Review: The Art of Dreaming

The Art Of DreamingThe Art Of Dreaming by Carlos Castaneda

My rating: 4 of 5 stars

Carlos Castaneda is certainly considered required reading for any person even slightly interested in the occult, ancient practices, magic, dreams, altered states of existence or completely different planes thereof. This one was the first book by him I finished, if you exclude The Teachings of Don Juan which I began reading in Spanish but never finished because my Spanish just isn’t as good as I’d like it to be yet.

Contrary to other of his works, this one he wrote many years after the events he describes therein had come to pass: apparently they had been buried into his subconscious because of the altered state, the second attention, he had (mostly) been in at the time. Only almost 20 years after his apprenticeship into understanding and navigating the world of dreams by Don Juan was he able to bring what he learned to the forefront of his consciousness and then put it on paper.

I liked The Art of Dreaming, especially the first half. I read that when I was in the coach from Athens to Sofia and it helped make the journey much more dreamy; it made me feel that it was a passage in more ways than one: in the physical sense -travelling from one point of the Balkans to another- but also in this transcendental sense, this thing you get when you learn about the details of a profound truth. I came into The Art of Dreaming expecting something practical -Castaneda’s “Lucid Dreaming for Dummies” handbook- especially after learning that it was he who popularised the technique of looking at your hands as a reality check, something I picked up and have used successfully numerous times. The beginning of the book was entirely like that: it was him learning about the different methods of dreaming consciously and going through the “gates of dreaming”, as well as finding out about the complicated intricacies of the assemblage point and its manipulation. That link is a good summary of the book’s most interesting “academic” part.

But, like Castaneda himself in the book, or at least the person Castaneda wrote himself to be, I too need my objectivity, for that’s the way I was taught to perceive the world, as Don Juan would have said. Therefore, as the book became weirder and weirder and Castaneda strayed farther and farther away from what my dream reality -even in my most successful endeavours in lucidity- has looked like and started going into the dimension of inorganic beings, alien energy scouts and the like, I started losing my point of reference and ultimately my interest. By the end of the book his narrative had become so convoluted that I couldn’t figure out any part of what was happening – perhaps an apt representation of Castaneda’s own recollection of his strange experiences.

What however made things more interesting for me was this article I came across shortly before finishing the book which uncovers Castaneda as a complete fraud. Apparently after the success of his first few books, which, it is implied, were also figments of his imagination, Castaneda became a sort of cult-leader figure; when he was exposed he disappeared from public view by secluding himself in a villa together with three of his female companion sorcerers. The story is complicated in many levels; I can only say that the narrative of his books and what happened in real life is difficult to tell apart. In fact I’m sure that even if Castaneda proved to be okay after all (a possibility we still can’t discount since, from where I’m standing, the revelation of the hoax can be a hoax as much as the supposed hoax itself) the automatic reaction from a scientific and rationalist status quo seeking to disprove just to confirm its dominance would have been no different.

At this point several possibilities and parallel narratives have arisen: the story of the book itself; the real events which inspired Castaneda if we are to accept that his books are only adaptations of what really transpired; the reality of his life undescribed in the books – what we would see in a Castaneda behind-the-scenes; and the dirt that has come out that Castaneda was a complete hoax, which is 100% in line with “skeptic” views. All these interpretations exist simultaneously in a sort of entangled limbo: any one of them could be true and the fact wouldn’t negate the veracity of the other versions – they could all be true simultaneously. Additionally, on a meta level each one of these stories has something different to tell: about the human willingness to believe and the power of belief itself, about the unfathomability of the universe, about the dogmatism of contemporary intellect, about how powerful your fictional story can be to be able to ultimately convince even yourself that it’s the truth – especially if millions of others already believe it to be so.

In another interpretation, you could see how these are all just different layers of meaning, just like Don Juan described reality as an onion consisting of layers of universes. The hoax coexists with the book’s story and it’s only a matter of intent, a matter of the position of your assemblage point what it is that you’ll end up keeping from the whole affair.

Even if Castaneda hallucinated everything he ever wrote about, this book has made me think in ways I’m sure were not intentional but have arisen anyway as part of the complexity of being a thinking but chiefly intuitive feeling person alive in 2014. If this book is a valuable collection of techniques that -as far as I can tell- really work and a story of them being put to use, where does the fiction begin?

View all my reviews

First World Άγχος

Τις τελευταίες μέρες απλά δεν μπορώ να ησυχάσω. Eίμαι συνεχώς στην τσίτα, λες και κάτι μέσα μου είναι ανεκπλήρωτο. Αν θέλω να είμαι πραγματικά ειλικρινής με τον εαυτό μου, κατα βάθος τα πράγματα είναι έτσι εδώ και χρόνια. Ελπίζω ότι γράφοντας τα παρακάτω θα με μπορέσω να ξεφύγω για λίγο από την τρέλα μου και θα δω τα πράγματα αλλιώς.

Στις 7 Ιανουαρίου φεύγω για τη Βουλγαρία, όπου θα μείνω για 9 μήνες για να κάνω το EVS μου στην κεντρική βιβλιοθήκη της Σόφιας. Είμαι ενθουσιασμένος για τις πολύτιμες νέες εμπειρίες και την αλλαγή στην καθημερινότητα που θα μου προσφέρει αυτή η ευκαιρία – μετά από 2 χρόνια στην Αθήνα, ήταν νομίζω καιρός! – όμως η απόσταση μου απ’την Δάφνη βαραίνει την καρδιά και βρωμίζει τον ενθουσιασμό. Θα είναι μια καινούργια περιπέτεια, με νέες συγκινήσεις, θέλω να σκέφτομαι. Όμως αυτός ο χρονικός περιορισμός δημιουργεί μια ασφυκτική πίεση.

Συνεχώς πρέπει να γεμίζω τον χρόνο μου με κάτι για να νιώθω ότι έχω αξιοποιήσει τη μέρα μου όσο το δυνατόν «καλύτερα». Έχω σετάρει το HabitRPG μου (το οποίο τώρα είναι στο tavern εδώ και 3 μέρες), γράφω ένα-δυο morning pages (τις περισσότερες μέρες τουλάχιστον),  προσπαθώ να κάνω πράγματα τα οποία θα με κρατήσουν μακριά από τον υπολογιστή, πιο κοντά σε φίλους και αγαπημένους ανθρώπους και τον δικό μου δημιουργικό εαυτό. Ξανά και ξανά όμως αποτυγχάνω. Αγοράζω κάθε μέρα παιχνίδια στα Steam Sales και όσο περισσότερο χαζεύω τις προσφορές, τόσο λιγότερο παίζω. Έχω βάλει στο reddit όριο αλλά χαζεύω άλλα sites. Όταν με καλούν φίλοι για να βγούμε, γκρινιάζω γιατί θέλω χρόνο μόνος μου – και συχνά, όταν τον έχω, δεν τον κάνω αυτό που ήθελα να τον κάνω αρχικά.

