Roger Waters: The Wall Live in Athens 9/7/2011

Roger Waters and the surrogate band...

 

Πριν λίγες μέρες πήγα στον Roger Waters ο οποίος τίμησε την Αθήνα για άλλη μια φορά με την παρουσία του μετά το 2006 και το Dark Side of the Moon Tour στην Μαλακάσσα (ναι κι εκεί είχα πάει, εξαιρετική συναυλία τότε, ένα Pink Floyd: The Best Of ήταν, λίγο σαν το Echοes ζωντανά! τ^^ Μετά το Live 8 του 2005 φαίνεται ο Waters αποφάσισε, μετά από 20 χρόνια, να διεκδικήσει την θέση του αντιπρόσωπου των Floyd στο σήμερα, εφ’όσον ο Gilmour δεν φαινόταν να ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για την δουλειά).

Ας επιστρέψουμε όμως στο παρόν, ή για την ακρίβεια, στο πριν τρεις μέρες. Από την στιγμή που έμαθα ότι θα ερχόταν ο Waters στην Αθήνα για το The Wall είχα μεν ενδιαφερθεί αλλά δεν είχα δείξει τον τεράστιο ενθουσιασμό. Είδικα τους τελευταίους μήνες που έχω ρίξει τα έξοδα μου όσο γίνεται, το εισητήριο των €55 για άνω διάζωμα μου είχε κακοφανεί αρκετά. Κι έτσι, το είχα πάρει ψιλο-απόφαση ότι δεν θα την δω την συναυλία και προσπαθούσα να πείσω τον εαυτό μου ότι δεν με ένοιαζε.

Κι έβλεπα αρκετούς φίλους και γνωστούς να μου λένε «θα πάω Waters!» και να είναι ενθουσιασμένοι. Και να συνεχίζω να λέω «πολύ ακριβό εισιτήριο…» Αφού έμαθα ότι θα κινηματογραφηθεί η συναυλία, απλά είπα «ντάξει, θα το δω στο DVD». Έλεος;

Μέχρι που, τις μέρες που ήμουν Αθήνα, άντε 4-5 μέρες πριν την πρώτη συναυλία, μου έσκασε.

Θα ερχόταν ο Roger Waters στην Αθήνα, θα παρουσίαζε το The Wall με όλη την οπτικοακουστική του παραγωγή, θα έφερνε στο κατόφλι μας την συναυλία που περιμέναμε να δούμε 30 χρόνια (ΟΚ εγώ καμιά 6-7 :P), σε όλο της το μεγαλείο, κι εγώ δεν θα πήγαινα γιατί τσιγκουνευόμουν το εισιτήριο. Δεν είναι ότι δεν είχα τα λεφτά, τα είχα! Κάθονταν στο συρτάρι μου! Απλά περίμενα την κατάλληλη στιγμή για να τα ξοδέψω. Και ξαφνικά κατάλαβα ότι ΜΑΛΛΟΝ (!) περίμεναν αυτήν ακριβώς την ευκαιρία για να δουν το φως του ήλιου. Ευτυχώς ήρθα στα συγκαλά μου και άρχισα αμέσως να ψάχνω για κάποιο φτηνο εισιτήριο online, αφού το φτηνότερο που είχε μείνει από τα επίσημα σημεία πώλησης ήταν στα €97 για το κάτω διάζωμα.

Ευτυχώς επειδή οι συναυλίες ήταν τρεις και έτσι υπήρχε για όλους, κάτι που δεν επέτρεψε στους μαυραγορίτες να βγάλουν χρήματα εις βάρος… αχέμ… αυτών που τα παίρνουν όλα απόφαση τελευταία στιγμή, κατάφερα και βρήκα εισιτήριο για την αρένα €60 (από €65 της προπώλησης) για τις 9/7 στο forum του rocking.gr — και πάλι, ευχαριστώ pandelis79! ^^D

Σκεφτόμουν να πάω μόνος, αλλά τελικά βρέθηκε καλή παρέα (η Έλλη και φίλες της από την Κρήτη που ήταν πολύ φανς!), οπότε εξοπλίστηκα με ένα μπουκάλι τσίπουρο και ξεκίνησα για το κλειστό γήπεδο του μπάσκετ στο ΟΑΚΑ. Στον ηλεκτρικό υπήρχαν πολλοί που φόραγαν μπλούζες The Wall ή άλλες πινκφλοϋντικο-κεντρικές (είδα και μια γαμάτη που είχε έναν Freud βαμμένο ροζ και έγραφε… oh you can figure that one out, can’t you?)

Ο συναυλίακος χώρος μου προκάλεσε πραγματικά δέος. Άλλο πράγμα να απλώνεται όλοκληρο το κλειστό στάδιο πάνω από το κεφάλι σου, κατάλαβα αμέσως γιατί το προτίμησε ο Waters. Και φυσικά, ένα μισοχτισμένο τοίχος μπροστά από την σκηνή…

Πριν αρχίσει η συναυλία, όλα τα φώτα του σταδίου έγιναν κόκκινα και από την σκηνή μας ζήτησαν να κρατήσουμε τις χάρτινες μάσκες που μας είχαν δώσει στην είσοδο στο χέρι και να τις κουνάμε «σαν να είμαστε ωκεανός»… Βέβαια πολλοί την κράταγαν με την λάθος μεριά να βλέπει την σκηνή, οπότε δεν ξέρω τι θα βγει και αν τελικά θα το βάλουν στο DVD. Όπως και να ‘χει, είχε μια αίσθηση «στημένου» αυτό, αν και δεν μπορεί φυσικά να γίνει διαφορετικά! Κατάλαβα ότι όλα τα γαμάτα που μπορεί να βλέπουμε μερικές φορές στα λάιβ DVD να μην είναι τόσο αυθόρμητα! Ήταν ένα κρυφοκοίταγμα στον πραγματικό κόσμο…

Και μετά, άρχισε το υπερθέαμα…

Αυτά που μου έκαναν εντύπωση:

 

Athens from Roger Waters on Vimeo.

  • Στο Mother, στο σημείο που λέει “Mother should I trust the government?” έγραψε στο τοίχος δεξιά της σκηνήες ένα “No fucking way!” και στα αριστερά ένα “Να γαμηθεί η κυβέρνηση” Φαντάζεστε τι έγινε από κάτω…
  • Στο ίδιο τραγούδι παιζόταν από πίσω ένα στυλισαρισμένο βίντεο με τον Roger από μια συναυλία του tour του The Wall από το ’80 στο Earl’s Court. Πριν το τραγούδι, ο Waters μίλησε γι’αυτό και μεταξύ άλλων είπε κάτι σαν “that fucked up Roger from thirty years ago“. Έχει ο καιρός γυρίσματα…
  • Μετά το Another Brick In The Wall (Part 2), έπαιξαν μια έκδοση πιο “μπαλάντα” του τραγουδιού με άλλους στίχους… Μου άρεσε αυτό!
  • Στο Goodbye Blue Sky, πάνω στο τοίχος προβάλλονταν βομβαρδιστικά που άφηναν σταυρούς, σφυροδρέπανα, δολάρια, σύμβολα της ειρήνης… Διάβασα ότι άφηναν και αστέρια του Δαυίδ σε προηγούμενες συναυλίες αλλά ο Waters δέχτηκε παράπονα γιατί τα πλάνα που έδειχναν τα αεροπλάνα να αφήνουν δολάρια ήταν κολλητά με αυτά που άφηναν τα αστέρια, και γι’αυτό τα έκοψε αυτά τα πλάνα… Τα σχόλια δικά σας.
  • Αυτό (από το 1:00 και μετά. Πρόβαλαν το animation από την ταινία για αυτό το μέρος, και πολύ καλά έκαναν γιατί είναι από τα καλύτερα μέρη της ταινίας… Απλά, ουάου):

