Push on, pack in and move out

July 10th

I’m sitting on the floor aboard European Express, one of the worst ships of the line that connect Athens with Mytilini. Very few seats, the lounge has some weird round tables that are useless and it’s almost entirely made of huge spaces with lights too bright. Never mind. I’m travelling to Mytilini with a mission.

Get the hell out of there as quickly as possible.

The past few months I’ve been preparing, mentally and practically, for the next big thing in my life. That is my Erasmus. I’d been dreaming of doing it for many years now but this year was my last and best chance since I’m also moving out of the place I’ve called home for the past five years.

So I did pursue it. I sent out requests, I got denied, I meddled with bureaucracy and had my share of incredible stories anyone going through this brutal procedure no doubt have as well. My big thanks to the Aegean University International Office who helped a lot along the way while also tolerating my sluggish ways with filling in applications, agreements, doing this sort of paperwork thing.

In just 14 days now, in the early hours of July 26th, I’m flying to Denmark and I’m going to be living there for the next six months. More specifically I’ll be studying at the department of Information and Media Studies in Aarhus, the second largest city in Denmark. The first few weeks of August I’ll be doing a language and culture course and September will see the beginning of my three courses! I’m so very excited about all the things I’m going to experience and learn there, the different cultures I’ll witness and sink my teeth into, the trips I’m going to make, the sights I will behold, the parts of me I will create and explore all at the same time.

But here I sit, comfortably numb from it all. When changes come creeping closer I never find myself ready to deal with them and flow along as I typically do. In fact, the closer they come, the less active I become. I find myself getting lazier and lazier (and I’m not THAT lazy under normal circumstances) instead of taking advantage of my countdown. I hate it when I do that but it’s very strong with me, for some reason. It’s something I’ve come to call προθανάτιος μηδενισμός in Greek, something you’d call pre-mortem nihilism in English if you’d want to sound especially obnoxious (it sounds obnoxious in Greek too but sometimes the minimum common denominator is not fit for the very truest of verbal expressivenesss). There, I did it again.

That is part of the reason I haven’t written anything about all this until now, the reason I’ve been writing less on here in general. Another reason is that I was afraid of writing this in particular because it is, inevitably, a sort of farewell post. If I’m not good –nay, if I get really nervous, anxious about– at something, it is farewells. Is anyone…?

It’s a farewell post to the five years that changed me from deep inside. The place that was chiefly the background for this change and my coming of age. It has been the equivalent of discovering the New World for myselves. It is a chunk of spacetime, the kind that burns itself into our memories really close to our scent centres, wherne I can say I had the most fun and significant experiences till now. Of course, I met lots of good people during this period some of whom became my friends, others something more, yet others something less. With certain people (I wouldn’t be able to point them all out yet) “Mytilini was the first chapter”. For most, as it happens, it’s also going to be the last chapter. I’m not sure how I feel about that — at least for now.

Now my mission, as stated above, is to push on, pack in and move out of Mytilini in the minimum number of days in order to buy some time to see friends, family and everyone that, if I won’t be seeing for over six months, I’ll miss (in case they don’t visit me in Denmark, of course ~^,) Truth is, I’m not really feeling it. Maybe that’s the reason I’m comfortably numb. It’s the difference between having played a new game for ten minutes and having only read the manual: knowing something and knowing about something…

Who knows? Maybe the empty boxes and the sight of things lying around as they do when a change of residence commands it will kick my ass into (emotional) action. It’s just as possible I’ll only realise the gravity of the impending change when I’m already in Athens, Denmark or somewhere else…


Great, obscure Danish ’70s prog. This, along with The Wall and Calling All Dawns, is the soundtrack of my last days here… Thanks Villy for sending me this.

4 days later

After four days of more lazying around and finally “accepting” what lay ahead I did what had to be done. The empty card boxes I gathered from around town I filled with my stuff. Most of it anyway; I’m leaving a lot of things behind, such as cutlery and kitchenware, dead cockroaches and all of my furniture. If I had the time I would have tried to sell it but it seems its destiny is to stay here waiting for the next resident of 1, Lavyrinthou St.

The moving company came this morning and picked everything up to take it to Athens.

After I’m done writing this, I’m packing my remaining stuff, shutting the windows, locking the door and leaving. I never locked the door.

Life after Mytilini:

So it begins…

Goodbye...

 

ΕΝΟΙΚΙΑΖΕΤΑΙ
Empty Cases

Review: Οι Άμμοι του Χρόνου

Οι Άμμοι του ΧρόνουΟι Άμμοι του Χρόνου by Γιώργος Μπαλάνος

My rating: 3 of 5 stars

Αυτό εδώ μου το πρότεινε η μάνα μου, ως ένα καλό έργο το οποίο ήταν μπροστά για την εποχή του, μια μέρα που συζητάγαμε για τον χρόνο και της μίλαγα για το “Making Time” και πόσο με είχε εντυπωσιάσει.

Μυστήριο βιβλίο οι Άμμοι του Χρόνου… Ο Γιώργος Μπαλάνος γράφει ευχάριστα, έχει γνώσεις και άποψη, αλλά πραγματικά είναι ο,τι να’ναι. Μπορεί να σου μιλάει για ένα θέμα και ξαφνικά να σου πετάξει κάτι άσχετο και να ξετυλίξει τον οιρμό του με περίεργο τρόπο. Η γραφή του είναι γεμάτη ειρωνεία και μια λεπτή υπεροπτικότητα η οποία όμως συνήθως ταιριάζει με το θέμα (σαν να λέει σε κάθε σελίδα «δεν ξέρεις τίποτα τελικά για τον χρόνο. Ποιος όμως, τελικά ξέρει; Ούτε οι επιστήμονες, ούτε οι φιλόσοφοι, ούτε εγώ…»)

Ξεκινάει με τις διάφορες ιστορικές φιλοσοφικές και επιστημονικές θεωρήσεις του χρόνου και τις αναλύει, αντικρούει ακόμα με πολλή στιλπνάδα. Και είναι ένα βιβλίο που γράφτηκε πριν σχεδόν 35 χρόνια. Όχι πως έχει αυτό σημασία, απλά βλέπω πως τόσα χρόνια μετά δεν έχουμε κάνει κανένα σοβαρό βήμα μπροστά, ίσα-ίσα έχουμε κάνει μεγαλύτερες παραδοχές στα θέματα που ο Μπαλάνος προσπαθεί να ρίξει λίγο φως. Ίσως επειδή η άμμοι του χρόνου έχουν, για τώρα τουλάχιστον, κάτσει;

Gestalt, βιοκύκλοι, φυσική αθανασία και επιλογή ηλικίας-ρόλου (όπως στην περίπτωση των μελισσών), ταξίδια και «ταξίδια» στον χρόνο με διάφορες μεθόδους, όπως με τρύπες στο (χώρο;-)χρονικό συνεχές και με τήρηση ενός ημερολογίου ονείρων με σκοπό την ενθύμιση περισσότερων ονείρων κι έτσι πιθανόν και κάποιον «προφητικών»… Ο Μπαλάνος υποστηρίζει ότι είναι θέμα χρόνου (pun unintended) πριν βρούμε κάποια μέθοδο για να νικήσουμε τον θάνατο. Έχω φυσικά τις επιφυλάξεις μου αλλά εγείρεται το εξής ενδιαφέρον ερώτημα: Η επιβίωση, το κύριο μας μέλημα, θεωρητικά εξασφαλίζεται με την επίτευξη της αθανασίας. Μετά, τι;

Μετά τι; Αν είχαμε απάντηση σε αυτό το ερώτημα ίσως και να είχαμε περισσότερες απαντήσεις σε άλλα άλυτα θέματα της ανθρωπότητας…

Οι Άμμοι του Χρόνου είναι μπροστά. Το βιβλίο παρουσιάζει μερικές προκλητικές ιδέες για σήμερα, πόσο μάλλον για τα τέλη του ’70 οπότε και γράφτηκε. Μπλέκει την επιστήμη (η οποία από μόνη της προτείνει μερικές εξωπραγματικές ιδέες ως πραγματικές), την φαντασία, την επιστημονική φαντασία και την μετα-επιστήμη (για να μην πω μεταφυσική: έχει περίεργες, προεκτάσεις αυτή η λέξη, ακόμη κι όταν είναι βάσιμη και περιγραφική. Όπως η «συνωμοσία»…) με τρόπο ο οποίος πιάνει το πνεύμα της εποχής μας σχεδόν καλύτερα απ’ότι πριν 35 χρόνια. Με άφησε με ιδέες, ερωτήματα και όρεξη για έρευνα, και αυτό ακριβώς ήθελα. Αν ήταν πιο καθαρογραμμένο και ο Μπαλάνος ήταν λιγότερο φιγουρατζής σε σημεία, όχι πως αυτό δεν είχε και την πλάκα του, το βιβλίο θα ήταν συνολικά καλύτερο.

