Tag: φωτογραφία
December B&W Film
A month and a half or so ago I bought two T-Max 400 black & white photography films, one for myself and one for Daphne. The idea was to use them together and develop them together as well. We did exactly that three days before I left for Sofia. I had the dumb idea to use the ergaleiaki to record the process in the darkness of my bathroom in Nea Smyrni, which ended up very very very dimly illuminating the whole affair with its red little recording confirmation LED. We knew we had made a mistake but we didn’t turn back. Thankfully it didn’t ruin the rolls.
We used T-Max developer which had expired a year or so before. Tip: don’t trust expiration dates – neither for developer nor for food. Use common sense.
All in all I’m very satisfied with this roll and so decided to upload pretty much all of it. Enjoy. Thanks go to my trusty OM2-n (40 years and still going – can you say that about your DSLR?), my scanner and of course Rapsooneli.
Rapsooneli: I invite you to upload your own roll and then we can share our creations online like some sort of artist duo! :O EDIT: She did. She went ahead and did it. Isn’t she just awesome?
Picture order randomised. If you refresh the page it will change. Go on, try it.
H Φωτογραφία κι εγώ
Αυτή είναι η πρώτη ψηφιακή φωτογραφία που τράβηξα ποτέ, τον Οκτώβριο του 2003 (επίσης, είναι ο πατέρας μου μια φωτογραφία του πατέρα μου).
Για την ακρίβεια, όχι: είναι η παλιότερη φωτογραφία μου που σώζεται. Το όνομα της είναι 100_0009.JPG, το οποίο σημαίνει ότι υπήρξαν άλλες 8 πριν από αυτήν τις οποίες για κάποιο λόγο τότε έσβησα. Αν εξαιρέσω τα χιτάκια του γυμνασίου που κατέβαζα με τη 64k ISDN με το KaZaA και για κάποιο λόγο ακόμα δεν έχω σβήσει (περισσότερο βαρεμάρα παρα νοσταλγία), είναι από τα παλιότερα αρχεία που μετά από πολλαπλά φορμάτ, αλλαγές και θανάτους σκληρών δίσκων, ακόμα κάπως υφίστανται, δεν έχουν χαθεί για πάντα όπως πολλές συνομιλίες του MSN, savegames ή sessions του Firefox που άφησαν αυτόν τον κόσμο έπειτα από μια ανωμαλία στην ψηφιακή κανονικότητα. Ήταν με μια Canon PowerShot A60 των 2 ολόκληρων megapixel την οποία είχα αγοράσει από το Ebay, από κάποιο μαγαζί του Καναδά. Σήμερα, με τα ίδια λεφτά που κόστισε στους γονείς μου (δεν θυμάμαι σε ποιους ακριβώς) αυτή η μηχανούλα, θα μπορούσα να αγοράσω μια αρκετά καλή DSLR.
Εκείνη την περίοδο, όσο πήγαινα ακόμα σχολείο, τραβούσα συνέχεια φωτογραφίες. Απλά συνέχεια. «ΦΩΤΟ, ΦΩΤΟ!» φώναζα κάθε τρεις και λίγο, και φίλοι και γνωστοί με κορόιδευαν τρυφερά. Για όλο το Λύκειο ήμουν ο νούμερο ένα καταγραφέας των γεγονότων της ζωής του σχολείου αλλά και της δικής μου ύπαρξης εκτός αυτού. Για μία περίοδο η οποία σημαίνει πια για μένα, αν εξαιρέσεις τους φίλους μου, τόσο λίγα, αυτές οι χιλιάδες φωτογραφίες παραμένουν κειμήλια μιας άλλης πραγματικότητας, ενός άλλου εαυτού. «Ποιος τράβηξε αυτές τις φωτογραφίες;» αναρωτιέμαι όποτε τολμάω να γυρίσω και να κοιτάξω πίσω στις οροσειρές του χρόνου που έχω ήδη διαβεί και φαίνονται στον ορίζοντα. Το καλό είναι πως κάθε φορά που επιστρέφω μου φαίνεται ευκολότερο απ’ότι περίμενα: έχω καταφέρει επιτέλους να αγαπήσω το ποιος είμαι και, το σημαντικότερο, ποιος ήμουν.
Όσο ήμουν στο σχολείο άλλαξα 3 συνολικά μηχανές: απ’ότι φαίνεται δεν ήταν για να κρατάνε αυτές οι Canon. Ίσως φταίει και ότι σε 3 χρόνια τράβηξα ούτε λίγο ούτε πολύ 20.000+ φωτογραφίες και βίντεο. Ο Τσίρκας, τότε, είχε προφητεύσει ότι δεν θα κράταγε τόσο πολύ αυτή η μανία μου. Τότε ήλπίζα να του δείξω πως είχε άδικο. Τώρα χαίρομαι που, τελικά, είχε δίκιο.
Μία από τις πιο σοκαριστικές συνειδητοποιήσεις -σχετική με τον χρόνο- ήταν πριν λίγους μήνες, όταν κατάλαβα ότι το χρονικό διάστημα μεταξύ του σήμερα και της στιγμής που απόκτησα την πρώτη μου DSLR (δώρο γενεθλίων για όταν έγινα 19 το 2008) ήταν ίδιο με το διάστημα μεταξύ εκείνης ακριβώς της στιγμής και της πρώτης φωτογραφίας που βλέπετε πιο πάνω. Αν η φωτογραφική μου ιστορία ήταν μια γραμμή, εκείνη η μέρα που έπεσε στα χέρια μου το κιτ της e-510 με τους δυο φακούς θα την χώριζε σε δυο ίσου μήκους τμήματα. Πέντε χρόνια κι άλλα πέντε.
Τι είναι όμως πέντε χρόνια; Τι είναι δέκα χρόνια; Αν και τα πρώτα πέντε μου έχουν αφήσει πολύ λιγότερες αναμνήσεις απ’ότι τα επόμενα πέντε (αν εξαιρέσεις τον έναν χρόνο και κάτι στην Μυτιλήνη), στο μυαλό μου ο χρόνος κύλησε πολύ πιο αργά στα πρώτα. Είναι σαν ένα ολόκληρο κομμάτι μου να έχει εξανεμιστεί πλέον, και το μόνο που να απομένει σήμερα να είναι οι φωτογραφίες. Χωρίς τις φωτογραφίες, δεν θα θυμόμουν και πολλά. Όταν βλέπω τις φωτογραφίες του τότε, στιγμές από διαγωνίσματα, ζωή στην τάξη, παλιούς συμμαθητές, το δωμάτιο μου στο σπίτι μας στην Αρτάκης, την παλιοπαρέα και τις μαλακίες που κάναμε (πολλές από τις οποίες κατέγραφα ευλαβικά σε 320×240@15fps video και που τελικά έκοψα και έραψα για να φτιάξω το μεγαλοπρεπές βιντεο-λεύκωμα του Κράματος), γενικότερα τη ζωή στα 15 και στα 16 μου, μπορώ να μπω ξανά – για λίγο – στο πετσί του έφηβου cubi. Ό,τι όμως ξέφυγε από τον φακό των Canon μου έχει σβηστεί.