  • Η μαριονέτα που έπεσε στο Don’t Leave Me Now (εμπνευσμένο βιντεάκι!) της γυναίκας ήταν πραγματικά ανατριχιαστική… Ό,τι συμβολίζει η γυναίκα για τον Pink, την πρώην γυναίκα του, την groupie της μιας βραδιάς η οποία ξυπνάει μέσα του όλα αυτά…
  • Μέχρι το τέλος του πρώτου μέρους, το τοίχος είχε ολοκληρωθεί, όποτε στο Hey You το συγκρότημα έπαιζε μέσα από το τοίχος. Ήταν πολύ δυνατή στιγμή και ταίριαζαν απόλυτα με το concept και τους στίχους… Στο Is There Anybody Out There ένα τουβλάκι του τοίχους φεύγει και εμφανίζεται ο Waters να παίζει μέσα από το κενό. Βέβαια μετά ξανακλείνει…
  • Τo Comfortably Numb είναι πολύ συναισθηματικά φορτισμένο τραγούδι για μένα, με είχε κάνει να κλάψω κάποτε και ο μόνος λόγος που δεν το κάνει πια είναι επειδή μάλλον το έχω συνηθίσει, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν μου αρέσει ΠΑΡΑ ΠΟΛΥ πια. Και τις δύο φορές που το έχω δει live απλά δεν μπορούσε να κάνει αυτό το κλικ. Ήταν λέτε επειδή, όπως μου συμβαίνει συχνά, κατα την διάρκεια της συναυλίας δεν συνειδητοποιώ 100% που βρίσκομαι, ή επειδή πολύ απλά δεν ήταν ο Gilmour στην κιθάρα και στο μικρόφωνο…;
  • Στο Run Like Hell όλοι βαράγαμε παλαμάκια ρυθμικά με το σήμα του Roger… ξ^^
  • Το The Trial ήταν καταπληκτικό με πάρα πολλή ένταση και φυσικά το TEAR DOWN THE WALL!, όπου βέβαια το τοίχος κατέρρευσε σχεδόν πάνω στο κοινό των μπροστά-μπροστά — μάλιστα σήκωσε σκόνη! Κι εδώ έπαιξαν το animation από την ταινία πάνω στο τοίχος.

  • Σε κάποια σημεία ο ήχος ήταν ίδιος με τον δίσκο. Δεν παίζει να έχει βελτιωθεί τόσο πολύ η φωνή του Waters από το 2006, έτσι δεν είναι;!

Ένιωσα κι εγώ ότι είχα ένα τοίχος ενώ έβλεπα την συναυλία, ένα τοίχος που δεν μου επέτρεπε να συνειδητοποιήσω που βρισκόμουν. Χανόμουν στην φαντασμαγορία και στην παρέα με την οποία βρισκόμουν. Ειδικά το δεύτερο μέρος τελείωσε σαν αστραπή. Τώρα νιώθω λες και όλα αυτά τα ονειρεύτηκα! Να φταίει άραγε το τσίπουρο, η μπύρα και το κρασί; Ή μήπως απλά όταν είσαι σε κάτι τόσο ανεπανάληπτο, θεαματικό και… τεράστιο, είναι πιο δύσκολο να κοιτάξεις προς τα μέσα γιατί κοιτάζεις προς τα έξω και δεν είσαι έτοιμος για να δεχτείς αυτή την καταροή πληροφορίας, αισθήσεων, αναμνήσεων και επομένως συναισθημάτων; Ίσως να είναι απαραίτητο να τα κλείσεις όλα αυτά απ’έξω, αλλιώς όχι μόνο δεν θα συνειδητοποιείς που βρίσκεσαι, δεν θα το προσέχεις κιόλας…

Περιμένω να απολαύσουμε την συναυλία στο DVD, με όσους ήταν τυχεροί και την είδαν αλλά και όσους δεν την είδαν! Σας περιμένω για να ξαναδούμε την definitive έκδοση του The Wall από εκείνη την ονειρική βραδιά…

Και ένα μικρό δωράκι για το τέλος… θα περίμενε κανείς να το ξανάκαναν για την κινηματογράφηση… αλλά όχι…

Roger Waters & David Gilmour – Comfortably Numb at O2, London, 12/5/2011

…όμως…

The Kitty Incident

The Kitty Incident

Είχα πάει στην Αθήνα πριν κανένα δεκαήμερο (πήγα και στο Σύνταγμα, 4 νύχτες… και δυο φορές γύρισα με τα πόδια από Σύνταγμα στην Νέα Σμύρνη, αλλά αυτά είναι για άλλες γραφολογίες. Για να δούμε τι θα συμβεί αύριο) για να κάνω τα τελευταία χαρτιά του Εράσμους (ΚΑΙ γι’αυτό σύντομα θα γράψω τα απαραίτητα! Δεν είναι αστείες εξελίξεις αυτές…) Με το που γύρισα Μυτιλήνη, το απόγευμα της ίδιας μέρας, βλέπω την Δέσποινα. Μου λέει πως ο Mordread κάποια στιγμή είχε ακούσει νιαουρίσματα μέσα από το σπίτι μου. «Αποκλείεται!», λέω εγώ χωρίς να δώσω στην όλη ιδέα μια δεύτερη σκέψη.

Δεν φαίνεται σωστό να μην δώσω ένα κάποιο υπόβαθρο στην ιστορία, το ποια νιαουρίσματα θα μποούσαν να ήταν αυτά. Η Τιγρέ, βετεράνος αιλουροειδές τσέπης της Οδού Λαβυρίνθου πλέον (αφού όλες οι υπόλοιπες σιγά-σιγά ανακάλυψαν αυτόν τον υπέροχο κρυμμένο κήπο και αποφάσισαν να περάσουν το υπόλοιπο της ζωής τους εκεί) γέννησε για άλλη μια φορά μέσα στην Άνοιξη. 5 υπέροχα γατάκια σύχναζαν σε αυτό το μέρος έξω από την τουαλέτα μου που είναι κάτι σαν ταρατσούλα, κάτι σαν εσωτερική «αυλή» (με την πολύ χαλαρή έννοια της λέξης). Τα έβλεπα κάθε μέρα να παίζουν και να χαίρονται και μου έφτιαχναν την διάθεση όπως μόνο τα γατάκια μπορούν. Έχουν αυτή την επίδραση πάνω μας, σε μας τους δίποδους. Η Τιγρέ, όποτε ένιωθε πως χρειαζόταν, έδειχνε πως δεν θα σήκωνε μαλακίες αν πήγαινα να πλησιάσω τα παιδιά της. Τι κι αν έρχεται κάθε μέρα και με επισκέπτεται, είτε επειδή πεινάει είτε επειδή θέλει παρέα; Να, τώρα κάθεται έξω από το περβάζι ενώ τα γράφω αυτά.

Τέλος πάντων. Την επόμενη μέρα, κάτι μύριζε ψοφίμι μέσα στο σπίτι, γύρω από την κουζίνα. Δεν μπορούσα να καταλάβω τι μπορούσε να είναι… Κανένα ποντίκι; Καμια κατσαρίδα; ΟΚ, έχω δει μερικές μεγάλες κατσαρίδες τα χρόνια μου εδώ στην Μυτιλήνη αλλά ποτέ δεν είναι αργά για ένα εντυπωσιακό φινάλε. Καθαρίζω τον νεροχύτη, τίποτα: η μυρωδιά πότε εμφανίζεται, πότε εξαφανίζεται. Αποφασίζω ότι είναι ιδέα μου και επιστρέφω στον υπολογιστή μου (από τον Φεβρουάριο είναι αποκλειστικά το λάπτοπ : ακόμα βαριέμαι να πάω τον Cuberick για διάγνωση… το τέρας!) όμως η μύτη είναι μύτη και αυτά που πιάνει δεν μπορούν να σου φύγουν από το μυαλό. Συνεχίζω να μυρίζω ψοφίμι, γυρίζω στην κουζίνα, απομονώνω την μυρωδιά από την μεριά του φουρνού. Και τότε συνέβη.

Είδα πορτοκαλί γούνα να πετάγεται από τις πάνω σχισμές του απορροφητήρα. Κάπως έτσι.