Νιώθω τόσο πνιγμένος από το πόσο μικρές είναι οι μέρες και το πόσα θέλω να κάνω, πόσα πράγματα πρέπει να αφαιρέσω από το νοητό checklist – γιατί το να έχεις ένα πραγματικό είναι “πιεστικό” – που όλο αυτό μου έχει δημιουργήσει άγχος, stress, την αγωνία να είμαι πάντα ο καλύτερος που μπορώ να είμαι… Κι έτσι, το να κάτσω και όντως να απολαύσω ένα βιβλίο, μια ταινία, ένα game, μουσική, μια βόλτα,  ένα δοκιμάσω κάτι νέο ή άλλα πράγματα τα οποία με γεμίζουν κανονικά όταν είμαι μόνος, γίνεται πια μια διαρκής απορία: χρησιμοποιώ τον χρόνο μου με τον καλύτερο δυνατό τρόπο;

Άλλα τρία βιβλία για το Goodreads Challenge 2013, για να φτάσω τα 45 βιβλία – ξεχνάω ότι δεν είναι παρα ένας αριθμός. Tουλάχιστον 3 παιχνίδια που θέλω να τερματίσω πριν φύγω – γιατί μετά ποιος ξέρει αν και πότε θα μπορώ να παίξω στο λάπτοπ; 305 διαφορετικά πράγματα που είναι «στην λίστα μας» με τη Δάφνη, από βόλτες με άγνωστα λεωφορεία με τις φιλμάτες μας μηχανές μέχρι ταινίες που θέλουμε να δούμε, Breaking Bad, fondue ή στέκια που έχουμε πει εδώ και μήνες να επισκεφθούμε μαζί για το Spotted by Locals, τώρα που υπάρχει λίγος χρόνος ακόμα… Ο οποίος πιέζει όλο και πιο ασφυκτικά, και όσο πιο ασφυκτικά πιέζει, τόσο γκρινιάζεις ότι δεν μπορείς να αναπνεύσεις και στην πραγματικότητα δεν κάνεις, δεν αναπνέεις, δεν αφήνεσαι!

Δεν είμαι έτσι κανονικά. Δεν πιστεύω στα γεμάτα ημερολόγια και στις ατζέντες, στον αυστηρά κατανεμημένο χρόνο για μάξιμουμ αποδοτικότητα, στο παραγέμισμα κάθε λεπτού της ημέρας για να μην πάει ούτε μια στιγμή χαμένη στη μαύρη τρύπα της απραγίας! Είναι ένα σκοτεινό μονοπάτι που εύκολα οδηγεί στην τρέλα, όπως πολλοί πολιτισμοί της Δυτικής και Βόρειας Ευρώπης κι όχι μόνο, που λειτουργούν υπο ένα τέτοιο καθεστώς, μπορούν να μας δείξουν. Θυμάμαι τη Μόμο και τους γκρίζους άντρες, μερικές φορές, όταν κάνω αυτές τις σκέψεις, και νιώθω ακόμα περισσότερες τύψεις που έχω πέσει σε αυτή την παγίδα.

Kανονικά πιστεύω στην τεμπελιά, στην ανεμελιά, στο πρόγραμμα το οποίο φτιάχνεται μόνο του και προσαρμόζεται στις συνθήκες και στο πώς έρχονται τα πράγματα. Γενικά πιστεύω στη ροή, στο ρεύμα (the flow), το οποίο με κάνει ακόμα πιο αγχωμένο τώρα: τι έχει την καθημερινότητα και τις ανάγκες μου αφύσικες; Πρέπει να είσαι ένας άκαμπτος άνθρωπος για να μπορείς να ακολουθήσεις ένα αυστηρό πρόγραμμα, και δεν θέλω να είμαι αυτός ο άνθρωπος, παρα τα όποια οφέλη, τα οποία αν με ρωτούσατε τώρα ποια είναι δεν θα μπορούσα να κατονομάσω.

Ξέρω όμως από πού προέρχεται αυτή η βιάση, αυτή η αδυναμία χαλάρωσης, αυτή η απόγνωση του «ΠΟΤΕ ΘΑ ΤΑ ΚΑΝΩ ΟΛΑ ΑΥΤΑ;;;» Είναι φυσικά το Ιnternet.

Πόσο συχνά ακούτε τα τραγούδια που ποστάρουν οι άλλοι στο facebook; Εγώ σχεδόν ποτέ, εκτός κι αν πρόκειται για ένα τραγούδι από κάποιον που ξέρω ότι έχει γούστο παρόμοιο με το δικό μου και επιπλέον δεν ακούω κάτι εκείνη τη στιγμή. Πόσο συχνά σας προτείνουν φίλοι media προς κατανάλωση – ταινίες, βιβλία, παιχνίδια, μουσική, σειρές… όλα αυτά τα οποία μας διασκεδάζουν, μας κάνουν να σκεφτούμε αλλά και δεν μας αφήνουν να σκεφτούμε ή να δημιουργήσουμε – και πόσο συχνά βλέπετε προτάσεις μέσα από το web; Με το Internet, ξαφνικά όλοι, είτε βρίσκονται στον άμεσο κύκλο σας, είτε στον ευρύτερο, είτε συνδέονται μαζί σας μέσω της κοινότητας στην οποία ανήκετε (δεν έχει σημασία αν είναι το φετιχιστικό σάιτ με φυστικοβουτυροφιλία ή κάτι όσο αθώο όσο το tumblr ή το deviantart), όλοι μπορούν να σας επηρεάσουν με το άρθρο τους, τα ποστ τους, τις κριτικές για τα αγαπημένα τους βιβλία.

Αν κάτι υπάρχει, υπάρχει στο νετ, κι αν κάτι υπάρχει στο νετ, ανάλογα τα σάιτ που μπαίνω, μου δίνεται φάτσα κάρτα στο πιάτο, στη μούρη, όλη μέρα, κάθε μέρα. Ξαφνικά πρέπει να διαβάσω όλα τα βιβλία που αρέσουν σε όλους, πρέπει να πάω στα μέρη που προτείνουν όλοι… Υπάρχει τέτοιος πλουραλισμός που ξεχνάμε, κι εγώ πρώτος απ’όλους, οτί απλά δεν γίνεται να τα κάνεις όλα. Είχα αναρτήσει κι ένα άρθρο εδώ σχετικά με αυτό ακριβώς, και με βοήθησε να το ξεθάψω: The Sad, Beautiful Fact That We’re Going To Miss Almost Everything.

Ψάχνοντας στο reddit (ναι ναι, ούτε καν στο ποστίο μου δεν μπορώ να συγκεντρωθώ, εννοούνται αυτά!) για θέματα σχετικά με το παραπάνω άρθρο, έπεσε η ματιά μου σε αυτό το πολύ καλό το οποίο περιγράφει αρκετά καλά την περίπτωση μου, γιατί το περισσότερο άγχος μου για κάποιο λόγο δημιουργείται κυρίως από τα games. Ο τύπος ανέλυσε το γιατί μια χαρά (ειδικά αν λάβετε υπ’όψη σας και το τι διάολος είναι το Steam): Steam Library Fatigue

Πριν λίγες μέρες είχα ξυπνήσει με πολλά πράγματα στο κεφάλι μου. Είχα να κάνω το Skype Call με το Εμείς κι ο Κόσμος για τη Σόφια, δεν είχα προλάβει να γράψω τα morning pages μου και για άλλο ένα βράδυ έπρεπε να βγω (νομίζω ότι μέρος αυτού του άγχους είναι ότι έχω περάσει το πολύ ένα-δυο βράδια μόνος, ή έστω στο σπίτι, τις τελευταίες δυο βδομάδες). Αντί να είμαι ευγνώμων που τελικά έχω την ευκαιρία να βλέπω τους ανθρώπους που σύντομα πλέον δεν θα μπορώ για αρκετό καιρό, γκρινιάζω έτσι… Τραβάτε με κι ας κλαίω: απ’τη μία είμαι μοναχικός και γουστάρω, απ’την άλλη θέλω περισσότερη επαφή…

Τέλος πάντων, βρέθηκα με τον  Φάνη και του εξήγησα γιατί ένιωθα αυτό το άγχος. Αναγνώρισα σε αυτά που είπα και που είχα ανάγκη να του τα πω ότι υπάρχει ένας ψυχαναγκασμός σε αυτά τα συναισθήματα. Κι εκείνος μου το είπε: «είναι απλά παιχνίδια, χαλάρωσε. Και τα 45 βιβλία είναι ήδη πολλά!»