3,5 ήλιοι

View all my reviews

Review: Ένας ψυχολόγος κριτικάρει την Αστρολογία

Ένας ψυχολόγος κριτικάρει την ΑστρολογίαΈνας ψυχολόγος κριτικάρει την Αστρολογία by Γιώργος Πιντέρης

My rating: 2 of 5 stars

Χρήσιμος, αν πλέον πολυπαιγμένος, επιστημονικός σχολιασμός κατά της πρακτικής της Αστρολογίας. Υπάρχει βέβαια η μερίδα των ανθρώπων που δεν αναλύουν τα πάντα με την επιστημονική μέθοδο, καθώς αυτή δεν μπορεί να εξηγήσει επαρκώς τα πάντα. Αν «πιστεύαμε» και συζητάγαμε μόνο για πράγματα τα οποία έχουν μια καθορισμένη και αποδεδιγμένη επιστημονική προσέγγιση τότε δεν θα έπρεπε να μιλάμε για τον χρόνο, τις μεταθανάτιες εμπειρίες, τα όνειρα, την τηλεπάθεια, την ομοιοπαθητική και άλλες «ψευδοεπιστήμες» και «ψευδοοεπιστημονικές θεωρήσεις» (όπως αποκαλούνται από την ίδια την επιστήμη) οι οποίες όμως έχουν μια ανεξερεύνητη και πολύ υπαρκτή σχέση με την ανθρώπινη πραγματικότητα πέρα από τα σχετικά στενά σύνορα της λογικής.

Η Αστρολογία είιναι πάντως ένας ενδιαφέρων κλάδος της ανθρώπινης γνώσης, κουλτούρας και μυστικισμού, είτε αυτή βασίζεται σε κάποιες πραγματικές, άγνωστες ενέργειες είτε είναι απλά ένα ιστορικο-κοινωνικο-θρησκευτικό κατασκεύασμα των οποίων οι πραγματικές επιδράσεις στους ανθρώπους είναι αποτέλεσματα, όπως λέει και το βιβλίο αυτό, αυτοεκπληρούμενων προφητειών. Σε αυτή την περίπτωση, η εξερεύνηση της δύναμης της τρομακτικής δύναμης των αυτοεκπληρούμενων προφητειών και της επιρροής τους στους ανθρώπους θα ήταν σωστό να γινόταν στόχος έρευνας όσων πιστεύουν στην Αστρολογία, αλλά και όσων χρησιμοποιούν την Ψυχολογία για προσωπική αναζήτηση («είμαι όντως ντροπαλός επειδή είμαι Ιχθύς ή έχω πείσει τον εαυτό μου ότι έτσι πρέπει να είμαι, επειδή είμαι Ιχθύς;»)

Αν και η Αστρολογία με συναρπάζει (όπως, άλλωστε, και πολλά μυστικιστικά και μεταφύσικα θέματα) μπορώ να δω με διαύγεια και να συμφωνήσω με αρκετά από τα επιχειρήματα του κ. Πιντέρη. Συχνά βλέπουμε Αστρολόγους με παραπλανητικά επιχειρήματα και δόλιους σκοπούς να κατευθύνουν τους αμαθείς πελάτες τους οι οποίοι τυπικά δεν έχουν καμιά γνώση Αστρονομίας, του είναι και τι δεν είναι ένα ζώδιο και ένας πλανήτης στον ουρανό. Δεν πιστεύω στην «προφητική» Αστρολογία, όμως η γενέθλια Αστρολογία, όσο μυστήρια κι αν φαίνεται, πολλές φορές μου έχει φανή συνεπής με τις ιδιαιτερότητες της προσωπικότητας κάθε ανθρώπου. Από την άλλη, αναρωτιέμαι μήπως κάνω προβολή επειδή ενδόμιχα θέλω να βρω συνδέσεις από τυχαία σχήματα, όπως εμείς οι άνθρωποι τείνουμε να κάνουμε. Ιδιαίτερα ενδιαφέρον μου φάνηκε το κομμάτι του βιβλίου που μίλαγε για το τι επίδραση έχει η Αστρολογία στα παιδιά. Δεδομένου ότι η Ψυχολογία προτείνει πως τα παιδιά εξελίσσονται σε ότι οι γονείς τους λένε πως είναι από όταν είναι μικροί (που ακούει μια ζωή πως είναι τεμπέλης από τους γονείς του τελικά θα το πιστέψει και θα γίνει τεμπέλης), ένας γονέας επιρεασμένος από αστρολογικές ερμηνείες μπορεί ανάλογα να επηρέασει και το παιδί του και εκείνος, ουσιαστικά, να είναι υπεύθυνος για την αυτοεκπληρούμενη προφητεία που θα δημιουργήσει στο παιδί του.

Το βιβλίο, αν και δεν προτείνει τίποτα καινούργιο αν κανείς έχει επαφή με το αντικείμενο και τα όσα λέγονται υπέρ και κατά του, μάλιστα κάποιες φορές η πολεμική του είναι μάλλον άστοχη (γράφτηκε και όταν ήμουν ενός μηνός, πάνω από 22 χρόνια πριν), παραμένει μια χρήσιμη καταγραφή του γιατί η Αστρολογία κατακρίνεται και γιατί κανείς καλύτερα να την αντιμετωπίζει με προσοχή.

View all my reviews

8ο Πανελλήνιο Φεστιβάλ Φοιτητικών Θεατρικών Ομάδων

Προχτές τέλειωσε το 8ο Πανελλήνιο Φεστιβάλ Φοιτητικών Θεατρικών Ομάδων το οποίο έλαβε μέρος εδώ στην Μυτιλήνη. Ήταν 12 μέρες γεμάτες μπόλικο θέατρο, πολλές καλές παραστάσεις και μερικές όχι και τόσο καλές. Το καλύτερο ήταν πως κάθε μέρα πήγαινα στο θέατρο (στο μεγάλο το δημοτικό, αλλά και στα δυο μικρότερα της Μυτιλήνης: στους Άστεγους και στον ΦΟΜ) και ήξερα πως όχι μόνο θα δω μια παράσταση ανεβασμένη με μεράκι από φοιτητές, αλλά πως θα έβλεπα και τις παλιές καλές γνώριμες φάτσες με τις οποίες τα θέατρα είχαν γίνει κάτι σαν τόπος συνάντησης. Ήξερες ότι θα πας και θα δεις κόσμο, όπως και όταν περνάς από τα σκαλάκια στο τρίγωνο (για όσους δεν ξέρουν, το τρίγωνο είναι η περιόχη η οποία ορίζεται με κορυφές το Μουσικό Καφενείο, το Μπρίκι και το Lazy Fish και είναι το κατεξοχήν στέκι στην Μυτιλήνη για όσους δεν συμπαθούν ό,τι έχει να προσφέρει η προκυμαία, κοινώς μέρη της συνόμοταξίας του Monkey, Marush, De Facto, MyClub κτλ. Πάντως, εγώ θα όριζα την περιοχή ως τετράπλευρη, καθώς το Όλα είναι κι αυτός ένας σημαντικότατος κόμβος: το περισσότερο αλκοόλ το οποίο κυκλοφορεί στα σκαλάκια υπο της μορφής μπύρας, κρασιού αλλά και του περιστασιακού βαρύτερου ποτού μπορεί να προθημευτεί κυρίως από ‘κει. Εφ’όσον, λοιπόν, τα σκαλάκια έχουν για σημαία τους το ΦΑΧ [Φτηνό, Ανοιχτό, Χαλαρό: Hall, 2011], τα μαγαζιά-κόμβοι που ορίζουν το τρίγωνο συχνά δεν χρησιμεύουν παρα για να οριοθετήσουν την περιοχή των σκαλακιών, χωρίς αυτό βέβαια να σημαίνει πως και τα ίδια τα μέρη δεν αποτελούν τόπους συνάντησης: τουναντίον. Πόσες φορές δεν κατέληξαν τα σκαλάκια αυτούσια μέσα στο Lazy Fish μετά τις τρεις και μέχρι το πρωί;)