Τα πρώτα κλάσματα μου φάνηκε το θέαμα αυτό φυσιολογικό, κάτι όχι πέρα από τα αναμενόμενα. Σίγουρα όμως δεν μου πήρε πολύ περισσότερο για να καταλάβω τι ήταν αυτό που είδα: δεν ήταν κάποιου είδους φόδρα που εκείνα τα λίγα κλάσματα φαινόταν λογικό να διαθέτουν στο εσωτερικό τους απορροφητήρες. Σοκαρισμένος έφυγα όπως-όπως από την κουζίνα, φωνάζοντας FUCK! FUCK! FUCK!

Είχα ένα νεκρό γατάκι μέσα στον απορροφητήρα της κουζίνας μου.

Από την στιγμή της συνειδητοποίησης, οι μυρωδιές της σαπίλας και της αποσύνθεσης ξεκάθαρα δεν ήταν πια απλά δημιουργήματα της φαντασίας μου: εκείνη την στιγμή πήρα χαμπάρι τις μύγες οι οποίες πέταγαν λαίμαργα μέσα στην κουζίνα. Το βουητό τους έγινε εκκωφαντικό μέσα στην ησυχία της συνειδητοποίησης του τι είχε λάβει χώρα σε αυτή την κουζίνα, όσο έλειπα στην Αθήνα…

Το γατάκι προφανώς έπεσε μέσα στον σωλήνα που καταλήγει από τον απορροφητήρα στην ταράτσα, μέσα σε ένα από τα παιχνίδια του (έλεος κι αυτό, πώς τα κατάφερε;) Μου φαινόταν μια λογική, αν και απαίσια εξήγηση… δεν ήθελα να σκέφτομαι πώς πέρασε τις τελευταίες του ώρες, αν και ο Mordread, άθελα του, μου έδωσε πρόωρα — ή πολύ, πολύ αργά — μια ιδέα.

Ήταν ο πρώτος στον οποία είπα για το τι συνέβη, και σύντομα διένυσε τα 30 μέτρα που χωρίζουν τα σπίτια μας και ήρθε να δει και μόνος του. Τα πράγματα ήταν σκούρα. Το γατάκι ήταν μέσα στον απορροφητήρα όμως δεν ξέραμε πώς να το βγάλουμε από εκεί μέσα. Ή μάλλον, φοβόμασταν να προσπαθήσουμε… Κι αν κάναμε μια λάθος κίνηση καθώς βγάζαμε την σχάρα με το φίλτρο και έπεφτε φαρδύ πλατύ ένα γατάκι, σε άγνωστη κατάσταση, μαζί με ζουμιά, σκουλήκια και αέρια αποσύνθεσης μπροστά μας, πάνω στα μάτια της κουζίνας; Και οι δύο μας τρέμαμε με αυτή την ιδέα… Το γατάκι δεν μπορούσαμε να το δούμε καλά, παρα μόνο την γούνα της ράχης του η οποία πεταγόταν από τις σχισμές. Δεν είχαμε ιδέα πώς θα ήταν στην εμφάνιση όντας ήδη 3-4 μέρες νεκρό.

Σύντομα ήρθε και η Δέσποινα, και όλοι μαζί προσπαθούσαμε να σκεφτούμε τι να κάνουμε. Πήραμε τηλέφωνο δύο απολυμαντές/εξολοθρευτές, μας είπαν πως δεν ήταν δουλειά τους αυτό που τους ζητάγαμε. Έβλεπα που πήγαινε η δουλειά και αποφάσισα να πάρω την κατάσταση στα χέρια μου, τρομάρα μου (κυριολεκτικά). Γάντια, χλωρίνη, μαντίλια και μπλούζες ως αυτοσχέδιες αντιασφυξιογόνες μάσκες… και βουρ. Ο Μόρντρεντ μάζεψε κι εκείνος το κουράγιο του και μπήκαμε μαζί.

Δεν μπορούσα να καταλάβω πώς να ανήξουμε τον απορροφητήρα και να βγάλουμε την σχάρα, όμως ο Μόρντρεντ το βρήκε και την βγάλαμε. Ούτε έπεσε γατί με σκουλήκια, ούτε τίποτα: ήταν πιο βαθιά απ’όσο περιμέναμε. Η κατάσταση ήταν τώρα ξεκάθαρη, έπρεπε να έρθει ηλεκτρολόγος για να αποσυναρμολογήσει τον απορροφητήρα.

Κάλεσα τον ίδιο ηλεκτρολόγο ο οποίος μου τον είχε τοποθετήσει, όταν είχα μετακομίσει τον Σεπτέμβριο. Πήρα τηλέφωνο τον Στρατή, ευτυχώς εμφανίστηκε σύντομα και έκανε τα δικά του. Αποσύνδεσε τον απορροφητήρα και τον βγάλαμε έξω. Ήταν τόσο βαθιά το γατί που έπρεπε να αφαιρέσει το καπάκι για να βγει. Το έκανε και έβγαλε το πτώμα. Η κατάσταση του δεν ήταν τόσο άθλια, όμως και πάλι το θέαμα ήταν ανατριχιαστικό… Ο ηλεκτρολόγος τότε άρχισε να μας δίνει διαταγές: φέρε σακούλα, μάζεψε το, φέρε χαρτί, σκούπισε εκεί κτλ. Έτσι και κάναμε… Μάζεψα το πτώμα και το πέταξα στα σκουπίδια (δεν υπήρχε χρόνος ούτε διάθεση για κάτι λίγο πιο σεβάσμιο…), καθαρίσαμε τον απορροφητήρα όσο μπορούσαμε και τον φέραμε πίσω στην κουζίνα.

Και τότε, ενώ ο ηλεκτρολόγος ξανασυνέδεε τον απορροφητήρα, ανακάλυψε ότι στον σωλήνα ήταν συνδεδεμένη αυτή η γκρι πλατική σχάρα:

Έμεινα μαλάξ. Πώς πέρασε το γατάκι μέσα από αυτή την σχάρα;! Ήταν ακόμα στην θέση της όταν βγάλαμε τον απορροφητήρα, άρα δεν θα μπορούσε να την έχει βγάλει με την φόρα που έπεφτε ή κάτι τέτοιο. Παραμένει το μεγαλύτερο μυστήριο αυτού του θρίλερ…

Μια βδομάδα μετά, η μυρωδιά από τον απορροφητήρα δεν έχει φύγει τελείως. Τα αδερφάκια του αποθανώντα με το που με βλέπουν τρέχουν μακριά, όσο πιο γρήγορα μπορούν, δεν κάθονται πλέον στην ταρατσούλα μου αλλά στην αυλή του παλιού μου σπιτιού απέναντι, ποιος ξέρει τι να πιστεύουν για μένα τώρα, ποιος ξέρει τι να κατάλαβαν όταν άκουγαν το αδερφάκι τους να κλαίει μέσα από το σπίτι μου… Ποιος ξέρει αν θα παραμείνω γι’αυτά το τέρας που σκότωσε το αδερφάκι τους.

Η ιστορία αυτή, εκτός από το ότι φιγουράρει με χαρακτηριστική άνεση στις πιο wtf στιγμές της φοιτητικής μου ζωής, δείχνει πόσο μη εξοικειωμένοι με τον θάνατο και κυρίως με νεκρά σώματα είμαστε, κάτι το τελείως φυσιολογικό και απαραίτητο για τον κόσμο… Αλλά και την σημαντικότητα του να έχεις μια σίτα στον σωλήνα του απορροφητήρα: ποτέ δεν ξέρεις τι μπορεί να πέσει αλλά και πότε μπορεί να πέσει…

Καλή διασκέδαση στον κήπο… Μακάρι να έμενες περισσότερο μαζί μας. Ελπίζω να με συγχωρέσεις που δεν ήμουν εκεί όταν θα μπορούσα να σε έχω σώσει…

Quotes ~ Αποφθέγματα V

‘The first man who, having enclosed a piece of ground, bethought himself of saying “This is mine” and found people simple enough to believe him, was the real founder of civil society…’ […]

‘From how many crimes, wars and murders, from how many horrors or misfortunes might not anyone have saved mankind, by pulling up the stakes, or filling the ditch, and crying to his fellows: Beware of listening to this impostor; you are undone if you once forget that the fruits of the Earth belong to us all, and the Earth itself to nobody.’