Η απάντηση μου: «Δεν ξέρω αν είναι πολλά, κάποιοι στο Goodreads διαβάζουν 100.»

Τσουπ! Να το πάλι: δεν μπορώ να σταματήσω να συγκρίνομαι με ό,τι υπάρχει εκεί έξω και να μου δημιουργώ άγχη τα οποία ίσως εκφράζουν το μόνιμο και υποβόσκον κόμπλεξ κατωτερότητας μου. Ψάχνω τι θα καταφέρει να δείξει -περιέργως πρώτα στον εαυτό μου- ότι είμαι σε μια καλή πορεία και δεν χάνω ευκαιρία να βελτιωθώ. Θέτοντας το έτσι ακούγεται σχεδόν άρρωστο, όμως είναι γεγονός. Το πρόβλημα μου δεν είναι ότι ψάχνω κάτι το οποίο στο μυαλό μου θα με κάνει καλύτερο ή ισάξιο με τους άλλους, αυτό από μόνο του είναι νομίζω κάτι το υγιές και κάτι το οποίο φέρνει κυρίως καλές αλλαγές.

Το πρόβλημα είναι σε τι ψάχνω το ego boost, ότι ακόμα για κάποιον λόγο ψάχνω την προσωπική αναγνώριση και αξία σε βλακειούλες όπως τα παιχνίδια που έπαιξα ή τα βιβλία που διάβασα, πράγματα που σε τελική ανάλυση φαίνονται να έχουν σημασία μόνο στο ίντερνετ και πολύ λίγο ή καθόλου στην «πραγματική ζωή». Αν περνούσα λιγότερο χρόνο ονλάιν είμαι σίγουρος ότι θα ένιωθα πολύ λιγότερο αυτούς τους περίεργους ψυχαναγκασμούς. Κι όμως, οι περισσότερες προσπάθειες μου μέχρι σήμερα δεν ήταν τόσο ριζοσπαστικές ή αποτελεσματικές…

Με όλα αυτά, οι στόχοι μου, τουλάχιστον σε υποσυνείδητο επίπεδο, περιερίζονται και γίνονται εσωστρεφείς και καθόλου δημιουργικοί. Σκοτώνω τον δημιουργικό μου εαυτό κάθε μέρα με τις μαλακίες μου, προτιμώντας να μη ζω αλλά να σκαλώνω. Είχα διαβάσει κάποτε στο HighExistence ότι για να είσαι ευτυχισμένος-δηλαδή για να μην βαριέσαι- πρέπει η αναλογία δημιουργίας-κατανάλωσης σου να είναι  το λιγότερο 1 προς 10. Ακούγεται πολύ, έτσι δεν είναι; Έτσι όμως έχουμε καταντήσει, να μας φαίνεται πολύ. Και έτσι όπως πάω εγώ, αυτή η αναλογία έχει ξεπεράσει το 1 προς 5000 και κάθε μέρα αυξάνεται, κι εγώ ποτέ δεν χορταίνω. Γιατί με σταματάω με την παθητικότητα της διαρκούς κατανάλωσης, πχ με το να παίζω και να διαβάζω; Γιατί αυτό είναι το εύκολο, το γνωστό. Αυτό το οποίο δεν χρειάζεται να περάσει την κρίση κανενός, ή να έχει την συμμετοχή κανενός εκτός του εαυτού μου. Μου επιτρέπει να περιορίστώ σε στόχους που η επίτευξή τους δεν θα με αναγκάσει να περάσω το κατώφλι της φούσκας μου.

Και να πεις ότι αυτές τις συνειδητοποιήσεις τις έκανα τώρα… Όχι, τις κάνω ξανά και ξανά χωρίς να αλλάζει κάτι πρακτικά.

Δεν λέω, έχω κάνει μεγάλα βήματα τον τελευταίο καιρό. Μεγαλώνω τα όρια του comfort zone μου, τολμάω περισσότερο, είμαι σε θέση να αμφισβητήσω τον εαυτό μου και τις παλιές μου συνήθειες (σχεδόν νιώθω άβολα όταν δεν το κάνω, άλλο θέμα από εκεί) και όταν μιλάω για κόμπλεξ κατωτερότητας, έχει περισσότερο να κάνει με τα υπολείμματα αυτού και όχι κάτι πραγματικά καταστρεπτικό. Είμαι πολύ πιο άνετος με την ιδέα ότι κάποιοι θα με αγαπάνε αλλά και κάποιοι αναγκαστικά θα με αντιπαθούνε και εμπιστεύομαι περισσότερο το ότι έχω κάτι να πω, κάτι να προσφέρω, το οποίο δεν θέλω να το κρίνω και θέλω να το προστατέψω. Για όλα αυτά είμαι περήφανος και ευχαρίστημενος, και με το δίκιο μου.

Με όλα αυτά όμως, είναι αστείο όταν με πιάνει το άγχος ότι δεν έπαιξα το τάδε ή το δείνα παιχνίδι, δεν είδα εκείνον ή εκείνην, δεν προετοίμασα το δώρο που είχα στο μυαλό μου, απέτυχα να κάνω και τα 55 πράγματα τα οποία χτες υποσχέθηκα στον εαυτό μου ότι θα έκανα γιατί είναι τόσο ενδιαφέροντα. Μάλλον κάποια πράγματα ποτέ δεν τα ξεπερνάς πραγματικά ποτέ, παρα πρέπει συνέχεια να είσαι σε επιφυλακή ώστε να θυμίζεις στον εαυτό σου ότι παρ’όλο που είναι κομμάτια του εαυτού σου δεν χρειάζεται να τα έχεις μαζί σου παντού και πάντα, μπορείς να υπάρξεις και χωρίς αυτά, τουλάχιστον μέχρι να αναγεννηθούν σε τυχαία στιγμή, δυνατότερα ή -ελπίζεις- πιο αδύναμα.

Όλα αυτά με εμποδίζουν να έχω τη ζωή που πραγματικά θα ήθελα να να έχω, αλλά είναι τάσεις και συνήθειες που δύσκολα κόβεις και αναθεωρείς, ακόμα κι αν ξέρεις ότι θα μπορούσες να κάνεις πολύ καλύτερα πράγματα με τον εαυτό σου…

Να το, να το! Το κάνω πάλι!

A History of Cubilone’s Dimension + New Theme!

Yesterday I rolled up my sleeves and decided it was time for a new theme. I started up the Weaver II customiser but nothing I could come up with was better than, or even comparable to, the -also customised- theme I had before.

Then I realised that there was this new theme Twenty Fourteen WordPress had put up with their new release of the platform, as has become tradition. It’s the theme you can see right now plus a few tweaks I made which mainly have to do with Greek font support, different fonts for headlines, content width and the awesome “background” to the right I made in Photoshop.

It isn’t obvious -even I forget what this place used to look like in all its different itterations- but this theme is the fifth one I’ve used since Cubilone’s Dimension first came to be back in 2007. Today I wanted to remember what the site used to look like, how it’s changed and evolved throughout all these years. I played around with the themes still in my virtual dresser for a little while but then found another, much better way of looking back.

Enter The Wayback Machine, an unfathomable web archive that screenshots pages at  random intervals from all across the Internet and uses them to create a historical archive for the ever-changing face of the digital world. Fortunately, this here too site didn’t escape the vortex, so allow me to take you for a short ride through Cubilone’s Dimension’s modest history.


cubilone's_dimension_2008
Link to the (navigable but time- and space-bending!) site on the Wayback Archive.

Version of the site from early 2008. Back then the blog’s URL was simply http://cubimension.net. The references haven’t changed in the archived html and so the saved img src’s and href’s pointing to the background and CSS files are now pointing to nowhere; screenshots after ’09 don’t have this problem as that is when I created the main hub and corkboard and moved the blog to its current directory (/blog). The theme and background remained the same throughout 2007, ’08 and ’09, the same as the one in the following picture.