Τι έλεγα; Α ναι. Στο φεστιβάλ, λοιπόν, πήγαινες στο θέατρο και ήξερες ότι θα δεις γνώριμες φάτσες. Έμοιαζε με αυτή την ωραία αίσθηση που είχες όταν πήγαινες σχολείο, την οποία δεν μπορείς βέβαια να εκτιμήσεις όταν πήγαινεις σχολείο, και έβλεπες κάθε μέρα τα ίδια άτομα, κάνατε τα ίδια πράγματα, και μετά μπορούσατε να συζητήσετε γι’αυτά. Έδινε αυτή την αίσθηση της ομαδικότητας που, η αλήθεια να λέγεται, μου λείπει κάπως από τα χρόνια μου εδώ στην Μυτιλήνη (ίσως επειδή κι εγώ δεν δένομαι καθόλου εύκολα με μεγάλες παρέες γενικότερα). Το φεστιβάλ μου προσέφερε ακριβώς αυτό.

Και δεν ήταν μόνο οι δικοί μας παλιοί γνώριμοι, της Πρόβας δηλαδή. Ήταν κάθε μέρα και φοιτητές από ένα άλλο άκρο της Ελλάδας! Έτσι αντίστοιχα κάθε μέρα υπήρχε και ένα διαφορετικό πάρτι, είτε στην πλατεία Σαπφούς (όπου τα πράγματα ήταν χαλαρά: κύκλος χάμω, κιθάρα, κρασί, ο Γιάννης ο Έτσι κι άλλα θεατρικά παιχνίδια), είτε στο κτίριο Χατζηγιάννη (πρώην εργαστήρια της Πολιτισμικής Τεχνολογίας, νυν χώρος για πρόβες των ομάδων του Πανεπιστήμιου, όπου έγινε απ’έξω ένα μεγάλο και γαμάτο πάρτυ στην μέση των στενών της Μυτιλήνης), είτε στην ΑΤΕ (το R. T. Ficial, με ωραίο face painting, μια μικρή πολύ καλή αυθόρμητη παραστασούλα από την Δανάη και την Γκέλη, έκθεση κόμικς και φωτογραφίας, μερικά συγκροτήματα τα οποία όπως συνήθως τραγούδαγαν έντεχνα που δεν ήξερα και φοβερά φρέσκα mojito με κρατσανιστή ζάχαρη, καταπράσινο λάιμ και μοσχάτο δυόσμο για δροσερή αναπνοή!) είτε στον Λόφο Ξενία που έγινε ένα μεγάλο λάιβ (και οι Alchemy έπαιξαν το Οpen Car — να μια πραγματικά πολύ ευχάριστη έκπληξη ^^!) αλλά δυστυχώς όλες οι ομάδες είχαν ήδη φύγει. Όχι πως κάθε ομάδα έμενε πολύ. Όπως είχαμε πάει κι εμείς πέρσι τον Μάιο με την Πρόβα στα Γιάννενα στο αντίστοιχο φεστιβάλ και είχαμε κάτσει 2 νύχτες, έτσι κι εδώ κάθε ομάδα ερχόταν για ελάχιστες μέρες. Λογικό μεν, που να προλάβεις να τους γνωρίσεις όμως όλους δε; A!! Τώρα που το θυμήθηκα: θέλω φωτογραφίες από την περσινή παράσταση. Δεν έχω πολλές κι όσες έχω είναι από τα παρασκήνια. Μόνο αυτές βρήκα από αυτήν την κριτική για την παράσταση μας στα Γιάννενα… Χουμ, ενδιαφέρον! Μια διαφορετική ανάλυση για κάτι που είχα μάθει πολύ καλά πριν όχι και τόσον πολύ καιρό.

Πίσω στο φέτος. Από τις συνολικά 17 παραστάσεις (με δωρεάν είσοδο!) που ήταν στο πρόγραμμα του φεστιβάλ παρακολούθησα τις 13: δύο τις έχασα και άλλες δύο δεν έγιναν ποτέ. Η αγαπημένη μου πάντως σίγουρα ήταν το «Όχι, παίζουμε!» των Άφαντων από τον ΠΟΦΠΑ. Καταπληκτικά κείμενα (από εκθέσεις μαθητών δημοτικού από την Νότια Ιταλία), εκθαμβωτική κινησιολογία και σκηνοθεσία, πανέξυπνη χρήση του σώματος των παιδιών γενικότερα… Δεν μπορούσα να βρω κάτι το κακό με αυτή την παράσταση. Με κράτησαν από την αρχή μέχρι το τέλος (και αρκετά συχνά βαριέμαι εύκολα το θέατρο). Ακόμα πιο εκπληκτικό: κανονικά είχαν το Δημοτικό Θέατρο για την παράσταση τους, αλλά επειδή εκείνη την μέρα είχε έρθει στους εργαζόμενους εκεί να το παίξουν αντίδραση (ντροπή σας, απλά), αναγκάστηκαν τα παιδιά να πάνε στο θέατρο των Αστέγων. Μια ομαδάρα 25 ατόμων σε μια σκηνή με κάτι μικροσκοπικά καμαρίνια και παρασκήνια και αντίστοιχου μικρού μεγέθους σκηνή… Το θέατρο ήταν κατάμεστο και η σκηνή δεν τους χώραγε, αλλά αυτό τελικά έκανε τον χώρο πολύ ζεστό και γούτσου-γούτσου. Βέβαια, ο σκηνοθέτης δεν ήταν φοιτητής (όπως ήταν στις περισσότερες άλλες παραστάσεις) οπότε η ανισότητα ποιότητας ήταν μέχρι ένα σημείο δικαιολογημένη.

Άλλες παραστάσεις που μου άρεσαν; Φυσικά, η παράσταση της Πρόβας, το Τελεία.gr, όπου πήγα και δύο φορές, τη μία στην πρεμιέρα για την… φωτογραφική κάλυψη, και την δεύτερη για να το ξαναδώ καλύτερα χωρίς να ανησυχώ για φωτογραφίες και τέτοια. Στην προτελευταία και τη τελευταία σκηνή έμεινα με το στόμα να χάσκει έτοιμο να υποδεχτεί μύγες και κουνούπια. Θέλω το σενάριο γι’αυτές τις σκηνές ΤΩΡΑ! Απ’όλο το έργο, η Βίκυ, η Ήρα, η Κρυστάλλη, ο Χάρης, η Εβίνα, ο Άγγελος, ο Νίκος, η Γιώτα και η Δέσποινα μου άρεσαν περισσότερο, αλλά φυσικά απόλαυσα όλα τα παιδιά πάνω στην σκηνή!