Όσο μεγάλωνα και «ωρίμαζα» (πιο πολύ με την έννοια του άνθους στο δέντρο που μεταμορφώνεται σιγά-σιγά σε φρούτο, παρα με αυτή του φρούτου που ετοιμάζεται να πέσει απ’το δέντρο) τόσο πιο πολύ έβλεπα την φωτογραφία καλλιτεχνικά. Όλες οι μικρές Canon μου είχαν χειροκίνητες ρυθμίσεις κι έτσι είχα μάθει λίγο πολύ τι σημαίνει κλείστρο, ταχύτητα, διάφραγμα, ISO κτλ, έστω εμπειρικά (που ίσως είναι ο καλύτερος, αν όχι ο μόνος σωστός, τρόπος να τα μάθεις). Από εκεί που η φωτογραφική μου μηχανή ήταν αποκλειστικά καταγραφέας της ζωής μου, μετατράπηκε σε μηχανή πειραματισμού. «Τι θα γίνει αν το πάρω αυτό με χαμηλότερη ταχύτητα; Αν βάλω φλας εδώ; Ας το δοκιμάσω αυτό στο PhotoShop;» Αυτή η αλλαγή με ακολούθησε και στο πανεπιστήμιο. Βλέποντας λοιπόν μια μέρα την μεγάλη Nikon της Καρίνας με τον αποσπώμενο 18-108 φακό («μου προσφέρει ευελιξία!») και το τί μπορούσε να κάνει με αυτή, ζήλεψα. Ήθελα κι εγώ μια τέτοια «σοβαρή» μηχανή. Λίγους μήνες μετά την απόκτησα από κάποιον που την πούλαγε σχεδόν καινούργια στο dpgr.gr. Μπορούσα πλέον να πειραματιστώ όσο ήθελα – και να καταγράψω πιο καλλιτεχνικά και ξεχωριστά από ποτέ!
Από τότε μέχρι σήμερα πέρασα πολλές φάσεις. Έφτιαξα flickr, αγόρασα φακούς, μπήκα στη φωτογραφική ομάδα του πανεπιστημίου, γνώρισα άλλους και άλλες φωτογράφους (σε μια φάση, πάνω από τους μισούς του κοντινού μου κύκλου και της παρέας μου είχαν DSLR, και, ας μη ξεχνάμε, στη Φωτογραφική, αλλιώς και ΦΟΠΑΜ, γνώρισα τη Νένη), έκανα εξορμήσεις, έγινα ψιλο-διάσημος, συμμετείχα σε διαγωνισμούς, αγόρασα τη φιλμάτη μου OM2n, τράβηξα με φιλμ, αγόρασα εξοπλισμό εμφάνισης, εμφάνισα ασπρόμαυρα φιλμ, τα σκάναρα, πήγα σε σχετικό exchange στη Φινλανδία. Αλλαξα στιλ και προτιμήσεις. Πέρασα από τη φάση που μου άρεσαν οι φλου φωτογραφίες. Την ξεπέρασα. Ξαναγύρισα. Οι φωτογραφίες μου τράβηξαν τη δική τους πορεία – αντίστοιχη με την πορεία που τράβηξα κι εγώ: απρόβλεπτη, σποραδική, περίεργη και παιχνιδιάρικη.
Παρ’ όλα αυτά τα κύματα, υπήρχε κάτι που ποτέ δεν μου κάθισε καλά. Όσο περισσότερο μάθαινα τους κανόνες, τόσο περισσότερο ένιωθα ότι έχανα αυτό που έκανε για μένα τη φωτογραφία διασκεδαστική και ταυτόχρονα ένιωθα ότι τράβαγα χειρότερες φωτογραφίες. Αντιμέτωπος με την ασύγκριτη τεχνική άλλων δημιουργών και τις ιδέες τους, συνέχεια ένιωθα (και συνεχίζω να νιώθω) πως τα κάδρα μου ήταν στραβά, η έκθεση λάθος, ότι δεν υπήρχε σημείο ενδιαφέροντος, ότι οι ρυθμίσεις μου για τα χρώματα ήταν κακές, ότι το white balance ήταν άρρωστο, και πολλά πολλά άλλα. Από τη στιγμή που άρχισα να προσπαθώ να τραβάω καλλιτεχνικές φωτογραφίες, άρχισα να πιστεύω λίγο-λίγο ότι πολύ απλά δεν το είχα με τη φωτογραφία.
Παρεπιμπτόντως, ήταν περίπου την ίδια στιγμή που άρχισα να ποστάρω τις φωτογραφίες μου στο deviantArt, στο MySpace και στο Flickr.
Καθώς μεγάλωνα εγώ, ταυτόχρονα ωρίμαζε και το ίντερνετ και συγκεκριμένα ο παγκόσμιος ιστός (μην ξεχνάτε, δεν είναι το ίδιο!) Άρχισα να μοιράζομαι τις φωτογραφίες μου γεμάτος καμάρι (τηρουμένων των μετριοπαθών αναλογιών) τη στιγμή που το Web 2.0 είχε δώσει τη σκηνή και τον προβολέα σε μένα – ή τουλάχιστον έτσι με είχε κάνει να πιστεύω. Ξανά και ξανά βρήκα τον εαυτό μου να ανεβάζει φωτογραφίες που πίστευα ότι ήταν αποστάγματα της καθαρής δημιουργικότητας μου και να απολαμβάνω την παγερή αδιαφορία του Τυχαίου Επισκέπτη. Με λίγα λόγια: οι φωτογραφίες μου που νόμιζα ότι ήταν οι καλύτερες, οι αγαπημένες μου, ποτέ δεν τράβηξαν τα βλέματα, ούτε γνωστών ούτε αγνώστων. Οι στιγμές που είχα αποτυπώσει που έκαναν το είναι μου να αγαλιάζει δεν συγκίνησαν κανέναν – παρα μόνο αυτούς που με ήξεραν προσωπικά και μπορούσαν να καταλάβουν, κι αυτό είναι το κλείδι (αν και όχι αυτό που πραγματικά επιθυμείς όταν ανεβάζεις τις φωτογραφίες δημοσίως).
Αργότερα κατάλαβα ότι οι φωτογραφίες μου, σαν προσωπικό στιλ και μέσο έκφρασης, θέλω τελικά να αγγίζουν το εγκεφαλικό, όχι το καθαρά αισθητικό, να είναι η αφετηρία ενός πολυμεσικού και πνευματικού παιχνιδιού το οποίο θα ερέθιζει τη γλώσσα και τη φαντασία, όχι μόνο τα μάτια. Πήρε καιρό μέχρι να φτάσω σε αυτό το συμπέρασμα και να αποδεχτώ ότι αυτό είναι που μου αρέσει, και για πολύ καιρό δεν μπορούσα να καταλάβω ότι ο τρόπος μου δεν ήταν ο ευκολότερος για κάποιον ο οποίος δεν θα με ήξερε ή θα έβλεπε τη φωτογραφία γι’αυτό που φαινόταν. Ο τρόπος μου ήταν διαφορετικός από το κοινό, από το γνωστό, αλλά ήθελα να συναγωνιστώ μαζί του – δεν υπονοώ ότι το εύκολο είναι χειρότερο, απλά απαιτεί ένα διαφορετικό είδος αντίληψης (intuitive vs sensing // αισθητικό vs διαισθητικού).