The original theme and background.
The original theme and background. Link to the archived page.

June 1st 2009 – first screenshot from after I had moved the blog to /blog because of my work on this, a primitive portfolio site but mostly an exercise on CSS (I made it for uni). Eesh, I can’t even look at that… thing!

cubilone's_dimension_3
Link to archived page with Tarski. The smile on the header is the one that started it all…

January 22nd 2010 – Tired of all the dark blues and blacks, I opted for something a little bit brighter. I like the photogallery at the bottom of the sidebar to the left, back when I uploaded lots of my photograms. That’s also roughly the period when I started posting more, trying to fend myself off Facebook by replacing status updates with posts.

cubilone's_dimension_4
Link to archived page. Theme no. 3 was Twenty Ten with My Friend The Unknown Insect at the top.

January 9th 2011. I went for a standard theme here to freshen things up a bit and streamline the blog experience, just as I did 3 years later (now). This theme was very transient because a few days later I custom-designed this:

cubilone's_dimension_2011

August 7th, 2011. I was in Denmark then but the theme had been online for some time already. I can’t remember where I was when I was designing it – memories of me being in Mytilini and Athens at the same time both seem false, but the gist is that it was somewhere in the first quarter of the year, a lonely time in general, a time when I had all the time to fine-tune the theme to suit my taste. There was also a tiled floorboard background then which has since been replaced by the background that came next and so doesn’t appear on the Wayback Machine.

And here we are today. At some point mid-2012 I replaced the header and the background to better suit the mood I had then.

I had been using the same theme until yesterday, when I finally made the change from this custom theme I had grown to love but which I had never realised I hadn’t changed for more than 2.5 years to the one I’m using now. For historical purposes (who knows what the future might bring?) I’m also leaving a screencap of the brand spankin’ new one right here:

cubilone's_dimension_2013

Thank you for this short tour, have a nice evening or day!

Cracked: 5 Reasons the Video Game Industry Is About to Crash

The link. Got the article from Mario, who shared it from Facebook. He said:

cracked_video_games

Yes. Reminded me of my recent musings on Steam and my slightly less recent retelling of my conviction that my hacked Wii is the perfect embodiment of the next generation of gaming.

Review: On the Map: Why the World Looks the Way it Does

On the Map: Why the World Looks the Way it DoesOn the Map: Why the World Looks the Way it Does by Simon Garfield

My rating: 3 of 5 stars

I bought On The Map from Schiphol Airport when it caught Daphne’s eye in an AKO. It looks at cartography from numerous and very different angles: the digital (or tabletop), imaginary map of the contemporary game; the history of cartography from Ptolemy to Eratosthenes and from Blaeu to Mercator -and the fight between different projections and why the one bearing the latter’s name escaped its intended use for navigation and remained revelant in the 21st century; neurology’s attempts of mapping the brain; the medieval spirit of map-making that was vastly more interested in the representation of myth and fable than of actual space; the revolution -and problems- brought about by the introduction of GPS; even a more in-depth look at how men and women look at maps differently -note: not necessarily with the men being flat-out better at reading maps as is commonly believed, it’s a bit more complex than that- and many more.

My main problem with the book was that it was too geared towards Brits: there were just too many chapters on the Ordnance Survey, the creation of the London A-Z, John Snow and how he stopped cholera (don’t laugh!), the story of the London Underground iconic -and first of its kind- stylised chart (okay, that one was interesting) and others that were just too specific for me. Plus, Simon Garfield’s style was somewhat… dry, I’d say. It couldn’t convey the thrill I usually get from looking at maps (or creating them, as is the case with many of my favourite PC games), letting my imagination and abstract mind go crazy in the process. There was some magic lost here.

The chapter on the world’s atlases, on the other hand, had me salivating all over. Just for a taste: Blaue’s Atlas Maior (1665), The World Geo-graphic Atlas (1953) and The State of the World Atlas (1999, with recurring editions – nine to date). Unfortunately, the book’s black & white illustrations, scans and pictures, while indeed helping to keep the price low, didn’t help with making the maps look their best. Thank you Google DuckDuckGo.

To cut a long story -okay, maybe not so long- short, I’d say that the book was okay; a useful reference but not as mind-tickling as I’d have liked it. If you like maps though, don’t let me stop you: by all means give it a flip and see what you can get from it. To carry on with the whole British thing, there’s bound to be something in there that’s your cup of tea.

View all my reviews

Steam, we’ve got to talk

And if you didn't catch today's deals, don't worry!
And if you didn’t catch today’s deals, don’t worry!


Steam’s Autumn Sale 2013.
Here we go again. Daily deals. Yesterday’s deals. Flash deals. Community picks.

There are 86 games in my account: most of them I’ve bought in different Humble Bundles or other sales, such as the ridiculous Holiday Sale of 2011. I’ve played less than half of them and even less than half of those have I “completed” –  quotes because the games that I prefer nowadays are generally speaking impossible to complete. A relatively small  fraction of those 86 games I got through Game 2.0 for reviewing. I don’t receive physical copies anymore, but I’ve long  got over the need of owning real copies of games, especially after getting stuck with boxed copies of games that are tied to Steam keys and which I therefore can’t sell – I’m looking at you, stack of Total Wars!

This time around, you threw in our faces Skyrim Legendary Edition for 13€, Bioshock Infinite for 7.5€, Spelunky for 3€ and Civilization V Gold and the expansion Brave New World for 10€ each. Of all of the above I only resisted to buying Skyrim (it sounded very enticing but I doubt I can give it the time it probably deserves at this point), and still believe I will buy more games before the deals are over (eyeing Super Hexagon and Anno 2070). Only a fool would skip on those prices… And then you’re going to have the Holiday Sale, of course you will. I hope we’ll at least have enough time to enjoy Civilization V online with Garret and Daphne who both got the game the day before during the sale – actually, I got it for Daphne because she seems to love it so much; who would have thought that the hot seat would have grown this hot?

I feel as if I’m being manipulated to no end. It’s confusing to my Fi (ethical system/inner values to you MBTI beginners!) – which dictates that I should at least be trying to avoid being exactly like women going crazy in the shopping mall – as well as it is destructive to my wallet and my time management. You’re tearing me apart, Steama!

But seriously. What gives? How can this even work? How can you have 1532 sales every year without cheating all of the producers and developers? How is this system viable at all? I mean, with these sales and the existence and dominance of Humble Bundle, combined with the ridiculous prices games have at launch only for them to be reduced in a matter of months through these offers (and given the extreme oversaturation of the market), it’s no wonder top AAA games are slowly becoming obsolete. Given of course that people just don’t have enough money to spend on consoles (most of the people I know don’t want to buy a new console, either because of lack of interest, money or both), it’s really no wonder that you, with your cheap, flexible and robust system (and your upcoming Steam Machines) and iOS with its innovation and low prices are looking like you will together dominate the industry even further. And really, what would happen if everybody eventually stopped buying games on day one or – god forbid – stopped preordering like tiny little consumeristic muppets? I’ll tell you what would happen: the entire industry would collapse. Again.

You know something? As cool and comfy as it is, deep down it makes me feel uncomfortable having all of my games in this digital vault made out of thin air. Now you look healthier than ever, but will that be the case in 10 years? 20? You had your DRM creep on us and had us get used to it, and now we bash everyone who tries to steal some of your limelight (yes, I know it’s fun to hate EA and forbidden to even slightly criticise mama Valve). Even if you have allowed offline play, you have made reselling games impossible. Why? How can I trust you, Steam? These cheap games are like a trojan horse: you’re becoming the Google of gaming – people put up with your shitty monopoly because you’re just so damn useful. What if tomorrow I have to buy your SteamMachine to play? What if I suddenly have to, say, pay a fee to access my games – even just a small one? I’d probably pay up just in order to still be able to play 90% of the games I own or play on a regular basis (most of which I certainly won’t have played even by then). Oh, maybe you’re like the other great benefactor, Facebook, which promises that it’s free and always will be. Isn’t that a role model of a company.