Συνεχίζουμε: «ο θίασος του μαύρου καβαλάρη» του Πολυτεχνείου Κρήτης, απ’τα Χανιά (κι εδώ, απίστευτη κινησιολογία, πολύ καλή χρήση ηχητικών εφέ (!!) από ζωντανή ορχήστρα — η οποία αναλάμβανε και την πλήρη μουσική επένδυση — και εμπνευσμένη σκηνοθεσία και τελική σκηνή, ειδικά σε ένα τόσο μικρό θέατρο όπως ο ΦΟΜ), «το όνειρο του σκιάχτρου» από το πολυτεχνείο του ΑΠΘ (τα πουλάκια, αάαα, αάαα! Χαζοοχαρούμενη (με την καλή έννοια!) παράσταση με ηθοποιούς που σ’έκαναν να χαμογελάς συνεχώς κι ένα κείμενο από τον γίγαντα των παραμυθιών Ευγένιο Τριβιζά), ένα καταπληκτικό show στο Μαμά Ελλάδα 2 από τα παιδιά του Πανεπιστήμιου Πάτρας (ατακάρες, απλά, ατακάρες, μερικές από αυτές sooo true! Όλο το θέατρο γέλαγε συνέχεια) και «ο επιθεωρητής έρχεται» από την ομάδα της Ρόδου (μόνο 7 ηθοποιοί αλλά όλοι πολύ καλές ερμηνείες, και μετά γνωριστήκαμε και με τα παιδιά… ~^λ )… Το «μετράω μέχρι το δέκα και μετά σειρά σου» των Πέρα-Δώθε από την Θεσσαλονική μου έκανε εντύπωση γιατί είχε έναν μονόλογο τον οποίο αναγνώρισα από αυτό το βιντεάκι του Mr. Freeman (είχε και άλλους ευρηματικούς διαλόγους, όπως δυο παιδικών φίλων που έπαιζαν το πετάει-πετάει και ξανασυναντήθηκαν μετά από χρόνια… Πετάει-πετάει ο άνθρωπος…;) Αντίθετα, το «εθνικότητα μου το χρώμα του ανέμου», της ομάδας του ΕΜΠ, ενώ μου άρεσε πολύ ο τίτλος της και η ιδέα με τα διαβατήρια των ηθοποιών και συμπάθησα τα παιδιά που βοήθησα να βρουν το θέατρο στο οποίο μαζί είδαμε τους Άφαντους, η ίδια η παράσταση δεν μου άρεσε για λόγους που εξηγώ παρακάτω, εκτός από το χορευτικό με τις μαριονέτες και την σκηνή με τους νεκρούς στρατιώτες. Παρολαυτά, πολλοί μου είπαν ότι η ίδια παράσταση τους άρεσε πολύ. Γούστα!



Όλη αυτή η φάση με έκανε βέβαια να θυμηθώ πως ήταν να είμαι στην Πρόβα πέρσι, τους λόγους που επέλεξα να σταματήσω να πηγαίνω… Η αλήθεια είναι πως να συμμετέχεις σε μια θεατρική παράσταση είναι μια τεράστια δέσμευση ενέργειας και χρόνου. Πέρσι δεν είχα για διάφορους λόγους τα ψυχικά αποθέμετα για να τα ρίχνω στην Πρόβα (διαφορετικά πράγματα μου τράβαγαν την περισσότερη ενέργεια σαν βαμπίρ) και ούτε τα γέμιζε καθόλου η όλη ενασχόληση με την ομάδα. Όμως είχα δεσμευτεί. Οι καθημερινές πρόβες και η έλλειψη δεσίματος της ίδιας της ομάδας αλλά και το δικό μου με τα άλλα παιδιά με έκαναν να το βλέπω όλο σαν μια αγγαρεία και όχι σαν κάτι το ευχάριστο.

Όμως, τελικά, βγαίνοντας φέτος απ’το φεστιβάλ και όλο το κέφι του, βρίσκω ότι έχω μια πιο κατασταλαγμένη άποψη για την τέχνη του θεάτρου. Το περισσότερο θέατρο δεν είναι του γούστου μου, όμως ως μέσο έχει μια απίστευτη πολυμεσική δυναμική την οποία ελάχιστες άλλες μορφές τέχνης μπορούν να φτάσουν. Με τόσα εργαλεία όμως πολλά μπορούν να πάνε στραβά. Εύκολα μπορεί να γίνει μια παράσταση βαρετή, υπερβολικά πομπώδης (τους κλαυσίγελους δεν τους συμπαθώ καθόλου), αυτάρεσκη, φλύαρη… Δεν μου αρέσει όταν το θέατρο παίρνει τον εαυτό του υπερβολικά στα σοβαρά, μου αρέσει όταν είναι παιχνιδιάρικο, και μπορεί να είναι παιχνιδιάρικο όσο βαριά, δύσκολα ή ευχάριστα πράγματα κι αν έχει να πει, άκριβως όπως συμβαίνει και στα δικά μας πολλαπλά, προσωπικά, «πραγματικά» δράματα. «Η μαγκιά είναι να χαμογελάς ακόμα και αν τα πράγματα δεν φαίνονται να πάνε προς το καλύτερο. Πάντα θα έχεις το ένα ή το άλλο πρόβλημα», είχε πει κάποτε ο σοφός mystery_orange

Βασικά, τίποτα δεν μου αρέσει όταν παίρνει τον εαυτό του υπερβολικά στα σοβαρά, όμως το θέατρο βρίσκω πως πέφτει συχνότερα από άλλες μορφές τέχνης σε αυτή την παγίδα. Το καλό θέατρο είναι πραγματικά πολύ καλό αλλά θα έλεγα τελικά σπάνιο. Κι αυτό ακριβώς γιατί πολλοί ηθοποιοί γίνονται ή προσπαθούν να γίνουν ηθοποιοί για να πουλήσουν μούρη ή για να «κάνουν τέχνη», και όταν αυτοί κάνουν θέατρο το αποτέλεσμα εντυπωσιάζει μόνο άλλους ομοϊδεάτες τους. Είναι αλήθεια: το σανίδι είναι μεθυστικό. Τα φώτα με τα διάφορα χρώματα σου ξεπλένουν ό,τι μπορεί να είσαι στην «πραγματική» σου ζωή, τα κοστούμια σου εκπληρώνουν, έστω για λίγο, τα φιλόδοξα, ποταπά σου όνειρα, το χειροκρότημα γίνεται η πρέζα σου… Γρήγορα το «κάνω τέχνη» γίνεται τελικά ο εντυπωσιακός αυτοσκοπός, όχι ο επαναπροσδιορισμός του εαυτού ο οποίος θα έρθει για να σπάσει θριαμβευτικά τα (ευ)πλαστά και πλαστικά μας σύνορα, τους κύκλους με την κιμωλία μας όπως έλεγαν και στο «εθνικότητα μου…» Έχω δει και συνεχίζω να βλέπω πολλούς ανθρώπους να φτιάχνουν επιπλέον σύνορα χρησιμοποιόντας την δικαιολογία του θεάτρου. Τι να το κάνεις λοιπόν αν η ηθοποιία σε αποξενώνει ακόμα περισσότερο με τους άλλους αλλά και, χειρότερα, με τον εαυτό σου;

Για τέλος, θέλω να δώσω τα συγχαρητήρια μου σε όλους όσους έπαιξαν, προετοίμασαν και τέλος πάντων συνέβαλαν για να είναι αυτό το φεστιβάλ η επιτυχία που ήταν, ακόμα κι εδώ στην μακρινή Μυτιλήνη. Το απόλαυσα ακόμα περισσότερο αφού τώρα πλέον ο χρόνος μου στην Μυτιλήνη είναι σε αντίστροφη μέτρηση… αισθάνομαι όμως τυχερός που το πρόλαβα! 🙂

Terra, Luna and Jupiter from Mars

This picture was taken on 8 May, 2003 by the Mars Global Surveyor. Earth, the Moon and Jupiter all smiled as they were taken perhaps their first family picture together. It doesn’t matter if it was a chance meeting; don’t they say that there is no thing as chance? (I’m not expressing any opinion on the subject of whether a thing such as luck exists or not; just sayin’).

Still unimpressed? Have a look at this.

Πειράζει;

Εδώ στην Οδό Λαβυρίνθου έχουμε συχνά-πυκνά διαρροές νερού. Σίγουρα κάπου μέσα τους θα βρίζουν οι τεχνικοί της ΔΕΥΑΜ κάθε φορά που θα έρχονται να φτιάχνουν τους ίδιους σωλήνες, να ξηλώνουν τα ίδια σκαλιά, να τσιμεντώνουν τα ίδια σημεία. Η Οδός έχει δει περισσότερα remakes ακόμα κι από το Invasion of the Body Snatchers.