Ο πρώτος άνθρωπος που, αφού εσώκλεισε ένα κομμάτι γης, σκέφτηκε να πει «Αυτό είναι δικό μου» και βρήκε άλλους ανθρώπους αρκετά απλόμυαλους ώστε να τον πιστέψουν, ήταν ο θιασωτής την κοινωνίας των πολιτών…» […]

“Από πόσα εγκλήματα, πολέμους και φόνους, πόσες φρικωδίες και δυστυχίες θα μπορούσε ο καθένας να είχε σώσει την ανθρωπότητα αν είχε ξεριζώσει τους πασάλους ή είχε μπαζώσει το χαντάκι και είχε φώναξει στους συντρόφους του: Μην ακούτε αυτόν τον απατεώνα. Θα καταστραφείτε αν έστω μια φορά ξεχάσετε ότι η καρποί της Γης ανήκουν σε όλους μας, και ότι η ίδια η Γη δεν ανήκει σε κανέναν.”

Jean-Jacques Rousseau, from Discourse on the Origin and Basis of Inequality Among Men (1754)

Ζαν-Ζακ Ρουσώ, από την Διατριβή για την προέλευση και τις βάσεις της ανισότητας μεταξύ των ανθρώπων (1754)

 

Μονόπολη

8ο Πανελλήνιο Φεστιβάλ Φοιτητικών Θεατρικών Ομάδων

Προχτές τέλειωσε το 8ο Πανελλήνιο Φεστιβάλ Φοιτητικών Θεατρικών Ομάδων το οποίο έλαβε μέρος εδώ στην Μυτιλήνη. Ήταν 12 μέρες γεμάτες μπόλικο θέατρο, πολλές καλές παραστάσεις και μερικές όχι και τόσο καλές. Το καλύτερο ήταν πως κάθε μέρα πήγαινα στο θέατρο (στο μεγάλο το δημοτικό, αλλά και στα δυο μικρότερα της Μυτιλήνης: στους Άστεγους και στον ΦΟΜ) και ήξερα πως όχι μόνο θα δω μια παράσταση ανεβασμένη με μεράκι από φοιτητές, αλλά πως θα έβλεπα και τις παλιές καλές γνώριμες φάτσες με τις οποίες τα θέατρα είχαν γίνει κάτι σαν τόπος συνάντησης. Ήξερες ότι θα πας και θα δεις κόσμο, όπως και όταν περνάς από τα σκαλάκια στο τρίγωνο (για όσους δεν ξέρουν, το τρίγωνο είναι η περιόχη η οποία ορίζεται με κορυφές το Μουσικό Καφενείο, το Μπρίκι και το Lazy Fish και είναι το κατεξοχήν στέκι στην Μυτιλήνη για όσους δεν συμπαθούν ό,τι έχει να προσφέρει η προκυμαία, κοινώς μέρη της συνόμοταξίας του Monkey, Marush, De Facto, MyClub κτλ. Πάντως, εγώ θα όριζα την περιοχή ως τετράπλευρη, καθώς το Όλα είναι κι αυτός ένας σημαντικότατος κόμβος: το περισσότερο αλκοόλ το οποίο κυκλοφορεί στα σκαλάκια υπο της μορφής μπύρας, κρασιού αλλά και του περιστασιακού βαρύτερου ποτού μπορεί να προθημευτεί κυρίως από ‘κει. Εφ’όσον, λοιπόν, τα σκαλάκια έχουν για σημαία τους το ΦΑΧ [Φτηνό, Ανοιχτό, Χαλαρό: Hall, 2011], τα μαγαζιά-κόμβοι που ορίζουν το τρίγωνο συχνά δεν χρησιμεύουν παρα για να οριοθετήσουν την περιοχή των σκαλακιών, χωρίς αυτό βέβαια να σημαίνει πως και τα ίδια τα μέρη δεν αποτελούν τόπους συνάντησης: τουναντίον. Πόσες φορές δεν κατέληξαν τα σκαλάκια αυτούσια μέσα στο Lazy Fish μετά τις τρεις και μέχρι το πρωί;)

Τι έλεγα; Α ναι. Στο φεστιβάλ, λοιπόν, πήγαινες στο θέατρο και ήξερες ότι θα δεις γνώριμες φάτσες. Έμοιαζε με αυτή την ωραία αίσθηση που είχες όταν πήγαινες σχολείο, την οποία δεν μπορείς βέβαια να εκτιμήσεις όταν πήγαινεις σχολείο, και έβλεπες κάθε μέρα τα ίδια άτομα, κάνατε τα ίδια πράγματα, και μετά μπορούσατε να συζητήσετε γι’αυτά. Έδινε αυτή την αίσθηση της ομαδικότητας που, η αλήθεια να λέγεται, μου λείπει κάπως από τα χρόνια μου εδώ στην Μυτιλήνη (ίσως επειδή κι εγώ δεν δένομαι καθόλου εύκολα με μεγάλες παρέες γενικότερα). Το φεστιβάλ μου προσέφερε ακριβώς αυτό.

Και δεν ήταν μόνο οι δικοί μας παλιοί γνώριμοι, της Πρόβας δηλαδή. Ήταν κάθε μέρα και φοιτητές από ένα άλλο άκρο της Ελλάδας! Έτσι αντίστοιχα κάθε μέρα υπήρχε και ένα διαφορετικό πάρτι, είτε στην πλατεία Σαπφούς (όπου τα πράγματα ήταν χαλαρά: κύκλος χάμω, κιθάρα, κρασί, ο Γιάννης ο Έτσι κι άλλα θεατρικά παιχνίδια), είτε στο κτίριο Χατζηγιάννη (πρώην εργαστήρια της Πολιτισμικής Τεχνολογίας, νυν χώρος για πρόβες των ομάδων του Πανεπιστήμιου, όπου έγινε απ’έξω ένα μεγάλο και γαμάτο πάρτυ στην μέση των στενών της Μυτιλήνης), είτε στην ΑΤΕ (το R. T. Ficial, με ωραίο face painting, μια μικρή πολύ καλή αυθόρμητη παραστασούλα από την Δανάη και την Γκέλη, έκθεση κόμικς και φωτογραφίας, μερικά συγκροτήματα τα οποία όπως συνήθως τραγούδαγαν έντεχνα που δεν ήξερα και φοβερά φρέσκα mojito με κρατσανιστή ζάχαρη, καταπράσινο λάιμ και μοσχάτο δυόσμο για δροσερή αναπνοή!) είτε στον Λόφο Ξενία που έγινε ένα μεγάλο λάιβ (και οι Alchemy έπαιξαν το Οpen Car — να μια πραγματικά πολύ ευχάριστη έκπληξη ^^!) αλλά δυστυχώς όλες οι ομάδες είχαν ήδη φύγει. Όχι πως κάθε ομάδα έμενε πολύ. Όπως είχαμε πάει κι εμείς πέρσι τον Μάιο με την Πρόβα στα Γιάννενα στο αντίστοιχο φεστιβάλ και είχαμε κάτσει 2 νύχτες, έτσι κι εδώ κάθε ομάδα ερχόταν για ελάχιστες μέρες. Λογικό μεν, που να προλάβεις να τους γνωρίσεις όμως όλους δε; A!! Τώρα που το θυμήθηκα: θέλω φωτογραφίες από την περσινή παράσταση. Δεν έχω πολλές κι όσες έχω είναι από τα παρασκήνια. Μόνο αυτές βρήκα από αυτήν την κριτική για την παράσταση μας στα Γιάννενα… Χουμ, ενδιαφέρον! Μια διαφορετική ανάλυση για κάτι που είχα μάθει πολύ καλά πριν όχι και τόσον πολύ καιρό.