Maybe I’m expecting too much – or I’m too sceptical/paranoid. Maybe my thinking is a relic from a different era, when physical mattered more – was more tangible – than digital. Maybe in this Brave New World there really will be no difference between offline and online, the physical and its digital counterpart. As far as I can see, the counterpart in many ways has already replaced the original or is indistinguishable from it (or they really are the same thing). The strictly private has become public, a single thought or utterance shared with the world is immortalised and pinned to its creator forever (or at least for what the word ‘forever’ means in the beginning of the 21st century). The social as well as the commercial sphere is changing too quickly for us to figure out, and, well, honestly we’re just not that smart to understand in what ways we’re being manipulated, controlled and generally taken advantage of at this time by “free” or seemingly harmless services.  I hope you can understand, though: all these huge companies who are operating as monopolies (mostly in the digital plane) at the same time working with the secret services of the world or using us in other mostly unknown nefarious ways are just scaring me. No corporation can inspire my trust. That’s all.

I hope you can understand and won’t block me from playing Civilization V because I told you these things. You know I still love you. Right?

H Φωτογραφία κι εγώ

100_0009

Αυτή είναι η πρώτη ψηφιακή φωτογραφία που τράβηξα ποτέ, τον Οκτώβριο του 2003 (επίσης, είναι ο πατέρας μου μια φωτογραφία του πατέρα μου).

Για την ακρίβεια, όχι: είναι η παλιότερη φωτογραφία μου που σώζεται. Το όνομα της είναι 100_0009.JPG, το οποίο σημαίνει ότι υπήρξαν άλλες 8 πριν από αυτήν τις οποίες για κάποιο λόγο τότε έσβησα. Αν εξαιρέσω τα χιτάκια του γυμνασίου που κατέβαζα με τη 64k ISDN με το KaZaA και για κάποιο λόγο ακόμα δεν έχω σβήσει (περισσότερο βαρεμάρα παρα νοσταλγία), είναι από τα παλιότερα αρχεία που μετά από πολλαπλά φορμάτ, αλλαγές και θανάτους σκληρών δίσκων, ακόμα κάπως υφίστανται, δεν έχουν χαθεί για πάντα όπως πολλές συνομιλίες του MSN, savegames ή sessions του Firefox που άφησαν αυτόν τον κόσμο έπειτα από μια ανωμαλία στην ψηφιακή κανονικότητα. Ήταν με μια Canon PowerShot A60 των 2 ολόκληρων megapixel την οποία είχα αγοράσει από το Ebay, από κάποιο μαγαζί του Καναδά. Σήμερα, με τα ίδια λεφτά που κόστισε στους γονείς μου (δεν θυμάμαι σε ποιους ακριβώς) αυτή η μηχανούλα,  θα μπορούσα να αγοράσω μια αρκετά καλή DSLR.

19/10/2003, 3 μέρες αφού η Α60 κάμερα έπεσε στα χέρια μου
19/10/2003, 3 μέρες αφού η Α60 κάμερα έπεσε στα χέρια μου. Φωτό από την Ινές (υποθέτω)

 

Εκείνη την περίοδο, όσο πήγαινα ακόμα σχολείο, τραβούσα συνέχεια φωτογραφίες. Απλά συνέχεια. «ΦΩΤΟ, ΦΩΤΟ!» φώναζα κάθε τρεις και λίγο, και φίλοι και γνωστοί με κορόιδευαν τρυφερά. Για όλο το Λύκειο ήμουν ο νούμερο ένα καταγραφέας των γεγονότων της ζωής του σχολείου αλλά και της δικής μου ύπαρξης εκτός αυτού. Για μία περίοδο η οποία σημαίνει πια για μένα, αν εξαιρέσεις τους φίλους μου, τόσο λίγα, αυτές οι χιλιάδες φωτογραφίες παραμένουν κειμήλια μιας άλλης πραγματικότητας, ενός άλλου εαυτού. «Ποιος τράβηξε αυτές τις φωτογραφίες;» αναρωτιέμαι όποτε τολμάω να γυρίσω και να κοιτάξω πίσω στις οροσειρές του χρόνου που έχω ήδη διαβεί και φαίνονται στον ορίζοντα. Το καλό είναι πως κάθε φορά που επιστρέφω μου φαίνεται ευκολότερο απ’ότι περίμενα: έχω καταφέρει επιτέλους να αγαπήσω το ποιος είμαι και, το σημαντικότερο, ποιος ήμουν.

Όσο ήμουν στο σχολείο άλλαξα 3 συνολικά μηχανές: απ’ότι φαίνεται δεν ήταν για να κρατάνε αυτές οι Canon. Ίσως φταίει και ότι σε 3 χρόνια τράβηξα ούτε λίγο ούτε πολύ 20.000+ φωτογραφίες και βίντεο. Ο Τσίρκας, τότε, είχε προφητεύσει ότι δεν θα κράταγε τόσο πολύ αυτή η μανία μου. Τότε ήλπίζα να του δείξω πως είχε άδικο. Τώρα χαίρομαι που, τελικά, είχε δίκιο.

Από τη φωτογραφική του Φάνη. Φεβρουάριος 2004
Από τη φωτογραφική του Φάνη. Φεβρουάριος 2004

 

Μία από τις πιο σοκαριστικές συνειδητοποιήσεις -σχετική με τον χρόνο- ήταν πριν λίγους μήνες, όταν κατάλαβα ότι το χρονικό διάστημα μεταξύ του σήμερα και της στιγμής που απόκτησα την πρώτη μου DSLR (δώρο γενεθλίων για όταν έγινα 19 το 2008) ήταν ίδιο με το διάστημα μεταξύ εκείνης ακριβώς της στιγμής και της πρώτης φωτογραφίας που βλέπετε πιο πάνω. Αν η φωτογραφική μου ιστορία ήταν μια γραμμή, εκείνη η μέρα που έπεσε στα χέρια μου το κιτ της e-510 με τους δυο φακούς θα την χώριζε σε δυο ίσου μήκους τμήματα. Πέντε χρόνια κι άλλα πέντε.

Τι είναι όμως πέντε χρόνια; Τι είναι δέκα χρόνια; Αν και τα πρώτα πέντε μου έχουν αφήσει πολύ λιγότερες αναμνήσεις απ’ότι τα επόμενα πέντε (αν εξαιρέσεις τον έναν χρόνο και κάτι στην Μυτιλήνη), στο μυαλό μου ο χρόνος κύλησε πολύ πιο αργά στα πρώτα. Είναι σαν ένα ολόκληρο κομμάτι μου να έχει εξανεμιστεί πλέον, και το μόνο που να απομένει σήμερα να είναι οι φωτογραφίες. Χωρίς τις φωτογραφίες, δεν θα θυμόμουν και πολλά. Όταν βλέπω τις φωτογραφίες του τότε, στιγμές από διαγωνίσματα, ζωή στην τάξη, παλιούς συμμαθητές, το δωμάτιο μου στο σπίτι μας στην Αρτάκης, την παλιοπαρέα και τις μαλακίες που κάναμε (πολλές από τις οποίες κατέγραφα ευλαβικά σε 320×240@15fps video και που τελικά έκοψα και έραψα για να φτιάξω το μεγαλοπρεπές βιντεο-λεύκωμα του Κράματος), γενικότερα τη ζωή στα 15 και στα 16 μου, μπορώ να μπω ξανά – για λίγο – στο πετσί του έφηβου cubi. Ό,τι όμως ξέφυγε από τον φακό των Canon μου έχει σβηστεί.