Έτσι κι αυτές τις μέρες, ένα απαλό ρυάκι κύλαγε από τις σκάλες ακριβώς μπροστά από το σπίτι μου, βρέχοντας τις κλασικές σκατούλες της Οδού. Πλέον οι μύγες της γειτονιάς, εκτός από ένα εξαίσιο γεύμα, μπορούσαν να έχουν και κελαριστό νερό πηγής, και όλα στο ίδιο μέρος! Φαίνονταν μάλιστα να εκμεταλλεύοναι στο έπακρο αυτή την ευκαιρία, αφού μπανιαρίζονταν κατα δεκάδες. Ακριβώς στο σημείο της διαρροής είχαν φυτρώσει και μερικά “ζιζάνια”, τέλος πάντων, τα είδη φυτών που μπορούμε να βρούμε να φυτρώνουν παντού τώρα που είναι και Άνοιξη.

Πριν λίγο βγήκα έξω να δω τι είχαν καταφέρει, αφού τα κομπρεσέρ σώπασαν και οι βρισιές των εργατών κόπασαν.

Ευτυχώς, η διαρροή σταμάτησε και δεν χανόταν άλλο νερό στο να δροσίζει μύγες. Πειράζει που στενοχωρήθηκα όταν είδα τα παραπάνω ζιζάνια, μερικά εκ των οποίων μάλιστα είχαν ανθίσει κιόλας, ξεριζωμένα και πεταμένα λίγο πιο δίπλα;

Cloudy With A Chance Of Meatballs

This is one of the few times that watching a movie has actually made me want to write a thing or two here.

I was prejudiced against “Cloudy with a Chance of Meatballs”. Ever since Mario told me of this “movie that has food falling from the sky”, I was very, very skeptical. I thought this movie would be a symbol of everything that’s wrong in our world. What a society creates to show to and entertain its children with, speaks wonders about what holds this society together. I thought watching this film would attack me with great and ugly revelations of this kind.

I decided to give this one a spin to see how right my prediction might have been (I rented it from Movieland. Hadn’t rented a movie for watching at home for months). Turns out I was both right and wrong.

This film is all about food falling down from the sky. Flint uses his invention not to help, let’s say, the poor places on Earth that have no food — not even his hometown’s famed sardines — but to raise the bar of his own community’s affluence, to feed every American on his island, that is to say, feed people hungry for all kinds of junk food. I saw lots of burgers, spaghetti, ice cream, eggs, hot dogs, meat, candy and similar examples of culinary exquisiteness but of course only little fruit or salad. You know, things that you can actually eat a lot of without getting sick or otherworldly fat. Things our parents always force us to eat to the point of torture only for us to discover the pleasures thereof with a minor delay of ca. 20 years.

All this I expected. I expected this movie to be all about junk food. But what I didn’t expect was the movie to actually be funny and good! It had excellent comedic timing, very smart one-liners, incredible visual gags, it was chock-full of double entendres (jokes the kiddies understand but with an extra layer of joke on top only the “grown-ups” will catch *wink*). It was, astonishingly for me, one of the best animated comedies I’ve seen, and not one I would imagine myself to have enjoyed 12 or 15 years ago. What’s even more interesting was that the whole “food falls from the sky” thing was a big double entendre all in itself. It contained a hidden message. The way the movie was presented made the “food falling from the sky” thing funny in film terms but totally unacceptable and irrational, dangerous in “real terms”. In other words, the film did criticise itself and the modern behaviours that were its source content but it only did so subtly and indirectly; brilliantly. The way people attack the food like maniacs, this crazy gleam in their eye; the way the mayor never seems to have had enough and keeps eating in his delusional binge… lots of tiny hints and easily missable jokes buried in there that get the point across. The way these people eat, munch, gobble up, what a part of their lives the rain becomes… This display of total obsession with food is in itself a comment, an attack to the culture that gave birth to the mere concept of this movie.

I expected others to had made the same observations as me, so I quickly hit IMDB to check up with other people’s opinions about the movie and see what their take was. I was shocked to discover that not only most people hadn’t noticed a single thing wrong about the whole film, they were insulting people that had actually made the same connections as me.

http://www.imdb.com/title/tt0844471/board/

Alright check it out:
The town in the film is a characterization of America.

Science has allowed us to create an abundance of food (the water-food machine) but instead of using it to help the people who are starving we just use it to glorify our state, and over-eat.

Over the years portion sizes have gotten bigger and bigger (the “mutations”) as have americans waistlines (the mayor)

The food industry (the water-food machine in the atmosphere) has grown so powerful that it’s gotten out of hand and is defending itself against change, and elimination. But it’s become a monster and our food has begun to kill us because it’s no longer really food, but a strange “mutation” of it.

I found this pretty obvious, but no one else mentioned it.

Did you guys pick up on this?

The thread had few replies but mostly in agreement. However, one of the replies (the final one, to be exact), went like this:

Wow… english classes have really messed with peoples minds and caused them to try and find a hidden meaning behind everything. I believe you make a good point, but I think it was just a kids movie that was supposed to just entertain.

Most of the replies in this and whatever similar threads inviting people for a deeper discussion there was, were in a similar dismissive tone. People were saying that this film was pure entertainment! And just for kids! They were behaving to this film as if it was as I thought it would be before I had watched it: a cheap film for cheap laughs that pays no respect to the importance and gravity of its subject matter. But not as if not paying respect to food was a bad thing. “Man, it’s just food, chill”. Most people were really, honestly looking at it like that! I was appalled. Have a look at this thread of the same board as well (Meat is Murder). The level of intelligence shown within hits rock-bottom. Typical of IMDB boards, you might say. But in the end, IMDB boards are the minimum common denominator; if it’s discussed there, you could expect to have a similar discussion anywhere. IMDB boards capture the American zeitgeist perfectly. And it’s a sad, sad sight to behold.

If you’re wondering what the hell I might be talking about, a single sentence might be able to sum it up: Just imagine how people might have reacted to this movie during WWII. Or however entertaining a child (supposedly within this movie’s target group) dying of starvation might have found it.

Me after I visited the IMDB boards for "Cloudy..."

 

This story taught me a few things concerning over- and underestimation. I’ll let you figure out the rest. And while you’re at it, watch Cloudy with a Chance of Meatballs, have a great laugh and maybe we can start our own discussion in the comments!

OK, perhaps THAT’s overestimating.

<object width=”480″ height=”390″><param name=”movie” value=”http://www.youtube.com/v/OP9wtdwgeok?fs=1&amp;hl=en_US”></param><param name=”allowFullScreen” value=”true”></param><param name=”allowscriptaccess” value=”always”></param><embed src=”http://www.youtube.com/v/OP9wtdwgeok?fs=1&amp;hl=en_US” type=”application/x-shockwave-flash” width=”480″ height=”390″ allowscriptaccess=”always” allowfullscreen=”true”></embed></object>

99 Things I HATE! ~ Part 2

Part 1

21. I drink beverages too fast.


I sit for a coffee with friends. Sluuuurp! Up the straw it goes before anyone has even touched their own beverage of choice. It’s worse with alcoholic drinks… I don’t ever seem to realise that when it’s over, it’s over! And I just sip, sip sip the night away. I also eat and smoke faster than most people when in the company of others. It’s only then that comparison with others’ still full plates/glasses is possible and my worried, thoughtful scratching of beard is only natural. My solution? I just steal from the others’ food and drink.

22. I don’t know anything about Greek Music.

It has happened too many times to count: I’m with a big company at some taverna or place that is suitable for accommodating a number of people in the double digits. Everyone’s having fun, talking vividly and eating more vividly. Then, when everyone’s feeling cheerful, someone, somewhere, utters the words to the first song. And everyone catches on; and everyone sings along; and turn-in-turn everyone butts in with their own favourite Greek words and everyone else follows suit. It’s like that when there’s a live program as well. Guy playing the guitar, singing his songs that everyone knows. It doesn’t take much to take it out of you if you’ve drunk sufficient quantities of alcohol. “All together now!” And we all sing together.

Except me.

These songs… How should I put it. Yes. I might have heard them, I might even remember one or two lyrics just from sheer repetition (this kind of thing happens to me quite often), I usually remember the melody but I can never join the fun. Friends or acquaintances might know every single song by heart but I’m just left there to look around silently trying my best to have a good time but failing miserably, always thinking “wow. This feels so awkward. It sucks.”