Στην πορεία, διάφορα σάιτ και πετυχημένα κανάλια ρύθμισαν το ασυνείδητο μου σχετικά με το τι σημαίνει καλή και όμορφη φωτογραφία. Οι βόλτες μου στο flickr και σε άλλα σάιτ φωτογραφίας με έκαναν να νιώσω μικρός. Αρκετές φωτογραφίες μου επιρεάστηκαν -δυστυχώς- από αυτά τα πρότυπα, όμως ποτέ δεν μπόρεσα στ’αλήθεια να τα μιμηθώ, ίσως γιατί δεν τα ένιωθα πραγματικά δικά μου. Παίζει ρόλο φυσικά και το ότι για να γίνεις γνωστός πρέπει να πλασάρεις τις φωτογραφίες ή/και τον εαυτό σου με τον σωστό τρόπο, πρέπει να κάνεις δημόσιες σχέσεις. Κι αυτό είναι απλά κάτι που δεν ήθελα και εξακολουθώ να μη θέλω να κάνω. Αυτό που άργησα να καταλάβω είναι ότι το να είσαι πετυχημένος και διάσημος στο flickr και στο web γενικότερα δεν σημαίνει ότι βγάζεις καλές φωτογραφίες, αλλά ότι βγάζεις δημοφιλείς φωτογραφίες. Και ποιος δεν θέλει να είναι δημοφιλής;
Δημοφιλής. Γνωστός. Αποδεκτός. Εκτιμημένος.
Αν σκάψω βαθιά (αλλά όχι και τόσο βαθιά), αυτές τις λέξεις θα βρω σαν απάντηση στο γιατί η φωτογραφία με συνόδεψε αυτά τα χρόνια.
Αρχικά, ήθελα αποδείξεις, εξωτερικεύσεις αυτών που έβλεπα και βίωνα, όπως έλεγε και ο τύπος στο Alice in den Städten που είδαμε με τη Δάφνη χτες. Βασικά δεν είμαι σίγουρος αν αυτό έλεγε αλλά εκείνη τη στιγμή αυτό πήρα οπότε το κρατάω έτσι. Αποδείξεις για αυτά που ζούσα. Αντικειμενικές αποδείξεις που θα μπορούσα να μοιραστώ, να αρχειοθετήσω, να κρατήσω και να εξασφαλίσω την ύπαρξη τους στο μέλλον. Μια ψηφιοποίηση της ζωής μου και των άλλων, όσο πίστευα τότε πως η φωτογραφία πραγματικά απαθανάτιζε (απο + αθανατίζω [<αθάνατος]) τη ζωή. Μόνο έτσι θα μπορούσα να μοιραστώ το ποιος πραγματικά είμαι </drama_queen> και να ανακαλύψουν όλοι οι άλλοι, που δεν με αποδεχόντουσαν, ποιος ήμουν πραγματικά! Έλα όμως που δεν λειτουργεί ακριβώς έτσι… Οι ανάγκες των ανθρώπων παραμένουν, και αυτή η ανάγκη μου για αποδοχή αργότερα μεταμορφώθηκε στην ανάγκη για καλλιτεχνική επιβεβαίωση.
Πόσταροντας φωτογραφίες ονλάιν μπορείς να καταφέρεις τρία πράγματα: 1) να δείξεις τί ζωή κάνεις, 2) να δείξεις πόσο γαμάτες φωτογραφίες τραβάς αλλά και 3) να δημιουργήσεις μια καλλιτεχνική ιντερνετική περσόνα. Ποτέ δεν έπεσα τελείως θύμα αυτής της ματαιόδοξης παγίδας, αλλά φλέρταρα επικίνδυνα μαζί της αρκετές φορές. Ενδεικτικά, η Δάφνη μου έχει πει ότι είμαι διαφορετικός όπως φαίνομαι στο μπλογκ μου και διαφορετικός στην πραγματικότητα. Αυτό είναι μια επιτυχία ή όχι; Το ψάχνω ακόμα, ποιος είμαι, ποιος θέλω να είμαι, ποιος θέλω να φαίνομαι ότι είμαι, αν έχουν σημασία όλα αυτά τελικά κ.ο.κ. Και το γεγονός ότι μου έχει σφηνώσει στο μυαλό ότι ακόμα και το να επιλέξω να μην δημοσιεύω φωτογραφίες για λόγους γοήτρου, απλότητας ή τρόπου ζωής είναι και αυτό μια κατασκευασμένη ταυτότητα που θα προάγω με συγκεκριμένους τρόπους, δεν βοηθάει τα πράγματα…
Φέτος λοιπόν έχω βγάλει πολύ λίγες φωτογραφίες, ειδικά αν βάλω κάτω πόσα ταξίδια έχω κάνει. Σίγουρα φταίει ότι τώρα (ξανα)έχω και τη δυνατότητα να τραβήξω και βίντεο (το οποίο δείχνει πως η επιλογή δεν είναι πάντα καλό πράγμα) Συνεχώς διερωτάμαι «γιατί θέλεις να το φωτογραφίσεις αυτό; Τι θέλεις να δείξεις; Ποιον προσπαθείς να εντυπωσιάσεις; Δεν σου φτάνει απλά να το κοιτάζεις, να το απολαμβάνεις;» Είναι μια σκέψη που σίγουρα δεν μοιράζονται πολλοί μαζί μου: συνεχώς βλέπω περισσότερες φωτογραφίες και φωτογράφους (το οποίο αυτόματα ρίχνει κατακόρυφα την αξία της ίδια της φωτογραφίας) και νιώθω όλο και λιγότερη θέληση να μπω σε όλο αυτό, να συνεχίσω να καταγράφω ή να δημιουργώ. Και αν δημιουργώ, μπορεί να μην το ποστάρω για τους ίδιους ακριβώς λόγους. Βρίσκω πως αυτά που μπορώ να πω για τη ζωή μου, για τη ζωή των άλλων και τη ζωή γενικότερα με τη φωτογραφία, δεν συμβαδίζουν με αυτά που είμαι καλύτερος ή πιο ικανός στο να λέω ή με αυτά που θέλω να πω.
Σίγουρα έχει να κάνει και με τον καταιγισμό εικόνας που βλέπω παντού στο web πια, απ’το Tumblr (λινκ για το δικό μου) και τη μια καταπληκτική φωτογραφία μετά την άλλη («τι μπορώ εγώ να συνεισφέρω άραγε σε αυτή την τελειότητα;») μέχρι το facebook και το Instagram, όπου κάθε ασημαντότητα και μικρότητα είναι άλλη μια ευκαιρία για τα προβάλλουμε τον ναρκισισμό μας, το πόσο γαμάτοι είμαστε και το πόσο γαμάτα πράγματα κάνουμε. Θέλω να κάνω γαμάτα πράγματα, αλλά όλο και περισσότερο νιώθω πως δεν είναι ευγενικό, πρέπον ή… πώς να το πω… θα προσπαθήσω να το πως όσο λιγότερο σνομπίστικα μπορώ: πολιτισμένο, να τα εικονοποιώ και να τα κάνω προιόντα, διαφημίσεις για την οντότητα cubilone στον παγκόσμιο δίκτυο τελειότητας, εντυπωσιασμού και καμένης δημιουργικότητας και σύγκρισης στο οποίο μεταλλάσσεται το ψηφιακό περιβάλλον.
Οι ψηφιακές κοινότητες σε κάνουν να θέλεις να ανταγωνιστείς τους άλλους σε δημοτικότητα και να νιώσεις αγαπητός, κι έτσι αγχώνεσαι για τα πόσο likes ή favs θα έχει μια φωτογραφία – παύει να είναι απλά η καλλιτεχνική σου έκφραση. Είναι ειρωνικό πως έχω σπουδάσει πολιτισμική τεχνολογία και επικοινωνία και έχω αυτές τις αιρετικές απόψεις… αλλά έχω ακαδημαϊκοποιηθεί αρκετά ώστε να καταλαβαίνω πως ακόμα και το γεγονός ότι η εικόνα θεοποιείται μέσω των ψηφιακών μέσων και η κριτική σε αυτό το γεγονός είναι και αυτή, αναμφίβολα, μέρος του ψηφιακού πολιτισμού, από μόνο του χαίρει ανάλυσης.