Όσο μεγάλωνα και «ωρίμαζα» (πιο πολύ με την έννοια του άνθους στο δέντρο που μεταμορφώνεται σιγά-σιγά σε φρούτο, παρα με αυτή του φρούτου που ετοιμάζεται να πέσει απ’το δέντρο) τόσο πιο πολύ έβλεπα την φωτογραφία καλλιτεχνικά. Όλες οι μικρές Canon μου είχαν χειροκίνητες ρυθμίσεις κι έτσι είχα μάθει λίγο πολύ τι σημαίνει κλείστρο, ταχύτητα, διάφραγμα, ISO κτλ, έστω εμπειρικά (που ίσως είναι ο καλύτερος, αν όχι ο μόνος σωστός, τρόπος να τα μάθεις). Από εκεί που η φωτογραφική μου μηχανή ήταν αποκλειστικά καταγραφέας της ζωής μου, μετατράπηκε σε μηχανή πειραματισμού. «Τι θα γίνει αν το πάρω αυτό με χαμηλότερη ταχύτητα; Αν βάλω φλας εδώ; Ας το δοκιμάσω αυτό στο PhotoShop;» Αυτή η αλλαγή με ακολούθησε και στο πανεπιστήμιο. Βλέποντας λοιπόν μια μέρα την μεγάλη Nikon της Καρίνας με τον αποσπώμενο 18-108 φακό («μου προσφέρει ευελιξία!») και το τί μπορούσε να κάνει με αυτή, ζήλεψα. Ήθελα κι εγώ μια τέτοια «σοβαρή» μηχανή. Λίγους μήνες μετά την απόκτησα από κάποιον που την πούλαγε σχεδόν καινούργια στο dpgr.gr. Μπορούσα πλέον να πειραματιστώ όσο ήθελα – και να καταγράψω πιο καλλιτεχνικά και ξεχωριστά από ποτέ!

Καθεδρικός Aachen, 2008. Αμφίεση e-510+emo-μπαγκα. Δεν είμαι για μπουνιές εδώ; Την αλήθεια! Thanks Alex for the pic (and the trip! ^^)
Καθεδρικός Aachen, 2008. Αμφίεση e-510+emo-μπαγκα. Δεν είμαι για μπουνιές εδώ; Την αλήθεια! Thanks Alex for the pic (and the trip! ^^)

 

Από τότε μέχρι σήμερα πέρασα πολλές φάσεις. Έφτιαξα flickr, αγόρασα φακούς, μπήκα στη φωτογραφική ομάδα του πανεπιστημίου, γνώρισα άλλους και άλλες φωτογράφους (σε μια φάση, πάνω από τους μισούς του κοντινού μου κύκλου και της παρέας μου είχαν DSLR, και, ας μη ξεχνάμε, στη Φωτογραφική, αλλιώς και ΦΟΠΑΜ, γνώρισα τη Νένη), έκανα εξορμήσεις, έγινα ψιλο-διάσημος, συμμετείχα σε διαγωνισμούς, αγόρασα τη φιλμάτη μου OM2n, τράβηξα με φιλμ, αγόρασα εξοπλισμό εμφάνισης, εμφάνισα ασπρόμαυρα φιλμ, τα σκάναρα, πήγα σε σχετικό exchange στη Φινλανδία. Αλλαξα στιλ και προτιμήσεις. Πέρασα από τη φάση που μου άρεσαν οι φλου φωτογραφίες. Την ξεπέρασα. Ξαναγύρισα. Οι φωτογραφίες μου τράβηξαν τη δική τους πορεία – αντίστοιχη με την πορεία που τράβηξα κι εγώ: απρόβλεπτη, σποραδική, περίεργη και παιχνιδιάρικη.

Παρ’ όλα αυτά τα κύματα, υπήρχε κάτι που ποτέ δεν μου κάθισε καλά. Όσο περισσότερο μάθαινα τους κανόνες, τόσο περισσότερο ένιωθα ότι έχανα αυτό που έκανε για μένα τη φωτογραφία διασκεδαστική και ταυτόχρονα ένιωθα ότι τράβαγα χειρότερες φωτογραφίες. Αντιμέτωπος με την ασύγκριτη τεχνική άλλων δημιουργών και τις ιδέες τους, συνέχεια ένιωθα (και συνεχίζω να νιώθω) πως τα κάδρα μου ήταν στραβά, η έκθεση λάθος, ότι δεν υπήρχε σημείο ενδιαφέροντος, ότι οι ρυθμίσεις μου για τα χρώματα ήταν κακές, ότι το white balance ήταν άρρωστο, και πολλά πολλά άλλα. Από τη στιγμή που άρχισα να προσπαθώ να τραβάω καλλιτεχνικές φωτογραφίες, άρχισα να πιστεύω λίγο-λίγο ότι πολύ απλά δεν το είχα με τη φωτογραφία.

Παρεπιμπτόντως, ήταν περίπου την ίδια στιγμή που άρχισα να ποστάρω τις φωτογραφίες μου στο deviantArt, στο MySpace και στο Flickr.

Καθώς μεγάλωνα εγώ, ταυτόχρονα ωρίμαζε και το ίντερνετ και συγκεκριμένα ο παγκόσμιος ιστός (μην ξεχνάτε, δεν είναι το ίδιο!) Άρχισα να μοιράζομαι τις φωτογραφίες μου γεμάτος καμάρι (τηρουμένων των μετριοπαθών αναλογιών) τη στιγμή που το Web 2.0 είχε δώσει τη σκηνή και τον προβολέα σε μένα – ή τουλάχιστον έτσι με είχε κάνει να πιστεύω. Ξανά και ξανά βρήκα τον εαυτό μου να ανεβάζει φωτογραφίες που πίστευα ότι ήταν αποστάγματα της καθαρής δημιουργικότητας μου και να απολαμβάνω την παγερή αδιαφορία του Τυχαίου Επισκέπτη. Με λίγα λόγια: οι φωτογραφίες μου που νόμιζα ότι ήταν οι καλύτερες, οι αγαπημένες μου, ποτέ δεν τράβηξαν τα βλέματα, ούτε γνωστών ούτε αγνώστων. Οι στιγμές που είχα αποτυπώσει που έκαναν το είναι μου να αγαλιάζει δεν συγκίνησαν κανέναν – παρα μόνο αυτούς που με ήξεραν προσωπικά και μπορούσαν να καταλάβουν, κι αυτό είναι το κλείδι (αν και όχι αυτό που πραγματικά επιθυμείς όταν ανεβάζεις τις φωτογραφίες δημοσίως).

Αυτή είναι μάλλον η πιο δημοφιλής φωτογραφία που τράβηξα ποτέ, με 766 views στο flickr. Τα tags κάνανε τη δουλειά τους... Κατα τ'άλλα, είναι μια ελιά.
Αυτή είναι μάλλον η πιο δημοφιλής φωτογραφία που τράβηξα ποτέ, με 766 views στο flickr. Τα tags κάνανε τη δουλειά τους…

 

Αργότερα κατάλαβα ότι οι φωτογραφίες μου, σαν προσωπικό στιλ και μέσο έκφρασης, θέλω τελικά να αγγίζουν το εγκεφαλικό, όχι το καθαρά αισθητικό, να είναι η αφετηρία ενός πολυμεσικού και πνευματικού παιχνιδιού το οποίο θα ερέθιζει τη γλώσσα και τη φαντασία, όχι μόνο τα μάτια. Πήρε καιρό μέχρι να φτάσω σε αυτό το συμπέρασμα και να αποδεχτώ ότι αυτό είναι που μου αρέσει, και για πολύ καιρό δεν μπορούσα να καταλάβω ότι ο τρόπος μου δεν ήταν ο ευκολότερος για κάποιον ο οποίος δεν θα με ήξερε ή θα έβλεπε τη φωτογραφία γι’αυτό που φαινόταν. Ο τρόπος μου ήταν διαφορετικός από το κοινό, από το γνωστό, αλλά ήθελα να συναγωνιστώ μαζί του – δεν υπονοώ ότι το εύκολο είναι χειρότερο, απλά απαιτεί ένα διαφορετικό είδος αντίληψης (intuitive vs sensing // αισθητικό vs διαισθητικού).