Alas, such behaviours never go unnoticed. When everyone’s singing and they catch wind that I am not, they try to encourage me to join them. In the wake of their inevitable failure they look so disappointed in me, so… how should I say. There’s a certain Greek word that roughly translates into “party-pooper” and “killjoy” but lacks any of the playfulness of those two words. It’s kind of a brutal word, now that I think of it. It’s ξενέρωτος. Oh I’ve got that a lot throughout the years. I also get “you don’t know these songs?? You’re not really Greek”. I’ll let the look on my own face by this point to your imagination.

It feels as if knowing about Greek music is such a big part of our culture here that you can’t help not stick out like an alpine fox in the mud if you’ve kept well away from anything that has to do with the domestic musical product for pretty much your entire life. It’s not that I hate Greek music. I want to come to terms with it, explore and discover artists I’m bound to like or already know I like but haven’t bothered looking into more (Pavlos Sidiropoulos, Thanassis Papakonstantinou, Alkinoos Ioannidis, Lavrentis Maheritsas, works by Kavadias turned into songs). Some people in my life have helped me somewhat with discovering and getting to know some Greek music but never decisively and never beyond the realms of satisfying some of my polite curiosity. It’s that it’s polite curiosity at best.

What can I say? Maybe I’m not really Greek after all if I can’t, for the life of me, get into it all. Which is a perfect intro for my next hatred entry:

23. Nationalism.

Some Greeks call me Australian. Some (most?) Australians would call me Greek if I returned to OzzyLand. I’m really both and neither. My national identities sort of negate eachother but at the same time create a completely new existence, like a Yin and a Yang that alone are whole but together are whole-er. This may be the reason I could never exactly or comfortably identify with national ideas except for when I was only little (funny how “nationalist” children can be, or we’ve all been as children).

I don't like nor believe in flags but this could well be the flag of whatever my real nationality is. Designed by me.

This open-mindedness by default comes with a cost, however. A multicultural background always helps you break through the wall of deceit but at the same time alienates you from any and all cultures you might have some heritage from including the one you were born in. You start to inhabit your own space in the cultural web, at first as little more than a means to survive but eventually enjoying this uniqueness of yours, weaving your own new threads and connections, keeping the best from both worlds and inevitably creating a new one while you’re at it.

It’s all very nice and postmodern of course but other people look at you suspiciously. You’re one of them but not exactly. Everyone must belong, granted, but you can’t seem to decide whether you belong somewhere or nowhere. An ultimate decision is unlikely. And then there comes a day when you, tired of all this vagueness, ask yourself: why must nationality form the end-all be-all criteria of “belonging” in the first place? Aren’t there more important aspects to a person?

Nationalism might be one of the things I hate the most. I’ve come to hate it so much, so deeply, I find it hard to express myself, to find words that might accurately portray how deep this hatred goes. I’ll try.

To me, nationalism is a bit like football teams (another of the 99 things, can’t be a coincidence). You support an idea or a group of people just because you belong to it. Also called ethnocentricism for us social scientists. ~^, Having a concrete sense of national identity isn’t a bad thing on its own but most usually, just like with football teams and religion for that matter, it comes with denying everyone else’s right to do exactly what you’re doing: love their country above all else. Of course, again just like football teams and religions, nations are so self-centered they believe they are the only ones in the right, that there’s only enough room for none other than themselves at the top. Nations see everyone else as threats, as others, and that alone creates a self-fulfilling prophecy; when everyone sees everyone else as a threat some kind of threat is indeed created out of thin air. Just like when two people want to trust each other but because they’re afraid that the other will not want to comply, they keep to themselves, wholly generating their own image of untrustworthiness. It’s an endless loop.

Most nations have been founded on lies we now take for granted, unshakable truths, but this isn’t the time for me to go into detail on that. I hope you can understand what I mean. Nations have only served to distill fear, isolationism and hatred into people’s hearts. As a concept they encourage people to look for differences among themselves, not similarities, at least as far as inter-national relations are concerned. The similarities that can be found in the people within the borders of the nation-state are imaginary, arbitrary and never well-defined. Naturally, universal truths like love, friendship, global or special (species-al) co-operation are the first to die for the sake of national integrity and identity. It’s not much different than the ridiculous idea of loving your video game console so much you automatically hate, out of fear perhaps, anyone who might love another console. With the difference that people have died, killed others and created complex and perfectly valid — in social terms — historical narratives to support this madness in theory as well as in practice.

It’s everywhere, from the Olympic Games and Eurovision *spit* to wars of the past and lingering ideologies. In the name of your country you might be made to feel like it’s your duty to protect it against aliens and immigrants, secure your cultural traditions and history including religion and language, avoiding to look out to the world, because you were never taught that such a thing might not be such a bad idea after all. It might be dangerous. People out there are bad, they wish nothing more than the downfall of you and your country.

I’ve seen too many people get obsessed with lies about “racial” traits (I’m tired of listening to Greeks think they’re Ancient Greeks or their descendants… SO tired…), looking back and jerking themselves off with their nonsensical grand histories so that they can avoid looking at the awful present and the grim future while still feeling as if they’re something important or special. It enables people to feel good about themselves when they’ve been good for nothing. How can ANYBODY feel special about something they never earned or fought for themselves? I suppose unhappy times call for such sad measures.

If world borders, nation-states’ cornerstones, were torn down tomorrow, it’s probable that great wars would erupt, everyone still with their mind on national interests battling it out for a better place under the sun. A world without borders would require a world without ownership, another can of worms altogether. But in a world with no nations people might eventually discover the beauty of not having to fit in, of not being caged by your parents or what part of the earth you were born in but by what your actions are.

I wish people could feel the airy and  open-mind they could have instead of the musty, dark closed-mind they’ve had since forever and take sick pride in.

24. Getting distracted for hours on the net doing nothing I set out to do.

“I’m going to log-in. I’m going to check my e-mail, see Kalionatis’s site, download the notes, after that I’m going to see Tsekouras’s site and download his notes. Then I’ll do a little bit of Delphi, after that I’ll send some e-mails to my beloved friends and check out Helix’s workcamps; I really want to take part in some of those programs!”…

*Escapist* *Hotmail* *MSN* *Matador* *Cubimension, writing* *Hotmail* *Game 2.0* *XKCD* *Cubimension, reading* *MSN* *Facebook stalking — I KNOW I DON’T HAVE A FACEBOOK!* *Goodreads* *tvtropes* *Wikipedia hopping* *Random site about some random new interest of mine* *Steam offers* *IMDB* *Flickr* *Some porn site* *MSN* *Couchsurfing* *Various interesting blogs* *Youtube* *Looking into all about that new interest of mine* *Grooveshark, discovering new bands I found out about on progarchives.com and allmusic.com* *MSN* *

Dayum… what’s left to re-check and re-re-check?*

What was it that I wanted to do again?

25. Loose handshakes.

“Oh hi… I’m *insert name here*, pleased to meet you”.

Oh, how many times have people made a bad impression on me just because that first greeting was accompanied by a loose handshake and a fleeting glance? Seriously people. Look at others in the eye when you meet them. Squeeze their palm like you mean it, NOT as if you couldn’t care less. Which is probably true anyway.

26. Moving deadlines.

“OK I’ll have it ready by then”. But “then” never comes. Being a person of the absolutely utter last minute, that means that I can never get anything done, doesn’t it?

27. Delays on booting.

Black screen. Reboot. Black screen. Reboot. BIOS startup holds up at memory testing. CTRL+ALT+DEL, nothing happens. Hard reset. BIOS completes startup, then computer freezes when loading Windows. Hard reset. BIOS startup insists there’s no more than a single core in my dual-core CPU and thus refuses to continue (out of spite?). Hard reset. At last, at some point, Cuberick decides to open his eyes, sweep off his waking grogginess and serve me, more a result of luck than anything.

The funny thing is that when it’s up and running there’s no problem whatsoever. Heh. Maybe it’s like how it’s with cars where you’ve got to get the engine all warmed-up first or something. Hermes knows how on Earth I’ve resisted beating Cuberick to a pulp time after time. Not that it matters. He’s already managed to beat himself to a pulp with no further assistance needed from me.