Πίσω στο φέτος. Από τις συνολικά 17 παραστάσεις (με δωρεάν είσοδο!) που ήταν στο πρόγραμμα του φεστιβάλ παρακολούθησα τις 13: δύο τις έχασα και άλλες δύο δεν έγιναν ποτέ. Η αγαπημένη μου πάντως σίγουρα ήταν το «Όχι, παίζουμε!» των Άφαντων από τον ΠΟΦΠΑ. Καταπληκτικά κείμενα (από εκθέσεις μαθητών δημοτικού από την Νότια Ιταλία), εκθαμβωτική κινησιολογία και σκηνοθεσία, πανέξυπνη χρήση του σώματος των παιδιών γενικότερα… Δεν μπορούσα να βρω κάτι το κακό με αυτή την παράσταση. Με κράτησαν από την αρχή μέχρι το τέλος (και αρκετά συχνά βαριέμαι εύκολα το θέατρο). Ακόμα πιο εκπληκτικό: κανονικά είχαν το Δημοτικό Θέατρο για την παράσταση τους, αλλά επειδή εκείνη την μέρα είχε έρθει στους εργαζόμενους εκεί να το παίξουν αντίδραση (ντροπή σας, απλά), αναγκάστηκαν τα παιδιά να πάνε στο θέατρο των Αστέγων. Μια ομαδάρα 25 ατόμων σε μια σκηνή με κάτι μικροσκοπικά καμαρίνια και παρασκήνια και αντίστοιχου μικρού μεγέθους σκηνή… Το θέατρο ήταν κατάμεστο και η σκηνή δεν τους χώραγε, αλλά αυτό τελικά έκανε τον χώρο πολύ ζεστό και γούτσου-γούτσου. Βέβαια, ο σκηνοθέτης δεν ήταν φοιτητής (όπως ήταν στις περισσότερες άλλες παραστάσεις) οπότε η ανισότητα ποιότητας ήταν μέχρι ένα σημείο δικαιολογημένη.

Άλλες παραστάσεις που μου άρεσαν; Φυσικά, η παράσταση της Πρόβας, το Τελεία.gr, όπου πήγα και δύο φορές, τη μία στην πρεμιέρα για την… φωτογραφική κάλυψη, και την δεύτερη για να το ξαναδώ καλύτερα χωρίς να ανησυχώ για φωτογραφίες και τέτοια. Στην προτελευταία και τη τελευταία σκηνή έμεινα με το στόμα να χάσκει έτοιμο να υποδεχτεί μύγες και κουνούπια. Θέλω το σενάριο γι’αυτές τις σκηνές ΤΩΡΑ! Απ’όλο το έργο, η Βίκυ, η Ήρα, η Κρυστάλλη, ο Χάρης, η Εβίνα, ο Άγγελος, ο Νίκος, η Γιώτα και η Δέσποινα μου άρεσαν περισσότερο, αλλά φυσικά απόλαυσα όλα τα παιδιά πάνω στην σκηνή!

Συνεχίζουμε: «ο θίασος του μαύρου καβαλάρη» του Πολυτεχνείου Κρήτης, απ’τα Χανιά (κι εδώ, απίστευτη κινησιολογία, πολύ καλή χρήση ηχητικών εφέ (!!) από ζωντανή ορχήστρα — η οποία αναλάμβανε και την πλήρη μουσική επένδυση — και εμπνευσμένη σκηνοθεσία και τελική σκηνή, ειδικά σε ένα τόσο μικρό θέατρο όπως ο ΦΟΜ), «το όνειρο του σκιάχτρου» από το πολυτεχνείο του ΑΠΘ (τα πουλάκια, αάαα, αάαα! Χαζοοχαρούμενη (με την καλή έννοια!) παράσταση με ηθοποιούς που σ’έκαναν να χαμογελάς συνεχώς κι ένα κείμενο από τον γίγαντα των παραμυθιών Ευγένιο Τριβιζά), ένα καταπληκτικό show στο Μαμά Ελλάδα 2 από τα παιδιά του Πανεπιστήμιου Πάτρας (ατακάρες, απλά, ατακάρες, μερικές από αυτές sooo true! Όλο το θέατρο γέλαγε συνέχεια) και «ο επιθεωρητής έρχεται» από την ομάδα της Ρόδου (μόνο 7 ηθοποιοί αλλά όλοι πολύ καλές ερμηνείες, και μετά γνωριστήκαμε και με τα παιδιά… ~^λ )… Το «μετράω μέχρι το δέκα και μετά σειρά σου» των Πέρα-Δώθε από την Θεσσαλονική μου έκανε εντύπωση γιατί είχε έναν μονόλογο τον οποίο αναγνώρισα από αυτό το βιντεάκι του Mr. Freeman (είχε και άλλους ευρηματικούς διαλόγους, όπως δυο παιδικών φίλων που έπαιζαν το πετάει-πετάει και ξανασυναντήθηκαν μετά από χρόνια… Πετάει-πετάει ο άνθρωπος…;) Αντίθετα, το «εθνικότητα μου το χρώμα του ανέμου», της ομάδας του ΕΜΠ, ενώ μου άρεσε πολύ ο τίτλος της και η ιδέα με τα διαβατήρια των ηθοποιών και συμπάθησα τα παιδιά που βοήθησα να βρουν το θέατρο στο οποίο μαζί είδαμε τους Άφαντους, η ίδια η παράσταση δεν μου άρεσε για λόγους που εξηγώ παρακάτω, εκτός από το χορευτικό με τις μαριονέτες και την σκηνή με τους νεκρούς στρατιώτες. Παρολαυτά, πολλοί μου είπαν ότι η ίδια παράσταση τους άρεσε πολύ. Γούστα!



Όλη αυτή η φάση με έκανε βέβαια να θυμηθώ πως ήταν να είμαι στην Πρόβα πέρσι, τους λόγους που επέλεξα να σταματήσω να πηγαίνω… Η αλήθεια είναι πως να συμμετέχεις σε μια θεατρική παράσταση είναι μια τεράστια δέσμευση ενέργειας και χρόνου. Πέρσι δεν είχα για διάφορους λόγους τα ψυχικά αποθέμετα για να τα ρίχνω στην Πρόβα (διαφορετικά πράγματα μου τράβαγαν την περισσότερη ενέργεια σαν βαμπίρ) και ούτε τα γέμιζε καθόλου η όλη ενασχόληση με την ομάδα. Όμως είχα δεσμευτεί. Οι καθημερινές πρόβες και η έλλειψη δεσίματος της ίδιας της ομάδας αλλά και το δικό μου με τα άλλα παιδιά με έκαναν να το βλέπω όλο σαν μια αγγαρεία και όχι σαν κάτι το ευχάριστο.

Όμως, τελικά, βγαίνοντας φέτος απ’το φεστιβάλ και όλο το κέφι του, βρίσκω ότι έχω μια πιο κατασταλαγμένη άποψη για την τέχνη του θεάτρου. Το περισσότερο θέατρο δεν είναι του γούστου μου, όμως ως μέσο έχει μια απίστευτη πολυμεσική δυναμική την οποία ελάχιστες άλλες μορφές τέχνης μπορούν να φτάσουν. Με τόσα εργαλεία όμως πολλά μπορούν να πάνε στραβά. Εύκολα μπορεί να γίνει μια παράσταση βαρετή, υπερβολικά πομπώδης (τους κλαυσίγελους δεν τους συμπαθώ καθόλου), αυτάρεσκη, φλύαρη… Δεν μου αρέσει όταν το θέατρο παίρνει τον εαυτό του υπερβολικά στα σοβαρά, μου αρέσει όταν είναι παιχνιδιάρικο, και μπορεί να είναι παιχνιδιάρικο όσο βαριά, δύσκολα ή ευχάριστα πράγματα κι αν έχει να πει, άκριβως όπως συμβαίνει και στα δικά μας πολλαπλά, προσωπικά, «πραγματικά» δράματα. «Η μαγκιά είναι να χαμογελάς ακόμα και αν τα πράγματα δεν φαίνονται να πάνε προς το καλύτερο. Πάντα θα έχεις το ένα ή το άλλο πρόβλημα», είχε πει κάποτε ο σοφός mystery_orange

