειλικρίνεια αυτή καθαυτή είναι σαχλαμάρα».

Κι έτσι τελειώνει το βιβλίο. Τροφή για σκέψη. Θα έλεγα πως ούτε για την αντικειμενική πραγματικότητα μπορούμε να μιλήσουμε με σιγουριά· τι καθιστά το παραπάνω απόφθεγμα αυτούς οι οποίοι μιλάνε για την αντικειμενική πραγματικότητα λες και την ξέρουν, και γιατί δεν ισχύει για εκείνους η ίδια γενίκευση; Είναι μόνο θέμα βαθμών; Πχ μπορώ να ξέρω τις επιστημονικές αλήθειες, ή το τι καιρό κάνει σήμερα και να τις περιγράψω με περισσότερη ακρίβεια και αλήθεια απ’ότι μπορώ να εκφράσω το τι θέλω και το ποιος είμαι; Πιστεύω ότι το μόνο που μπορούμε να εκφράσουμε τελικά είναι η δική μας πεποίθηση ή θέση: η αλήθεια θα είναι η ειλικρίνεια αυτής της άποψης και το ψέμα η απόκρυψη και παραποίηση της. Δεν μου αρέσει αυτή η ποιοτική ιεράρχηση της αντικειμενικής και της υποκειμενικής ή προσωπικής αλήθειας. Με άλλα λόγια: θεωρώ λόγου χάρη πιο σημαντική την προφορική ιστορία (oral history), ότι μπορεί να νοηματοδοτήσει περισσότερο το παρελθόν, απ’ότι μια αντικειμενική “mainstream” ιστορία. Αυτό με την προϋπόθεση βέβαια ότι η κοινή γνώμη είναι αυτή που καθορίζει τι είναι το αντικειμενικά πραγματικό, και συμφωνήσουμε ότι σαν αξία από μόνη της δεν υπάρχει, όπως αν δεν ακούσει κανείς το δέντρο που πέφτει στο δάσος θα είναι σαν να μην έκανε ήχο. Αλλά εδώ μπαίνουμε σε άλλα.

Ας μείνουμε σε αυτό: αν δεν σε ενδιαφέρει αν το δέντρο έπεσε και πεις οτιδήποτε, είσαι σαχλαμάρας, ένας bullshit artist. Αν πεις οτιδήποτε άλλο, μπορεί να λες ψέματα και αλήθεια ταυτόχρονα. Χμ…

Δεν άντεξα: η ίδια μου η κατακλείδα δεν κατέληξε κάπου αλλά έθεσε νέους προβληματισμούς.

Στοπ.

View all my reviews

Review: Το Λαβωμένο Νερό

Το Λαβωμένο ΝερόΤο Λαβωμένο Νερό by Cristina Cuadra García

My rating: 2 of 5 stars

To ξέθαψα από τη βιβλιοθήκη μου. Ούτε που έχω ιδέα πώς έπεσε στα χέρια μου αρχικά. Το όλο εγχείρημα πρόκειται για μια παρουσίαση του πώς λειτουργεί το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και η ΕΕ σε θεσμικό επίπεδο μέ πρωταγωνιστές ευρωβουλευτές, βοηθούς τους, εταιρείες κτλ.

Το σχέδιο δεν είναι άσχημο αλλά η ιστορία (ακόμα κι αν όλο μαζί είναι άντε 32 σελίδες!) είναι τελείως αδιάφορη και δεν εκπληρώνει τον σκοπό της, δηλαδή να κάνει τους ευρωπαϊκούς θεσμούς να φαίνονται λιγότερο ανούσια περίπλοκοι ή τρομερά βαρετοί και γραφειοκρατικοί.

Βρήκα ενδιαφέρον πώς, τόσο το 2003 που εκδόθηκε το Λαβωμένο Νερό όσο και μια δεκαετία μετά, το 2013, η ιδιωτικοποίηση του νερού και η εκμετάλλευση του από διάφορες επιτήδειες εταιρείες παραμένει κεντρικό πολιτικό ζήτημα. Επίσης ενδιαφέρον για μένα προσωπικά η απεικόνιση των διάφορων αιθουσών του κτιρίου του κοινοβουλίου στις Βρυξέλλες (υπάρχει και δεύτερο, στο Στρασβούργο, στο οποίο μεταβαίνουν με έξοδα της ΕΕ όλοι οι ευρωβουλευτές για τις συνεδριάσεις τους τακτικότατα — ουδέν σχόλιον), τις οποίες επισκέφτηκα πρόσφατα και έτσι μπορούσαν να φανταστώ πιο ζωντανά την εξέλιξη της δράσης που διάβαζα.

Ειρωνικό και τραγικό μαζί πόσο έχουν αλλάξει οι φιλοδοξίες και η κατάσταση της Ένωσης 10 χρόνια μετά. Όλα προσχεδιασμένα από μια μεγάλη συνωμοσία; Μια ένωση η οποία ποτέ δεν είχε δημοκρατικές βλέψεις αλλά οι θεσμοί που προέκυψαν ήταν ένα ευτυχές ατύχημα (looking at you, Υοuth In Action, Erasmus κτλ); Μια ελίτ που καπηλέυεται μια «δημοκρατία» που από την υπερβολική της αδράνεια δεν μπορεί να κάνει τίποτα για να αποτρέψει την πρώτη; Μεγάλες ερωτήσεις για τις οποίες οι απαντήσεις μου είναι απλά ανεπαρκείς.

View all my reviews

Review: Η αυτοεκτίμηση

Η αυτοεκτίμησηΗ αυτοεκτίμηση by Christophe André & François Lelord

My rating: 3 of 5 stars

Κλασικά: διαβάζεις ένα τέτοιο βιβλίο, βλέπεις ξεκάθαρα πώς μπορεί να σε βοηθήσει, αυτά που μαθαίνεις μένουν μαζί και για λίγο καιρό… Σχεδόν λες ότι ίσως και να έχεις κάνει ένα βήμα για να αγαπήσεις τον εαυτό σου περισσότερο και να μπορείς να ζεις για τον εαυτό σου και όχι για τον αποδχή από τους άλλους — που αν το σκεφτείτε είναι λίγο περίεργο, αφού ο άνθρωπος ως κοινωνικό ων ΖΕΙ για την αποδοχή των άλλων και ο εξοστρακισμός και η απόρριψη είναι ο εφιάλτης του. Οπότε αυτοί που έχουν υψηλή αυτοεκτίμηση νιώθουν πως δεν χρειάζονται τους άλλους ή αναγνωρίζουν ότι σε περίπτωση που απορριφθούν δεν είναι δικό τους το σφάλμα αλλά των υπόλοιπων και αποκρούουν το χτύπημα λες και δεν ήταν τίποτα;

Τέλος πάντων, αυτά μένουν για λίγο μαζί σου αλλά συχνά το μεγαλύτερο κομμάτι τους ξεπλένονται από πάνω σου σαν μελάνια κάτω από παγωμένο νερό. Το δύσκολο είναι να κάνεις όσα διαβάζεις μέρος σου σε ένα βαθύτερο επίπεδο, και για αυτό δεν φτάνει ένα βιβλίο. Είναι χρήσιμο το δίχως άλλο αλλά απαιτεί μια προσπάθεια σε πολλούς τομείς της ζωής.

Σχετικά με το ίδιο το βιβλίο, βρήκα το πρώτο κεφάλαιο που ανάλυε το τι είναι και από τι προκύπτει η αυτοεκτίμηση και τα τελευταία δύο-τρία κεφάλαια τα πιο ενδιαφέροντα. Γενικά θα το ξαναδιάβαζα.

View all my reviews