Τι θα γίνει από εδώ και πέρα, δεν το ξέρω. Προφανώς η σχέση μου με τη φωτογραφία είναι πολύπλοκη και δεν μπορώ ούτε και θέλω να την εγκαταλείψω τόσο εύκολα. Πιστεύω όμως όλο και λιγότερο στους φωτογράφους ή στους κανόνες: στο I See Green είδα παιδιά να τραβάνε καταπληκτικές και εμπνευσμένες φωτογραφίες με τα κινητά τους ή με μηχανές που δεν ήξεραν καν πώς λειτουργούσαν, κι εγώ, νιώθοντας την ανάγκη να τραβήξω κάτι ιδιαίτερο ή αξιόλογο (και με τους κανόνες σταθερά στο μυαλό), με τον καλό φακό και την καλή μηχανή δεν είχα τελικά τίποτα να δείξω. Αυτό ήταν τροφή για σκέψη και έμπνευση…
Θέλω να αντισταθώ στην υπέρτατη δύναμη της εικόνας και να μην χάσω όλα όσα μπορείς να χάσεις αν την αφήσεις να διεισδύσει μέσα σου ολοκληρωτικά. Θέλω να ζω στο τώρα, και φωτογραφίζοντας το τώρα, αναγκαστικά ζεις στο πριν, στο χτες, ή ακόμα μεταφέρεις την απόλαυση της στιγμής στο αύριο. Απ’την άλλη, έρχοντας σε επαφή με την μπλοκαρισμένη μου δημιουργικότητα, θέλω να δείξω πράγματα, ομορφιά, να μοιραστώ ακριβώς αυτές τις στιγμές με τον δικό μου καλό τρόπο, και όχι τον δημοφιλή ή τον σωστό τρόπο. Θέλω να (ξανα)γίνω καλλιτέχνης της φωτογραφίας, όχι ένα θύμα της δύναμης της, της ευκολίας. Να εκφραστώ με τη βοήθεια της, όχι να δειχτώ ή να την χρησιμοποιήσω ως προστασία απέναντι στη ροή του χρόνου. Να μην απογοητευτώ από το πόσο δύσκολο μου φαίνεται να ακολουθήσω τους κανόνες, αλλά να τους αφήσω να με οδηγήσουν μακριά τους. Να την αφιερώσω και να την προσφέρω στους άλλους, όχι να σαγηνεύσω τους άλλους με αυτήν.
Σε άλλα 10 χρόνια θα σας πω τα αποτελέσματα αυτής της αναζήτησης – ή θα τα δείτε, αν οι λέξεις μέχρι τότε είναι άχρηστες.
Γιατί να τον πάρω φωτογραφία; Και γιατί στον άλλον έδωσα ψιλά, που δεν το κάνω ποτε;
Πριν μερικές μέρες περπάταγα στους δρόμους του κέντρου. Ήταν οι πρώτες μέρες της απεργίας του μετρό. Από όλους τους ικέτες, άστεγους και άλλους λιγότερο τυχερούς από εμάς που προσπαθούμε να τους αγνοούμε και να τους αποφεύγουμε, έπεσε το μάτι μου σε έναν συγκεκριμένο, ενώ περπάταγα την Πανεπιστημίου. Καθιστός και χουχουλωμένος στις κουβέρτες του, διάβαζε ένα τεύχος Μίκυ Μάους. Κοντοστάθηκα.
Η πρώτη μου σκέψη ήταν: αυτή θα ήταν ωραία φωτογραφία. Η σκέψη ήρθε πριν από τα συναισθήματα που θα με έκαναν να θέλω να την φωτογραφίσω, αλλά αυτή είναι μια άλλη ιστορία.
Ήταν όντως μια συγκινητική στιγμή. Η παιδική, αθώα ματιά στον κόσμο συναντούσε την απόλυτη σκληράδα, τη ζωή που θα μπορούσε να αντιπροσωπεύσει το αντίθετο της αθωότητας. Ήταν σαν τη σκηνή από το Samsara – άλλη φορά θα γράψω για την υπερτατότητα αυτής της ταινίας και του Baraka, το οποίο πρίζω τους πάντες να δουν αλλά κλασικά έχουν τη δική τους λίστα στην οποία δύσκολα χωράνε προτάσεις, όπως έχουμε όλοι μας. Σε αυτή τη σκηνή ένας τύπος, μπρατσαράς, γεμάτος τατουάζ, έχει αγκαλιά ένα μωρό. Μια στιγμή, το βρήκα. Ο άστεγος και ο τατουαρισμένος πατέρας παίζουν με τις προσδοκίες μας: τι σημαίνει να είσαι άστεγος; Φανταζόμαστε, εμείς οι ένστεγοι, ότι οι άστεγοι πρέπει να μην έχουν ενδιαφέροντα και σκέψεις, αφού όλη μέρα πίνουν ή κοιμούνται ή ικετεύουν. Ή διαβάζουν παιδικά κόμικς. Ή ρεμβάζουν. Βλέποντας έναν τατουαρισμένο συμμορίτη ποτέ δεν θα περιμέναμε ότι θα μπορούσε να κρύβει μέσα του κάτι σαν… τρυφερότητα. Και αυτό μας είναι που μας κάνει εντύπωση στη σκηνή. Τα πράγματα που μας μένουν είναι αυτά που σπάνε τις προσδοκίες, και καθώς οι προσδοκίες και η κοσμοθεωρίες σπάνε, αφήνουν φως να μπει από αυτό το καλοχτισμένο αλλά καθόλου μελετημένο τοίχο που έχουμε χτίσει γύρω μας ώστε να βλέπουμε τη ζωή μόνο όπως θα περιμέναμε ήδη να τη δούμε. Το φως αυτό λέγεται νέες εμπειρίες αλλά το τείχος που το εμποδίζει δεν αργεί να ξαναχτιστεί, αν είμαστε τυχεροί τουλάχιστον θα είναι με καινούργια, φωτεινά τούβλα.
Δεν τα γράφω όλα αυτά για να κάνω ανάλυση του γιατί μου έκανε εντύπωση η συγκεκριμένη σκηνή, έστω κι αν μόλις το έπραξα. Τα γράφω γιατί το πρώτο πράγμα που μου ήρθε στο μυαλό, η πρώτη σκέψη, ήταν ότι η σκηνή θα ήταν μια ωραία φωτογραφία, και φυσικά όλα τα παραπάνω θα μπορούσε να τα πει μια φωτογραφία χωρίς να χρησιμοποιεί λέξεις – κατα πάσα πιθανότητα πολύ πιο εύγλωτα. Ποιος καλύτερος τρόπος από το να απεικονίσεις αυτήν την αντίθεση, αυτό το «τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται και μόλις σας ανέτρεψα -έστω και λίγο- τα αρχέτυπα και τις εικόνες που χρησιμοποιούσατε για να βγάλετε νόημα από αυτόν τον κόσμο»;
Όντως, αν ήθελα να το κάνω αυτό θα ήταν ένας πολύ καλός και πετυχημένος τρόπος να το κάνω. Να βγάλω τη φωτογραφία. Όποτε σωστά το σκέφτηκα όπως κάθε καλλιτεχνική φύση.