Βασικά, τίποτα δεν μου αρέσει όταν παίρνει τον εαυτό του υπερβολικά στα σοβαρά, όμως το θέατρο βρίσκω πως πέφτει συχνότερα από άλλες μορφές τέχνης σε αυτή την παγίδα. Το καλό θέατρο είναι πραγματικά πολύ καλό αλλά θα έλεγα τελικά σπάνιο. Κι αυτό ακριβώς γιατί πολλοί ηθοποιοί γίνονται ή προσπαθούν να γίνουν ηθοποιοί για να πουλήσουν μούρη ή για να «κάνουν τέχνη», και όταν αυτοί κάνουν θέατρο το αποτέλεσμα εντυπωσιάζει μόνο άλλους ομοϊδεάτες τους. Είναι αλήθεια: το σανίδι είναι μεθυστικό. Τα φώτα με τα διάφορα χρώματα σου ξεπλένουν ό,τι μπορεί να είσαι στην «πραγματική» σου ζωή, τα κοστούμια σου εκπληρώνουν, έστω για λίγο, τα φιλόδοξα, ποταπά σου όνειρα, το χειροκρότημα γίνεται η πρέζα σου… Γρήγορα το «κάνω τέχνη» γίνεται τελικά ο εντυπωσιακός αυτοσκοπός, όχι ο επαναπροσδιορισμός του εαυτού ο οποίος θα έρθει για να σπάσει θριαμβευτικά τα (ευ)πλαστά και πλαστικά μας σύνορα, τους κύκλους με την κιμωλία μας όπως έλεγαν και στο «εθνικότητα μου…» Έχω δει και συνεχίζω να βλέπω πολλούς ανθρώπους να φτιάχνουν επιπλέον σύνορα χρησιμοποιόντας την δικαιολογία του θεάτρου. Τι να το κάνεις λοιπόν αν η ηθοποιία σε αποξενώνει ακόμα περισσότερο με τους άλλους αλλά και, χειρότερα, με τον εαυτό σου;

Για τέλος, θέλω να δώσω τα συγχαρητήρια μου σε όλους όσους έπαιξαν, προετοίμασαν και τέλος πάντων συνέβαλαν για να είναι αυτό το φεστιβάλ η επιτυχία που ήταν, ακόμα κι εδώ στην μακρινή Μυτιλήνη. Το απόλαυσα ακόμα περισσότερο αφού τώρα πλέον ο χρόνος μου στην Μυτιλήνη είναι σε αντίστροφη μέτρηση… αισθάνομαι όμως τυχερός που το πρόλαβα! 🙂

Πειράζει;

Εδώ στην Οδό Λαβυρίνθου έχουμε συχνά-πυκνά διαρροές νερού. Σίγουρα κάπου μέσα τους θα βρίζουν οι τεχνικοί της ΔΕΥΑΜ κάθε φορά που θα έρχονται να φτιάχνουν τους ίδιους σωλήνες, να ξηλώνουν τα ίδια σκαλιά, να τσιμεντώνουν τα ίδια σημεία. Η Οδός έχει δει περισσότερα remakes ακόμα κι από το Invasion of the Body Snatchers.

Έτσι κι αυτές τις μέρες, ένα απαλό ρυάκι κύλαγε από τις σκάλες ακριβώς μπροστά από το σπίτι μου, βρέχοντας τις κλασικές σκατούλες της Οδού. Πλέον οι μύγες της γειτονιάς, εκτός από ένα εξαίσιο γεύμα, μπορούσαν να έχουν και κελαριστό νερό πηγής, και όλα στο ίδιο μέρος! Φαίνονταν μάλιστα να εκμεταλλεύοναι στο έπακρο αυτή την ευκαιρία, αφού μπανιαρίζονταν κατα δεκάδες. Ακριβώς στο σημείο της διαρροής είχαν φυτρώσει και μερικά “ζιζάνια”, τέλος πάντων, τα είδη φυτών που μπορούμε να βρούμε να φυτρώνουν παντού τώρα που είναι και Άνοιξη.

Πριν λίγο βγήκα έξω να δω τι είχαν καταφέρει, αφού τα κομπρεσέρ σώπασαν και οι βρισιές των εργατών κόπασαν.

Ευτυχώς, η διαρροή σταμάτησε και δεν χανόταν άλλο νερό στο να δροσίζει μύγες. Πειράζει που στενοχωρήθηκα όταν είδα τα παραπάνω ζιζάνια, μερικά εκ των οποίων μάλιστα είχαν ανθίσει κιόλας, ξεριζωμένα και πεταμένα λίγο πιο δίπλα;

Μεγάλη μπύρα με €1,50 στο Lighthouse!!

Καιρό είχα να δω μια τιμή η οποία να μου κάνει πραγματικά εντύπωση. Καλή εντύπωση, εννοώ. Κι όμως! Η ιδέα για το μέρος ήταν του ΗM. Πήγαμε μαζί για ένα ποτό/καφέ/μπύρα/αυτό-που-πας-να-κάνεις-όταν-είναι πολύ-νωρίς-για-ποτό-αλλά-πολύ-αργά-για-καφέ (κατά τις 9), σε ένα Lighthouse που παρ’όλο που έχει 50% φοιτητική έκπτωση ήταν ψιλοάδειο! Έμεινα! Θα παραδεχτώ ότι είχα προσέξει κι άλλες φορές την εν λόγω προσφορά αλλά για λόγους που δεν ξέρω ή φοβάμαι να παραδεχτώ στον εαυτό μου, την είχα ξεχάσει.

Και ναι. Κάτσαμε κοντά στην θάλασσα (η οποία δεν μύριζε σήμερα), είδαμε τον Χρήστο και την Δανάη και μιλήσαμε για animation και αναρωτηθήκαμε μαζί τους γιατί άραγε αυτοί οι δύο να είναι οι μόνοι Γεωγράφοι οι οποίοι ενδιαφέρονται για πολύ-πολύ-φτηνά προγράμματα/σεμινάρια στο εξωτερικό. Ναι ουσιαστικά αυτοί οι δύο θα πάνε στην Βarcelona για 7-8 μέρες με 300 ευρώ όλα. Κάτι σαν παγκόσμιες συναντήσεις για γεωγράφους «στις οποίες μπορεί να έρθει όποιος θέλει, και Γεωγράφος να μην είναι, πολύ απλά γιατί δεν το ξέρει κανείς, ούτε καν από την σχολή μας, και σε όσους το έχουμε πει, δηλώνουν παγερά αδιάφοροι. Το Marush, βλέπεις…»

Άραγε να είναι ίδιος ο λόγος που είναι και το Lighthouse άδειο, παρ’όλη την έκπτωση που μου έφερε ένα μεγάλο, ζουμερό ποτήρι λαμπερή ξανθιά μπύρα φρέσκια από το το βαρέλι στο τραπέζι μας για €1,50 (και για άλλο τόσο τον Freddo Espresso του Housemaster);

Αυτό που μπορώ να πω είναι ότι ξέρω που θα πηγαίνω τις επόμενες μέρες για ΟΛΕΣ τις καφεϊνικές/αλκοολικές μου ανάγκες με παρέα ή και χωρίς: με τέτοιες τιμές, δεν χρειάζεσαι πολλά-πολλά για να κάνεις το βιβλίο που διαβάζεις την παρέα που θα ‘ρθει μαζί σου στο καφέ-μπαρ. ~^, Και για όποιον είναι Μυτιλήνη τώρα, προτείνω να κάνει το ίδιο. Ας στηρίξουμε, επιτέλους, το φτηνό. Please.

Ποτέ δεν θα γίνουμε Μόναχο. Τουλάχιστον, μπορούμε να πάρουμε ένα καλό παράδειγμα!

Η ψευδαίσθηση του χρόνου στον κόσμο των ονείρων

Πολλά μπορούν να επηρεάσουν την αντίληψη του χρόνου μας. Μια αρρώστια, μια αλλαγή στην ομοιόσταση μας (αν κρυώνουμε, ζεσταινόμαστε, πεινάμε, κτλ), ουσίες οι οποίες μπορεί να κυλάνε στο αίμα μας μπορούν να μας κάνουν να νιώθουμε ότι ο χρόνος παρατείνεται ή συμπιέζεται. Και φυσικά οι άνθρωποι, έχοντας ένα θεματάκι με τον χρόνο γενικότερα, πειραματιζόμαστε αναλόγως.