Στην πορεία, διάφορα σάιτ και πετυχημένα κανάλια ρύθμισαν το ασυνείδητο μου σχετικά με το τι σημαίνει καλή και όμορφη φωτογραφία. Οι βόλτες μου στο flickr και σε άλλα σάιτ φωτογραφίας με έκαναν να νιώσω μικρός. Αρκετές φωτογραφίες μου επιρεάστηκαν -δυστυχώς- από αυτά τα πρότυπα, όμως ποτέ δεν μπόρεσα στ’αλήθεια να τα μιμηθώ, ίσως γιατί δεν τα ένιωθα πραγματικά δικά μου. Παίζει ρόλο φυσικά και το ότι για να γίνεις γνωστός πρέπει να πλασάρεις τις φωτογραφίες ή/και τον εαυτό σου με τον σωστό τρόπο, πρέπει να κάνεις δημόσιες σχέσεις. Κι αυτό είναι απλά κάτι που δεν ήθελα και εξακολουθώ να μη θέλω να κάνω. Αυτό που άργησα να καταλάβω είναι ότι το να είσαι πετυχημένος και διάσημος στο flickr και στο web γενικότερα δεν σημαίνει ότι βγάζεις καλές φωτογραφίες, αλλά ότι βγάζεις δημοφιλείς φωτογραφίες. Και ποιος δεν θέλει να είναι δημοφιλής;

Χάβι, Δαβίδ κι εγώ. Με την ΟΜ2n στον λαιμό. Οι φωτογραφίες εκείνης της νύχτας, από τις τελευταίες του Erasmus, χάθηκαν για πάντα. Pic by Kamila the Polish girl.
Χάβι, Δαβίδ κι εγώ. Με την ΟΜ2n στον λαιμό. Οι φωτογραφίες εκείνης της νύχτας, από τις τελευταίες του Erasmus, χάθηκαν για πάντα, γιατί το φιλμ ξεκόλλησε απ΄το καρούλι. Pic by Kamila the Polish girl.

 

Δημοφιλής. Γνωστός. Αποδεκτός. Εκτιμημένος.

Αν σκάψω βαθιά (αλλά όχι και τόσο βαθιά), αυτές τις λέξεις θα βρω σαν απάντηση στο γιατί η φωτογραφία με συνόδεψε αυτά τα χρόνια.

Αρχικά, ήθελα αποδείξεις, εξωτερικεύσεις αυτών που έβλεπα και βίωνα, όπως έλεγε και ο τύπος στο Alice in den Städten που είδαμε με τη Δάφνη χτες. Βασικά δεν είμαι σίγουρος αν αυτό έλεγε αλλά εκείνη τη στιγμή αυτό πήρα οπότε το κρατάω έτσι. Αποδείξεις για αυτά που ζούσα. Αντικειμενικές αποδείξεις που θα μπορούσα να μοιραστώ, να αρχειοθετήσω, να κρατήσω και να εξασφαλίσω την ύπαρξη τους στο μέλλον. Μια ψηφιοποίηση της ζωής μου και των άλλων, όσο πίστευα τότε πως η φωτογραφία πραγματικά απαθανάτιζε (απο + αθανατίζω [<αθάνατος]) τη ζωή. Μόνο έτσι θα μπορούσα να μοιραστώ το ποιος πραγματικά είμαι </drama_queen> και να ανακαλύψουν όλοι οι άλλοι, που δεν με αποδεχόντουσαν, ποιος ήμουν πραγματικά! Έλα όμως που δεν λειτουργεί ακριβώς έτσι… Οι ανάγκες των ανθρώπων παραμένουν, και αυτή η ανάγκη μου για αποδοχή αργότερα μεταμορφώθηκε στην ανάγκη για καλλιτεχνική επιβεβαίωση.

Πόσταροντας φωτογραφίες ονλάιν μπορείς να καταφέρεις τρία πράγματα: 1) να δείξεις τί ζωή κάνεις, 2) να δείξεις πόσο γαμάτες φωτογραφίες τραβάς αλλά και 3) να δημιουργήσεις μια καλλιτεχνική ιντερνετική περσόνα. Ποτέ δεν έπεσα τελείως θύμα αυτής της ματαιόδοξης παγίδας, αλλά φλέρταρα επικίνδυνα μαζί της αρκετές φορές. Ενδεικτικά, η Δάφνη μου έχει πει ότι είμαι διαφορετικός όπως φαίνομαι στο μπλογκ μου και διαφορετικός στην πραγματικότητα. Αυτό είναι μια επιτυχία ή όχι; Το ψάχνω ακόμα, ποιος είμαι, ποιος θέλω να είμαι, ποιος θέλω να φαίνομαι ότι είμαι, αν έχουν σημασία όλα αυτά τελικά κ.ο.κ. Και το γεγονός ότι μου έχει σφηνώσει στο μυαλό ότι ακόμα και το να επιλέξω να μην δημοσιεύω φωτογραφίες για λόγους γοήτρου, απλότητας ή τρόπου ζωής είναι και αυτό μια κατασκευασμένη ταυτότητα που θα προάγω με συγκεκριμένους τρόπους, δεν βοηθάει τα πράγματα…

Οι φάτσες έχουν καταλήξει να είναι από τα αγαπημένα μου θέματα.
Οι φάτσες έχουν καταλήξει να είναι από τα αγαπημένα μου θέματα.

 

Φέτος λοιπόν έχω βγάλει πολύ λίγες φωτογραφίες, ειδικά αν βάλω κάτω πόσα ταξίδια έχω κάνει. Σίγουρα φταίει ότι τώρα (ξανα)έχω και τη δυνατότητα να τραβήξω και βίντεο (το οποίο δείχνει πως η επιλογή δεν είναι πάντα καλό πράγμα) Συνεχώς διερωτάμαι «γιατί θέλεις να το φωτογραφίσεις αυτό; Τι θέλεις να δείξεις; Ποιον προσπαθείς να εντυπωσιάσεις; Δεν σου φτάνει απλά να το κοιτάζεις, να το απολαμβάνεις;» Είναι μια σκέψη που σίγουρα δεν μοιράζονται πολλοί μαζί μου: συνεχώς βλέπω περισσότερες φωτογραφίες και φωτογράφους (το οποίο αυτόματα ρίχνει κατακόρυφα την αξία της ίδια της φωτογραφίας) και νιώθω όλο και λιγότερη θέληση να μπω σε όλο αυτό, να συνεχίσω να καταγράφω ή να δημιουργώ. Και αν δημιουργώ, μπορεί να μην το ποστάρω για τους ίδιους ακριβώς λόγους. Βρίσκω πως αυτά που μπορώ να πω για τη ζωή μου, για τη ζωή των άλλων και τη ζωή γενικότερα με τη φωτογραφία, δεν συμβαδίζουν με αυτά που είμαι καλύτερος ή πιο ικανός στο να λέω ή με αυτά που θέλω να πω.