Η δεύτερη σκέψη όμως που έκανα, η οποία ήρθε αμέσως μετά την πρώτη, πήγε τα πράγματα σε ένα τελείως άλλο επίπεδο: «γιατί; Γιατί θέλω να τραβήξω συγκεκριμένα τη δυστυχία/ευτυχία/καθημερινότητα ενός ανθρώπου; Ακόμα κι αν λέγαμε ότι κάνω τέχνη, μήπως το ότι είναι άστεγος είναι ένα στοιχείο το οποίο θα χρησιμοποιούσα για να συνεισφέρω στην αίγλη της φωτογραφίας αλλά και στο image μου (pardon the pun) ως αυτού που κοίταξε μέσα από τον φακό και πάτησε το κλείστρο; Έτσι θα έδειχνα ότι συγκινούμαι ή/και νοιάζομαι για τους χτυπημένους από την ανισορροπία του κόσμου. Ας μην ξεχνάμε, τραβώντας τους φωτογραφίες είναι πολύ in και σου προσδίδει μια κοινωνική ευαισθησία γιατί έτσι δείχνεις ότι προσέχεις τους άστεγους και δεν τους προσπερνάς αδιάφορος σαν όλους τους άλλους. Ποια σχέση όμως με αυτόν τον άνθρωπο θα προκύψει, τον οποίο ουσιαστικά θα χρησιμοποιήσω για να τραβήξω ένα ωραίο και ενδιαφέρον θέμα – ας μην το κρύβουμε, για να πουλήσω συγκίνηση και μια “χαμένη ομορφιά στη μαγεία της στιγμής”;»
Δεν τον τράβηξα φωτογραφία. Ένιωθα πως θα τον προσέβαλα. Θα ένιωθε (έκ)θεμα. Θα ένιωθε πως το ενδιαφέρον μου για αυτόν θα άρχιζε και θα τελείωνε ακριβώς στο τί θα μπορούσα να κερδίσω εγώ από αυτόν ως «απαθανατιστής της στιγμής». Αυτό που με προβλημάτισε είναι ότι θα είχε δίκιο.
Η ηθική υπόσταση του να αφαιρείς τους ανθρώπους από το χρόνο και τον χώρο, να τους εξαπλουστεύεις και να τους δίνεις τη δική σου νοηματοδότηση και παράλληλα το ερώτημα αν δημιουργείται ακόμα και αν χρειάζεται να υπάρχει μια ανθρώπινη σχέση κατανόησης και σεβασμού ανάμεσα στο θέμα και στον φωτογράφο έχει απασχολήσει φωτογράφους πολύ πιο εμπνευσμένους από εμένα. Είναι βρίσκω ένα σωστό ηθικό δίλημα: πρέπει να αντιμετωπίζουμε τους ανθρώπους που θα βρεθούν στη φωτογραφία μας σαν κάποιον με αισθήματα ή θα μπορούσαν κάλλιστα να είναι και ρομπότ, υποθετικά μιλώντας χωρίς αισθήματα ή απόψη σχετικά με το αν θέλουν να φωτογραφηθούν ή όχι;
Έφυγα χωρίς να πάρω φωτογραφία άλλα έγραψα αυτό το κείμενο. Πόσο διαφορετικό είναι κατα βάθος;
—
Σήμερα περπάταγα με την Ινές (^Ω^) στην Ερμού και πετύχαμε αυτόν τον τύπο.
Δεν δίνω γενικά λεφτά σε μουσικούς του δρόμου, άστεγους ή πρεζάκια. Δεν ξέρω γιατί. Ίσως γιατί με ενοχλούνε με τη συχνά πλαστή μιζέρια τους. Μια βολική απάντηση είναι ότι έχω αναπτύξει άμυνες ώστε να μην τους «λυπάμαι υπερβολικά» και να τους δίνω κάτι πάντα, όπως ίσως θα έκανα αν έμενα και μετά την ενηλικίωση με την ατέλειωτη συμπόνοια που έχει ένα παιδί, αν ο κόσμος δεν με είχε κάνει πιο κυνικό και φοβισμένο τις περισσότερες φορές να νοιαστώ. Μπορεί να είναι μια ειλικρινής απάντηση αλλά δεν αλλάζει το γεγονός ότι τους αποφεύγω και κοροϊδεύω τον τον εαυτό μου λέγοντας του ότι είναι παράπλευρα θύματα μιας ανεξέλεγχτης για αυτούς κατάστασης, σαν τη θαλάσσια πανίδα γύρω από τα νησιά Μπικίνι τη δεκαετία του ’50, και ότι δεν θα πρέπει να τους αφήνω να με επηρεάζουν αρνητικά. Αν κάνουμε ότι δεν υπάρχουν, ίσως να καταφέρουμε μέχρι το τέλος της ημέρας να μην έχουμε φύγει από την κοσμάρα μας.
Σε αυτόν τον τύπο τελικά έδωσα 50 λεπτά, ξεκινώντας να σκέφτομαι τι ήταν αυτό που τελικά με έκανε να ανοίξω το πορτοφόλι σε εκείνη την περίπτωση. Μάλλον με κέρδισε επειδή με έκανε να νιώσω άνετα με την ιδέα ότι αυτό που πραγματικά ψάχνω είναι την επιβεβαίωση ότι ο κόσμος εκεί έξω είναι πραγματικά καλός, αισιόδοξος, αρκει να ψάχνεις την ομορφία σε κάθε μέρα, και όλα τα υπόλοιπα, κάτι που οι νορμάλ άστεγοι/μουσικοί του δρόμου απλά μου το καταπνίγουν. Ο άστεγος με τα Μίκυ Μάους μου άγγιξε την ίδια ευαίσθητη χορδή.
Ποια έιναι όμως η πραγματικότητα: αυτό που ο καθένας μας διαλέγει ως έκφραση της δικής του τέχνης ή όλες οι κοινοτοπίες από τις οποίες τρέχει μακριά; Μάλλον η απάντηση σε αυτή την ερώτηση είναι από αυτές που κρίνουν την γενικότερη στάση σου προς την ζωή, όπως το αν προτιμάς τους σκύλους ή τις γάτες, ή αν πιστεύεις ότι τα μακροχρόνια σχέδια έχουν νόημα. Το πρόβλημα ξεκινάει όταν καμιά απάντηση δεν σου κάνει, κυρίως στις ερωτήσεις που θέτεις εσύ στον εαυτό σου. Και αυτό το λέω για καλό.
Εκατό στόχοι μου μέχρι τα εικοσιπέντε
Λίστες των εκατό· ένας ωραίος τρόπος για να βάζεις σε τάξη τις σκέψεις και τις προτεραιότητες σου για οποιοδήποτε θέμα. Απαιτoύν συγκέντρωση και είναι τόσο αποτελεσματικές γιατί ακριβώς είναι τόσο πλουραλιστικές. Το εκατό ακούγεται πολύ μεγάλο και ακριβώς γι’αυτόν τον λόγο πιάνει: αφού γράψεις τα προφανή, αν αναγκάσεις τον εαυτό σου να φτάσεις στο 100, σου σκάνε σαν πυροτεχνήματα θαμμένα θέλω και ιδέες στα οποία μπορείς να φτάσεις μόνο αν κάτσεις εκεί για μερικές ώρες, χωρίς να αποσπαστείς, έχοντας μπει in the zone, έχοντας οιρμό.
Την πρώτη φορά το είχα κάνει για πράγματα που μου αρέσουν: είχα γράψει εκατό πράγματα που με κάνουν πραγματικά χαρούμενο, μια περίοδο που ένιωθα κενός, χωρίς ενδιαφέροντα και κυρίως χωρίς πάθη. Από τότε, το κάνω κάθε τόσο με εκατό στόχους. Μέχρι τώρα, καταφέρνω και εκπληρώνω λιγότερο από τους μισούς στους προκαθορισμένους μου χρόνους.