28. Facts caught up from Wikipedia.

-“Did you know that blah-blah?”
*where blah-blah, insert your favourite fact you yourself have already read on Wikipedia but know plenty of stuff about it from non-Wiki sources*
-“Yes I did, but it sure doesn’t sound like anything you spent too much time looking into. What you did is you just presumed you’re the more informed of the two of us just because you’ve happened to have read the Wiki page. So, you see, Mr/Ms. Smartass, I’m afraid you’re not the only one around here reading and skimming pages on that site more than necessary”.

Asking further questions usually results in disappointment and less-than-accurate answers. And when it doesn’t, it feels so sterile I can almost smell the Dettol in the air.

29. It’s raining and my clothes won’t dry indoors!

I guess it happens everywhere. But my experience from Lesvos has taught me that, if it starts raining, oh, you can be certain that it won’t stop for at least the next few days. If my clothes are caught hanging to dry on their line outside during this humid time, you can foresee the rest. But if I leave them to dry inside, they may well take even longer to reach their rightful place inside by drawer! I recently wanted to wear one of my favourite sweaters. It had been hanging there to dry for at least a week on a drying rack Garret has lent me months now– I doubt he wants it back. I grabbed it, only to find that its hood was still moist! I threw it back to its place in disgust and hatred. Go to hell, humidity.

30. Losing progress in games.

Power cuts. Ancient game design. Human mistakes. “Retry” instead of “Save”. Forgetting that “this game doesn’t have autosave”. A patch destroying the previous versions savegames. Glitches and Blue Screens Of Death. Blue Screens of Death. Screens of Death.

Death.

Loss of progress in games, you’ve sent many good hours of life’s charms to gaming purgatory, to the nether-realm of human entertainment. You’ve made many a player blind with rage, unable to accept that their efforts and pain have only resulted in a mockingly not-up-to-date version of their save files. You’ve destroyed vast amounts of perfectly good faith in an equally good game, sent it down the drain, never to return, never allowing the player to give the perfectly good game another chance due to pure frustration. It’s the synonym of amnesia for gamers, the very meaning of oblivion.

If I could, loss of progress in games, I would slap you till your cheeks were raw and your voice not fit to cry for help.

 

…to be continued…

http://hallografik.ws/archive/?p=1275

Η ψευδαίσθηση του χρόνου στον κόσμο των ονείρων

Πολλά μπορούν να επηρεάσουν την αντίληψη του χρόνου μας. Μια αρρώστια, μια αλλαγή στην ομοιόσταση μας (αν κρυώνουμε, ζεσταινόμαστε, πεινάμε, κτλ), ουσίες οι οποίες μπορεί να κυλάνε στο αίμα μας μπορούν να μας κάνουν να νιώθουμε ότι ο χρόνος παρατείνεται ή συμπιέζεται. Και φυσικά οι άνθρωποι, έχοντας ένα θεματάκι με τον χρόνο γενικότερα, πειραματιζόμαστε αναλόγως.

Ο ύπνος, η ύπαρξη του και οι επιπτώσεις που έχει στην «πραγματική» ζωή, πάντως, είναι το πιο γερό χαστούκι σε όσους ισχυρίζονται ότι υπάρχει ένας μόνο παγκόσμιος χρόνος ο οποίος δεν κάνει τίποτα άλλο από το να κυλά μπροστά. Σχετικά με την φύση της ύπαρξης του ίδιου του χρόνου –ή για την φύση της ψευδαίσθησης της ύπαρξης του– θα μπορούσα να γράψω δεκάδες ποστ αφού το θέμα με ενδιαφέρει πάρα πολύ, όμως για τώρα δεν έχω να προσθέσω κάτι άλλο εκτός από το ότι είναι απόλυτα σχετικός, ότι δεν μπορούμε να μιλάμε για παγκόσμιο χρόνο, και ότι δεν θα μπορούσα να τα πω καλύτερα απ’όσο τα λέει ο Doctor εδώ:

Γιατί ο ύπνος; Πρώτα πρώτα, η έλλειψη ύπνου είναι κι αυτή μια διαταραχή στην ομοιόσταση που κάνει τον χρόνο να κυλά διαφορετικά για μας: απλά σκεφτείτε πώς νιώθατε την τελευταία φορά που ήσασταν ξύπνιοι/ες, ας πούμε, 36 ώρες. Αυτές τις ώρες τις νιώθατε όντως τόσο πολλές; Σας φαινόταν ότι είχε προλάβει να κάνει μιάμισι φορά την περιστροφή της η Γη, ή ότι ουσιαστικά είχατε βγει από το κρεβάτι χτες και όχι σήμερα; Δεν μπορούμε να το εκφράσουμε ξεκάθαρα με λέξεις.

Κυρίοτερο όμως σχετικά με την σχέση χρόνου και ύπνου είναι το τι συμβαίνει κατα την διάρκεια του τελευταίου.

Από χτες είμαι άρρωστος, οπότε ο πονοκέφαλος σε συνδυασμό με τις μυξούλες, τον βύχα και τα περίεργο μου ούτως ή άλλως πρόγραμμα ύπνου έχουν συνθέσει ένα εκρηκτικό μείγμα. Έπεσα για ύπνο γύρω στη μία. Μετά από ένα τεράστιο όνειρο, το οποίο ένιωθα πως είχε κρατήσει μέρες, ξυπνάω. Είναι ακόμα σκοτεινά έξω. Προσπαθώ να ξανακοιμηθώ ενώ υποσυνείδητες σκέψεις περνάνε από το μυαλό μου, από αυτές που είναι περίεργες και δεν τις θυμάσαι συνήθως, όμως μια συγκεκριμένη σκέψη έμεινε μαζί μου, ίσως επειδή με ψιλοφόβισε. Σκεφτόμουν στον μισοΰπνο μου ότι πρέπει να ήταν το επόμενο βράδυ εφ όσον ήταν ακόμα σκοτεινά έξω και ότι πρέπει να είχα κοιμηθεί τουλάχιστον 24 ώρες. Μετά από λίγα λεπτά (φαντάζομαι, γιατί μου φάνηκαν ώρες) και αφού η συνειδητή μου σκέψη κέρδισε το πάνω χέρι, επιτάσοντας ότι, ΟΚ, λίγο απίθανο ήταν να είχα κοιμηθεί 24 ώρες, αποφασίζω να ξυπνήσω και να κοιτάξω τι ώρα ήταν, σχεδόν σίγουρος ότι σε λίγο θα ξημέρωνε.

Ήταν 2:45, μόνο μιάμισι ώρα από την στιγμή που είχα πέσει για ύπνο.

Και όχι μόνο αυτό, δεν μπορούσα να ξανακοιμηθώ: το ίδιο είδος υποσυνείδητου ειρμού σκέψεων στις οποίες αφηνόμαστε πριν πέσουμε για ύπνο ξαναχτύπησε, μόνο που αυτή τη φορά η σκέψη μου τριβέλιζε γύρω από ανεκπλήρωτες ερωτικές φαντασιώσεις, ιδέες για ασπρόμαυρες γυμνές φωτογραφίσεις και τρόπους να πειραματιστώ με μαγιονέζα — μαγειρικά, τι σκεφτήκατε; ^^P Για τουλάχιστον 40 λεπτά ο οιρμός αυτός δεν άφηνε την συνειδητή μου σκέψη να αφεθεί στην θάλασσα του ασυνείδητου που μας κατακλύει και τελικά μας οδηγέί στο όνειρο. Δεν ξέρω πώς λειτουργεί όλο αυτό, οσο συναρπαστικό κι αν είναι (κυριολεκτικά — μας συνεπαίρνει…) Το μόνο σίγουρο είναι ότι είχα αϋπνίες. Οπότε αποφάσισα να σηκωθώ και να γράψω για την εμπειρία μου…

H Ψευδαίσθηση του Χρόνου

Αν η ηλικία του Σύμπαντος είναι δυο κύκλοι του ωροδείκτη, η ανθρώπινη ιστορία είναι ΕΝΑ ΔΕΥΤΕΡΟΛΕΠΤΟ.

Αν ζήσετε μια γεμάτη ζωή και αυτή η ζωή είναι ένας κύκλος του ωροδείκτη, κάθε δευτερόλεπτο είναι δώδεκα ώρες της ζωής σας.