Σίγουρα έχει να κάνει και με τον καταιγισμό εικόνας που βλέπω παντού στο web πια, απ’το Tumblr (λινκ για το δικό μου) και τη μια καταπληκτική φωτογραφία μετά την άλλη («τι μπορώ εγώ να συνεισφέρω άραγε σε αυτή την τελειότητα;») μέχρι το facebook και το Instagram, όπου κάθε ασημαντότητα και μικρότητα είναι άλλη μια ευκαιρία για τα προβάλλουμε τον ναρκισισμό μας, το πόσο γαμάτοι είμαστε και το πόσο γαμάτα πράγματα κάνουμε. Θέλω να κάνω γαμάτα πράγματα, αλλά όλο και περισσότερο νιώθω πως δεν είναι ευγενικό, πρέπον ή… πώς να το πω… θα προσπαθήσω να το πως όσο λιγότερο σνομπίστικα μπορώ: πολιτισμένο, να τα εικονοποιώ και να τα κάνω προιόντα, διαφημίσεις για την οντότητα cubilone στον παγκόσμιο δίκτυο τελειότητας, εντυπωσιασμού και καμένης δημιουργικότητας και σύγκρισης στο οποίο μεταλλάσσεται το ψηφιακό περιβάλλον.

Το να ποστάρεις τη φάτσα σου είναι στο κέντρο ενός τεράστιου πλέγματος σκέψεων, προσδοκιών και κοινωνικών σχέσεων. Και αν το σκεφτείς, είναι... ΠΕΡΙΕΡΓΟ!
Η κίνηση να φωτογραφίζεις και να ποστάρεις τη φάτσα σου είναι στο κέντρο ενός τεράστιου πλέγματος σκέψεων, προσδοκιών και κοινωνικών σχέσεων.  Αν το σκεφτείς, είναι… ΠΕΡΙΕΡΓΟ!

 

Οι ψηφιακές κοινότητες σε κάνουν να θέλεις να ανταγωνιστείς τους άλλους σε δημοτικότητα και να νιώσεις αγαπητός, κι έτσι αγχώνεσαι για τα πόσο likes ή favs θα έχει μια φωτογραφία – παύει να είναι απλά η καλλιτεχνική σου έκφραση. Είναι ειρωνικό πως έχω σπουδάσει πολιτισμική τεχνολογία και επικοινωνία και έχω αυτές τις αιρετικές απόψεις… αλλά έχω ακαδημαϊκοποιηθεί αρκετά ώστε να καταλαβαίνω πως ακόμα και το γεγονός ότι η εικόνα θεοποιείται μέσω των ψηφιακών μέσων και η κριτική σε αυτό το γεγονός είναι και αυτή, αναμφίβολα, μέρος του ψηφιακού πολιτισμού, από μόνο του χαίρει ανάλυσης.

Τι θα γίνει από εδώ και πέρα, δεν το ξέρω. Προφανώς η σχέση μου με τη φωτογραφία είναι πολύπλοκη και δεν μπορώ ούτε και θέλω να την εγκαταλείψω τόσο εύκολα. Πιστεύω όμως όλο και λιγότερο στους φωτογράφους ή στους κανόνες: στο I See Green είδα παιδιά να τραβάνε καταπληκτικές και εμπνευσμένες φωτογραφίες με τα κινητά τους ή με μηχανές που δεν ήξεραν καν πώς λειτουργούσαν, κι εγώ, νιώθοντας την ανάγκη να τραβήξω κάτι ιδιαίτερο ή αξιόλογο (και με τους κανόνες σταθερά στο μυαλό), με τον καλό φακό και την καλή μηχανή δεν είχα τελικά τίποτα να δείξω. Αυτό ήταν τροφή για σκέψη και έμπνευση…

Θέλω να αντισταθώ στην υπέρτατη δύναμη της εικόνας και να μην χάσω όλα όσα μπορείς να χάσεις αν την αφήσεις να διεισδύσει μέσα σου ολοκληρωτικά. Θέλω να ζω στο τώρα, και φωτογραφίζοντας το τώρα, αναγκαστικά ζεις στο πριν, στο χτες, ή ακόμα μεταφέρεις την απόλαυση της στιγμής στο αύριο. Απ’την άλλη, έρχοντας σε επαφή με την μπλοκαρισμένη μου δημιουργικότητα, θέλω να δείξω πράγματα, ομορφιά, να μοιραστώ ακριβώς αυτές τις στιγμές με τον δικό μου καλό τρόπο, και όχι τον δημοφιλή ή τον σωστό τρόπο. Θέλω να (ξανα)γίνω καλλιτέχνης της φωτογραφίας, όχι ένα θύμα της δύναμης της, της ευκολίας. Να εκφραστώ με τη βοήθεια της, όχι να δειχτώ ή να την χρησιμοποιήσω ως προστασία απέναντι στη ροή του χρόνου. Να μην απογοητευτώ από το πόσο δύσκολο μου φαίνεται να ακολουθήσω τους κανόνες, αλλά να τους αφήσω να με οδηγήσουν μακριά τους. Να την αφιερώσω και να την προσφέρω στους άλλους, όχι να σαγηνεύσω τους άλλους με αυτήν.

Σε άλλα 10 χρόνια θα σας πω τα αποτελέσματα αυτής της αναζήτησης – ή θα τα δείτε, αν οι λέξεις μέχρι τότε είναι άχρηστες.

cubi negative

Review: Extra Lives: Why Video Games Matter

Extra Lives: Why Video Games MatterExtra Lives: Why Video Games Matter by Tom Bissell

My rating: 3 of 5 stars

After reading some articles by Tom Bissell on video games, I was fully expecting this to be a revelation on the meaning of video games, with me coming out of the book convinced once and for all that video games do matter (I haven’t made up my mind yet, but then I’m like that with everything). While Extra Lives was very interesting, well-written and informative, it didn’t convince me as I thought it would. Maybe it’s because I’ve moved almost completely away from the genres Bissell prefers (shooters, open-world RPGs) and the consoles he mostly plays them on: for years I’ve shown more and more of a preference towards strategy and an erratic choice of influential, innovative and/or quirky indie games – all the realm of the PC rathen than the console. I have tried maybe half of the games he chose to unfurl his point with –Fallout 3, Mass Effect, Grand Theft Auto 4, Braid– but wouldn’t say I’m a big fan of any of them (except for maybe Braid). I can certainly say that I haven’t gone back to replay -or finish- them , for one.

I wouldn’t want to let our genre discordance influence my judgment, though. Extra Lives was a very enjoyable read and a mature, honest look at the situation of games today 3 years ago. I think Tom Bissell did a fantastic job on showing why the potential of the medium matters and how he himself is torn between realising that on the one hand and on the other “understanding why non-gamers think games are a waste of time”. It’s just that, at this point in my life, I’m leaning -however slightly- towards the latter.

The conclusion? Do games matter? Will they at some point, if they don’t now? Well, that depends on who you are and what your outlook on games is – as well as, I suppose, what your own preferred genres are.

View all my reviews

Me & My Shadow

me&my_shadow

It’s a resource for the privacy policies of different large and small websites, how they enforce them, what you can expect to have surrendered knowingly or not and, perhaps most importantly, measures you can take to use the web with a little bit less transparency.

It’s an expertly, fantastically designed website that you can’t resist not using once you get there. The information and sources are also top-notch. Very informative in this  cultural representational way that always makes me feel warm and cozy inside.

It’s important, very important information, too. There’s just so much being revealed about privacy online: Snowden, Greenwald, Prism, Xkeyscore (the “God terminal into the Internet“), NSA -along with every secret service in the West at the very least- and I honestly believe that even now we know next to nothing about what’s really going on. Like a lot of things, this is going to get a lot worse before it gets any better. Thankfully, people who work on projects like Me & My Shadow give me back my trust -if only just for a little while- in the power of the Internet to make the world a better place.

PS: I just found out about Data Dealer through them, an online tycoon game in which you get to be one of those data mining corporations. The objective is to collect millions of profiles to take advantage of through various websites such as “Tracebook” and “Schmoogle”. Check it out!