Αυτούς τους μήνες νιώθω ξανά ένα χάσιμο, μια στασιμότητα, αυτή την έλλειψη πάθους που νιώθεις όταν βλέπεις τη ζωή σου να κυλάει χωρίς να την πιάνεις από τα αρχίδια και να την κάνεις αυτό που θέλεις, γκρινιάζοντας ταυτόχρονα. Είναι ντροπή να έχω τόσες ανέσεις, τόσο χρόνο και τόσες δυνατότητες και να αναλώνομαι. Προσβλητικό για όσους δεν έχουν, για την ανθρώπινη μου υπόσταση, για τη ζωή (πωωω το έκανα πολύ έπικ). Κάτι τέτοιες στιγμές έρχεται η ώρα για τέτοιες λίστες.
Για πρώτη φορά δημοσιεύω εδώ μία. Το κάνω για τρεις λόγους:
1) Δημοσιεύοντας κάτι κατα κάποιον τρόπο το επισημοποιείς, έχεις κάτι για το οποίο κάποιος μπορέι να σου πει «Επ! Είπες ότι θα έκανες αυτό και κάνεις το άλλο!» Και ναι, (και) αυτόν τον ρόλο θα ήθελα να πάρετε, αγαπητοί αναγνώστες, του ελεγκτή.
2) Διαβάζοντας τη νομίζω θα με μάθετε καλύτερα ή θα ανακαλύψετε κάτι που δεν ξέρατε για μένα — είναι σίγουρα κι αυτός ένας απ’τους λόγους για τους οποίους έχω αυτό το μπλογκ, ως διέξοδο για αυτά τα οποία δεν λέω σχεδόν ποτέ. Ως γνήσιος INFP [2] [3], η πρωταρχική μου γνωστική λειτουργία είναι εσωστρεφής και αόρατη σε όλους εκτός από εμένα. Σε αυτό το ποστ, δημοσιεύω και πράγματα για τα οποία μιλάω ακόμα σπανιότερα και σε άλλες περιπτώσεις μπορεί να έβρισκα άστοχο να γράψω ακόμα κι εδώ. Εν μέρει είναι απελευθερωτικό και απ’την άλλη… πραγματικά, σε αυτή τη φάση, δεν με νοιάζει τι θα σκεφτεί ο καθένας. Είμαι αυτός που είμαι και είμαι περήφανος — μόνο έτσι μπορώ να χαράξω τη δική μου πορεία, αυτό που πιστεύω ότι όλοι μας οφείλουμε στον εαυτό μας, αλλά και στον κόσμο, να κάνουμε.
3) Νιώθω ότι είναι κάτι καλό για να γράψω μετά από μια περίοδο θα έλεγα σχετικής αδράνειας στο Cubilone’s Dimension αλλά έντονης αόρατης εσωτερικής διεργασίας. Ελπίζω πως η παρακάτω λίστα θα φανεί και σε εσάς χρήσιμη· θα σας δώσει ιδέες για μια δική σας λίστα, ή στην καλύτερη περίπτωση, πραγματική έμπνευση και δύναμη για αλλαγή.
—
Τα παρακάτω είναι αντιγραμμένα κατευθείαν όπως τα έγραψα στο χαρτί χωρίς καμία αλλαγή ή βελτίωση.
—
Βράδυ της 20ης Νοεμβρίου 2012
Πορίνου 8, Ακρόπολη
Έξω βρέχει… απόλυτη ησυχία, εκτός από τον ήχο της βροχής και τη ζωή της γειτονιάς…
–@–
Λίστα με τα 100 πράγματα που θέλω να κάνω τα επόμενα… χμ… πόσο μεγάλο διάστημα να πω; ΟΚ: Μέχρι να κλείσω τα 25, τις 26 Φεβρουαρίου 2014 { είμαστε στο μέλλον! The dystopians were right… }
- Μου αρέσει αυτή η προσοχή που δίνω σε αυτό το χαρτί, στη διαδικασία. Μπορώ να εξασκήσω τη συγκέντρωση μου; Ήσυχα μέρη, χωρίς διακοπές και distractions. Να μπορώ να εξασφαλίζω πάντα στον ευατό μου τέτοιες στιγμές, τις έχω περισσότερη ανάγκη απ’ότι νομίζω.
- Να αποφεύγω λάθη όπως το παραπάνω. Αλήθεια, έχω κάποιας μορφής διάσπαση προσοχής; Focus, attention! Και ας βρω αν έχω.
- Να μπορώ να είμαι αλήθινος και δοτικός στους ανθρώπους που έχουν σημασία.
- Να καταλάβω ότι χρειάζονται επιλογές και στους ανθρώπους, αν και αυτό δεν σημαίνει ότι δεν μπορώ να είμαι αληθινός σε όλους.
- Να μη σταματήσω να προκαλώ τα όρια μου, να μην επαναπαυθώ σε καμιά περίπτωση. Καλά τα πάμε μέχρι τώρα, αλλά μπορώ και καλύτερα, ε;
- Να μάθω να οραματίζομαι. Να μπορώ να φτιάξω το μέλλον μου σαν αποτέλεσμα των άπειρων επιλογών και των πραγματικών μου επιθυμιών. Alan Watts: what would you do if money didn’t count? Kyle Cease: you can make money doing what you love…
- Άλλο από Kyle Cease: οραματίσου αυτό που σε αγχώνει, αυτό που θέλεις, λες και έχει ήδη γίνει. Έτσι κάνεις τον εγκέφαλο σου αφ’ενός να απομυθοποιήσει τη διαδικασία, αφ’εταίρου να δημιουργήσει τον τρόπο (για να δικαιολογήσει την ασυνέχεια «πραγματικότητας» και «φαντασίας») τον οποίο θα χρησιμοποιήσεις για να κάνεις πραγματικότητα αυτό που φοβάσαι/ονειρεύεσαι. Ενδιαφέρον που αυτά τα δύο πάνε μαζί… Αν κάποιος σε πίεζε να κάνεις αυτά που ονειρεύεσαι, τότε θα φοβόσουν. Απλά πρέπει να κάνεις αυτά που φοβάσαι όνειρα.
- Να εξερευνήσω τη σεξουαλικότητα μου. Φοβάμαι το σεξ; Το έχω συνδεδεμένο, βαθιά μέσα μου, με κάτι το λάθος ή άξεστο, ακόμα κι αν πνευματικά έχω ριζοσπαστικές απόψεις πάνω στο θέμα; Μήπως η επιλεκτικότητα μου εκφράζει μια τελειομανία και η τελειομανία, με τη σειρά της, κάποιο κόλλημα ή μπλοκάρισμα;
- Σε αυτό βοηθάει το NoFap. 47 απ’την τελευταία φορά (αυτό είναι το τρίτο reboot), πρέπει να αντέξω άλλες 43. Κι ελπίζω μέχρι τα 25 (λέμε τώρα) να το συνεχίζω και να με βάλει σε μια διαδικασία απαγκίστρωσης και απελευθέρωσης (όπως και κάνει).
- Έγραψα «ελπίζω». Όχι. Ι shall do or I shall not do. If there is no try, much less is there a hope. Όπως λένε και οι Minimalists: make your have-tos into need-tos (και want-tos, φυσικά, ως αντίστροφη προέκταση του «δεν υπάρχει δεν μπορώ, υπάρχει δεν θέλω»).
- Metroidvanias. Mου αρέσουν αυτά τα games… Πρέπει (θέλω!) να βρω περισσότερα του είδους, εμπνέουν.