Λίγο ή πολύ;
Είναι στον λεπτοδείκτη σας να το αποφασίσετε.

Και μετά σου έρχεται ο ύπνος, τα όνειρα και οι όλες οι πραγματικότητες που μας προσφέρουν που δεν εκμεταλλευόμαστε, μακριά από τον χρόνο, μακρία από οτιδήποτε μας είναι γνωστό, και πετάνε όλες αυτές τις γραμμικές, μετρήσιμες, εξυπνακίστικες συγκρίσεις από το παράθυρο…

Δυο Θάνατοι Καμιά Κηδεία

Είχα μόλις παραλάβει την Βίλλυ από το λιμάνι. Περπατούσαμε χαρούμενα κάτω από τον καλυμένο με βρώμικα, ψεύτικα σύννεφα πρωινό ουρανό, όταν, έξω από το Hotel Blue Sea, είδα στο απέναντι πεζοδρόμιο, δίπλα στην θάλασσα, μερικά σκυλιά να επιτίθενται σε ένα άλλο σκυλί, το οποίο ήταν ξαπλωμένο και ακίνητο. Το δαγκώναν στα πόδια και στην κοιλιά και το τίναζαν βίαια, θαρρείς και ήθελαν να το ξεσκίσουν. Νόμιζα στην αρχή πως ήταν νεκρό, όμως κοιτάζοντας προσεκτικά παρατήρησα πως ανέπνεε και ανοιγόκλεινε τα μάτια του. Τα χαμόγελα μας έσβησαν. Πήγαμε απέναντι, ενώ τα άλλα σκυλιά συνέχιζαν να το δαγκώνουν. Εγώ ήμουν αμήχανος, μίσο-σοκαρισμένος, μισο-ιντριγκαρισμένος, δεν ήξερα τι θα μπορούσα να κάνω, ή τι έπρεπε να κάνω. Ξαφνικά ένας παππούς ήρθε και έδιωξε τους «κακούς» με χειρονομίες και φωνές. Το τραυματισμένο σκυλί κειτόταν ακίνητο και αμίλητο. Με την Βίλλυ σκεφτόμασαν πώς θα μπορούσαμε να το βοήθησουμε. Σκέφτηκα την Μυρσίνη, όμως δεν θα είχε ανοίξει ακόμα.

«Το πάτησε αυτοκίνητο», μας είπε πλησιάζοντας μας μια λιμενικίνα. «Τα άλλα σκυλιά το έσυραν από τον δρόμο μέχρι το πεζοδρόμιο.» Ώστε τελικά δεν το ξέσκιζαν, σκέφτηκα… ίσως προσπαθούσαν να το ξυπνήσουν… δεν θα μπορούσαν να καταλάβουν γιατί, ενώ αυτά το δάγκωναν, εκείνο δεν αντιδρούσε καν, δεν έβγαζε ούτε μια κραυγούλα. Εν τω μεταξύ, τα σκυλιά αυτά έτρεχαν πάνω κάτω τον δρόμο, εμποδίζοντας την κυκλοφορία και γαβγίζοντας. Φοβήθηκα ότι θα μπορούαν κι άλλοι τετράποδοι μαλάκες να έχουν την ίδια μοίρα με τον φίλο τους αν συνέχιζαν αν είναι τόσο απρόσεκτοι.

Μείναμε κοντά στον σκυλάκο κανένα τέταρτο, χαιδεύοντας τον. Συνέχιζε να μην κουνιέται ή να βγάζει άχνα. Αιμοραγούσε από το στόμα όμως δεν φαινόταν να είχε άλλες πληγές. Οι λιμενικοί έπαιρναν τηλέφωνα για να κανονίσουν κάποιος να έρθει να το μαζέψει, έχοντας προδιαγράψει ήδη την μοίρα του. Ξαφνικά, σταματήσε να αναπνέει και λίγο μετά άρχισε να κάνει περίεργες, αφύσικες, μάλλον ακούσιες κινήσεις με το κεφάλι του.

Ήταν η πρώτη φορά που μπορώ να θυμηθώ που είχα δει κάτι ζωντανό να παύει να είναι ζωντανο — εντόμων εξαιρουμένων.

Αργότερα την ίδια μέρα, περνάγαμε από το γνωστό ψαράδικο το οποίο είναι στην στροφή για το σπίτι μου από την Ερμού, όταν είδαμε 4 στιβαγμένα καφάσια γεμάτα φρέσκα χταπόδια. Ένα απ’ αυτά προσπαθούσε να ξεφύγει από τον ετερόχρονο μεν, βέβαιο δε, θάνατο του στα σαγόνια πεινασμένων από την «νηστεία» ανθρώπων. Έμεινα να το χαζεύω ενώ προσπαθούσε, κάπως, να γλιτώσει. Ήταν τόσο όμορφο… Τα πλοκάμια του, οι κινήσεις του ήταν τόσο αρμονικές λες και δεν έτρεχε για την ζωή του εκείνη την στιγμή παρα είχε βγει για μια χαλαρή βόλτα στην στεριά, μακριά από τις έγνοιες του βυθού. Αυτή η ήρεμη αντιμετώπιση του μαγευτικού πλάσματος προς τον επικείμενο θάνατο του έκανε το θέαμα ακόμα πιο τραγικό.

Ξαφνικά, το χταπόδι έφτασε στην άκρη του τελάρου του κι έπεσε στον βρεγμένο και βρώμικο από τα μελάνια δρόμο,  όπου συνέχισε την γλιστερή πορεία του. Αν και ο ψαράς, ο οποίος φαινόταν αρχικά πως είχε σημαντικότερες δουλειές από το να ασχολείται με ένα χταπόδι με τάσεις φυγής, τελικά το γράπωσε με το μαύρο λαστιχένιο γάντι του και το ξαναπέταξε μάζι με τα άλλα. Έτσι όπως το χειρίστηκε, θα μπορούσε να είχε πετάξει μια χλαπάτσα ή ένα παιχνίδι. Το χταπόδι δεν πτοήθηκε, ισως ενόχλησε τους λιγότερο τυχερούς στις κατώτερες «στρώσεις» του τελάρου. Την συνέχεια, αν και δεν την παρακολουθήσαμε, δεν νομιζώ να ήταν πέρα από τα όρια της φαντασίας μας.

Ειμαί λοιπόν εδώ και αναρωτιέμαι… Όταν μιλάμε τόσο εύκολα για θυσία του ζώου προς όφελος του ανθρώπου, μήπως αυτό συμβαίνει επειδή σαν κοινωνία και σαν κουλτούρα πλέον είμαστε τόσο αποξενωμένοι από τον θάνατο; Το θέαμα ενός ζώου να πεθαίνει, θεωρητικά απόλυτα φυσιολογικό, με συγκλόνισε. Όλοι όσοι πιστεύουν ότι ο σκεπτικισμός μου σχετικά με την αχόρταγη και απύθμενη κατανάλωση κρέατος* είναι βλακώδης, τουτ’έστιν το 90% των ανθρώπων, όσοι υποστηρίζουν πως ο άνθρωπος ως «ανώτερο είδος» δικαιούται να ελέγχει τις ζωές άλλων όντων κατα βούληση και το κυριότερο: τόσο συστηματικά… ‘Ολοι αυτοί είναι σίγουροι πως θα αντιδρούσαν διαφορετικά στα θεάματα αυτά;

Αν όχι, τώρα που έχουμε και Μεγάλη Εβδομάδα και σε όλη την Ελλάδα θα «θυσιαστούν» ζώα σε κάποια υποχθόνια σφαγεία προς χάριν της μαζικής παραδοσόπληκτης υστερικής λαιμαργίας μας, με τρόπους πολύ πιο βάναυσους και αιμοδιψείς απ’ότι το σκυλάκι ή το χταποδάκι της ιστορίας μας, ας αναρωτηθούμε: αν δεν μπορούμε να δούμε ένα ζώο να πεθαίνει, πόσο μάλλον να το σκοτώσουμε με τα ίδια μας τα χέρια, γιατί να αξίζουμε να το φάμε;

*για τον οποίο απαιτείται θανάτωση ζώων.