Ο ύπνος, η ύπαρξη του και οι επιπτώσεις που έχει στην «πραγματική» ζωή, πάντως, είναι το πιο γερό χαστούκι σε όσους ισχυρίζονται ότι υπάρχει ένας μόνο παγκόσμιος χρόνος ο οποίος δεν κάνει τίποτα άλλο από το να κυλά μπροστά. Σχετικά με την φύση της ύπαρξης του ίδιου του χρόνου –ή για την φύση της ψευδαίσθησης της ύπαρξης του– θα μπορούσα να γράψω δεκάδες ποστ αφού το θέμα με ενδιαφέρει πάρα πολύ, όμως για τώρα δεν έχω να προσθέσω κάτι άλλο εκτός από το ότι είναι απόλυτα σχετικός, ότι δεν μπορούμε να μιλάμε για παγκόσμιο χρόνο, και ότι δεν θα μπορούσα να τα πω καλύτερα απ’όσο τα λέει ο Doctor εδώ:

Γιατί ο ύπνος; Πρώτα πρώτα, η έλλειψη ύπνου είναι κι αυτή μια διαταραχή στην ομοιόσταση που κάνει τον χρόνο να κυλά διαφορετικά για μας: απλά σκεφτείτε πώς νιώθατε την τελευταία φορά που ήσασταν ξύπνιοι/ες, ας πούμε, 36 ώρες. Αυτές τις ώρες τις νιώθατε όντως τόσο πολλές; Σας φαινόταν ότι είχε προλάβει να κάνει μιάμισι φορά την περιστροφή της η Γη, ή ότι ουσιαστικά είχατε βγει από το κρεβάτι χτες και όχι σήμερα; Δεν μπορούμε να το εκφράσουμε ξεκάθαρα με λέξεις.

Κυρίοτερο όμως σχετικά με την σχέση χρόνου και ύπνου είναι το τι συμβαίνει κατα την διάρκεια του τελευταίου.

Από χτες είμαι άρρωστος, οπότε ο πονοκέφαλος σε συνδυασμό με τις μυξούλες, τον βύχα και τα περίεργο μου ούτως ή άλλως πρόγραμμα ύπνου έχουν συνθέσει ένα εκρηκτικό μείγμα. Έπεσα για ύπνο γύρω στη μία. Μετά από ένα τεράστιο όνειρο, το οποίο ένιωθα πως είχε κρατήσει μέρες, ξυπνάω. Είναι ακόμα σκοτεινά έξω. Προσπαθώ να ξανακοιμηθώ ενώ υποσυνείδητες σκέψεις περνάνε από το μυαλό μου, από αυτές που είναι περίεργες και δεν τις θυμάσαι συνήθως, όμως μια συγκεκριμένη σκέψη έμεινε μαζί μου, ίσως επειδή με ψιλοφόβισε. Σκεφτόμουν στον μισοΰπνο μου ότι πρέπει να ήταν το επόμενο βράδυ εφ όσον ήταν ακόμα σκοτεινά έξω και ότι πρέπει να είχα κοιμηθεί τουλάχιστον 24 ώρες. Μετά από λίγα λεπτά (φαντάζομαι, γιατί μου φάνηκαν ώρες) και αφού η συνειδητή μου σκέψη κέρδισε το πάνω χέρι, επιτάσοντας ότι, ΟΚ, λίγο απίθανο ήταν να είχα κοιμηθεί 24 ώρες, αποφασίζω να ξυπνήσω και να κοιτάξω τι ώρα ήταν, σχεδόν σίγουρος ότι σε λίγο θα ξημέρωνε.

Ήταν 2:45, μόνο μιάμισι ώρα από την στιγμή που είχα πέσει για ύπνο.

Και όχι μόνο αυτό, δεν μπορούσα να ξανακοιμηθώ: το ίδιο είδος υποσυνείδητου ειρμού σκέψεων στις οποίες αφηνόμαστε πριν πέσουμε για ύπνο ξαναχτύπησε, μόνο που αυτή τη φορά η σκέψη μου τριβέλιζε γύρω από ανεκπλήρωτες ερωτικές φαντασιώσεις, ιδέες για ασπρόμαυρες γυμνές φωτογραφίσεις και τρόπους να πειραματιστώ με μαγιονέζα — μαγειρικά, τι σκεφτήκατε; ^^P Για τουλάχιστον 40 λεπτά ο οιρμός αυτός δεν άφηνε την συνειδητή μου σκέψη να αφεθεί στην θάλασσα του ασυνείδητου που μας κατακλύει και τελικά μας οδηγέί στο όνειρο. Δεν ξέρω πώς λειτουργεί όλο αυτό, οσο συναρπαστικό κι αν είναι (κυριολεκτικά — μας συνεπαίρνει…) Το μόνο σίγουρο είναι ότι είχα αϋπνίες. Οπότε αποφάσισα να σηκωθώ και να γράψω για την εμπειρία μου…

H Ψευδαίσθηση του Χρόνου

Αν η ηλικία του Σύμπαντος είναι δυο κύκλοι του ωροδείκτη, η ανθρώπινη ιστορία είναι ΕΝΑ ΔΕΥΤΕΡΟΛΕΠΤΟ.

Αν ζήσετε μια γεμάτη ζωή και αυτή η ζωή είναι ένας κύκλος του ωροδείκτη, κάθε δευτερόλεπτο είναι δώδεκα ώρες της ζωής σας.

Λίγο ή πολύ;
Είναι στον λεπτοδείκτη σας να το αποφασίσετε.

Και μετά σου έρχεται ο ύπνος, τα όνειρα και οι όλες οι πραγματικότητες που μας προσφέρουν που δεν εκμεταλλευόμαστε, μακριά από τον χρόνο, μακρία από οτιδήποτε μας είναι γνωστό, και πετάνε όλες αυτές τις γραμμικές, μετρήσιμες, εξυπνακίστικες συγκρίσεις από το παράθυρο…

Δυο Θάνατοι Καμιά Κηδεία

Είχα μόλις παραλάβει την Βίλλυ από το λιμάνι. Περπατούσαμε χαρούμενα κάτω από τον καλυμένο με βρώμικα, ψεύτικα σύννεφα πρωινό ουρανό, όταν, έξω από το Hotel Blue Sea, είδα στο απέναντι πεζοδρόμιο, δίπλα στην θάλασσα, μερικά σκυλιά να επιτίθενται σε ένα άλλο σκυλί, το οποίο ήταν ξαπλωμένο και ακίνητο. Το δαγκώναν στα πόδια και στην κοιλιά και το τίναζαν βίαια, θαρρείς και ήθελαν να το ξεσκίσουν. Νόμιζα στην αρχή πως ήταν νεκρό, όμως κοιτάζοντας προσεκτικά παρατήρησα πως ανέπνεε και ανοιγόκλεινε τα μάτια του. Τα χαμόγελα μας έσβησαν. Πήγαμε απέναντι, ενώ τα άλλα σκυλιά συνέχιζαν να το δαγκώνουν. Εγώ ήμουν αμήχανος, μίσο-σοκαρισμένος, μισο-ιντριγκαρισμένος, δεν ήξερα τι θα μπορούσα να κάνω, ή τι έπρεπε να κάνω. Ξαφνικά ένας παππούς ήρθε και έδιωξε τους «κακούς» με χειρονομίες και φωνές. Το τραυματισμένο σκυλί κειτόταν ακίνητο και αμίλητο. Με την Βίλλυ σκεφτόμασαν πώς θα μπορούσαμε να το βοήθησουμε. Σκέφτηκα την Μυρσίνη, όμως δεν θα είχε ανοίξει ακόμα.

«Το πάτησε αυτοκίνητο», μας είπε πλησιάζοντας μας μια λιμενικίνα. «Τα άλλα σκυλιά το έσυραν από τον δρόμο μέχρι το πεζοδρόμιο.» Ώστε τελικά δεν το ξέσκιζαν, σκέφτηκα… ίσως προσπαθούσαν να το ξυπνήσουν… δεν θα μπορούσαν να καταλάβουν γιατί, ενώ αυτά το δάγκωναν, εκείνο δεν αντιδρούσε καν, δεν έβγαζε ούτε μια κραυγούλα. Εν τω μεταξύ, τα σκυλιά αυτά έτρεχαν πάνω κάτω τον δρόμο, εμποδίζοντας την κυκλοφορία και γαβγίζοντας. Φοβήθηκα ότι θα μπορούαν κι άλλοι τετράποδοι μαλάκες να έχουν την ίδια μοίρα με τον φίλο τους αν συνέχιζαν αν είναι τόσο απρόσεκτοι.