- Θέλω να γίνω καλός στο σχέδιο. Δεν θέλω να ζωγραφίζω ρεαλιστικά — θέλω να καταφέρω το χρώμα, το μελάνι και όποιο άλλο μέσο, να είναι προέκταση της εγκλωβισμένης μου φαντασίας. Για να μπορώ να απεικονίζω ότι η φωτογραφία δεν μπορεί αλλά και ούτε θα ήθελα να μπορεί… Να αιχμαλωτίζω μια αισθητηριακή στιγμή και η δίοδος πνεύμα → μυαλό → χέρι να είναι αποσυμφορημένη από χοληστερίνη πεζής αηδίας και δημιουργικών μπαμπούλων και ανασφαλειών.
- Ποιοι είναι αυτοί οι μπαμπούλες, αυτές οι ανασφάλειες; Τι έχασα από τότε που ήμουν παιδί που χάνουμε όλοι μας (και όσο περνάνε τα χρόνια νιώθω να χάνω περισσότερο); Δεν μπορώ να αφήνω την κριτική των άλλων να με φοβίζει ή να με σταματάει. Η δημιουργικότητα είναι κάτι το πολύ ανθρώπινο και αν το καταπιέσουμε, σίγουρα έχουμε χάσει όχι μόνο ένα κομμάτι του εαυτού μας αλλά και ένα μέρος του τι μας κάνει ανθρώπους, όχι αυτόματα. Οπότε: να σταματήσω να αφήνω τη δημιουργικότητα μου να κατυεθυνέται από τον φόβο της απόρριψης που μου καλλιεργήθηκε από τότε που ήμουν παιδί.
- Σε εκείνη την ομάδα δραματοθεραπείας, είχα «δημιουργήσει» όταν είχα ξεχάσει πως με κοίταζαν, ότι ήμουν κάτω απ’το μάτι της κρίσης. Άφησα τον εαυτό μου ελεύθερο όταν ήμουν η τυφλόμυγα και έψαχνα τους άλλους. Η Δώρα μου είπε ότι όσο δεν ένιωθα ότι με κοίταζαν, κινούμουν σαν να χόρευα. Μου πρότεινε να κάνω χορό — σύγχρονο, κάτι χωρίς κανόνες, γιατί η αλήθεια είναι πως φοβάμαι τους κανόνες. Άλλη ιστορία αυτή. Να δοκιμάσω χορό λοιπόν.
- Να κάνω γιόγκα. Μπορεί έτσι μια μέρα να ξαναδώ την Κωνσταντίνα. (:Ρ)
- Εδώ και λίγες μέρες τρέχω στο άλσος και κάνω γυμναστική. Σίγουρα θέλω να το συνεχίσω και να φροντίζω το σώμα μου από πλευράς άθλησης. Short-term: να πηγαίνω κάθε μέρα. Ρεαλιστικά, σε βάθος χρόνου, το λιγότερο 3 φορές τη βδομάδα!
- Να κάνω αναρρίχηση. Γι’αυτό είναι απαραίτητο να μπορώ να σηκώνω το βάρος μου άνετα.
- Να έχω κάνει λίγη τουλάχιστον ιστιοπλοΐα. Τι το έχω το δίπλωμα;
- Οι μεγάλες πεζοπορίες παραμένουν μεγάλο όνειρο… Camino de Santiago, κάποια μεγάλη ευρωπαϊκή διαδρομή.. Υπάρχει αυτό που συνδέει την Ελλάδα με το Nordkapp και ξεκινάει νομίζω από τη Σαμοθράκη. Να κάνω μια ΜΕΓΑΛΗ ΔΙΑΔΡΟΜΗ. Διόρθωση: αυτό το μονοπάτι είναι το Ε6, το οποίο τελειώνει στη Φινλανδία, και όχι στο Nordkapp. Δεν υπάρχει ευρωπαϊκό μονοπατί που να φτάνει μέχρι εκεί.
- Το ίδιο αλλά σε ποδήλατο. Και τώρα που το σκέφτομαι, γιατί όχι όλον τον κόσμο και να περιοριστώ Ευρώπη; Αυτό ίσως μετά τα 25 (όχι! Μην σου βάζεις νοητούς φραγμούς!)
- Ωτοστόπ. Ή να κάνω carpooling, και αυτό λέει.
- Μετά από την πρώτη εμπειρία ελεύθερου camping στη Γαύδο, θέλω να το ξανακάνω τουλάχιστον άλλη μια φορά. Αλλά για 2 βδομάδες.
- CELTA. Σημαντικό, όχι;
- C1 Γερμανικά.
- C1 Ισπανικά.
- Μια περίεργη μη-ευρωπαϊκή γλώσσα σε κάποιο βασικό επίπεδο. Αραβικά, ίσως;
- Βόρειο Σέλας. Ναι, για άλλη μια φορά, πρωτοστατεί στις λίστες μου. Το θυμάμαι ήδη απ’το 43 Things που είχα κάνει στην Γ’ Λυκείου (πάνω από 6 χρόνια πριν).
- Να στέλνω περισσότερα γράμματα, γραμμένα με κέφι. Δεν θέλω να ξαναγίνει ό,τι έγινε με την Κίρσι. Πόσο με πειράζει αν «δεν έχω να γράψω τίποτα σημαντικό»;
- Να καλλιεργήσω μανιτάρια. Για φαί ντε, για ποιον με περάσατε; :Ρ
- Να κάνω δικό μου ανακυκλωμένο χαρτί.
- Να κάνω δικό μου αλκοόλ.
- Να έχω και να προσέχω φυτά. Γιατί όχι και καλλιέργειες!
- Λες να μπορώ να γίνω νέος αγρότης, όπως αυτόι στους Πρωταγωνιστές και αυτοί με τους οποίους ασχολείται η Καρίνα; Δύσκολο… αλλά απίστευτη εμπειρία και το έχω ανάγκη να δουλέψω με τα χέρια μου.
- Να κάνω χειρονακτικό εθελοντισμό.
- Και άλλου είδους, γιατί όχι; Μόνο μη μου δώσετε παιδιά!
- Κάπου κάπως έλεγα ότι θα μαγείρευα μόλις γύρισα από τη Δανία. Τι απέγινε αυτό; Ποιος θα κερδίσει, η ευκολία ή η απόλαυση; Ψηφίζω κουνουπίδι με κάρυ!
- Να δοκιμάσω για έναν μήνα τη διατροφή/δίαιτα με τους χυμούς. Είναι όσο καλή λένε, τόσο αποτοξινωτική, πορωτική και δυναμωτική;
- Σκάλες όπου έχει σκάλες! Το’χουμε;
- Αστρική προβολή και lucid dreams. Άλλο ένα στανταράκι. Μπορώ να έχω ΟΒΕ μέχρι το 2014 και να έχω φτάσει στο σημείο να έχω τουλάχιστον ένα lucid dream κάθε τρεις μέρες;
- Να κάνω ένα πετυχημένο one-night-stand.
- Να έχω ξεφορτωθεί τουλάχιστον τα μισά μου υλικά αγαθά.
- Ξέρω στ’αλήθεια πο είναι όλα τα second-hand; Μπορώ να βρω σίγουρα και περισσότερα…
- Να έχω συμμετάσχει σε φεστιβάλ animation με δύο φιλμάκια.
- Να γίνω καλύτερος στις γυμνές φωτογραφίσεις.
- Να έχω πια μια κάποια εμπειρία στην εκτύπωση φιλμ.
- Να πάω στην Ισπανία.