Μείναμε κοντά στον σκυλάκο κανένα τέταρτο, χαιδεύοντας τον. Συνέχιζε να μην κουνιέται ή να βγάζει άχνα. Αιμοραγούσε από το στόμα όμως δεν φαινόταν να είχε άλλες πληγές. Οι λιμενικοί έπαιρναν τηλέφωνα για να κανονίσουν κάποιος να έρθει να το μαζέψει, έχοντας προδιαγράψει ήδη την μοίρα του. Ξαφνικά, σταματήσε να αναπνέει και λίγο μετά άρχισε να κάνει περίεργες, αφύσικες, μάλλον ακούσιες κινήσεις με το κεφάλι του.

Ήταν η πρώτη φορά που μπορώ να θυμηθώ που είχα δει κάτι ζωντανό να παύει να είναι ζωντανο — εντόμων εξαιρουμένων.

Αργότερα την ίδια μέρα, περνάγαμε από το γνωστό ψαράδικο το οποίο είναι στην στροφή για το σπίτι μου από την Ερμού, όταν είδαμε 4 στιβαγμένα καφάσια γεμάτα φρέσκα χταπόδια. Ένα απ’ αυτά προσπαθούσε να ξεφύγει από τον ετερόχρονο μεν, βέβαιο δε, θάνατο του στα σαγόνια πεινασμένων από την «νηστεία» ανθρώπων. Έμεινα να το χαζεύω ενώ προσπαθούσε, κάπως, να γλιτώσει. Ήταν τόσο όμορφο… Τα πλοκάμια του, οι κινήσεις του ήταν τόσο αρμονικές λες και δεν έτρεχε για την ζωή του εκείνη την στιγμή παρα είχε βγει για μια χαλαρή βόλτα στην στεριά, μακριά από τις έγνοιες του βυθού. Αυτή η ήρεμη αντιμετώπιση του μαγευτικού πλάσματος προς τον επικείμενο θάνατο του έκανε το θέαμα ακόμα πιο τραγικό.

Ξαφνικά, το χταπόδι έφτασε στην άκρη του τελάρου του κι έπεσε στον βρεγμένο και βρώμικο από τα μελάνια δρόμο,  όπου συνέχισε την γλιστερή πορεία του. Αν και ο ψαράς, ο οποίος φαινόταν αρχικά πως είχε σημαντικότερες δουλειές από το να ασχολείται με ένα χταπόδι με τάσεις φυγής, τελικά το γράπωσε με το μαύρο λαστιχένιο γάντι του και το ξαναπέταξε μάζι με τα άλλα. Έτσι όπως το χειρίστηκε, θα μπορούσε να είχε πετάξει μια χλαπάτσα ή ένα παιχνίδι. Το χταπόδι δεν πτοήθηκε, ισως ενόχλησε τους λιγότερο τυχερούς στις κατώτερες «στρώσεις» του τελάρου. Την συνέχεια, αν και δεν την παρακολουθήσαμε, δεν νομιζώ να ήταν πέρα από τα όρια της φαντασίας μας.

Ειμαί λοιπόν εδώ και αναρωτιέμαι… Όταν μιλάμε τόσο εύκολα για θυσία του ζώου προς όφελος του ανθρώπου, μήπως αυτό συμβαίνει επειδή σαν κοινωνία και σαν κουλτούρα πλέον είμαστε τόσο αποξενωμένοι από τον θάνατο; Το θέαμα ενός ζώου να πεθαίνει, θεωρητικά απόλυτα φυσιολογικό, με συγκλόνισε. Όλοι όσοι πιστεύουν ότι ο σκεπτικισμός μου σχετικά με την αχόρταγη και απύθμενη κατανάλωση κρέατος* είναι βλακώδης, τουτ’έστιν το 90% των ανθρώπων, όσοι υποστηρίζουν πως ο άνθρωπος ως «ανώτερο είδος» δικαιούται να ελέγχει τις ζωές άλλων όντων κατα βούληση και το κυριότερο: τόσο συστηματικά… ‘Ολοι αυτοί είναι σίγουροι πως θα αντιδρούσαν διαφορετικά στα θεάματα αυτά;

Αν όχι, τώρα που έχουμε και Μεγάλη Εβδομάδα και σε όλη την Ελλάδα θα «θυσιαστούν» ζώα σε κάποια υποχθόνια σφαγεία προς χάριν της μαζικής παραδοσόπληκτης υστερικής λαιμαργίας μας, με τρόπους πολύ πιο βάναυσους και αιμοδιψείς απ’ότι το σκυλάκι ή το χταποδάκι της ιστορίας μας, ας αναρωτηθούμε: αν δεν μπορούμε να δούμε ένα ζώο να πεθαίνει, πόσο μάλλον να το σκοτώσουμε με τα ίδια μας τα χέρια, γιατί να αξίζουμε να το φάμε;

*για τον οποίο απαιτείται θανάτωση ζώων.

Review: The Tao of Zen

The Tao of ZenThe Tao of Zen by Ray Grigg

My rating: 5 of 5 stars

My copy of The Tao of Zen has a bit of a story. When writing my paper on Heidegger and Haiku I’d been looking everywhere on the Web for Taoism, Zen, and pages that would help me understand Eastern Philosophy. It wasn’t that I had no idea about what Taoism or Zen were. My interest has been long-lived to say the least; I’ve owned the I Ching and Tao Te Ching (or Lao Tzu) a few years now and have generally messed around with the ideas from time to time. That doesn’t mean however that I necessarily understood the point these books and texts were trying to make.

Then I found The Tao of Zen. “Zen is Taoism disguised as Buddhism. When twelve hundred years of Buddhist accretions are removed from Zen, it is revealed to be a direct evolution of the spirit and philosophy of Taoism.” I had felt at times that dogmatic Buddhism was somehow foreign to the Chinese environment but I couldn’t really put my finger on it. This sounded perfect!

I found a single used copy of The Tao of Zen on eBay and promptly bought it. It came all the way from the US, complete with underlining and side-notes in Chinese! I wonder who might have owned it previously and then decided to give it away to some online bookshop or whatever its trip might have been.

This book did everything I thought it would and more. It finally “cleared” the different concepts and beliefs of the various “Eastern Philosophies”, if such a thing is even possible in the end. It’s obvious that while yes, Buddhism does have a strong religious element in it that is sometimes not attributed to it by us Westerners, Taoism and especially Zen have only had such an element implemented by contemporary oversight. This book shows that, at their core, not only Tao and Zen are speaking of the same things, they ARE, more or less, the same thing.

The first part of the book shows the cultural and historical connections of Tao and Zen throughout the millennia, linking the traditions using citations and alternative readings of classic texts. To be honest I could not follow it very much, though it inspired confidence in me that Mr. Ray Griggs knows his stuff. The second part was a whole different story. It, too, inspired me. But the kind of inspiration you find when you read things you feel are essentially true, that have shed the veil off your eyes, that are, even though Taoism rejects the insignificant truth that can be conveyed through language it, words that ARE connected to some greater truth.

The Tao of Zen, by connecting the two, has taught me the fundamentals of both: Wordlessness, Selflessness, Softness, Oneness, Emptiness, Nothingness, Balance, Paradox, Non-Doing, Spontaneity, Ordinariness, Playfulness, Suchness. Each a concept and a chapter of the book filled with wisdom. Now I know what I must un-know. Now I can say with all honesty that this philosophy is something very wonderful and special that sounds true to my heart, a worldview that is fully compatible but totally absent from the Western world and, sadly, by extension, the lands that gave birth to it.

This book is so dense in deep meanings I could not grasp it all at once, so I’m sure I’m going to read it again, and again, and again, if only as a reference to Tao and Zen. It’s a rare book and one that I definitely want to keep. Whoever might want to read it however — and I think that everyone might find some kind of worldly connection in it — is free to borrow it from me. I’ll be more than happy to share the deep and elusive stuff cramped in this beautiful little tome!

View all my reviews