- Να πάω στην Αμερική — Καναδάς, ΗΠΑ, Μεξικό, Αργεντινή, Περού, Κολομβία, Χιλή, Εκουαδόρ… Μα τι τα μαθαίνουμε τα ισπανικά; Πολύ ακριβό, αλλά I’m thinking big.
- Το Μουσείο Κινηματογράφου στη Θεσ/νίκη με είχε μαγέψει… Θέλω να έχω δει μερικές παλιές ελληνικές ταινίες του ποιοτικού, και όχι και τόσο, κινηματογράφου.
- Να μπορώ να διαβάζω μεγάλα βιβλία, όχι όπως τώρα.
- Να βρω πώς θα μπορώ να κάνω τη χρήση Η/Υ όσο το δυνατόν πιο παραγωγική και χρήσιμη γίνεται. Θέσπιση ορίου χρήσης καθημερικά και μέσα στη βδομάδα.
- Να έχω μια υδρόγειο να χαζεύω. Όπως εκείνη στο Oslo… ^^P
- Να δουλέψω σερβιτόρος για την εμπειρία, όχι επειδή δεν θα υπάρχει τίποτα άλλο που θα μπορώ να κάνω (αυτό θα σημαίνει ότι δεν προσπαθώ αρκετά).
- Να αλλάξω το Cubilone’s Dimension σε κάτι πιο αντιπροσωπευτικό, προσωπικό και δημιουργικό. Στο πνεύμα του Corkboard αλλά πιο ελαφρύ και εύχρηστο.
- Να κάνω free hugs.
- Να βρω τρόπο να ξαναέχω επαφή με το CouchSurfing, εκτός κι αν…
- Να έχω έστω για κάποιο χρονικό διάστημα ζήσει ξανα μόνος ή με συγκατοίκους.
- Να παίρνω τους άλλους πρώτος τηλέφωνο, κάτι στο οποίο είμαι τόσο κακός τώρα… Να λαμβάνω πρωτοβουλίες στις σχέσεις μου.
- Να είμαι σε μια σχέση ισότητας και αλληλοεκπλήρωσης, δηλαδή ο ένας να βοηθάει στην εκπλήρωση, όχι στη συμπλήρωση, του άλλου. Να μην βρω το άλλο μου μισό αλλά αυτήν η οποία θα με θέλει ολόκληρο για να την ζήσω ολόκληρη.
- Να έχω βρει την οικογενειακή μου ιστορία, ό,τι πιο κοντά σε αυτή τέλος πάντων.
- Να κάνω βιντεάκια στο youtube όπου θα μιλάω, για να συνηθίσω να προβάλλω τις ιδέες μου συγκροτημένα και στον προφορικό λόγο!
- Να πίνω περισσότερο τσάι απ’ότι καφέ.
———————————————-
Νυστάζω πολύ οπότε η συνέχεια σύντομα, αν και αυτό πρέπει να γίνεται με τη μία αλλιώς χάνει το νόημα του… Θα κάνουμε μια εξαίρεση!Η συνέχεια… τώρα στο χαρτί μου!
———————————————- - Να μάθω καλύτερα το ΜΒΤΙ.
- Να διαβάσω περισσότερο για αστρολογία, κυρίως τους συμβολισμούς.
- Να εξασκώ το μυαλό μου με γρίφους όπως του κ. Smullyan.
- Να τραγουδήσω σε χωρωδία.
- Θέλω να μάθω και να παίξω μουσική!
- Να αυξήσω το awareness και την παρατηρητικότητα μου.
- Να φτιάξω σκοινί από πλαστικές σακούλες.
- Να έχω βελτιωθεί στη φωτογραφία· κάδρο και εκθέσεις, κυρίως.
- Θα δοκιμάσω τελικά εκείνο το extreme haircut;
- Να πηγαίνω στα Λουτρά πιο συχνά.
- …Ίσως να μην είναι η καλύτερη περίοδος να μάθεις να οδηγείς, ε;
- Τουλάχιστον, κάτι γίνεται με ένα ποδήλατο.
- Αν ξαναέχω ποδήλατο θα πρέπει όμως να μάθω να το περιποιούμαι. Βλέπε: Zen and the Art of Motorcycle Maintenance.
- Να ανάβω περισσότερα κεριά. Αφού lyser er så sød!
- Να μάθω καλύτερα Processing και να κάνω κάτι ωραίο.
- Να φτιάξω έστω μια dystopia/alt-reality ιστορία.
- Να βρω κάτι δημιουργικό να κάνω with all this stuff!!
- Nα τελειώσω ένα μεγάλο RPG στα γερμανικά και ένα στα ισπανικά.
- Τι μπορώ να κάνω για να είμαι πιο ανεξάρτητος γενικά; Τα 25 είναι νομίζω μια καλή ηλικία για να είναι κανείς πιο ανεξάρτητος. Εννοώ, τελείως.
- Να βρω περισσότερα επιτραπέζια και προφορικά παιχνίδια, όπως το Catan και το Contact.
- Να μην διστάζω να γράφω και χαζομάρες στο blog μου.
- Πώς μπορώ να προσφέρω στους γύρω μου καλύτερα;
- Να δοκιμάσω Linux για άλλη μια φορά. Ubuntu this time?
- ΒοοkCross more. Aυτό θέλει και να διαβάζεις πιο γρήγορα.
- Μπορώ μέχρι τότε να έχω τακτοποιήσει τα αρχεία μου;
- Να κάνω μια έκθεση φωτογραφίας.
- Να πηγαίνω περισσότερο στην Αίγινα.
- Να κάνω κάτι που δεν θα έκανα κανονικά: piercing ή τατουάζ;
- Να γίνω early riser, a lark instead of an owl.
- Να εξερευνήσω τους θησαυρούς του progarchives.com, του prog not frog και άλλων τέτοιων.
- Να μάθω να λέω cheers σε 25 γλώσσες.
- Κάποτε, η Charisse μoυ είχε πει ότι όντας τόσο υδάτινος, χρειάζομαι περισσότερη φωτιά στη ζωή μου. Να προσθέσω αυτή τη φωτιά.
- Να πηγαίνω σε ακόμα περισσότερα free stuff όπως είναι ο ΠΟΦΠΑ, είναι ωραία εκεί.
- Να βρω πιο χρωματιστά ρούχα. Βαρέθηκα τα μαύρα και τα σκούρα μπλε.
- Να βελτιώσω τα αγγλικά μου. Κάνω χαζά λάθη και ακόμα υπάρχουν πράγματα που δεν μπορώ να κάνω (να δω κάποιες ταινίες χωρίς υποτίτλους, να καταλάβω τι λένε τα τραγούδια. Αν και, ούτως ή άλλως, δεν ακούω τους στίχους). Επίσης, θέλω να μάθω περισσότερες και πιο εξειδικευμένες, λογοτεχνικές λέξεις.
- Να μην παίρνω τον εαυτό μου υπερβολικά στα σοβαρά — το φυσικό μου είναι το χαλαρό, το αστείο, το παράλογο.
- Να κάνω περισσότερο σκι (βγαίνει και φτηνά τώρα με την κρίση).
- Να συγκεντρωθώ στο να γράφω καλύτερα.
- Να επιζήσω το 2012. :Ρ Και μετά το ’13 θα έχει ενδιαφέρον όταν όλοι συνειδητοποιήσουν ότι υπάρχει και ένα αύριο το οποίο θα είναι στ’αλήθεια άσχημο αν δεν ύπαρχει μια μαζική αφύπνιση σε όλο τον κόσμο. Να είμαι μέρος αυτής της αφύπνισης, ώστε το 2012, αν τίποτα άλλο, να είναι μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία (προς το καλό).